ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΗ: «ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΛΕΞΕΙΣ» !

Ἔχουμε πολλὲς «ἄγνωστες λέξεις»

τοῦ Χρ. Γιανναρᾶ

ἐφημ. «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 19.04.2014

EIΣ. ΣΧ. «ΧΡ. ΒΙΒΛΙΟΓΡ.»: Οἱ «ἄγνωστες λέξεις» (Σταυρός, Ἀνάσταση, Πάσχα) μαθαίνονται καὶ ἐξηγοῦνται βιωματικὰ μἐσα στὸ Σχολεῖο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀπὸ ὅσους ἀληθινὰ ΘΕΛΟΥΝ νὰ μάθουν. «Μεταφράσεις» (κάθε εἴδους) δὲν παράγουν ἀποτελέσματα!
«Ὅλο καὶ λιγοστεύουν οἱ ὑποψιασμένοι. Σημάδι ὅτι ἐπιστρέφουμε στὴν ὁριστικὴ (ὁρισμοῦ) γνησιότητα». Αὐτοὶ ποὺ δὲν διεκδικοῦν «μεταφράσεις» κάθε εἴδους (λειτουργικές, «μεταπατερικές κ.λπ) τῶν «ἀγνώστων λέξεων», ἀλλὰ τὴν ἐν Χάριτι συμμετοχὴ στὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.

