Ο ΜΟΡΦΩΜΕΝΟΣ ΝΕΟΣ ΚΑΙ ΟΧΙ Ο ΠΕΛΕΚΥΦΟΡΟΣ ΗΜΙΜΑΘΗΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΟΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ. (Δ. Νατσιός)

μορφωμένος νέος κα χι πελεκυφόρος μιμαθς
ε
ναι ντιστασιακὸς τῆς ποχς μας

 Δημήτρης Νατσιὸς
δάσκαλος-Κιλκὶς 

.                   «Μαθαίνει κανένας τὰ κακουργήματα ποὺ γίνουνται σήμερα, κι ἀνατριχιάζει περισσότερο ἀπ’ ἄλλη φορά, ἀπὸ τὴν ἀναισθησία, ἀπὸ τὴν ἀπάθεια, ἀπὸ τὴν πώρωση ποὺ ἔχουνε κεῖνοι ποὺ τὰ κάνουνε, σὰν νὰ εἶναι ἀληθινοὶ σατανάδες, καὶ σὰν νὰ εἶναι ὁ σκοτωμὸς ἡ φυσικὴ τροφὴ τῆς ψυχῆς τους.
.                   Ἄλλη φορὰ οἱ φονιάδες σκοτώνανε, οἱ περισσότεροι, χωρὶς νὰ τὸ θέλουνε, μέσα στὴ ζάλη τους. Ἕνα σύννεφο ἀπὸ θυμὸ ἢ ἀπὸ ζήλεια ἢ ἀπὸ πνιγμένο δίκιο θόλωνε τὰ μάτια τους γιὰ μία στιγμή. Μὰ ὕστερα σκόρπιζε αὐτὸ τὸ σύννεφο, τὰ μάτια τους καθαρίζανε, καὶ μετανιώνανε. Πολλὲς φορὲς κλαίγανε, θέλανε νὰ σκοτωθοῦνε, ντρεπόντανε τὸν κόσμο. Τώρα οἱ φονιάδες, κι οἱ ἄλλοι ποὺ κάνουνε κακὲς πράξεις, εἶναι ὁλότελα μαυρόψυχοι, ξεροί, παγωμένοι, ἀναίσθητοι σατανάδες, βουβοὶ καὶ ψυχροὶ κακοῦργοι. Καὶ τί; Μικροὶκαὶ μεγάλοι, χωριάτες καὶ σπουδαγμένοι! Ἕνα πράγμα φοβερό!». (Φώτης Κόντογλου, Τὸ Ἀϊβαλὶ ἡ πατρίδα μου»). 
.                   Ποιός διαφωνεῖ ; Ἐγκλήματα ἀκατανόητα, πράξεις ἀποτροπιασμοῦ, «μαγάρισε ἡ Ἑλλάδα». ὉΚόντογλου «ἀνατριχίαζε» ἀπὸ τοὺς σκοτωμούς. Τώρα τὰ ἐγκλήματα κατέβηκαν βαθύτερα στὴν δαιμονικὴ κλίμακα. Πῶς νὰ κατονομάσεις τοὺς «μαυρόψυχους σατανάδες» ποὺ βιάζουν καὶ δολοφονοῦν νέα παιδιά; Πῶς νὰ ἑρμηνευτεῖ ἡ αὐτοκτονία ἑνὸς ἀνήλικου παιδιοῦ;
.                   Ἂν ἀνοίξεις τὴν τηλεόραση σὲ ἕνα «κεντρικὸ δελτίο εἰδήσεων», ὅπως εὐφημιστικῶς τὸὀνομάζουν, ἔχεις τὴν ἐντύπωση ὅτι διαβάζεις «πινάκιο» δικαστικῶν, ποινικῶν ὑποθέσεων. Δελτία ἀνακατεμένα μὲ αἷμα, θάνατο, προστυχιά, αἰσχροήθεια, εἰσπνέεις ἀναθυμιάσεις… βρομιὰ καὶ δυσωδία. Δὲν γίνεται, σκέφτεσαι, τὸ κάνουν ἐπίτηδες, ἀντὶ νὰ ἀσχολεῖται ὁ λαὸς μὲ τὰ ἀσήκωτα βάρη του, ἀσχολεῖται μὲτὴν περιρρέουσα παράνοια, λησμονεῖ τὰ δικά του. (Οὔτε νὰ φανταστοῦμε ὅτι ἀφήνουν οἱ γονεῖς τὰ παιδιά τους νὰ παρακολουθοῦν τὰ ψυχοφθόρα καὶ ρυπαρὰ ποὺ προβάλλονται, ὄχι μόνο στὰ αἱμοχαρῆ δελτία, ἀλλὰνυχθημερόν. Φροντιστήριο κακουργίας, ἀσυδοσίας, χυδαιότητας καὶ ἀσυνειδησίας ἀποτελεῖ αὐτὸ ποὺλέγεται ἑλληνικὴ τηλεόραση καὶ ὅσοι τὶς κλείνουν καὶ ἀποτρέπουν τὰ παιδιά τους ἀπὸ παρακολούθηση εἶναι πραγματικοὶ κηδεμόνες, γονεῖς τοῦ καλῶς τεκνοτροφεῖν καὶ ὄχι μόνο τοῦ τεκνογονεῖν). 
