ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 20. ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)


Γιάννης Μακρυγιάννης
A΄ Μέρος
Ὁ ἐκφραστὴς τῆς συνείδησης τοῦ λαοῦ
Τοῦ Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

Βλ. σχετ.:
ΜΟΡΦΕΣ TOY 1821 – 1. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 2. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 3. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 4. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 5. ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΡΩΓΩΝ ΙΩΣΗΦ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 6. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ E΄ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 7. ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΪΡΟΝ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 8. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΙΑΚΟΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 9. ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 9. ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ [Β´] (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 10. ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 11. ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 11. ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ [Β´] (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 12. ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 13. ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 14. ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΑΝΑΡΗΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 14. ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΑΝΑΡΗΣ [B´] (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 15. Ο ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΥΠΡΟΥ KΥΠΡΙΑΝΟΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 16. ΕΫΝΑΡΔΟΣ: Ο ΦΙΛΕΛΛΗΝΑΣ ΠΟΥ ΔΥΣΑΡΕΣΤΗΣΕ ΤΟΝ ΜΕΤΕΡΝΙΧ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 17. Ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 17. Ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ [Β´- Ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ Ρήγας καὶ ὁ Κοραὴς] (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 18. ΟΙ ΦΙΛΙΚΟΙ: ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΠΕΤΥΧΑΝ ΤΟ ΑΔΥΝΑΤΟ (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 18. ΟΙ ΦΙΛΙΚΟΙ: ΛΗΘΗ καὶ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ [Β´] (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)
ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ 1821– 19. ΟΙ ΦΙΛΙΚΟΙ: Η ΔΕΣΠΩ καὶ Η ΜΟΣΧΩ, Οἱ ἡρωίδες τοῦ Σουλίου (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)

. – . – . Ὁ Στρατηγὸς Γιάννης Μακρυγιάννης (1797-1864) ὑπηρέτησε τὴν Πατρίδα κατὰ τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ὡς στρατιωτικὸς καὶ μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή Της ὡς πολιτικὸς καὶ ναΐφ συγγραφέας. Ἡ πορεία τοy μακροχρόνια. Χαρακτηριστικό του, ὅτι μὲ ὅλες του τὶς ἰδιότητες, ἀλλὰ κυρίως μὲ αὐτὴ τοῦ συγγραφέα ἀποτέλεσε τὸν ἐκφραστὴ τῆς συνείδησης τοῦ λαοῦ. Ὁ Ζήσιμος Λορεντζάτος ἔγραψε σχετικά:
. – . – . «Ὁ Μακρυγιάνης δὲ μελετοῦσε τὸ 21 – τὴν Πατρίδα – ὅπως οἱ σημερινοὶ ἐπιστήμονες μελετητές, τὸ ζοῦσε. Καὶ ἀκόμα δὲ μελετοῦσε τὴ θρησκεία, ὅπως οἱ σημερινοὶ ἐπιστήμονες μελετητές, τὴ ζοῦσε. Ἡ διαφορὰ εἶναι τεράστια». (Ζήσ. Λορεντζάτου «Τὸ τετράδιο τοῦ Μακρυγιάννη», ἐκδ. «Δόμος», 1984, σελ. 51). Καὶ προσθέτει ὁ σημαντικὸς στοχαστής: «Ὁ Μακρυγιάννης ἀνακατεύθηκε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὰ κοινά, ἐλπίζοντας νὰ φέρει τοὺς ἄλλους σὲ θεογνωσία, τουλάχιστον στὶς δύο κορυφαῖες περιπτώσεις, τὴ στρατιωτική (του Ἀγώνα) καὶ τὴν πολιτικὴ (τοῦ Συντάγματος), ἀλλὰ ἀργότερα ἔχασε τὶς ψευδαισθήσεις του μὲ τὶς προκοπὲς ποὺ ἔβλεπε γύρω του». (Αὐτ. σελ. 64-65).
