Ἄρθρα σημειωμένα ὡς Μακρυγιάννης

Ο ΗΡΩΪΚΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΙΩ. ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ: Ο ΦΥΛΑΞ τῆς ΠΙΣΤΕΩΣ καὶ τῆς ΠΑΤΡΙΔΟΣ ( Ἰω. Καλλιανιώτης)

Ὁ Ἡρωϊκός Στρατηγός Ἰωάννης Μακρυγιάννης:
Ὁ Φύλαξ τῆς Πίστεως καί τῆς Πατρίδος

ὑπό
Ἰωάννου Ν. Καλλιανιώτου
Καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Scranton

Νοέμβριος 2021

«Ὅταν μοῦ πειράζουν τήν πατρίδα μου καί θρησκεία μου, θά μιλήσω, θἀ  ’νεργήσω κι’ ὅ, τι θέλουν ἄς μοῦ κάμουν.»
Ἰωάννης Μακρυγιάννης

            Ἡ Ἐπανάστασις τοῦ 1821 ἀνέδειξε τό μεγαλεῖον τῆς φυλῆς μας καί ἀπεκάλυψεν τούς ἡρωϊκούς ἡμῶν προγόνους, τούς ὁποίους ἀναγνωρίζομεν καί διατηροῦμεν ὡς πρότυπα αὐτοθυσίας, ἀγάπης πρός τήν πατρίδα καί βαθείας πίστεως πρός τήν Ἁγίαν μας Ὀρθοδοξίαν. Ἡ τετρακοσιοετής Ὀθωμανική δουλεία δέν ἠμπόρεσε νά ἐξαλείψῃ ἀπό τόν λαόν μας τήν ἐπιβλητικότητα τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνισμοῦ καί τήν μετριόφρονα Βυζαντινήν του ἀξιοπρέπειαν. Ἐδιδάχθημεν ἐπί ἑκατόν πενῆντα ἔτη διά τήν προσφοράν καί τά παθήματά των, ὥστε νά εἴμεθα ἡμεῖς οἱ ἀμέτοχοι ἀπόγονοί των ἐλεύθεροι ἀπό τούς βαρβάρους Τούρκους. Τά τελευταῖα πεντήκοντα ἔτη, οἱ διευθαρμένοι πολιτικοί μας μέ τήν κατευθυνομένην πολιτικήν των καί τήν ἀνθελληνικήν καί ἄθεόν των παιδείαν ὑπεβάθμισαν καί ἀπέβαλον τήν Ἱστορικήν ἀλήθειαν καί τά αἴτια τῆς Ἐπαναστάσεως, ἀποβάλλοντες ἀκόμη καί τούς ἥρωας τῆς Ἐπαναστάσεως ἀπό τάς σχολικάς αἰθούσας καί τούς ἄλλους δημοσίους χώρους. Οἱ ψευδο-πολιτικοί οὗτοι, ἀπόγονοι τῶν κοτζαμπάσηδων καί σύγχρονοι μεμυημένοι εἰς τάς «φιλικάς» ἑταιρείας, ἔχουν τήν ἀπαίτησιν νά τούς τιμοῦν καί νά τούς εἰσακούουν οἱ ἐγκαταλελειμμένοι πολῖται τῆς χώρας καί νά ὑποτάσσωνται εἰς τάς δικτατορικάς ἐντολάς των (οὐσιαστικῶς, τῶν Illuminati). Πρᾶγμα ἀδύνατον καί ἀκατανόητον διά τόν νουνεχῆ, σοφόν, παραδοσιακόν καί ἐκ δημιουργίας ἐλεύθερον Ἕλληνα νά ἀποδέχεται ἀνθρώπους, τοιαύτης μηδαμινῆς ἀξίας καί ἀνυπάρκτου ἀρετῆς ὡς ἡγέτας του.
Ὁ βίος, ἡ πολιτεία, ὁ πατριωτισμός καί ἡ πίστις τοῦ μεγάλου ἥρωος τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, τοῦ στρατηγοῦ Ἰωάννη Μακρυγιάννη, εἶναι μοναδικά εἰς τήν Ἱστορίαν τῆς Νεωτέρας Ἑλλάδος. Εἶχα διαβάσει πρό ἐτῶν τά στρατιωτικά καί πολιτικά γεγονότα τῆς περιόδου 1821-1864 εἰς τά Ἀπομνημονεύματα τοῦ Μακρυγιάννη καί ἕνας καλός φίλος μοῦ ἔφερε κατόπιν καί τά Ὁράματα καί Θάματα τοῦ Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη. Κατά τό τρέχον ἔτος, λόγῳ τῶν 200 ἐτῶν ἀπό τήν Ἐπανάστασιν τοῦ 1821, ἐδιάβασα καί πάλιν τά θαυμαστά καί ἀντικειμενικά αὐτά Ἱστορικά ἔργα τοῦ μεγάλου «πατριδοφύλακα» τῆς χώρας μας. Ὅσον περισσότερον κάποιος διαβάζει τά Ἱστορικά αὐτά ἔργα τόσον καλύτερα ἀντιλαμβάνεται τάς δυσχερείας τῶν ἡρωϊκῶν προγόνων μας διά νά ἀποτινάξουν τόν ζηγόν τῶν βαρβάρων Μουσουλμάνων, τήν δημιουργίαν κράτους καί Συντάγματος, τήν πολιτικήν κρίσιν, τήν ὁποίαν ἐβίωσεν ὁ λαός μας ἀπό τούς εἰσαγωμένους ἐκ τῆς Δύσεως διεφθαρμένους πρώτους πολιτικούς καί τούς ἐμφυλίους σπαραγμούς, ἐν μέσῳ τῶν τεραστίων δυσχερειῶν τῶν ἀπελευθερωτικῶν ἀγώνων κατά τῶν Ὀθωμανῶν.
Ὁ Μακρυγιάννης κατήγετο ἀπό τήν Ρούμελην, ἀπό οἰκογένειαν γεωργῶν καί ποιμένων, ὡς καί οἱ πλεῖστοι Ἕλληνες τῆς περιόδου ταύτης τῆς μακροχρονίου δουλείας. Δέν ὑπῆρξεν κλέφτης καί ἀρματωλός, ἀλλ’ ὀρφανός ἀπό πολύ μικράν ἡλικίαν προσεπάθει νά προσφέρῃ τά πρός τό ζῆν ἐργαζόμενος χωρίς νά ἐπιβαρύνῃ τήν οἰκογένειάν του. Ἐγεννήθη τῷ 1797 καί ἀπέθανεν τῷ 1864. Τῷ δέ 1820 ἐμυήθη εἰς τήν Φιλικήν Ἑταιρείαν καί λόγῳ ὕψους, ὁ Γιαννάκης ὠνομάσθη Μακρυ-γιάννης. Ἦτο εὐγενής, εὐσεβής, φιλότιμος, εὐαίσθητος ἀλλά καί τραχύς, δίκαιος, σώφρων, εὐφυής, θεοσεβής μέ βαθεῖαν πίστιν καί μέγαν πατριωτισμόν, τά ὁποῖα τόν ὡδήγησαν εἰς τήν ὑπεράσπισιν τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς πατρίδος, ἀλλά καί εἰς τήν ἀγάπην διά τά ὅπλα πρός ἀπελευθέρωσιν καί προάσπισιν τῶν ἀξιῶν τούτων. Ἄνθρωπος μέ πολλάς ἀρετάς, μέ οἰκονομικήν ἀνρξαρτησίαν, μέ πνεῦμα οἰκονομίας ἀλλ’ ἄνευ φιλαργυρίας, ἀνήρ ἐργατικός καί μεγάλης φιλανθρωπίας μέ ἀποστροφήν πρός τήν ἁρπαγήν καί μῖσος πρός τό πλιάτσικον, ἀνιδιοτελής ἐθνοσωτήρ˙ ὁ πολεμικώτατος τῶν ἀνδρῶν, ὁ γνησιώτατος στρατιωτικός χαρακτήρ τῆς Ἐθνιῆς μας Ἐπαναστάσεως, τό καθαρώτατον τέκνον τῆς Ἑλλάδος, ἀποφασιστικός, ἄτρομος πρός τούς κινδύνους, πράγματι εἷς γενναῖος ἥρωας τοῦ Ἱστορικοῦ 1821.
Τήν 16ην Μαρτίου 1853, ὡδηγήθη ὁ πολυπαθής γέροντας Μακρυγιάννης εἰς τό Στρατοδικεῖον ἵνα δικασθῇ. Ἡ δίκη ἐπερατώθη τήν ἑπομένην ἡμέραν. Ὁ Στρατηγός Μακρυγιάννης μετά τοῦ λοχαγοῦ τῆς Φάλαγγος Ἰ. Σούλη  κατηγορήθησαν ἐπί συνωμοσίᾳ σκοπόν ἐχούσῃ τόν θάνατον τοῦ βασιλέως Ὄθωνος. Ὁ μέν Ἰ. Σούλης ἠθῳώθη καί κατεδικάσθη μόνον ὁ Μακρυγιάννης, ὁ ὁποῖος κατηγορήθη διά πολιτικόν ἔγκλημα καί παρεπέμφθη παρά τό Σύνταγμα καί παρά τόν Ποινικόν Νόμον εἰς Στρατιωτικόν Δικαστήριον ἵνα δικασθῇ.
Ἡ ἀβάσιμος διαδικασία ἀνεπτύχθη ἐπί τῶν καταθέσεων τοῦ μάρτυρος Ν. Στεφανίδου, ὁ ὁποῖος εἶπε ὅτι, «ἤκουσε παρά τοῦ Μακρυγιάννη μυστηριώδεις λόγους, ὅτι συνομοσία ὑπάρχει καί ὅτι ὁ βασιλεύς Ὄθων θά φονευθῇ καθ’ ὡρισμένην τινά ἡμέραν». Τό δικαστήριον στηριχθέν ἐπί τῆς μίας ταύτης καί μόνης μαρτυρίας κατεδίκασε τόν Μακρυγιάννην εἰς θἀνατον, ἀλλά συνεστήθη εἰς τήν πλήρη βασιλικήν χάριν. Ἡ ἀντιλογία τῶν δικαστῶν ἦτο ὅτι, ὁ Μακρυγιάννης εἶναι ἀθῶος, ἀλλά καί καταδικασθείς εἰς θάνατον. Ἡ ἀπόφασις ἐξεδόθη διά ψήφων ἕξ κατά καί μίας ἀθῳωτικῆς. Πρόεδρος τοῦ στρατοδικίου ἦτο ὁ Κίτσος Τζαβέλας, πιστός καί ἀφωσιωμένος εἰς τόν βασιλέα Ὄθωνα καί προσωπικός ἐχθρός τοῦ Μακρυγιάννη ἀπό τήν περίοδον τῆς Ἐπαναστάσεως. Οἱ ἄλλοι δικασταί ἦσαν ὁ Κανέλλος Δηλιγιάννης (ἤ Δεληγιάννης) καί ὁ Ἀλέξης Βλαχόπουλος, ἀρχαῖοι ἀγωνισταί, ἀλλά δέν ἦσαν φίλοι τοῦ Μακρυγιάννη, ὡς ἀνήκοντες εἰς ἄλλην ἀνωτέραν τάξιν, τῶν «παραβατῶν». Οἱ ἄλλοι τέσσαρες δικασταί ἦσαν νέοι ἀξιωματικοί. Ἀπό τό δικαστήριον ὁ Μακρυγιάννης ὡδηγήθη καί πάλιν εἰς τήν φυλακήν τοῦ Στρατιωτικοῦ Νοσοκομείου. Ἡ ποινή τοῦ θανάτου μετεβλήθη συντόμως εἰς ἰσόβια δεσμά, βραδύτερον ἠλατώθη εἰς εἰκοσαετῆ φυλάκισιν καί τήν 25ηνἸανουαρίου 1854, εἰς δεκαετῆ τοιαύτην. Τήν 2αν Σεπτεμβρίου 1854, διά τῆς ἐπιβολῆς τοῦ Δημητρίου Καλλέργη, πανισχύρου ὑπουργοῦ κατά τήν ὑπάρχουσαν Ἀγγλογαλλικήν ἐν Ἑλλάδι κατοχήν καί λίαν ἀγερώχως φερομένου πρός τόν Ὄθωνα, κατωρθώθη νά ἀπαλλαγῇ τελείως ὁ δυστυχής οὗτος ἥρωας καί θεοσεβής πατριώτης Ἰωάννης Μακρυγιάννης ἀπό τήν ἄδικον ποινήν.
Δυστυχῶς, ἡ διαμονή τοῦ Μακρυγιάννη εἰς τήν φυλακήν εἶχεν ἐξαντλήσει τήν ζωτικότητά του καί ἔκτοτε διέμενεν οὗτος εἰς τήν οἰκίαν του ἐργαζόμενος εἰς τόν κῆπόν του καί γευματίζων μόνος ἐντός τῆς Σπηλιᾶς˙ τό βράδυ ἐπέστρεφεν εἰς τήν οἰκογένειάν του. Σκυθρωπός πλέον, οὐδέποτε γελῶν ἤ μειδιῶν καί ἡ μόνη του παρηγορία ἦτο, ὁ Θεός καί τά μικρά του τέκνα. Ἡ ὄψις του, μέ τήν μακριάν γενιάδαν καί κόμην, ἔμιαζε μέ τοιαύτην ἑρημίτου καί μάρτυρος. Ὑψηλός καί λεπτός, εὐλύγιστος καί εὐθύς, εἶχε τό ἦθος τοῦ Ὀρθοδόξου καί τόν ἀέρα τῆς λεβεντιᾶς τοῦ Ἕλληνος, ὁ ὁποῖος οὐδέποτε γηράσκει ἀλλά σαγινεύει μέ τήν πνευματικήν σοφίαν τήν ἀπεικονιζομένην εἰς τήν μορφήν του. «Τό ἀποστεωθέν αὐτοῦ πρόσωπον, … καί ἱερατικόν συγχρόνως.»
Τόν Σεπτέμβριον καί Ὀκτώβριον τοῦ 1857, ὁ θεοσεβής ἀπόμαχος ἥρωάς μας μετέβη εἰς Ἑπτάνησον χάριν ἀναψυχῆς καί προσκυνήσεως τῶν ἐκεῖ ἁγίων λειψάνων. Τό 1859, ἐπῆγεν εἰς τήν Ζάκυνθον, ὅπου ἔτυχε θερμοτάτης ὑποδοχῆς ἀπό τόν λαόν. Εἰς τάς Ἀθήνας ὁ Μακρυγιάννης εἶχεν προβλήματα καί ἡ ἔχθρα μεταξύ αὐτοῦ καί τοῦ βασιλέως οὐδέποτε ἐξέλιψεν. Μετά τήν φυλάκισιν του ηὗρε τό κτῆμά του καταστραφέν, λεηλατηθέν καί ἐγκαταλειφθέν ἤ φθαρέν ὑπό κακοβούλων ἀνθρώπων. «Χαλασμένο σπίτι» ὠνόμασεν ὁ Μακρυγιάννης τόν οἶκόν του. Ὁ υἱός του ὁ Ὄθων εἶχε ριφθῇ μετά πάθους εἰς τήν ἀντιδυναστικήν κίνησιν τῆς νεολαίας κατά τοῦ βασιλέως. Ὁ Ὄθων Μακρυγιάννης ἀνῆκεν εἰς τήν κίνησιν τῶν νέων ὑπό τόν Ἐπαμ. Δεληγεώργην μέ σκοπόν τήν ἐκθρόνισιν τοῦ Ὄθωνος.

            Τήν 10ην Ὀκτωβρίου 1862, ὁ λαός εἰσέβαλεν εἰς τά Ἀνάκτορα, ὁ Ὄθων Μακρυγιάννης εἰσῆλθεν εἰς τήν αἴθουσαν τοῦ Θρόνου, ἡ ὁποία εἶχεν θρυμματισθῆ˙ παρέλαβε τό χρυσοῦν τοῦ Βασιλέως στέμμα καί τό μετέφερεν ὡς λάφυρον εἰς τόν οἶκόν του, ἵνα ἀπιδείξῃ τοῦτο εἰς τόν πολυπαθῆ πατέρα του. Κατά τήν Ἐπανάστασιν ταύτην τῆς 10ηςὈκτωβρίου 1862, ὁ ἐπαναστάτης λαός μετέβη εἰς τόν οἶκον τοῦ Μακρυγιάννη τόν παρέλαβε καί περιήγαγεν αὐτόν θριαμβευτικῶς ἀνά τήν πόλιν. Τήν 17ην Ὀκτωβρίου 1862, διά διατάγματος τῆς Προσωρινῆς Κυβερνήσεως, ὁ Μακρυγιάννης ἀνέκτησε τόν βαθμόν τοῦ Ὑποστρατήγου καί τήν 20ην Ἀπριλίου 1864, προεβιβάσθη εἰς Ἀντιστράτηγον. Κατά τήν συγκληθεῖσαν Συνέλευσιν, ὁ Μακρυγιάννης ἐξελέγη πληρεξούσιος Ἀττικῆς, σπανίως ὅμως μετεῖχε τῶν συνεδριάσεων. Τήν 27ην Ἀπριλίου 1864, ὁ φύλαξ τῆς Πίστεως καί τῆς Πατρίδος ἡμῶν, ὁ Στρατηγός Ἰωάννης Μακρυγιάννης, ἀπέθανεν ἐξ ὑπερβαλλούσης σωματικῆς ἐξαντλήσεως εἰς ἡλικίαν 67 ἐτῶν (1797-1864). Ἡ κηδεία αὐτοῦ ἐγένετο ἐπιβλητική, ἀκολουθήσαντος παντός τοῦ λαοῦ τῆς πρωτευούσης. Τόν ἐπικήδειον εἰς αὐτόν ἀπήγγειλεν ὁ Ἀναστ. Γούδας, τόν δέ ἐπιτάφιον ὁ Ὀδ. Ἰάλεμος, ποίημα δέ πλῆρες ἐμπνεύσεως ὁ Ἀχιλλεύς Παράσχος. Καί οἱ τρεῖς οὗτοι ἦσαν ἐκ τῶν νέων ἐπαναστατῶν. Αἰωνία ἡ μνήμη τοῦ ἡρωϊκοῦ «πατριδοφύλακα» Ἰωάννη Μακρυγιάννη!