.                   Οἱ αἰτίες πολλές. Θὰ περιοριστῶ μόνο σὲ μία. Ἡ ἔλλειψη τῆς ντροπῆς, τῆς αἰδοῦς. Θὰ παραθέσω ἕνα γεγονὸς ἀπὸ τὰ μεγάλα χρόνια τῆς Παλιγγενεσίας. Νὰ κατανοήσουμε γιατί τότε μία ἀγράμματη γενιά, βυθισμένη στὴν φρίκη τῆς σκλαβιᾶς, θλιβόμενη, ὑστερούμενη, κακουχούμενη, ἐλευθέρωνε πατρίδες καὶγιατί σήμερα, μὲ σχολειὰ καὶ ξένες γλῶσσες καὶ μπαλέτα, μὲ εὐημερία -ποὺ στάθηκε νεκροταφεῖο μας- μὲψυγεῖα ποὺ βογκοῦν ἀπὸ καλούδια, τρέμουμε καὶ τὴ σκιά μας. Γιατί πολλοί, ἀνενδοίαστα πρίν, χωρὶς ἴχνος μεταμέλειας καὶ τύψεων μετά, ἐγκληματοῦν; Γιατί ἀκόμη καὶ στὰ προαύλια δημοτικῶν σχολείων, ἀκούγονται βρόμικες καὶ δυσώδεις λέξεις. (Ἡ εἰκόνα γνωστὴ σὲ ὅλους. Περπατᾶς στὸν δρόμο καὶ συναπαντιέσαι μὲ παρέα νεαρῶν, γυμνασίου ἢ λυκείου. «Λύκοι ντυμένοι μὲ τὰ φορέματα τοῦ ἀρνιοῦ τοῦΘεοῦ» -προβατόσχημοι- ποὺ λέει καὶ ὁ Μακρυγιάννης. Παρελαύνει ὅλο τὸ ὑβρεολόγιο τῶν καταγωγίων…).
.                   Λίγο μετὰ τὴν πτώση τῆς Τριπολιτσᾶς, ὁ Κολοκοτρώνης ἐπιχειρεῖ νὰ καταλάβει καὶ τὸ ἰσχυρὸφρούριο τοῦ Ναυπλίου. Κάποια στιγμὴ -Γενάρης τοῦ 1822- εἰδοποιεῖται νὰ τραβήξει κατὰ τὴν Κόρινθο, διότι οἱ ἐκεῖ Τοῦρκοι μόνο σ’ αὐτὸν δέχονταν νὰ παραδοθοῦν. Ἀφήνω τὸν λόγο στὸν Φωτάκο (Φώτιο Χρυσανθόπουλο), ὁ ὁποῖος στὰ «Ἀπομνημονεύματα» γιὰ τὸ ’21, διασώζει ἕνα συμβάν, πού μοῦ προξένησε, ὅπως ἔλεγαν παλαιότερα, «ζωηρὰν ἐντύπωση»:
.                   «Ἐκεῖθεν ὁ Κολοκοτρώνης καὶ λοιποὶ καπεταναῖοι ἀνεχώρησαν καὶ ἐπήγαιναν εἰς τὴν Κόρινθον, καὶ καθ’ ὁδὸν ἐνυκτέρευσαν εἰς τὸ χωρίον Ἁγιονόρι καὶ εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ Γεωργίου Καλαρᾶ ἰατροῦ, ἀνθρώπου ἐπισήμου καὶ γνωστοῦ. Ἐκεῖ ἕνας τῶν στρατιωτῶν τοῦ Κολοκοτρώνη ἐζήτησεν ἐλιὲς τηγανισμένες, καὶ ἐπειδὴ ἡ δέσποινα τοῦ σπιτιοῦ, ὅπου ἔμεινε, δὲν ἐγνώριζε τὸ παράξενον τοῦτο φαγητόν, ὁστρατιώτης ἐμάλωσε μὲ αὐτήν, ἐθύμωσε καὶ ἔσπασε τὴν στάμναν μὲ τὸ λάδι. Ἕνεκα τούτου ἔγιναν παράπονα ἀφ’ ἑσπέρας εἰς τὸν ἀρχηγόν, ὅστις ἀμέσως ἐδιέταξε καὶ ἔθεσαν τὸν στρατιώτην ὑπὸ φύλαξιν. Τὴν δὲ ἐπαύριο ὁ ἀρχηγὸς ἔβγαλε τὸν στρατιώτην εἰς τὸ ἁλώνι τὸ πλακωτὸν κατὰ τὸ διάσελον τοῦ αὐτοῦ χωριοῦ, καὶ παρόντων ὅλων τῶν στρατιωτῶν, ἔκαμε κύκλον καὶ ἐν τῷ μέσῳ ἀνεγνώσθη