Ἀρχεῖο κατηγορίας "ΒΙΒΛΙΟ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ/ – ΚΡΙΣΙΕΣ"

Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΜΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΙΑΠΩΝΕΖΑΣ

Ἡ μαρτυρία μιᾶς Ὀρθόδοξης Ἰαπωνέζας

Μαρία –Kinuko Fukami

«Η ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗ»
(Ἀπὸ τὴν Ἄπω Ἀνατολὴ στὴν Ἀνατολικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία)
ἐκδ. «Ἔαρ», Ἀθῆναι, Δεκέμβριος 2023, σελ. 166 -168

ΣΧ. «ΧΡ. ΒΙΒΛ.»: Λίγοι πλέον Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες μποροῦν νὰ διατυπώσουν μὲ τέτοια διαύγεια, ἁπλότητα ἀλλὰ καὶ στερεότητα αὐτὰ ποὺ διατυπώνει ἡ συγγραφέας.

, , ,

Σχολιάστε

ΚΡΥΠΤΟΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΟΥΡΚΙΑ (8 ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ)

ΚΡΥΠΤΟΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ

 

Κρυπτοχριστιανοὶ στὴ σύγχρονη Τουρκία
8 διηγήματα μὲ βάση τὴν ἀλήθεια

 

Κυκλοφορεῖ στὰ βιβλιοπωλεῖα ἀπὸ τὶς Ἐναλλακτικὲς Ἐκδόσεις.

Συγγραφέας: Γιῶργος Ν. Παπαθανασόπουλος
Σελ. 110
Τιμή: 11 εὐρὼ

.                         Τὸ ταξίδι – προσκύνημα ποὺ ἔκαμα κατὰ τὴ δεκαετία τοῦ 1990 στὴν Τουρκία καὶ πιὸ συγκεκριμένα στὸν Πόντο, στὴν Ἰωνία, στὴν Καππαδοκία καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη ἦταν εὐλογημένο. Βίωσα κατὰ τὸ δυνατὸν τὴν Πίστη ποὺ εἶχαν διαχρονικὰ οἱ ἐκεῖ Ἕλληνες. Ἡ ἔκπληξή μου ἦταν μεγάλη καὶ εὐχάριστη ὅταν, κατὰ τὴν ἐπίσκεψή μου, ποὺ ἦταν συνάμα προσκύνημα καὶ ρεπορτάζ, στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ στὴ Μικρὰ Ἀσία, γνώρισα κρυπτοχριστιανοὺς στὴ σύγχρονη Τουρκία. Ἔτσι ὀνομάστηκαν ἐκεῖνοι οἱ Ρωμιοὶ ποὺ ἐπὶ τουρκοκρατίας γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὰ δεινά του ραγιὰ καὶ τὸν θάνατό τους, προτίμησαν καὶ προτιμοῦν νὰ συμπεριφέρονται ὡς μουσουλμάνοι, ἀλλὰ στὴν ψυχὴ τοὺς παρέμεναν καὶ παραμένουν Ρωμιοί, Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ καὶ Ἕλληνες. Οἱ περισσότεροι καὶ οἱ περισσότερες ἤσαν καὶ εἶναι τραγικὲς φυσιογνωμίες. Ἔκαμαν καὶ κάνουν κάτι ποὺ δὲν θέλουν καὶ κρύβουν αὐτὸ ποὺ πιστεύουν. Τὰ παρατιθέμενα διηγήματα στὸν πυρήνα τοὺς ἀποδίδουν πραγματικὰ γεγονότα. Τὰ περισσότερα βίωσε ὁ ἴδιος ὁ συγγραφέας, τὰ ὑπόλοιπα εἶναι ἀπὸ μαρτυρίες ἀξιόπιστων προσώπων. Γιὰ λόγους εὐνόητους τὰ ὀνόματα δὲν εἶναι τὰ ἀληθινά. Ὅμως τὸ γεγονὸς εἶναι πὼς πάνω στὴν ἀλήθεια, ὅπως τὴν ἔζησα, πλάθεται ἡ μυθοπλασία.

,

Σχολιάστε

«ΜΕΡΕΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ»: ΜΙΑ “ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΗ” ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

 Ἀρχιμ. Νικολάου Ἰωαννίδη
Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ
Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
«Μέρες  Ἀποκάλυψης στὴν  Ἰωνία
– Τὸ δράμα τῶν Ἑλλήνων τῆς  Ἰωνίας 1914-1922»
(ἐκδ. «Ἀρχονταρίκι»)

.             Μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς θλιβερῆς ἐπετείου τῶν ἑκατὸ ἐτῶν ἀπὸ τὴν Μικρασιατικὴ καταστροφὴ (1922) καὶ τῆς Συνθήκης τῆς Λωζάνης (1923), θὰ ἤθελα νὰ δημοσιεύσω μία παρουσίαση τοῦ ἐκλεκτοῦ βιβλίου «Μέρες  Ἀποκάλυψης στὴν  Ἰωνία, τὸ δράμα τῶν Ἑλλήνων τῆς  Ἰωνίας 1914-1922» τοῦ φίλου Γιώργου Παπαθανασόπουλου, δημοσιογράφου, χημικοῦ καὶ θεολόγου. Τὸ βιβλίο, ὅσο θὰ ὑπάρχουν οἱ μνῆμες τῆς Γενοκτονίας τοῦ 1922, θὰ εἶναι πάντοτε ἐπίκαιρο.
.             Τὸ βιβλίο «Μέρες  Ἀποκάλυψης στὴν  Ἰωνία, τὸ δράμα τῶν Ἑλλήνων τῆς  Ἰωνίας 1914-1922» εἶναι ἱστορικὸ μυθιστόρημα, ποὺ  ἀναδεικνύει τὸν κ. Παπαθανασόπουλο ὄχι μόνον ὡς ἕναν δόκιμο συγγραφέα καὶ δημοσιογράφο, ὅπως τὸν γνωρίζαμε μέχρι σήμερα, ἀλλὰ καὶ ὡς ἕναν ὑψηλοῦ ἐπιπέδου γλαφυρὸ λογοτέχνη – μυθιστοριογράφο, τοῦ ὁποίου τὶς ἱκανότητες τὶς ἀναγνωρίζει καὶ τὶς χαίρεται ὅποιος διαβάσει τὸ βιβλίο αὐτό.
.             Προσωπικά, διαβάζοντας τὸ βιβλίο, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς σκέψεις ποὺ ἀνέφερα, ἔνιωσα πνευματικὴ κατάνυξη καὶ ἐθνικὴ ὑπερηφάνεια. Αἰσθάνθηκα τὸ μεγαλεῖο καὶ τὴ σπουδαιότητα τῆς ἐθνικῆς καὶ πνευματικῆς μας ταυτότητας, καὶ τὸ πόσο σημαντικὸ εἶναι γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὸ μέλλον μας νὰ τὴν γνωρίζουμε.  Ὁ φίλος Γιῶργος Παπαθανασόπουλος εὐφυῶς διάλεξε τὸ εἶδος τοῦ ἱστορικοῦ μυθιστο-ρήματος, γιὰ νὰ καταγράψει τὸ κομμάτι αὐτὸ τῆς ἱστορίας μας, τὴ Μικρασιατικὴ καταστροφή, καὶ νὰ μᾶς περάσει τὰ σπουδαῖα νοήματα ποὺ ἐξάγονται ἀπ’ αὐτή. Καὶ ἔπραξε ἄριστα, γιατί τὸ ἱστορικὸ μυθιστόρημα καταγράφει πιστῶς τὴν ἱστορία καὶ ἀναδεικνύει τὰ συμπεράσματα τῶν ἱστορικῶν γεγονότων, ποὺ πρέπει νὰ ἔχουμε ὑπόψη, καὶ προσφέρει -θὰ ἔλεγα διδάσκει- μὲ ἕναν εὐχάριστο καὶ ξεκούραστο τρόπο, ὅσους δυστυχῶς δὲν μποροῦν ἢ δὲν θέλουν νὰ ἀνατρέξουν σὲ ἐπιστημονικὲς ἱστορικὲς μελέτες.
.             Ἐπειδὴ ἐκτιμῶ πολὺ τὸ ἱστορικὸ μυθιστόρημα, γιατί εὔκολα μεταφέρει, ὅπως ἀνέφερα, ἱστορία, ἤθη, ἔθιμα κ.λπ., θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ ἀναφερθῶ γιὰ λίγο σ’ αὐτὸ καὶ νὰ πῶ ὅτι πρόκειται γιὰ ἐκεῖνο τὸ λογοτεχνικὸ εἶδος, στὸ ὁποῖο γίνεται ἀπόπειρα νὰ δημιουργηθεῖ μία δραματικὴ δομὴ μυθοπλασίας μέσα σὲ μία αὐστηρῶς ὁριοθετημένη ἱστορικὴ ἐποχή, τὴν ὁποία σκιαγραφεῖ ὁ δημιουργός του μετὰ ἀπὸ διεξοδικὴ καὶ ἀντικειμενικὴ μελέτη τῶν ἱστορικῶν γεγονότων, τῶν τόπων, τῶν χαρακτήρων, τῶν ἠθῶν καὶ συνηθειῶν, ἀκόμη καὶ τοῦ τρόπου ὁμιλίας, ποὺ χρησιμοποιοῦσαν τὰ πρόσωπα τῆς ἐποχῆς, ποὺ ὁ ἴδιος ἐπέλεξε γιὰ τὸ ἔργο του. Βεβαίως, ὀφείλω νὰ πῶ ὅτι πολλὲς φορὲς οἱ σχέσεις μυθιστορηματικῆς ἀφήγησης τῆς ἱστορίας καὶ τῆς ἱστορίας τῶν γεγονότων, ποὺ περνᾶ ἀπὸ αὐστηρὴ ἐπιστημονικὴ βάσανο, δὲν βαίνουν παραλλήλως.
.             Στὸ ἐν λόγῳ, ὅμως, ἔργο καὶ ἡ ἱστορικὴ διεισδυτικὴ ἀκρίβεια τιμᾶται καὶ ἡ δροσερότητα τῆς μυθιστορηματικῆς πλοκῆς δὲν μειώνεται.  Ἔτσι, ὅλα αὐτὰ τὰ στοιχεῖα ἐμπεριέχονται στὸ βιβλίο τοῦ κ. Παπαθανασόπουλου, καὶ βλέπουμε νὰ μᾶς μεταφέρει μὲ ἐνάργεια, πιστότητα καὶ ρεαλισμὸ τὶς κοινωνικὲς συνθῆκες, τὸ πνεῦμα καὶ τὶς συμπεριφορὲς τῶν προγόνων μας, ποὺ ἀσφαλῶς μπορεῖ νὰ ἐπηρεάσουν θετικὰ τὴ ζωὴ καὶ τὴ συμπεριφορὰ ὅλων μας.
.             Τὸ βιβλίο «Μέρες  Ἀποκάλυψης στὴν  Ἰωνία» ἐκπέμπει πολλὰ μηνύματα, ποὺ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὰ ἀναλύσει κάποιος μόνος του -γιατί δὲν ἐμπίπτουν ὅλα στὴν ἁρμοδιότητα ἑνὸς ἀνθρώπου- καὶ γι’ αὐτό, συνήθως, ἡ παρουσίαση ἑνὸς βιβλίου γίνεται ἀπὸ περισσότερους παρουσιαστές.  Ἔτσι, ὅσον ἀφορᾶ τὸ πρόσωπό μου, θὰ ἀναφερθῶ στὰ ἐκκλησιαστικὰ καὶ θεολογικὰ μηνύματα τοῦ βιβλίου, ποὺ τὰ θεωρῶ πολὺ σημαντικὰ καὶ διδακτικά, ἰδιαίτερα γιὰ τὶς ἡμέρες μας, ποὺ ὅ,τι ἐκκλησιαστικό, θεολογικὸ καὶ πατριωτικὸ εὐτελίζεται, λοιδορεῖται καὶ ἀπαξιώνεται.