. . . .Στὴν διάσωση καὶ δημοσίευση τοῦ συγγραφικοῦ ἔργου τοῦ Μακρυγιάννη ἀποφασιστικὴ εἶναι ἡ συμβολὴ τοῦ Γιάννη Βλαχογιάννη. Εἰδικότερα γιὰ τὰ «Ὁράματα καὶ Θάματα» καὶ τοῦ συνεργάτου του καὶ συνεχιστοῦ τοῦ ἔργου τοῦ Ἀγγέλου Ν. Παπακώστα. Γιὰ τὴ θαυμαστὴ ἱστορία τῆς εὕρεσης τῶν Ἀπομνημονευμάτων ἔγραψε ὁ Γιῶργος Θεοτοκᾶς ὅτι ἡ οἰκογένεια τοῦ Στρατηγοῦ δὲν γνώριζε τὴν ὕπαρξή τους. Ἀρχὲς τοῦ περασμένου αἰώνα ὁ Βλαχογιάννης εἶχε τὴν πληροφορία ὅτι πιθανότατα ὑπῆρχε χειρόγραφό του. Ἀποτάθηκε στὸν γιό του, Κίτσο Μακρυγιάννη, καὶ τὸν παρακίνησε νὰ ψάξει. Σὲ περίπου δεκαπέντε ἡμέρες ὁ Κίτσος τὸν εἰδοποίησε πὼς εἶχε βρεῖ ἕνα χειρόγραφο, χωμένο σὲ ἕναν τενεκέ, παραριγμένο σὲ μίαν ἀπόμερη γωνιὰ τοῦ σπιτιοῦ. Τὸ χειρόγραφο ἦταν μουχλιασμένο ἀπὸ τὴν ὑγρασία, ἀλλὰ δὲν εἶχε ἀποσυντεθεῖ. Ὑπὸ τὶς συνθῆκες αὐτὲς εἶναι θαῦμα πῶς διατηρήθηκε γιὰ πάνω ἀπὸ πενήντα χρόνια καὶ πῶς τὸ διάβασε ὁ Βλαχογιάννης. (Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Γ. Θεοτοκᾶ «Τετράδια Ἡμερολογίου», ἐκδ. Βιβλ. «Ἑστία», Ἀθήνα, 2005).
. . . Στὴν ἐκτεταμένη (80 σελίδες) εἰσαγωγὴ ποὺ ἔγραψε γιὰ τὴν πρώτη ἔκδοση, τὸ 1907, τῶν «Ἀπομνημονευμάτων» ὁ Βλαχογιάννης, περιγράφει τὶς δυσκολίες ποὺ βρῆκε γιὰ νὰ παρουσιάσει τὸ ἱστορικὸ αὐτὸ ἔργο. Σκοπός του ἦταν, ὅπως γράφει, «νὰ παράσχη τὸν γενικὸν καθ’ ἡμᾶς χαρακτήρα τοῦ ἀνδρὸς εἰς τὸν μέλλοντα νὰ ἐπιδοθῆ περὶ τὴν μελέτην τοῦ ἱστορικοῦ αὐτοῦ ἔργου». (Στρ. Μακρυγιάννη «Ἀπομνημονεύματα», ἐκδ. Γαλαξία, Ἀθῆναι1964, σελ. 7).
. . . Ὁ Μακρυγιάννης δὲν ὑπῆρξε οὔτε ἀρματωλός, οὔτε κλέφτης. Δὲν εἷλκε τὴν καταγωγὴ ἀπὸ κάποιο «τζάκι» τῆς Ρούμελης, οὔτε ἦταν γόνος οἰκογένειας δημογερόντων. Ἦταν παιδὶ οἰκογένειας ἀγροτῶν καὶ ποιμένων, ἀπὸ μικρὸ χωριὸ τοῦ Λιδωρικίου. Ὁ πατέρας του λεγόταν Δημήτριος Τριανταφύλλου καὶ τὸν σκότωσαν οἱ Τοῦρκοι, ὅταν ὁ Γιάννης ἦταν ἑνὸς ἔτους. Ὅταν κάψαν τὸ χωριό τους, ἡ μητέρα του τὸν ἔσωσε ἀπὸ τοὺς κατακτητὲς προσφεύγοντας στὸ κοντινὸ δάσος καὶ ἀπὸ τοὺς συγχωριανούς της, ποὺ ἤθελαν νὰ τὸν σκοτώσουν γιὰ νὰ μὴν προδοθεῖ ὁ τόπος ποὺ βρίσκονταν, προτείνοντας τὰ στήθη της καὶ λέγοντας μαζὶ καὶ ἐκείνην νὰ φονεύσουν.
