Ἄρθρα σημειωμένα ὡς Ὀρθοδοξία

«ΓΙΑΤΙ ΠΟΛΥΤΙΜΟΤΕΡΟ ΠΡΑΓΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ…» (Δ. Νατσιός)

Γιατί πολυτιμότερο πράγμα π τν ρθοδοξία
δ
ν πάρχει στν κόσμο…

Δημήτρης Νατσιὸς
δάσκαλος-Κιλκὶς

.                    Δὲν ξυπνάει ὁ Ἕλληνας, δὲν λυτρώνεται ἀπὸ τὸν λήθαργο, ἂν δὲν τοῦ θυμίσεις καὶ τοῦ δείξεις ποιὲς εἶναι οἱ ρίζες του, ἀπὸ ποῦ κρατάει ἡ φύτρα του καὶ ἂν δὲν τοῦ δώσεις νὰ γευτεῖ ἀπὸ τοὺς ἀθάνατους καρποὺς τοῦ μοναδικοῦ στὸν κόσμο γενεαλογικοῦ του δέντρου. Ρίζα αὐτοῦ τοῦ δέντρου εἶναι ἡ ζωντανή μας πίστη, ἡ Ἐκκλησία, τὴν ὁποία οἱ ποικιλώνυμοι ἐχθροί της, πάσης μορφῆς καὶ χρώματος, τὴν βλέπουν σὰν ἐμπόδιο. Τὸ βόσκημα τῶν παθῶν, ἡ ἡδονοθηρία, ἡ ἁμαρτία δὲν ἀντέχουν τὸ «ράσο», ποὺ πάντα στάθηκε ὁΚυρηναῖος τοῦ Γένους.
.                     «Ἂν δώσεις μία ὀδοντογλυφίδα σὲ ἕναν Νεοέλληνα, νὰ καθαρίσει τὰ δόντια του, τότε θὰἀνακαλύψει ψίχουλα ἀπὸ τὰ πρόσφορα ποὺ ἔφαγε καὶ μεγάλωσε κάποτε ἡ οἰκογένειά του», ἔλεγε παλιὸς θυμόσοφος ἐπίσκοπος.
.                    Καὶ κυρίως τὶς ρίζες ὀφείλει νὰ τὶς προβάλλει τὸ σχολεῖο, αὐτὴ εἶναι ἡ σημαντικότερη ἀποστολή του. Ὑγιὴς ρίζα σημαίνει ὑγιεῖς κλάδοι. Ὅταν ὅμως ἡ παιδεία μετατρέπεται σὲ ἕνα εἶδος πιστωτικῆς κάρτας, καλλιέργεια τῆς ἄμεσης, ἐδῶ καὶ τώρα, ἀπόκτησης αὐτοῦ τοῦ συνήθως εὐτελοῦς, ποὺ ποθοῦμε, φτάνει κάποτε καὶ ἡ ὥρα τῆς πληρωμῆς, ἡ ὁποία συνοδεύεται ἀπὸ δάκρυα μεταμέλειας γιὰ τὴν ἀφροσύνη μας. Γιὰσυμμορίες νέων ποὺ ὀργανώνονται σὲ σχολικὲς αὐλὲς ἀκοῦμε καὶ διαβάζουμε, φαινόμενο ποὺ παίρνει διαστάσεις ἀπρόβλεπτες καὶ καταστρεπτικές. Διαβάζω στὶς τελευταῖες εἰδήσεις, γιὰ ἐπεισόδιο σὲ σχολεῖο:.                    «Τὸν περικύκλωσαν, τὸν ἀκινητοποίησαν καὶ χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ ἀντιδράσει, τύλιξαν γύρω ἀπὸτὸ λαιμό του νῆμα πετονιᾶς, ἀποπειράθηκαν νὰ τὸ τυλίξουν σὲ ὅλο του τὸ σῶμα, προξενώντας σωματικὲς βλάβες στὴν περιοχὴ τοῦ λαιμοῦ. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς πράξης γελοῦσαν σὲ βάρος του…».
.                     Αὺτὲς εἶναι οἱ ἀνατριχιαστικὲς λεπτομέρειες ἀπὸ τὴν ὑπόθεση νεανικῆς βίας μὲ θύμα 15χρονο μαθητὴ σὲ ἰδιωτικὸ σχολεῖο, ὅπως προκύπτουν μέσα ἀπὸ τὴν δικογραφία που σχημάτισε ἠ Υποδιεύθυνση Προστασίας Ἀνηλίκων τῆς Ἀσφάλειας Ἀττικῆς. Μια φρικτὴ ἱστορία ποὺ συνέβη μέσα σὲ σχολεῖο, μὲ τὸν 15χρονο μαθητή νὰ δέχεται τὸ βασανιστήριο ἀπὸ τὴν παρέα τῶν ἕξι συμμαθητῶν του, ἀνάμεσά τους καὶ ἕνα κορίτσι!
.                    Ποῦ εἶναι τὸ λάθος ἄραγε; Τίς πταίει γι’ αὐτὰ τὰ ἀνήκουστα κάποτε ἀνομήματα; Ἀπάντηση στὸν περιορισμένο χῶρο ἑνὸς ἄρθρου δὲν μπορεῖ νὰ δοθεῖ. Θὰ θίξω μόνο μία παράμετρο τοῦ προβλήματος, μιᾶς καὶ εἴμαστε στὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα τῶν Παθῶν τοῦ Χριστοῦ μας.
.                    Νὰ πῶ κάτι ἐκ πείρας. Διδάσκοντας χρόνια τώρα, στοὺς μαθητές μου, τὴν περίοδο πρὸ τῶν διακοπῶν, κείμενα, ὄχι σχολικά, ποὺ ἀναφέρονται στὸ Πάσχα, παρατήρησα τὴν εὐεργετική τους ἐπίδραση στὰ παιδιά. Τὰ τραγούδια τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ λογοτεχνικὰ καλούδια τῆς καθ᾽ ἡμᾶς Ἀνατολῆς συγκινοῦν, εὐωδιάζουν, γαληνεύουν.
“Ἀπ’ ὅ,τι κάλλη ἔχει ἄνθρωπος,
τὰ λόγια ἔχουν τὴ χάρη
νὰ κάμουσι κάθε καρδιὰ
παρηγοριὰ νὰ πάρει
κι ὅπου κατέχει νὰ μιλεῖ
μὲ γνώση καὶ μὲ τρόπο
κάνει καὶ κλαῖσι καὶ γελοῦν
τὰ μάτια τῶν ἀνθρώπω”. (Ἐρωτόκριτος Ἑνότητα Α´ στίχοι 887-890).
.                    Ποιά λόγια ὅμως καὶ ποιὰ γράμματα παρηγοροῦν; Καὶ πάλι προσφυγὴ στὸν ἐξαίσιο ποιητικὸλόγο, ποὺ ξεδιαλύνει τὶς σκέψεις καὶ εὐφραίνει μὲ τὴν σαφήνειά του.
”Πρωὶ πρωὶ χαράματα
ἔκοψα ἀπὸ τὸν ἥλιο γράμματα
στὴν γλώσσα ποὺ διαβάζουνε
οἱ ἀγράμματοι κι ἁγιάζουνε”, ὁ Ἐλύτης.
.                    Τά, χαροποιοῦ πένθους, ἐγκώμια τοῦ Ἐπιταφίου, Σολωμὸς καὶ Παλαμᾶς μὲ τὰ μύρα τῆς πένας τους. “Σήμερα Γιώργη μ’ Πασχαλιά, Γιωργάκη …”, ἡ ἄφθαστη δημοτικὴ ποίηση, ὁ Παπαδιαμάντης μὲ τοὺς ἀρχαίους του Ρωμιοὺς τῆς Σκιάθου, ποὺ μοσχοβολοῦν σὰν τὸ Τίμιο Ξύλο, τὰ λαμπρά τῆς Λαμπρῆς κείμενα τῶν παλιῶν ἀναγνωστικῶν, γεμάτο τὸ πατρογονικὸ κελάρι καλούδια, τὰ ὁποῖα δὲν ἀρωματίζουν σήμερα τὶς σχολικὲς αἴθουσες, δὲν φτάνουν στὶς πεινασμένες γιὰ καθάρια, καλοσυνάτη τροφή, ψυχὲς τῶν παιδιῶν. Παιδιὰ ποὺ δὲν σκέφτονται μὲ λέξεις, ἀλλὰ μόνο μὲ εἰκόνες, κινούμενα σχέδια καὶ διαδικτυακὲς λασπωμένες ἐντυπώσεις. Καὶ ὅταν δὲν ἔχεις λέξεις, μοιραία, καταφεύγεις στὴν ἐξαλλοσύνη καὶ τὴν ἀπελπισία, σὲ ἐπιλογὲς καὶ πράξεις βίας, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ ἀποφευχθοῦν μόνο μὲ τὸν λόγο. “Πάρε τὴλέξη μου, δῶσε μου τὸ χέρι σου”, θὰ πεῖ ὁ Ἐμπειρίκος. Καὶ τί περνᾶ ἀπὸ χέρι σὲ χέρι; Μὰ ἡ ἀνθρωπιά…
.                    Σὲ τούτη ὅμως τὴν χώρα, ἔχουμε μάθει καὶ οἱ δάσκαλοι νὰ ὑπηρετοῦμε τὸ ὑπουργεῖο Παιδομαζώματος καὶ ὄχι τὴν ἐθνικὴ παιδεία, μία κρατικὴ ἐκπαίδευση ὕπουλα ἀντορθόδοξη, ἀκαρποφόρητη. Νὰ ὑπενθυμίσω τί γράφουν στὸ Ἀνθολόγιο τῆς Γ´ καὶ Δ´; (Σελ. 79). Σὲ κείμενο μὲ τὸν ἀπαράδεκτο τίτλο «Τότε ποὺ πήγαμε βόλτα τὸν Ἐπιτάφιο». Στὸν ἐπίλογο τοῦ προαναφερθέντος κειμένου, διαβάζουμε: «… Ὅταν φτάσαμε στὴν Ἐκκλησία οἱ ψάλτες σήκωσαν τὸν Ἐπιτάφιο ψηλὰ πάνω ἀπὸ τὴν πόρτα κι ὅλοι ἐμεῖς περάσαμε ἀπὸ κάτω. Νά, ὅπως τὸ περνᾶ-περνᾶ ἡ μέλισσα».
.                    Κατ’ ἀρχὰς ἔχουμε περιφορὰ καὶ ὄχι βόλτα τοῦ Ἐπιταφίου. Βόλτες κάνουμε μὲ τὰ ποδήλατα. Βόλτες κάνουμε στὶς διακοπές. Καὶ τί σχέση ἔχει τὸ κατὰ τὰ ἄλλα ἀθῶο παιδικὸ παιχνιδάκι “περνᾶ, περνᾶ ἡμέλισσα”, μὲ τὴν κατανυκτικότατη στιγμὴ τῆς περιφορᾶς τοῦ Ἐπιταφίου; Εἶναι ἡ ὕπουλη προσέγγιση, ὅπως προεῖπα, νὰ ἀντιμετωπίζεται στὰ σχολικὰ βιβλία, ἡ Ἐκκλησία, ὡς κρουαζιερόπολοιο ἀναψυχῆς καὶ ὄχι ὡς κιβωτὸς σωτηρίας. Ἂς μὴν ἀποροῦμε ποὺ ἔλειψε στὰ σακάτικα χρόνιά μας τὸ σέβας γιὰ τὸν ἀτίμητο θησαυρό μας. Καὶ αὐτὰ ὑπάρχουν ἐδῶ καὶ 18 χρόνια στὰ βιβλία, πράγματα πιὸ ἐπικίνδυνα ἀπὸ μνημόνια καὶλοιπὲς ὑποτέλειες. Δὲν ἀπαλλάσσεται ἡ οἰκογένεια ἀπὸ τὶς εὐθύνες γιὰ τὸ ἀγρίεμα τῶν παιδιῶν, ὅμως καὶ τὸσχολεῖο, ἀντὶ νὰ ράβει, ξηλώνει ὅ,τι ἀπέμεινε ὄρθιο.
Ὅλοι ὅμως, ὅσοι αὐτοπροσδιοριζόμαστε ὡς Χριστιανοὶ Ὀρθόδοξοι, ἐλεγχόμαστε ποὺ δὲν ἀντιδράσαμε δυναμικὰ γιὰ νὰ ἐξοβελιστοῦν ἀπὸ τὰ σχολεῖα. Εἶχα διαβάσει κάτι ὡραῖο . Στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο ὁ Κύριος πρόφερε τὴν φοβερὴ φράση “εἷς ἐξ ὑμῶν παραδώσει με”. Ὅλοι οἱ μαθητὲς “λυπούμενοι σφόδρα ἤρξαντο λέγειν αὐτῷ ἕκαστος αὐτῶν· μήτι ἐγώ εἰμι, Κύριε;”. Αἰσθάνονταν ἅπαντες ἔνοχοι ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, γι’ αὐτὸ ρωτοῦσαν “μήπως ἐγώ”. Ἐμεῖς τί ἔχουμε νὰ ἀποκριθοῦμε στὸ παράπονο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ μας; Νὰκλείσω μὲ τὸ θριαμβευτικὸ παιάνα τοῦ Κόντογλου:
.                    «Ἀδελφοί! Κρατῆστε ζωντανὸ τὸν θησαυρὸ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀναστήτω ὁ Θεὸς καὶδιασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ καὶ φυγέτωσαν ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ οἱ μισοῦντες αὐτόν. Νὰ θεωρεῖτε τοὺς ἑαυτούς σας  μακάριους, ποὺ εἶστε Ὀρθόδοξοι. Γιατί πολυτιμότερο πράγμα ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία δὲν ὑπάρχει στὸν κόσμο».  

Δημήτρης Νατσιὸς
δάσκαλος-Κιλκὶς

, ,

Σχολιάστε

Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Ἡ μυστική ζωή τῆς Ὀρθοδοξίας
Γραπτό Θεῖο Κήρυγμα Κυριακῆς Α´ Νηστειῶν  (13.03.22)

Τοῦ Μητροπολ. Ναυπάκτου καὶ Ἁγ. Βλασίου Ἱεροθέου

ΠΗΓΗ: parembasis.gr

«Ἀπ᾿ ἄρτι ὄψεσθε τόν οὐρανόν ἀνεωγότα καί τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καί καταβαίνοντας ἐπί τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰω. α´, 52)

Ἀγαπητοί ἀδελφοί,

.                          Σήμερα, Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, καί τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα κάνει λόγο γιά τήν συνάντηση τοῦ Ναθαναήλ μέ τόν Χριστό.
.                          Ὁ Ναθαναήλ ἐξεπλάγη ἐπειδή ὁ Χριστός ἀποκάλυψε τό ἄδολο τῆς καρδίας του καί τόν τόπο στόν ὁποῖο βρισκόταν. Ἀπαντώντας ὁ Χριστός στήν ἐρώτησή του προσφέρει μιά καινούρια ἀποκάλυψη: «Ἀμήν ἀμήν λέγω ὑμῖν, ἀπ᾿ ἄρτι ὄψεσθε τόν οὐρανόν ἀνεῳγότα καί τούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καί καταβαίνοντας ἐπί τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰω. α´, 52). Αὐτό μᾶς δίνει τήν ἀφορμή νά κάνουμε ἕνα μικρό σχολιασμό καί νά παρουσιάσουμε πολύ σύντομα τό μεγαλεῖο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
.                          Προφανῶς μέ τήν ἀπάντησή Του αὐτή ὁ Χριστός θέλει νά τονίση τήν μεγάλη ἀλήθεια ὅτι Αὐτός, ὡς Υἱός τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ μεγαλύτερη καί κατ᾿ ἐξοχήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Πράγματι, οἱ μαθητές Του καί γενικά οἱ ἅγιοι ἀξιώθηκαν νά δοῦν πολλές φορές τό ἄνοιγμα τῶν οὐρανῶν καί τήν δόξα τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Αὐτό ἔγινε πρό τῆς Πεντηκοστῆς, ἀλλά καί μετά τήν Πεντηκοστή. Ἀκόμη καί ὁ Πρωτομάρτυς Στέφανος στό Συνέδριο ὁμολόγησε: «Θεωρῶ τούς οὐρανούς ἀνεῳγμένους καί τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ ἑστῶτα» (Πράξ. ζ´, 56).
.                          Ἀλλά ξέρουμε καλά ἀπό τήν ἐμπειρία ὅλων τῶν ἁγίων ὅτι ἡ θέα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ γίνεται διά τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή διά τῆς ἐσωτερικῆς του μεταμορφώσεως, καί ἑπομένως δέν εἶναι μιά ἁπλῆ θεωρία μέ τά σωματικά μάτια. Ἐπάνω στό Θαβώριο Ὄρος, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, «μετασκευάζονται οἱ ὀφθαλμοί τῶν Ἀποστόλων τῇ δυνάμει τοῦ θείου Πνεύματος» καί ἀξιώνονται νά δοῦν τήν δόξα τοῦ Χριστοῦ. Καί ὁ Προφήτης Ἠλίας «οὐκ αἰσθητῶς ἐκεῖνος εἶδεν» τόν ἄσαρκο Λόγο, ἀφοῦ τό πρόσωπό του ἦταν κεκαλυμμένο μέ τήν μηλωτή. Ἄρα διά τῆς ἐσωτερικῆς καθάρσεως καί μέ τούς αἰσθητούς ὀφθαλμούς, πού μεταμορφώνονται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, βλέπει κανείς τήν δόξα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἄλλωστε καί ὁ Ἴδιος ἀποκάλυψε: «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται» (Ματθ. ε´, 8).
.                          Αὐτά δείχνουν ἕνα χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς Ὀρθοδοξίας, τό ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι μυστική, δηλαδή ὅλη ἡ θεολογία καί ἡ ζωή της εἶναι μυστική. Ὅταν λέμε μυστική ζωή δέν ἐννοοῦμε τήν ὕπαρξη διαφόρων «μυστικῶν» ἤ μιά ἀφηρημένη καί ἄγνωστη ζωή, δέν ὑπονοοῦμε ἀκόμη τόν μυστικισμό ὁ ὁποῖος συνδέεται μέ πλατωνικές ἀπόψεις γιά τήν ἐπάνοδο τῆς ψυχῆς στόν κόσμο τῶν ἰδεῶν, ἀλλά τήν ζωή ἐκείνη πού κινεῖται πέρα ἀπό τήν ἐπιφάνεια, πέρα ἀπό αὐτά πού βλέπουμε. Αὐτό φαίνεται καθαρά σέ τρία σημεῖα.
.                          Πρῶτον. Ἡ Ὀρθοδοξία χωρίς νά παραγνωρίζη τήν λογική κινεῖται πέρα ἀπό αὐτήν. Ὁ ἄνθρωπος λέμε συνήθως ὅτι εἶναι λογικό ὄν. Αὐτό εἶναι σωστό κυρίως γιατί ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε «κατ᾿ εἰκόνα» τοῦ Λόγου. Ἡ Ὀρθοδοξία δέν παραθεωρεῖ τήν λογική τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά καί δέν τήν  ἀπολυτοποιεῖ. Γνωρίζει ὅτι ἡ λογική λειτουργία εἶναι μιά ἀπό τίς λειτουργίες τῆς ψυχῆς, ἀφοῦ ἡ ψυχή εἶναι ἑνιαία καί πολυδύναμη. Ἐκτός ἀπό τήν  λογική ὑπάρχουν καί ἄλλες ψυχικές ἐνέργειες ὅπως ἡ ἐπιθυμία, ὁ νοῦς, ἡ θέληση, ἡ φαντασία κλπ.
.                          Γι´ αὐτό ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει ἀνέκαθεν στραμμένη τήν προσοχή της σέ αὐτόν τόν μυστικό καί κεκρυμμένο θησαυρό πού λέγεται καρδιά καί εἶναι τό κέντρο ὅλου τοῦ πνευματικοῦ κόσμου καί αὐτήν ἐπιδιώκει νά καθαρίση καί νά ἐλευθερώση. Ὁ Προφήτης Δαυΐδ ψάλλει: «Καρδίαν καθαράν κτῖσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός» (Ψαλμ. ν´, 12). Ἡ καρδιά ζῆ τήν κοινωνία μέ τόν Θεό καί ἡ λογική διατυπώνει τίς ἐμπειρίες της. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος θέλη νά τά καταλαβαίνη ὅλα μέ τήν λογική του, τότε παύει νά εἶναι ὀρθόδοξος. Γίνεται σχολαστικός, δηλαδή αἱρετικός.
.                          Δεύτερον. Ἡ Ὀρθοδοξία, χωρίς νά παραγνωρίζη τίς σωματικές αἰσθήσεις, κινεῖται πέρα ἀπό αὐτές. Ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖται ἀπό σῶμα καί ψυχή. Ὅπως τό σῶμα ἔχει αἰσθήσεις, τό ἴδιο ἔχει καί ἡ ψυχή. Εἶναι οἱ λεγόμενες νοερές ἤ ψυχικές αἰσθήσεις. Μέ τήν μυστηριακή ὀρθόδοξη ζωή οἱ σωματικές αἰσθήσεις μεταμορφώνονται, δηλαδή γίνονται αἰσθήσεις τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Συγχρόνως ἀναπτύσσονται οἱ νοερές ἐσωτερικές αἰσθήσεις. Οἱ ἅγιοι Πατέρες λένε ὅτι τό ἀληθινό στοιχεῖο τῆς ἀναγεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἀνάπτυξη τῶν νοερῶν αἰσθήσεων. Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ λέγει ὅτι «ἡ ζωή ἐν Θεῷ, ἡ κατάπτωσις τῶν αἰσθήσεων ἐστίν. Ὅτε δέ ζήσει ἡ καρδία, καταπίπτουσιν αἱ αἰσθήσεις. Ἡ ἀνάστασις τῶν αἰσθήσεων, ἐστίν ἡ νέκρωσις τῆς καρδίας».
.                          Πέρα ἀπό τήν προσπάθεια γιά τήν ἀνακάλυψη αὐτῶν τῶν ψυχικῶν, πνευματικῶν αἰσθήσεων πρέπει νά καταλαβαίνουμε μέσα στήν λατρεία καί τήν γλώσσα τῶν συμβόλων. Τό ἄναμμα τοῦ κεριοῦ, ἡ καύση τῆς κανδήλας, τό κερί πρό τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ τρόπος τῆς εὐλογίας θέλουν νά δείξουν  κάτι ἐσωτερικό. Ἐπίσης, ἡ Ὀρθοδοξία μέ τήν εἰκόνα της, δέν θέλει ἁπλῶς νά στολίση τούς Ναούς ἤ νά ἰκανοποιήση τήν ὅραση, ἀλλά νά μεταδώση ἄλλες ἐμπειρίες στόν προσευχόμενο Χριστιανό. Στήν ὀρθόδοξη ἁγιογραφία φαίνεται ἡ μεταμόρφωση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καί τοῦ κόσμου, ἡ ἔκχυση τοῦ Θαβωρίου Φωτός πάνω στό ἀνθρώπινο σῶμα, ἡ μεγάλη ἀγάπη καί φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀγάπη τῶν ἁγίων στόν Θεό καί ὅλα τά ἐσωτερικά βιώματά τους. Εἶναι παρατηρημένο ὅτι ὅταν ὁ ἄνθρωπος ξέρη νά βλέπη τίς εἰκόνες, μπορεῖ νά ἐκτιμήση τήν μεγάλη ἀξία τῆς ὀρθόδοξης ἁγιογραφίας.
.                          Τρίτον. Ἡ Ὀρθοδοξία χωρίς νά παραθεωρῆ τά φαινόμενα, κινεῖται πέρα ἀπό αὐτά. Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός δέν βλέπει ἤ δέν ἐπηρεάζεται ἀπό τά ἐξωτερικά πράγματα, ἀλλά βλέπει τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, πού βρίσκεται κάτω ἀπό ὅλα τά ἱστορικά καί φυσικά γεγονότα. Αὐτό γίνεται διά τῆς ἐσωτερικῆς μεταμορφώσεως. Συνήθως ἐμεῖς, ἐπειδή εἴμαστε ἀκάθαρτοι, ἀγνοοῦμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἀποδίδουμε σέ Αὐτόν ὅλα τά πάθη καί τούς στοχασμούς μας μέ ἀποτέλεσμα νά παλεύουμε μέ τόν Θεό. Οἱ Ὀρθόδοξοι σταυρώνουν ὅλα αὐτά τά φαινόμενα. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής λέγει κάπου ὅτι «τά φαινόμενα πάντα δεῖται σταυροῦ… καί τά νοούμενα χρήζει ταφῆς» καί τότε ἀνασταίνεται ὁ ἐν ἡμῖν λόγος καί ἔρχεται ἡ σωτηρία. Αὐτό σημαίνει ὅτι πρέπει νά σταυρώνουμε καθημερινά τά πάθη μας καί νά ἐπιδιώκουμε τήν ἐλευθέρωση τοῦ νοῦ ἀπό τήν θανατηφόρα ἐνέργεια τῶν ἐξωτερικῶν ἐρεθισμάτων.  Σταυρωμένοι μποροῦμε νά γνωρίσουμε τό μακάριο πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας μας καί νά δοῦμε τήν δόξα τοῦ Χριστοῦ.
.                          Ἀπαιτεῖται ἀγώνας μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ γιά νά μπορέσουμε νά βιώσουμε τήν μυστική αὐτή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπαιτεῖται ἀγώνας ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας, κάθαρση τῶν αἰσθήσεων, καί τότε θά γνωρίσουμε αὐτήν τήν μυστική ζωή τῆς Ἐκκλησίας, πού, δυστυχῶς, εἶναι ἄγνωστη σέ πολλούς Ὀρθοδόξους. Τότε τά ἀκατάληπτα γίνονται γνωστά καί ὅσα φαίνονται πολύ μπερδεμένα, εἶναι πολύ ἁπλά.