Γιὰ τὴν πλήρη μελέτη:

Ὁ Ἡρωικός Στρατηγός Ἰωάννης Μακρυγιάννης

, ,

Σχολιάστε

ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 20. ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)


Γιάννης Μακρυγιάννης
A΄ Μέρος
Ὁ ἐκφραστὴς τῆς συνείδησης τοῦ λαοῦ
Τοῦ Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

Βλ. σχετ.:
ΜΟΡΦΕΣ TOY 1821 – 1. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 2. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 3. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 4. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 5. ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΡΩΓΩΝ ΙΩΣΗΦ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 6. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ E΄ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 7. ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 8. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΙΑΚΟΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 9. ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 9. ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ [Β´] (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 10. ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 11. ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 11. ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ [Β´] (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 12. ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 13. ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 14. ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΑΝΑΡΗΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 14. ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΑΝΑΡΗΣ [B´] (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 15. Ο ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΥΠΡΟΥ KΥΠΡΙΑΝΟΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 16. ΕΫΝΑΡΔΟΣ: Ο ΦΙΛΕΛΛΗΝΑΣ ΠΟΥ ΔΥΣΑΡΕΣΤΗΣΕ ΤΟΝ ΜΕΤΕΡΝΙΧ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 17. Ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 17. Ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ [Β´- Ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ Ρήγας καὶ ὁ Κοραὴς] (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 18. ΟΙ ΦΙΛΙΚΟΙ: ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΠΕΤΥΧΑΝ ΤΟ ΑΔΥΝΑΤΟ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 18. ΟΙ ΦΙΛΙΚΟΙ: ΛΗΘΗ καὶ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ [Β´] (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 19. ΟΙ ΦΙΛΙΚΟΙ: Η ΔΕΣΠΩ καὶ Η ΜΟΣΧΩ, Οἱ ἡρωίδες τοῦ Σουλίου (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)

. – . – . Ὁ Στρατηγὸς Γιάννης Μακρυγιάννης (1797-1864) ὑπηρέτησε τὴν Πατρίδα κατὰ τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ὡς στρατιωτικὸς καὶ μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή Της ὡς πολιτικὸς καὶ ναΐφ συγγραφέας. Ἡ πορεία τοy μακροχρόνια. Χαρακτηριστικό του, ὅτι μὲ ὅλες του τὶς ἰδιότητες, ἀλλὰ κυρίως μὲ αὐτὴ τοῦ συγγραφέα ἀποτέλεσε τὸν ἐκφραστὴ τῆς συνείδησης τοῦ λαοῦ. Ὁ Ζήσιμος Λορεντζάτος ἔγραψε σχετικά:
. – . – . «Ὁ Μακρυγιάνης δὲ μελετοῦσε τὸ 21 – τὴν Πατρίδα – ὅπως οἱ σημερινοὶ ἐπιστήμονες μελετητές, τὸ ζοῦσε. Καὶ ἀκόμα δὲ μελετοῦσε τὴ θρησκεία, ὅπως οἱ σημερινοὶ ἐπιστήμονες μελετητές, τὴ ζοῦσε. Ἡ διαφορὰ εἶναι τεράστια». (Ζήσ. Λορεντζάτου «Τὸ τετράδιο τοῦ Μακρυγιάννη», ἐκδ. «Δόμος», 1984, σελ. 51). Καὶ προσθέτει ὁ σημαντικὸς στοχαστής: «Ὁ Μακρυγιάννης ἀνακατεύθηκε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὰ κοινά, ἐλπίζοντας νὰ φέρει τοὺς ἄλλους σὲ θεογνωσία, τουλάχιστον στὶς δύο κορυφαῖες περιπτώσεις, τὴ στρατιωτική (του Ἀγώνα) καὶ τὴν πολιτικὴ (τοῦ Συντάγματος), ἀλλὰ ἀργότερα ἔχασε τὶς ψευδαισθήσεις του μὲ τὶς προκοπὲς ποὺ ἔβλεπε γύρω του». (Αὐτ. σελ. 64-65).
. . . .Στὴν διάσωση καὶ δημοσίευση τοῦ συγγραφικοῦ ἔργου τοῦ Μακρυγιάννη ἀποφασιστικὴ εἶναι ἡ συμβολὴ τοῦ Γιάννη Βλαχογιάννη. Εἰδικότερα γιὰ τὰ «Ὁράματα καὶ Θάματα» καὶ τοῦ συνεργάτου του καὶ συνεχιστοῦ τοῦ ἔργου τοῦ Ἀγγέλου Ν. Παπακώστα. Γιὰ τὴ θαυμαστὴ ἱστορία τῆς εὕρεσης τῶν Ἀπομνημονευμάτων ἔγραψε ὁ Γιῶργος Θεοτοκᾶς ὅτι ἡ οἰκογένεια τοῦ Στρατηγοῦ δὲν γνώριζε τὴν ὕπαρξή τους. Ἀρχὲς τοῦ περασμένου αἰώνα ὁ Βλαχογιάννης εἶχε τὴν πληροφορία ὅτι πιθανότατα ὑπῆρχε χειρόγραφό του. Ἀποτάθηκε στὸν γιό του, Κίτσο Μακρυγιάννη, καὶ τὸν παρακίνησε νὰ ψάξει. Σὲ περίπου δεκαπέντε ἡμέρες ὁ Κίτσος τὸν εἰδοποίησε πὼς εἶχε βρεῖ ἕνα χειρόγραφο, χωμένο σὲ ἕναν τενεκέ, παραριγμένο σὲ μίαν ἀπόμερη γωνιὰ τοῦ σπιτιοῦ. Τὸ χειρόγραφο ἦταν μουχλιασμένο ἀπὸ τὴν ὑγρασία, ἀλλὰ δὲν εἶχε ἀποσυντεθεῖ. Ὑπὸ τὶς συνθῆκες αὐτὲς εἶναι θαῦμα πῶς διατηρήθηκε γιὰ πάνω ἀπὸ πενήντα χρόνια καὶ πῶς τὸ διάβασε ὁ Βλαχογιάννης. (Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Γ. Θεοτοκᾶ «Τετράδια Ἡμερολογίου», ἐκδ. Βιβλ. «Ἑστία», Ἀθήνα, 2005).
. . . Στὴν ἐκτεταμένη (80 σελίδες) εἰσαγωγὴ ποὺ ἔγραψε γιὰ τὴν πρώτη ἔκδοση, τὸ 1907, τῶν «Ἀπομνημονευμάτων» ὁ Βλαχογιάννης, περιγράφει τὶς δυσκολίες ποὺ βρῆκε γιὰ νὰ παρουσιάσει τὸ ἱστορικὸ αὐτὸ ἔργο. Σκοπός του ἦταν, ὅπως γράφει, «νὰ παράσχη τὸν γενικὸν καθ’ ἡμᾶς χαρακτήρα τοῦ ἀνδρὸς εἰς τὸν μέλλοντα νὰ ἐπιδοθῆ περὶ τὴν μελέτην τοῦ ἱστορικοῦ αὐτοῦ ἔργου». (Στρ. Μακρυγιάννη «Ἀπομνημονεύματα», ἐκδ. Γαλαξία, Ἀθῆναι1964, σελ. 7).
. . . Ὁ Μακρυγιάννης δὲν ὑπῆρξε οὔτε ἀρματωλός, οὔτε κλέφτης. Δὲν εἷλκε τὴν καταγωγὴ ἀπὸ κάποιο «τζάκι» τῆς Ρούμελης, οὔτε ἦταν γόνος οἰκογένειας δημογερόντων. Ἦταν παιδὶ οἰκογένειας ἀγροτῶν καὶ ποιμένων, ἀπὸ μικρὸ χωριὸ τοῦ Λιδωρικίου. Ὁ πατέρας του λεγόταν Δημήτριος Τριανταφύλλου καὶ τὸν σκότωσαν οἱ Τοῦρκοι, ὅταν ὁ Γιάννης ἦταν ἑνὸς ἔτους. Ὅταν κάψαν τὸ χωριό τους, ἡ μητέρα του τὸν ἔσωσε ἀπὸ τοὺς κατακτητὲς προσφεύγοντας στὸ κοντινὸ δάσος καὶ ἀπὸ τοὺς συγχωριανούς της, ποὺ ἤθελαν νὰ τὸν σκοτώσουν γιὰ νὰ μὴν προδοθεῖ ὁ τόπος ποὺ βρίσκονταν, προτείνοντας τὰ στήθη της καὶ λέγοντας μαζὶ καὶ ἐκείνην νὰ φονεύσουν.
. Πέρασε παιδικὰ χρόνια μὲ στερήσεις, κακουχίες, βάσανα. Ἑπτὰ ἐτῶν μπῆκε στὴ δούλεψη ἐμπόρου, ποὺ τὸν βασάνιζε. Δεκατεσσάρων ἐτῶν ἔφυγε ἀπὸ τὴ Ρούμελη καὶ πῆγε στὴν Ἄρτα. Δούλεψε ἐκεῖ σκληρὰ καὶ ἐξελίχθηκε σὲ ἱκανὸ ἔμπορο. Γράφει στὰ «Ἀπομνημονεύματα»: «Ἀπόχτησα ὅ, τι ἤθελα καὶ δὲν εἶχα τὴν ἀνάγκη ἀλλουνοῦ» (Αὐτ. σελ. 97). Τὸ 1820 μυήθηκε στὴν Φιλικὴ Ἑταιρεία. Γράφει: «Μπῆκα ᾽σ τὸ μυστικὸν καὶ ἀναχώρησα ἀπὸ τὸν πατριώτη μου καὶ πῆγα εἰς τὸ σπίτι μου καὶ ἐργαζόμουνε διὰ τὴν πατρίδα μου καὶ θρησκείαν μου νὰ τὴν δουλέψω ᾽λικρινῶς, καθὼς τὴν δούλεψα, νὰ μὴν μὲ εἰπῆ κλέφτη καὶ ἅρπαγον, ἀλλὰ νὰ μὲ εἰπῆ τέκνο της καὶ ἐγὼ μητέρα μου» (Αὐτ. σελ. 98).
. Μπῆκε ἀμέσως στὴν προετοιμασία τοῦ Ἀγώνα. Πῆγε μὲ ἀποστολὴ στὴν Πάτρα, ὅπου συνελήφθη καὶ βασανίστηκε. Ὅμως ἄντεξε καὶ δραπέτευσε ἀπὸ τὴ φυλακὴ δείχνοντας πολλὲς ἱκανότητες, ὅπως ἀφοβία ἀπέναντι στὸν θάνατο, εὐστροφία, ἀποφασιστικότητα, σωματικὴ ρώμη. Στὸν Ἀγώνα ὥρμησε «ὡς πειναλέος ἱέραξ εἰς τὸ κυνήγιον», ὅπως γράφει ὁ Βλαχογιάννης. (Αὐτ. σελ. 16). Ἔλαβε μέρος σὲ πολλὲς μάχες. Ἡ πρώτη του ἦταν στὸν Σταυρὸ τῆς Ἄρτας καὶ ἡ δεύτερη στὸ Πέτα, ὅπου πληγώθηκε στὸ πόδι. Τάχθηκε ὑπὸ τὸν πολύπειρο ὁπλαρχηγὸ Γῶγο Μπακόλα καὶ συμμετέσχε στὴν ἅλωση τῆς Ἄρτας. Στὴ συνέχεια ἔφυγε ἀπὸ τὴν Ἤπειρο καὶ ἔγινε ὁπλαρχηγὸς τεσσάρων χωριῶν τῶν Σαλώνων. Τὸ 1822 κατέβηκε στὴν Ἀθήνα, μὲ τὴν ὁποία συνδέθηκε ἄρρηκτα. Γράφει ὁ Βλαχογιάννης ὅτι γι᾽ αὐτὴν ὑπῆρξε «πιστὸς φίλος, ἀφωσιωμένος ὑποστηρικτὴς καὶ συμπολίτης πολυτίμητος». (Αὐτ. σελ. 21). Ὁ Μακρυγιάννης κατέβηκε στὴν Πελοπόννησο καὶ ἔλαβε μέρος στὶς μάχες τοῦ Νεοκάστρου (Πύλου), τῶν Μύλων (τὸ 1825), τῆς Ἀθήνας, τοῦ Πειραιᾶ, τοῦ Φαλήρου. Ὁ Γ. Βλαχογιάννης σημειώνει πὼς σὲ ὅλες τὶς μάχες ἐμφάνισε τὸν πολεμικό του χαρακτήρα: «Ἀμυνόμενος καθίσταται ἀπαράμιλλος διὰ τὴν ἄτεγκτον ἐπιμονὴν καὶ τὸ σιδηροῦν πεῖσμα μεθ’ ὧν μάχεται. Ἀμυνόμενος οὐδέποτε θὰ παραδώση τὴν κατεχόμενην θέσιν εἰμὴ νεκρὸς μόνον». (Αὐτ. σελ. 29).
. Ὡς πρὸς τὸ πολιτικὸ μέρος ὁ Μακρυγιάννης κατὰ τὸν ἐμφύλιο πόλεμο 1824-1827 ἐτάχθη ὑπὲρ τῆς κυβέρνησης Κουντουριώτη καὶ ἐναντίον τῶν στρατιωτικῶν, κυρίως τῆς Πελοποννήσου. Ἐκτελοῦσε τὶς διαταγές της, γιατί αὐτὸ νόμιζε ὅτι ἦταν γιὰ τὸ καλὸ τῆς Πατρίδας. Τότε, ὅπως γράφει ὁ ἴδιος ὁ Μακρυγιάννης, «ἦταν ἄμαθος ἀπὸ τὰ πολιτικά…». Ἀργότερα κατάλαβε ποιοὺς ὑποστήριζε καὶ πῆγε ἐναντίον τους, ἐνῶ ἔδειξε τὴν συμπάθεια καὶ τὴν ἐκτίμησή του πρὸς τοὺς στρατιωτικούς.
. Στὴν ἐποχὴ τοῦ Καποδίστρια διορίσθηκε Ἀρχηγὸς τῆς Ἐκτελεστικῆς δυνάμεως τῆς Πελοποννήσου, ἕως τὸ 1830. Πολλὲς φορὲς ἦρθε σὲ σύγκρουση μὲ τὸν Κυβερνήτη, παρὰ τὶς πεποιθήσεις του. Τὸ 1830 ἐπείσθη ὅτι οἱ ἀντιπολιτευόμενοι τὸν Καποδίστρια ἦσαν δημοκράτες, ποὺ ἤθελαν τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ Συντάγματος καὶ ὅσοι ἦσαν μὲ τὸν Κυβερνήτη ἦσαν διεφθαρμένοι καὶ αὐταρχικοί. Μετὰ τὴ δολοφονία τοῦ Κυβερνήτη ἔδρασε ὡς στρατιωτικὸς καὶ πολιτικὸς – πληρεξούσιος Ἄρτας – καὶ συμμετέσχε στὴν ἀνατροπὴ τῶν Καποδιστριακῶν καὶ στὴν ἄφιξη, ὡς βασιλέως τῶν Ἑλλήνων, τοῦ Βαυαροῦ πρίγκιπα Ὄθωνα. Γιὰ τὴν ἄφιξή του ὁ Μακρυγιάννης γράφει: «Σήμερα ξαναγεννιέται ἡ πατρίδα κι ἀναστένεται, ὁπού ἦταν τόσον καιρὸ χαμένη καὶ σβησμένη. Σήμερα ἀνασταίνονται οἱ ἀγωνισταί, πολιτικοί, θρησκευτικοὶ καὶ στρατιωτικοί, ὅτι ἦρθε ὁ Βασιλέας μας, ὁπού ἀποχτήσαμε μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ…». Ὅμως στὴ συνέχεια ἦρθαν γιὰ τὸν Μακρυγιάννη οἱ διαψεύσεις, οἱ ἀπογοητεύσεις καὶ οἱ ἐξομολογήσεις.-