.             Τὸ πρῶτο θέμα ποὺ θέλω νὰ θίξω εἶναι ἡ πίστη, ἡ πίστη τῶν ἀνθρώπων ποὺ σκιαγραφοῦνται στὸ βιβλίο, δηλαδὴ τῶν προγόνων μας, ἡ πίστη μὲ τὴν ὁποία ἔζησαν, μεγαλούργησαν ἀλλὰ καὶ μαρτύρησαν, τόσο μὲ τὸ μαρτύριο τῆς συνειδήσεως, ὅσο καὶ μὲ τὸ μαρτύριο τοῦ αἵματος, ὅταν χρειάσθηκε.  Ἡ πίστη αὐτὴ ἀναφέρεται πρῶτον στὸν Θεὸ καὶ ἀποτελεῖ τὸ θεμέλιο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, ποὺ ὑπῆρξε καὶ τὸ περιεχόμενο τῆς ἐν γένει ζωῆς τῶν ἀνθρώπων τῆς Μικρασίας, ὅπως μᾶς τὸ μεταφέρει τὸ βιβλίο (βλ. σ. 16, 85, 189).
.             Τὸ πρῶτο γράμμα τοῦ ἀλφαβήτου τῆς ὀρθόδοξης πίστεως εἶναι ἡ πίστη στὸν ζῶντα καὶ τρισυπόστατο Θεό. Αὐτὴ εἶναι τὸ θεμέλιο καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, ἡ ρίζα ἀπὸ τὴν ὁποία αὐξάνει καὶ ἀναπτύσσεται κάθε χριστιανός, κατὰ τὸ μέτρο, βέβαια, τοῦ ἀγώνα του καὶ τοῦ κόπου του στὸ στάδιο τῆς κατὰ Χριστὸν ζωῆς του.  Ἡ πίστη χαρίζει τὴν πραγματικὴ κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἡ κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ χαρίζει στὴ συνέχεια καὶ τὴν κοινωνία μὲ τοὺς συνανθρώπους. Εἶναι ἡ πρώτη βαθμίδα, πάνω στὴν ὁποία ἀνερχόμενος ὁ ἄνθρωπος εἰσέρχεται στὴν καινὴ ζωή, ἡ ὁποία ἀσφαλῶς εἶναι καὶ κοινὴ ζωή, δηλαδὴ ζωὴ κοινωνίας καὶ ἑνότητας τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους. Καὶ βλέπουμε πολὺ καθαρὰ στὸ βιβλίο ὅτι ἡ ἑνότητα τῶν Μικρασιατῶν πατέρων μας βασιζόταν στὸν Χριστὸ καὶ στὴν  Ἐκκλησία Του, ποὺ ἦταν ἡ κοινὴ ἀναφορά τους, ἡ συνεκτικὴ δύναμις ποὺ τοὺς ἔνωνε μὲ δεσμοὺς ἀκατάλυτους στὴν ἐπίγεια ζωή, καὶ συνάμα τοὺς ἔδινε τὴ βεβαιότητα τῆς κοινωνίας μέσα στὴν αἰώνια ζωὴ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ (βλ. σ. 416). Μὲ τὴν πίστη κατόρθωναν νὰ ἀποφεύγουν τοὺς πειρασμοὺς τῶν παθῶν, τὶς πτώσεις καὶ ὅλες τὶς ἀντιξοότητες τῆς ζωῆς. Μὲ τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως ὅ,τι κατόρθωναν ἦταν ἀποτέλεσμα συλλογικότητας, ἔργο κοινό, στὸ ὁποῖο καθένας κατέβαλλε τὸ χάρισμά του, τὴν ἱκανότητά του, καὶ δὲν τὰ κράταγε μόνον γιὰ τὸν ἑαυτό του.
.             Μὲ ἄλλα λόγια, τὸ βιβλίο μᾶς παρουσιάζει μία κοινωνία ποὺ ξεπερνᾶ τὰ ὅρια καὶ τὸ περιεχόμενο μίας συμβατικῆς κοσμικῆς κοινωνίας ἀνθρώπων, ποὺ καθορίζει τὸν τρόπο τῆς κοινωνικῆς τους ὕπαρξης, ἔχοντας ὡς μέτρο τὰ κριτήρια τῶν διαφόρων κοινωνικῶν συστημάτων, ποὺ δὲν δίνουν καμμία θέση στὸν Θεάνθρωπο Χριστὸ καὶ οὔτε ἐπιτρέπουν τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιό Του νὰ παίζει κάποιο ρόλο στὴ διαμόρφωση τῆς κοινωνικῆς ζωῆς τους. Οἱ Μικρασιάτες πατέρες μας στὴ δική τους κοινωνία εἶχαν ὡς κέντρο τὸν Ἰησοῦν Χριστὸ καὶ τὸ Εὐαγγέλιό Του, καὶ ὁλόκληρη ἡ ζωή τους ξεκινοῦσε ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ κατέληγε στὸν Χριστό. Εἴτε ἐν ἐπιγνώσει εἴτε ἀνεπιγνώστως δὲν ἀγωνίζονταν νὰ δημιουργήσουν μία κοινωνία – ἀνθρώπινο κατασκεύασμα, ἀλλὰ μὲ πίστη καὶ ταπείνωση εἰσέρχονταν στὴν «ἡτοιμασμένην» ἀπὸ καταβολῆς  κόσμου κοινωνία Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, μέσα στὴν ὁποία «ζοῦσαν καὶ κινοῦνταν καὶ ὑπῆρχαν», γιὰ νὰ χρησιμοποιήσω τὰ λόγια τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων (17,28), μέσα στὴν ὁποία ζοῦσαν τὴ χαρὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ ὑπέμεναν ὅλα τὰ λυπηρὰ τῆς ζωῆς.
.             Θὰ ἦταν λάθος νὰ χαρακτηρίσει κανεὶς τὴν κοινωνία αὐτὴ τῶν Μικρασιατῶν ὡς κοινωνία ἀποκλειστικὰ «ἐκκλησιαστικὴ» ἢ «κοσμική», διότι ὁ χριστιανὸς ζεῖ στὸν κόσμο, ἀλλὰ συμπεριφέρεται ὡς ἄνθρωπος τοῦ Χριστοῦ, ἐφαρμόζοντας κατὰ τὸ δυνατὸν τὸ ἅγιο θέλημά Του. Συνεπῶς, ἕνας σαφὴς διαχωρισμὸς μεταξὺ «ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς» καὶ «κοσμικῆς ζωῆς» δὲν ὑπάρχει, καὶ αὐτὸ ἀναδύεται ἀβίαστα ἀπὸ τὸ ἐν λόγῳ βιβλίο. Ἡ καθημερινὴ ζωὴ τῶν Μικρασιατῶν ἀλληλο-περιεχωρεῖτο μὲ τὴν χριστιανικὴ – ἐκκλησιαστικὴ ζωή τους. Δὲν ἦσαν ἄλλοι μέσα στὴ ἐκκλησία καὶ ἄλλοι ἔξω ἀπ’ αὐτήν.  Ἡ καθημερινὴ ζωή τους ἦταν ἡ συνέχεια τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ συνάμα ἡ προετοιμασία γιὰ τὴν ἑπόμενη Θεία Λειτουργία.
.             Ἡ γενναία καὶ χριστιανικὴ στάση τῶν Μικρασιατῶν ἔναντι τῶν θλίψεων καὶ τῶν πειρασμῶν, ποὺ μᾶς δείχνει τὸ βιβλίο, ἀποτελεῖ δείκτη τῆς πνευματικῆς τους κατάστασης, εἶναι σὰν νὰ γνώριζαν τοὺς πατερικοὺς λόγους ὅτι οἱ θλίψεις καὶ οἱ πειρασμοὶ διαχωρίζουν «τοὺς υἱοὺς τοῦ Θεοῦ… ἐκ τῶν λοιπῶν ἀνθρώπων». Οἱ «υἱοὶ τοῦ Θεοῦ» εἶναι ἐκεῖνοι, γιὰ τοὺς ὁποίους ἡ Γραφὴ λέγει «ὂν ἀγαπᾶ Κύριος παιδεύει» ( Ἑβρ. 12,6), ἐνῶ οἱ λοιποί, οἱ ἄλλοι εἶναι ἐκεῖνοι γιὰ τοὺς ὁποίους ἡ Γραφὴ ἀναφέρει οἱ «χωρὶς παιδείαν», «νόθοι ἐστὲ καὶ οὐχ υἱοί».
.             Ὁ συγγραφέας ἀποτυπώνει πολὺ παραστατικὰ καὶ μὲ γλαφυρότητα αὐτὴ τὴν κοινωνία τῶν Μικρασιατῶν, ἡ ὁποία πάλλεται ἀπὸ πατριωτικὸ αἴσθημα, ποὺ ἀναμφίβολα βασίζεται στὶς ἔννοιες τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀνεξιθρησκείας καὶ τῆς ἰσότητας· καὶ ἡ ἀφήγησή του δὲν ἔχει ἴχνος ἐξιδανικεύσεως -ἔστω καὶ ἂν κάποιοι ἐπηρεασμένοι ἀπὸ τὸν σημερινὸ τρόπο ζωῆς μπορεῖ νὰ θεωρήσουν ὅτι ὑπάρχει κάποιο εἶδος ἐξιδανίκευσης. Οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι, αὐτοὶ ἦσαν καὶ ἔτσι ζοῦσαν· φυσιολογικοὶ ἄνθρωποι μὲ τὶς χάρες τους, ἀλλὰ καὶ μὲ τὶς ἀδυναμίες καὶ τὰ πάθη τους, ποὺ δὲν ἀποπειρᾶται ὁ συγγραφέας νὰ παραλείψει ἢ νὰ ἐξωραΐσει. Μὲ ἀντικειμενικότητα ἀναφέρεται σὲ θέματα ὅπως προδοσία, διχόνοια (βλ. σ. 144) κ.λπ. ὁ ἔρωτας ἢ ἁπλὲς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες, ὅπως τοῦ κουτσομπολιοῦ καὶ μάλιστα μέσα στὸν Ναὸ (βλ. σ. 26).  Ἀκόμη μὲ ρεαλισμὸ καὶ συγκατάβαση στὶς  ἀνθρώπινες ἀδυναμίες, μᾶς μιλᾶ γιὰ τὸν διάκονο Νήφωνα, ὁ ὁποῖος ἐγκατέλειψε τὴν ἱερωσύνη, γιὰ νὰ νυμφευθεῖ. Χωρὶς ἴχνος εὐσεβισμοῦ, ἀναφερόμενος στὸν ἔρωτα δίνει τὶς φυσιολογικές, ἀνθρώπινες διαστάσεις του, θὰ ἔλεγα καὶ τὶς χριστιανικὲς (βλ. σ. 71,74).
.             Μὲ τὸν ἴδιο ρεαλισμὸ ἀναφέρεται καὶ σὲ ἄλλες ἀδυναμίες τῶν ἀνθρώπων ἐκείνου τοῦ ἤθους, ὅπως τῆς δίκαιης ὀργῆς γιὰ τοὺς διῶκτες Τσέτες, ἀλλὰ καὶ σὲ ἀρετές, ὅπως στὴν ἔλλειψη μισαλλοδοξίας καὶ ἐκδικητικότητας (βλ. σ. 38-9 · 274), τὴ στάση τους ἔναντι τῶν ἑβραίων (βλ. σ. 41-42) καὶ τῶν μασώνων (βλ. σ. 42-43), τὴν ἀποδοχὴ τοῦ ἄλλου, τοῦ τίμιου ἄλλου, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἀλλόθρησκος (βλ. σσ. 36, 354, 450), τοῦ πατριωτισμοῦ καὶ τῆς καλῶς ἐννοουμένης ὑπερηφάνειας γιὰ τὴν ἑλληνικὴ καταγωγή τους καὶ καταγωγή μας.  Ὅλα αὐτὰ σήμερα λοιδοροῦνται, καὶ ἂν κανένας τολμήσει νὰ τὰ ὑπερασπισθεῖ, θὰ χαρακτηρισθεῖ φασίστας καὶ ἄλλα φαιδρά.  Ὅμως, αὐτὰ μᾶς διδάσκουν· καὶ πρὸ πάντων μᾶς διδάσκει ἡ ἀταλάντευτη ἐμμονὴ τῶν Μικρασιατῶν Ἑλλήνων πατέρων μας στὶς ἀξίες, ποὺ ὀφείλουμε νὰ ἔχουμε καὶ νὰ ὑπερασπιζόμαστε ὡς χριστιανοὶ καὶ ὡς  Ἕλληνες πατριῶτες.