, , ,

Σχολιάστε

Ο ΑΕΝΑΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ μέ Πεδίον Μάχης τήν Παραδοσιακήν Ἑλλάδα (Ἰω. Καλλιανιώτης)

Ὁ Ἀέναος Πόλεμος κατά τῆς Ὀρθοδοξίας
μέ Πεδίον Μάχης τήν Παραδοσιακήν Ἑλλάδα

ὑπό
Ἰωάννου Ν. Καλλιανιώτου
Καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Scranton

«Ἐπεφάνη γάρ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, παιδεύουσα ἡμᾶς, ἵνα ἀρνησάμενοι τήν ἀσέβειαν καί τάς κοσμικάς ἐπιθυμίας σωφρόνως καί δικαίως καί εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι, προσδεχόμενοι τήν μακαρίαν ἐλπίδα καί ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεφάλου Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅς ἔδωκεν ἑαυτόν ὑπέρ ἡμῶν, ἵνα λυτρώσηται ἡμᾶς ἀπό πάσης ἀνομίας καί καθαρίσῃ ἑαυτῷ λαόν περιούσιον, ζηλωτήν καλῶν ἔργων. Ταῦτα λάλει καί παρακάλει καί ἔλεγχε μετά πάσης ἐπιταγῆς˙ μηδείς σου περιφρονείτω.»  [Τίτον β΄ 11-15]

.                  Ὁ πόλεμος κατά τοῦ ἱδρυτοῦ τοῦ Χριστιανισμοῦ, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καί συνεπῶς, καί κατά τῆς Ὄρθοδοξίας, ἤρχισε τό ἔτος 30 μ. Χ. Καί θά συνεχισθῇ ἕως τήν ἐσχάτην τῶν ἡμερῶν. Τό ψεῦδος συγκρούεται μέ τήν Ἀλήθειαν, ἡ ἄγνοια πολεμεῖ τήν γνῶσιν, αἱ αἱρέσεις καί τά σχίσματα ὑποτάσσονται εἰς τόν Καίσαρα, οἱ πολιτικοί ἡγέται κατέστησαν ἀκόλουθοι τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων, τῶν ἐχθρῶν τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς Ἑλλάδος. Οἱ πολιτισμένοι λαοί ὑπέκυψαν εἰς τάς πλάνας, ψευδολογίας καί νοθείας τῶν ὑπαναπτύκτων καί ἀπολιτίστων. Ἡ προτέρα των ἐπινόησις (2008) ἦτο ἡ παγκοσμία οἰκονομική κρίσις καί ἡ καταστροφή τῆς Ὀρθοδόξου Ἑλλάδος (ὑπερχρέωσις, ὑφαρπαγή δημοσίου πλούτου, κατάσχεσις κατοικιῶν, ὑπερφορολόγησις, ἀνεργία, ὑποταγή εἰς τήν Εὐρωπαϊκήν Ἕνωσιν, στέρησις τῆς Ἐθνικῆς κυριαρχίας, κ.λπ.). Κατόπιν, μέ τήν ἐποίκησιν τῆς χώρας ὑπό Μουσουλμάνων λαθρομεταναστῶν, προσπαθοῦν ὥστε νά ἀλλοιωθῇ ἡ ὁμοιογένεια τοῦ Ἑλληνορθοδόξου λαοῦ˙ ἐν συνεχείᾳ, συνωμοτοῦν διά τήν προδοσίαν τῆς Μακεδονίας[1] καί πλεῖστα ἄλλα δεινά ἐπιβληθέντα εἰς τήν χώραν. Ἐσχάτως (2020), ἡ τερατολογία τοῦ κορωνοϊοῦ καί ἡ ἀπαγόρευσις τῆς κυκλοφορίας τῶν ἀνθρώπων, ὡς καί αὐτός μάλιστα ὁ ἐκκλησιασμός τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων ἐν μέσῳ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί Ἁγίου Πάσχα μέ τό κλείσιμον τῶν ἐκκλησιῶν.[2]

.                 Τοιούτου εἴδους περιοριστικά μέτρα, ἐπιβολή οἰκονομικῆς καταστροφῆς καί πολιορκίας τῆς χώρας, τά ὁποῖα εἶναι ὅλα σχεδιασμοί τῶν ἐχθρῶν τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῶν «συμμάχων» τῆς Ἑλλάδος, ἀλλ’ ἐχθρῶν αὐτῆς, δέν ἔχουν ἐπιβληθῆ εἰς οὐδέν ἄλλο κράτος. Τό σχέδιον τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων (τῶν ἐγκληματιῶν τῆς ἀνθρωπότητος) ἐπετεύχθη˙ ἡ παγκόσμιος δουλεία εἶναι πλέον ἐπιβεβλημένη. Τό ἑπόμενον βῆμα εἶναι τό σφράγισμα τῶν ἀνθρώπων διά νά ἠμποροῦν νά κυκλοφωροῦν καί νά συναλλάσωνται, νά ἐργάζωνται καί νά λαμβάνουν τόν μισθόν των ἤ τήν σύνταξίν των. Ἡ εὐθύνη τῆς ἀνθελληνικῆς καί ἀθέου πολιτείας μας ἄπειρος.[3] Οἱ ἄνθρωποι οὗτοι οἱ ψευδο-πολιτικοί ἀπό τό 1974 καί ἐντεῦθεν θά πρέπει νά καταψηφισθοῦν ἄνευ τῆς παραμικρᾶς ἐξαιρέσεως. Ἀπέτυχον παταγωδῶς ἅπαντες. Δέν ἠμποροῦν τοιοῦτοι νᾶνοι νά ἐκπροσωποῦν Ἑλληνισμόν, Ἱστορίαν, Πολιτισμόν, μεγαλεῖον καί δόξαν τοῦ μακραίωνος Ἑλληνισμοῦ. Οἱ πνευματικοί ἡγέται εὑρίσκονται ὑπό τάς ἐπιταγάς τοῦ Καίσαρος καί τῶν ξένων μυστικῶν ὑπηρεσιῶν (τῆς Ἑβραιο-μασονίας) ἀπό τό 1920.[4] Ὁ θεοσεβής Ἕλληνας Ὀρθόδοξος ἀπορρίπτει ὅλα αὐτά τά Προτεσταντικά ἀτοπήματα καί τάς συνεχεῖς ὑποχωρήσεις τῆς ἱεραρχίας. Ἀπεδέχθησαν τό κλείσιμον τῶν ἐκκλησιῶν. Ἀπαράδεκτον, ἀνεπίτρεπτον καί ἀπίστευτον διά τήν Μητέρα τῆς Ὀρθοδοξίας. Θά πρέπει καί οὗτοι νά εἴπουν ΟΧΙ εἰς τούς καθοδηγητάς των καί νά ἐπιστρέψουν ἐν μετανοίᾳ εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν ἤ εἰς κάποιαν Ἱεράν Μονήν.

 .                    Τέλος, ὁ μεγαλύτερος πολιτισμός εἶναι ὁ Ἑλληνικός καί διά τοῦτο ἔχει καί τόσους πολλούς ἐχθρούς˙ ἀκολουθοῦν δέ τά πνευματικά τῆς Ἑλλάδος τέκνα, Ρωσία καί λοιπαί Ὀρθόδοξοι χῶραι. Ἡ Δύσις εὑρίσκεται εἰς δουλείαν ἀπό τό 1640 (Ἀγγλικήν Ἐπανάστασιν).[5] Ἡ Ἀσία εἶναι ἐντελῶς ὑπανάπτυκτη (ἄθεοι, ἀντίχριστοι, σατανισταί, ἐξ οὗ καί ἀθεόφοβοι). Ἡ Κίνα ἤδη ἀπέδειξε τί μέγιστον κακόν, πέραν τῆς οἰκονομικῆς ὑποταγῆς ὑπό ταύτης ὁλοκλήρου τοῦ πλανήτου,[6] ἐπεφύλασσε διά τήν ἀνθρωπότητα. Τώρα, εἶναι ἡ σειρά τῆς Ἰνδίας καί τῶν λοιπῶν Μουσουλμάνων τῆς Ἀσίας. Δέν ἠμποροῦν οἱ λαοί αὐτοί νά ἀντιληφθοῦν καί βεβαίως, νά ἀνεχθοῦν ἕν τόσον μεῖζον μεγαλεῖον, ὡς τήν Ἀλήθειαν τῆς Παραδοσιακῆς Ἑλληνορθοδοξίας. Ὁ θεοσεβής λαός μας ἔχει ἀνάγκην ἀπό πραγματικούς ἡγέτας. Ὁ Ἅγιος ἐκ τῶν πολιτῶν μας, ἄς γίνῃ πνευματικός ἡγέτης καί ὁ ἄριστος έκ τῶν πολιτῶν μας, νά γίνῃ πολιτικός ἡγέτης. Ὁ γενναῖος νά γίνῃ ἀγιωματικός. Ὁ μέν σοφός Ἑλληνορθόδοξος, ἄς γίνῃ δάσκαλος. Ὁ δέ θεοφύλακτος ὑπόλοιπος λαός μας, μέ τοιαῦτα πρότυπα, νά τείνῃ καί οὗτος πρός τήν τελείωσιν. Εὐχόμεθα καί ἐλπίζομεν. Χριστός Ἀνέστη!..

 

[1] Ὅρα, John N. Kallianiotis, Political History and Economic Policy of the Greek Civilizer Alexander the Great, Hauppauge, N.Y.: Nova Science Publishers, May 2020.

[2] Εἴμεθα εὐγνώμονες καί δοξάζομεν τόν Θεόν διότι ἡ ἐκκλησία μας (Ρωσική Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία), ἐδῶ εἰς τήν Ἀμερικήν, οὐδέποτε ἔκλεισεν. Πηγαίνομε κανονικά καθ’ ὅλην τήν διάρκειαν τῆς Τεσσαρακοστῆς, τοῦ Πάσχα καί φυσικά καί τώρα. Εἴχομεν καί ἔχομεν ἐκκλησιασμόν, ἐξομολόγησιν, θείαν κοινωνίαν καί ἁπάσας τάς ἀκολουθίας. Αὕτη εἶναι ἡ ἐλπίς ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων, ἡ Ἁγία μας Παγκόσμιος Παραδοσιακή Ἐκκλησία καί τά πνευματικά τέκνα τῆς Ἑλλάδος.

[3] Ὅρα, ΜΑΣΩΝΙΚΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΒΟΥΛΗΣ!

orthodoxostypos.gr/%CE%BC%CE%B1%CF%83%CF%89%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%B7-%CE%B7-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%B7-%CF%84%CE%B7%CF%83-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%B7%CF%83-%CE%B2%CE%BF%CF%85/

[4] Ὅρα, «Ὁ Ἕλλην Ἀρχιεπίσκοπος εἰς τόν προ- τῆς CIA: “Οἱ ὁδηγίες σας θά ἐκτελεσθοῦν πιστῶς”.» Μετεμορφώθης, December 27, 2019, pp. 1-4. metemorfothis.blogspot.com/2019/12/cia.html. Ἐπίσης, «Ἡ Ἀποπομπή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου: Ἡ Ἀπομάκρυνσις τοῦ Μαξίμου Ε΄ συμφώνως τῶν στοιχείων τῆς CIA», Μέρος Α΄, Μετεμορφώθης, 13 Φεβρουαρίου 2020, σσ. 1-4. metemorfothis.blogspot.com/2020/02/cia.html. Ἀκόμη, «Ἡ Ἀποπομπή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου: Ἡ Ἀπομάκρυνσις τοῦ Μαξίμου Ε΄ συμφώνως τῶν στοιχείων τῆς CIA», Μέρος Β΄, Μετεμορφώθης, 17 Φεβρουαρίου 2020, σσ. 1-6.

metemorfothis.blogspot.com/2020/02/cia1.html . Περαιτέρω, «Ἡ Ἀποπομπή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου: Ἡ Ἀπομάκρυνσις τοῦ Μαξίμου Ε΄ συμφώνως τῶν στοιχείων τῆς CIA», Μέρος Γ΄, Μετεμορφώθης, 20 Φεβρουαρίου 2020, σσ. 1-6. metemorfothis.blogspot.com/ .Ἐπί πλέον, π. Σεραφείμ Ζήσης, Οι Μασόνοι Πατριάρχες Ιωακείμ Γ΄ και Μελέτιος Μεταξάκης (Α΄) [ΒΙΝΤΕΟ 2019], ww.youtube.com/watch?v=3fOTANiQ6eo . Ἀκόμη, eleytheroi-ellines.blogspot.com/2013/08/blog-post_1227.html

[5] Ὅρα, en.wikipedia.org/wiki/Talk%3ANathan_Mayer_Rothschild . Ἐπίσης, en.wikipedia.org/wiki/English_Revolution . Ἀκόμη, https://books.google.com/books?id=zKFBPKa8vxoC&pg=PA146&lpg=PA146&dq=Rothschild+said+that+%22we+made+the+British+Revolution+in+1640&source=bl&ots=cWi6lwc2QU&sig=ACfU3U0wEcUcvPofep8QwAlO1rND223xVQ&hl=en&sa=X&ved=2ahUKEwjzkqXH35DpAhX-mHIEHX0WA1cQ6AEwCnoECAoQAQ#v=onepage&q=Rothschild%20said%20that%20%22we%20made%20the%20British%20Revolution%20in%201640&f=false . Περαιτέρω, file:///C:/Users/JK/AppData/Local/Microsoft/Windows/Temporary%20Internet%20Files/Content.IE5/U5CSIOWY/History-English-Revolution_Guizot.pdf

[6] “A brief coronavirus postscript: It’s presently (mid-March) too soon to tell whether we’re wildly overreacting to this or not, but if this version of the zombie apocalypse teaches us nothing else, it’s that we are too reliant on China for supply of many things, most especially including pharmaceuticals. Between 80 percent and 90 percent of U.S. antibiotics, 70 percent of acetaminophen and about 40 percent of heparin now come from China, and the majority of the key ingredients and raw materials used to manufacture essential drugs are supplied by China. America produces zero percent of its own penicillin! China’s threat to withhold drugs from the U.S. in this pandemic is maybe the stupidest thing they could do, drawing even more attention to this potentially fatal dependency. Free market or no, we’ve got to bring manufacture of critical supplies (including electronics and chips, as Ghost Fleet warned fictionally) back under domestic location and control, and diversify the supply chains. That can’t happen overnight, but if we don’t do it, we’re even more suicidal than usual.” Clifford McMurray (one of my graduate students, μεταπτυχιακός φοιτητής μου).

 

,

Σχολιάστε

Η ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΩΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ [Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία-8] (†π. Γ. Μεταλληνός) «Συντηρητικό καί γι᾽ αὐτό ὄχι παραδοσιακό ρεῦμα…»

Η ΕΚΚΛΗΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

Ἀπόσπασμα Η´ ἀπὸ τὸ βιβλίο
† Πρωτ. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ
«ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ καὶ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ»
σελ. 34-39

Ἠλ. στοιχειοθεσία «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ»

Μέρος Α´ : « Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ [Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία-1] (π. Γ. Μεταλληνός)
Μέρος Β´ : Η EΝΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ [Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία-2] (π. Γ. Μεταλληνός) »
Μέρος Γ´: « Η EΝΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ – Η ΕΝ ΧΡΙΣΤῼ ΚΑΤΑΞΙΩΜΕΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ [Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία-3] (π. Γ. Μεταλληνός)
Μέρος Δ´: « Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ [Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία-4] (π. Γ. Μεταλληνός)
Μέρος Ε´: « Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΩΣ ΕΝΣΑΡΚΗ ΠΑΝΑΛΗΘΕΙΑ [Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία-5] (π. Γ. Μεταλληνός)
Μέρος Ϛ´: « ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ καὶ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ [Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία-6] (π. Γ. Μεταλληνός)Μέρος Ζ´: «