, ,

Σχολιάστε

«ΚΙ ΟΣΟ ΑΓΑΠΩ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ…»

«Κι ὅσο ἀγαπῶ τὴν πατρίδα μου, δὲν ἀγαπῶ ἄλλο τίποτας»

τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»

.               Κάθε ἄνθρωπος ἔχει τὴν πατρίδα ὅ­που γεννήθηκε, εἶδε τὸ φῶς τοῦ ἥ­λιου, ἔκανε τὰ πρῶτα του βήματα. Μιὰ πατρίδα στὴν ὁποία τὸν ἔταξε ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος ἐξαρχῆς «ἔστησεν ὅρια ἐθνῶν κατὰ ἀριθμὸν ἀγγέλων Θεοῦ» (Δευτ. λβ´ [32] 8)· καθόρισε τὰ σύνορα τῶν ἐθνῶν σύμφωνα μὲ τὸν ἀριθμὸ τῶν ἀρχαγγέλων ποὺ θὰ ἦταν προστάτες τους. Μέσα λοιπὸν σ᾿ αὐτοὺς τοὺς ἐκ Θεοῦ καθορισμένους τόπους οἱ ἄνθρωποι, αἰῶνες τώρα, ζοῦν ἀναπτύσσοντας μεταξύ τους δεσμοὺς ἀγάπης, ἐμπιστοσύνης, συνεργασίας.
.                 Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς κατὰ τὴν ἐπίγεια παρουσία Του περιέ­βαλλε μὲ ἰδιαίτερη στοργὴ κι ἀγάπη τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Ἔθνους Του. Ὅ­μως οἱ συμπατριῶτες Του ἀρνήθηκαν νὰ ἀνταποκριθοῦν στὸ κάλεσμα τῆς σωτηρίας ποὺ τοὺς ἔκανε, κάτι ποὺ Τὸν ἔκανε νὰ λυπᾶται κατάκαρδα, γι᾿ αὐτὸ πηγαίνοντας στὴν Ἱερουσαλὴμ γιὰ τὸ Πάθος Του, «ἰδὼν τὴν πόλιν ἔκλαυσεν ἐπ᾿ αὐτῇ» (Λουκ. ιθ´ [19] 41). Ἔκλαψε προβλέποντας τὴν τραγικὴ κατάληξη τῆς ἀμετανοησίας της. Ἀλλὰ καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς βεβαιώνει ὅτι ἦταν πρόθυμος νὰ χωριστεῖ ἀπὸ τὸν Χριστό, ἂν αὐτὸ ἦταν ποτὲ δυνατὸν νὰ γίνει, ἀρκεῖ νὰ γινόταν νὰ σωθοῦν οἱ ἀδελφοί του, οἱ Ἰουδαῖοι (βλ. Ρωμ. θ´ 3).
.                 Ἀπὸ τέτοιο πνεῦμα φιλοπατρίας ἦταν διαποτισμένοι καὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζον­ταν μὲ ὅλες τους τὶς δυνάμεις γιὰ τὴν ἐπίλυση τῶν καθημερινῶν προβλημάτων τῶν συμπατριωτῶν τους. Καὶ τοὺς καλοῦσαν, ὅπως ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τὸν Ὕπαρχο τῆς Κωνσταν­τινουπόλεως Σωφρόνιο: «Τὴν πατρίδα τίμησον, καὶ τῇ ἀρετῇ βοήθησον»· νὰ τιμήσεις τὴν πατρίδα μας καὶ νὰ τὴ βοηθήσεις μὲ τὴν ἀρετή σου (Ἐπιστολὴ 22, ΕΠΕ 7, 52).
Καὶ οἱ πιστοὶ Χριστιανοὶ ὅλων τῶν αἰώνων, παρόλο ποὺ ζοῦν ὡς «πάροικοι καὶ παρεπίδημοι» σ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο, ἐντούτοις «πατρίδας οἰκοῦσιν ἰδίας»· ἔχουν καὶ τὴν ἰδιαίτερη πατρίδα τους, τὴν ὁποία ὀφείλουν νὰ τιμοῦν, νὰ προστατεύουν καὶ νὰ ἀγαποῦν.
.               Γι᾿ αὐτὸ καὶ κάθε Ἕλληνας πιστὸς Χριστιανὸς ὀφείλει νὰ ἀγαπᾶ τὴν Ἑλλάδα μας. Γιατὶ δὲν ἀποτελεῖ «κακόφημο ἐθνικισμό», ὅπως θέλουν νὰ γράφουν μερικοὶ διεθνιστικοὶ κονδυλοφόροι στὴ χώρα μας, ἡ θερμὴ ὑπεράσπιση καὶ ἡ καύχηση ὅλων μας γιὰ τὴν Ἱστορία της.
.               Ἔτσι κι ἐγώ, ὡς πιστὸς Χριστιανὸς Ὀρθόδοξος, ἀγαπῶ τὴν πατρίδα μου, τὴν Ἑλλάδα, ὅπου γεννήθηκα, στὴν ὁ­ποία ζῶ καὶ δραστηριοποιοῦμαι.
.               Ἀγαπῶ τὴν πατρίδα μου, τὴν Ἑλλάδα, μὲ τὴν πλούσια Ἱστορία της, τὴν Ἑλληνορθόδοξη Παράδοσή της, τὸν πανάρχαιο πολιτισμό της, τὸν Παρθενώνα, τὴν Ἀκρόπολη, τοὺς σοφούς της, δημιουργοὺς τοῦ κορυφαίου πολιτισμοῦ.
.               Ἀγαπῶ τὴν πατρίδα μου, τὴν Ἑλλάδα, γιατὶ χάρισε στὴν οἰκουμένη τὴ γλώσσα ποὺ κατέχει ξεχωριστὴ θέση ἀνάμεσα στὶς ἄλλες δυόμισι καὶ πλέον χιλιάδες γλῶσσες τοῦ κόσμου. Γλώσσα ποὺ σμιλεύτηκε ἐπὶ τριάντα καὶ πλέον αἰῶνες στὴν ἔκφραση τῶν πλέον λεπτῶν ἐν­νοιῶν τῆς Φιλοσοφίας καὶ τῆς κάθε ἐπιστήμης καὶ μὲ τὴν ὁποία διατυπώθηκαν μὲ ἀπόλυτη ἀκρίβεια οἱ ἀλή­­θειες τοῦ Εὐαγγελικοῦ λόγου καὶ τῆς πατερικῆς Θεολογίας.
.               Ἀγαπῶ τὸ χῶμα τὸ Ἑλληνικό! Χῶμα ποὺ καθαγιάστηκε ἀπὸ τὶς ἱεραποστολικὲς περιοδεῖες τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καὶ μάλιστα τοῦ ἀποστόλου Παύλου καὶ τῶν συνεργῶν του, ἀπὸ τὰ αἵματα τῶν ἁγίων Μαρτύρων, ἀπὸ τὸν ἱδρώτα τῶν Ὁσίων ἀλλὰ καὶ τοῦ κάθε σημερινοῦ πιστοῦ Χριστιανοῦ ποὺ ἀθλεῖται πνευματικὰ στὸν ἐγκόσμιο στίβο. Χῶμα Ἑλληνικό, χῶμα τιμημένο, ποὺ ἔχει ἀνασκαφεῖ γιὰ νὰ θεμελιωθεῖ ὁ Παρθενώνας. Χῶμα δοξασμένο, ποὺ ἔχει ποτιστεῖ μὲ αἵματα στὸ Σούλι, στὸ Μαραθώνα, σὲ κάθε γωνιά του. Χῶμα ποὺ εἶναι σπαρμένο μὲ ἱερὰ Λείψανα ἀναρίθμητων Ἁγίων καὶ μὲ τὰ ἱερὰ κόκκαλα τῶν ἡρώων στὸ Μεσολόγγι, στὴ Χίο, στὰ Ψαρά, σὲ κάθε σπιθαμὴ τούτης τῆς μαρτυρικῆς γῆς.
.               Ὅλοι οἱ λαοὶ ἔχουν τὴ δική τους πατρίδα, τὰ ἱερά τους χώματα, τὴν ἱστορία τους. Τὴν σεβόμαστε. Αὐτὸ ὅμως δὲν μᾶς ἐμποδίζει νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὴν ἐλευθερία, τὴν ἀνεξαρτησία, τὴν ἀκεραι­ότητα τῆς δικῆς μας πατρίδας. Τὴν ὑ­περ­ασπιζόμαστε, ὅταν ποικίλοι ἐχθροὶ τὴν ἐπιβουλεύονται κι ἐπιδιώκουν τὸν ἀφανισμὸ ἢ τὸν ἀκρωτηριασμό της. Καὶ τί ζητᾶμε; Ζητᾶμε μόνο ἀπὸ τοὺς ὅ­ποιους ξένους ἐπιθυμοῦν νὰ ζήσουν μα­ζί μας νὰ σέβονται τὴν Ὀρθόδοξη πίστη μας, τὸν πολιτισμό μας, τὴν Παράδοσή μας, τὸ ἦθος μας.
.               Σήμερα κανένας ἀπὸ ἐμᾶς δὲν θὰ ἤθελε νὰ καταντήσει ξένος πρόσφυγας στὴν πατρίδα του, τὴν Ἑλλάδα, στὸ σπίτι ποὺ μεγάλωσε, στοὺς δρόμους ποὺ περπάτησε καὶ ἔπαιξε μικρός, στὶς βουνοκορφὲς ποὺ σκαρφάλωσε.
.               Δικαιοῦμαι λοιπὸν καὶ ὀφείλω νὰ ἀ­γα­πῶ τὴν πατρίδα μου, διαφυλάττοντας τὸν πολύτιμο θησαυρὸ ποὺ οἱ πρόγονοί μου μοῦ κληροδότησαν, τὶς ρίζες μου. Γι᾿ αὐτὸ θέλω νὰ πῶ, νὰ φωνάξω μὲ τὸν μεγάλο ἁγνὸ ἥρωα, τὸν στρατηγὸ Ἰωάννη Μακρυγιάννη: «Ὅσο ἀγαπῶ τὴν πατρίδα μου, δὲν ἀ­γαπῶ ἄλλο τίποτας»!

, ,

Σχολιάστε

Ο ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΦΙΛΗΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)

Ὁ Μακρυγιάννης καὶ ὁ Φίλης

Τοῦ Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

.           Τὸ ὅτι ἡ Ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται εἶναι γνωστό. Μόνο πού, ὡς Ἕλληνες, δὲν τὸ πολυπιστεύουμε καὶ ἐπαναλαμβάνουμε τὰ ἴδια καὶ χειρότερα λάθη. Ἡ ἐπιχείρηση τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας νὰ ἀφανίσει τὴν ἑλληνορθόδοξη αὐτοσυνειδησία μας, ἀποδεικνύει τῆς ἱστορικῆς ἐμπειρίας τὸ ἀληθές. Ὅσα ζοῦμε σήμερα τὰ βίωσε ὁ Μακρυγιάννης πρὶν ἀπὸ περίπου 180 χρόνια… Στὴ διήγησή του, ἂν στὴ θέση τοῦ βασιλιᾶ τῆς Γαλλίας βάλουμε τὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση καὶ τοὺς δανειστές, στὴ θέση τοῦ βασιλιᾶ Ὄθωνα τὸν κ. Τσίπρα καὶ στὴ θέση τοῦ Ἰωάν. Κωλέττη τὸν κ. Φίλη, ἔχουμε μεταφορά τοῦ τότε στὶς ἡμέρες μας.
.               Γράφει ὁ Μακρυγιάννης στὰ Ἀπομνημονεύματά του ὅτι ὁ βασιλιὰς τῆς Γαλλίας Φίλιππος καὶ ἡ κυβέρνησή του «ὅ, τι ὁδηγίες ἔστελναν στὴν Ἑλλάδα ἐκεῖνο γένονταν». Καὶ μεταξὺ τῶν ἄλλων ὁ Φίλιππος μὲ τοὺς «μπερμπάντες, δικούς μας καὶ ξένους» ἀγωνιζόταν «ν’ ἀλλάξη τὴν θρησκείαν ἐνοὺ ξεψυχησμένου καὶ μικρούτζικου ἔθνους…». Ὁ Μακρυγιάννης τοῦ ὑπενθυμίζει: «Αὐτὸός, ποὺ κυρίεψε τοὺς Ἕλληνες, τοὺς ἔκαιγε στοὺς φούρνους, τοὺς ἔκοβε γλῶσσες, τοὺς παλούκωνε νὰ ἀλλάξουν τὴν θρησκείαν τους καὶ δὲν μποροῦσε νὰ κάμη τίποτας. Τώρα ὁ Θεός, ὁ δίκιος καὶ παντοδύναμος, ὁπού ὁρίζει κ’ ἐσένα, ἀνάστησε αὐτεῖνο τὸ μικρὸ ἔθνος καὶ θέλει νὰ δοξάζεται ἀπ’ αὐτὸ τὸ μικρὸ ὀρθόδοξο ἔθνος ὀρθοδόξως καὶ ἀνατολικῶς, καθὼς οἱ ἐδικοί σου ὑπήκοοι τὸν δοξάζουν δυτικῶς…». Τοῦ συνιστᾶ ἐπίσης «νὰ μὴν καταγίνεται νὰ γυρίση ἀπὸ τὴ θρησκεία τους, τοὺς ἀπογόνους τῶν παλιῶν Ἑλλήνων, τὰ παιδιὰ τοῦ Ρήγα, τοῦ Μάρκου Μπότζαρη, τοῦ Καραϊσκάκη, τοῦ Δυσσέα, τοῦ Διάκου, τοῦ Κολοκοτρώνη, τοῦ Νικήτα, τοῦ Κυργιακούλη, τοῦ Μιαούλη, τοῦ Κανάρη, τῶν Ὑψηλαντῶν κι ἀλλουνῶν πολλῶν, ὁπού θυσίασαν καὶ τὴν ζωή τους καὶ τὴν κατάστασίν τους δι’ αὐτείνη τὴν ὀρθόδοξη θρησκεία καὶ δι’ αὐτείνη τὴν ματοκυλισμένη πατρίδα».
.           Ὁ Μακρυγιάννης σχολιάζει καὶ τὴ στάση τοῦ βασιλιᾶ Ὄθωνα. Τοῦ σημειώνει ὅτι ἐκεῖνος μπορεῖ νὰ εἶναι ἑτερόδοξος, ὡς παπικός, ἀλλὰ   «ὁρκίστηκε ὅτι θὰ βασιλέψει καὶ θὰ διοικήσει τοὺς Ἕλληνες Ὀρθοδόξους χριστιανοὺς καὶ θὰ τοὺς διατηρήση θρησκεία, τιμή, κατάσταση καὶ συνταγματικῶς θὰ κυβερνάγη». Καὶ προσθέτει ὁ Μακρυγιάννης: «Ὅλα αὐτὰ ἡ Μεγαλειότης του διατὶ τὰ ἀμέλησε καὶ τὰ τζαλαπάτησε;». Μπορεῖ καὶ ὁ κ. Τσίπρας νὰ μὴν παντρεύτηκε Ὀρθόδοξα καὶ νὰ μὴ βάπτισε τὰ παιδιά του, ἀλλὰ ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ τηρεῖ τὸ Σύνταγμα καὶ θὰ σεβαστεῖ τὴν Πίστη τῶν Ἑλλήνων. Γιατί, κι αὐτός, ἀμελεῖ καὶ «τζαλαπατᾶ» τὴν ἱστορική μας παρακαταθήκη;
.             Ὁ Μακρυγιάννης θύμισε στὸν κουμπάρο τοῦ Ἰωάν. Κωλέττη, καὶ θυμίζει στὸν κ. Φίλη καὶ σὲ ὅλους μας: «Ἐσύ, τοῦ εἶπα, ἦρθες στὴν πατρίδα ξυπόλυτος καὶ γυμνός,… οὔτε φάρμακα ἤφερες, οὔτε ἀστενεῖς κύταξες. Ἐτιμήθης, δοξάστης ἀπὸ τὴν πατρίδα σου. Γιόμωσες σταυρούς, χρήματα – δὲν μᾶς ἀφίνεις πλέον ἥσυχους νὰ ζήσουμεν ἐδῶ εἰς τὴν ματοκυλισμένη μας πατρίδα μὲ τὴν θρησκεία μας, ἀλλὰ μᾶς τζαλαπατᾶς καὶ μᾶς διαιρεῖς…».
.             Στὶς ἀπειλὲς τῆς ἐξουσίας γιὰ τὴ ζωή του ὁ Μακρυγιάννης ἀπάντησε ὅτι δὲ λυπᾶται ἂν ἔκανε ἐχθρούς του τοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐξουσίας, γιατί δὲν τὸ ἔκαμε «διὰ τὸ νιτερέσιόν» του. Καὶ πρόσθεσε: «Ὅταν πειράζουν τὴν πατρίδα μου καὶ τὴν θρησκείαν μου, θὰ μιλήσω, θὰ ᾽νεργήσω κι ὅ, τι θέλουν ἂς μοῦ κάνουν».
.         Σὲ μία συγκλονιστικὴ προφητικὴ περιγραφὴ τῆς τωρινῆς κατάστασης μὲ τοὺς κ.κ. Τσίπρα καὶ Φίλη προβαίνει ὁ Μητροπολίτης Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανὸς στὰ «Ἀπομνημονεύματά» του, περιγράφοντας τὴν κατάσταση τῆς ἐποχῆς του. Γράφει ὅτι πολλοὶ Ἕλληνες τυφλώθηκαν ἀπὸ τὰ φῶτα τῆς Εὐρώπης καὶ «ἐνόμισαν ὅτι ἐὰν ὑποψυχράνωσιν τὴν εἰς Χριστὸν πίστιν τῶν ὁμογενῶν, καὶ τοὺς κάμωσιν ἀνεξιθρήσκους, θέλουσι τοὺς κάμει φιλελευθερωτέρους καὶ ἐναρετωτέρους. Ὅθεν διὰ νὰ ρίψουν τὴν ὑπόληψιν τῆς θρησκείας, ἄρχισαν καὶ ἐπεσώρευσαν γενικῶς κατὰ τοῦ ἱερατείου τόσας καὶ τόσας ἀδίκους κατηγορίας, ἔσφαλον ὅμως μεγάλως, ἐπειδὴ τὸ ἱερατεῖον εἶναι ἐκεῖνο ποὺ ἐχρησίμευσε μεγάλως καὶ θέλει χρησιμεύσει εἰς τὴν ἀνόρθωσιν τοῦ ἔθνους…».
.           Ὁ Κολοκοτρώνης, ἀπὸ τὴν πλευρά του, συνιστᾶ στοὺς κ. κ. Τσίπρα καὶ Φίλη καὶ σὲ ὅλους μας, μὲ τὴν ὁμιλία του στὴν Πνύκα «Πρέπει νὰ φυλάξετε τὴν πίστη σας, καὶ νὰ τὴν στερεώσετε, διότι, ὅταν ἐπιάσαμε τὰ ἅρματα, εἴπαμε πρῶτα ὑπὲρ Πίστεως καὶ ἔπειτα ὑπὲρ Πατρίδος». Τὰ γεγονότα καὶ τὰ λάθη στὴν Ἑλλάδα ἐπαναλαμβάνονται, γιατί δὲν θέλουμε νὰ ἀκούσουμε τὴν ἐμπειρία καὶ τὴ σοφία τῶν προγόνων μας καὶ γιατί, τουλάχιστον σὲ πολλοὺς ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ μᾶς κυβερνᾶνε, λείπει ἡ ἀγάπη πρὸς τὴν ἐθνικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ παράδοσή μας.-

