AΠΑΝΤHΣΤΕ, ΠΡΟΔOΤΕΣ, ΣΤΟΥΣ 10.000 ΝΕΚΡΟYΣ ΤΗΣ ΜAΧΗΣ ΤΟΥ ΚΙΛΚIΣ!!

AΠΑΝΤHΣΤΕ, ΠΡΟΔOΤΕΣ,
ΣΤΟΥΣ 10.000 ΝΕΚΡΟYΣ ΤΗΣ ΜAΧΗΣ ΤΟΥ ΚΙΛΚIΣ!!

Δημ. Νατσιός
Ἀπόσπασμα ἀπὸ παλιότερο ἄρθρο  με τίτλο “Ἡ μάχη τοῦ Κιλκίς”

ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΚΙΛΚΙΣ (19-21 Ἰουνίου 1913): ΑΝΥΠΑΡΚΤΗ ΓΙΑ ΤΑ ΣΧΟΛΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ (Δ. Νατσιός) «Μὲ ἐκεῖνα τὰ ἡρωικά… παλιοτόμαρα εἶναι ραμμένη ἡ γαλανόλευκη. Τὰ τωρινὰ ὄντως παλιοτόμαρα τὴν μαγαρίζουν, σβήνοντας τὸ “ἐλευθερία ἢ θάνατος” τῶν ἐννέα λωρίδων καὶ βάζοντας στὴν θέση τους τὶς πολύχρωμες μπογιὲς τῆς διαστροφῆς…»»