.                   Ἔτσι, δόθηκε ἡ τελική στό πρόβλημα λύση ἀπό τήν ἑλληνορθόδοξη πατερική συνείδηση, ὥστε κάθε προσπάθεια ἀνατοποθετήσεως τοῦ προβλήματος νά προδίδει νόθευση καί ἀλλοίωση τῶν συνειδησιακῶν κριτηρίων. Ὁ Ἑλληνισμός ὡς παιδεία καί διανόηση δέν ἀπορρίπτεται. Ἀποκρούεται μόνο ἡ ἐκφιλοσόφηση τῆς πίστεως καί ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως, ἡ ἀπολυτοποίηση τῆς ἀνθρωπίνης γνώσεως, ἡ τάση τῆς φιλοσοφικῆς (δῆθεν) κατοχυρώσεως τῆς πίστεως μέ τίς διανοητικές δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου καί διακηρύσσεται ἡ ἀδυναμία τῆς ἀνθρωπίνης γνώσεως νά ὁδηγήσει στή θεογνωσία, μέ παράλληλη ἀπόκρουση τῆς διανοητικῆς-στοχαστικῆς θεολογήσεως, δηλ. τῆς μεταφυσικῆς.
.                   Στήν συνάφεια αὐτή κατανοεῖται καί ἡ φαινομενική ἀντίθεση ὁρισμένων Πατέρων, ὅπως λ.χ. ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Nέος Θεολόγος ἤ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀπέναντι στήν πεμπτουσία τοῦ Ἑλληνισμοῦ, τήν Παιδεία. Στίς περιπτώσεις αὐτές δέν πρόκειται γιά πραγματική ἀντίθεση, ἀλλά γιά ἱεράρχηση τῶν μεγεθῶν μέ μόνιμη στόχευση στό ἀμετακίνητο κέντρο ἀναφορᾶς, τήν ἐν Xριστῷ σωτηρία-θέωση. Mιά τέτοια στάση φαίνεται, ἄλλωστε, καί στούς κεκηρυγμένους ἐπαινέτες τῆς θύραθεν παιδείας, ὅπως ὁ M. Bασίλειος καί ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Στό ἴδιο ὅμως προϋποθεσιακό πλαίσιο κινεῖται καί ὁ M. Φώτιος καί μέ αὐτή τήν βάση ἑρμηνεύεται καί ἡ δική του στάση ἀπέναντι στά κλασικά γράμματα. Ὁ Mέγας Πατριάρχης εἶναι ἀπό τίς μορφές ἐκεῖνες, πού ἀνέδειξαν τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σέ θεματοφύλακα καί τῆς κλασικῆς μας φιλολογίας. Xαρακτηρίσθηκε «ὁ ἐμβριθέστερος καί διορατικότερος κλασικός φιλόλογος στόν Mεσαίωνα σ᾽ Ἀνατολή καί Δύση» καί «συντελεστής τῆς ἀναβιώσεως τῶν ἑλληνικῶν γραμμάτων». Tό φιλολογικοκριτικό του ἔργο προκαλεῖ κατάπληξη μέ τήν ἔκταση τῆς γνώσεως καί τό βάθος τοῦ στοχασμοῦ του. «Ἡ στροφή τοῦ πατριάρχου Φωτίου εἰς τήν κλασσικήν ἀρχαιότητα –σημειώνει ὁ Kαθηγ. Bλ. Φειδᾶς– ἐπηρέασε τήν γραμματειακήν κίνησιν τοῦ I΄αἰ. καί προητοίμασε τήν ἀναβίωσιν τῶν σπουδῶν τῆς πλατωνικῆς καί τῆς ἀριστοτελείου φιλοσοφίας κατά τόν IA΄ αἰῶνα».
.                   Ἡ ἀρχαιομάθεια ὅμως καί φιλολογική δραστηριότητα τοῦ Φωτίου παρασύρει ἄδικα σέ ἀκρισίες τούς ἀρχαιολάτρες, οἱ ὁποῖοι ὑπερτονίζουν τήν ἀντίθεσή του σ᾽ αὐτό τό πεδίο μέ τόν πατριάρχη Ἰγνάτιο (θεωροῦσε ἐπικίνδυνη τήν ἀναγέννηση τῆς κλασικῆς παιδείας γιά τήν Ἐκκλησία). Ὁ Φώτιος ὅμως εἶναι κατά βάση ἐκκλησιαστικός Πατέρας καί ἀσκητής καί γι᾽ αὐτό ἡ στάση του καί στά κλασικά γράμματα εἶναι σαφῶς πατερική. Ἡ Ἐκκλησία, ἄλλωστε, δέν τόν τιμᾶ ἁπλῶς ὡς λόγιο, ἀλλ᾽ ὡς ἅγιο, θεούμενο. Ὡς οἰκουμενικό διδάσκαλο τῆς «ἅπαξ τοῖς ἁγίοις παραδοθείσης πίστεως» (Ἰουδ. 3) καί γι᾽ αὐτό τόν προσφωνεῖ μέ τά λόγια: «Tῆς καθαρᾶς σου καρδίας, τοῦ θείου Πνεύματος φωτιστικαῖς ἀκτῖσιν, αὐγασθείσης πλουσίως, τρισμάκαρ θεηγόρε, φωτοειδής ἀληθῶς ἐχρημάτισας».
.                   Ὁ κριτικός ἔλεγχος τῶν ἄλλων Πατέρων ἀπέναντι σέ μιά μονομερή καί ἀνεξέλεγκτη, ἀλλά καί ἰσόβια ἀφιέρωση στή θύραθεν παιδεία, ἀπαντᾶ καί στό μέγα φιλόλογο Φώτιο. Kαταδικάζει καί αὐτός τίς ὀντολογικές καί κοσμολογικές ἀντιλήψεις τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, ἀπορρίπτοντας «τό τῆς πολυθεΐας ἄθεον». Ὁ φόβος του ἦταν, μήπως «ἡ δεισιδαιμονία τῆς ἑλληνικῆς πλάνης» […] «συνεισελάσῃ» διά τῶν αἱρέσεων, ὅπως τό FILIOQUE, «ἐν προσχήματι Ἑλληνισμοῦ» στήν Ἐκκλησία. Kαθολικά πατερικός εἶναι, ἄλλωστε, καί ὅταν ἀναφέρεται στήν ἀποφασιστική στιγμή τῆς παρουσίας τοῦ ἀπ. Παύλου στόν Ἄρειο Πάγο, ἐκφράζοντας καί ἐδῶ τήν ὀρθόδοξη συνείδησή του. Θά ἐπιτραπεῖ νά παρατεθεῖ αὐτούσιος ὁ λόγος του: «…Tῆς Ἐκκλησίας ὁ διδάσκαλος (sc. ὁ Παῦλος) τούς Ἑλλήνων σοφούς ἐθήρα καί τῆς ἀσεβείας πρός εὐσέβειαν ἐχειραγώγει καί μετέφερε […]. Ἐπειδή γάρ ἐκ τῶν προφητικῶν χρησμῶν καί τῶν Δεσποτικῶν λογίων ὁ περιδέξιος ἐκεῖνος καί οὐράνιος ἄνθρωπος μή πειθόμενον ἑώρα τό Ἑλληνικόν, ἐξ αὐτῶν αὐτούς τῶν θεοστυγῶν σεβασμάτων εἰς τό τοῦ Δημιουργοῦ μετακαλεῖται σέβας· ἐξ αὐτῶν τῶν τοῦ διαβόλου προγραμμάτων τῆς αὐτοῦ καταψηφίζεται τυραννίδος· ἐκ τῶν ὀχυρωμάτων καταστρέφει τό κράτος αὐτοῦ τῆς ἐξουσίας· ἀπό τῆς πλάνης γεωργεῖ τήν εὐσέβειαν· ἐκ τῆς ἀπωλείας βλαστούς ἡμῖν προβάλλεται σωτηρίας· ἐκ τῆς τοῦ διαβόλου παγίδος εἰς τόν δρόμον ἐνισχύει τοῦ Eὐαγγελίου· βαλβίδα ποιεῖται τήν κορυφήν τῆς ἀποστασίας τῆς εἰσόδου, δι᾽ ἧς ἦν αὐτοῖς εἰς τόν νυμφῶνα Xριστοῦ καί τήν ἄχραντον αὐτοῦ παστάδα εἰσελθεῖν, τήν Ἐκκλησίαν». Ἡ ἐκκλησιοποίηση δηλαδή τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ὅπως περιγράφθηκε παραπάνω, εἶναι γιά τόν M. Φώτιο ἡ σωτηρία τῆς ἑλληνικότητας.
.                    Ἀναφερόμενος δέ σέ πρό αὐτοῦ Πατέρες ὁ M. Φώτιος στήν παραπάνω κριτική του, θέλει νά δείξει τή δική του παραδοσιακότητα καί συνέχεια, ἀλλά καί τή δική του συγχρόνως ἑλληνορθόδοξη αὐτοσυνειδησία. Ἡ πατερική ἰσορροπία καί ἱεράρχηση στή συνάφεια Ἑλληνισμοῦ – Xριστιανισμοῦ δέν αἴρεται συνεπῶς στό M. Φώτιο, οὔτε καί στούς μεταγενεστέρους του Πατέρες. Ἀντίθετα, ἀναιρεῖται ὁπωσδήποτε, ἐκεῖ ὅπου ἐπικρατεῖ ψευδοπατερικό πνεῦμα (“Oἱ ὑπεράγαν ὀρθόδοξοι” τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου), κάτι πού βρῆκε τήν πλήρη ἔκφρασή του μεταξύ ἄλλων καί στόν IH΄αἰώνα, ὅταν ἕνα συντηρητικό (καί γι᾽ αὐτό ὄχι παραδοσιακό) ρεῦμα ἀπέρριπτε ἀνεξέλεγκτα, μαζί μέ τήν δυτική ἀθεΐα ἤ τή θρησκευτική ἀδιαφορία τοῦ δυτικοῦ Διαφωτισμοῦ, καί τήν ἴδια τήν ἐπιστήμη, διώκοντας τόν Eὐγ. Bούλγαρη ἤ τόν ἅγιο Nικόδημο τόν Ἁγιορείτη, πού ἀγωνίζονταν νά διασώσουν τήν παράδοση τοῦ M. Φωτίου. Kαί τό “ρεῦμα” αὐτό δέν μπορεῖ νά ταυτισθεῖ, φυσικά, μέ τό Oἰκουμενικό Πατριαρχεῖο στήν καθολική ἐκπροσώπησή του.
.                   Ἐκεῖ, συνεπῶς, πού ἄλλοι βλέπουν διάσταση καί ἀσυμφωνία, ὁ Φώτιος βλέπει ταύτιση καί ἑνότητα. Δέν εἶναι ἄρα περίεργο, πού τό ἐκκλησιαστικό πλήρωμα δέν εἶδε καί αὐτό καμιάν ἀντίθεση μεταξύ Φωτίου καί Ἰγνατίου καί τιμᾶ καί τούς δύο ὡς Ἁγίους, μάρτυρες δηλαδή τοῦ γεγονότος τῆς θεώσεως. Tό “Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας” συνέδεσε πανηγυρικά καί τούς δύο στή λειτουργική καί ἱστορική μνήμη τοῦ Ἑλληνορθοδοξίας: «Ἰγνατίου καί Φωτίου […], τῶν ὀρθοδόξων καί ἀοιδίμων Πατριαρχῶν, αἰωνία ἡ μνήμη».

, , , , , , ,

Σχολιάστε

Η ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΩΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ [Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία-7] (π. Γ. Μεταλληνός) «Tό “Ἑλληνικόν” ἐκενώθη καί ἐπληρώθη, ἀποκτώντας νέα ταυτότητα, μέ τήν ὁποία πολιτογραφήθηκε ἀμετάκλητα στήν ἱστορία».

Η ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΩΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο
† Πρωτ. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ
«ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ καὶ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ»
σελ. 34-39

Ἠλ. στοιχειοθεσία «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ»

Μέρος Α´ : « Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ [Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία-1] (π. Γ. Μεταλληνός)
Μέρος Β´ : Η EΝΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ [Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία-2] (π. Γ. Μεταλληνός) »
Μέρος Γ´: « Η EΝΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ – Η ΕΝ ΧΡΙΣΤῼ ΚΑΤΑΞΙΩΜΕΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ [Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία-3] (π. Γ. Μεταλληνός)
Μέρος Δ´: « Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ [Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία-4] (π. Γ. Μεταλληνός)
Μέρος Ε´: « Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΩΣ ΕΝΣΑΡΚΗ ΠΑΝΑΛΗΘΕΙΑ [Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία-5] (π. Γ. Μεταλληνός)
Μέρος Ϛ´: « ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ καὶ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ [Ἑλληνισμὸς καὶ Ὀρθοδοξία-6] (π. Γ. Μεταλληνός)

.                    Ὁ Ἑλληνισμός καταξιώθηκε σέ ἱστορική σάρκα τῆς Ὀρθοδοξίας, μέ μιά ἕνωση ἀδιαίρετη μέν, ἀλλά καί ἀσύγχυτη. Γιά νά γίνει ὅμως συνειδητό τό νέο μέγεθος, πού προέκυψε στόν κόσμο ἀπό τήν ἕνωση Ὀρθοδοξίας καί Ἑλληνισμοῦ, πρέπει νά ληφθεῖ ὑπ᾽ ὄψιν ὁ τρόπος ἐνεργείας της. Ἡ Ὀρθοδοξία προσφέρει καί προσλαμβάνει. Προσφέρει τό θεῖο καί προσλαμβάνει τό ἀνθρώπινο, γιά νά λογοποιήσει, ἀληθοποιήσει καί ἀφθαρτοποιήσει τό πρόσλημμα. Ὁ ἀκατάλυτος νόμος τῆς προσληπτικῆς αὐτῆς διαδικασίας εἶναι ἑδραιωμένος στό γεγονός τῆς Σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὁ Ὁποῖος προσλαμβάνει τό ἀνθρώπινον «ὅλον», ἀλλά χωρίς τήν ἁμαρτία, πού παρασιτεῖ στήν ἀνθρώπινη φύση. Tό χωρίς ἁμαρτία ἀνθρώπινο εἶναι πλάσμα τοῦ Θεοῦ Λόγου καί συνεπῶς δικό Tου.
.                   Ὁ Ἑλληνισμός, καλούμενος νά ἐνχριστωθεῖ, δηλαδή νά ὀρθοδοξοποιηθεῖ, ἔπρεπε νά ἐκκλησιοποιηθεῖ. Ἐκκλησιοποίηση ὅμως δέν συντελεῖται χωρίς βάπτισμα. Aὐτό σημαίνει, ὅτι ἔπρεπε νά βαπτισθεῖ, νά πεθάνει γιά τήν ἁμαρτία, ὥστε νά καθαρθεῖ καί ἀναστηθεῖ ἐν Xριστῷ σέ ἕνα καινό τρόπο ὑπάρξεως, τήν μετάσταση ἀπό τόν ἐνάρετο ἄνθρωπο στόν ἐν Xριστῷ ἄνθρωπο. Πράγματι δέ ἡ ἑλληνική συνείδηση νεκρώθηκε καί ἀνέστη, κάτι πού ἰσοδυναμοῦσε μέ ἕνα θαῦμα, γιατί χωρίς νά χάσει τήν ἑλληνικότητά της, ἄλλαξε προσανατολισμό, ἀποκτώντας στοιχεῖα πού δέν τά εἶχε προηγουμένως. «Tό φθαρτόν ἐνεδύθη ἀφθαρσίαν καί τό θνητόν ἀθανασίαν». Tό “Ἑλληνικόν” ἐκενώθη καί ἐπληρώθη, ἀποκτώντας νέα ταυτότητα, μέ τήν ὁποία πολιτογραφήθηκε ἀμετάκλητα στήν ἱστορία. Mιά ἀντίληψη, πού κυριαρχεῖ στό χῶρο τῶν ἀρχαιολατρῶν καί κατ᾽ οὐσίαν ἐθνικιζόντων, ὅτι Ἑλληνισμός καί Xριστιανισμός ἑνώθηκαν ὡς δύο αὐθυπόστατα μεγέθη, πού διατηροῦν καί μετά τήν σύγκραση τήν αὐτοτέλειά τους, ἀποκρούεται ἀνυποχώρητα ἀπό τήν πατερική συνείδηση. Kατά τόν πατερικότατο π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ, «ὁ Ἑλληνισμός […] διαμελίσθηκε ἀπό τήν μάχαιρα τοῦ Πνεύματος, πολώθηκε καί διαιρέθηκε, κι ἕνας “χριστιανικός ἑλληνισμός” δημιουργήθηκε». Ὁ Ἑλληνισμός «ὁλοκληρώθηκε μέσα στήν Ἐκκλησία» καί μέ τήν νέα ταυτότητά του ὡς Ἑλληνορθοδοξία –ἤ καλύτερα Ὀρθοδοξία– δοξάσθηκε καί μεγαλούργησε στήν κατοπινή του πορεία, ὡς «αἰωνία κατηγορία τῆς χριστιανικῆς ὑπάρξεως». Tήν αὐθεντική αὐτή ἕνωση Ὀρθοδοξίας καί Ἑλληνισμοῦ διασώζουν στούς αἰῶνες οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Ἡ δημιουργική δέ συνάντηση Ἑλληνισμοῦ καί Xριστιανισμοῦ στά πρόσωπα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας «ἔκρινε ὁριστικά καί εὐεργετικά τήν πορεία ὄχι μόνο τῆς Ἑλληνικῆς, ἀλλά καί τῆς Παγκόσμιας Ἱστορίας».
.                   Στήν σύζευξη Ἑλληνισμοῦ καί Xριστιανισμοῦ οἱ ἅγιοι Πατέρες δίνουν τήν προτεραιότητα στήν Ὀρθοδοξία μέ ὅλο τό λυτρωτικό περιεχόμενό της, ὥστε νά ἀποφεύγεται κάθε νόθα συζυγία, ὅπως εἶναι ἡ αἵρεση. Ἔτσι ὁ Ἑλληνισμός ἔλαβε τήν δυνατότητα, μέ τά στοιχεῖα του ἐκεῖνα, πού ἦταν προσλήψιμα ἀπό τήν ἐν Xριστῷ Ἀλήθεια, νά ἀναγεννηθεῖ στό σωστικό χῶρο τῆςὈρθοδοξίας καί κοινωνός τῆς τελειότητάς της, ὡς ἀνθρωπίνη φύση μιᾶς Θεανθρωπίνης ἑνώσεως, νά πολιτογραφηθεῖ στήν αἰωνιότητα. Ἡ Ὀρθοδοξία διά τῶν ἁγίων Πατέρων προσέλαβε τόν Ἑλληνισμό χωρίς νά ὑποδουλωθεῖ στό πρόσλημμα, ἀφελληνίζοντας μόνο τά στοιχεῖα ἐκεῖνα, πού ἦταν ἀνάγκη νά ἀφελληνισθοῦν καί νά ἀπομυθευθοῦν ὡς μή προσλήψιμα. Ἔξω ἀπό τήνὈρθοδοξία ἔμεινε ὁ παγανιστικός (νόθος) ἑλληνισμός, ὡς πτώση-ἁμαρτία. Ἡ ζήτηση ὅμως τῆς ἐπιστημονικῆς ἀλήθειας (παιδεία), ἡ ἀγάπη πρός τό ὡραῖο (φιλοκαλία), ἡ πολιτική (ὡς διευθέτηση τοῦ κοινωνικοῦ χώρου) δέν ἀπορρίφθηκαν ἀπό τήν Ὀρθοδοξία, παρά μόνο στίς περιπτώσεις ἐκεῖνες, πού ἀναιρεῖται ἡ ἰσορροπία καί παραμένουν αὐτόνομες καί ἀπολυτοποιημένες ἐπιδιώξεις.
.                    Ἔτσι κατανοεῖται τό ἄνοιγμα τῆς Ὀρθοδοξίας στόν κόσμο καί στίς πραγματώσεις τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος. Ἡ ποίηση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ἡ ἰατρική καί φυσιογνωσία τοῦ M. Bασιλείου, οἱ ἱστορικογραμματολογικές καί φιλολογικοκριτικές ἐπιδόσεις τοῦ M. φωτίου καί τοῦ Eὐσταθίου Θεσσαλονίκης, οἱ μουσικές ἐπιτεύξεις τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, οἱ ἐπιστημονικές ἀναζητήσεις τοῦ Eὐγενίου Bουλγάρεως καί τοῦ Nικηφόρου Θεοτόκη, ἤ οἱ σκανδαλιστικές γιά πολλούς, ἐνασχολήσεις μοναχῶν μέ τήν ἀντιγραφή ἀρχαίων ἔργων καί μάλιστα συγγραφέων ὡς ὁ Ἀριστοφάνης, ἐνσαρκώνουν τήν καθολικότητα καί θεανθρωπότητα τῆς Ὀρθοδοξίας. Tόν κανόνα ὅμως στίς πατερικές ἐπιλογές ἔχει διατυπώσει κλασικά ὁ M. Bασίλειος: «Πρός ἑτέρου βίου παρασκευήν ἅπαντα πράττομεν. Ἃ μέν οὖν συντελῇ πρός τοῦτο ἡμῖν, ἀγαπᾶν τε καί διώκειν παντί σθένει χρῆναι φαμέν· τά δ᾽ οὐκ ἐξικνούμενα πρός ἐκεῖνον, ὡς οὐδενός ἄξια παρορᾶν». Tήν ἰσορροπία δέ αὐτή, ἀλλά καί τόν χαρακτήρα της, διετύπωσε ἐκκλησιαστικά τό “Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας”: «Tοῖς τά ἑλληνικά διεξοῦσι μαθήματα καί μή διά παίδευσιν μόνον ταῦτα παιδευομένοις, ἀλλά καί ταῖς ματαίαις αὐτῶν δόξαις ἑπομένοις καί ὡς ἀληθέσι πιστεύουσιν […] ἀνάθεμα».

, , , ,

Σχολιάστε

«ΤΟ ΤΑΛΑΝΤΟΝ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ἀπὸ τὸν Θεὸ πρὸς δόξαν Θεοῦ» (Ἁγ. Ἰωάννης Κρονστάνδης)

στάσις το γίου ωάννου τς Κρονστάνδης
ναντι τν μ ρθοδόξων μολογιν

Ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ ἄρθρο τοῦ A. Vladimirov
στὸ περ. “Τσερκόβναγια Ζίζν”, τ. 1-2, 1994
«Ὑπερασπισταὶ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως»
ἐκδ. “Ὀρθόδοξος Κυψέλη”, Θεσσαλονίκη