,

Σχολιάστε

ΠΡΑΜΑ ΤΖΙΒΑΪΡΙΚΟΝ («Μιὰ νέα ἀσυλλήπτων διαστάσεων Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας».)

«ΠΡΑΜΑ ΤΖΙΒΑΪΡΙΚΟΝ»

τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»
ἀρ. τ. 2129, 15.03.2016

Ἠλ. στοιχειοθ. «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ»

.               Ὅταν ὁ Παλαιολόγος τῶν θρύλων ἔπεφτε στὴν ματωμένη Πύλη τοῦ Ρωμανοῦ, ἅρπαξαν τὶς δικέφαλες σημαῖες οἱ δοξασμένοι τῶν 1000 τόσων χρόνων ἀετοὶ καὶ τὶς κυμάτισαν στ᾽ ἄπαρτα κάστρα τῶν βουνῶν. Ἔτσι ὅπως τὸ δήλωσε στὸν Ἅμιλτον τὸ «τρελιοντάρι» τοῦ Μοριᾶ:
.               «Μίαν φοράν, ὅταν πήραμε τὸ Ναύπλιο, ἦλθε ὁ Ἅμιλτον νὰ μὲ ἰδῆ. Μοῦ εἶπε ὅτι: “πρέπει οἱ Ἕλληνες νὰ ζητήσουν συμβιβασμόν, καὶ ἡ Ἀγγλία νὰ μεσιτεύσει”. Ἐγὼ τοῦ ἀποκρίθηκα, ὅτι: “Αὐτὸ δὲν γίνεται ποτέ, ἐλευθερία ἢ θάνατος! Ἐμεῖς, καπετὰν Ἅμιλτον, ποτὲ συμβιβασμὸ δὲν ἐκάμαμεν μὲ τοὺς Τούρκους. Ἄλλους ἔκοψε, ἄλλους σκλάβωσε μὲ τὸ σπαθὶ καὶ ἄλλοι, καθὼς ἡμεῖς, ἐζούσαμε ἐλεύθεροι ἀπὸ γενεὰ εἰς γενεά. Ὁ βασιλέας μας ἐσκοτώθη, καμιὰ συνθήκη δὲν ἔκαμε, ἡ φρουρά του εἶχε παντοτινὸ πόλεμο μὲ τοὺς Τούρκους καὶ δύο φρούρια ἦταν πάντοτε ἀνυπότακτα”. Μὲ εἶπε: “ποία εἶναι ἡ βασιλικὴ φρουρά του, ποῖα εἶναι τὰ φρούρια;”. Ἡ φρουρὰ τοῦ βασιλέως μας εἶναι οἱ λεγόμενοι Κλέφται, τὰ φρούρια, ἡ Μάνη καὶ τὸ Σούλι καὶ τὰ βουνά”. Ἔτσι δὲν μὲ ὁμίλησε πλέον».
.               Ἡ μάνη, τὸ Σούλι καὶ τὰ βουνά… καὶ ἡ φρουρὰ ἀκοίμητη κρατοῦσε ἀναμμένη τὴν φλόγα στὶς καρδιές. Καὶ φύλαγε. Τί φύλαγε; Φύλαγε τὰ πατρογονικὰ ἀσημικά, τοὺς θησαυροὺς στὰ πατρικὰ κελλάρια· νὰ μὴν τοὺς κλέψουν οἱ ληστές. Φύλαγε τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη, ἀλλὰ τὴν πίστη τῶν Ἀποστόλων, τὴν πίστη τῶν Μαρτύρων, τῶν πατέρων, τῶν μεγάλων καὶ Οἰκουμενικῶν Συνόδων· θησαυρὸ ἀτίμητο!
.               Αὐτὸ τὸν ἀνεκτίμητο θησαυρὸ φύλαξαν τὰ λιοντάρια τῆς Φρουρᾶς στὰ μαῦρα χρόνια τῆς σκλαβιᾶς, γι᾽ αὐτὸ τὸν Μάρτιο τοῦ ᾽21 ἔσμιξαν τὸ καμένο μπαρούτι μὲ τὰ μῦρα τῆς ἄνοιξης καὶ ἔγραψαν μὲ τὸ ἴδιο τους τὸ αἷμα τὸ Σύνταγμα τῆς ἀναστημένης Πατρίδας: «Εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας καὶ Ὁμοουσίου καὶ Ἁδιαιρέτου Τριάδος». Διαβεβαίωσαν ὅτι ἡ ζωὴ αὐτοῦ τοῦ τόπου εἶναι ἡ Ἀνατολικὴ Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ Πίστη.
.               Ἤξεραν. Διότι ἀκριβῶς, μόλις κατακτήθηκε τὸ πρῶτο Σύνταγμα, οἱ ἐπίβουλοι τῆς πίστεώς τους πάσχισαν νὰ ἀποσπάσουν τὶς σάρκες τῆς Ἑλλάδας ἀπὸ τὰ ὀστά της ἀποβάλλοντας ἀπὸ τὸ Σύνταγμα τὴν πίστη τῶν Πατέρων. Ὁ Μακρυγιάννης καταγράφει μὲ πόνο τὴν προσπάθειά τους νὰ καταργήσουν τὰ ἄρθρα 1 καὶ 2 τοῦ Συντάγματος τοῦ 1843: «Ἐνήργησαν πρῶτα μὲ τὸ κεφάλαιον τῆς θρησκείας –ἐκόπηκαν ὅλοι οἱ ὀπαδοὶ τῶν ξένων· τοῦ κάκου κοπιάσαν. Ὕστερα ἀπὸ μεγάλες συζήτησες λέγει ὁ Μεταξᾶς νὰ τὸ βάλωμεν εἰς τὴν ψηφοφορίαν. Τότε οἱ εὐλογημένοι πληρεξούσιοι εἶπαν παμψηφεί. Καὶ φαρμακώθηκαν ὅλοι».
.               «Οἱ εὐλογημένοι πληρεξούσιοι εἶπαν παμψηφεί»!
.               Παμψηφεί! Γιὰ νὰ γνωρίζουν οἱ 194 βουλευτὲς τοῦ περασμένου Δεκεμβρίου ὅτι δὲν ἔχουν δικαίωμα νὰ προδίδουν καὶ νὰ καταπατοῦν τὸ αἷμα τῶν θεμελιωτῶν τοῦ μαρτυρικοῦ τούτου τόπου, νομοθετώντας ἀντίχριστους νόμους καὶ «νομιμοποιώντας» ντροπιαστικὲς διαστροφὲς στὴν ἐκτέλεση ἐντολῶν τῶν ἁρπάγων ἀόρατων κυβερνητῶν τοῦ κόσμου.
.               Καὶ γιὰ νὰ συνειδητοποιήσουμε καὶ ἐμεῖς ὅλοι καὶ μάλιστα οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας τὸ χρέος μας. Διότι στὶς ἡμέρες μας τὰ πατρογονικὰ ἀσημικὰ τῆς πίστεως, ποὺ μὲ μαρτύρια, θυσίες καὶ αἵματα φύλαξαν καὶ μᾶς παρέδωσαν δύο χιλιάδων χρόνων γενιές, οἱ προβατόσχημοι λύκοι τῆς τάχα ἀγαπητικῆς θεολογίας μᾶς πιέζουν φορτικὰ νὰ τὰ ἐκθέσουμε στὸ μεγάλο πανθρησκειακὸ παζάρι, γιὰ νὰ τὰ ἁρπάξουν ὅσο-ὅσο. Ὅπως ἔκαναν καὶ τότε στὰ 1843. Ἂς ἀκούσουμε πάλι τὸν Μακρυγιάννη νὰ περιγράφει τὴν συνάντησή του μὲ τὸν Γάλλο περιηγητὴ Μαλέρμπ:
«– Μοῦ λέγει, ἕνα θὰ σᾶς βλάψη ἐσᾶς, τὸ κεφάλαιο τῆς θρησκείας, ὅπου εἶναι αὐτείνη ἡ ἰδέα σ᾽ ἐσᾶς πολὺ τυπωμένη.
–Διὰ τοῦτο εἶπα κ᾽ ἐγὼ ὅτι εὐκαριστοῦμεν τοὺς ξένους προστάτες μας, ὅτι εἴδαμε τὴν διάθεσίν τους εἰς αὐτὸ τὸ κεφάλαιον· ὅμως… τοῦ κάκου κοπιάζει ἡ Εὐρώπη… ὅσο νὰ καταστρέψη τὴν ἀρετή, δὲν σῴνεται· ὅτι χωρὶς ἀρετὴ καὶ θρησκεία δὲν σκηματίζεται κοινωνία οὔτε βασίλειον. Καὶ πρᾶμα τζιβαϊρικὸν πολυτίμητο, ὁποὺ τὸ βαστήξαμεν εἰς τὴν τυραγνία τοῦ Τούρκου, δὲν τὸ δίνομεν τώρα οὔτε τὸ καταφρονοῦμεν οἱ Ἕλληνες».
.             Γι᾽ αὐτὸ εἶναι χρέος μας ἱερὸ καὶ ἐπιταγὴ αὐστηρὴ τῆς ἱστορίας μας, τῶν ἁγίων Πατέρων μας καὶ τὸν θεοφρόνων ἡρώων τοῦ ᾽21 τούτη τὴν Πίστη, τὸν «τζιβαϊρικὸ» καὶ «πολυτίμητο» θησαυρό, νὰ τὴν κρατήσουμε κρυστάλλινη, ἀμώμητη, ἀκίβδηλη, ἀμόλυντη ἀπὸ τὸ πανθρησκειακὸ δηλητήριο, ποὺ διαρκῶς προπαγανδίζεται σήμερα μὲ τόσους πολλοὺς τρόπους.
.               Νὰ τὴν κρατήσουμε! Γιὰ νὰ μᾶς κρατήσει ὄρθιους στοὺς δίσεκτους καιροὺς καὶ στὰ ὀργισμένα χρόνια ποὺ ἔχουμε μπροστά μας. Γιὰ νὰ λάμψει κάποια στιγμὴ ἀπὸ τὸ ἕνα μέχρι τὸ ἄλλο ἄκρο τῆς γῆς. Γιὰ νὰ ζήσει ὁ κόσμος ὅλος μία ἀληθινὴ Ἐπανάσταση, ἕναν Εὐαγγελισμὸ ἄπειρης χαρᾶς, μιὰ νέα ἀσυλλήπτων διαστάσεων Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας.

, ,

Σχολιάστε

ΙΣΛΑΜ ΚΑΙ ΔΥΣΗ: ΟΙ ΔΥΟ ΣΚΟΤΕΙΝΕΣ ΚΑΙ ΖΟΦΩΔΕΙΣ ΣΥΝΝΕΦΙΕΣ (Δ. Νατσιός) «Ἂς τὸ καταλάβουμε: εἴμαστε σὲ κατάσταση πολιορκίας».