. Πέρασε παιδικὰ χρόνια μὲ στερήσεις, κακουχίες, βάσανα. Ἑπτὰ ἐτῶν μπῆκε στὴ δούλεψη ἐμπόρου, ποὺ τὸν βασάνιζε. Δεκατεσσάρων ἐτῶν ἔφυγε ἀπὸ τὴ Ρούμελη καὶ πῆγε στὴν Ἄρτα. Δούλεψε ἐκεῖ σκληρὰ καὶ ἐξελίχθηκε σὲ ἱκανὸ ἔμπορο. Γράφει στὰ «Ἀπομνημονεύματα»: «Ἀπόχτησα ὅ, τι ἤθελα καὶ δὲν εἶχα τὴν ἀνάγκη ἀλλουνοῦ» (Αὐτ. σελ. 97). Τὸ 1820 μυήθηκε στὴν Φιλικὴ Ἑταιρεία. Γράφει: «Μπῆκα ᾽σ τὸ μυστικὸν καὶ ἀναχώρησα ἀπὸ τὸν πατριώτη μου καὶ πῆγα εἰς τὸ σπίτι μου καὶ ἐργαζόμουνε διὰ τὴν πατρίδα μου καὶ θρησκείαν μου νὰ τὴν δουλέψω ᾽λικρινῶς, καθὼς τὴν δούλεψα, νὰ μὴν μὲ εἰπῆ κλέφτη καὶ ἅρπαγον, ἀλλὰ νὰ μὲ εἰπῆ τέκνο της καὶ ἐγὼ μητέρα μου» (Αὐτ. σελ. 98).
. Μπῆκε ἀμέσως στὴν προετοιμασία τοῦ Ἀγώνα. Πῆγε μὲ ἀποστολὴ στὴν Πάτρα, ὅπου συνελήφθη καὶ βασανίστηκε. Ὅμως ἄντεξε καὶ δραπέτευσε ἀπὸ τὴ φυλακὴ δείχνοντας πολλὲς ἱκανότητες, ὅπως ἀφοβία ἀπέναντι στὸν θάνατο, εὐστροφία, ἀποφασιστικότητα, σωματικὴ ρώμη. Στὸν Ἀγώνα ὥρμησε «ὡς πειναλέος ἱέραξ εἰς τὸ κυνήγιον», ὅπως γράφει ὁ Βλαχογιάννης. (Αὐτ. σελ. 16). Ἔλαβε μέρος σὲ πολλὲς μάχες. Ἡ πρώτη του ἦταν στὸν Σταυρὸ τῆς Ἄρτας καὶ ἡ δεύτερη στὸ Πέτα, ὅπου πληγώθηκε στὸ πόδι. Τάχθηκε ὑπὸ τὸν πολύπειρο ὁπλαρχηγὸ Γῶγο Μπακόλα καὶ συμμετέσχε στὴν ἅλωση τῆς Ἄρτας. Στὴ συνέχεια ἔφυγε ἀπὸ τὴν Ἤπειρο καὶ ἔγινε ὁπλαρχηγὸς τεσσάρων χωριῶν τῶν Σαλώνων. Τὸ 1822 κατέβηκε στὴν Ἀθήνα, μὲ τὴν ὁποία συνδέθηκε ἄρρηκτα. Γράφει ὁ Βλαχογιάννης ὅτι γι᾽ αὐτὴν ὑπῆρξε «πιστὸς φίλος, ἀφωσιωμένος ὑποστηρικτὴς καὶ συμπολίτης πολυτίμητος». (Αὐτ. σελ. 21). Ὁ Μακρυγιάννης κατέβηκε στὴν Πελοπόννησο καὶ ἔλαβε μέρος στὶς μάχες τοῦ Νεοκάστρου (Πύλου), τῶν Μύλων (τὸ 1825), τῆς Ἀθήνας, τοῦ Πειραιᾶ, τοῦ Φαλήρου. Ὁ Γ. Βλαχογιάννης σημειώνει πὼς σὲ ὅλες τὶς μάχες ἐμφάνισε τὸν πολεμικό του χαρακτήρα: «Ἀμυνόμενος καθίσταται ἀπαράμιλλος διὰ τὴν ἄτεγκτον ἐπιμονὴν καὶ τὸ σιδηροῦν πεῖσμα μεθ’ ὧν μάχεται. Ἀμυνόμενος οὐδέποτε θὰ παραδώση τὴν κατεχόμενην θέσιν εἰμὴ νεκρὸς μόνον». (Αὐτ. σελ. 29).