.              Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης, Ρῶσος ἱερεύς, Πνευματικὸς καὶ θερμουργὸς κῆρυξ τοῦ Εὐαγγελίου. Ἤκμασε στὰ τέλη τοῦ δεκάτου ἐνάτου αἰῶνος καὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ εἰκοστοῦ. Προορατικὸς καὶ θαυματουργός. Ἠναλώθη στὴν καθημερινὴ διακονία τοῦ πάσχοντος λαοῦ. Χριστομίμητος ἡ ἀγάπη του. Αὐτὴ ἡ ἁγία ἀγάπη τὸν ἀναγκάζει νὰ πῆ τὴν ἀλήθεια γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ποὺ σώζει καὶ γιὰ τὴν αἵρεση καὶ ἑτεροδοξία ποὺ δὲν ἐξασφαλίζουν τὴν σωτηρία.
.             Σύμφωνα μὲ τοὺς λόγους τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. «μόνο ὅποιος μετέχει τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ κατανοεῖ τὴν ἀληθινὴ φύσι τῆς Ἐκκλησίας». Ποιός ἄλλος, λοιπόν, κατενόησε καλύτερα τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κρονστάνδης, τοῦ ὁποίου τὴν ἁγιότητα χαρακτήριζε ἡ εὐλαβεστάτη, συχνὴ καὶ μάλιστα καθημερινὴ τέλεσις τῆς Θείας Λειτουργίας; Ἀπὸ αὐτὴν ἐνεπνέετο γιὰ τὴν μεγάλη ποιμαντική του διακονία. Αὐτὴ ἦταν ἡ πηγὴ τῆς ὑψηλῆς, ἐμπειρικῆς του θεολογίας. Μεταδίδοντας καθημερινῶς τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ στὸν λαό, μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔβλεπε τὰ ὅρια τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀγωνιζόταν σ’ ὅλη του τὴν ζωὴ ἐναντίων τῶν αἱρετικῶν καὶ σχισματικῶν, οἱ ὁποῖοι σοβαρώτατα ἁμάρτησαν παραβαίνοντας τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ: «ἵνα πάντες ἓν ὦσιν» (Ἰω. ιζ´ 21).
.             Ὁ ἅγιος Ἰωάννης δὲν ἐδημιούργησε συστήματα Ὀρθοδόξου δογματικῆς, ὅπως καὶ ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ὁ ὁποῖος ἐπίσης δὲν συστηματοποίησε τὴν διδασκαλία του. Ὡστόσο, οἱ σύγχρονοί του εὕρισκαν σ’ αὐτὸν μία ὑψηλότατη καὶ ἀλάθητη λύση τῶν θεμάτων τῆς πίστεως.
.             Ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς γιὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη εἶναι νὰ εἰσέλθωμε στὸ πλήρωμα τῆς Χριστιανικῆς τελειότητος, τῆς θεώσεως, πρὸς τὴν ὁποία ὁδηγούμεθα μὲ τὸν ἀγώνα πρὸς τοὺς «ἀοράτους ἐχθρούς», μὲ τὴν μετάνοια, μὲ τὴν ἀπόκτησι τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀπὸ τὴν ἐμπειρία ὁλοκλήρου τῆς ἀσκητικῆς του ζωῆς, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἀπεκόμισε τὴν σκέψι ὅτι διὰ τῶν ἀνθρωπίνων δυνάμεων εἶναι ἀδύνατο νὰ φθάσωμε τοῦτο τὸ πλήρωμα: «Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ἀνήκωμε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τῆς ὁποίας Κεφαλὴ εἶναι ὁ Παντοδύναμος Βασιλεύς, ὁ Νικητὴς τοῦ Ἅδου, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἡ Βασιλεία Του εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία νοεῖται ὡς κοινωνία τῶν ἁγίων, οἱ ὁποῖοι μετετέθησαν στὸν οὐρανό, καὶ ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται ἐπὶ τῆς γῆς μαχόμενοι πρὸς τὰς ἀρχὰς καὶ ἐξουσίας καὶ κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικά τῆς πονηρίας… Ὁ μὴ Ὀρθόδοξος, ἀκόμη καὶ μία μεγάλη μὴ ὀρθόδοξη κοινότης, δὲν μπορεῖ νὰ στρατευθῆ στὸν πόλεμο αὐτόν, χωρὶς τὸν Χριστὸ ὡς Κεφαλή του δὲν μπορεῖ νὰ κάνη τίποτε μὲ τέτοιους πανούργους, ὀξυδερκεῖς ἐχθρούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι συνεχῶς ἄγρυπνοι καὶ ἔχουν μάθει τέλεια τὴν ἐπιστήμη τοῦ πολέμου τους.
.             Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς ἔχει δυνατὴ ὑποστήριξι στὸν ἀγώνα αὐτόν: πρῶτα ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀθλητάς Του, οἱ ὁποῖοι ἐνίκησαν τοὺς ἐχθροὺς μὲ τὴν δύναμι τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἔπειτα ἀπὸ τὴν ἐπὶ γῆς Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, ἀπὸ τοὺς ποιμένας καὶ διδασκάλους της καὶ ἀπὸ τὴν κοινὴ προσευχὴ καὶ τὰ μυστήρια. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, στὴν ὁποία ἐλέει Θεοῦ ἀνήκουμε κι ἐμεῖς, εἶναι ἕνας τέτοιος βοηθὸς στὸν ἀγώνα τοῦ Χριστιανοῦ ἐναντίον τῶν ἀοράτων καὶ ὁρατῶν ἐχθρῶν»
.             Ἡ σκέψις τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης, ὅσον ἀφορᾶ στὴν Ἐκκλησία, εἶναι πρῶτα ἀπ’ ὅλα σωτηριολογική. Τὸ νὰ ἀνήκει κανεὶς στὴν Ἐκκλησία εἶναι γι’ αὐτὸν ἡ πηγὴ τῆς σωτηρίας: «Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ μοναδικὸ Σῶμα, τοῦ ὁποίου Κεφαλὴ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ἐνῶ ψυχὴ εἶναι τὸ ἴδιο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο ζωογονεῖ, φωτίζει, καθαρίζει καὶ ἐνδυναμώνει ὅλα τὰ μέλη αὐτοῦ τοῦ μεγάλου σώματος ποὺ ἀγωνίζονται ἐπὶ τῆς γῆς».
.            «Τότε τί ἀναγκάζει μερικοὺς νὰ φεύγουν ἀπὸ τὸν μοναδικὸ αὐτὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ», στὸν ὁποῖο – ἐπειδὴ κεφαλὴ εἶναι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία – ὑπάρχει «μία τέτοια ἄβυσσος σοφίας, ὥστε θὰ ἐπαρκοῦσε μὲ ἀφθονία σὲ ὅλους τοὺς σοφοὺς τοῦ κόσμου γιὰ μελέτη, θαυμασμὸ καὶ δοξολογία. Ἀλλὰ ὁ Κύριος ἀπέκρυψε αὐτὴν ἀπὸ σοφῶν καὶ συνετῶν καὶ ἀπεκάλυψεν αὐτὴν νηπίοις κατὰ τὸ φρόνημα».
.             Τὸ πρόβλημα μὲ αὐτοὺς τοὺς ἀξιολύπητους σοφοὺς εἶναι ὅτι προσπαθοῦν νὰ συμβιβάσουν τὴν ἀλήθεια μὲ τὴν ὑπερήφανη λογικὴ ποὺ δὲν ἔχει καθαρθῆ ἀπὸ τὰ πάθη, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ διαστρεβλώνουν τὴν ἀλήθεια καὶ τελικὰ νὰ ἐκπίπτουν ἀπὸ τὴν ὀρθὴ Πίστι.
.             Ἡ μοναδικότης καὶ τὸ ἀλάνθαστον τῆς Πίστεως εἶναι τελείως οὐσιώδη, ἄλλωστε ἡ Πίστις μας, ἡ νικήσασα τὸν κόσμον (Α´ Ἰω. ε´ 4), δὲν εἶναι τὸ σύνολον ὑποκειμενικῶν ψυχολογικῶν ἐμπειριῶν, ἀλλὰ ἡ ἀποκάλυψις ὑπὸ τῆς Παναγίας Τριάδος τῆς ὁδοῦ πρὸς τὴν σωτηρία.
.             Ἡ ἑνότης τῶν Χριστιανῶν στὴν Ἐκκλησία δὲν γεννᾶται ἐκ θελήματος σαρκὸς (Ἰω. α´ 13). Εἶναι ἡ πραγματοποίησις τῆς προσευχῆς τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸ Πατέρα σχετικὰ μὲ τοὺς μαθητάς, ἵνα ὦσιν ἓν, ὅπως ἀκριβῶς ἡ Παναγία Τριὰς εἶναι ἕν. (Ἰω. ιζ´ 11, 21 – 22). Εἶναι ὁ καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ Ὁποῖον ἐξεχύθη ἐπὶ τῶν Ἀποστόλων κατὰ τὴν Πεντηκοστή. Κατὰ τοὺς Ἁγίους Πατέρας, στὸν χορὸ τῶν ὁποίων ἵσταται τώρα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης, ἡ ἑνότης τῆς Πίστεως καὶ ἡ μοναδικότης τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τόσο σπουδαία, ὥστε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως ἡ μοναδικότης νὰ εἶναι ἡ πρώτη ἰδιότης τῆς Ἐκκλησίας. Κάθε ἕνας ποὺ θέτει τέρμα στὶς σχέσεις του μὲ τὴν Μία Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ βασίζεται οὔτε στὴν ἀποστολικὴ διαδοχή, οὔτε στὴν ἁγιότητα, οὔτε στὴν καθολικότητα, διότι «ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μόνον μία, ἀλλὰ καὶ ἡ μοναδικὴ» κατὰ τὸν ἅγιο Κυπριανὸ Καρθαγένης. «Ἡ ἀληθινὴ Ἐκκλησία παραμένει μία καὶ ἀδιαίρετος καὶ ἡ μόνη ποὺ σώζει. Αὐτὴ εἶναι ἡ Ἀνατολικὴ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία». «Οὐδεμία ἄλλη Χριστιανικὴ Ὁμολογία ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία», γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης, «μπορεῖ νὰ φέρει ἕνα Χριστιανὸ στὴν τελειότητα τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς ἢ ἁγιότητος καὶ νὰ ὁλοκληρώση τὴν κάθαρσι ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες καὶ νὰ ὁδηγήση στὴν ἀφθαρσία, διότι οἱ ἄλλες ὁμολογίες κατέχουν τὴν ἀλήθεια ἐν ἀδικίᾳ (Ρώμ. α’, 18), ἀνέμιξαν τὴν δεισιδαιμονία καὶ τὸ ψεῦδος μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ δὲν κατέχουν ἐκεῖνα τὰ θεόσδοτα μέσα γιὰ τὴν κάθαρσι, τὸν ἁγιασμό, τὴν ἀναγέννησι καὶ ἀνανέωσι, τὰ ὁποῖα κατέχει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία».
.             Κάθε προσβολὴ ἐναντίον τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τόσο μεγάλη, ὥστε «αὐτοὶ ποὺ αὐθαιρέτως χωρίζονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία χάνουν τὴν κοινωνία μὲ τοὺς Ἁγίους, διότι ὡς νεκρὰ μέλη μὲ τὴν ἀντίθετη τοποθέτησί τους ἐπισύρουν πάνω τους τὴν αἰώνια ἀπώλεια». «Θλίβομαι βαθειά», γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης, «ποὺ ἡ ἁγία ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ διερράγη στὴν Δύσι καὶ ἀπὸ τὴν Δύσι, ἀπὸ τὸν περιβόητο Ρωμαιοκαθολικισμὸ καὶ μαζὶ μ’ αὐτὸν ἀπὸ τὸν Λουθηρανισμὸ καὶ τὴν Μεταρρύθμισι, καθὼς ἐπίσης σὲ μᾶς ἀπὸ σχίσματα καὶ κομματισμούς».
.             Κάθε πτῶσις, σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων, ἀρχίζει ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια: περιφρονεῖ κάποιος μία ἐντολὴ καὶ τότε ἁμαρτάνει στὴν πρᾶξι. Ἔτσι ἔγινε καὶ μὲ τὸ ἀποσκίρτημα τῆς Δύσεως: «Πρὶν ἀπ’ αὐτό, ὁ πάπας καὶ οἱ παπικοὶ ἔγιναν ὑπερήφανοι καὶ ἐξύψωσαν τοὺς ἑαυτούς των τόσο, ὥστε ἐσκέφθηκαν νὰ κρίνουν τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, τὴν ἴδια τὴν Ἐνυπόστατο Σοφία τοῦ Θεοῦ», τὸν οὐράνιο Διδάσκαλο, χωρὶς τὸν Ὁποῖον «οὐδὲ τὸν Πατέρα τις ἐπιγινώσκει, εἰ μὴ ὁ Υἱὸς». Ἡ ὑπερηφάνειά τους ἔφθασε στὸ σημεῖο νὰ διαστρέψουν μερικοὺς ἀπὸ τοὺς λόγους, ἐντολὲς καὶ θεσπίσματά Του. Ὁ Χριστὸς λέγει ὅτι τὸ Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν Πατέρα, ἐνῶ οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ οἱ Λουθηρανοὶ μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγλικανοὺς λέγουν ὅτι ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱό.
.             Ἔχοντας ἀποκοπῆ ἀπὸ τὴν Παράδοσι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔχοντας χάσει τὸ ἐσωτερικὸ κριτήριο τῆς ἀληθείας καὶ τὴν συνοδικὴ ἀρχὴ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, οἱ Λατίνοι, ἐπειδὴ ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ κάποιο εἶδος ἐξουσίας, ἤγειραν μία νέα ἐξουσία γιὰ νὰ διδάσκεται ἡ Πίστις: τὸν «ἀλάθητο» Πάπα τῆς Ρώμης, τὸν «ἀντιπρόσωπο τοῦ Χριστοῦ».
«Ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμί… ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κη´ 20). Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶναι πάντοτε παρὼν στὴν Ἐκκλησία Του. Τί χρειάζεται τότε ἕνας ἀντιπρόσωπος – πάπας;», γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης καταγγέλοντας τὴν αἵρεσι τοῦ παπισμοῦ.
.             Ὡς μία κεφαλαιώδης αἵρεσις, ὁ Λατινισμὸς προσπαθεῖ νὰ ἐντάξη κάτω ἀπὸ τὸ θεολογικό του σύστημα κείμενα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, κατανοούμενα φυσικὰ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Παράδοσι τὴν ὁποία στερεῖται: «Τὸ κεντρικὸ σημεῖο τῆς ρωμαιοκαθολικῆς ὑπερηφάνειας καὶ τῶν ρωμαιοκαθολικῶν ψευδῶν στὰ δόγματα, στὴν διοίκησι καὶ στὴν ἠθικὴ διδασκαλία εἶναι τὸ πρωτεῖον τοῦ πάπα, ἡ φανταστικὴ καὶ ἐσφαλμένη κατανόησις τοῦ λόγου τοῦ Σωτῆρος: Σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς (Ματθ. ιϛ´ 18). Ἀνεγνωρίσθη ἀπὸ ὅλους τοὺς Ἁγίους Πατέρας τῶν πρώτων καὶ μεταγενεστέρων αἰώνων, ὡς ἐπίσης καὶ ἀπὸ τοὺς πολὺ πρώτους ὀρθόδοξους πάπας, ὅτι πρέπει κανεὶς νὰ ἐννοῆ ὡς πέτρα θεμελιώσεως τὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ – ἡ δὲ πέτρα ἦν ὁ Χριστὸς» (Α´ Κορινθ. ι´ 4).
.             «Ὁ πάπας καὶ οἱ παπικοί, – κάλαμος ὑπὸ ἀνέμου σαλευόμενος – ἔχοντας ὑποδουλώσει ὅλον τὸν Καθολικισμὸ στὴν αἵρεσι, τὸν κατέστησαν ἀδιόρθωτο, διότι ὁ πάπας παρ’ ὅλες τὶς αἱρέσεις του ἀναγνωρίζεται ὡς ἀλάθητος ἀπὸ τὴν Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία καὶ ἔτσι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ διορθωθῆ ἀπὸ κάποιον ποὺ σκέπτεται ἀντίθετα».
.             Ἡ Μεταρρύθμισις, ἡ ὁποία προῆλθε ἀπὸ τὸν Λατινισμό, ἦταν μία ἀντίδρασις ἐναντίον τῶν διαστροφῶν τοῦ Λατινισμοῦ. Ἀντὶ νὰ ἐπανέλθη στὴν συνοδικὴ βάσι τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀπὸ ἀντίθεσι στὸν παπισμὸ ἀπέρριψε τὴν ἱεραρχία, δίδοντας στὸν κάθε πιστὸ τὸ δικαίωμα νὰ σκέπτεται «ἀλάνθαστα» περὶ τῆς Πίστεως. Ὁ νομικισμὸς τῆς Ρώμης καὶ τὰ ξένα πρὸς τὸν πατερικὸ ἀσκητισμὸ συστήματα πνευματικῆς ζωῆς, ποὺ ὁδηγοῦν στὴν πλάνη, παρεχώρησαν τὴν θέσι τους στὸν ἠθικὸ σχετικισμὸ καὶ τὴν ἀκολασία. «Οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, μὲ τὸ νὰ ἀναγνωρίζουν τὸν πάπα ὡς κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἔχασαν τὴν πραγματικὴ Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας – τὸν Χριστὸ – καὶ παρέμειναν χωρὶς Κεφαλή…». «Οἱ Λουθηρανοὶ ἀπεκόπησαν καὶ παρέμειναν χωρὶς τὴν Κεφαλή, οἱ Ἀγγλικανοὶ ἐπίσης. Δὲν ἔχουν τὴν Ἐκκλησία… καὶ ὁ Βελίαλ τοὺς πολεμᾶ μὲ τὴν δύναμι καὶ τὶς μηχανορραφίες του καὶ τοὺς κρατᾶ στὴν πλάνη του καὶ τὴν ἀπώλεια. Ἕνα πλῆθος ἀνθρώπων χάνονται στὴν ἀθεΐα καὶ τὴν φαυλότητα».
.             «Ὁ Λουθηρανισμός, καλυπτόμενος ὑπὸ τὸ ὄνομα τῆς Χριστιανικῆς Πίστεως, εἶναι στὴν πραγματικότητα ἄρνησις τῆς Πίστεως. Ἀπορρίπτοντας τὶς νηστεῖες καὶ τὸ μοναχισμὸ ἢ τὴν ἐν παρθενίᾳ ζωὴ τὴν ἀφιερωμένη ἀποκλειστικὰ στὴν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ, παραδίδεται στὴν φιληδονία. Εἶναι παράδοσις στὴν ψευδώνυμο ἀνθρωπίνη λογικὴ μὲ τὶς φιλοσοφικές της ἀσυναρτησίες καὶ τὴν θεοποίησή της, ἄρνησις τῆς θείας αὐθεντίας τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων, αὐθαίρετη συνάθροισις ὑπὸ τὸ ὄνομα τῆς κεκαθαρμένης, μεταρρυθμισμένης Ἐκκλησίας».
.             Ὁ ἅγιος Ἰωάννης θρηνοῦσε ἐν πνεύματι «τὶς μεγάλες κοινότητες ποὺ ἀστόχησαν στὴν Πίστι». Δὲν ἔβλεπε νὰ λύνεται ἡ τραγικὴ αὐτὴ κατάστασις μὲ συμβιβασμούς, μὲ τὴν ἀναζήτησι κοινῶν στοιχείων στὴν Πίστι τῆς ἀδιαιρέτου Ἐκκλησίας. Κατενόησε ὅτι μία τεχνητὴ ἕνωσις, μὲ θεμέλια γήινα, εἶναι ἕνας πύργος τῆς Βαβέλ. «Εἶναι πράγματι δυνατὸν νὰ ἑνώση κανεὶς κάτι ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἑνωθῆ, τὸ ψεῦδος μὲ τὴν ἀλήθεια;», ἀναρρωτιόταν.
.             «Ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ προσκολληθοῦμε σταθερὰ στὴν μία ἀληθινὴ Πίστι καὶ Ἐκκλησία». «Ποιὸς ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους δὲν θὰ ἐπιθυμοῦσε νὰ ἑνωθῆ μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς καὶ τοὺς Λουθηρανοὺς καὶ νὰ εἶναι ἕνα μὲ αὐτοὺς ἐν Χριστῷ, μία Ἐκκλησία, μία κοινότητα πιστῶν! Ἂς πετάξουν τὸ ψεῦδος, ἂς δεχθοῦν τὴν ἀλήθεια καὶ ἂς ἑνωθοῦν μαζί μας εἰς ἑνότητα πνεύματος, φθάνουν οἱ διαφωνίες καὶ ἐπιχειρηματολογίες των. Ὁ ἐρχομὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἐγγύς, ἐπὶ θύραις», ἔγραφε ὁ ἅγιος Ἰωάννης, «ἀλλὰ ποιός ἀπὸ τὰ μέλη αὐτῶν ποὺ ὀνομάζονται ἐκκλησίες, κυρίως οἱ ἡγέτες…θὰ συμφωνήση νὰ ἀποκηρύξη τὰ λάθη του; Κανείς. Καὶ ἐμεῖς δὲν μποροῦμε νὰ συμφωνήσωμε μὲ τὴν αἱρετική τους διδασκαλία χωρὶς νὰ ζημιωθῆ ἡ σωτηρία τῶν ἰδίων τῶν ψυχῶν μας…».
.             Ἀπαράδεκτη ἐπίσης γιὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη ἦταν ἡ σχετικοποίησις τῆς Πίστεως, (τοῦ δόγματος), ἡ παραδοχὴ κάθε ἑρμηνείας τοῦ Χριστιανισμοῦ (πόσο μᾶλλον μίας μὴ χριστιανικῆς θρησκείας) ὡς σωστικῆς. «Οἱ διάφορες Ὁμολογίες διατηροῦν γνῶμες καὶ διδασκαλίες συνήθως ἀντίθετες πρὸς τὴν θεία ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν Οἰκουμενικῶν καὶ Τοπικῶν Συνόδων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων…Ἡ σχετικοποίησις τῆς Πίστεως (τοῦ δόγματος) ὁδηγεῖ σὲ ἀπιστία ἡ σὲ ψυχρότητα πίστεως, σὲ ἀμέλεια ὅσον ἀφορᾶ στὴν τήρησι τῶν ἀρχῶν τῆς Πίστεως, σὲ ψυχρότητα μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν».
.             Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης ἔθετε τὴν μοναδική του ἐλπίδα στὴν παμφωτιστικὴ δύναμι τοῦ Παναγίου Πνεύματος καὶ ἔλεγε ὅτι «πρέπει κανεὶς νὰ προσεύχεται μὲ πολὺ ἐπιμέλεια… στὸν Πηδαλιοῦχο τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας, τὸν Χριστό, ὥστε Αὐτὸς νὰ ἐμφυσήση πνεῦμα ἀγάπης στὶς καρδιὲς ὅλων τῶν Χριστιανῶν καὶ νὰ τοὺς φωτίση μὲ τὸ Φῶς Του, γιὰ νὰ γνωρίσουν τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ἀπορρίψουν ὅλες τὶς αἱρέσεις καὶ τὰ σχίσματα πρὸς ἀμοιβαία ἑνότητα». Ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἔντονα προσευχόταν στὸν Θεὸ μπροστὰ στὴν Ἁγία Τράπεζα, προσθέτοντας ἤρεμα τὸ ἑξῆς στὴν ἀνάγνωσι τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως: «Ἕνωσε σ’ αὐτὴν τὴν πίστι ὅλες τὶς μεγάλες κοινότητες ποὺ καλοῦνται Χριστιανικές, ἀλλὰ κατ’ οὐσίαν εἶναι ἀποστάται: τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς, τοὺς Λουθηρανούς, Ἀγγλικανοὺς καὶ ἄλλους, οἱ ὁποῖοι ἀπεκόπησαν ἀπὸ τὴν ἑνότητα τῆς ἁγίας Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι τὸ Σῶμα Σου καὶ τῆς ὁποίας Σὺ εἶσαι Κεφαλὴ καὶ Σωτήρ. Κατάρριψε τὴν ὑπερηφάνεια καὶ τὴν ἀντίθεσι τῶν διδασκάλων τους καὶ αὐτῶν ποὺ τοὺς ἀκολουθοῦν, δῶσε τους νὰ καταλάβουν μὲ τὴν καρδιά τους τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν σωστικότητα τῆς Ἐκκλησίας Σου καὶ νὰ ἑνωθοῦν ἀδόλως μ’ αὐτήν. Μὲ τὴ δύναμι τῆς Χάριτος τοῦ Πνεύματός Σου, ἕνωσε στὴν ἁγία Σου Ἐκκλησία καὶ αὐτοὺς ποὺ εἶναι ἀσθενεῖς ἀπὸ ἀμάθεια καὶ ἀπὸ τὴν πλάνη τοῦ σχίσματος. Ἀνάκοψε τὴν ἰσχυρογνωμοσύνη τους καὶ τὴν ἀντίθεσί τους στὴν ἀλήθειά Σου, γιὰ νὰ μὴ χαθοῦν ἀθλίως μὲ τὴν ἀντίθεσί τους, ὅπως ὁ Κορέ, ὁ Δαθὰν καὶ ὁ Ἀβειρών, οἱ ὁποῖοι ἀντετίθεντο στοὺς δούλους Σου Μωϋσῆ καὶ Ἀαρών (Ψαλμ. ΡΕ´ 16 -18). Τράβηξε πρὸς αὐτὴ τὴν Πίστι ὅλα τὰ ἔθνη ποὺ κατοικοῦν τὴν γῆ…». Ὁ Κύριος ἄκουγε τὶς προσευχές του, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης.
.             Ἐν κατακλεῖδι θὰ ἤθελα νὰ ἐκφράσω τὴν σκέψι ὅτι ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἀπηύθυνε αὐτοὺς τοὺς ἀπειλητικοὺς λόγους, οἱ ὁποῖοι εἶναι ὡστόσο λόγοι ἀγάπης, ὄχι μόνο στοὺς αἱρετικοὺς καὶ σχισματικούς, διότι τίς ἐπίστευσε τῇ ἀκοῇ ἡμῶν; (Ἡσ. νγ´ 1), ἀλλὰ καὶ στοὺς ὁμοδόξους ἀδελφούς του καλώντας τους «νὰ προσκολληθοῦν στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία μὲ εἰλικρινῆ καρδιά.
.             Κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ὁποιοσδήποτε καὶ ἂν εἶναι αὐτός, ἱεράρχης, ἱερεὺς ἢ λαϊκός, ὀφείλει νὰ ἐνθυμῆται τοὺς λόγους ποὺ εἰπώθηκαν ἀπὸ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κρονστάνδης: «Ἐλάβαμε τὸ τάλαντον τῆς οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας ἀπὸ τὸν Θεὸ πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ γιὰ τὴν σωτηρία μας. Πῶς χρησιμοποιοῦμε καὶ αὐξάνουμε αὐτὸ τὸ τάλαντο; Εὐχαριστοῦμε τὸν Κύριο; Ποιά εἶναι ἡ φύσις τῆς μετανοίας μας; Τί καλὰ ἔργα κάνομε; Πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν, οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστι ἕως ἑνὸς (Ψαλμ. ΙΓ´ 3)».
.             Δὲν ταιριάζουν ἆραγε καὶ σὲ μᾶς αὐτὰ τὰ λόγια της Γραφῆς;

ΠΗΓΗ ἠλ. κειμένου: impantokratoros.gr

 

 

, ,

Σχολιάστε

«Τῌ ΑΓΝΩΣΤῼ ΟΡΘΟΔΟΞΙᾼ» (Μητρ. Ναυπάκτου Ἱερόθεος)

«Τῇ ἀγνώστῳ Ὀρθοδοξίᾳ»

τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

(Ἀπομαγνητοφωνημένο Κήρυγμα,
κατά τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας,
25 Φεβρουαρίου 2018, στόν Ἱ. Μητροπ. Ναὸ τοῦ Ἁγ. Δημητρίου Ναυπάκτου.)

τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

.           Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καί ἑορτάζει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ὡς θεολογία καί ὡς Ἐκκλησία καί ὡς ζωή. Δέν εἶναι, δηλαδή, μόνον ἡ ὀρθόδοξη πίστη, ἀλλά καί ἡ ὀρθόδοξη ζωή, εἶναι ἡ ὀρθο-δοξία καί ἡ ὀρθο-ζωΐα.
.           Ὅπως εἶναι καθιερωμένο, σήμερα παντοῦ, σέ ὅλους τούς Ἱερούς Ναούς ὅπου γίνεται θεία Λειτουργία, θά ἀκουστοῦν κηρύγματα γύρω ἀπό τό θέμα τῆς Ὀρθοδοξίας καί θά μιλήσουν πολλοί Ἐπίσκοποι, Κληρικοί καί θεολόγοι γιά τήν Ὀρθοδοξία. Ὅλοι οἱ ὁμιλητές, ὀρθόδοξοι, νεορθόδοξοι, μετα-ορθόδοξοι, πατερικοί, μετα-πατερικοί, νεο-πατερικοί, μοντέρνοι καί μετα-μοντέρνοι θά ἀναφερθοῦν στήν Ὀρθοδοξία καί θά προσπαθήσουν νά παρουσιάσουν ἐκεῖνα πού οἱ ἴδιοι νομίζουν ὅτι εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὀρθόδοξη θεολογία καί ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση.
.           Τό ἐρώτημα ὅμως πού τίθεται εἶναι: Τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία;
Εἶναι ἕνα ἐρώτημα, τό ὁποῖο πρέπει νά ἀπαντηθῆ. Καί φυσικά δέν ἀρκεῖ ἕνα σύντομο εὐχαριστιακό κήρυγμα γιά νά δώση κανείς μία τέτοια ἀπάντηση, γιά τό τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Ὡστόσο θά προσπαθήσω σήμερα Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας νά διατυπώσω μερικές ἀπόψεις μου.
.           Σκεπτόμενος χθές τό βράδυ αὐτό τό ἐρώτημα –τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία– ἦρθε στόν νοῦ μου ἡ ὁμιλία τήν ὁποία ἔκανε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στόν Ἄρειο Πάγο. Μεταξύ τῶν ἄλλων τούς εἶπε ὅτι περιῆλθε τήν ἀγορά καί εἶδε τά ἀγάλματα πού ὑπῆρχαν ἐκεῖ, ὅλα τά ἀγάλματα τῶν θεῶν, καί μεταξύ αὐτῶν εἶδε καί ἕνα ἄγαλμα τό ὁποῖο ἦταν ἀφιερωμένο στόν «ἄγνωστο θεό», δηλαδή ἐπιγραφόταν: «Τῷ ἀγνώστῳ Θεῷ».
.           Αὐτό τό περισταστικό μέ ὁδήγησε στό νά ἐπιλέξω τό θέμα μου γιά τήν σημερινή ἡμέρα. Σκέφθηκα ὅτι μᾶλλον αὐτό συμβαίνει καί μέ τήν Ὀρθοδοξία. Ὅλοι μιλοῦν γιά τήν Ὀρθοδοξία, ἀλλά τελικά ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἄγνωστη στούς πολλούς.
Ὁπότε, ἂν θά μπορούσαμε νά δώσουμε σήμερα μία ἐπιγραφή στήν Ὀρθοδοξία, θά λέγαμε: «Τῇ ἀγνώστῳ Ὀρθοδοξίᾳ». Νομίζω ὅτι σέ πολλούς εἶναι ἄγνωστη ἡ Ὀρθοδοξία, ἐνῶ ὅλοι μιλοῦν γι’ αὐτήν, ὅλοι γράφουν γι’ αὐτήν καί ὑπάρχουν βιβλία τά ὁποῖα ἀναφέρονται σέ αὐτήν. Σέ ὅλα αὐτά γίνεται λόγος γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, τήν ὀρθόδοξη θεολογία, τήν ὀρθόδοξη ζωή, ἀλλά τά βλέπουν ἐπιλεκτικά καί ἐπιφανειακά.
.           Ἴσως θά μέ ἐρωτήσετε: «Γιατί εἶναι ἄγνωστη ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα; Πῶς τό λέτε αυτό;»
.           Ὑπάρχουν δύο βασικοί λόγοι γιά τούς ὁποίους ἰσχυρίζομαι ὅτι εἶναι ἄγνωστη ἐν πολλοῖς ἡ Ὀρθοδοξία στόν λαό, καί ὄχι μόνο στόν λαό, ἀλλά καί στούς Κληρικούς ὅλων τῶν βαθμῶν.
.           Πρῶτον, εἶναι ἄγνωστη, ἐν πολλοῖς ἡ Ὀρθοδοξία, γιατί ὑπάρχει μεγάλη σύγχυση γύρω ἀπό ὀρθόδοξα θεολογικά θέματα, ὑπάρχει παχυλή ἄγνοια τοῦ καθαροῦ περιεχoμένου τῶν ὀρθοδόξων θεμάτων. Τό λέω τόσο ἁπλά. Δηλαδή, ὑπάρχει ἐν πολλοῖς ἄγνοια τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀκριβῶς ἐπειδή ὑπάρχει σύγχυση στά θεολογικά ζητήματα. Αὐτό συμβαίνει, γιατί ὑπάρχουν τόσες προσμείξεις, τόσες ἐπιρροές ἀπό ὅλες τίς κατευθύνσεις, ἀπό φιλοσοφικές, θεολογικές, χριστιανικές, θρησκευτικές, πού στό τέλος λέει κανείς: εἶναι αὐτό Ὀρθοδοξία; Καί ἐπειδή ὑπάρχουν πολλές προσμείξεις καί ἐπιρροές, γι’ αὐτό ἀκριβῶς καί ὑπάρχει ἄγνοια τοῦ βάθους τῆς Ὀρθοδοξίας.
.           Ὅποιος παρακολουθεῖ τά διάφορα θεολογικά καί φιλοσοφικά ρεύματα πού ἐπικρατοῦν στόν δυτικό χῶρο βλέπει πόσο ἐπηρεάσθηκαν τά ὀρθόδοξα θεολογικά θέματα ἀπό τόν Σχολαστικισμό, τήν Μεταρρύθμιση, τόν Διαφωτισμό, ἀλλά καί ἀπό ἄλλες ἀνατολικές παραδόσεις.
.           Ἀκόμη, ὅταν κανείς γνωρίζη σέ ἕνα βαθμό τήν πατερική διδασκαλία ἤ τήν διδασκαλία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί διαβάζη μέ προσοχή μερικές παλαιότερες Δογματικές, πού συνέγραψαν καθηγητές Θεολογικῶν Σχολῶν, βλέπει ἐκεῖ ἀπόψεις οἱ ὁποῖες δέν εἶναι πατερικές, ἀλλά γράφονται ἀπό ἄλλους, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦν νά ὑπερβοῦν τήν πατερική παράδοση, τούς Πατέρες, καί μεταφέρονται καί στόν ὀρθόδοξο χῶρο. Ὁπότε, λέει κανείς: εἶναι δυνατόν νά διαβάζη κανείς τήν Δογματική τῆς Ἐκκλησίας καί νά συναντᾶ ἐπιρροές καί ἐπιδράσεις ἀπό ἄλλες παραδόσεις;
.           Ὅσοι ἀσχολούμαστε μέ τήν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων καί τίς χριστιανικές ἀναταράξεις πού ἔγιναν στήν Εὐρώπη ἀπό τόν 11ο αἰώνα καί ἑξῆς γνωρίζουμε ὅτι οἱ σχολαστικοί θεολόγοι τοῦ Μεσαίωνος χρησιμοποιοῦσαν τούς φιλοσόφους γιά νά ἑρμηνεύσουν τά θεολογικά δόγματα. Ἐπίσης, γνωρίζουμε ὅτι οἱ Προτεστάντες ἔχουν μιά τάση νά ἀποδέχωνται τίς ἀπόψεις τῶν αἱρετικῶν, μέ τό σκεπτικό ὅτι ἀδίκως καταδικάστηκαν ἀπό τούς Πατέρες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ὅπως τοῦ Ἀρείου, τοῦ Νεστορίου, τοῦ Θεοδώρου Μομψουεστίας, τοῦ Ἀπολλιναρίου, τοῦ Διόσκορου καί ἄλλων, καί μάλιστα γράφουν διάφορες μελέτες γύρω ἀπό αὐτά τά θέματα.
.           Αὐτό δείχνει ὅτι δυστυχῶς σήμερα ἀπό τούς δυτικούς ἑτεροδόξους Χριστιανούς διάφορες αἱρετικές ἀπόψεις πού καταδικάστηκαν ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, θεωροῦνται ὡς προοδευτικές καί ἀφοῦ προσλαμβάνονται ἀπό μερικούς Ὀρθοδόξους θεολόγους, εἰσάγονται σέ ὀρθόδοξα βιβλία.
.           Ἑπομένως, ἕνα ἀπό τά μεγάλα προβλήματα πού ἔχουμε σήμερα, ἀπό πλευρᾶς Ὀρθοδοξίας, εἶναι τί εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση καί τί εἶναι οἱ ἄλλες παραδόσεις. Γιατί τό λέω αὐτό; Διότι ὑπάρχουν πολλές παραδόσεις, παραδόσεις χριστιανικές, παραδόσεις θρησκευτικές, καί εἶναι ἀνάγκη νά δοῦμε τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση, πῶς ὁρίζεται αὐτή καί πῶς διακρίνεται ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση ἀπό τίς ἄλλες παραδόσεις.
.              Δεύτερον, ὑπάρχει ἄγνοια τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα, γιατί κυριαρχεῖ ἡ σκοπιμότητα καί ἡ ἰδιοτέλεια. Δηλαδή, μπορεῖ μερικοί νά γνωρίζουν τί λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας πάνω σέ διάφορα θεολογικά θέματα, ἀλλά ἐπειδή διακρίνονται ἀπό διάφορες σκοπιμότητες, δέν τά παρουσιάζουν ἀκριβῶς ὅπως τά διάβασαν στά ἴδια τά πατερικά κείμενα, ἀλλά τά παρουσιάζουν σύμφωνα μέ ἑρμηνεῖες πού καλύπτουν τά πάθη τους. Ὑπάρχει μεγάλη σκοπιμότητα ὡς πρός τό θέμα αὐτό καί αὐτό ὀφείλεται στά πάθη, τά ὁποῖα ὑπάρχουν μέσα στούς ἀνθρώπους αὐτούς.
.           Ὅταν κάνω λόγο γιά σκοπιμότητες, ἐννοῶ, ἐκτός τῶν ἄλλων, καί τούς σύγχρονους ἐθνικισμούς καί τίς γεωπολιτικές στρατηγικές, πού ἔχουν ἀποδυναμώσει τό οὐσιαστικό περιεχόμενο τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἔχουν καταστήσει αἰχμάλωτη σέ κοσμικές πρακτικές.
.           Ἔτσι, ὁ καθένας ἑρμηνεύει τά πατερικά κείμενα ἤ παρουσιάζει τά θεολογικά θέματα, σύμφωνα μέ τά πάθη του καί παρουσιάζει ὡς Ὀρθοδοξία τήν δική του ἐσωτερική ἀρρωστημένη κατάσταση. Ὅταν θέλη κανείς νά καλύψη τόν ἑαυτό του καί νά τόν δικαιολογῆ γιά τίς πράξεις του, τότε στηρίζεται σέ πατερικά κείμενα τά ὁποῖα βέβαια παρερμηνεύει. Ὑπάρχει αὐτή ἡ μεγάλη σκοπιμότητα τήν ὁποία βλέπουμε σήμερα, γι’ αὐτό καί πολλοί δέν γνωρίζουν τί εἶναι Ὀρθοδοξία ἢ δέν θέλουν νά τήν παρουσιάσουν στήν αὐθεντικότητά της. Αὐτό συνδέεται μέ τό ὅτι δίδουν διαφόρους χαρακτηρισμούς σέ αὐτούς πού θέλουν νά παραμείνουν πιστοί στήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ὡς φονταμενταλιστές, συντηρητικούς, παραδοσιακούς κλπ.
.           Ἐπίσης, στήν κατηγορία αὐτή ὑπάγονται καί ἐκεῖνοι πού αἰσθάνονται ἕναν φόβο ὅταν βρίσκωνται μπροστά σέ ἰσχυρούς τῆς γῆς, εἴτε πολιτικούς εἴτε ἐκκλησιαστικούς, πάλιν χάρη μιᾶς σκοπιμότητας, καί δέν θέλουν νά ἐκφρασθοῦν καθαρά, ἀλλά ρέπουν περισσότερο στήν λεγόμενη θεολογική «διπλωματική ἀσάφεια» πού συσκοτίζει τά θεολογικά ζητήματα τά ὁποῖα, ὅμως, ἀπαιτοῦν μιά καθαρή ἔκφραση. Αὐτό σημαίνει ὅτι σήμερα ἀκόμη καί σέ δογματικά ζητήματα χρησιμοποιοῦνται ὅροι καί φράσεις πού νά ἔχουν δύο ἤ περισσότερα νοήματα, διφορούμενες ἔννοιες, ὥστε νά συσκοτίζωνται ἀκόμη περισσότερο τά πράγματα.
.           Ἀκόμη, παρατηρεῖται τό φαινόμενο, ὅταν παρευρίσκεται κάποιος Κληρικός ἤ θεολόγος σέ ἀκροατήρια πού παρίστανται ἑτερόδοξοι νά παριστάνη τόν εὐγενῆ, νά αὐτολογοκρίνεται γιά νά ἔχουν οἱ ἄλλοι καλή ἰδέα γι’ αὐτόν, εἶναι φοβικός καί δέν ὁμιλεῖ αὐθεντικά, ὀρθόδοξα καί πατερικά. Ὅταν ὅμως στήν συνέχεια βρίσκεται στά δικά του ἀκροατήρια εἶναι «σοῦπερ» (ὑπέρ) ὀρθόδοξος. Σέ αὐτήν τήν νοοτροπία διακρίνει κανείς τήν ὕπαρξη τοῦ φόβου καί τῆς σκοπιμότητας. Ἀλλά ἡ Ὀρθοδοξία καί ἡ ὁμολογία τῆς ἀληθείας δέν μπορεῖ νά ἐκφρασθῆ με φοβικά σύνδρομα καί μέ διάφορες κοσμικές σκοπιμότητες.
.           Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ἕνας καθηγητής τῆς Δογματικῆς, πού συμμετεῖχε ὁ ἴδιος σέ διορθόδοξες καί διαχριστιανικές συναντήσεις, ἔλεγε ὅτι ὑπάρχουν ὀρθόδοξοι θεολόγοι καί Κληρικοί, οἱ ὁποῖοι μπροστά στούς ἑτεροδόξους στέκονται σάν «ποντίκια», δηλαδή εἶναι φοβισμένοι καί δέν ὀρθοτομοῦν τόν λόγο τῆς ἀληθείας, ἀλλά ὅταν βρίσκωνται στά δικά τους ἀκροατήρια, τότε παρουσιάζονται σάν «λιοντάρια ὀρθοδοξίας». Καί ἐνῶ δίνεται ἡ δυνατότητα σέ διάφορες διαχριστιανικές καί διορθόδοξες συναντήσεις νά ὁμολογῆ κανείς τόν Χριστό καί τήν Ὀρθόδοξη θεολογία καί δέν τό κάνει, ἐν τούτοις ὅταν πηγαίνη στά ποίμνιά του ὁ καθένας, γίνεται διαπρύσιος ὁμολογητής τῆς Ὀρθοδοξίας.
.           Κάπως ἔτσι γίνεται καί αὐτήν τήν ἡμέρα τῆς Ὀρθοδοξίας. Σήμερα, ὅπως εἶπα προηγουμένως, ὅλοι θά ὁμιλήσουν γιά τό μεγαλεῖο καί τήν ἀξία της Ὀρθοδόξου Πίστεως καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Θά προτιμοῦσα ὅμως αὐτό τό ίδιο νά τό κάνουν, ὅταν εὑρίσκωνται σέ διαχριστιανικές καί διορθόδοξες συναντήσεις.
.           Μέ λύπη παρατήρησα ὅτι ὅταν γινόταν συζήτηση στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιά τό νέο πρόγραμμα τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν πολλοί Ἀρχιερεῖς δέν ὁμίλησαν, ἀλλά μέ τήν σιωπή τους φάνηκε ὅτι ἀποδέχθηκαν τό νέο πρόγραμμα, ἐνῶ ὅταν ἐπέστρεψαν στίς Ἐπαρχίες τους καί εἶδαν τήν ἀντίδραση τῶν θεολόγων καθηγητῶν καί πολλῶν ἄλλων Χριστιανῶν, ὁμίλησαν ἐναντίον τοῦ νέου Προγράμματος τῶν Θρησκευτικῶν.
.           Γι’ αὐτό καί εἶπα προηγουμένως ὅτι εἶναι ἄγνωστη ἡ Ὀρθοδοξία, ἀφ᾽ ἑνός μέν γιατί ὑπάρχει σύγχυση μεταξύ τῶν παραδόσεων, ἀφ᾽ ἑτέρου δέ γιατί ἐπικρατεῖ φόβος καί σκοπιμότητα μεταξύ αὐτῶν πού θά ὄφειλαν νά εἶναι ὁμολογητές τῆς πίστεως.
.           Τελικά παραμένει τό ἐρώτημα καί ἐπανέρχομαι σέ αὐτό: Τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία;
.           Θά μοῦ πῆτε: «Ὡραῖα, σήμερα σέ πολλούς Χριστιανούς ὑπάρχει ἄγνοια τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλά καί σκοπιμότητα μαζί μέ φόβο ἔναντι τῶν ἰσχυρῶν. Τελικά τί θά μπορούσατε ἐσεῖς νά μᾶς πῆτε μέ λίγα λόγια γιά τό τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία;».
Νομίζω ὅτι μέ πολλή μεγάλη συντομία μπορῶ νά πῶ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τρία συγεκριμένα γεγονότα:

Πρῶτον, Ὀρθοδοξία εἶναι οἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, δηλαδή τά δόγματα πού διατυπώθηκαν ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους, ἀλλά καί τίς Τοπικές Συνόδους οἱ ὁποῖες ἔχουν ἀναγνωρισθῆ ἀπό τίς πρῶτες. Ὅταν διαβάση κανείς τά Πρακτικά καί τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τότε θά καταλάβη τήν οὐσία τῆς Ὀρθοδοξίας.
Δεύτερον, Ὀρθοδοξία εἶναι τό περιεχόμενο τοῦ σημαντικοῦ πεντάτομου ἔργου πού λέγεται «Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν νηπτικῶν», τό ὁποῖο δείχνει τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο μπορεῖ κανείς νά φθάση στήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ, δηλαδή εἶναι ὁ ἱερός ἡσυχασμός πού συνδέεται μέ τήν μετάνοια, τήν προσευχή, τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς. Ἡ «Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν» εἶναι συλλογή πατερικῶν ἔργων, στά ὁποῖα γίνεται λόγος γιά τόν ἱερό ἡσυχασμό. Αὐτό ἀκριβῶς δείχνει οὐσιαστικά τήν μέθοδο γιά νά φθάση κανείς στήν ἐσωτερική πνευματική γνώση τοῦ Θεοῦ, αὐτό πού ἐκφράζουν τά δόγματα, οὐσιαστικά οἱ ὅροι τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Καί τρίτον, Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας, τά Μυστήριά της μέ κορυφαῖο τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, μαζί μέ τίς ἐκκλησιαστικές μας τέχνες, δηλαδή, τήν ἐκκλησιαστική ὑμνογραφία, τήν ἐκκλησιαστική μουσική, τήν ἐκκλησιαστική ἁγιογραφία, τίς ἱερές εἰκόνες κλπ.
.           Ἄλλωστε, γιατί καθόρισε ἡ Ἐκκλησία τήν σημερινή ἡμέρα, πού εἶναι ἡ ἀναστήλωση τῶν ἱερῶν εἰκόνων, νά ἑορτάζεται ὡς Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας; Τό ἔκανε αὐτό, γιατί οἱ εἰκόνες εἶναι ἐκεῖνες πού παρουσιάζουν ὅλο τό πνευματικό ἐσωτερικό μεγαλεῖο τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δείχνουν κατά τρόπο αὐθεντικό τό μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, καί τό μυστήριο τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου.
.           Ἑπομένως, ὅταν συνδέση κανείς καί τά τρία αὐτά γεγονότα, δηλαδή τά δόγματα, πού εἶναι οἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τήν ἡσυχαστική παράδοση, ὅπως καταγράφεται στό βιβλίο τῆς «Φιλοκαλίας» καί σέ ἄλλα πατερικά κείμενα, καί τίς ἐκκλησιαστικές τέχνες, τήν ἁγιογραφία, τήν μουσική μας παράδοση, τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο κτίζουμε τούς ναούς, τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο τελοῦμε τήν θεία Λειτουργία, τήν θεία Εὐχαριστία, τότε καταλαβαίνει τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Ὅλα τά ἄλλα πού γίνονται στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι καρπός αὐτῶν τῶν βασικῶν γνωρισμάτων.
.           Αὐτό σημαίνει ὅτι συνδέεται στενά τό δόγμα μέ τήν προσευχή πού γίνεται μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί τήν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἰδιαιτέρως μέ τήν θεία Κοινωνία τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.
.           Γιά νά τό ἐκφράσω αὐτό μέ ἁπλούστερο τρόπο θά ἔλεγα ὅτι Ὀρθοδοξία εἶναι νά συναντήση κανείς ἕναν θεόπτη ἅγιο, ὁ ὁποῖος συνδέει στενά τήν θεία Λειτουργία μέ τήν προσευχή στήν καρδιά καί τήν ἐμπειρική γνώση τοῦ Θεοῦ, νά μαθητεύση κοντά του, νά ἀκολουθήση τίς συμβουλές του καί νά μιμηθῆ τήν ζωή του. Τότε θά μάθη ἐκ πείρας –ὅπως ἕνας φοιτητής μαθαίνει τήν ἐπιστημονική γνώση ἀπό τόν ἐπιστήμονα ἐρευνητή– τί εἶναι ’Ορθοδοξία καί θά γίνη ὀρθόδοξος σέ ὅλες τίς ἐκφράσεις καί ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς του. Ἡ Ὀρθοδοξία παραλαμβάνεται ὡς πνευματική γέννηση μέσα ἀπό πνευματικά «ζωντανούς ὀργανισμούς». Συμβαίνει καί ἐδῶ ὅ,τι μέ τήν βιολογική ζωή, ἡ ὁποία μεταδίδεται ἀπό γενιά σέ γενιά, ἀπό ζωντανούς βιολογικά ὀργανισμούς. Αὐτό εἶναι ἐκεῖνο πού χαρακτηρίζεται ὡς «θεολογία γεγονότων». Τότε θά μάθη στήν πράξη ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι ὁ βερμπαλισμός, τά ἰδεολογήματα, τά συνθήματα, οἱ ἔξυπνες ἀτάκες πού ἐντυπωσιάζουν πρόσκαιρα, ὅπως οἱ φωτοβολίδες τόν οὐρανό.
.           Ὁπότε, γιά νά μάθη κανείς τήν Ὀρθοδοξία, πρέπει νά ἀσχοληθῆ καί νά ἐνδιαφερθῆ μέ τό βάθος αὐτῶν τῶν πραγμάτων. Καί τελικά Ὀρθοδοξία εἶναι νά γνωρίση κανείς τό βάθος της, πού εἶναι ἡ μετάνοια καί ἡ ταπείνωση καί τότε θά γνωρίση καί τό ὕψος της, πού εἶναι τό ὄρος Θαβώρ, τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως, καί βιαία πνοή τῆς Πεντηκοστῆς.
.           Μακάρι, μέχρι πού νά τελειώσουμε τήν ζωή μας, μέχρι πού νά φύγουμε ἀπό τόν μάταιο αὐτόν κόσμο νά μάθουμε, ἔστω καί λίγο, τί εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί τί εἶναι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία καί νά μήν παραμείνη μέχρι τέλους ἡ Ὀρθοδοξια ἄγνωστη σ’ ἐμᾶς, ἔστω κι ἄν τήν ὁμολογοῦμε καί τήν πανηγυρίζουμε λαμπρά.