.           Μαθητής μικρός τήν δεκαετία τοῦ 30, ὁ Σ. Λίβας, μετέπειτα στρατιωτικός γιατρός, ἔγραψε τίς ἀναμνήσεις του, μέ τίτλο « παλιά, μικρή μας πόλη». Σέ κείμενο μέ τίτλο «ο Μαχητές το Κιλκίς», γράφει τά ἑξῆς συγκινητικά: «να πέραντο “θνικό Νεκροταφεο”, πού κρύβει στά σπλάχνα του τά κορμιά χιλιάδων παλληκαριν, εναι τόπος μας. Καί πάνω στά κορμιά ατά στήθηκαν τά θεμέλια ατς τς πόλης. Καί τό σιτάρι πού φτιάχνει τό ψωμί μας, θεριεύει καί μεστώνει ρουφώντας πό τή γ αμα ντί για νερό. Κάθε λόφος γύρω μας κι νας «κρανίου τόπος». Κάθε χωράφι κι νας “γρός αματος” για νά χρησιμοποιήσω τοὺς χαρακτηρισμούς το Εαγγελίου πού τόσο ταιριάζουν στήν περίπτωση».
.               Τά πρῶτα χρόνια, τ΄ ἀλέτρια πού ὄργωναν τή γῆ, ἔφεραν στήν ἐπιφάνεια λευκά κόκκαλα «κόκαλα λλήνων ερά», ἀντάμα μέ σκουριασμένες ξιφολόγχες καί δερμάτινες παλάσκες, περασμένες σέ ζωστῆρες πού ἔζωναν, κάποτε λυγερά σώματα παλληκαριῶν. Κι ὅλοι μας λίγο – πολύ, ἔχουμε νά θυμόμαστε πώς κάποτε, σκάβοντας τίς αὐλές τῶν σπιτιῶν μας εἴχαμε βρεῖ σκουριασμένα ὄπλα κι ἀνθρώπινα κρανία. Σάν στοιχειωμένος ἔμοιαζε ὁ τόπος μας καί τά παιδιά φοβόταν νά βγοῦν τό βράδυ ἀπό τά σπίτια τους.
.           Θυμᾶμαι τούς πρώτους περιπάτους πού κάναμε μέ τό νηπιαγωγεῖο, ἐκεῖ κοντά στούς πρόποδες τοῦ Ἅη- Γιώργη. « δασκάλα μς λεγε τι ο παπαρονες στόν τόπο μας εναι πιό κόκκινες πό λλο, γιατί παίρνουν τό χρμα τους πό τό αμα τν σκοτωμένων παλληκαριν. Κι μες διστάζαμε νά τίς κόψουμε, πό φόβο, μήπως καί ματώσουμε τά χέρια μας…» (σελ. 179).
.           Μεταξύ τῶν ἡρώων διοικητῶν συνταγμάτων, πού ἔπεσαν στήν μάχη τοῦ Κιλκίς, εἶναι καί ὁ Ἀντώνιος Καμπάνης, διοικητής τοῦ 8ου Συντάγματος τῆς 4ης Μεραρχίας. Τόν ἴδιο καιρό ὁ γιός του Δημήτριος, ὑπηρετεῖ καί αὐτός ὡς στρατιώτης. Στό βιβλίο του «ναμνήσεις το Πολέμου καί τς Ερήνης» περιγράφει τήν σκηνή πού σπεύδει γιά τόν «τελευταῖον σπασμόν» τοῦ ἠρωϊκοῦ σκηνώματος τοῦ γονιοῦ του. Φτάνει στή μεγάλη σκηνή πού ἦταν τό χειρουργεῖο τῆς IV Μεραρχίας:
.           «Μπκα στή σκηνή καί πάνω σ’ να φορεο είδα τόν πατέρα. Εχε τά μάτια νοιχτά. Τό πρόσωπο γελαστό καί εχαριστημένο. Μόνο τό στθος του ταν γεμάτο τρύπες. Στά χέρια του φοροσε γάντια καλοκαιρινά χακί, λλά πως ταν σκισμένα καί κρεμασμένα, κατάλαβα τι εχαν κοπε τά δάχτυλά του. ργότερα, ταν εδα τά κιάλια του, πού ταν καί ατά γεμάτα βλήματα, ντελήφθηκα πώς βίδα εχε σκάσει τήν ρα πού τά σήκωνε, γιά νά παρατηρήσει τίς χθρικές θέσεις.
.           Τό θέαμα γιά μένα ταν τραγικό, λλά μεγαλύτερη ἀκόμη συγκίνηση μοῦ προξένησαν ο κατοντάδες τραυματίες το Συντάγματός του, πού περνοσαν καί τόν σπάζονταν κλαίγοντας. κουσα μερικούς νά λένε: ταν αστηρός, λλά δίκαιος καί γαποσε τούς νδρες του».
.           Νομίζω πώς πικήδειος ατός, ν μποροσε νά τόν κούσει, θά τόν εχε πολύτως κανοποιήσει. Γιατί πραγματικά πρόσεχε ξεχωριστά τους νδρες του, καί γιά νά προστατεύσει τή ζωή τους εχε σκοτωθε διος» (σελ. 123).
.           Μέ τέτοιους ἄξιους ἡγήτορες φθάσαμε στή νίκη. Ἕνας στρατός γενναίων μέ ἀρχηγούς «λιοντάρια» πῶς νά μήν ἀνέλθει στήν κορυφή τῆς δόξης καί τῆς ἀθανασίας.
.           Τό 1964 ἐκδίδεται τό «ναμνηστικό Λεύκωμα» ἐπί τῇ 50/ἐτηρίδι ἀπό τῆς μάχης τοῦ Κιλκίς. Στήν σελίδα 44 διαβάζουμε: «ταν δύο σύγγαμβροι πό τήν Κύμη τς Εβοίας, συνταγματάρχης ωάννης Παπακυριαζής καί ταγματάρχης ωάννης Βελισσαρίου. Καί ο δύο λεβέντες. Τά νδραγαθήματά τους πρξαν πό τά φωτεινότερα δείγματα τομικς γενναιότητος. Ο δύο ατοί συγγενες εχαν τσακωθ… σάν σύγγαμβροι πού ἦσαν. Στήν μάχη το Κιλκίς βρέθηκαν ο μονάδες τους νά πολεμον πλάι- πλάι καί συναγωνισμός τν δύο τσακωμένων φθασε στό ποκορύφωμα.» Στήν τελευταία μάχη, ὅπως ἀναφέρει ὁ στρατηγός Θεόδωρος Πάγκαλος στά ἡμιτελῆ ἀπομνημονεύματά του, ἐπῆλθε τό δράμα «…ρξατο τότε σφοδρότατος καταιγισμός πυρός, κατά τήν διάρκειαν το ποίου ο 6 λόχοι το Βελισσαρίου, προχωροντες ταχέως φθασαν ες πόστασιν φόδου πό τς πρώτης γραμμς τν βουλγαρικν ρυγμάτων. Καί εδον τό λησμόνητον θέαμα τς φόδου τν 6 εζωνικν λόχων το Βελισσαρίου, ο ποοι καθ’ ἃς εχον δηγίας πό το διοικητο των, βαλον αφνιδίως ταχύτατον λιγόλεπτον πρ ναντίον το χθρο, μετά τό ποον ρμησαν κάθεκτοι καί μέ βροντώδεις λαλαγμούς ναντίον τν πί τς πρώτης φρύος το λόφου βουλγαρικν χαρακωμάτων. γραμμή τν φορμούντων λόχων μέ τάς παστραπτούσας πό τόν λιον περχιλίας λόγχας ὡμοίαζεν πρός χαλυβδίνην ταινίαν, ποία πειλητική πήρχετο ναντίον τν χθρικν ρυγμάτων. γών πρξεν μεγαλειώδης. Ο Βούλγαροι νετράπησαν ξοντώθησαν διά τς λόγχης. Ατό το τό μεγαλύτερον κατόρθωμα το Βελισσαρίου καί μέ δικαίαν περηφάνειαν φώναξεν ες τόν λοχαγόν Ζήραν, λλον γενναον, ποος πηρετοσεν ες τό σύνταγμα το Παπακυριαζ, το μπατζανάκη το Βελισσαρίου.
–       Βρέ Ζήρα, πο εναι διοικητής σου νά δῆ;
–       ΖΗΡΑΣ. Σκοτώθηκε…
.             Εχε πέσει πρό λίγου μόλις, μαχόμενος μέ τόν διον παράμμιλον τρόπον. Καί τότε τό πρόσωπον το συγγάμβρου «μαύρισεν ἀπό τό πένθος». βγαλε τό πηλήκιόν του, καμε τόν σταυρό του, δάκρυσεν καί τράβηξεν μπροστά μέ περισσοτέραν ρμήν. κε παρακάτω στή Τζουμαγιά, στό ψόμετρο 1378, τόν περίμενε κι’ ατόν Χάρος».
.           Ἕνα ἐξαιρετικό βιβλίο, πραγματικός θησαυρός, πού ἀναφέρεται στή μάχη τοῦ Κιλκίς εἶναι τοῦ π. Δημητρίου Καλλίμαχου, ἐθελοντῆ ἱεροκήρυκος τῆς Ε´ Μεραρχίας. Ὁ Καλλίμαχος παρακολουθεῖ ἐκ τοῦ σύνεγγυς τήν μάχη παίρνει μέρος σ’ αὐτήν, ἐμψυχώνει τούς στρατιῶτες, παρηγορεῖ τούς πληγωμένους καί ἀναλαμβάνει, πολλές φορές, τό βαρύ καθῆκον τῆς ταφῆς τῶν νεκρῶν πολεμιστῶν. Τό 1942, ἐξέδωσε στή Νέα Ὑόρκη τίς ἐμπειρίες του, σέ βιβλίο μέ τίτλο: «θάνατη λλάς» Ἀπό τό ἔξοχο αὐτό πόνημα, ἀποσποῦμε κάποιες σελίδες του, στίς ὁποῖες μοσχοβολᾶ ἡ πίστη καί ἡ φιλοπατρία τοῦ στρατοῦ μας. Στήν μακραίωνη ἱστορία μας πάντοτε τό Γένος ἀγωνίζεται «πέρ πίστεως καί πατρίδος» καί ματαιοπονοῦν ὅσοι θέλουν νά χωρίσουν τά δύο αὐτά «ριζιμιά λιθάρια» τοῦ ἱστορικοῦ μας βίου. Ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων ἡ φωνή τοῦ Μακρυγιάννη μᾶς κανοναρχεῖ: « πατρίδα το κάθε νθρώπου καί θρησκεία εναι τό πν… Καί τότε λέγονται θνη, ταν εναι στολισμένα μέ πατριωτικά ασθήματα· τό ναντίον λέγονται παλιόψαθες τν θνν καί βάρος τς γῆς