 .             Ἰδιαίτερα θὰ ἤθελα νὰ ἀναφερθῶ στὴ μαρτυρία καὶ τὸ μαρτύριο, ποὺ ἦσαν πρόθυμοι οἱ Μικρασιάτες νὰ ὑποστοῦν γιὰ τὴν πίστη, γιὰ τὴν ἐλευθερία, γιὰ τὴν πατρίδα καὶ γιὰ τὴν τιμή τους.  Ὁ συγγραφέας μὲ πολλὴ διάκριση τὸ ἀναφέρει σὲ κάποια σημεῖα, μὴ θέλοντας νὰ τὸ ἐπαναλαμβάνει συνεχῶς, προφανῶς γιὰ νὰ μὴ χάσει τὴν ἀξία του, ἡ μαρτυρική, ὅμως, διάθεσή τους εἶναι διάχυτη σ’ ὅλο τὸ βιβλίο. Θὰ ἤθελα νὰ διαβάσω ἕνα ἀπόσπασμα πολὺ χαρακτηριστικὸ (βλ. 262-3).

 .             Ἕνα ἄλλο θέμα, στὸ ὁποῖο θὰ ἤθελα νὰ σταθῶ, εἶναι ὁ ρόλος τῆς  Ἐκκλησίας καὶ τοῦ κλήρου στὴ ζωὴ καὶ τὸν ἀγώνα τῶν Ἑλλήνων τῆς Μικρᾶς  Ἀσίας. Τὸ βιβλίο μᾶς δίνει πολλὲς ἀφορμές. Ἡ ἀναφορὰ στοὺς Μητροπολίτες Σμύρνης Χρυσόστομο,  Ἐφέσου  Ἰωακεὶμ καὶ στὸν παπα-Γιώργη -ἡ προσωπικότητα καὶ τὸ ἔργο τοῦ ὁποίου ἐκπροσωπεῖ τὸ σύνολο σχεδὸν τῶν ἱερέων τῆς ἐποχῆς- εἶναι πολὺ ἀποκαλυπτική. Θὰ παραθέσω μόνο ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὰ πολλὰ καὶ θαυμάσια ποὺ ἀναφέρονται γιὰ τὸν Μητροπολίτη Σμύρνης (σ. 217). Τὰ ἴδια περίπου ἀναφέρονται καὶ γιὰ τὸν Μητροπολίτη  Ἐφέσου, καὶ ἰδιαίτερα θέλω νὰ σημειώσω τὴν ἀγαστὴ συνεργασία τῶν δύο ἀνδρῶν γιὰ τὸ καλὸ ὅλων τῶν ἀνθρώπων, «ὑπὲρ ὧν Χριστὸς ἀπέθανεν», καὶ γιὰ τὸ καλό του ἔθνους.
.             Ἰδιαίτερα συχνὴ καὶ ἐνδιαφέρουσα εἶναι ἡ ἀναφορὰ στὸν παπὰ- Γιώργη, ὄχι γιατί ἦταν συγγενής, παπποὺς τοῦ συγγραφέα, ἀλλὰ πιστεύω ἐπειδὴ ὁ συγγραφέας ἤθελε νὰ δείξει ὅτι ὁ ἱερέας ἐκ τῆς θέσεώς του εἶναι κοντὰ στὸ ποίμνιό του, καὶ ὡς πατέρας καὶ διδάσκαλός του γίνεται ὁ καθοδηγητὴς καὶ ἐμνευστής του. Καὶ τὸ πετυχαίνει ὁ συγγραφέας μας· ὁ παπα-Γιώργης παρουσιάζεται ἔξοχα ὡς ἡ ψυχὴ τῆς τοπικῆς κοινωνίας, ὡς ὁ ἄνθρωπος ποὺ βρίσκεται ἐν ἐγρηγόρσει, ἀγωνιᾶ καὶ φροντίζει γιὰ ὅλες τὶς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων, τοὺς ὁποίους θεωρεῖ ὅλους παιδιά του καὶ δὲν τοὺς ξεχωρίζει ἀπὸ τὰ κατὰ σάρκα παιδιά του· φροντίζει γιὰ τὶς ἀνάγκες τὶς ὑλικὲς καὶ πνευματικές, διδάσκει, παρηγορεῖ, συμβουλεύει, ἐμπνέει, προτρέπει, διορθώνει μὲ τὴν θεία συγκατάβαση ποὺ δίδαξε ὁ Χριστός, θεραπεύει τὶς πνευματικὲς καὶ ὑλικὲς πληγὲς τῶν τέκνων του.
.             Ὅλα αὐτά, γιατί γνώριζε καλὰ ὁ παπα-Γιώργης, ὅτι ὡς ἱερέας εἶναι  μάρτυρας τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ καὶ μέτοχος στὴ δόξα του, ποὺ θὰ ἀποκαλυφθεῖ μελλοντικὰ (Πέτρ. 5,1-4). Γνώριζε καὶ ἐφάρμοζε τὴν πατερικὴ ρήση ὅτι τὸ ὑπούργημα τοῦ ἱερέα «εἶναι ἔργο καὶ ὄχι ἄνεσις, εἶναι φροντὶς καὶ ὄχι τρυφή, εἶναι λειτουργία ὑπεύθυνη καὶ ὄχι ἀρχὴ ἀνεξέταστος, εἶναι πατρικὴ κηδεμονία καὶ ὄχι τυραννικὴ αὐτονομία» (Βλ.  Ἰσίδωρο Πηλουσιώτη). Καὶ αὐτὸ τὸ ἀποδεικνύει ὁ παπ-Γιώργης μὲ ὅλη τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο του καὶ προπάντων μὲ τὸν θάνατό του. Συνταπεινώθηκε καὶ θυσιάστηκε μὲ τὸν ταπεινωθέντα Δεσπότη Χριστό, τὴν ἱερωσύνη τοῦ Ὁποίου ἔφερε. Θυσιάστηκε κυριολεκτικὰ χάριν τοῦ ἑνὸς προβάτου, δηλ. τῆς γυναίκας ἐκείνης ποὺ πέθαινε καὶ ἔπρεπε νὰ τῆς μεταδώσει τὴ θεία Κοινωνία, πράγμα ποὺ ἔπραξε, παρὰ τὶς κακὲς καιρικὲς συνθῆκες, ἐνῶ γνώριζε καλὰ ὅτι θὰ ἐπηρεασθεῖ ἡ εὔθραστη ὑγεία του, ὅπερ καὶ ἐγένετο, καὶ τὸν ὁδήγησε τελικὰ στὸ θάνατο (σ. 312-13). Τὰ ὅσα ἀναφέρει ὁ συγγραφέας μας γιὰ τὸν παπα-Γιώργη εἶναι ἕνας ὕμνος στὴν ἱερωσύνη, τῆς ὁποίας τὸ ἔργο εἶναι ἔργο «καταλλαγῆς», δηλαδὴ συμφιλιώσεως τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸν Θεὸ καὶ τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους. Εἶναι τὸ ἔργο ποὺ πάντοτε πρόσφερε στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ ὁ ὀρθόδοξος κλῆρος, ἄσχετα ἂν σήμερα παραθεωρεῖται, συκοφαντεῖται καὶ λοιδορεῖται.
.             Ὁ παπα-Γιώργης προβάλλεται ὡς ὁ γνήσιος καὶ ἀληθινὸς τύπος τοῦ ἱερέα, ποὺ κατέχει ὅλα τὰ προσόντα καὶ τὶς ἀρετές, ποὺ ὀφείλει νὰ ἔχει ὁ ἱερέας καὶ τὰ ὁποῖα λεπτομερῶς κατονομάζουν οἱ Πατέρες τῆς  Ἐκκλησίας: ταπεινόφρων, νηφάλιος, φιλάνθρωπος, σεμνός, εὐλαβής, συνετός, σοβαρὸς καὶ ἁπλός, σώφρων, διορατικός, προσηνής, κοινωνικός, ἀγωνιστής, ἀσκητικός, πράος, ἀφιλάργυρος, ἡγετικός, ἀνδρεῖος, διδακτικὸς κ.λπ. Τέτοιοι ἱερεῖς ὑπῆρξαν, ὑπάρχουν καὶ θὰ ὑπάρχουν, καὶ κάθε τέτοιος ἱερέας εἶναι «λύχνος», ποὺ φωτίζει τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ νὰ περπατᾶ στὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς καὶ τοῦ ἀγώνα, τόσο γιὰ τὰ πνευματικὰ ὅσο καὶ γιὰ τὰ ἐθνικά μας πράγματα.