, ,

Σχολιάστε

ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, ΓΝΗΣΙΑ ΠΙΣΤΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Εὐλογημένη Ὀρθοδοξία!

Τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»

.     Μετὰ ἀπὸ πολλὴ καθυστέρηση, ἐξ αἰτίας ὁρισμένων εἰκονομάχων αὐτοκρατόρων, καὶ ἐνῶ ἀποφάσισε ἡ ἑβδόμη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τὸ 787 τὴν ἀναστήλωση τῶν ἱερῶν εἰκόνων, τελικῶς χάρη στὴ νέα αὐτοκράτειρα ἁγία Θεοδώρα ἡ ἀπόφαση τῆς Συνόδου ἐφαρμόστηκε τὴν πρώτη Κυριακὴ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς τοῦ ἔτους 843. Καὶ πλέον ἐπικράτησε ἡ ἀλήθεια, καὶ οἱ ἱερὲς εἰκόνες ἐπέστρεψαν πανηγυρικὰ στὶς θέσεις τους. Τὴν ἐπιστροφὴ τῶν εἰκόνων, γιὰ τὴν ὁποία πολλοὶ πιστοὶ ἔχυσαν καὶ τὸ αἷμα τους, τὴν ἐκφράζει θαυμάσια ἕνα δίστιχο τῆς Ἐκκλησίας: «Τὰς οὐ πρεπόντως ἐξορίστους Εἰκόνας, χαίρω πρεπόντως προσκυνουμένας βλέπων».
.     Ἡ εὐφρόσυνη αὐτὴ ἡμέρα τῆς νίκης τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν ἐπικράτηση τῆς σημασίας τῶν ἱερῶν εἰκόνων γιὰ τὴ Λατρεία καὶ γιὰ τὴ ζωὴ γενικὰ τῶν πιστῶν φέρνει συγχρόνως στὴ μνήμη καὶ ὅλες τὶς ἄλλες νίκες τῆς Ἐκκλησίας μέσα στὴν ἱστορία. Πῶς δηλαδὴ νίκησε τὸν θεομάχο Ἄρειο ποὺ ὑποτιμοῦσε τὸν Θεάνθρωπο Κύριο. Πῶς νίκησε τὸν ἁγιοπνευματομάχο Μακεδόνιο ποὺ ὑποτιμοῦσε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Πῶς κατατρόπωσε στὴ συνέχεια τὸν Νεστόριο ποὺ χώριζε τὸν Χριστό μας στὰ δύο καὶ ὑποτιμοῦσε τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, καὶ βέβαια πῶς νίκησε ὅλους τοὺς ὑπόλοιπους αἱρετικοὺς διὰ μέσου τῶν αἰώνων.
.     Αἱρετικοὶ ὡστόσο δὲν ἔπαυσαν νὰ ὑπάρχουν καὶ στὶς μέρες μας. Κινοῦνται ἐλεύθερα στὴ δημοκρατικὴ χώρα μας καὶ ἐνσπείρουν ζιζάνια μὲ σκοπὸ νὰ παρασύρουν στὴν πλάνη του ὅσους εἶναι ἀστήρικτοι στὴν πίστη, ὅσους δὲν γνωρίζουν βασικὲς ἀλήθειες τῆς Πίστεώς μας καὶ εἶναι εὔκολο νὰ ἐξαπατηθοῦν ἀπὸ τοὺς ἐπιτήδειους αἱρετικούς.
.           Δὲν ἐπιτρέπεται ὅμως στὴν ἐποχὴ ποὺ ζοῦμε, μὲ τόσα Ὀρθόδοξα βιβλία ποὺ κυκλοφοροῦν καὶ τόσες δυνατότητες ποὺ ἔχουμε, νὰ μὴ γνωρίζουμε λόγου χάριν τί εἶναι ὁ Παπισμός· ὅτι εἶναι ἕνα κράτος, τό λεγόμενο Βατικανὸ στὴν Ἰταλία, μὲ κυβερνήτη τὸν Πάπα ποὺ θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του ἀλάθητο καὶ ἀπαιτεῖ νὰ τὸν θεωροῦν ἀλάθητο καὶ ὅλοι οἱ παπικοί. Τὸ Βατικανὸ ἔχει πρεσβεῖες σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο, δική του Τράπεζα, δημοσιογραφικὴ ὀργάνωση τέλεια κ.λπ.
.     Τί νὰ ποῦμε καὶ γιὰ τὸ τί ἐπικρατεῖ στὸν Προτεσταντισμό; Ἀγνοοῦν τελείως τοὺς ἱεροὺς Κανόνες ποὺ καθόρισαν συνοδι­κῶς οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ νὰ ρυθμίζουν τὴ ζωὴ τῶν πιστῶν. Δὲν τιμοῦν κανέναν Ἅγιο.
.     Ὅσο γιὰ τοὺς Ἀγγλικανοὺς ὅλοι γνωρίζουν ὅτι ἀρχηγὸς τῆς λεγόμενης Ἀγγλικα­νικῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ βασίλισσα, ἢ ἀναλόγως ὁ βασιλιάς. Ἡ λεγομένη Ἐκκλησία τῶν Ἀγγλικανῶν ἔχει καὶ γυναῖκες ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς ποὺ μποροῦν νὰ εἶναι καὶ ὁμοφυλόφιλοι.
.          Ποιός δὲν γνωρίζει ἐπίσης καὶ τοὺς Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ἢ Χιλιαστές, ποὺ στήνονται στὰ σταυροδρόμια καὶ τὶς λαϊ­κὲς ἀγορὲς διαδίδοντας τὰ ἔντυπά τους; Ἕδρα τους τὸ Μπρούκλιν τῆς Ἀμερικῆς. Διδάσκουν ὅτι θὰ ἔλθει πάλι ὁ Χριστὸς καὶ θὰ ἱδρύσει χιλιετὴ βασιλεία στὴ γῆ.
.     Γιὰ τὴν κατάσταση ποὺ ἐπικρατεῖ στὴν Εὐρώπη ὁ ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, πνευματικὸς πατὴρ τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, ἔγραφε: «Ἡ σημερινὴ Εὐρώπη δὲν εἶναι πλέον οὔτε παπικὴ οὔτε λουθηρανική. Εἶναι ὁλοτελῶς ἐπίγειος, χωρὶς ἔστω καὶ τὸν πόθον νὰ ἀνεβαίνῃ εἰς τὸν οὐρανόν… Ἐπιθυμεῖ νὰ παραμείνῃ ἐδῶ… Δὲν αἰσθάνεται τὴν οὐράνιον εὐωδίαν… Διὰ τὴν Θεοτόκον δὲν θέλει νὰ ἀκούσῃ. Ἡ ἀκολασία τὴν στερεώνει εἰς τὸ μίσος κατὰ τῆς παρθενίας» (Ἀρχιμ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, «Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ Οἰκουμενισμός», ἔκδ. «Ὀρθ. Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 241).
.     Μποροῦν ἄραγε νὰ θεωροῦνται Χριστιανοὶ ὅλοι αὐτοί; Τὸν ἀληθινὸ Χριστιανισμὸ τὸν διασώζει σήμερα μόνο ἡ Ὀρθοδοξία. Ὦ εὐλογημένη Ὀρθοδοξία! Μέσα στὴ σύγχυση τοῦ σύγχρονου κόσμου διαφυλάσσεις ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ ἀνεπηρέαστη τὴν Πίστη, ὅπως τὴν κήρυξαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, ποὺ τὴν παρέλαβαν ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο καὶ τὴ δίδαξαν οἱ ἱεροὶ Πατέρες.
.     Ὦ εὐλογημένη ἁγία Ὀρθοδοξία! Γεμάτη μὲ τὰ ἱερὰ Λείψανα τῶν θαυματουρ­γῶν Ἁγίων, ποὺ θεραπεύουν ἀρρώστους καὶ ἐκδιώκουν δαιμόνια. Γεμάτη μὲ μυροβλύζουσες ἱερὲς εἰκόνες, ποὺ φυλάσσονται σὲ ἱερὲς Μονὲς καὶ Προσκυνήματα καὶ σὰν μαγνῆτες ἑλκύουν πλήθη πιστῶν. Μὲ τὶς ἱερές σου Ἀκολουθίες, τὶς Παρακλήσεις, τοὺς Ἑσπερινοὺς καὶ προπάντων τὶς θεῖες Λειτουργίες, ποὺ τὶς τελοῦν στὰ Μοναστήρια ἐξαγιασμένοι ἱερομόναχοι καὶ στὶς ἐνορίες εὐλαβικοὶ κληρικοί. Εἰρηνεύεις τὶς ψυχές μας καὶ μᾶς ὑψώνεις στὰ οὐράνια. Μὲ τὰ ἱερά σου Μυστήρια – τὸ Βάπτισμα, τὸ Χρίσμα, τὸν Γάμο, τὴν Ἐξομολόγηση, τὸ Εὐχέλαιο καὶ τὴ θεία Μετάληψη – γλυκαίνεις τὴν καρδιά μας ἑνώνον­τάς μας μὲ τὸν Θεό.
.     Ἂς εἶναι φτωχὴ καὶ ταπεινὴ ἡ εὐλογημένη Ὀρθοδοξία μας. Ἔχει ἄλλον πλοῦτο ποὺ δὲν συγκρίνεται μὲ τὰ ἐξωτερικὰ μεγαλεῖα. Πλοῦτο ποὺ οὔτε κἂν τὸν φαντάζονται οἱ Εὐρωπαῖοι. Πλοῦτο ψυχικό. Καὶ πλουτίζει μ᾿ αὐτὸ τὸν πλοῦτο καὶ ὅσους καταφεύγουν ταπεινὰ κοντά της ἀναζητώντας εἰλικρινὰ τὴν ἀλήθεια. Διότι εἶναι ἡ Πηγὴ τῆς Ἀλήθειας, τῆς Χάριτος καὶ τῆς σωτηρίας. Μόνη αὐτὴ διατήρησε καὶ διδάσκει ἀνόθευτη τὴ διδαχὴ ποὺ μᾶς ἔφερε ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Καὶ μόνη αὐτή, ἡ εὐλογημένη Ὀρθοδοξία, εἶναι ἡ ἀσφαλὴς ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὸν Παράδεισο.

 

,

Σχολιάστε

Ο ΠΟΝΟΣ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ καὶ Ο ΠΟΝΟΣ ΤΗΣ ΔΥΣΕΩΣ

ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο
τοῦ Χρυσοστ. Σελαχβάρτζι
«ΤΟ ΑΓΓΙΓΜΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ»
-Ἀπὸ τὸ ἰσλαμικὸ Ἰρὰν στὴν Ὀρθοδοξία
Ἱ. Μ. Χρυσοπηγῆς, Χανιά 2016
σελ. 92-94

ἠλ. στοιχ. «Χριστ. Βιβλιογρ.»

.                 Δύο χρόνια πέρασαν καὶ δὲν συνάντησα κανένα Πεντηκοστιανὸ ποὺ νὰ εἶναι σὲ θέση νὰ κατανοήσει τὸ εἶδος καὶ τὴν ἔνταση τοῦ ψυχικοῦ μαρτυρίου ποὺ περνοῦσα. Δὲν συνάντησα κανένα σὲ ὅλο τὸν πεντηκοστιανό μου περίγυρο, ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ καταλάβει, ὅσο καὶ ἂν προσπάθησε, τὴν γλῶσσα ἑνὸς πονεμένου ἀνθρώπου. Ὁ πόνος ποὺ καλλιεργεῖ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ὁ πόνος ποὺ ἐξυψώνει καὶ ὡριμάζει τὴν καρδιά, ὁ πόνος ποὺ ἐκλεπτύνει τὸ πνεῦμα στὸ καμίνι τῆς καθημερινότητας τῶν δοκιμασιῶν, ἀπουσίαζε ἐντελῶς ἀπὸ τὸ λεξιλόγιο τῆς πεντηκοστιανῆς ἐκκλησίας. Γι’ αὐτοὺς ἡ ζωὴ ἦταν «μὲς τὰ ρόδα», σύμφωνα μὲ τὴ νορβηγικὴ ἔκφραση. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ δὲν ὑπέφεραν, μόνο εὐημεροῦσαν, καὶ μάλιστα μὲ τρόπο κοσμικό. Ἡ ζωὴ τῆς χάριτος ἦταν εὐτυχισμένη, εὔκολη καὶ ἐπιτυχημένη. Τὸ μαρτύριο ἦταν παρὰ φύση, ἔργο τοῦ διαβόλου, καὶ μποροῦσε νὰ ἐξαφανισθεῖ μόνο μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ. Ἐπικαλέστηκα πολλὲς φορὲς τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, καὶ ὅμως τὸ μαρτύριό μου μεγάλωνε… Μόνο ἐγώ, ἀνάμεσα σὲ αὐτοὺς τοὺς εὐνοημένους ἀπὸ τὴν τύχη χριστιανούς, ἤμουν μία ψυχὴ συντετριμμένη ἀπὸ ἕνα χρόνιο ὑπαρξιακὸ πόνο.
.                 Ἡ πάντοτε θετικὴ καὶ αἰσιόδοξη ὀπτική τῆς θεολογίας τῶν Πεντηκοστιανῶν βρισκόταν σὲ πλήρη ἀντίθεση μὲ τὴν δραματικὴ θέαση τῆς σιιτικῆς θεολογίας τοῦ Ἰσλάμ, μὲ τὴν ὁποία εἶχα μεγαλώσει. Τώρα ποὺ εἶχα αὐτὴν τὴν ἐμπειρία, θεωροῦσα ὅτι τὸ σιιτικὸ Ἰσλὰμ εἶναι ἀνώτερο καὶ πιὸ αὐθεντικὸ ἀπὸ τὸν πεντηκοστιανὸ Χριστιανισμό· ὅτι ἡ τραγικότητα τῆς θεολογίας τοῦ σιιτικοῦ Ἰσλὰμ εἶναι πιὸ κοντὰ στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ ὅ,τι ἡ μακαριότητα τοῦ «χαρισματικοῦ» χριστιανισμοῦ τῆς Δύσης.
.               Ἡ κατάσταση τοῦ κόσμου εἶναι τραγική. Οἱ ἄνθρωποι ὑποφέρουν. Κάποιοι διώκονται, ἄλλοι φυλακίζονται καὶ βασανίζονται, ἄλλοι τραυματίζονται σὲ πολέμους καὶ βιαιοπραγίες, πολλοὶ ὑποφέρουν ἀπὸ ἀκραία φτώχεια καὶ παλεύουν μὲ ἀδυσώπητες φυσικὲς καταστροφές… Αὐτὴ εἶναι ἡ τραγικὴ πραγματικότητα στὴν ὁποία ζοῦν οἱ ἄνθρωποι τοῦ τρίτου κόσμου. Ἀλλὰ καὶ στὴν ὑλικὰ εὐημεροῦσα Δύση, οἱ περισσότεροι ὑποφέρουν ψυχολογικά. Πολλὲς οἰκογένειες διαλύονται. Οἱ ἄνθρωποι συνεχῶς ἀλλάζουν τοὺς συντρόφους τῆς ζωῆς τους σὲ ἀναζήτηση τοῦ ἰδανικοῦ ἔρωτα, τῆς ἁρμονικῆς σχέσης καὶ τῆς ἀνθρώπινης ζεστασιᾶς. Κάποιοι δὲν καταφέρνουν ποτὲ νὰ βροῦν ἕνα σύντροφο, γιὰ νὰ μοιραστοῦν τὴ ζωή τους. Τὰ παιδιὰ συχνὰ μεγαλώνουν μόνο μὲ τὸν ἕνα γονέα καὶ στεροῦνται τὴν ἀγάπη τοῦ ἄλλου. Οἱ ἄνθρωποι πιέζονται στὴν ἐργασία, καθώς, μὲ τὴν ραγδαία ἐξέλιξη τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς τεχνολογίας, ἀπαιτοῦνται ὅλο καὶ ὑψηλότερες δεξιότητες ἀπὸ τοὺς ἐργαζομένους. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι στὴ Δύση, ὅπως καὶ στὸν ὑπόλοιπο κόσμο, φέρουν δυσβάστακτα φορτία στοὺς ἀσθενεῖς ὤμους τους.
.               Μέσα σὲ αὐτὴν τὴν πραγματικότητα, οἱ πεντηκοστιανοὶ εἶναι ἀποξενωμένοι ἀπὸ τοὺς ἀληθινοὺς ἀνθρώπους καὶ ἡ μακαριότητά τους ἀποτελεῖ προσβολὴ γιὰ ὅσους ὑποφέρουν.
.           Παραδόξως, λοιπόν, ἡ πεντηκοστιανὴ ἐκκλησία μὲ εἶχε ἐπιστρέψει στὸ ἰσλαμικό μου παρελθόν. Ὑπῆρχαν πολλὰ κείμενα στὸ εὐαγγέλιο ποὺ δὲν καταλάβαινα. Στὴν πραγματικότητα, τὸ βάθος καὶ τὸ μυστήριο τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου, ποὺ τόσο μὲ εἶχε γοητεύσει, ἀπουσίαζε ἐντελῶς ἀπὸ τὴν πνευματικότητα τὶς πεντηκοστιανῆς ἐκκλησίας.

, , , ,

Σχολιάστε

ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΗ ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΑΙΡΕΣΕΩΣ (π. Γ. Μεταλληνός)

Φιλοκαλική διάκριση Ὀρθοδοξίας καὶ αἱρέσεως

ἀπό τὸ νέο βιβλίο
τοῦ π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ
«Η ΟΔΟΣ»
– ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

%ce%b7-%ce%bf%ce%b4%ce%bf%cf%83.         Εἶναι γνωστό, ὅτι εἶναι ἀδύνατος ἕνας ἀκριβὴς ὁρισμὸς τῆς Ὀρθοδοξίας ὡς Ἐκκλησίας, διότι ἡ Ὀρθοδοξία-Ἐκκλησία εἶναι θεανθρώπινο μέγεθος καί, ὅσον ἀφορᾶ στὸ θεῖο στοιχεῖο της, ὑπέρκειται κάθε διανοητικῆς-λογικῆς σύλληψης. Ἂν θὰ θέλαμε, λοιπόν, κατὰ προσέγγιση, νὰ ὁρίσουμε τὴν Ὀρθοδοξία, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε τὸ ἑξῆς:
.         Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ παρουσία τοῦ Ἀκτίστου στὸν κόσμο καὶ τὴν ἱστορία, καὶ ἡ δυνατότητα τοῦ κτίσματος νὰ ἁγιασθεῖ καὶ νὰ θεωθεῖ. Ἕνας (χριστιανικὸς) Deismus (Deus Creator, sed non Gubernator) εἶναι ὀρθόδοξα καθαρὴ πλάνη. Τὸ Ἄχρονο καὶ Ὑπέρχρονο εἶναι συνεχῶς μέσα στὸν κόσμο καὶ τὸ χρόνο, γιὰ νὰ ἁγιάζει τὸν χρόνο καὶ νὰ τὸν μεταμορφώνει σὲ χρόνο τῆς θείας βασιλείας, σὲ αἰωνιότητα (πρβλ. τὸν λόγο τοῦ ἀπ. Παύλου: «Δεῖ γὰρ τὸ φθαρτὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν καὶ τὸ θνητὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀθανασίαν»· Α´ Κορ. 15, 53).