.           Εἶναι γνωστό πώς ἡ μάχη διεξήχθη ἐν μέσῳ φοβεροῦ καύσωνος (περίπου 40 βαθμούς Κελσίου). Τά σιταροχώραφα τοῦ κάμπου του Κιλκίς, ἐξ αἰτίας τῶν ὀβίδων πῆραν φωτιά. Πολλοί βαριά τραυματισμένοι στρατιῶτες, μή μπορώντας νά μετακινηθοῦν, κάηκαν ζωντανοί…
.         Ἄλλο ἡρωικό παράδειγμα αὐταπάρνησης καί ἀνδρείας στή σελίδα 76:
«Στρατιώτης το 22ου τραυματίσθη ες τόν βραχίονα.
–       Τυχηρός σουνα, συνάδελφε, πού πρες τό παράσημο, το λέγει παραπλεύρως του, ἄϊντε τράβα τώρα στό χειρουργεο…
–       Τί κανε, λέει; Μέ μία τσουγκρανιά νά φύγω; Τό παληοτόμαρό μου βαστάει κόμα· χω νά φάγω καί λλους π’ ατούς τούς τιμους πού σφάξανε γυναικόπαιδα!
Καί συνεχίζει τόν γώνα.
Παίρνει δεύτερο βόλι καί ξακολουθε νά μάχεται καί τό δεύτερον τραμα γίνεται τρίτον καί πεται συνέχεια… Καί ταν πλέον δυνατή αμορραγία τόν ναγκάζη νά πέση κάτω, ο τραυματοφορες, ταν πλησίασαν νά τόν παραλάβουν, πέδεσαν ν ὅλῳ πτά τραύματα! Καί παρεπονετο Ρουμελιώτης στρατιώτης, διότι δέν το δυνατόν πλέον νά συνεχίση τόν γώνα του.
–       Μωρ’ δέν μποροσε νά εχα κι’ λλο παληοτόμαρο, νά βγάλω ατό τό τρυπημένο καί νά τό βάλω τό καινούργιο!»

Μὲ ἐκεῖνα τὰ… παλητοτόμαρα εἶναι κεντημένη ἡ σημαία μας. Τὰ σημερινά ὄντως παλιοτόμαρα ξηλώνουν καὶ προδίδουν τὴν ἱστορία μας…

  1. Σχολιάστε

Σχολιάστε