Ἰσλὰμ καὶ Δύση: οἱ δύο σκοτεινὲς καὶ ζοφώδεις συννεφίες

Γράφει ὁ Δημ. Νατσιός
Δάσκαλος – Κιλκίς

.               «Λόγιασαι πὼς εὑρισκόμεθα ἡμεῖς οἱ τῆς ἀνατολικῆς ἐκκλησίας ὀρθόδοξοι, ὡσὰν νὰ ἤμεθα εἰς δύο μεγάλας συννεφίας καὶ ἀπὸ τὸ μέρος τῆς μεσημβρίας καὶ τῆς ἀνατολῆς νὰ εἶναι ἕνα μεγάλον σύννεφον, μαῦρον καὶ σκοτεινόν, ὡσὰν τὸ ψηλαφητὸν σκότος τῆς Αἰγύπτου, ἡ παντελὴς ἀσέβεια τοῦ Μωάμεθ, ὅπου περιέλαβε καὶ ἐσκέπασε σχεδὸν τὰ τρία μέρη τῆς γῆς καὶ τὰ ἐζόφωσε τελείως μὲ τὴν ἐσχάτην ἀσέβειαν». (Κων. Κούρκουλα, «Λεύκωμα τῶν Δασκάλων τοῦ Γένους», Ἀθήνα 1971, σελ. 33).
.           Εἶναι λόγια τοῦ ἁγίου Δασκάλου τοῦ Γένους Ἀναστασίου Γορδίου (1654-1729). Ἂς παραθέσουμε ὅμως καὶ τὴν συνέχεια τοῦ κειμένου τὴν ἀναφορὰ τοῦ ἁγίου στὴν «ἄλλην ζοφερὰν συννεφίαν», τῆς Δύσεως αὐτὴ τὴ φορά.
.               «Ἀπὸ δὲ τὸ μέρος τῆς Δύσεως νὰ εἶναι ἄλλο σύννεφον μεγάλον, νὰ φθάνη ἕως εἰς αὐτὸν τὸν αἰθέρα εἰς τὸ ὕψος καὶ εἰς τὸ πλάτος, νὰ σκεπάζη ὅλην τὴν Δύσιν καὶ τὸ ἥμισυ, τοῦ βορείου κλίματος, σκοτεινὸν καὶ αὐτὸ καὶ ζοφῶδες, ἔχον μέντοι ὀλίγην διαύγειαν, πάνυ ὁμιχλώδη, πολὺ τὸ πλάνον ἐμφερομένην. Αὔτη ἐστὶν ἡ τῶν λατίνων δοκοῦσα καὶ ὀνομαζομένη χριστιανοσύνη ἐμπεπλησμένη (=γεμάτη) δὲ οὖσα πάσης αἱρέσεως καὶ καινοτομίας καὶ σμίγμα πασῶν τῶν πάλαι αἱρέσεων… Πήγαινε εἰς τὴν Ἀνατολὴν καὶ νὰ ἰδῆς ὅτι δὲν θέλεις εὕρει νὰ ὀνομάζεται Χριστός, ὁπού εἶναι ὁ νοητὸς τῆς δικαιοσύνης ἥλιος, ἀλλ’ ὁ Μωάμεθ ὁπού εἶναι υἱὸς τοῦ ἀντιθέου σκότους, ὁ ὁποῖος ἐδίωξεν ἀπὸ ἐκεῖ τὸν Χριστόν, ὁμοὺ μὲ τὴν ἐκκλησίαν του, καὶ ἔμεινε ἡ ἀνατολὴ ὅλως διόλου σκότος ζοφερὸν καὶ ἐνάδιον (=ἐν+ἅδης). Ὕπαγε εἰς τὰ μέρη τῆς Δύσεως καὶ δὲν θέλεις εὕρει καὶ ἐκεῖ τὸν Χριστόν, διότι τὸν ἐδίωξεν ὁ Πάπας. Καὶ λόγῳ μὲν λέγουν οἱ λατίνοι πὼς πιστεύουν τὸν Χριστόν, ἔργῳ δὲ πιστεύουν καὶ τιμοῦν τὸν πάπα τους ὑπὲρ τὸν Χριστὸν καὶ δὲν κάμνουν κανένα ἀπὸ ἐκεῖνα, ὁπού λέγει ὁ Χριστός, ἀλλ’ ὅλως διόλου», (σ.σ. «ὅλως διαόλου» ἔλεγε ὁ Μακρυγιάννης μὲ τὴν ἀγράμματη εὐθυβολία του) -«ἐκεῖνα ὁπού ἐνομοθέτησεν ὁ πάπας. Καὶ ὁ Χριστὸς εἰς τοιούτους προσκυνητὰς δὲν ἀναπαύεται…».
.             Ἔτσι ὁμιλοῦν οἱ ἅγιοι καὶ οἱ ὁμολογητὲς τῆς πίστεως. Χωρὶς ἁβροφροσύνες καὶ ψευδοαγάπες στοὺς «ἀδελφούς» τους, τοὺς «πεφιλημένους» αἱρεσιάρχες. Τὴν ἴδια ἀφτιασίδωτη καὶ χωρὶς «γλυκατζοῦρες» καὶ ἐμετώδη καρυκεύματα, γλῶσσα, χρησιμοποιοῦσαν καὶ γιὰ τὸ «ζοφερὸν καὶ ἐνάδιον» Ἰσλάμ. Οτε μετριοπαθές, πομετριοπαθς κα λοιπς πονηρολογίες χρησιμοποιον, γι ν καλύψουν τν φόβο κα τν δουλοπρέπειά τους.
.             «Ὅστις δὲ ἑτέρους δέδοικεν δοῦλος ὧν λέληθεν», ὅποιος φοβᾶται τοὺς ἄλλους, καταντᾶ «ἀνεπαισθήτως» -τοῦ γίνεται συνήθεια- δοῦλος τους, ἐπιμαρτυρεῖ καὶ ὁ προγονικὸς λόγος, διὰ στόματος Ἀντισθένους.
.           Ζοῦμε τὴν ἀπόλυτη παράνοια. Ἡ δυτικὴ «ζοφώδης συννεφία», τὰ ὑπερφίαλα παπικὰ καὶ προτεσταντικὰ κατακάθια, χρησιμοποιώντας, τὸ κρατίδιο γελωτοποιῶν, τὰ Σκόπια, στήνουν τεῖχος, γιὰ νὰ ἐγκλωβίσουν τοὺς μουσουλμάνους στὴν πατρίδα μας.
.               Στὴν ἀνατολή, ἡ ἄλλη ζοφερὰ συννεφία, τὸ κράτος-συμμορία, ἐκβιάζει, ἀπειλεῖ, δολοφονεῖ, γιὰ νὰ κερδίσει… τί ἄλλο; Ἄσπρα, πουγκιὰ εὐρωπαϊκά.
.            ς τ καταλάβουμε: εμαστε σ κατάσταση πολιορκίας.
«Ἀραπιᾶς ἄτι, Γάλλου νοῦς, Βόλι Τουρκιᾶς, τόπ’ Ἄγγλου! / Πέλαγο μέγα πολεμᾶ, βαρεῖ τὸ καλυβάκι». Καὶ πάλι τὸ Μεσολόγγι χτυπιέται. Ὁ χρεωκοπημένος πνευματικὰ νοῦς τῶν Φράγκων καὶ τὰ βόλια τῆς λυσσασμένης Τουρκιᾶς, βαροῦν τὸ ἔνδοξο – πάλαι ποτὲ – καλυβάκι.
.               Ποιά εἶναι ἡ λύση. Ἡ ἔξοδος ἀπὸ τὴν Εὐρώπη.
.             «Φεύγετε ὅσον δύνασθε τὴν Εὐρώπην. Καὶ ἀκόμη καὶ ἐκείνους ὁπού ἔρχονται ἀπὸ τὴν Εὐρώπην. Ὅτι οἱ λόγοι τους ρέουσι ἀπὸ τὰ χείλη τους γλυκύτεροι ἀπὸ τὸ μέλι. Μὰ ἀλοίμονον, αὐτοὶ ἀπαραλλάκτως εἶναι ἐκεῖνοι διὰ τοὺς ὁποίους ὁ προφήτης λέγει τάδε: ὅτι οὐκ ἔστιν ἐν τῷ στόματι αὐτῶν ἀλήθεια, ἡ καρδία αὐτῶν ματαία. Ἐγὼ κατὰ ἀλήθειαν φρίττω καὶ ἀμηχανῶ, ὅταν ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος στοχάζομαι τὴν σημερινὴν κατάστασιν τῆς Εὐρώπης, καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος βλέπω τούτους τοὺς ἡμετέρους, ὁπού ἔτσι ἀκρατῶς φέρονται εἰς τὴν ἀπόλαυσιν τῶν δῆθεν καλῶν αὐτῆς. Οἱ μὲν γὰρ ἐμπορίας χάριν, οἱ δὲ φιλοσοφίας, ἐκεῖ τρέχουσι. Φρίττω λέγω καὶ ἀπορῶ». (ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος). [π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, «Τουρκοκρατία», σελ. 246, ἐκδ. «Ἀκρίτας»].
.           Φτάνει πιὰ μὲ τὶς τσιρίδες τῶν δειλῶν Γραικύλων. Ἂς ἀκούσουμε τί μᾶς λένε οἱ ἅγιοι καὶ οἱ δάσκαλοι τοῦ Γένους. Τὸ ἡμέτερο πνευματικὸ κηφηναριό, προδίδει καθημερινῶς τὴν πατρίδα. Οἱ κομματικὲς μετριότητες δὲν μποροῦν νὰ βαστάξουν τὸ βάρος τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Εἶναι νάνοι μὲ πήλινα πόδια. Καὶ οἱ δύο ζοφερὲς συννεφίες, Δύσης καὶ Ἀνατολῆς, γνωρίζουν ὅτι ἀπευθύνονται σὲ τετρομαγμένες ἀσημαντότητες. Γι’ αὐτὸ μᾶς ποδοπατοῦν. «Ἡ πολυτέλεια καὶ ἡ διαφθορά τους… παύουν τὸ αἴσθημα τοῦ πατριωτισμοῦ καὶ τὸν ὑπὲρ τοῦ κοινοῦ συμφέροντος ζῆλον καὶ φέρουν ἀναποφεύκτως …τὴν ἰδιοτέλειαν καὶ (καθιστοῦν τοὺς πολιτικοὺς) ἐπιρρεπεῖς εἰς τὰς κοινὰς προδοσίας». (Κ. Φλαμιάτος, «Ἡ προδομένη παράδοση», σελ. 15, ἐκδ. «Τῆνος»).
.             Ἀλλὰ καὶ ἐμεῖς, ὁ λαός, σαπίσαμε πάνω στὸ κλαδὶ ποὺ καθόμαστε καὶ τὸ ροκανίζουμε. Ὅταν πέσει θὰ γκρεμιστοῦμε ὅλοι μας.
.             Θὰ τελειώσω μὲ ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ μία ἐπιστολὴ τοῦ Μακρυγιάννη, ποὺ δημοσιεύτηκε στὴν ἐφημερίδα «Φίλος τοῦ Νόμου» στὶς 20 Ἀπριλίου 1844, πρὶν ἀπὸ 172 χρόνια ἀκριβῶς. (Δὲν εἶναι στὴν γλῶσσα του, ἀλλὰ τὴν ὑπαγόρευσε σὲ καλαμαρά, γραμματικό). Τὸ παραθέτω: «Ὅταν τὰ ἔθνη δοξάζωσι τὸν Θεόν, σέβωνται τὴν θρησκείαν των καὶ ἀγαπῶσι τὴν πατρίδα των, τότε καὶ ὁ Θεὸς λαμπρύνει αὐτὰ καὶ τὰ ἀποκαθιστᾶ εὐτυχῆ. Ὅταν ἐξεναντίας λησμονῶσι τὸν Θεόν, λησμονεῖ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὰ καὶ τὰ καταβασανίζει. Παρόμοιον συνέβη καὶ εἰς ἡμᾶς, οἵτινες ἐστενάζαμεν τόσους αἰῶνας ὑπὸ τὴν τυραννίαν τῶν Τούρκων. Μολοντοῦτο, ὅταν ἡμεῖς ἐπεκαλέσθημεν ἀπὸ καρδίας τὴν θείαν ἀντίληψιν, ἀνυψώσαμεν τὴν σημαίαν τοῦ σταυροῦ, καὶ συνωμολογήσαμεν τὸ κοινὸν σύνθημα, ἢ ἐλευθερία ἢ θάνατος, καὶ ἐζητήσαμεν τὴν συνδρομὴν τῶν δυνατῶν καὶ φιλανθρώπων εὐεργετῶν μας, ἀπεκατέστημεν ἐλεύθεροι, ἔχοντες πατρίδα καὶ βασιλέα ἀνεξάρτητον. Ἀλλ’ ἐν τοσούτῳ δὲν ἀπέρασεν ὀλίγος καιρός, πάλιν ἐλησμονήσαμεν τὸν σωτήρα καὶ λυτρωτήν μας Θεόν, τοὺς ἀγῶνας καὶ θυσίας μας, τὰ αἵματα τῶν συναδέλφων μας, οἱ ὁποῖοι ἀπέθανον ἐνδόξως διὰ τὴν ἐλευθερίαν μας, καὶ πρῶτον ἀπ’ ὅλα καταφρονοῦμεν τὴν θρησκείαν μας, διαλύομεν τοὺς ἱεροὺς ναούς μας καὶ μὲ μεγάλην προθυμίαν ἐγκολπώθημεν τὸν λεγόμενον ἐξευγενισμὸν τῆς πλουσίας καὶ φωτισμένης Εὐρώπης, ἐκ τούτου ἡ σπατάλη τόσων ἑκατομμυρίων δραχμῶν, τὰ ὁποῖα ἦσαν προωρισμένα διὰ τὴν καλλιέργειαν τῆς γῆς μας, ἡ ὁποία ἐχερσώθη, διὰ τὸ νενεκρωμένον ἐμπόριόν μας, διὰ τὴν βιομηχανίαν μας καὶ διὰ τὸν φωτισμὸν τῆς ἑλληνικῆς νεολαίας. Καὶ τέλος πάντων εἰσεχώρησαν εἰς ἡμᾶς τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀπόρους αὕτη ἡ ὀλεθρία πολυτέλεια, ἤτις κατέφαγε καὶ τὰ μικρὰ ἐκεῖνα λείψανα, τὰ ὁποῖα ἡ ἐπανάστασις μᾶς ἄφησε, κατηντήσαμεν νὰ γίνωμεν χαμερπεῖς, κόλακες καὶ ἐν γένει ποταποὶ πολίται, νὰ διαβάλλωμεν τὸν συνάδελφόν μας, νὰ τὸν συκοφαντῶμεν, συσταίνοντες μὲ τὸν ἄτιμον τοῦτον τρόπον τὸν ἑαυτόν μας καὶ τοὺς συντρόφους μας. Λαμβάνομεν καὶ καμμίαν δημοσίαν θέσιν, προσπαθοῦμεν ὄχι πῶς νὰ ἐνεργήσωμεν εἰς τὴν εὐτυχίαν τῆς μὲ τὰ αἵματά μας ζυμωμένης πατρίδος μας, ἀλλὰ πῶς νὰ ὠφεληθῶμεν ἀπὸ τὴν περίστασιν αὐτήν, πῶς νὰ ὠφελήσωμεν ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι μᾶς κολακεύουν…». (Κ. Σαρδελῆ, «Ἡ προδομένη παράδοση», σελ. 219, ἐκδ. «Τῆνος»).

 

, , ,

Σχολιάστε

«ΕΙΠΑΝ ΝΑ ΜΑΣ ΣΒΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΠΙΣΤΗ, ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, ΔΙΟΤΙ Η ΦΡΑΓΚΙΑ ΔΕΝ ΜΑΣ ΘΕΛΕΙ ΜΕ ΤΕΤΟΙΟ ΝΤΥΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ»

Η ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΤΟΥ 1821

τῆς «Χριστιανικῆς Ἑστίας Λαμίας» 

.           «Καὶ βγῆκαν τώρα κάτι δικοί μας κυβερνῆτες, Ἕλληνες, σπορὰ τῆς ἑβραιουργιᾶς, ποὺ εἶπαν νὰ μᾶς σβήσουν τὴν Ἁγία Πίστη, τὴν Ὀρθοδοξία, διότι ἡ Φραγκιὰ δὲν μᾶς θέλει μὲ τέτοιο ντύμα Ὀρθόδοξον. Καὶ ἐκάθησα καὶ ἔκλαιγα διὰ τὰ νέα παθήματα. Καὶ ἐπῆγα πάλιν εἰς τοὺς φίλους μου τοὺς Ἁγίους. Ἄναψα τὰ καντήλια καὶ ἐλιβάνισα λιβάνιν καλὸν ἁγιορείτικον. Καὶ σκουπίζοντας τὰ δάκρυά μου τοὺς εἶπα: “Δὲν βλέπετε ποὺ θέλουν νὰ κάνουν τὴν Ἑλλάδα παλιοψάθα; Βοηθεῖστε, διότι μᾶς παίρνουν, αὐτοὶ οἱ μισοέλληνες καὶ ἄθρησκοι, ὅ,τι πολύτιμον τζιβαϊρικὸν ἔχομεν. Φραγκεμένους μᾶς θέλουν τὰ τσογλάνια τοῦ τρισκατάρατου τοῦ Πάπα… Μὴν ἀφήσετε, Ἅγιοί μου αὐτὰ τὰ γκιντὶ πουλημένα κριγιάτα τῆς τυραγνίας νὰ μασκαρέψουν καὶ νὰ ἀφανίσουν τοὺς Ἕλληνες, κάνοντας περισσότερο κακὸ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ καταδέχθηκεν ὁ Τοῦρκος ὡς τίμιος ἐχθρός μας”. Καὶ εἶπαν οἱ ἄθρησκοι ποὺ ἐβάλαμεν εἰς τὸν σβέρκο μας νὰ μὴ μανθάνουν τὰ παιδιά μας Χριστὸν καὶ Παναγίαν, διότι θὰ μᾶς παρεξηγήσουν οἱ ἰσχυροί. Καὶ βγῆκαν ἀκόμη νὰ ᾽ποτάξουν τὴν Ἐκκλησίαν, διότι ἔχει πολλὴν δύναμη καὶ τὴν φοβοῦνται. Καὶ εἶπαν λόγια ἄπρεπα διὰ τοὺς παπάδες. Ἐμεῖς, μὲ σκιάν μας τὸν Τίμιον Σταυρόν, ἐπολεμήσαμεν ὁλοῦθε, σὲ κάστρα, σὲ ντερβένια, σὲ μπογάζια καὶ σὲ ταμπούργια. Καὶ αὐτὸς ὁ Σταυρὸς μᾶς ἔσωσε. Μᾶς ἔδωσε τὴν νίκη καὶ ἔχασε (ὁδήγησε σὲ ἧττα) τὸν ἄπιστον Τοῦρκον. Τόση μικρότητα στὸν Σταυρό, τὸν σωτήρα μας! Καί βρίζουν οἱ πουλημένοι εἰς τοὺς ξένους καὶ τοὺς παπάδες μας, τοὺς ζυγίζουν ἄναντρους καὶ ἀπόλεμους. Ἐμεῖς τοὺς παπάδες τοὺς εἴχαμε μαζὶ εἰς κάθε μετερίζι, εἰς κάθε πόνον καὶ δυστυχίαν. Ὄχι μόνον διὰ νὰ βλογᾶνε τὰ ὄπλα τὰ ἱερά, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ μὲ ντουφέκι καὶ γιαταγάνι, πολεμώντας σὰν λεοντάρια. Ντροπὴ Ἕλληνες»!