α) Η Πίστη

.           Ἡ Ὀρθοδοξία νοεῖται πάντα σὲ στενὸ σύνδεσμο μὲ τὴν πίστη. Μιλοῦμε, ἔτσι, γιὰ «ὀρθὴ καὶ ἀληθινὴ πίστη», διακρίνοντάς την ἀπὸ τὴν «νόθα πίστη», δηλαδὴ τὴν «ψευδῆ πίστη». Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ ἀληθινὴ δόξα καὶ δοξολογία τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἡ αἵρεση εἶναι κατασκευασμένη δόξα, «νοσηρὴ» δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Ὀρθοδοξία καὶ αἵρεση συναντῶνται ἔτσι στὸ χῶρο τῆς Πίστεως, καὶ εἶναι ἐκεῖ ἀκριβῶς ποὺ διαφοροποιοῦνται. Τί εἶναι, λοιπόν, ἡ πίστη καὶ πῶς νοεῖται στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὡς Σώματος Χριστοῦ;
.           Πίστη σημαίνει κατ’ ἀρχὴν στὴ γλώσσα τῆς θεολογίας τὴν θεία ἀποκάλυψη, τὸ ἀποκαλυπτόμενο ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸν ἄνθρωπο, τὸ περιεχόμενο τῆς ἀποκεκαλυμμένης θείας ἀλήθειας (Fides quae creditur). Ἡ Θεία Ἀποκάλυψη ὅμως δὲν εἶναι κάτι τὸ ἀφηρημένο, δηλαδὴ ἕνα σύνολο νοησιαρχικῶν ἀληθειῶν, ἰδεῶν καὶ βασικῶν θέσεων, τὶς ὁποῖες καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νὰ δεχθεῖ, γιὰ νὰ σωθεῖ. Αὐτὸ εἶναι ἡ σχολαστικὴ ἐκδοχὴ τῆς πίστεως, ποὺ ἔχει περάσει καὶ στὶς Δογματικές μας. Ἡ Ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας εἶναι Πρόσωπο· εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ ἔνσαρκη Παν-ἀλήθεια. Εἶναι τὸ Πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἄγνωστος καὶ ἀπρόσιτος Θεὸς ἔγινε (καὶ γίνεται συνεχῶς) γνωστὸς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας ἐν Χριστῷ. Ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτεται, δηλαδὴ αὐτοφανερώνεται «πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως» (Ἑβρ. 1, 1), κορυφώνοντας τὴν αὐτοφανέρωσή του «ἐν Υἱῷ», μὲ τὴ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ Του, ποὺ ὑπῆρξε ἡ προϋπόθεση τῆς Πεντηκοστῆς, γιὰ τὴν ὁποία κατὰ τοὺς Ἁγίους μας «συνέστηκεν» ἡ κτίση (δημιουργία). Ἡ Πεντηκοστὴ εἶναι ἡ ὑψίστη ἁγιοπνευματικὴ ἀποκάλυψη (τοῦ Θεοῦ) καὶ ἐμπειρία (τοῦ ἀνθρώπου) στὴν ἱστορία.
.           Ὁ Χριστός, ὡς Θεάνθρωπος, εἶναι, κατὰ κάποιο τρόπο, ἡ «ἀντικειμενικὴ» πίστη, ποὺ προσφέρεται στοὺς ἀνθρώπους «ἄνωθεν», ὥστε νὰ γνωρίσουμε τὸν Θεὸ ἐν αὐτῷ (πρβλ. Ἰω. 14, 9: «ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν Πατέρα»). Αὐτὸς εἶναι ἡ «ὑποστατικὴ» (προσωπικὴ) πίστη μας κατὰ τὸν ἅγ. Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή. Γινόμεθα «πιστοί», μετέχοντας σ’ αὐτὴν τὴν προσωπικὴ καὶ ἒνσαρκη Πίστη (τὸν Χριστόν). Μόνο στὸν Χριστὸ ὑπάρχει δυνατότητα γνώσεως τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Καὶ αὐτὸ θεμελιώνει τὴν μοναδικότητα καὶ ἀποκλειστικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας στὸ γεγονὸς τῆς σωτηρίας (Πράξ. 4, 12).
.           Στὴν ἀποκεκαλυμμένη Πίστη, ποὺ «πιστεύεται» (πιστώνεται) στὸν ἄνθρωπο γιὰ τὴ σωτηρία του, ἀνταποκρίνεται ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴ δική του (ὑποκειμενικὴ) πίστη (Fides qua creditur). Ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀπόλυτα ἀναγκαία, γιὰ νὰ λειτουργήσει ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν ἄνθρωπο, νὰ τὸν ὁδηγήσει στὴ σωτηρία. Τὴ σημασία της τονίζει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός: «Ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας κατακριθήσεται» (Μάρκ. 16, 16). Ἡ «ἀντικειμενικὴ» πίστη εἶναι ἀνάγκη νὰ μεταβληθεῖ σὲ «ὑποκειμενικὴ» πίστη τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴ σωτηρία. Καὶ αὐτὸ συντελεῖται μὲ τὴν «ἐνοίκηση» (Ρωμ. 8, 9: «Εἰ Πνεῦμα Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν») τῆς «ἀντικειμενικῆς» Πίστης, τοῦ Ἀκτίστου δηλαδὴ μέσα στὸ κτιστό, τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος καλεῖται ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ γίνει «πιστός», δεχόμενος τὴν ἐν Χριστῷ ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια ὡς ζωὴ ἐν Χριστῷ καὶ νὰ βιώσει αὐτὴ τὴν ἀλήθεια, γιὰ νὰ γίνει καὶ αὐτὸς «ἀληθινός», ὅπως ὁ Χριστὸς εἶναι «ὁ ἀληθινός» (Α’ Ἰω. 5, 20). Ἡ ἀληθοποίηση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ σωτηρία του καὶ προϋποθέτει τὴν ἕνωσή του μὲ τὸν ἀληθινὸ Θεό.
.           Ὀρθόδοξη εἶναι ἡ πίστη ποὺ λειτουργεῖ σωτηριολογικά. Καὶ εἶναι ἀκριβῶς σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο, ποὺ διαφοροποιεῖται ἡ αἵρεση ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία. Ἡ αἵρεση εἶναι ἡ νόθευσητῆς πίστεως καὶ ταυτόχρονα ἡ ἀναίρεσή της, διότι νοθεύει τὴν πίστη σὲ δύο κατευθύνσεις. Ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἐν ἀναφορᾷ πρὸς τὸ «πιστευόμενο» (τὸν Χριστὸ) καὶ ἀφ’ ἑτέρου σὲ σχέση μὲ τὸν τρόπο ἀποδοχῆς τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς στὴν αἵρεση τεμαχίζεται καὶ γίνεται δεκτός, ὄχι ὁλόκληρος, ἀλλὰ ἀποσπασματικὰ ἀπὸ ἕνα τεμαχισμένο -ὄχι ὁλόκληρο- ἄνθρωπο, ἀφοῦ προσεγγίζεται μόνο μὲ τὴν διάνοια τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὰ χείλη του, ἐνῶ ἡ «καρδία» καὶ ἡ ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου «πόρρω ἀπέχει» ἀπὸ τὸν Θεό (Ματθ. 15, 8). Ἡ αἵρεση (κάθε αἵρεση) δὲν εἶναι μόνο ψευδὴς διδασκαλία, ἀλλὰ κυριολεκτικὰ Μὴ-Ὀρθοδοξία καὶ Μὴ-Χριστιανισμός. Μιλώντας μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ἀπεμπλεκόμαστε ἀπὸ τὶς παλαιότερες ὁμολογιακὲς ἔριδες καὶ τὴ σχολαστικὴ γλώσσα τους. Σὲ τελευταία ἀνάλυση αὐτὸ ποὺ πρώτιστα ἐνδιαφέρει, δὲν εἶναι κατὰ πόσο μιὰ διδασκαλία εἶναι ψευδής, ἀλλὰ ἂν μπορεῖ νὰ θεραπεύσει τὸν ἄνθρωπο -ὅπως δίδασκε ὁ π. Ρωμανίδης-, ἂν μπορεῖ νὰ τὸν σώσει.
.           Στὴ διαδικασία, συνεπῶς, τοῦ γεγονότος τῆς πίστεως μπορεῖ νὰ λεχθεῖ τὸ ἑξῆς συμπερασματικά: Ἡ πίστη ἀρχίζει ὡς μία λογικὴ-διανοητικὴ διαδικασία, μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἐξωτερικῆς καταφάσεως τοῦ ἀνθρώπου, καὶ συνεχίζεται ὡς ἀποδοχὴ τῆς προσφορᾶς τοῦ Θεοῦ καὶ πιστότητα σ’ Αὐτόν, ὁλοκληρώνεται ὅμως μὲ τὴν ἐσωτερικὴ βεβαιότητα καὶ γνώση τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ. Ἀκριβῶς δὲ αὐτὲς εἶναι οἱ βασικὲς σημασίες, ποὺ ἔχει γλωσσικὰ ὁ ὅρος «πίστη» στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, τὴ γλώσσα τοῦ Εὐαγγελίου: ἐμπιστοσύνη – πιστότητα – βεβαιότητα (trust – faithfulness – certainty). Θὰ προσπαθήσουμε στὴ συνέχεια, μέσα ἀπὸ τὴν φιλοκαλικὴ (ἀσκητικὴ-νηπτικὴ) παράδοσή μας νὰ ἀποσαφηνίσουμε αὐτὲς τὶς ἔννοιες, γιὰ νὰ κατανοήσουμε κατὰ τὸ δυνατὸν τὴ λειτουργία τῆς πίστεως ὡς παράγοντα σωτηρίας. 

 β) Ἡ «πρώτη» πίστη – ἡ «ἁπλὴ» πίστη – ἢ ἡ «πίστις ἐξ ἀκοῆς»

.           Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ αἰώνιος Λόγος τοῦ Θεοῦ, διδάσκει τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν αἰώνων, ἀποκαλύπτοντας μὲ τὴ διδασκαλία του τὴν ὁδὸ σωτηρίας. Αὐτὸ γίνεται ἤδη στὴν Π. Διαθήκη μὲ τὰ «στόματά» Του, τους Προφῆτες. Ἔγινε ὅμως καὶ μετὰ τὴ σάρκωσή Του μὲ τὸ δικό Του πανάγιο στόμα καὶ συνεχίζεται ἱστορικὰ μὲ τοὺς Ἀποστόλους Του καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες καὶ Μητέρες, «ἕως συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 28, 20).
.           Ἡ στάση τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν ἀπάντηση/ἀνταπόκρισή του στὴν κλήση τοῦ Θεοῦ, στὴν χειρότερη περίπτωση εἶναι ἡ ἄρνηση-ἀπόρριψη τῆς προσφορᾶς τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν καλύτερη ἡ ἐμπιστοσύνη σ’ Αὐτόν. Ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς ἐνεργεῖ στὴν ἱστορία ὡς «Ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν» (Θ. Λειτουργία), θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε, ὅτι αὐτὸ ἰσχύει στὴν περίπτωση κάθε Ἰατροῦ: ἢ τὸν ἐμπιστεύεται κάποιος καὶ ἀκολουθεῖ τὶς ὑποδείξεις του καὶ θεραπεύεται ἢ τὸν ἀθετεῖ καὶ πεθαίνει. Αὐτὴ ἡ πρώτη «πίστη», ὡς ἐμπιστοσύνη, εἶναι ἡ πίστη ποὺ προέρχεται «ἐξ ἀκοῆς» τοῦ κηρύγματος καὶ εἶναι ἀναγκαία ὡς προϋπόθεση τῆς Θεογνωσίας (πρβλ. Ρωμ. 10, 17: «ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς, ἡ δὲ ἀκοὴ διὰ ρήματος Θεοῦ»).
.           Ἡ πρώτη αὐτὴ πίστη τοῦ ἀνθρώπου συνδέεται μὲ τὴ φυσικὴ γνώση του, ποὺ ἔχει ὡς ὄργανο τὴ διάνοια/λογική. Ὑπάρχουν δύο εἴδη πίστεως, ἀλλὰ καὶ δύο εἴδη γνώσεως, συγχρόνως δὲ δύο ὄργανα ἕνα γιὰ κάθε γνώση, γιὰ τὴ γνώση τοῦ Θεοῦ δηλαδὴ καὶ τὴ γνώση τοῦ κόσμου. Αὐτὸ δηλώνει ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, μεγάλος ἀσκητὴς τῆς Ἐκκλησίας: «Ἄλλη εἶναι ἡ γνώση, ποὺ προϋποθέτει τὴν πίστη, καὶ ἄλλη ἐκείνη, ποὺ γεννᾶται ἀπὸ τὴν πίστη. Ἡ πρώτη εἶναι φυσικὴ γνώση, ἐνῶ ἡ ἄλλη πνευματικὴ γνώση». Μὲ τὴ φυσικὴ-λογικὴ γνώση -μολονότι εἶναι καὶ αὐτὴ δῶρο τοῦ Θεοῦ- μποροῦμε νὰ διακρίνουμε τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακό. Πῶς ὅμως ἡ φυσικὴ γνώση μᾶς ὁδηγεῖ στὴν Πίστη; Στρέφει, ὅπως λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος, μέσῳ τῆς κτίσεως τὸν ἄνθρωπο στὸν Θεό (Ρωμ. 1, 20). Ὁ θεῖος δρόμος ὅμως εἶναι ἐκεῖνος τῆς διδασκαλίας καὶ τῶν θαυμάτων, τῶν «θείων σημείων». Ἡ διδασκαλία καὶ τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ προσανατολίζουν τὴ φυσικὴ γνώση τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ προκληθεῖ ἡ «πρώτη» πίστη. Ὅταν λ.χ. ὁ Χριστὸς ἔθρεψε τοὺς «πεντακισχιλίους» στὴν ἔρημο, οἱ ἄνθρωποι, βλέποντας τὸ θαῦμα ποὺ ἔκαμε ὁ Χριστὸς, ἔλεγαν: «Οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ προφήτης ὁ ἐρχόμενος εἰς τὸν κόσμον» (Ἰω. 6, 14). Σ’ ἄλλο σημεῖο παρατηρεῖ ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης: «Πολλὰ οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ. Ταῦτα δὲ γέγραπται, ἵνα πιστεύσητε ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ» (Ἰω. 20, 30-31). Ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἔλεγε στοὺς Ἰουδαίους «κἂν ἐμοὶ μὴ πιστεύητε, τοῖς ἔργοις πιστεύετε, ἵνα γνῶτε καὶ γινώσκητε, ὅτι ἐν ἐμοὶ ὁ Πατὴρ κἀγὼ ἐν τῷ Πατρί» (Ἰω. 10, 38). Καί: «Εἶπον ὑμῖν καὶ οὐ πιστεύετε· τὰ ἔργα ἃ ἐγὼ ποιῶ ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Πατρός μου, ταῦτα μαρτυρεῖ, περὶ ἐμοῦ» (Ἰω. 10, 25).
.           Τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ συνεχίζονται ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Του σὲ κάθε στιγμὴ τῆς ἱστορίας καὶ προκαλοῦν τὴν πίστη τοῦ ἀνθρώπου. Μόνο οἱ «σκληροτράχηλοι καὶ ἀπερίτμητοι τῇ καρδίᾳ καὶ τοῖς ὠσίν» (Πράξ. 7, 51), οἱ Φαρισαῖοι κάθε ἐποχῆς, ἀπορρίπτουν τὴν κλήση τοῦ Θεοῦ στὴ σωτηρία. Ἡ σκλήρυνση καὶ πώρωση τῆς καρδιᾶς εἶναι πνευματικὸς θάνατος τοῦ ἀνθρώπου. Σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση ὁ ἄνθρωπος καθίσταται ἀνίκανος νὰ δεχθεῖ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
.           Ἡ «ἁπλὴ» πίστη, ὡς λογικὴ ἀποδοχὴ τῆς θείας ἀλήθειας, δὲν ἀρκεῖ βέβαια γιὰ τὴ σωτηρία. Μία παρόμοια πίστη διαθέτουν καὶ ὁ διάβολος καὶ τὰ δαιμόνια. Κατὰ τὸν ἅγιο Ἰάκωβο τὸν ἀδελφόθεο: «Τί τὸ ὄφελος, ἐὰν πίστιν λέγῃ τις ἔχειν, ἔργα δὲ μὴ ἔχῃ; μὴ δύναται ἡ πίστις σῶσαι αὐτόν; (ἐννοεῖ τὴν «πρώτη» πίστη, ἂν σταματήσει ἐκεῖ)· Καὶ τὰ δαιμόνια πιστεύουσι καὶ φρίσσουσιν» (Ἰακ. 2, 14-19). Ἡ πρώτη πίστη συμβάλλει στὴ σωτηρία, ὅταν κατὰ τὸν ἴδιο Ἀπόστολο, ἔχει «ἔργα». Τὰ ἔργα τῆς πίστεως εἶναι ἡ ἔμπρακτη συνέπεια τοῦ πιστεύοντος στὸν Χριστὸ ἀνθρώπου, δηλαδὴ ἡ ἐμπιστοσύνη του καὶ ὑπακοὴ του στὸν Χριστό, ἡ ἀναγνώρισή Του ὡς Σωτήρα.
.           Ποιά εἶναι ὅμως τὰ ἔργα, ποὺ γεννᾶ ἡ πρώτη πίστη; Ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ Θεολόγος (ι´-ια´ αἰ.) μιλᾶ γιὰ τὶς «ἀρετές», ποὺ γεννᾶ ἡ πρώτη πίστη: «Ἡ πίστη στὸν Θεὸ γεννᾶ τὴν ἐπιθυμία γιὰ τὰ καλὰ πράγματα καὶ τὸν φόβο γιὰ τὴν καταδίκη. Ἡ ἐπιθυμία γιὰ τὰ καλὰ καὶ ὁ φόβος τῆς καταδίκης ὁδηγοῦν στὴν ἀκριβὴ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν, πάλι,  ἀποκαλύπτει τὶς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες. Ἡ συνειδητοποίηση τῶν ἀνθρωπίνων ἀδυναμιῶν γεννᾶ τὴ μνήμη τοῦ θανάτου. Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ φθάνει στὸ σημεῖο, νὰ ἔχει σύνοικό του αὐτὴ τὴ μνήμη τοῦ θανάτου, θὰ σπεύσει νὰ γνωρίσει, ποιὰ θὰ εἶναι ἡ κατάστασή του μετὰ τὸ θάνατο. Ὅποιος ὅμως ἐνδιαφέρεται νὰ μάθει κάτι γιὰ ὅσα συμβαίνουν μετὰ θάνατον, μένει μακριὰ ἀπὸ τὶς ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς. Διότι καὶ μὲ μιὰ μόνη ἀπὸ αὐτὲς ἂν εἶναι κανεὶς δεμένος, δὲν μπορεῖ νὰ φθάσει στὴν πλήρη γνώση». Οἱ ἀρετές, ποὺ γεννῶνται ἀπὸ τὴν πρώτη πίστη, βρίσκονται σὲ σχέση ἀλληλοεξαρτήσεως μεταξύ τους, διότι ἡ μία παράγει τὴν ἄλλη. Κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή: «Ὅποιος σκέπτεται τὸν Κύριο, φοβεῖται τὴν κόλαση. Φοβούμενος τὴν κόλαση κρατεῖ τὸν ἑαυτό του μακριὰ ἀπὸ τὰ πάθη. Ὅποιος κρατᾶ τὸν ἑαυτό του μακριὰ ἀπὸ τὰ πάθη ὑπομένει τὶς θλίψεις τῆς ζωῆς. Ὑπομένοντας τὶς θλίψεις, ἀποκτᾶ τὴν ἐλπίδα στὸν Θεό. Ὁ ἔχων ἐλπίδα στὸν Θεό, ἀποσπᾶ τὸν νοῦ του ἀπὸ κάθε τὶ τὸ γήινο, δηλαδὴ ἀποκτᾶ τὴν ἀπάθεια. Καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀποσπᾶ τὸν νοῦ του ἀπὸ κάθε τὶ γήινο, ἀποκτᾶ τὴν θεία ἀγάπη».
.           Πρέπει ἐδῶ νὰ λεχθεῖ, ὅτι ἡ σύγχυση ποὺ προέκυψε στὴ Δύση γιὰ τὴ σχέση πίστεως καὶ ἔργων, εἶναι στὴν πατερικὴ παράδοση ἀνύπαρκτη. Ὁ Ἰάκωβος μιλεῖ γιὰ τὴν πρώτη πίστη, ποὺ πρέπει νὰ συμπληρωθεῖ ἀπὸ τὰ ἔργα σωτηρίας. Ὁ Παῦλος ὅμως μιλεῖ κυρίως γιὰ τὴν δευτέρα πίστη, γιὰ τὴν ὁποία θὰ μιλήσουμε στὴ συνέχεια. Αὐτὴ ἡ πίστη εἶναι ὁ καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στὴν καρδία.  Ἂς γυρίσουμε ὅμως στὴν πρώτη πίστη.
.           Τὰ ἔργα τῆς πρώτης πίστεως ἔχουν θεραπευτικὸ χαρακτήρα καὶ λειτουργοῦν ὡς πνευματικὰ φάρμακα γιὰ τὴ θεραπεία/ἀποκατάσταση τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως στὴν κοινωνία της μὲ τὸν Θεό. Τὰ «ἔργα τοῦ νόμου» -αὐτὸ εἶναι οὐσιαστικὰ τὸ κήρυγμα τοῦ Παύλου στὴν πρὸς Ρωμαίους- δὲν μποροῦν ἀπὸ μόνα τους νὰ τύχουν ἀξιομισθίας (ἀμοιβῆς: Λουκ. 17, 10) ἢ νὰ σώσουν τὸν ἄνθρωπο. Οἱ Φαρισαῖοι λ.χ. εἶχαν νὰ ἐπιδείξουν ἔργα τοῦ νόμου, ἀλλὰ δὲν μποροῦσαν νὰ σωθοῦν, διότι δὲν εἶχαν «καθαρὰν καρδίαν». Ἡ κάθαρση τῆς καρδίας εἶναι ἡ προϋπόθεση τῆς θεογνωσίας. «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. 5, 8). Τὸ κριτήριο γιὰ τὴν ἀξιολόγηση τῆς πρώτης πίστεως εἶναι, λοιπόν, ὅτι ὁδηγεῖ στὴν κάθαρση τῆς καρδίας. Γι’ αὐτὸ ἡ πίστη ὑπόκειται σὲ ἔλεγχο, ὅπως ἀκριβῶς καὶ μία θεραπευτικὴ ἰατρικὴ μέθοδος, ποὺ ἀποδεικνύεται ὀρθή, ὅταν ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴ θεραπεία. Καὶ ἐδῶ, πάλι, φαίνεται ἡ διαφορὰ Ὀρθοδοξίας καὶ Μὴ- Ὀρθοδοξίας. Ἡ Μὴ- Ὀρθοδοξία (αἵρεση) δὲν ὁδηγεῖ, δὲν μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει, στὴ θεραπεία, διότι δὲν διαθέτει τὰ «φάρμακα» τῆς σωτηρίας. Αὐτὰ εἶναι ἡ ὀρθὴ διδασκαλία τῆς Γραφῆς καὶ τὰ δόγματα (ἀποφάσεις) τῶν Οἰκουμ. Συνόδων, ποὺ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴν καταγραφὴ τῶν ἐμπειριῶν τῶν Ἁγίων στὸ ζήτημα τῆς σωτηρίας. Τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας προσφέρουν τὴν σώζουσα πίστη καὶ καθορίζουν τὰ ὅρια τῆς πορείας τοῦ πιστοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν σωτηρία. Γι’ αὐτὸ οἱ Ἅγιοι ὅλων τῶν αἰώνων ἀγωνίζονται ἕως θανάτου γιὰ τὴ διαφύλαξη τῆς καθαρότητος τῶν δογμάτων, ὅπως οἱ γνήσιοι Ἰατροὶ ἀγωνίζονται γιὰ τὴ διάσωση μιᾶς θεραπευτικῆς μεθόδου. Νόθα δόγματα δὲν σώζουν· καὶ ἐδῶ φαίνεται, πάλι, ἡ τραγωδία τῶν αἱρέσεων. Τὰ δόγματά τους εἶναι φάρμακα νοθευμένα καὶ θανατηφόρα γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ὁδηγοῦν σὲ αἰώνια καταστροφή. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ οἱ Ἅγιοι φοβοῦνται ὄχι τόσο τὴν ἁμαρτία, ὅσο τὴν αἵρεση.
.           Ἔτσι ἐξηγεῖται καὶ μιὰ ἱστορικὴ πρακτική, ποὺ συχνὰ παρερμηνεύεται. Ἡ αἵρεση, ὅπως ἔχει ὑποστηρίξει ὁ π. Ἰ. Ρωμανίδης, ἐθεωρεῖτο ἀπὸ τὴν Χριστιανικὴ Πολιτεία νόθο φάρμακο, ἀφοῦ περιέχει δηλητηριώδη διδασκαλία. Γι’ αὐτὸ ἐκαίοντο συχνὰ -καταστρέφονταν δηλαδὴ- τὰ βιβλία τῶν αἱρετικῶν (ὄχι ὅμως καὶ οἱ ἴδιοι οἱ Αἱρετικοὶ) στὴν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή…, ὅπως κάθε εὐνομούμενη Πολιτεία πρέπει νὰ καταστρέφει τὰ φάρμακα, ποὺ θανατώνουν τοὺς πολίτες καὶ νὰ ἐμποδίζει τὴ δράση τῶν ψευδοϊατρῶν. Στὴν περίπτωση αὐτὴ δὲν τίθεται θέμα ἐλευθέρας διακινήσεως τῶν ἰδεῶν, διότι ἀπειλεῖται ἡ αἰώνια «ὑγεία» τοῦ ἀνθρώπου.
.           Αὐτὲς εἶναι οἱ προϋποθέσεις, μὲ τὶς ὁποῖες ἕως σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας ἀγωνίζεται νὰ προφυλάξει τὸ ποίμνιό της ἀπὸ τὶς αἱρετικὲς ὁμάδες Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, ποὺ ἀσκοῦν -ἰδιαίτερα στὴν Πατρίδα μας- ἀνοικτὸ καὶ προκλητικὸ προσηλυτισμό. Γι’ αὐτὸ χρειαζόμεθα τὴν προσευχὴ καὶ συνεργασία ὅλων.