.           Ἡ γλῶσσα γιὰ νὰ «ποῦμε» τὴν Ἀνάσταση, νὰ μιλήσουμε γιὰ τὸ Πάσχα, μοιάζει ἀσύμβατη μὲ τὴ λογική μας καὶ τὴν ἐμπειρία μας. Τέτοιες λέξεις καὶ νοήματα τὰ καταχωροῦμε στὸ πεδίο τῆς «πίστης», καὶ τὴν πίστη τὴν ταυτίζουμε μὲἀτομικὲς πεποιθήσεις. Τὶς πεποιθήσεις τὶς θέλουμε γιὰ ψυχολογικὴ κατανάλωση, δὲν εἶναι λογικὴ ἢ ἐμπειρικὴ ἡ ἐπιλογή τους.
.           Ἡ παραδοχὴὅτι «ὑπάρχει Θεὸς» δὲν εἶναι παράλογη. Ἡ ἔννοια «Θεὸς» ἀνήκει στὶς προϋποθετικὲς «σταθερὲς» μὲ τὶς ὁποῖες ὁ νοῦς «ὑποδέχεται» τὶς παραστάσεις-εἰκόνες τῶν αἰσθητῶν καὶ τὶς συντάσσει λογικά, δηλαδὴ τὶς ὀργανώνει σὲ συσχετισμοὺς αἰτίας καὶἀποτελέσματος, αἰτίας καὶ σκοποῦ, ἀρχῆς καὶ τέλους, ὁλότητας καὶ μέρους, κ.λπ. Κατα-νοοῦνται τὰ ὑπαρκτά, ἐπειδὴ λογο-ποιοῦνται (ἐντάσσονται σὲ λόγους-σχέσεις) ἀπὸ τὸν νοῦ. Ἡ σύνδεση τῶν «ὄντων» καὶ τῶν «γιγνομένων» μὲ μίαν ἀρχικὴ αἰτία (τὸν Θεὸ) καὶἕναν τελικὸ σκοπό, εἶναι μέσα στὴ λειτουργία κατα-νόησης τῆς πραγματικότητας, ἔστω κι ἂν κάποια στιγμὴἀπορρίψουμε τὸν συσχετισμό.
.           Ὅμως, τὸ νὰ κατανοοῦμε τὸν Θεὸὡς Αἰτιώδη Ἀρχὴ τῆς ὕπαρξης καὶ τῶν ὑπαρκτῶν, δὲν σημαίνει ὅτι Τὸν γνωρίζουμε, ὅτι ἔχουμε ἐμπειρικὴ πιστοποίηση τῆς ὕπαρξής Του, ὅτι τὴ γνώση τὴν προσπορίζει ἡἀμεσότητα τῆς «σχέσης» μας μαζί του. Ὁ Πασκὰλ ξεχώριζε τὸν «Θεὸ» ποὺ εἶναι παράγωγο τῆς διάνοιας (Dieu des philosophes et des savants) ἀπὸ τὸν Θεὸ τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαάκ, τοῦ Ἰακὼβ (τὸν Θεὸ ποὺ τὸν βεβαιώνει ἡ ἱστορικὴ ἐμπειρία). Καὶ ὁ Χάιντεγγερ δικαίωνε τὸν Νίτσε γιὰ τὸ κήρυγμα «θανάτου τοῦ Θεοῦ», ὁὁποῖος ἦταν ἁπλῶς ἕνα εἴδωλο τῆς διάνοιας – «στὸν Θεὸ τῆς νοησιαρχίας ὁἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ προσευχηθεῖ, οὔτε νὰ τὸν λατρέψει».
.           Πῶς γίνεται νὰ γνωρίσει ὁἄνθρωπος τὸν Θεὸὄχι διανοητικὰἀλλὰἐμπειρικά, νὰἔχει «σχέση» πραγματικὴ μαζί του; Ἡ μαρτυρία τῶν ἔμπειρων λέει: γίνεται, σὲ δύο πεδία. Ὅπως γίνεται νὰ γνωρίσει κανεὶς τὸν ζωγράφο μέσα ἀπὸ τὴ ζωγραφιά του, τὸν μουσουργὸ μέσα ἀπὸ τὴ μουσική του, τὸν ποιητὴ μέσα ἀπὸ τὸ ποίημα. Γνωρίζουμε τὸν ἐνεργοῦντα χάρη στὸ προσωπικό του ἐνέργημα, τὴν ἑτερότητα τοῦ δημιουργοῦ (τὸ μοναδικό, ἀνόμοιο καὶἀνεπανάληπτο τῆς ὕπαρξης καὶ τῆς δημιουργίας του) μέσα ἀπὸ τὸν λόγο-τρόπο τῶν ἔργων του. Ἀκοῦμε ἢ βλέπουμε ἢἀκοῦμε τὸ «ποίημα», καὶ λέμε: «αὐτὸ εἶναι Καβάφης», «εἶναι Βάν Γκόγκ», «εἶναι Μότσαρτ». Δὲν λέμε: εἶναι «τοῦ» τάδε, λέμε: «εἶναι» ὁ τάδε. Ὁ ρεαλισμὸς τῆς γνώσης γεννιέται ἀπὸ τὴ δυναμικὴ τῆς «σχέσης».
.           Ποὺ σημαίνει: Τὸ πέρασμα ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ τεχνήματος στὸν λόγο – φανέρωση τῆς ὑπαρκτικῆς μοναδικότητας τοῦ τεχνίτη δὲν εἶναι ὑποχρεωτικό, δὲν τὸ κάνουν ὅλοι. Εἶναι κατόρθωμα «σχέσης», δηλαδὴἐλευθερίας ἀπὸ τὶς ἀναγκαιότητες τοῦἐνστίκτου, τὴ δουλεία στὸν ἐγωκεντρισμό. Ὁ ρεαλισμὸς τῆς «σχέσης» κατακτιέται (ἢ χαρίζεται) ὅπως κάθε ἀληθινὸς ἔρωτας – δὲν ἀγοράζεται, δὲν ἐκβιάζεται, δὲν εἶναι καταναλωτικὸ προϊόν. Ὁ ἐγωκεντρικὸς χρήστης – καταναλωτὴς ποὺ ξέρει μόνο νὰ κατέχει καὶὄχι νὰ μετέχει, ὄχι νὰ μοιράζεται, νὰ σχετίζεται, νὰ κοινωνεῖ, δὲν θὰ συναντήσει ποτὲ στὸ καλλιτέχνημα τὸν καλλιτέχνη, δὲν θὰ συλλαβίσει ποτὲ προσωπικὴὑπαρκτικὴἑτερότητα στὴν Τέχνη. Τὸἴδιο ὅπως καὶ σὲ ἕναν ἀνέραστο συμβατικὸ γάμο εἶναι ἀνέφικτο νὰ πραγματωθεῖ καὶ ἀναδυθεῖ ἡ μοναδικότητα τοῦ καθενὸς στὴν ἐπίγνωση τοῦἄλλου τῆς συμβίωσης.
.           Κατὰ προέκταση καὶὁ καταιγισμὸς τῶν χρωμάτων σὲἕνα ἡλιοβασίλεμα, τὸ θάμβος ὀμορφιᾶς καὶ εὐωδιᾶς στὸν ἀνθὸἢ στὸν πολύχυμο καρπό, ἡ σταγόνα τῆς βροχῆς, ἄκρη στὸ φύλλο, ποὺἡἀχτίδα τοῦἥλιου τὴν κάνει διαμαντόπετρα, μπορεῖ νὰ εἶναι συνάντηση προσωπικὴ τόσο ἐναργὴς καὶ κατακέφαλη μὲ τὴν ἑτερότητα δημιουργοῦ Προσώπου ὅσο καὶἡ «ἐξαίφνης» ἀποκάλυψη τοῦ Καβάφη, τοῦ Βὰν Γκὸγκ ἢ τοῦ Μότσαρτ μέσα ἀπὸ τὸἔργο τους. Ἀλλὰ εναι ξ ἴσου πιθανό, ν προσπεράσει νθρωπος τ θαμα το κάλλους κα τν λιγγιώδη σοφία, πως προσπερνάει τ μουσικ γι νὰ δονιστε μ τ πανδαιμόνιο το πρωτογονισμο στν ντισκοτέκ. Ἡ ἔξοδος ἀπὸ τὴν αἰσθητική, νοητική, ἐρωτικὴ καὶ μεταφυσικὴὑπανάπτυξη εἶναι, σίγουρα, συνάρτηση ἐνηλικίωσης. Ὡρίμασης στὴν ἐρωτικὴ προπάντων εὐαισθησία.