,

Σχολιάστε

ΤΑ ΠΑΡΑΣΙΤΑ ΚΑΙ Ο…ΠΑΡΑΣΙΤΟΣ «Ὣς πότε ὁ Παράσιτος θὰ ἀναλαμβάνει ἀξιώματα, τὰ ὁποῖα εἶναι κι αὐτὰ περιουσία τοῦ λαοῦ; Τώρα οἱ παράσιτοι ἄδειασαν τὴν τράπεζα, στὴν ὁποία συνδαιτημόνες ἔπρεπε νὰ εἶναι ὁ λαός, καὶ γέμισαν τὶς τράπεζες μὲ τὸν “κόπο” τους….»(Δ. Νατσιός)

Τὰ παράσιτα καὶ ὁ…Παράσιτος

γράφει ὁ Δημ. Νατσιός
Δάσκαλος -Κιλκίς

«Ἔλα τῆς θάλασσας θεριὸ
καὶ τοῦ πελάγου μπόρα
τὸ φοβερὸ σκουπιδαριὸ
νὰ διώξεις ἀπ’ τὴ χώρα»

 Ν. Γκάτσος

 .                 Ἐν πρώτοις ἕνα ἀνέκδοτο, τὸ ὁποῖο δημοσιεύθηκε στὸ ἀθηναϊκὸ περιοδικὸ «Παρθενών», τὸ 1878, καὶ ὑποδηλώνει τὴν ἀναξιοκρατία καὶ τὶς ποταπὲς συναλλαγὲς τοῦ διεφθαρμένου πολιτικοῦ κόσμου καί… ὑποκόσμου. Νῦν καὶ ἀεί… «Ὁ σουλτάνος διόρισε βεζύρη ἕναν ἄνθρωπό του, ὁλότελα ἀστοιχείωτο καὶ κακοήθη, Χασάνης τὸ ὄνομά του. Ἀρρωσταίνει βαριὰ κάποια στιγμὴ ὁ πατέρας τοῦ Χασάνη, καλεῖ τὸ γιό του, τὸν ἀσπάζεται, τὸν ἀποχαιρετᾶ καὶ τοῦ λέει: Παιδί μου, τώρα πυῦ θὰ πάω στὸν Κάτω Κόσμο, ἂν μὲ ρωτήσουν πῶς πάει τὸ δοβλέτι (=τὸ κράτος), τί νὰ τοὺς πῶ; -Πές τους πὼς ὁ Χασάνης ἔγινε βεζύρης καὶ θὰ καταλάβουν!…»
.                 Θὰ λέγαμε σήμερα στὸν πατέρα τοῦ Χασάνη: Πές τους, ὅτι ὁ Βενιζέλος ἔγινε περίπου πρωθυπουργός, ὁ Χρυσοχοϊδης, ἡ Θεοφιλοπούλου, ὁ Μητσοτάκης, ὁ Βαρβιτσιώτης, ὁ Γεωργιάδης καὶ λοιποὶ παρόμοιοι ἔγιναν ὑπουργοὶ καὶ θὰ καταλάβουν πῶς πάει τὸ δοβλέτι!…
.                 Ἐρώτηση: Οἱ ψηφοφόροι τῆς Νέας Δημοκρατίας, ὅταν ψήφιζαν τὸν κ. Σαμαρᾶ, τοῦ ἔδωσαν ἐντολὴ νὰ συμπορευτεῖ μὲ τὸ ψυχορραγοῦν ΠΑΣΟΚ; Σίγουρα ὄχι. Τὸ ΠΑΣΟΚ κατάντησε ἀναρριχητικὸ φυτό. Σφιχτοτυλίγεται γύρω ἀπὸ τὸν κορμό, ποὺ πρὸς τὸ παρὸν στέκει ὄρθιος, καὶ ἐπιβιώνει. Ὁ ξενιστὴς καὶ τὸ παράσιτο, γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε ὅρους τῆς βιολογίας. Κάποια στιγμὴ τὸ παράσιτο ἐξαντλεῖ καὶ καταστρέφει τὸν ξενιστή. (Ὡραιότατη ἡ γλώσσα μας. Ξενιστὴς ἀπὸ τὸ ρῆμα ξενίζω ποὺ σημαίνει φιλοξενῶ καὶ παράσιτο,  ἀπὸ τὴ πρόθεση παρα+σίτος. Στὴν ἀρχαιότητα παράσιτος ὀνομαζόταν ὁ εὐτελὴς καὶ χαμερπὴς ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος πήγαινε ἀπρόσκλητος στὰ συμπόσια τῶν πλουσίων καὶ μέσῳ κολακειῶν, γαλιφιῶν καὶ ἄλλων ταπεινῶν τρόπων, ἐξασφάλιζε τὴν ἀνοχὴ τῶν συνδαιτημόνων καὶ τὴν εὔκολη σίτισή του. Ὁ σπουδαῖος ἀρχαῖος συγγραφέας «σπουδαιογελοίων» ἢ «κλαυσιγελώτων», ὅπως ὀνόμαζαν τὰ σατιρικὰ κείμενα, Λουκιανὸς εἶχε συγγράψει χαριέστατο διάλογο μὲ τίτλο «περὶ παρασίτου». Οἱ παράσιτοι, τὰ παράσιτα νεοελληνιστί, ἐξελίχθηκαν, σὺν τῷ χρόνω, σὲ γελωτοποιούς. Καὶ ἔκτοτε δὲν ἀπώλεσαν τὴν ἰδιότητά τους αὐτή).
.                  Πρὸς ἀποφυγὴν παρεξηγήσεων οἱ ἐτυμολογικὲς παρεκβάσεις δὲν ἔχουν καμμία σχέση μὲ πρόσωπα ποὺ ζοῦν ἢ γεγονότα ποὺ συμβαίνουν σήμερα. Ἐξ ἄλλου, στὴν ἀρχαία Ἀθήνα, ὁ Παράσιτος ἦταν καὶ ἀξίωμα, ποὺ ἀνατίθετο σὲ ἐπιφανῆ καὶ γενικῆς ὑπολήψεως ἀπολαύοντα ἄνδρα- νά, ὅπως ὁ κ. Βενιζέλος, ὁ ἀντιπρόεδρος- ἐπιφορτισμένο μὲ τὴν ἀποθήκευση καὶ διαφύλαξη τῶν προσφερομένων στοὺς ναοὺς προϊόντων καὶ κυρίως σιτηρῶν).

.                 Ἐπανερχόμεθα. Θὰ ἀντιτείνει κάποιος. Τί νὰ ἔκανε ὁ Σαμαρᾶς; Μετὰ τὴν «ἀποτείχιση» τοῦ κ. Κουβέλη καὶ τῆς κ. Ρεπούση τοῦ Ζαλόγγου, «τοῦ βουνοῦ καὶ τοῦ λόγγου» ποὺ θὰ ἔλεγε καὶ ὁ Γρανίτσας, ἂν δὲν συνεργαζόταν μὲ τὸν «Παράσιτο», θὰ ἔπρεπε νὰ προκηρύξει ἐκλογές. Καὶ τότε ἡ χώρα θὰ καταστρεφόταν καὶ οἱ ἀγορὲς θὰ μᾶς διαμέλιζαν καὶ οἱ Τρόϊκες θὰ μᾶς ποδοπατοῦσαν καὶ οἱ Γερμανοὶ θὰ «ξαναρχονταν» καὶ λοιπὰ καὶ λοιπά. Ἔτσι μᾶς τὰ εἶπαν ἡ Ὄλγα, ὁ Παῦλος, ὁ Πρετεντέρης καὶ τὰ ποικιλώνυμα κύμβαλα τῆς ἐξουσίας καὶ παραεξουσίας· ἄρα ἔτσι πρέπει νὰ εἶναι.
.                 Γιατί νὰ γίνουν ἐκλογές; Ἡ χώρα μπῆκε σὲ τροχιὰ ἀνάπτυξης. Τὸ ἀποφώλιον τέρας τῆς κρίσης ξεδοντιάστηκε, μᾶς ἐπαινοῦν ὁ Σόιμπλε, ἡ Μέρκελ, «τὸ» Κομισιόν, γιὰ νὰ ἐπιβεβαιωθοῦν καὶ πάλι οἱ σοφοὶ ἡμῶν πρόγονοι, ὅταν ἔλεγαν «ἐπαινούμενος γὰρ ὑπὸ τῶν ἐναντίων ἀγωνιῶ μή τι κακὸν εἴργασμαι», ὅταν μὲ ἐπαινοῦν οἱ ἐχθροὶ ἀγωνιῶ μήπως κάνω κάτι κακό.

.                 Ἐκλογὲς βεβαίως, ἀφοῦ ἀλλιῶς δὲν μποροῦμε νὰ χαλάσουμε τὰ τέρατα. Νὰ μὴν στρογγυλοκάθονται τέσσερα χρόνια οἱ καντιποτένιοι ποὺ τρῶνε τὴν ψυχή μας. Ἴσως ἔτσι ξετρυπώσει ἀπὸ τὴν λάσπη καὶ κάποιος ἡγέτης μὲ τόλμη καὶ ἀρετή. Πόσο Βαρβιτσιώτη ἢ Χρυσοχοϊδη ἀντέχουμε ἀκόμη; Αὐτοὶ θὰ βάλουν τάξη ἢ ὁ Κυριάκος ὁ πορφυρογέννητος; Ἐκλογὲς καὶ λίγοι-λίγοι στὶς βίλες τους, νὰ χαθοῦν ἀπ’ τὰ μάτια μας. Ὣς πότε ὁ Παράσιτος, ποὺ λέγαμε, θὰ ἀναλαμβάνει ἀξιώματα, τὰ ὁποῖα εἶναι κι αὐτὰ περιουσία τοῦ λαοῦ;
.                 Ἂν εἴχαμε πολιτικοὺς μὲ ἀρετὴ καὶ τόλμη θὰ ἔπρατταν, τὴν ἐποχὴ ποὺ ζοῦμε, αὐτὸ ποὺ ἔκαναν τὰ λιοντάρια τῆς Ἐθνεγερσίας.
.                 Ἡ γενιὰ τοῦ Εἰκοσιένα εἶχε ἦθος, ἀτομικὸ καὶ συλλογικό. Τὸ 1834, ὁ Μακρυγιάννης, βλέποντας τὴ δυστυχία τῶν ἀγωνιστῶν καὶ τὴν ἐξαχρείωση τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐξουσίας, ποὺ ἐνῶ στοὺς «γυμνοὺς καὶ ξυπόλυτους» λένε ὅτι «ἡ πατρὶς εἶναι πτωχή», σκορπίζουν τὸ δημόσιο χρῆμα σὲ ἀνάξιους, «εἰς τοὺς δούλους καὶ κόλακάς των», προτείνει περικοπὴ ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν μισθῶν, γιὰ νὰ ἐπιβιώσουν οἱ ἀνέστιοι καὶ πένητες ἀδελφοί. Ἀκόμα καὶ μέσα στὸ κλίμα τῆς διαφθορᾶς καὶ τῆς παραλυσίας, ποὺ κυριαρχοῦσαν στὴν ξενοκρατούμενη μετεπαναστατικὴ Ἑλλάδα, οἱ ἀγωνιστὲς διατηροῦσαν ἀκέραιο τὸν ζῆλο τους γιὰ τὸ καλό τῆς κοινότητας καὶ κυρίως τὸ προσωπικὸ ἦθος τους. Ο Ν. Δραγούμης ἀφηγεῖται ὅτι σὲ μία ἐπίσκεψή του στὸν ναύσταθμο τοῦ Πόρου, διαβαίνοντας τὴν πύλη στὸ πλευρὸ τοῦ ναυάρχου Σαχτούρη, βλέπει ἕνα γέροντα νὰ σκουπίζει σκυφτός. «Γιατί δὲν δίνεις τὴ σκούπα σὲ κάποιο νεότερό σου;», τὸν ρωτάει. «Κάμνω τὸ χρέος μου! Ἀπεκρίθη μετὰ τραχύτητος ὁ πρεσβύτης» καὶ ὕψωσε τὸ παράστημά του.

.            Εἶχε καὶ πλήρη ἐπίγνωση τοῦ ἱστορικοῦ παρελθόντος καὶ τῆς προγονικῆς εὔκλειας ἡ γενιὰ τοῦ Εἰκοσιένα. Ἔβλεπε ὡς πολυτίμητη περιουσία τοῦ ἐλεύθερου καὶ ἀνεξάρτητου ἔθνους τὰ λείψανα τοῦ ἀρχαίου πολιτισμοῦ. «Δι’ αὐτὰ πολεμήσαμεν!», εἶπε ὁ Μακρυγιάννης σὲ δύο στρατιῶτες ποὺ στὰ χρόνια τοῦ Ἀγώνα παζάρευαν νὰ πωλήσουν σὲ ξένους δύο ἀγάλματα. «Νὰ μὴ καταδεχτεῖτε νὰ βγοῦν ἀπὸ τὴν πατρίδα μας». Ἔδωσε στοὺς στρατιῶτες 350 τάληρα καὶ τὰ ἔσωσε. Θὰ τὰ προσφέρει ἀργότερα στὸν Ὄθωνα «νὰ χρησιμέψουν διὰ τὴν πατρίδα». Ποιά πατρίδα, ἀγαθὲ Μακρυγιάννη; Πουλήθηκαν ἢ χαρίστηκαν μαζὶ μὲ μύρια ἄλλα σὲ ξένους.

.            Τὸ παράδειγμα τοῦ Μακρυγιάννη, τοῦ πατριδοφύλακα στρατηγοῦ, ἂς συγκριθεῖ καὶ μὲ τὸ τωρινὸ ξεπούλημα τῆς ἐθνικῆς περιουσίας  «σὲ κάτι Εὐρωπαίγους» καὶ ἄλλους παραλυμένους τῆς οἰκουμένης. Ἀπὸ τὴν τσέπη του πλήρωσε γιὰ νὰ σωθοῦν τὰ τιμαλφῆ τοῦ ἀρτιγενοῦς κράτους. Τώρα οἱ παράσιτοι ἄδειασαν τὴν τράπεζα, στὴν ὁποία συνδαιτημόνες ἔπρεπε νὰ εἶναι ὁ λαός,  καὶ γέμισαν τὶς τράπεζες μὲ τὸν «κόπο» τους….

, ,

Σχολιάστε

ΣΧΟΛΕΙΑ ΕΓΚΕΦΑΛΩΝ Ἢ ΑΝΘΡΩΠΩΝ; «Ἡ γλῶσσα κατακρεουργήθηκε, ἡ παράδοση διαπομπεύτηκε, ἡ πίστη περιθωριοποιήθηκε, ἡ φιλοπατρία ποινικοποιήθηκε.» [Δ. Νατσιός]

«Τὰ σχολεῖα δὲν εἶναι ἁπλῶς τόποι προσκτήσεως γνώσεων,
ἀλλὰ κυρίως φροντιστήρια ἠθικῆς, χριστιανικῆς καὶ ἐθνικῆς ἀγωγῆς».

Γράφει ὁ Δημ. Νατσιός
Δάσκαλος-Κιλκίς

.           «Κάλλιο γνώση παρὰ γρόσι». Ἀπὸ τὰ χρόνια τῆς δουλείας μᾶς ἔρχεται ἡ σοφὴ παροιμία τοῦ λαοῦ μας, ποὺ ἐξεικονίζει τὸν ζῆλο τῶν προγόνων μας γιὰ τὰ γράμματα. Ἀλλὰ γιὰ ποιά γράμματα; Ἐκεῖνο τὸ φαινομενικῶς ἁπλοϊκὸ τραγουδάκι τοῦ «Κρυφοῦ Σχολειοῦ», τὸ «φεγγαράκι μου λαμπρό», μᾶς λέει ὅτι τὰ σκλαβόπουλα, «μέσα στὴ θολόκτιστη ἐκκλησιά», ἄκουγαν ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ παπᾶ γιὰ γράμματα καὶ σπουδάματα, ἀλλά, κυρίως, θέριευαν τὴν ἀποσταμένη ἐλπίδα μὲ «τοῦ Θεοῦ τὰ πράματα».
.           Ὅπως γράφει ὁ ἀκαδημαϊκὸς Σίμος Μενάρδος, στὰ χρόνια της φρικτῆς Ὀθωμανοκρατίας «…ἡ ψυχὴ τοῦ Ἔθνους ἀγρυπνοῦσε. Φτωχοὶ παπάδες καὶ δάσκαλοι, ποὺ ἐτρέφοντο μὲ λίγο ψωμί, εἶχαν τὸ σθένος εἰς τὸ βάθος τῆς ψυχῆς των, σθένος ποιητῶν. Καταλάβαιναν τὴν εὐθύνην ποὺ τοὺς ἐβάρυνε νὰ συνεχίσουν τὴν ἑλληνικὴν παράδοσιν, διηγοῦντο εἰς τὰ Ἑλληνόπουλα ποιὰ ἦταν ἄλλοτε ἡ πατρίδα τους καὶ τοὺς ἐδίδασκαν δύο ὀνόματα: Ἑλλὰς καὶ ἐλευθερία». (ἀρχ. Ἰω. Ἀλεξίου, «Ἡ Παιδεία στὴν Τουρκοκρατία», ἔκδ. «Ζωῆς», σελ. 181). Ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ σχολεῖα καὶ μὲ τέτοιους δασκάλους «ἀποφοίτησαν» τὰ λιοντάρια τοῦ ’21. Μὰ καὶ ὁ ἅγιος τῶν σκλάβων, ὁ Πατροκοσμᾶς, τὰ ἴδια δὲν κανοναρχοῦσε στὸ Γένος; «Τὸ σχολεῖον ποτίζει τὴν ψυχὴ καὶ ἀνοίγει τὲς ἐκκλησιὲς» κήρυττε, γιατί γνώριζε ὁ ἅγιος ὅτι τὰ προσανάμματα τῆς ἐθνικῆς ἐλευθερίας τὰ προσφέρει τοῦ Χριστοῦ ἡ πίστη ἡ ἁγία. Ὁ πρῶτος καὶ τελευταῖος ἴσως Ρωμηὸς Κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδας, ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας, εἶχε συλλάβει ἐναργέστατα ὅτι γιὰ νὰ «σταθεῖ» τὸ ἀρτιγενὲς κράτος στὴν χορεία τῶν «πεπολιτισμένων» ἐθνῶν τῆς Ἑσπερίας, πρέπει ἡ Παιδεία του νὰ ἀρδεύεται ἀπὸ τὶς ἀείχλωρες πηγὲς τῆς ρωμαίικης παράδοσης, εἰδάλλως καταντᾶ «παλιοψάθα τῶν ἐθνῶν». Γράφει σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Μουστοξύδη μεταξὺ ἄλλων. «Τὰ σχολεῖα δὲν εἶναι ἁπλῶς τόποι προσκτήσεως γνώσεων, ἀλλὰ κυρίως φροντιστήρια ἠθικῆς, χριστιανικῆς καὶ ἐθνικῆς ἀγωγῆς». (Ι. Καποδίστρια, «Κείμενα», ἔκδ. ΟΕΔΒ, σελ. 75).
.           Αὐτὰ τὰ τρία εἶναι τὰ ψηλώματα, οἱ κορυφὲς μὲ τὶς ὁποῖες φτερούγιζε ὁ λαὸς γιὰ τόσους αἰῶνες: ἡ πίστη (ἡ χριστιανικὴ ἀγωγή), ἡ πατρίδα (ἡ ἐθνικὴ ἀγωγὴ) καὶ ἡ οἰκογένεια (ἡ ἠθικὴ ἀγωγή), ποὺ τὰ πρῶτα ἀνεξίτηλα μαθήματά της τὰ λαμβάνει ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν κατ’ οἶκον Ἐκκλησία. Κα ν π πταετίας διαπομπεύτηκε τ τρίπτυχο τν λληνοσώτειρων ρετν, λόγῳ τς μετατροπς τους σ δεολόγημα, δίδοντας ταυτόχρονα κα μία ορανόπεμπτη πρόφαση στος ψευτοπροοδευτικος ν πιπέσουν ργότερα κα ν μαγαρίσουν κα τν πατρίδα κα τν «θρησκεία» κα τν οκογένεια, ν τούτοις πάντοτε στν στορία μας πολεμομε γι’ ατ τ τρία πολυτίμητα. Δὲν ἦταν ἐφεύρημα τῶν Ἀπριλιανῶν. Ἡ ἡμιμάθειά τους τὰ ἀμαύρωσε. Θυμίζω. Τὸν παιάνα ποὺ διασώζει ὁ Αἰσχύλος στὸ ἔργο τοῦ «Πέρσαι» (Στίχ. 402-5).