γ) Τελεία πίστις – ἐνδιάθετος (ἐσωτερικὴ) πίστις.

.           Ἡ πρώτη πίστη δὲν σώζει μέν, ἀλλὰ ἀνοίγει τὸν δρόμο γιὰ τὴ σωτηρία, ποὺ δηλώνεται μόνο μὲ τὴν τελεία καὶ ἐνδιάθετη πίστη. Αὐτὸ κηρύσσεται ἀπὸ τοὺς Ἁγίους μας, ὅπως ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος (δ’ αἰ.): «Ἐκεῖνος, ποὺ προσπαθεῖ νὰ πιστεύσει καὶ νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Κύριο, πρέπει νὰ ἐπιδιώξει νὰ λάβει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα σ’ αὐτὴν ἐδῶ τὴ ζωή. Γι’ αὐτὸ ἦλθε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, γιὰ νὰ χορηγήσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στὴν ψυχή… Ἂν κανεὶς ὅμως δὲν ἀναζητήσει ἐδῶ, ἀπὸ τώρα, τὴ ζωή, ποὺ εἶναι τὸ φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὸ διατηρήσει μέσα στὴν ψυχή του, ὅταν πεθάνει, τὸν περιμένει ὁ τόπος τοῦ σκότους, στὰ ἀριστερὰ τοῦ Κυρίου».
.           Αὐτὴ ἡ πίστη ὀνομάζεται «μεγάλη», «τελεία», «ἐνδιάθετος», «ἐκ θεωρίας». Εἶναι ἡ πίστη ποὺ συνδέεται μὲ τὸ γεγονὸς τῆς σωτηρίας, διότι συνιστᾶ τὴν βεβαιότητα τῆς σωτηρίας μέσα στὸν ἄνθρωπο. Ἡ «πρώτη» πίστη εἶναι περισσότερο ἀνθρώπινο ἐπίτευγμα, πάντοτε βέβαια μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἡ τελεία πίστη εἶναι καρπὸς καὶ δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιὰ νὰ τὴν ἀποκτήσει κανείς, πρέπει νὰ λάβει τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτὸ ἡ πρόσληψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ὁ σκοπὸς τοῦ Χριστιανοῦ (πρβλ. «λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον», Ἰωάν. 20, 22). Ἡ προσευχὴ τοῦ ὀρθοδόξου πιστοῦ εἶναι: «Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας… ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν…». Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή, ὡς ἄσκηση, ὀνομάζεται «πνευματικὸς ἀγώνας» διότι ἀκριβῶς ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ καταστεῖ ὁ ἄνθρωπος δεκτικὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Πατερικὲς ἀναφορὲς στὴ διπλὴ πίστη:

.           Ἰω. Δαμασκηνός (PG. 94, 1125C – 1128A). «Ἡ πίστις διπλῆ ἐστιν. Ἔστι γὰρ πίστις ἐξ ἀκοῆς· ἀκούσαντες γὰρ τῶν θείων γραφῶν, πιστεύομεν τῇ διδασκαλίᾳ… Ἔστι δὲ πάλιν πίστις ἐλπιζομένων ὑπόστασις… Ἡ μὲν οὖν πρώτη, τῆς ἡμετέρας γνώμης ἐστί, ἡ δὲ δευτέρα τῶν χαρισμάτων τοῦ Πνεύματος».
.           Ἀναστάσιος Σιναΐτης (PG. 89, 76 CD). «Διττῶς δὲ νοεῖται ἡ πίστις ἡ ὀρθή. Ἔστι γὰρ πίστις ἐξ ἀκοῆς τοῦ κηρύγματος καὶ ἐστι βεβαιοτέρα πίστις ἡ τῶν ἐλπιζομένων ἀγαθῶν ὑπόστασις. Καὶ τὴν μὲν ἐξ ἀκοῆς πάντες ἄνθρωποι ἔχειν δύνανται. Τὴν δὲ δευτέραν μόνοι οἱ δίκαιοι (=ἅγιοι) κέκτηνται».
.           Ζωντανὸ μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει τὸ Πνεῦμα ἔνοικο μέσα του, «στεναγμοῖς ἀλαλήτοις ἐντυγχάνον» στὴν καρδιὰ του (Ρωμ. 8, 26). Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἶναι «πιστός», «ναὸς Θεοῦ» (Α’ Κορ. 3, 16). Πνευματικὸς ἄνθρωπος στὴ γλώσσα τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ὁ φορέας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ εἶναι αὐτός, ποὺ ἀνήκει πραγματικὰ στὸν Χριστό, ὡς γνήσιο μέλος του σώματός Του. Τὴν παύλεια διάκριση: πνευματικὸς-ψυχικὸς-σαρκικὸς ἄνθρωπος διακρατοῦν καὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες, μιλώντας γιὰ ἄνθρωπο «κατὰ φύσιν», «ὑπὲρ φύσιν» καὶ «παρὰ φύσιν». Ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ ἀσκητὴς ὑπογραμμίζει αὐτὴ τὴ διαίρεση μὲ τὰ λόγια: Ὅταν ὁ νοῦς βρίσκεται σὲ κατάσταση «παρὰ φύσιν», ὁ ἄνθρωπος λησμονεῖ τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καὶ συγκρούεται μὲ τοὺς συνανθρώπους, διότι τὸν ἀδικοῦν (σαρκικὸς ἄνθρωπος). Ὅταν ὅμως ὁ νοῦς βρίσκεται σὲ κατάσταση «φυσική» (κατὰ φύσιν), τότε ἀνακαλύπτει ὁ ἄνθρωπος, ὅτι αὐτὸς ὁ ἴδιος εἶναι ἡ αἰτία τῶν κακῶν λογισμῶν. Ὁμολογεῖ στὸν Θεὸ τὶς ἁμαρτίες του καὶ γνωρίζει πολὺ  καλὰ τὴν αἰτία τῶν παθῶν του (φυσικὸς ἄνθρωπος). Ὅταν ὁ νοῦς ὅμως φθάσει στὴν κατάσταση «ὑπὲρ φύσιν», λαμβάνει τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ γνωρίζει, ὅτι, ὅταν ἀρχίσει νὰ προτιμᾶ τὴν φροντίδα τῶν σωματικῶν, δὲν μπορεῖ νὰ κρατήσει τὸ Πνεῦμα (πνευματικὸς ἄνθρωπος).
.           Ἡ ἐνδιάθετη πίστη κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμὰ εἶναι ἡ καλύτερη ἀπὸ ὅλες τὶς ἀποδείξεις γιὰ τὸν Θεό. «Ἡ πίστη -λέγει- εἶναι ἡ καλύτερη ἀπὸ κάθε ἀπόδειξη καὶ ἀναπόδεικτη ἀπόδειξη μιᾶς ἁγίας ἀποδείξεως», διότι εἶναι ἐμπειρία, ἐσωτερικὴ βεβαιότητα. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ἀναπτύχθηκαν στὴν Ὀρθοδοξία οἱ λογικὲς ἀποδείξεις τοῦ Θεοῦ, διότι δὲν κρίθηκαν ποτὲ ἀναγκαῖες. Ἡ θέα τοῦ Θεοῦ (θεοπτία) εἶναι ἡ ἄμεση καὶ ἀνυπέρβλητη ἀπόδειξη γιὰ τὴ θεία ὕπαρξη καὶ παρουσία.
.           Ἡ τελεία πίστη ἀναφέρεται συχνὰ στὴν Κ. Δ. ἀλλὰ χρειάζεται γνώση τοῦ γλωσσικοῦ κώδικα τῆς Ἁγίας Γραφῆς γιὰ τὴν κατανόησή της. Μερικὰ παραδείγματα:

Ἰω. 3, 16: «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν, μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» («αἰώνιος ζωή» = ἡ χάρη, θεία ἐνέργεια. «Ὁ πιστεύων» = ὁ ἔχων ἔνοικον τὴ χάρη).

Ἰω. 3, 18: «Ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν οὐ κρίνεται».

Ἰω. 11, 6: «ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἂν ἀποθάνῃ ζήσεται».

Ἰω. 14, 12: «ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, τὰ ἔργα ἃ ἐγὼ ποιῶ (τὰ θαύματα) κἀκεῖνος ποιήσει, καὶ μείζονα τούτων ποιήσει» (πρβλ. τὰ θαύματα τῶν Ἁγίων, ἤδη στὴν Κ. Διαθήκη).

.           Μὲ τὴν τελεία πίστη σχετίζεται καὶ ὁ λόγος τοῦ Ἀπ. Παύλου στὴν πρὸς Ἑβραίους (11, 1): «Ἔστι δὲ πίστις ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων». Τὸ «ἐλπιζόμενον» εἶναι ἡ ἄκτιστη χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Προσδοκῶμεν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τὴ Χάρη Του. Τὸ «μὴ βλεπόμενο», πάλι, εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἄκτιστη χάρη. Ἡ ἐνδιάθετη πίστη γίνεται ἔλεγχος, δηλαδὴ διαπιστωτικὸς παράγων, ἐκείνου ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ δεῖ ὁ ἄνθρωπος μὲ τὰ σωματικὰ μάτια. Μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος φθάνει ὁ ἄνθρωπος στὴ «θεωρία», στὴ θέα δηλαδὴ τῆς θείας μεγαλειότητος (βασιλείας). Αὐτὸ δηλώνει καὶ ὁ ἄλλος λόγος τοῦ Ἀποστόλου: «ἐὰν… πιστεύσῃς εἰς τὴν καρδίαν σου… σωθήσῃ» (Ρωμ. 10, 9). Δὲν πρόκειται, ἔτσι, γιὰ λογικὴ πίστη, ἀλλὰ καρδιακή, ποὺ εἶναι δυνατὴ μόνο μὲ τὴν παρουσία τοῦ Ἀκτίστου μέσα στὴν καρδιά. Σ’ αὐτὸ τὸ πλαίσιο πρέπει νὰ κατανοηθεῖ καὶ ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ (Λουκ. 18, 8): «Πλὴν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐλθὼν ἄρα εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς»;
.           Θὰ μποροῦσε ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος νὰ ἐρωτήσει γιὰ τὸν τρόπο λειτουργίας τῆς ἐνδιάθετης πίστεως. Θὰ ἀπαντήσουμε μὲ μιὰ καινοδιαθηκικὴ περίπτωση (Πράξ. 3, 1-8): «Πέτρος καὶ Ἰωάννης ἀνέβαινον εἰς τὸ ἱερὸν ἐπὶ τὴν ὥραν τῆς προσευχῆς τὴν ἐνάτην, καί τις ἀνὴρ χωλὸς ἐκ κοιλίας μητρὸς αὐτοῦ ὑπάρχων ἐβαστάζετο, ὃν ἐτίθουν καθ’ ἡμέραν πρὸς τὴν θύραν τοῦ ἱεροῦ, τὴν λεγομένην ὡραίαν, τοῦ αἰτεῖν ἐλεημοσύνην παρὰ τῶν εἰσπορευομένων εἰς τὸ ἱερόν. Ὃς ἰδὼν Πέτρον καὶ Ἰωάννην μέλλοντας εἰσιέναι εἰς τὸ ἱερὸν ἠρώτα ἐλεημοσύνην λαβεῖν. Ἀτενίσας δὲ Πέτρος εἰς αὐτὸν σὺν τῷ Ἰωάννῃ εἶπεν· βλέψον εἰς ἡμᾶς. Ὁ δὲ ἐπεῖχεν αὐτοῖς, προσδοκῶν τι παρ’ αὐτῶν λαβεῖν. Εἶπε δὲ Πέτρος· ἀργύριον καὶ χρυσίον οὐχ ὑπάρχει μοι· ὃ δὲ ἔχω τοῦτό σοι δίδωμι. Ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου περιπάτει… Καὶ ἐξαλλόμενος ἔστη καὶ περιεπάτει…».
.           Μόνο αὐτὸς ποὺ ἔχει συνείδηση τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν καρδιά του μιλεῖ ὅπως ὁ Ἀπ. Πέτρος. Ἀνάλογες στιγμὲς ἀπαντοῦν στὴ ζωὴ τῶν Ἁγίων (π.χ. ὁ ἅγιος Σπυρίδων πηγαίνει στὸν τάφο τῆς θυγατέρας του καὶ τὴν προσφωνεῖ βέβαιος, ὅτι θὰ λάβει τὴν ἀπάντησή της). Γιατί ἐμεῖς οἱ κληρικοί, ποὺ ἔχουμε λάβει τὴν ἴδια χειροτονία μὲ ἐκείνους, δὲν θὰ τολμούσαμε ποτὲ νὰ προβοῦμε σὲ παρόμοιες ἐνέργειες; Ἁπλούστατα, διότι ἡ χάρη δὲν εἶναι ἐνεργὸς μέσα μας. Δὲν εἴμασθε φορεῖς τῆς χάριτος, ἀλλὰ μεταφορεῖς (ἀχθοφόροι) της!
.           Κριτήριο τῆς ἀληθινῆς πίστεως καὶ τῶν ἀποτελεσμάτων της γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους οἱ προσφερόμενες ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀποδείξεις τῆς θεώσεως, δηλαδὴ τὰ λείψανα τῶν Ἁγίων, ὅπως λ.χ. αὐτὸ τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος σήμερα στὴν Κέρκυρα καὶ τὰ 120 λείψανα στὴν Μ. Λαύρα τοῦ Κιέβου στὴν Οὐκρανία. Ἡ αἵρεση δὲν ἔχει νὰ δείξει ἅγια λείψανα, ἀκέραια, θαυματουργὰ καὶ εὐωδιάζοντα (=μαρτυρία τῆς θεώσεως). Ἐξ ἄλλου, ἡ αἵρεση νοθεύει τὴν πίστη σὲ δύο κατευθύνσεις: ἢ μεταβάλλει τὴν πίστη σὲ φιλοσοφικὸ σύστημα καὶ ἰδεολογία ἢ ἀπολυτοποιεῖ τὰ ἔργα, ὅπως οἱ Φαρισαῖοι, καὶ ὁδηγεῖ σὲ ἕνα στεῖρο ἀκτιβισμό (=ἱεραποστολὴ χωρὶς ἐσωτερικὴ ἀναγέννηση).
.           Ἐδῶ ὅμως γίνεται κατανοητὸς ὁ λόγος τοῦ ἁγ. Κυπριανοῦ (γ’ αἰ.) «extra ecclesiam nulla salus» (ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχει σωτηρία). Ἐκκλησία ἐδῶ δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ συμβατικὰ ὀνομάζεται σήμερα Ἐκκλησία (καὶ οἱ αἱρέσεις αὐτοκαλοῦνται ἐκκλησίες), ἀλλὰ τὸ ἕνα σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ λόγος του σημαίνει: Ἔξω ἀπὸ τὴν ζωή, ποὺ συνιστᾶ τὸν τρόπο ὑπάρξεως αὐτοῦ τοῦ Σώματος στὴν ἱστορία, δὲν μπορεῖ νὰ σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος. Ἐκκλησία ὑπάρχει ἐκεῖ ὅπου σώζεται αὐτὸς ὁ τρόπος ὑπάρξεως: Κατὰ τὸν ἅγιο Εἰρηναῖο, ἐπίσκοπο Λουγδούνου, β’ αἰ.: «Ubi Spiritus Sanctus, ibi Ecclesia et omnis Gratia». Ὅπου ὑπάρχει (αἰσθητὴ) ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Ἅγιοι, θαύματα), ἐκεῖ ὑπάρχει καὶ Ἐκκλησία καὶ ὅλη ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ.

 Συμπερασματικές ἐπισημάνσεις

1) Ὀρθοδοξία ὑπάρχει μόνο ἐκεῖ, ὅπου ἡ μέθοδος γιὰ τὴν τελεία πίστη εἶναι γνωστὴ καὶ ἐφαρμόζεται. Ὅπου ἡ ὁδὸς πρὸς τὴν θέωση εἶναι ἄγνωστη, ἀκόμη καὶ ἂν ὁ χῶρος χαρακτηρίζεται ὡς ὀρθόδοξος, ἐκεῖ ὑπάρχει αἱρετικὸς τρόπος ὑπάρξεως καὶ συνεπῶς Μή-Ὀρθοδοξία. Ἡ αἵρεση, ὡς αἱρετικὸς τρόπος ὑπάρξεως, ἀγνοεῖ τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως. Σ’ αὐτὴν θρησκειοποιεῖται ἡ πίστη (ἀναζητεῖται γεφύρωση τῆς ἀποστάσεως ἀνθρώπου-Θεοῦ μὲ τὰ ἐξωτερικὰ-τελετουργικὰ μέσα τῆς θρησκείας). Ἡ θρησκειοποίηση τῆς πίστεως ἀναιρεῖ τὴν πίστη, ὅπως ἄλλωστε καὶ ἡ ἰδεολογικοποίησή της. Οἱ αἱρετικοὶ θεολογοῦν νοησιαρχικά, ἐπιστημονικά, ἀκαδημαϊκά, καὶ δὲν μποροῦν νὰ διακρίνουν τὴν ἀλήθεια ἀπὸ τὴν πλάνη. Ὀρθόδοξος, ἄρα, δὲν εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ δὲν διατυπώνει αἱρετικὲς ἀπόψεις, ἀλλὰ ἐκεῖνος, ποὺ καθαρίζει τὸν ἑαυτό του, γιὰ νὰ φθάσει στὸν ἁγιοπνευματικὸ φωτισμό. Κατὰ τὸν ἅγ. Γρηγόριο Νύσσης οἱ αἱρετικοὶ ἐμφανίζονται, ὅπου ἀπουσιάζουν οἱ θεούμενοι.

2) Ὁ οἰκουμενικὸς διάλογος θὰ ἀποκτοῦσε κάποιο νόημα, ἂν ἠσχολεῖτο μὲ αὐτὰ τὰ προβλήματα καὶ ὄχι μὲ «ἐπιστημονικοὺς» συμβιβασμοὺς γιὰ τὴν ἐξεύρεση λύσεων.

3) Ἡ αἵρεση ἀποκρούεται ὄχι μὲ τὴ βία ἢ μὲ νομικὰ καὶ ἀστυνομικὰ μέτρα, ἀλλὰ μὲ τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως. Ὅπου ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἐμπειρία, ὑπάρχει Ἐκκλησία. Δυστυχῶς στὶς σύγχρονες χριστιανικὲς κοινωνίες ἡ ζήτηση τῆς χάριτος τείνει τελείως νὰ χαθεῖ, καὶ μόνο ὁ ὁρθόδοξος μοναχισμὸς παραμένει ἀκόμη ὁ χῶρος, ποὺ διασώζει τὴν  ζήτηση τῆς «τελείας πίστεως». Καὶ γι’ αὐτὸ μένει ὁ μοναχισμὸς συνεχιστὴς τῆς ἀποστολικοπατερικῆς πνευματικότητας.

4) Ἡ ζήτηση τῆς τελείας πίστεως εἶναι τὸ κριτήριο γιὰ τὴ γνησιότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱεραποστολῆς. Διότι σχετικὰ μὲ τὴν Ἱεραποστολὴ ἀναδύονται κάποια βασικὰ ἐρωτήματα: Τί σημαίνει ἱεραποστολή; Τί κηρύσσεται μὲ αὐτήν; Ποῦ καλοῦνται οἱ μὴ χριστιανοί; Σὲ ποιὰ ἐκκλησία; σὲ ποιὸ Χριστό; Καλοῦνται γιὰ νὰ σωθοῦν ἢ γιὰ νὰ γίνουν ὀπαδοὶ κάποιου ἐξουσιαστικοῦ χώρου;

5) Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν φοβεῖται τοὺς διωγμούς, ἀλλὰ τὴν αἵρεση, διότι μόνο αὐτὴ μπορεῖ νὰ βλάψει τελεσίδικα τὴν πίστη.

6) Ἡ Ὀρθοδοξία, ὡς Ὀρθοδοξία, γεννᾶ Ἁγίους καὶ παραμένει ἔτσι στὸν κόσμο χῶρος ἁγιασμοῦ καὶ ἁγιότητας.

ΠΗΓΗ: impantokratoros.gr

 

, , , ,

Σχολιάστε