.             Ὅλα ὅσα μέχρι τώρα ἀνέφερα, πιστεύω ὅτι ἀποδεικνύουν τὸ ἦθος τῶν Μικρασιατῶν πατέρων μας, τὸ ἦθος τὸ χριστιανικό, τὸ ἑλληνικό, τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας, τῆς φιλανθρωπίας, τῆς ἐργατικότητας, τῆς δικαιοσύνης κ.λπ.· μὲ αὐτὸ τὸ ἦθος ἔζησαν καὶ μεγαλούργησαν στὴν Μικρασιατικὴ πατρίδα καὶ αὐτὸ μετέφεραν ἐδῶ στὴν  Ἑλλάδα.  Ἀλλὰ ἐδῶ στὴν  Ἑλλάδα μας, στὸ νεοελληνικὸ κράτος ποὺ διαμορφώθηκε καὶ ἀνδρώθηκε ὄχι μὲ τὰ πρότυπα τῶν προγόνων μας, ἀλλὰ μὲ τὰ πρότυπα τοῦ δυτικοῦ διαφωτισμοῦ, τὸ ἦθος τῶν Μικρασιατῶν δὲν ἔγινε δεκτό, δὲν ἀναγνωρίσθηκε ὡς δικό μας ἑλληνικὸ καὶ χριστανικὸ ἦθος. Καὶ τοῦτο γιατί οἱ νεοέλληνες ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη τοῦ 1922 εἶχαν ἀρχίσει νὰ ἀλλοτριώνονται κάτω ἀπὸ ξενόφερτες ἐπιδράσεις, οἱ ὁποῖες κατέκλυσαν τὴν κοινωνία μας καί, ὅπως διαπιστώνουμε σήμερα, ἀλλοίωσαν, γιὰ νὰ μὴν πῶ ἀφάνισαν, ὅ,τι ἱερὸ καὶ ὅσιο εἴχαμε καὶ ἔπρεπε νὰ διαφυλάξουμε ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ.
.             Αὐτὸ τὸ ἦθος, ποὺ ἦταν τὸ ἦθος τῶν μεγάλων Πατέρων καὶ τῶν βυζαντινῶν Πατέρων τῆς  Ἐκκλησίας μας,  εἶχαν τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἐδῶ στὴν  Ἑλλάδα οἱ ἀπόγονοι τῶν Κολλυβάδων, τοῦ φιλοκαλικοῦ ἐκείνου κινήματος, ποὺ δίδασκε τοὺς ἀνθρώπους πῶς νὰ καλλιεργοῦν τὸν νοῦ τους προκειμένου νὰ βλέπουν, νὰ γνωρίζουν, νὰ ἀγαποῦν καὶ νὰ προσφέρουν τὴν ἁρμόζουσα εὐχαριστία γιὰ ὅ,τι εἶναι καλό, ἀληθινὸ καὶ ὄμορφο στὴν ἀνθρώπινη ζωή. Δίδασκαν δηλαδὴ τὴν ἀξία τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου, τὸ νόημα τῆς ζωῆς του καὶ τὸ σωστὸ προορισμό του, ποὺ δὲν τελειώνει στὰ ἐνθαδικὰ ἀλλὰ προεκτείνεται στὰ αἰώνια. Αὐτὸ τὸ ἦθος τὸ ὀρθόδοξο, τὸ ἑλληνικό, τὸ βυζαντινό, ἂν εἶχε ἀποδεχθεῖ καὶ ἀκολουθήσει τὸ νεοσύστατο τότε ἑλληνικὸ κράτος, σήμερα τὰ πράγματα θὰ ἦταν διαφορετικὰ καί, προπάντων, δὲν θὰ εἴχαμε πλήρως παραδοθεῖ στὴν ἐνδοκοσμικότητα τῆς εὐρωπαϊκῆς Δύσης, ἀλλὰ θὰ εἴχαμε διατηρήσει τὴν ὑπερβατικότητα τῆς ὀρθόδοξης  Ἀνατολῆς. Γι’ αὐτὸ ὁ φιλόκαλος συγγραφέας, ὁ ἀγαπητὸς φίλος Γιῶργος Παπαθανασόπουλος, ἐνῶ μᾶς διηγεῖται τοὺς πόνους καὶ γενικὰ τὴν τραγωδία τοῦ ξεριζωμοῦ τῶν Μικρασιατῶν καί, κυρίως, τὴν ἀπογοήτευσή τους ἀπὸ τὴν κακὴ ὑποδοχὴ ποὺ τοὺς ἐπεφύλαξαν ἐδῶ στὴν πατρίδα οἱ ἀλλοτριωμένοι ἀδελφοί τους νεοέλληνες, δὲν παραλείπει νὰ ἀναφέρει  πόσο ἀναπαύθηκε ἡ κυρὰ Βασιλεία, ἡ παπαδιὰ τοῦ παπα-Γιώργη, ἀπὸ τὴ συνάντησή της μὲ τοὺς φορεῖς αὐτοῦ τοῦ ἤθους, τῆς φιλοκαλικῆς παραδόσεως, τὸν παπα-Νικόλα Πλανᾶ, σήμερα ἅγιο Νικόλαο. Μάλιστα, γιὰ νὰ ἐπικυρώσει τῶν λόγων του τὸ ἀληθές, ἐπικαλεῖται καὶ τὴ μαρτυρία τοῦ μεγάλου λογοτέχνη μας τοῦ  Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, τοῦ ἐπιλεγομένου καὶ ἁγίου τῶν γραμμάτων, ὁ ὁποῖος λίγα χρόνια ἐνωρίτερα τὸν ἐξυμνοῦσε (βλ. σ. 445-6).
.             Τὸ ἦθος ὅμως τῶν Μικρασιατῶν προσφύγων νίκησε, γιατί τελικὰ τὸ καλό, τὸ γνήσιο καὶ ἀληθινὸ πάντοτε νικᾶ, χωρὶς βέβαια νὰ ἐπικρατήσει, χωρὶς νὰ ἐπιβάλλεται καταναγκαστικὰ γιὰ νὰ ἑδραιωθεῖ. Οἱ Μικρασιάτες μὲ τὴν παρουσία τοὺς βοήθησαν τὸ ἑλληνικὸ κράτος, ἀλλὰ καὶ τὸ ἔθνος ὁλόκληρο, σὲ ὅλους τους τὸ-μεῖς: κατ’ ἀρχὰς στὴν οἰκονομία· μὲ τὴν ἐργατικότητά τους, τὴν τιμιότητά τους καὶ τὸ προοδευτικό τους πνεῦμα, συνέβαλαν στὴν οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη τῆς πατρίδας μας. Στὴν  Ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ ἔγιναν παράγοντες πνευματικῆς ἀνάπτυξης.  Ὅλες οἱ προσφυγικὲς ἐνορίες ἔγιναν κέντρα ζωντανῆς ἐκκλησιαστικῆς καὶ πνευματικῆς ζωῆς, διατηρώντας ὅλες τὶς προγονικὲς παραδόσεις μας καὶ τιμῶν-τὰς τὰ ἱερὰ λείψανα, τὶς ἱερὲς εἰκόνες καὶ τὰ ἄλλα ἱερὰ ἀντικείμενα, ποὺ μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς τοὺς μετέφεραν, ἀντὶ ἄλλων προσωπικῶν ἀντικειμένων ποὺ θεωροῦσαν ἤσσωνος ἀξίας. Στὸν πολιτισμό, στὰ γράμματα καὶ σὲ πολλοὺς ἄλλους τομεῖς ἡ συμβολὴ τοὺς ὑπῆρξε τεράστια, καὶ θὰ ἔπαιρνε πολὺ χρόνο, ποὺ δὲν ἔχουμε, γιὰ νὰ τὰ ἀναφέρω.
.             Τελειώνοντας, θὰ ἤθελα νὰ προσθέσω ὅτι, μέσα ἀπὸ τὸ βιβλίο, ποὺ ἄριστα περιγράφει τὴν κοινωνία τῶν Μικρασιατῶν πατέρων μᾶς διαφαίνεται ὅτι ἡ κοινωνία τῆς ἑνότητας τῶν πάντων πραγματώνεται μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὅπου δὲν μπορεῖ νὰ ἐπηρεασθεῖ ἀπὸ καμμιὰ φυσικὴ διαφορὰ ἡ ἀντίθεση: φύλο, φυλή, γλὼσ-σά, πολιτισμό, κοινωνικὴ τάξη. Ἡ Ἐκκλησία διακήρυξε διὰ στόματος τοῦ ἀποστόλου Παύλου ὅτι “οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ  Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θήλυ” (Γαλ. 3,28). Ἡ γυναίκα παίρνει τὴν ἰσότιμη θέση τῆς δίπλα στὸν ἄνδρα· ὁ φτωχὸς καὶ ὁ πλούσιος, ὁ δοῦλος καὶ ὁ ἐλεύθερος γίνονται ἰσότιμα μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ.  Ἔτσι πραγματώνεται ἡ ὑπέρβαση τῶν διακρίσεων, τῶν ἀντιθέσεων καὶ διαιρέσεων, πράγμα ποὺ σήμερα τὰ κράτη καὶ οἱ κοινωνίες προσπαθοῦν νὰ ἐπιβάλουν μὲ νόμους, ἀλλὰ δὲν τὸ ἐπιτυγχάνουν πλήρως, γιατί οἱ νόμοι, ἂν δὲν ἔχουν γίνει συνείδηση καὶ πίστη, δὲν μποροῦν νὰ φέρουν μία οὐσιαστικὴ ἀλλαγή. Ἀλλὰ καὶ στὸ μέτρο ποὺ τὸ ἐπιτυγχάνουν, ἡ ἐπιτυχία αὐτὴ δὲν ἀνταποκρίνεται στὴν ὑπέρβαση τῶν διακρίσεων ποὺ πραγματοποιεῖται μέσα στὴν Ἐκκλησία, γιατί τὰ κράτη ἀγωνίζονται γιὰ τὸν ἄνθρωπο, βασισμένα στὰ διάφορα οὐμανιστικὰ συστήματα, ἔχοντας στὸ κέντρο τὸν ἄνθρωπο καὶ ὄχι τὸν Θεάνθρωπο.
.             Ἡ Ἐκκλησία, ἔχοντας στὸ κέντρο της τὸν Θεάνθρωπο, εἶναι κοινωνία ἐν Χριστῷ, κοινωνία θεάνθρωπο-κεντρική, καὶ οἱ ἄνθρωποι μέσα σ᾽ αὐτὴν συνδέονται μὲ δεσμοὺς πιὸ ἰσχυροὺς ἀπὸ τοὺς κοσμικοὺς ἢ σαρκικούς, συνδέονται δηλαδὴ μὲ τοὺς δεσμοὺς τῆς κοινωνίας τῆς ζωῆς, τῆς κοινωνίας τῆς πίστεως, τῆς κοινωνίας τῆς ἀγάπης, τῆς κοινωνίας τῆς χαρᾶς καὶ τοῦ πόνου, τῆς κοινωνίας τῆς θυσίας καὶ τοῦ μαρτυρίου. Καὶ τελικὰ ὁδηγοῦνται στὴν οἰκοδομὴ μίας νέας, καινῆς καὶ καθολικῆς ζωῆς, μίας ζωῆς ποὺ εἶναι πραγματικὴ κοινωνία ἁγίων μὲ κέντρο τὸν Θεάνθρωπο Χριστό, μίας κοινωνίας ποὺ βασίζεται στὴν ταπείνωση, ποὺ δὲν εἶναι θεμελιωμένη στὴν ὑπερηφάνεια καὶ τὴν αὐτάρκεια, ποὺ ἀποτελοῦν τὴ βάση τῆς σημερινῆς οὐμανιστικῆς ψευδοκοινωνίας, ἡ ὁποία, τελικά, ὅπως ὅλοι συχνὰ διαπιστώνουμε, ὁδηγεῖ στὴν ἀντικοινωνικότητα.
.             Ὅλα αὐτὰ ἀποτελοῦν ἕνα μικρὸ δεῖγμα τῆς ὀρθόδοξης ἀνθρωπολογίας, ποὺ ἀβίαστα ἀναδύεται ἀπὸ τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἦθος τῶν Μικρασιατῶν, ὅπως περιγράφεται στὸ βιβλίο.  Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ διαβαστεῖ κυρίως ἀπὸ τοὺς νέους, γιὰ νὰ δοῦν ποιὲς εἶναι οἱ παραδόσεις καὶ οἱ ἀξίες μας, ποὺ σήμερα περιφρονοῦνται καὶ χλευάζονται. Νὰ τὸ διαβάσουν ὅμως μὲ μία προϋπόθεση: νὰ ἔχουν τὴ βεβαιότητα ὅτι δὲν πρόκειται γιὰ κάποιο παραμύθι ποὺ ἐξιδανικεύει κάποιους γραφικοὺς τύπους, ἀλλὰ ὅτι πρόκειται γιὰ ἀληθινὴ παρουσίαση τῶν προγόνων μας, ποὺ ἤσαν φορεῖς αὐτοῦ του χαμένου –πιστεύω ὄχι ἀνεπιστρεπτὶ- ἤθους.