«Ὦ παῖδες Ἑλλήνων, ἴτε
ἐλευθεροῦτε πατρίδ’ (ἡ πατρίδα),
ἐλευθεροῦτε δὲ παῖδας, γυναίκας (ἡ οἰκογένεια),
θεῶν τε πατρώων ἔδη (ἡ θρησκεία), θήκας προγόνων νῦν ὑπὲρ πάντων ἀγών».

.           Τὴν Δευτέρα 28 Μαΐου τοῦ 1453 ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος μιλᾶ στὸν λαὸ ὡς «ὁ ποιμὴν ὁ καλός», ποὺ «τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων». «Ὅσοι συνάχθηκαν καὶ τὸν ἄκουσαν, ἦταν σὰν νὰ κάθισαν γύρω ἀπὸ τὸ τραπέζι τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου», γράφει ὁ Πααν. Κανελλόπουλος. Διέσωσε ὁ πιστός του συμβουλάτορας Σφραντζὴς τὰ λόγια τοῦ ἥρωα βασιλέα: «Καλῶς οὖν οἴδατε ἀδελφοί, ὅτι… ὀφειλέται κοινῶς ἐσμὲν ἵνα προτιμήσωμεν ἀποθανεῖν… ὑπὲρ τῆς πίστεως ἡμῶν… (ἡ θρησκεία) ὑπὲρ τῆς πατρίδος… ὑπὲρ τοῦ βασιλέως ὡς Χριστοῦ τοῦ Κυρίου… ὑπὲρ συγγενῶν καὶ φίλων…». (ἡ οἰκογένεια). («Ἑλληνορθόδοξη Πορεία» ἐπιμ. Κ. Χολέβας, σελ. 126).
.           Αὐτὰ τὰ τρία τιμαλφῆ λαμπρύνουν τὸ Συναξάρι τοῦ Γένους – οἱ ἥρωες τῆς πατρίδος – καὶ κοσμοῦν τὸ Εἰκονοστάσι τῆς Ἐκκλησίας – οἱ ἅγιοι καὶ οἱ μάρτυρες. Ὅταν ἔλεγε ὁ Μακρυγιάννης «γι’ αὐτὰ πολεμήσαμεν», αὐτὸ ἐξυπονοοῦσε… Αὐτὴ ἡ Παιδεία, ἡ βαπτισμένη στὴν κολυμπήθρα τῆς Ἑλληνορθοδοξίας, βαστοῦσε, παρ’ ὅλο ποὺ ἡ λεγόμενη πνευματικὴ ἡγεσία τοῦ τόπου πάλευε γιὰ τὴν νεκρανάσταση τῆς ἀρχαίας Ἀθήνας (Κοραῆς), μήπως καὶ μᾶς ἀποδεχθεῖ ἡ Εὐρώπη. Ὁ Κολοκοτρώνης, ὁ ἀγράμματος αὐτὸς ἄνθρωπος, ὁ μόλις γνωρίζων νὰ συλλαβίζει, εἶχε σαφέστατη ἀντίληψη τοῦ σκοποῦ τῆς μορφώσεως. Ἀποτεινόμενος τὸν Νοέμβριο τοῦ 1838 ἀπὸ τὸν λόφο τῆς Πνύκας πρὸς τοὺς συγκεντρωμένους ἐκεῖ μαθητὲς τῶν Ἀθηνῶν, τοὺς εἶπε ἐπιγραμματικότατα: «Ἡ προκοπή σας καὶ ἡ μάθησή σας νὰ μὴ γίνη σκεπάρνι μόνο γιὰ τὸ ἄτομό σας, ἀλλὰ νὰ κυττάξη τὸ καλὸ τῆς κοινότητος καὶ μέσα εἰς τὸ καλὸν αὐτὸ βρίσκεται καὶ τὸ δικό σας», λόγια ποὺ ὑπενθυμίζουν τὴν ρήση τοῦ μεγάλου Περικλῆ στοὺς Ἀθηναίους: «Καλῶς μὲν γὰρ φερόμενος ἀνὴρ τὸ καθ’ ἑαυτὸν διαφθειρόμενης τῆς πατρίδος οὐδὲν ἧσσον ξυναπόλληται, κακοτυχὼν δὲ ἐν εὐτυχούσῃ πολλῷ μᾶλλον διασώζεται». (Θουκυδ. Β´ 60). Μεταφράζει ὁ Ἐλευθέριος Βενιζέλος «διότι ὁ ἄνθρωπος ποὺ εὐδοκιμεῖ εἰς τὰς ἰδιωτικάς του ὑποθέσεις, ἐὰν ἡ πατρίς του καταστραφῆ, χάνεται κι αὐτὸς μαζί της, ἐνῶ εἶναι πολὺ μᾶλλον πιθανὸν ὅτι θὰ σωθῆ, ἐὰν κακοτυχῆ μὲν ὁ ἴδιος, ἡ πατρὶς του ὅμως εὐτυχῆ». Αὐτὸ δὲν εἶναι τὸ «εἴμαστε στὸ ἐμεῖς» τοῦ Μακρυγιάννη; Παιδεία χωρὶς τὸ εὐλογημένο «ἐμεῖς», εἶναι μία «Παιδεία», «μία βιομηχανία ποὺ παράγει τοὺς ψευτομορφωμένους καὶ τοὺς νεόπλουτους τῆς μάθησης, ποὺ ἔχουν τὴν ἴδια κίβδηλη εὐγένεια μὲ τοὺς νεόπλουτους του χρήματος», γράφει ὁ Σεφέρης (Δοκιμές, τ. Ά’, σέλ. 236, ἔκδ. «Ἴκαρος»). (Τί ὡραῖα τὸ διατύπωσε αὐτὸ ὁ ὁσιακῆς μνήμης Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, ὅταν ἔλεγε: «Κλείνουμε λάθος τὴν ἀντωνυμία. Λέμε ἐγώ, ἐσύ, αὐτός, ἀντὶ νὰ λέμε αὐτός, ἐσύ, ἐγώ»).

.           Ὁ τύπος αὐτὸς τοῦ ἑλληνορθόδοξου σχολείου βαστοῦσε ὣς τὴν ἐποχὴ ποὺ ἄρχισε νὰ δροῦν καὶ νὰ τὸ ἐπηρεάζουν οἱ πειραματισμοί, οἱ ἀλχημεῖες ποὺ ὀνομάστηκαν πομπωδῶς ἐκπαιδευτικὲς μεταρρυθμίσεις. Φαινόμενο ποὺ παρουσιάστηκε στὴν αὐγὴ τοῦ 20ου αἰ. καὶ ἐντάθηκε κατὰ τὴν μεταπολίτευση.
.           Μέχρι τότε τὸ σχολεῖο μὲ τὸν κακοπληρωμένο, ἀλλὰ ψυχωμένο ἐκεῖνο δάσκαλο, στάθηκε θεματοφύλακας τῶν τιμαλφῶν ἀξιῶν τοῦ Γένους, τῆς ρωμαίικης παράδοσης, ἀπὸ τὸν Τρωικὸ πόλεμο καὶ τὸν Ὅμηρο ἕως τὸν Παλαιολόγο καὶ τὴν Ἐπανάσταση τοῦ ’21. Οἱ «παλιοὶ» οἱ δάσκαλοι δὲν ἤξεραν πολλὰ πράγματα ἀπὸ τὸ τί γινότανε ἔξω ἀπὸ τὰ σύνορα τοῦ κράτους, δὲν κατεῖχαν μεταπτυχιακὰ καὶ «ντοκτορά», γνώριζαν ὅμως ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ καὶ τὴν ἱστορία μας καὶ μετέδιδαν τὴν φλόγα τῆς ψυχῆς τους, πολλὲς φορὲς μὲ πολλὴ ρητορική, ἀλλὰ πάντοτε μὲ πνευματικὴ ἐντιμότητα καὶ εὐθύνη. Καὶ ξεσκόλιζαν ἐκεῖνα τὰ σχολεῖα «δασκαλούδια», ὁπλισμένα μὲ τὸν γερὸ πολιτισμὸ τοῦ Γένους, ποὺ ἔβγαζαν ἀσπροπρόσωπες τὶς κοινωνίες ποὺ τὰ ἀνέθρεφαν.
.           Αὐτὸ τὸ σχολεῖο ὅμως τὸ κλόνισε στὴν ψυχὴ τοῦ Ἔθνους ἡ ἐκπαιδευτικὴ μεταρρύθμιση. Ὅ,τι δὲν εἶχε πρόσφατη ἡμερομηνία λήξεως θεωρήθηκε ἀντιδραστικό, συντηρητικὸ καὶ ἐξοβελίστηκε. γλῶσσα, μυντήριο ήττητο τοῦ λαο, κατακρεουργήθηκε, παράδοση διαπομπεύτηκε, πίστη περιθωριοποιήθηκε, φιλοπατρία ποινικοποιήθηκε. Καὶ ἔτσι ἀπὸ τὸ σχολεῖο τῶν «ἱερῶν γραμμάτων», φτάσαμε στὰ «ἄθεα γράμματα».
.           «Τ’ ἄθεα γράμματα παραμέρισαν τοὺς ἁγίους καὶ τοὺς ἀγωνιστὲς καὶ βάλανε στὸ κεφάλι τοῦ ἔθνους, ξένους κι ἄπιστους γραμματισμένους, ποὺ πᾶνε νὰ νοθέψουνε τὴ ζωή μας. Τὰ ἄθεα γράμματα κόψανε τὸ δρόμο τοῦ ἔθνους καὶ τὸ ἀμποδᾶνε νὰ χαρεῖ τὴ λευτεριά του», ἔλεγε ὁ «Παπουλάκος» τοῦ Κ. Μπαστιᾶ.
.           Τέτοια «ἄθεα γράμματα ποὺ ὑφαίνουνε τὸ σάβανο τοῦ Γένους» διδάσκονται σήμερα στὰ σχολεῖα μέσῳ τῶν ἐπικίνδυνων σχολικῶν βιβλίων.
.           Παράδειγμα: Ἔχω μπροστά μου, «τρεῖς γενιὲς» θὰ ἔλεγα, βιβλίων γλώσσας ϛ´ Δημοτικοῦ, ποὺ παλαιότερα τὰ ὀνομάζαμε «Ἀναγνωστικά», γιατί μέσῳ αὐτῶν γινόταν καὶ ἀνάγνωση τοῦ πολιτισμοῦ μας. Τοῦ 1964, 1983 καὶ 2006 ἀντίστοιχα. Τὸ πρῶτο ξεκινᾶ μὲ βυζαντινὴ εἰκόνα «Ὁ Χριστὸς εὐλογῶν τὰ παιδία», τὸ δεύτερο, μ’ ἕνα ἀπόσπασμα τῆς «Ἀντιγόνης» τοῦ Σοφοκλῆ, στὸ τρίτο, τὸ νεοταξικό, θὰ βρεῖς ἄσκηση μὲ τὴν ὁποία οἱ μαθητὲς καλοῦνται νὰ γράψουν μία ἱστορία, στὴν ὁποία πρωταγωνιστοῦν ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος, ὁ Καραγκιόζης καὶ ἡ… Κοκκινοσκουφίτσα. Στὰ παλιὰ βιβλία μοσχοβολοῦσαν τὰ κείμενα γιὰ ἥρωες καὶ ἁγίους, σμίλευε ὁ δάσκαλος ψυχές. Στ νέα, το Νέου Σχολείου, περισσεύουν τ μίζερα, τ καταθλιπτικά, τ σχιζοφρενικ κείμενα. Παιδεία χωρὶς Χριστό, ἐκπαίδευση ξέψυχη, ποὺ ἑτοιμάζει τοὺς αὐριανοὺς Γενίτσαρους, ἐκπαίδευση ποὺ «γέμισε τὰ παιδιὰ μὲ μίαν ἀρρωστιάρικη ἀνησυχία γιὰ τὸ πῶς θὰ βγάλουν τὸ ψωμί τους μονάχα».
.            Καὶ θὰ κλείσω μὲ τὴ φωνὴ ποὺ μᾶς ἔρχεται ἀπὸ τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας μας. Τὸ 1984 οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες κρούουν τὸν κώδωνα τοῦ κινδύνου. Κυκλοφορήθηκε ἕνα συγκλονιστικὸ κείμενό τους μὲ τίτλο «τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἡ Παιδεία τοῦ Γένους μας».
.           Λόγος ἀδελφικὸς βγαλμένος ἀπὸ τὴν πείρα ἑνὸς μεγάλου σχολείου ζωῆς, ὑπεύθυνος καὶ ἀναγκαῖος, παρήγορος καὶ αὐστηρὸς συνάμα. Ἀποσπῶ ἕνα κείμενο, γραμμένο ἀπὸ τὴν κιβωτὸ τοῦ Γένους: «Γιατί νὰ ὑποσιτίζονται πνευματικὰ τὰ παιδιά; Γιατί νὰ τρέφονται μὲ ἀκαθαρσίες; Γιατί νὰ βασανίζονται; …Ποιός μπορεῖ νὰ βοηθήσει τὰ παιδιὰ νὰ μείνουν “ἀγράμματα”, σὰν τὸν Μακρυγιάννη, νὰ μάθουν, νὰ πάρουν τὴ χάρι τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ τότε νὰ γίνουν οἱ ἀγράμματοι οἱ καλύτεροι πεζογράφοι μας… Ποιὸς μπορεῖ νὰ μᾶς κρατήση στὸ ὕψος , στὸ ἦθος, στὴν ἐλευθερία τῆς “ἀγραμματοσύνης” τοῦ “καθυστερημένου” λαοῦ, ποὺ βλάστησε ἀπὸ τὸ χῶμα του τὰ Δημοτικὰ τραγούδια, τὶς παροιμίες, τοὺς σκοπούς, τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα τῶν Ἀρματολῶν καὶ Κλεφτῶν». Τὴν ἀπάντηση τὴν βρίσκουμε στὸ ἴδιο τὸ κείμενο: μόνο ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μπορεῖ…

, , , ,

Σχολιάστε

ΣΥΝΤΑΓΜΑ ἢ …ΣΥΝΤΡΙΜΜΑ ! «Δὲν ὑπάρχει ἄρθρο τοῦ Συντάγματος ποὺ νὰ μὴν τὸ ἔχουν παραβεῖ οἱ μνημονιακοὶ κακεργέτες». (Δ. Νατσιός)