ἡ καταδίκη του, ἡ ὁποία ἦτο ἡ ἑξῆς: νὰ τὸν φτύσουν οἱ ἄλλοι στρατιῶται, διότι ἐζήτησε ἐλιὲς τηγανισμένες. Ἐνῶ δὲ ἐκτελεῖτο ἡ ἀπόφασις, ὁ καταδικασθεὶς στρατιώτης τόσον ἐταράχθη ἀπὸ τὴν ἐντροπήν του, ὥστε ἐλιποθύμησε καὶ ἔπειτα ἀπέθανε. Καὶ εἰς τὴν Κόρινθον μετ’ ὀλίγας ἡμέρας συνέβη ἕνα ἄλλο παρόμοιον. Ἀπεκοιμήθησαν δύο στρατιῶται εἰς τὴν φυλακὴν τῆς νυκτός, τοῦτο μαθὼν ὁ Κολοκοτρώνης διέταξε καὶ τοὺς ἔδεσαν εἰς ἕνα μέρος καὶ ἔπειτα εἶπεν εἰς τοὺς στρατιώτας νὰ τοὺς φτύσουν. Ὁ ἕνας ἀπέθανεν ἀμέσως ἐκεῖ, ὁ δὲ ἄλλος ἐχάθη καὶ δὲν τὸν εἴδαμεν πλέον ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνην. Ἰδοὺ πῶς οἱ ἄνθρωποι τοῦ καιροῦ ἐκείνου ἐντρέποντο.  (Τόμ. Α΄, σελ. 224, ἔκδ. «Βεργίνα»).
.                   Οἱ ἄνθρωποι τοῦ καιροῦ ἐκείνου, ὅπως καὶ τοῦ 1912-13, ὅπως καὶ τοῦ ’40, ντρέπονταν νὰντροπιαστοῦν καὶ μᾶς ἄφησαν πατρίδα καὶ κάτι ποὺ μᾶς κάνει περήφανους. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ καιροῦἐτούτου, ἐμεῖς τὰ ἀπολειφάδια τῆς ἱστορίας, τί θὰ ἀφήσουμε; Ὄχι σὲ τί Ἑλλάδα τὰ παιδιά μας, ἀλλὰ τί παιδιὰ θὰ ἀφήσουμε στὴν Ἑλλάδα εἶναι τὸ κρίσιμο ἐρώτημα ποὺ ὀφείλουμε νὰ ἀπαντήσουμε. Βλέπαμε ὅλοι μας τὶς ἄθλιες σκηνὲς ποὺ διαδραματίζονταν στὸν χῶρο τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ντροπιαστικὲς γιὰ μία ὁλόκληρη κοινωνία. Μία δράκα ἀντιεξουσιαστῶν νὰ καταστρέφει, ἀτιμώρητα, χώρους πανεπιστημιακούς. Μία ἐπισήμανση. Ἡ λέξη, ἀντιεξουσιαστές, τοὺς περιποιεῖ τιμή. Ὅσο θὰ τοὺς ἀποκαλοῦν ἔτσι, θὰ ξεφυτρώνουν ἀφελεῖς ποὺ θὰ ἐπιθυμοῦν νὰ ἐνταχθοῦν σ’ αὐτὴν τὴν «ἀπροσκύνητη», ὅπως τὴν ὀνειροφαντάζονται, σέκτα. Ἀποτυχημένοι κηφῆνες, ποὺ ὑποδύονται τοὺς φοιτητές, εἶναι. Ὑποχείρια τῆς ἀριστερόστροφης τιποτοκρατίας, ποὺ ἐπιδεικνύουν τὴν «γενναιότητά» τους σὲ ντουβάρια, αὐτοκίνητα καὶτζαμαρίες. Ὁ μορφωμένος νέος καὶ ὄχι ὁ πελεκυφόρος ἡμιμαθὴς εἶναι ὁ ἀντιστασιακὸς τῆς ἐποχῆς μας. Τὸ ἔχω ξαναγράψει!! Τί νὰ τὰ κάνουμε τὰ ὑπερσύγχρονα, πέμπτης γενιᾶς ἀεροπλάνα, ὅταν δὲν θὰ τὰ κρατοῦν χέρια καὶ καρδιὲς ἑλληνικές; Τὰ Κογκρέσα καὶ οἱ Λευκοὶ Οἶκοι, οἱ σύγχρονες πύλες τοῦ ἅδου, μπορεῖ νὰ σὲ χειροκροτοῦν, ὅμως ὁ λαός σου κυριολεκτικὰ σαπίζει…
.                   Ἀλλὰ αὐτὰ εἶναι τὰ ἐπίχειρα μίας παιδείας μίσους, παιδείας βίας, μίας παιδείας μονοσήμαντων διεκδικήσεων, δικαιωμάτων καὶ αὐτολατρείας…

 

, ,

  1. Σχολιάστε

Σχολιάστε