  .              Ὁ Γιῶργος Παπαθανασόπουλος, μὲ τὴ συγγραφὴ τοῦ ὡραιότατου αὐτοῦ βιβλίου, ἐκπλήρωσε τὸ χρέος του στὴν παπαδιὰ γιαγιὰ τοῦ Βασιλεία, ποὺ τοῦ ἄφησε ὡς παρακαταθήκη: «Θέλω νὰ περάσεις κι ἐσὺ τὰ ὅσα θὰ μάθεις στὰ παιδιά σου καὶ στὰ ἐγγόνια σου. Εἶναι πολὺ σημαντικὸ αὐτό… Νὰ θυμᾶσαι πάντα στὴ ζωή σου πώς, ὅποιος ξεχνᾶ τὸ παρελθόν του, τὶς ρίζες του, δὲν ἔχει μέλλον καὶ ὅποιος χάνει τὴν πίστη του, εἶναι ἕνα τίποτε…». Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ χρέος ὅλων μας. –

, , ,

Σχολιάστε

Η «ΚΙΒΩΤΟΣ ΠΑΤΡΙΔΟΓΝΩΣΙΑΣ» ΣΤΟ ΛΕΩΝΙΔΙΟ

,

Σχολιάστε

ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ 1821 [Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος]

Βιβλίο γιὰ 70 προσωπικότητες τῆς ἐπανάστασης τοῦ 1821

ΠΗΓΗ: parapolitika.gr 

23 Φεβ 2022

.                      Τὸ συνταίριασμα τῆς δημοσιογραφικῆς πένας μὲ τὴ συγγραφικὴ ἱκανότητα καὶ τὴν ἐπιστημονικὴ ἔρευνα ὁδηγεῖ σὲ ἕνα ἀξιόλογο ἀποτέλεσμα. Αὐτὸ συντελεῖται στὸ βιβλίο τοῦδημοσιογράφου – συγγραφέα Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου «Κιβωτὸς πατριδογνωσίας – Μορφὲς τοῦ 1821 πρίν, κατὰ καὶ μετὰ τὴν Ἐπανάσταση» (Ἔκδ. «Τῆνος», 2021).
.                      Γιὰ τὴν 200ή ἐπέτειο τοῦ 1821 γράφτηκαν πολλὰ βιβλία. Αὐτὸ τοῦ Γ. Ν. Παπαθανασόπουλου προσφέρει στὸν ἀναγνώστη του κάτι τὸ διαφορετικό. Χρησιμοποιεῖ κυρίως ἱστορικὲς πηγὲς καὶ περιγράφει ἑβδομήντα προσωπικότητες, ποὺ συνδέονται μὲ τὴν Ἐπέτειο. Τὶς χωρίζει σὲ αὐτὲς ποὺ προετοίμασαν τὴν ἐπανάσταση, σὲ αὐτὲς ποὺ τὴν πραγματοποίησαν καὶ τὴν ἔφεραν σὲ αἴσιο πέρας, σὲ αὐτὲς ποὺ τὴν ὕμνησαν καὶ σὲ αὐτὲς ποὺ συνετέλεσαν στὴ διατήρηση τῶν ἀξιῶν της.
.                      Ὁ συγγραφέας, μὲ τὴ δημοσιογραφική του ἐμπειρία, συμπυκνώνει τὸ πλούσιο καὶτεκμηριωμένο ἱστορικὸ ὑλικὸ ποὺ συγκέντρωσε σὲ σύντομες καὶ εὐκολοδιάβαστες βιογραφίες. Ὁτρόπος γραφῆς του εἶναι ἄμεσος, ντόμπρος, ἀντικειμενικός, μακριὰ ἀπὸ ἰδεολογικὲς προκαταλήψεις. Δὲν διστάζει νὰ γράψει τεκμηριωμένες ἀλήθειες γιὰ τοὺς Μαυροκορδάτο, Κωλέττη, Μιαούλη, Τερτσέτη, Κοραὴ καὶ ἄλλους…
.                      Ὁ ἀναγνώστης τοῦ βιβλίου ἀποκτᾶ τὴν ἐντύπωση ὅτι διαβάζοντας στὶς 520 σελίδες τοῦβιβλίου τὶς βιογραφίες τῶν ἑβδομήντα προσωπικοτήτων παίρνει μία ἐπαρκῆ γνώση γι’ αὐτὲς καὶ μόνο γιὰ περισσότερη ἔρευνα χρειάζεται νὰ ἀνατρέξει σὲ βιβλιοθῆκες, σὲ πολυσέλιδες βιογραφίες καὶ σὲἱστορικὰ ἐπιστημονικὰ συγγράμματα. Ὁ δημοσιογράφος – συγγραφέας τεκμηριώνει τὰ ὅσα γράφει μὲτὴν χρήση ἐκτεταμένης βιβλιογραφίας, ἡ ὁποία ἀναγράφεται στὸ τέλος τοῦ βιβλίου καὶ εἶναι εἰκοσασέλιδη.

,

Σχολιάστε

«ΚΙΒΩΤΟΣ ΠΑΤΡΙΔΟΓΝΩΣΙΑΣ» (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος) [Νέα ἔκδοση]

Ι

, ,

Σχολιάστε

Η ΑΚΟΙΜΗΤΗ ΛΥΧΝΙΑ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ, π. ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΒΙΤΤΗΣ (Χαρ. Μπούσιας)

 

Ἡ ἀκοίμητη λυχνία τῆς Σουηδίας
π. Εὐσέβιος Βίττης [1]

(Ἀφιέρωμα στὴν μνήμη του, 4 Νοεμβρίου 2009)