Σύνταγμα ἢ …σύντριμμα

Γράφει ὁ Δημ. Νατσιός,
Δάσκαλος- Κιλκίς

«Δὲν ἤθελα χρήματα καὶ βιό, ἤθελα σύνταμα διὰ τὴν πατρίδα μου, νὰ κυβερνηθεῖ μὲ νόμους καὶ ὄχι μὲ τὸ ἔτζι θέλω» (Μακρυγιάννης) Ἐνῶ τὰ τωρινὰ ἀπολειφάδια πράττουν καὶ ἐπιζητοῦν τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἤθελε ὁ στρατηγός. Χρήματα καὶ βιὸς καὶ τὸ «σύνταμα» ποδοπατημένο. Δὲν ὑπάρχει ἄρθρο τοῦ Συντάγματος ποὺ νὰ μὴν τὸ ἔχουν παραβεῖ οἱ μνημονιακοὶ κακεργέτες. «Ὁ θεμελιακὸς γραπτὸς νόμος τοῦ κράτους, ποὺ καθορίζει τὴ μορφὴ τοῦ πολιτεύματος καὶ ρυθμίζει τοὺς βασικοὺς κανόνες λειτουργίας του», τὸ Σύνταγμα, κατάντησε… σύντριμμα, ἐρείπιο. Τί ὁρίζει τὸ ἄρθρο 1; Ὅτι οἱ «ὅλες οἱ ἐξουσίες πηγάζουν ἀπὸ τὸν Λαό, ὑπάρχουν ὑπὲρ αὐτοῦ καὶ τοῦ Ἔθνους καὶ ἀσκοῦνται ὅπως ὁρίζει τὸ Σύνταγμα». Ἔδωσε ἐντολὴ ὁ Λαὸς στὴν νεοεκλεγμένη κυβέρνηση, ἀλλὰ καὶ στὶς προηγούμενες, μὲ πρώτη τοῦ καντιποτένιου ΓΑΠ, νὰ λάβει τὰ φρικώδη μέτρα ποὺ τὸν ἐξαθλιώνουν; Ὄχι. Ὁ νῦν θλιβερὸς πρωθυπουργὸς μιλοῦσε γιὰ ἐπαναδιαπραγμάτευση, ἐκβιάζοντας τὸν λαὸ γιὰ ἐπερχόμενο ὄλεθρο καὶ καταστροφὴ καὶ τώρα ἐκλιπαρεῖ γονυπετῶς γιὰ μία ψωροεπιμήκυνση, συνεχίζοντας τὴν πεπατημένη τῶν περικοπῶν, προγραφῶν καὶ ἀπαγχονισμῶν. Τοῦ δόθηκε  ἐντολὴ νὰ συνεχίσει τὴ δήωση τοῦ λαοῦ; Ὄχι. Στὸ ἄρθρο 4 (παρ. 5) διαβάζουμε; «Οἱ Ἕλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρὶς διακρίσεις στὰ δημόσια βάρη, ἀνάλογα μὲ τὶς δυνάμεις τους». Οἱ ὁριζόντιες περικοπές, ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους, συνάδουν μὲ τὴν συνταγματικὴ πρόβλεψη περὶ ἀναλογίας τῶν βαρῶν; Ὄχι. Στὸ ἄρθρο 21 (παρ. 2) τὸ Σύνταγμα προβλέπει εἰδικὴ φροντίδα καὶ προστασία ἀπὸ τὸ Κράτος γιὰ τὶς πολύτεκνες οἰκογένειες καὶ τοὺς ἀνάπηρους. Οἱ μειώσεις τῶν ψιχίων -ἐπιδομάτων, ἡ κατάργηση τῶν ὅποιων φοροαπαλλαγῶν, συμφωνοῦν μὲ τὴν συνταγματικὴ πρόνοια; Ὄχι.

.            Τὸ περίφημο ἄρθρο 16 (παρ. 2), στὸ ὁποῖο θὰ ἐπιμείνουμε, ὁρίζει: «Ἡ παιδεία ἀποτελεῖ βασικὴ ἀποστολὴ τοῦ Κράτους καὶ ἔχει σκοπὸ τὴν ἠθική, πνευματική, ἐπαγγελματικὴ καὶ φυσικὴ ἀγωγὴ τῶν Ἑλλήνων, τὴν ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς καὶ θρησκευτικῆς συνειδήσεως καὶ τῆς διαπλάσεώς τους σὲ ἐλεύθερους καὶ ὑπεύθυνους πολίτες». Ἂς ξεκινήσουμε μὲ τὴν ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς συνείδησης, τὴν καλλιέργεια αἰσθήματος φιλοπατρίας.
.            Τηρεῖται, λοιπόν, τὸ Σύνταγμα ἢ εἴμαστε στὸ «ἔτζι θέλω», στὴν κατάλυσή του, ὅταν διδάσκουμε στὰ σχολεῖα: «Νοστιμίζει τὸ σέλινο τὴ φασολάδα καὶ στὴ μέση δύο λάμδα φοράει ἡ πατρίδα μας ἡ Ἑλλάδα», ὡς ὁρισμὸ τῆς πατρίδας μας στὴ Β´ Δημοτικοῦ (σελ. 43, α´ τ. τετραδίου ἐργασιῶν).
.            «Ἡ Ἰταλία μᾶς κήρυξε τὸν πόλεμο! Κι ἐμεῖς πήγαμε καὶ κρυφτήκαμε στὸ ὑπόγειο». Εἶναι ὁ τίτλος τρισάθλιου, προδοτικοῦ κειμένου τῆς Ε´ δημοτικοῦ γιὰ τὴν Ἐποποΐα τοῦ ’40. Αὐτὴ ἦταν ἡ ἀντίδραση τοῦ λαοῦ, ὅταν κηρύχτηκε ὁ πόλεμος; Τρύπωσε στὰ ὑπόγεια; (Γλώσσα, α´ τεῦχος, σελ. 44-45).
.            Προάγεται ἡ ἐθνικὴ συνείδηση, ὅταν στὴν Ϛ´ Δημοτικοῦ διδάσκεται ὁ ἡρωισμὸς μέσῳ μία γάτας τῆς «Σόνιας»; (β´ τεῦχος, σελ. 62-63-64).
.            Εἶναι συνταγματικῶς πρέπον, μὰ καὶ λογικό, νὰ καλοῦνται οἱ δύσμοιροι μαθητὲς νὰ γράφουν μία ἱστορία στὴν ὁποία πρωταγωνιστοῦν ὁ Καραγκιόζης, ἡ Κοκκινοσκουφίτσα καὶ ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος, ὅπως αὐτὸ καταγράφεται στὸ «τετράδιο ἐργασιῶν» τῆς Γλώσσας Ϛ´ Δημοτικοῦ; (β´ τ. σελ 39). Πῶς θὰ σεβαστοῦν οἱ μαθητὲς τὴν ἐθνική μας σημαία, ὅταν σπιλώνουμε καὶ ἐξευτελίζουμε τὶς «σημαῖες» τῆς ἱστορίας μας;
.            Ὅταν στὰ «Κείμενα Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας» Α´ Γυμνασίου, διαβάζουν τὰ παιδιὰ ὅτι «ἦταν ἡ Ἑλλάδα μία γυναίκα τόσο προκλητικὴ σεξουαλικά, ποὺ ἔπρεπε νὰ τὴν ἐρωτευτῶ σωματικὰ καὶ ἀπελπισμένα»; (σελ. 124). Ὅταν στὴν ἴδια τάξη, στὸ βιβλίο Γλώσσας, στὸ κείμενο μὲ τίτλο «Ἡ παράσταση» (σελ. 82), γελοιοποιεῖται ἡ 25η Μαρτίου; Νὰ διαβάζουν οἱ μαθητὲς ὅτι «ὁ Βαγγελάκης ποὺ ἔκανε τὸν Μπότσαρη, ἔσκυβε καὶ φαινόταν τὸ σώβρακό του καὶ γελοῦσαν τὰ κορίτσια», τοῦ Βαγγελάκη «ποὺ εἶχε τὴν ἐθνικὴ γιορτή του». Αὐτὸ εἶναι τὸ ’21;  Ὁ ἀετὸς τοῦ Σουλίου, ὁ Μάρκος, εἶναι γιὰ νὰ «σπᾶμε πλάκα»;
.            Ἢ στὴ Β´ Γυμνασίου μὲ τὸν ἴδιο χαζοχαρούμενο, ἀνθελληνικὸ τρόπο νὰ ἀντιμετωπίζεται ἡ 25η Μαρτίου σὲ κείμενο μὲ τίτλο «ἀρχίζουμε πρόβες γιὰ τὴν ἐθνικὴ γιορτή», στὸ ὁποῖο διαβάζουμε ὅτι τὸ ρεπερτόριο θά ’ναι τὸ συνηθισμένο: «Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι καὶ δῶσ’ του» καὶ θὰ σχεδιάσουν σκηνικὰ «γιὰ κάτι Κολοκοτρώνηδες καὶ κάτι σημαῖες καὶ δάφνες ἀπὸ μία τάξη… βλαμμένη». Ἐνῶ σ’ ὅλο τὸ κείμενο ὁ ἀφηγητὴς- μαθητής, ἐνδιαφέρεται μόνο γιὰ τὶς χαμένες ὧρες τῶν μαθημάτων (τετράδιο ἐργασιῶν, σελ. 33-36). Μὲ τέτοιες ἀθλιότητες θὰ ἐμφυσήσεις ἀγάπη γιὰ τὴν πατρίδα, γιὰ τὴν ματοκυλισμένη ἱστορία μας; Καὶ σὰν νὰ ἀκούω τὸν στρατηγὸ Μακρυγιάννη, νὰ θρηνεῖ γιὰ τὴν κατάντιά μας «ἂν μᾶς ἔλεγε κανένας αὐτείνη τὴν λευτεριὰ ὁπού γευόμαστε, θὰ περικαλούσαμε τὸν Θεὸν νὰ μᾶς ἀφήσει εἰς τοὺς Τούρκους, ἄλλα τόσα χρόνια, ὅσο νὰ γνωρίσουν οἱ ἄνθρωποι τί θὰ εἰπῆ πατρίδα, τί θὰ εἰπῆ θρησκεία, τί θὰ εἰπῆ φιλοτιμία, ἀρετὴ καὶ τιμιότη». Ὅταν χάνεται ἡ «σέβαση εἰς τὴν πατρίδα», ποὺ λευτερώθηκε μὲ τόσες θυσίες καὶ τόσα αἵματα, τότε περίμενε τὰ ἀσκέρια τῶν τυράννων. Ἂς μὴν ἀποροῦμε γιὰ τὰ σκύβαλα ποὺ ἐπικάθησαν στὸ σβέρκο μας, τὰ ὁποῖα, μὲ «τὰ μέτρα» τους, ἀκυρώνουν τὴν Ἐπανάσταση τοῦ ’21. Ἂς ἀναρωτηθοῦμε ὅλοι μας: «μᾶς πρέπει ἐλευθεριά», ὅπως θὰ ἔλεγε ὁ Σολωμός, ἂν μισοῦμε ἢ δὲν σεβόμαστε αὐτοὺς ποῦ θυσιάστηκαν γι’ αὐτήν;
.           Πῶς θὰ μιλήσεις γιὰ ἐθνικὴ συνείδηση, περηφάνια, λεβεντιά, παλληκαριά, γιὰ ἦθος ἀντιστασιακό, γιὰ τὴν ἀπροσκύνητη στάση τοῦ Γένους μας στοὺς ποικιλώνυμους ἐπιβουλεῖς, τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν τόλμη ποὺ εἶναι τὰ προσανάμματα τῆς Λευτεριᾶς, ὅταν πετιοῦνται κλωτσηδὸν ἀπὸ τὰ σχολικὰ βιβλία τὰ δημοτικά μας τραγούδια, «εἰς τὰ ὁποῖα ἀποτυπώνεται ἀκραιφνὴς καὶ ἀκίβδηλος ὁ ἐθνικὸς χαρακτὴρ καὶ ἀναζωπυροῦν τὰς ἀναμνήσεις τῶν ἐθνικῶν περιπετειῶν», ὅπως ἔγραφε στὸν πρόλογο τοῦ βιβλίου του «Δημοτικὰ Τραγούδια», ὁ μεγάλος λαογράφος Νίκος Πολίτης, καὶ στὴ θέση τους μπαίνουν συνταγὲς μαγειρικῆς; (Περίπου 35 συνταγές, ὅσα περίπου ἦταν τὰ δημοτικὰ τραγούδια). Εἶναι δυνατὸν νὰ ἐξοβελίζεται ἡ δημοτικὴ ποίηση «τὸ τελεσφερώτατον ὄργανον τῆς ἐθνικῆς ἀγωγῆς, ἡ ἐκτρέφουσα καὶ συντηροῦσα τὸ ἐθνικὸν φρόνημα», λόγια τοῦ Ν. Πολίτη, πλήρως ἐναρμονισμένα μὲ τὴν συνταγματικὴ ἐπιταγή, καὶ νὰ ἀντικαθίστανται μὲ «μακαρόνια μὲ κιμὰ» ἢ «φασολάκια βραστά», πράγματα κρανιοκενῆ, ἀκαθαρσίες μὲ τὶς ὁποῖες ὑποσιτίζουμε πνευματικὰ τὰ παιδιά;
.            Συμφωνεῖ μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ ἑλληνικοῦ Συντάγματος τὸ βιβλίο Γλώσσας  τῆς Γ´ Γυμνασίου, στὸ ὁποῖο παρελαύνει ὅλα τὸ νεοταξικὸ κηφηναριό, ὅπως ἡ κ. Κουλούρη, ποὺ πανηγυρίζει διότι «διαταράχτηκε ἡ κυρίαρχη εἰκόνα τῆς ἁρμονικῆς, ἐθνικῆς ὁμοιογένειας» (σελ. 11), ὁ κ. Τσίμας ποὺ κορδωμένος πτωχοαλαζονικὰ ἐπιχαίρει γιὰ τὶς πολυπολιτισμικὲς σχολικὲς τάξεις (σελ. 53), ὁ γίγας Σημίτης, ποὺ στὸ ἔντυπο περίττωμά του μέμφει τοὺς Ἕλληνες, γιατί ἐπιμένουν «σὲ μία διαστρεβλωμένη καὶ γι’ αὐτὸ χωρὶς ἀπήχηση ἑλληνικὴ καὶ χριστιανικὴ παράδοση», (σελ. 65) ἢ κάποιος Ἀλβανὸς ὀνόματι Γκαζμὲτ Καπλάνι, ὁ ὁποῖος κατηγορεῖ τὴν πατρίδα μας, γιατί δὲν δίνει ὑπηκοότητα σ’ ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς λαθρομετανάστες; Ἕνα βιβλίο στὸ ὁποῖο βρίθουν οἱ ἀντιρατσιστικὲς ὑστερίες καὶ τσιρίδες,  καλλιεργώντας ἐν τέλει τὸ μίσος τῶν ἄγουρων νέων γιὰ τὴν πατρίδα τους, ἐνοχοποιώντας τους γιὰ ρατσισμό. (Ἡ ἀπειλὴ περὶ ρατσισμοῦ εἶναι τὸ πλέον ἀποτελεσματικὸ ὅπλο τῆς Νέας Ἐποχῆς, γιὰ νὰ φιμωθεῖ ἡ ἐλεύθερη σκέψη καὶ ἔκφραση. Οἱ πάντες αὐτολογοκρίνονται, στρογγυλεύουν τὸν λόγο τους, γιὰ νὰ μὴν στιγματιστοῦν ὡς ρατσιστές). Ποῦ εἶναι τὰ σπουδαῖα κείμενα, ποὺ μέσα στὴ φυλλώματά τους λάμπουν οἱ ἔννοιες τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς φιλοπατρίας; Δὲν βλάστησαν σ’ αὐτὸν τὸν τόπο Σολωμοί, Κάλβοι, Παλαμάδες καὶ Σεφέρηδες, ποὺ μᾶς δίδαξαν ὅτι «εἴμαστε ἕνας λαὸς μὲ παλικαρίσια ψυχὴ» καὶ ὄχι πειραματόζωα τῶν…Φραγκο-φονιάδων;
.            Μ’ αὐτὰ ποὺ γίνονται σήμερα στὴν Παιδεία ὄχι μόνο δὲν ἀναπτύσσουμε τὴν ἐθνικὴ συνείδηση, ὅπως ἐπιτάσσει τὸ Σύνταγμα, ἀλλὰ δηλητηριάζουμε τὰ παιδιά, δὲν τὰ ἀφήνουμε νὰ ἀνακαλύψουν ἐκείνη τὴν ἰδιότητα ποὺ «δὲν ἔχ’ ἡ ἀνθρωπότης τιμιωτέραν» (Ἑλληνικός).

*Στὸ ἑπόμενο σημείωμα θὰ ἐξετάσουμε τὴν καλλιέργεια τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης.

, , , ,

Σχολιάστε