. Ὡς πρὸς τὸ πολιτικὸ μέρος ὁ Μακρυγιάννης κατὰ τὸν ἐμφύλιο πόλεμο 1824-1827 ἐτάχθη ὑπὲρ τῆς κυβέρνησης Κουντουριώτη καὶ ἐναντίον τῶν στρατιωτικῶν, κυρίως τῆς Πελοποννήσου. Ἐκτελοῦσε τὶς διαταγές της, γιατί αὐτὸ νόμιζε ὅτι ἦταν γιὰ τὸ καλὸ τῆς Πατρίδας. Τότε, ὅπως γράφει ὁ ἴδιος ὁ Μακρυγιάννης, «ἦταν ἄμαθος ἀπὸ τὰ πολιτικά…». Ἀργότερα κατάλαβε ποιοὺς ὑποστήριζε καὶ πῆγε ἐναντίον τους, ἐνῶ ἔδειξε τὴν συμπάθεια καὶ τὴν ἐκτίμησή του πρὸς τοὺς στρατιωτικούς.
. Στὴν ἐποχὴ τοῦ Καποδίστρια διορίσθηκε Ἀρχηγὸς τῆς Ἐκτελεστικῆς δυνάμεως τῆς Πελοποννήσου, ἕως τὸ 1830. Πολλὲς φορὲς ἦρθε σὲ σύγκρουση μὲ τὸν Κυβερνήτη, παρὰ τὶς πεποιθήσεις του. Τὸ 1830 ἐπείσθη ὅτι οἱ ἀντιπολιτευόμενοι τὸν Καποδίστρια ἦσαν δημοκράτες, ποὺ ἤθελαν τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ Συντάγματος καὶ ὅσοι ἦσαν μὲ τὸν Κυβερνήτη ἦσαν διεφθαρμένοι καὶ αὐταρχικοί. Μετὰ τὴ δολοφονία τοῦ Κυβερνήτη ἔδρασε ὡς στρατιωτικὸς καὶ πολιτικὸς – πληρεξούσιος Ἄρτας – καὶ συμμετέσχε στὴν ἀνατροπὴ τῶν Καποδιστριακῶν καὶ στὴν ἄφιξη, ὡς βασιλέως τῶν Ἑλλήνων, τοῦ Βαυαροῦ πρίγκιπα Ὄθωνα. Γιὰ τὴν ἄφιξή του ὁ Μακρυγιάννης γράφει: «Σήμερα ξαναγεννιέται ἡ πατρίδα κι ἀναστένεται, ὁπού ἦταν τόσον καιρὸ χαμένη καὶ σβησμένη. Σήμερα ἀνασταίνονται οἱ ἀγωνισταί, πολιτικοί, θρησκευτικοὶ καὶ στρατιωτικοί, ὅτι ἦρθε ὁ Βασιλέας μας, ὁπού ἀποχτήσαμε μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ…». Ὅμως στὴ συνέχεια ἦρθαν γιὰ τὸν Μακρυγιάννη οἱ διαψεύσεις, οἱ ἀπογοητεύσεις καὶ οἱ ἐξομολογήσεις.-

, ,

  1. Σχολιάστε

Σχολιάστε