Δρ Χαράλαμπος Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας

.                       Ἡ διακονία τοῦ πλησίον ἦταν ἔμφυτη στὸν Γέροντα Εὐσέβιο. Ἦταν στὸ αἷμα του. Ξυπνοῦσε καὶ κοιμόταν μὲ τὴν ἔγνοια του καὶ κάθε του ἰκμάδα ἦταν ἀφιερωμένη στὶς ἀνάγκες του. Στὸ πρόσωπο τοῦ κάθε συνανθρώπου του ἔβλεπε τὸν ἀγαπημένο του Ἰησοῦ, γι’ αὐτὸν ποὺ οἱ πατέρες λέγουν: «Εἶδες τὸν ἀδελφόν σου, εἶδες Κύριον τὸν Θεόν σου», εἶδες Αὐτὸν ποὺ μᾶς εἶπε ὅτι «Ἐφ’ ὅσον  ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ. κε΄ 40).
.                     Μετὰ τὴν Γαλλία ὁ Στέργιος ταξίδευσε στὴν Γερμανία καὶ στὴν Σουηδία. Διακονοῦσε σὲ διάφορες πόλεις δίνοντας πάντοτε τὸ παρὼν στὸν τομέα βοηθείας τῶν ἐμπεριστάτων συνανθρώπων μας.  
.                     Στὴν Οὐψάλα τῆς Σουηδίας γράφθηκε στὸ Πανεπιστήμιο γιὰ μεταπτυχιακὲς σπουδὲς καὶ ἑτοίμασε ἐμπεριστατωμένη διατριβὴ μὲ θέμα «ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγελίου».  Ἐδῶ δοκίμασε καὶ μιὰ ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες θλίψεις τῆς ζωῆς του, πού, ὅμως, δὲν ἄφησε νὰ τὸν ἐπηρεάσει ψυχικά. Κάποιος σφετεριστὴς τῆς ἀγάπης του, ψευδάδελφος, στὸν ὁποῖο καλόπιστα ἐμπιστεύθηκε τὴν διατριβή του, γιὰ νὰ τοῦ πεῖ τὴν γνώμη του, ἀλλάζοντας τὸ ὄνομα τοῦ κοπιάσαντος τὴν ὑπέκλεψε καὶ τὴν οἰκειοποιήθηκε, γιὰ νὰ τὴν χρησιμοποιήσει γιὰ τὴν δική του  ἐπιστημονικὴ προβολὴ καὶ ἀνέλιξη. Ὁ «καλός-κἀγαθὸς» Στέργιος πόνεσε, λυπήθηκε σφόδρα, ἀλλὰ δὲν διαμαρτυρήθηκε ποτὲ γιὰ τὴν ἀδικία αὐτή. Ὁ ἴδιος μάλιστα, ἀπέφυγε νὰ κάνει ὁποιαδήποτε νύξη γιὰ τὸ θλιβερὸ αὐτὸ γεγονὸς καὶ δὲν ἀνέφερε τίποτε γι’ αὐτὴν τὴν ἐξόφθαλμη μοχθηρία τοῦ «Ἰσκαριώτη φίλου» του, ἐπιφυλάσσοντας γι’ αὐτὸν μία πρωτοφανῆ συγχωρητικότητα.
.                      Ἡ ἀδικία, δυστυχῶς, σκεφτόταν  εἶναι φαινόμενο «ἀπὸ καταβολῆς κόσμου». Ὁ ἄδικος Κάϊν ὄχι μόνο φθόνησε, ἀλλὰ σκότωσε καὶ τὸν δίκαιο ἀδελφό του Ἄβελ. Μὲ ἄδικο τρόπο ὁ Ἰσαὰκ πῆρε τὰ πρωτοτόκια τοῦ ἀδελφοῦ του Ἠσαῦ. Ἀδικήθηκε ἀπὸ φθόνο ὁ πάγκαλος γιὰ τὶς ἀρετὲς τοῦ Ἰωσήφ, ὁ ἀγαπημένος γιὸς τοῦ Ἰακώβ, ποὺ τὰ ἀδέλφια του  τὸν πούλησαν ὡς δοῦλο μακριὰ ἀπὸ τὴν πατρίδα. Τὴν ἄδικη φτώχεια ἔζησε ὁ Λάζαρος τῆς παραβολῆς, μὲ τὴν διαρκῆ πείνα, τὶς ἀρρώστιες καὶ τὰ ἕλκη ποὺ τοῦ ἔγλυφαν οἱ σκῦλοι βλέποντας τὴν ἔκλυτη ζωὴ τοῦ πλουσίου μὲ τὰ πολυτελῆ δεῖπνα. Ἡ ἐγκαρτέρηση, ὅμως, τοῦ Λαζάρου σὲ αὐτὴν τὸν ἔβαλε στὴν ἀγκάλη τοῦ Ἀβραάμ.
.                   Τὴν ἀδικία γεύθηκε ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς. Ἀδικήθηκαν οἱ περισσότεροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Χαρακτηριστικὰ ἀναφέρεται ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ὁποῖος  στηλίτευε τὴν ἀνηθικότητα καὶ τὴν διαφθορά, κατήγγειλε τὴν κοινωνικὴ ἀδικία, στιγμάτισε τὴν σπατάλη, τὴν ἐπίδειξη τῶν πλουσίων καὶ τῶν ἀρχόντων, καταδίκασε τὶς αὐθαιρεσίες τοῦ πολιτικοῦ συστήματος, στράφηκε ἐναντίον τοῦ διεφθαρμένου κλήρου, πάντα μὲ παρρησία καὶ χωρὶς νὰ κατονομάζει, ὥστε νὰ μὴν κηλιδώνονται προσωπικότητες, ἀλλὰ νὰ στιγματίζονται οἱ πράξεις τους. Μισοῦσε τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν ἀδικία, ἀλλὰ ἀγαποῦσε τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ τοὺς ἀδίκους. Στάθηκε δίπλα στοὺς ἀδυνάτους, τοὺς ταπεινούς, τοὺς ἀδικημένους, τοὺς ἁπλοὺς καθημερινοὺς συνανθρώπους του, ποὺ ἡ ὑπεροψία καὶ ἡ ἀδικία τῶν δυνατῶν συχνὰ καταδυνάστευε. «Ἐπλήσθη ἡ γῆ ἀδικίας» (Γεν. 6, 11), ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς διαπιστώνοντας εἶπε στὸ Νῶε, ὅταν ὡς μόνο δίκαιο τὸν παρώτρυνε νὰ κατασκευάσει κιβωτό, γιὰ νὰ σωθεῖ αὐτὸς καὶ ἡ οἰκογένειά του ἀπὸ τὸν ἐπερχόμενο κατακλυσμό.
.                       Ἡ συγχωρητικότητα ἔλεγε μὲ σθένος ὁ Γέροντας Εὐσέβιος ἀποτελεῖ βασικὸ παράγοντα στὴν σχέση μας μὲ τὸν Θεό. Μὲ αὐτὴν κερδίζουμε τὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ ἀπέναντι στὶς δικές μας ἁμαρτίες. Πρέπει νὰ συγχωροῦμε τοὺς ἀδελφούς μας, γιὰ νὰ συγχωρεθοῦμε καὶ ἐμεῖς, καθὼς μᾶς διδάσκει καὶ ὁ Κύριος λέγοντας: «Οὕτω καὶ ὁ Πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν» (Ματθ. ιη΄ 35). Μὲ τὴν εὐσπλαχνία καὶ τὴν συγχωρητικότητα ἐκφραζομένη μὲ τὸ «ἄφες αὐτοῖς» (Λουκ. κγ΄ 34) ὁ Κύριος μᾶς ἀφήνει ἕνα μεγάλο μήνυμα, ὅτι πρέπει νὰ συγχωροῦμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιὰ αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἔχουν φταίξει. Οἱ Ἅγιοι μὲ τὴν σειρά τους μιμούμενοι τὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου, προσεύχονταν γιὰ τοὺς βασανιστές τους χωρὶς νὰ τοὺς κρατοῦν κακία. Χαρακτηριστικὸ παράδειγμα ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν Ἁγίων εἶναι ὁ Πρωτομάρτυς διάκονος Στέφανος, ὁ ὁποῖος προσευχόταν γι’ αὐτοὺς ποὺ τὸν λιθοβολοῦσαν λέγοντας: «Κύριε, μὴ στήσῃς αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην» (Πραξ. γ΄ 60).
.                      Στὰ μέ­σα τοῦ 1960 ἡ ἐρ­γα­τι­κὴ με­τα­νά­στευ­ση ἀ­πὸ τὴν πτωχὴ Ἑλ­λά­δα πρὸς τὴν πλούσια Σου­η­δί­α ἦταν ἔντονη. Ὁ Γέροντας Εὐ­σέ­βι­ος βρι­σκό­ταν ἤ­δη στὴν χώρα αὐτὴ τοῦ σκανδιναυϊκοῦ βορρᾶ.  Ἦ­ταν ἀ­κό­μη λα­ϊ­κὸς καὶ ἔ­κα­νε τὶς με­τα­πτυ­χι­α­κὲς σπου­δές του στὸ Πα­νε­πι­στή­μι­ο τῆς Οὐ­ψά­λας. Οἱ πνευ­μα­τι­κὲς ἀ­νάγ­κες τῶν με­τα­να­στῶν Ἑλ­λή­νων τὸν ὤθησαν στὴν ἱερωσύνη. Ἔτσι τὸν Ἰούνιο τοῦ ἔτους 1965 ὁ ἱεραπόστολος Στέργιος χειροτονήθηκε Διάκονος καὶ ἀμέσως Ἱερεὺς τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Θυατείρων κυρὸ Ἀθηναγόρα καὶ ἀναλώθηκε στὴν ἱεραποστολικὴ διακονία τῶν Ὀρθοδόξων τῆς Σουηδίας, Δανίας καὶ Νορβηγίας. Γιὰ ἀρ­κε­τὰ χρό­νι­α εἶ­χε ἐγ­κα­τα­στα­θεῖ στὴν πό­λη τοῦ Γι­ό­τεμ­ποργ. Ἐρ­γά­σθη­κε ὡς δη­μό­σι­ος ὑ­πάλ­λη­λος καὶ με­τὰ τὴν ὀκ­τά­ω­ρη ἐρ­γα­σί­α του ἦ­ταν ὁ πνευ­μα­τι­κός, ὁ δά­σκα­λος, ὁ κοι­νω­νι­κὸς λει­τουρ­γός, ὁ δι­ερ­μη­νέ­ας, ὁ με­τα­φρα­στής, ὁ σύμ­βου­λος, ὁ συμ­πα­ρα­στά­της τῶν Ἑλ­λή­νων ποὺ δι­αρ­κῶς κατέ­φθα­ναν ἐκεῖ ἀ­πὸ τὴν Ἑλ­λά­δα γιὰ ἕνα καλύτερο μέλλον. Ὅ­λες αὐ­τὲς τὶς ὑ­πη­ρε­σί­ες τὶς προ­σέ­φε­ρε ἀ­φι­λο­κερ­δῶς στὸν ἐ­λεύ­θε­ρο χρό­νο του σὲ ὅ­λους τοὺς Ἕλ­λη­νες τῆς πό­λεως καὶ ὄ­χι μό­νο, ἀφοῦ σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ ὁ Γέροντας ὑπῆρξε ἀφιλοχρήματος. Οὐδέποτε μισθοδοτήθηκε ἢ ζήτησε χρήματα γιὰ τὶς ὑπηρεσίες ποὺ προσέφερε. Ἐφάρμοζε τὰ λόγια τοῦ Σωκράτους, ὅτι πλούσιος εἶναι αὐτὸς ποὺ ἀρκεῖται στὰ λίγα, «πλουσιώτατος ὁ ἐλαχίστοις ἀρκούμενος». Ἤξερε ὅτι ἡ ἔντιμη πτωχεία σίγουρα μᾶς ὁδηγεῖ στὸν πλοῦτο τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἀγαποῦσε αὐτὴ τὴν πτωχεία τὴν ὁποία βίωνε καὶ ὁ Ἅγιος τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων, ὁ “φτωχούλης τοῦ Θεοῦ”, ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Ἔτσι, ποτὲ δὲν ἐπεδίωξε τὸ χρῆμα καὶ ποτὲ δὲν ἔτρεχε πίσω του. Ἦταν ὁ ἄνθρωπος ὁ «μηδὲν ἔχων καὶ τὰ πάντα κατέχων». Ἄλλωστε τὸν Γέροντα Εὐσέβιο δὲν τὸν ἐνδιέφερε ἡ ἀπόκτηση ὑλικῶν ἀγαθῶν. Αὐτὰ τοῦ τὰ παρεῖχε ὁ οὐράνιος τροφοδότης μας, ὁ Κύριός μας, γνωρίζοντας πόσο ἀφιλόκερδα ἐργάζεται γιὰ τὸ ὄνομά Του. Αὐτὸ ἄλλωστε σημαίνει καὶ ἱεραποστολικὴ δράση. Ἐργασία χωρὶς γήϊνη, ἀλλὰ μόνο οὐράνια ἀμοιβή.
.                     Περιοδεύοντας ὁ Γέροντας, ὡς νέος Κοσμᾶς Αἰτωλὸς τοῦ βορρᾶ, σὲ ὅ­λες τὶς σκανδιναυϊκὲς πό­λεις καὶ κω­μο­πό­λεις γι­νό­ταν δέ­κτης πολ­λῶν καὶ ποι­κί­λων προ­βλη­μά­των, στὰ ὁ­ποῖ­α προ­σπα­θοῦ­σε νὰ ἀν­τα­πο­κρι­θεῖ ὅ­σο μπο­ροῦσε πε­ρισ­σό­τε­ρο. Ἕ­να ὀ­ξὺ πρό­βλη­μα ποὺ ἀ­ντιμετώπιζαν οἱ Ἕλ­λη­νες τῆς Σου­η­δί­ας ἦ­ταν ἡ δι­δα­σκα­λί­α τῆς ἑλ­λη­νι­κῆς γλώσ­σας στὰ παι­δι­ά τους. Ἀκό­μη καὶ σή­με­ρα θυ­μοῦν­ται πολ­λοὶ ἀπὸ αὐτοὺς πῶς ὁ Γέροντας συγκέντρω­νε μι­κροὺς καὶ με­γά­λους καὶ τοὺς δί­δα­σκε, στοὺς μὲν με­γά­λους τὴν σου­η­δι­κὴ γλώσ­σα στοὺς δὲ μι­κροὺς τὴν ἑλ­λη­νι­κή.
.                       Στὴν Σου­η­δί­α, τό­σο ὡς λα­ϊ­κός, ὅ­σο καὶ ὡς κλη­ρι­κός, συναν­τοῦ­σε τοὺς Ἕλ­λη­νες με­τα­νά­στες στοὺς σι­δη­ρο­δρο­μι­κοὺς σταθ­μοὺς τῶν με­γά­λων πό­λε­ων. Ἐ­κεῖ συ­νή­θως μα­ζεύ­ον­ταν οἱ “πα­λι­οί” πε­ρι­μέ­νον­τας τοὺς και­νούρ­γι­ους. Βο­η­θοῦ­σε στὴν ἀνεύ­ρε­ση κα­τοι­κί­ας, στὴν ἀ­νεύ­ρε­ση ἐρ­γα­σί­ας. Φρόν­τι­ζε, ὅ­μως, πα­ράλ­λη­λα, ἢ μᾶλ­λον κυ­ρί­ως, ἀψηφώντας κόπους καὶ πόνους γιὰ νὰ μορ­φώσει Χρι­στὸ στὶς καρ­δι­ὲς τους ψελλίζοντας τὸ τοῦ Παύλου: «Ὠδίνω μέχρις οὗ μορφωθῇ Χριστὸς ἐν ὑμῖν» (Γαλ. δ΄ 19). Τὴν δεκαετία ἐ­κεί­νη τοῦ 60 καί 70 δὲν ἦ­ταν πάν­τα εὔ­κο­λη ἡ προσέγγιση καὶ ἡ ὁμολογία Χριστοῦ λό­γῳ τῶν ἐν­τό­νων πολιτικῶν φρο­νη­μά­των καὶ ἀν­τι­πα­ρα­θέ­σε­ων με­τα­ξὺ τῶν μετανα­στῶν. Κα­τὰ μαρ­τυ­ρί­α Σου­η­δῶν ὑ­πευ­θύ­νων, ὀρ­γά­νω­σε μό­νον στὴν Σου­η­δί­α 32 Ὀρ­θό­δο­ξες ἐ­νο­ρί­ες. Ἀ­κού­ρα­στος, φλογε­ρὸς ἐρ­γά­της τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου μὲ τὸν λό­γο καὶ τὸ παράδειγ­μά του. Με­τέ­βαι­νε ἀ­πὸ πό­λη σὲ πό­λη. Ἐ­νο­ρί­α του ἦταν ἡ Σου­η­δί­α, ἡ Δα­νί­α καὶ ἡ Νορ­βη­γί­α, ὅ­που ὑ­πῆρ­χαν Ἕλληνες. Ὁ­μο­λο­γοῦσε ἀρ­γό­τε­ρα χωρὶς νὰ προβάλλει τὸν ἑαυτό του: «Ὁ ἱ­ε­ρεύς, δηλαδὴ ὁ ἴ­δι­ος, ἄρ­χι­σε τὴν ἱ­ε­ρα­τι­κή του δια­κο­νί­α μὴ ἔ­χον­τας τί­πο­τε· οὔ­τε κἄν ἄμ­φι­α!». Ἔ­πρε­πε ὁ ἴ­δι­ος νὰ με­ρι­μνή­σει γι­ὰ τοὺς χώ­ρους ὅ­που θὰ ­τε­λοῦσαν τὴν Θεία  Λει­τουρ­γί­α. Ὁ ἴ­δι­ος ζύ­μωνε τὸ πρό­σφο­ρο, ὁ ἴ­δι­ος φρόντιζε­ γι­ὰ ὅ­λα καὶ χωρὶς τὶς ἀπαιτούμενες προϋποθέσεις!
.                          Δὲν ἦταν, ὅμως, μόνο ἱεραπόστολος ὁ Γέροντας. Ἦταν καὶ ἀσκητής. Ἔτσι, ὄφειλε νὰ κτίσει μιὰ φωλιὰ πνευματικὴ στὴν μακρινὴ αὐτὴ χώρα τοῦ βορρᾶ, γιὰ νὰ βρεῖ ὡς φιλέρημο στρουθίο τόπο νὰ κελαηδεῖ τὴν δόξα καὶ τὰ μεγαλεῖα τοῦ Κυρίου μας, ἀλλὰ καὶ νὰ δημιουργήσει ἕνα ἐργαστήριο προσευχῆς γιὰ ἄλλα φιλέρημα στρουθία, ποὺ θὰ ἤθελαν νὰ ἀκολουθήσουν τὸν δρόμο τῆς «μοναδικῆς πολιτείας» καὶ διαρκοῦς δοξολογίας τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου. Κατεύθυνε, λοιπόν, τὰ βήματά του στὶς ἀρχὲς τοῦ 1973 στὴν δημιουργία ἑνὸς Ἡσυχαστηρίου, τὸ ὁποῖο ἀφιέρωσε στὸν Ἅγιο Νικόλαο. Ἐπέλεξε γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ τὴν πόλη Ratvik καὶ σὲ αὐτὸ ἐφάρμοζε πλήρως τὸ ἁγιορείτικο τυπικό. Σὲ αὐτὸ σχόλαζε στὴν προσευχή, τὴν νήψη, τὴν συγγραφὴ ψυχωφελῶν πνευματικῶν ἀναγνωσμάτων καὶ θεράπευε τὶς πνευματικὲς ἀνάγκες τῆς ἐκεῖ Ὀρθοδόξου κοινότητος. Σὲ αὐτὸ σύναζε καὶ πολλοὺς ἀπὸ τοὺς φοιτητὲς τῶ Σουηδικῶν Πανεπιστημίων καὶ τοὺς ποδηγετοῦσε πνευματικὰ πρὸς τὴν ἀλλαγὴ τρόπου ζωῆς καὶ τὴν ἐκζήτηση τῆς σωτηρίας. Κατὰ τὸ Δελτίον τῆς Μητροπόλεως Σουηδίας τοῦ 1979 τὸ Ἡσυχαστήριον αὐτὸ ἀποτελοῦσε «τὴν ἀκοίμητον λυχνίαν τῆς Μητροπόλεως καὶ τὸ ψυχικὸν τῶν πιστῶν θεραπευτήριον». Οἱ ἐπισκέπτες του εὕρισκαν σὲ αὐτὸ ἀνάπαυση ψυχικὴ καὶ παρηγοριὰ γιὰ τὸν ἀνηφορικὸ Γολγοθᾶ τῆς ζωῆς.
.                    Ὁ πατὴρ Εὐσέβιος συγκέντρωνε σὲ σπίτια ἢ κατάλληλες αἴθουσες τοὺς Ὀρθοδόξους Ἕλληνες, τελοῦσε Ἀκολουθίες, Βαπτίσεις, Τρισάγια, Θεῖες Λειτουργίες. Ταυτόχρονα, ἐξομολογοῦσε, μετέφραζε, συμβούλευε, ἔκανε τὸν διερμηνέα καί, γενικά, συμπαραστεκόταν στὶς πολυποίκιλες ἀνάγκες τῶν Ἑλλήνων μεταναστῶν.
.                       Πολὺ παραστατικὰ τὴν προσφορὰ τοῦ Γέροντος Εὐσεβίου στὴν Σουηδία κατέγραψε μιὰ πιστὴ καὶ ἀφοσιωμένη θυγατέρα του, ἡ ὁποία χρημάτισε βοηθὸς καὶ συμπαραστάτις του στὸ πνευματικό του ἔργο, ἡ κυρία Χριστίνα Δανιηλίδου. Ἀναφέρει: «Ὁ Γέροντας δὲν περιοριζόταν στὴν ὀκτάωρη καθημερινή του ἐργασία. Ἐργαζόταν καὶ σὲ ἄλλες δουλειές, ὄχι γιὰ νὰ συγκεντρώσει πλοῦτο στὰ χέρια του, ἀλλὰ γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ στέλνει χρήματα στὴν μητέρα του καὶ σὲ πολλοὺς πάσχοντες συνανθρώπους μας, τὰ προβλήματα τῶν ὁποίων ὁ ἴδιος γνώριζε. Ἀπὸ τὴν ὑπηρεσία μου ἐγὼ τοῦ ἔστελνα διάφορα σουηδικὰ κείμενα, τὰ ὁποῖα ἐκεῖνος μετέφραζε στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα, γιὰ νὰ τὰ πληροφοροῦνται οἱ Ἕλληνες ποὺ διαρκῶς κατέφθαναν στὴν Σουηδία. Ἐπὶ εἴκοσι ὁλόκληρα χρόνια ἀναλώθηκε στὴν ὑπηρεσία τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Σουηδίας. Ὑπῆρξεν ὁ στοργικὸς πατέρας, ὁ ἀδελφός, ὁ φίλος ὅλων μας. Στήριξε τοὺς Ἕλληνες τῆς Σουηδίας ὅσο κανεὶς ἄλλος. Καὶ ὅταν ἀκόμη ἀναγκάσθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν Σουηδία ἔμεινε κοντά μας. Μᾶς ἄφησε ὡς ἱερὴ παρακαταθήκη τὸ ζωντανὸ παράδειγμά του…».
.                          Δὲν ἦταν, ὅμως, ἡ μόνη ὄψη τοῦ νομίσματος αὐτὴ τῆς ἐκφράσεως εὐγνωμοσύνης τῶν Ἑλλήνων τῆς Σουηδίας στὸ πρόσωπό του. Ἡ ἄλλη ὄψη ἦταν αὐτὴ ποὺ τοὺς ἐνοχλοῦσε, ἡ παρουσία τοῦ Γέροντος καὶ τὸ ἔργο του στὴν Σουηδία. Ἂν στοὺς δώδεκα μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ βρέθηκε ἕνας νὰ γίνει προδότης στοὺς τόσους μετανάστες στὴν Σουηδία δὲν θὰ βρισκόταν ἕνας Ἰσκαριώτης;
.                Ὁ πατὴρ Εὐσέβιος εἶχε κυριολεκτικὰ γίνει «τὰ πάντα τοῖς πᾶσι» (Α΄ Κορ. θ΄ 22), καὶ ἐνῶ, πολὺ φυσιολογικὰ θὰ περίμενε ἐκδηλώσεις εὐγνωμοσύνης ἀπὸ τοὺς πιστούς, γιὰ ὅσα καλὰ καὶ ὠφέλιμα ἔκανε καὶ πρόσφερε, πολύ σύντομα, γεύθηκε «θλῖψιν καὶ στενοχωρίαν» (Ρωμ. β΄ 9–10). Συνέτεινε πρὸς τοῦτο ἀφ’ ἑνὸς μὲν «ἡ διχόνοια ἡ δολερή», ὅπως ὀνομάζει τὸ μεγάλο ἐλάττωμα τοῦ γένους μας ὁ Ἐθνικός μας Ποιητής, Διονύσιος Σολωμός, ἡ ὁποία τότε εἶχε ἐνταθεῖ ἀπὸ τὶς πολιτικὲς ἀντιπαραθέσεις μεταξὺ τῶν ἐκεῖ Ἑλλήνων μεταναστῶν, ἀφ’ ἑτέρου δὲ ἡ ἄρνηση τοῦ πατρὸς Εὐσεβίου νὰ ἐπιστρέψει πίσω στὴν Ελλάδα, ὅταν τοῦ πρότειναν ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα καὶ ἀνώτερα καὶ ὑπευθυνότερα καθήκοντα. Ἐκεῖνος ἀρνήθηκε λέγοντας:
-Δὲν θέ­λω νὰ βλέ­πω τοὺς ἀ­δελ­φούς μου ἀ­φ᾿ ὑ­ψη­λοῦ. Προτι­μῶ νὰ βρί­σκο­μαι ἐ­γὼ χα­μη­λὰ καὶ αὐ­τοὶ πι­ὸ ψη­λὰ ἀ­πὸ μέ­να.

Δρ Χαράλαμπος Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
[1] Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ψυχὴ ποὺ γεννήθηκε γιὰ ν’ ἁγιάσει».

,

Σχολιάστε

ΜΕ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ (Nέο βιβλίο)

ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ

Ἱερομονάχου Γρηγορίου,
«Μὲ Πίστη καὶ Μετάνοια» (Ὁ πιστὸς στὴν πανδημία)

Ἔκδ. Ἱ. Κουτλουμουσιανοῦ Κελλίου
Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου,
Ἅγιον Ὄρος 2021

Μιὰ σημαντικὴ ἔκδοση μὲ ἰσορροπημένες ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ προσεγγίσεις, μέσα στὸν ἀλαλαγμὸ καὶ τὰ παραληρήματα τῶν ἑκατέρωθεν ἀκραίων τοποθετήσεων, ποὺ γράφτηκε «μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ ἐνισχύση καὶ θὰ παρηγορήση τοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφοὺς, ὑποδεικνύοντας τὴν ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος ἀπὸ τὴν πνευματικὴ πλευρά».

Μιὰ συνεισφορὰ στὴν πνευματικὴ κατανόηση μὲ ἄξονα τὴν Πίστη καὶ τὴν Μετάνοια, μακρυὰ ἀπὸ ψευδορθόδοξα καὶ σκοτεινὰ ἰδεολογήματα.

,

Σχολιάστε

ΕΚΑΤΟ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ «ΕΜΕΙΣ» (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλος)

Ἑκατὸ χρόνια ἀπὸ τὸ «Ἐμεῖς»

Τοῦ Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

.                 Ἑκατὸ χρόνια πέρασαν ἀπὸ τότε ποὺ ὁ Ρῶσος συγγραφέας Γεβγένι Ζαμιάτιν (1884-1937) ἔγραψε τὸ δυστοπικό του ἔργο «Ἐμεῖς». Τὸ ἔγραψε τὸ 1920 καὶ ποτὲ δὲν ἐκδόθηκε στὴ Σοβιετικὴ Ἕνωση. Τὸ 1924 ἐκδόθηκε στὰ ἀγγλικά, καὶ τὸ 1929 στὰ γαλλικά. Ἀκολούθησε ἡ ἔκδοσή του σὲ πολλὲς ἄλλες γλῶσσες, μεταξὺ τῶν ὁποίων στὴν Ἑλληνική, ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις «Πλέθρον», τὸ 1978, σὲ μετάφραση Ἀλίκης Ἀλεξανδράκη.
.                 Τὸ ἔργο τοῦ Ζαμιάτιν «Ἐμεῖς» παρουσιάζει μίαν δυστοπία, δηλαδὴ τὴ φρικιαστικὴ εἰκόνα ἑνὸς ὁλοκληρωτικοῦ κράτους. Σ᾽ αὐτὸ ὑπάρχει ὁ ἡγέτης «Εὐεργέτης». Αὐτὸς δημιουργεῖ ἕνα κατάλληλο μηχανισμό, τὸν «Ὁλοκληρωτή», μὲ τὸν ὁποῖο ἀφαιρεῖ ἀπὸ τοὺς κατοίκους τοῦ κράτους του τὴν «ἄγρια κατάσταση τῆς ἐλευθερίας» καὶ τοὺς ὑποχρεώνει νὰ καταλάβουν ὅτι τοὺς φέρνει σὲ μία κατάσταση «μαθηματικὰ ἀλάνθαστης εὐτυχίας». Ὅλοι τότε, στὸ ὄνομα τοῦ «Εὐεργέτη» θὰ εἶναι ὑποχρεωμένοι «νὰ γράφουν διατριβές, ποιήματα, ὠδὲς καὶ ἄλλα κομμάτια σχετικὰ μὲ τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὸ μεγαλεῖο του Μονοκράτους». Ὅλοι θὰ εἶναι ἐλεύθεροι νὰ κραυγάσουν: «Ζήτω τὸ Μονοκράτος! Ζήτω οἱ ἀριθμοί! Ζήτω ὁ Εὐεργέτης».
.                 Ὅποιος ἄνθρωπος, ἡ ὅποια ὀργάνωσή του θέτει ὡς σκοπὸ   νὰ ἀπελευθερωθεῖ «ἀπὸ τὸν εὐεργετικὸ ζυγὸ τοῦ Μονοκράτους» θεωρεῖται ὅτι ἔχει «ἐγκληματικὰ ἔνστικτα». Τὸ πρῶτο ποὺ τοῦ ἀφαιρεῖται εἶναι νὰ σκέφτεται ἐλεύθερα. Ὁ μηχανισμὸς τοῦ «Ὀλοκληρωτῆ», τὸν «ἀναμορφώνει» καὶ τὸν καθιστὰ «εὐτυχῆ». Πειρασμοὶ γιὰ τὸ «Κράτος – Εὐεργέτη» τοῦ Ζαμιάτιν θὰ ὑπάρχουν ὅσο θὰ ὑπάρχουν ἄνθρωποι. Αὐτὸ μπορεῖ νὰ εἶναι ὠμὸ καὶ ἀπροκάλυπτο, ὅπως ἦταν τῶν ναζιστῶν καὶ τῶν μπολσεβίκων, μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ συγκαλυμμένο. Ἂς σκεφθοῦμε πόσα κράτη σήμερα ἔχουν στὸν τίτλο τους τὴ λέξη «Δημοκρατία», εἶναι μέλη τοῦ ΟΗΕ καὶ ὑποτίθεται ὅτι τηροῦν τὶς θεμελιώδεις ἀρχὲς τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καὶ ὅμως ρέπουν πρὸς τὸν ὁλοκληρωτισμό…
.                 Κοινωνία Μονοκράτους μπορεῖ νὰ δημιουργηθεῖ καὶ σὲ χῶρες τῆς Δύσης (Σημ. Μὲ τὴν πολιτισμικὴ καὶ ὄχι γεωγραφικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου). Σὲ αὐτὲς ἐμφανίζεται μία τάση ἐπιβολῆς στὴν κοινωνία αὐτοῦ, ποὺ ἀπὸ τὸ ἰδεολογικὸ ἐποικοδόμημά τους, θεωρεῖται ὡς τὸ «πολιτικά, ἢ λογικὰ ὀρθό». Εἶναι γνωστὸ ὅτι στὰ κέντρα ἀποφάσεων, ἐθνικὰ καὶ ὑπερεθνικά, ὑπάρχουν ἰδεολογικὲς καὶ ἐπιχειρηματικὲς ὁμάδες πίεσης. Οἱ περισσότερες ἀπὸ αὐτὲς ἔχουν στὶς κοινωνίες τους λίγα μέλη, ἀλλὰ μεγάλη πολιτική, οἰκονομικὴ καὶ κοινωνικὴ ἰσχύ. Οἱ δυναμικὲς αὐτὲς μειοψηφίες στὶς ἐπιδιώξεις τους ἀποκτοῦν συμμάχους σχεδὸν τὸ σύνολο ὅσων ἀπευθύνονται στὴν κοινὴ γνώμη καὶ ἀλίμονο σὲ ὅποιον διαφωνήσει. Ἢ περνᾶ ἀπὸ «Ὀλοκληρωτή», ἢ φιμώνεται καὶ ἐξουδετερώνεται.
.                 Ὁ Ζαμιάτιν, ποὺ ἐνέπνευσε στὸν Ὄργουελ τὸ «1984», ἦταν στὴ σπουδὴ ναυπηγὸς μηχανικός. Τὸ 1911, ὅταν ἦταν καθηγητὴς στὸ πολυτεχνεῖο, φυλακίστηκε γιὰ τὰ φρονήματά του. Μὲ τὴν ἐπικράτηση τῶν μπολσεβίκων βίωσε τὸ ὁλοκληρωτικὸ κράτος καὶ δὲν τὸ ἄντεξε. Τὸ 1931, μὲ ἐπιστολή του στὸν Στάλιν, ζήτησε νὰ φύγει μὲ τὴ σύζυγό του στὸ ἐξωτερικό. Ἐγκαταστάθηκαν στὸ Παρίσι, ὅπου ὁ Ζαμιάτιν πέρασε τὰ τελευταῖα χρόνια της ζωῆς του φτωχικά, ἀλλὰ μὲ ἀξιοπρέπεια. Τὸ 1937 πέθανε ἀπὸ καρδιακὴ προσβολή. Ἦταν 53 ἐτῶν.-

Σχολιάστε

ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ἀπὸ τὸν ΑΓ. ΙΑΚΩΒΟ τὸν Νέο

 

ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ἀπὸ τὸν ΑΓΙΟ ΙΑΚΩΒΟ τὸν Νέο
τὸν ἐν Εὐβοίᾳ ἀσκήσαντα

 

ΙΩ. ΜΠΟΥΡΔΑΚΟΣ
«ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΙΑΚΩΒΟ»
ἐκδ. «ΤΗΝΟΣ», Ἀθῆναι 2010

Μέρος Α´: ANAMNΗΣΕΙΣ

Μέρος Β´: ANAMNHΣEIΣ B

Μέρος Γ´: ANAMNHΣΕΙΣ Γ

Μέρος Δ´: ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ π. ΙΑΚΩΒΟ (δ´)

Σχολιάστε