.           Ἡ λέξη «πάσχα» σημαίνει πέρασμα: διάβαση ἀπὸ τὴ θνητότητα τῆς φύσης στὴν ὑπαρκτικὴ ἐλευθερία τῆς σχέσης. Φύση σημαίνει τὴν προκαθορισμένη ὕπαρξη, σχέση σημαίνει τὴν ἐλευθερία νὰ ὑπάρχεις, ἐπειδὴἀγαπᾶς. Δὲν διαλέξαμε νὰὑπάρχουμε, βρεθήκαμε νὰὑπάρχουμε προσωρινά, ἐφήμερα. Οἱἔμπειροι τοῦ χριστιανικοῦ εὐ-αγγελίου βεβαιώνουν ὅτι γεννιώμαστε μὲ φύση προκαθορισμένη, περιορισμένη, θνητή, ἀλλὰ μὲ τὴν ἐλευθερία τῆς ἐπιλογῆς: Νὰ ἐπιμείνουμε στὴ φύση ἢ νὰ ἀποδυθοῦμε στὸ ἄθλημα τῆς σχέσης. Ἡ ἀγάπη στὸἐκκλησιαστικὸ εὐ-αγγέλιο δὲν συνιστᾶ τρόπο συμπεριφορᾶς, συνιστᾶ τρόπο ὕπαρξης: Νὰ ὑπάρχεις, ἐπειδὴ ἐλεύθερα θέλεις νὰ ὑπάρχεις, καὶ νὰ θέλεις νὰ ὑπάρχεις, ἐπειδὴ ἀγαπᾶς. Ὄχι νὰ ὑπάρχεις πρῶτα καὶ στὴ συνέχεια νὰ ἀγαπᾶς, ἀλλὰ νὰ ὑπάρχεις ἐπειδὴἀγαπᾶς, ἡ ὕπαρξή σου νὰ εἶναι ἔρωτας.
.           Αἰτιώδης Ἀρχὴ τῆς ὕπαρξης καὶ τῶν ὑπαρκτῶν, σὲ αὐτὴ τὴν ὀπτική, δὲν εἶναι ὁ «Θεὸς» (μία φύση ἄλλη ἀπὸ τὴ δική μας, ἀθάνατη, παντοδύναμη, πάνσοφη, ἀλλὰ πάντως «φύση», δηλαδὴ προκαθορισμένη νὰ εἶναι «θεία»), εἶναι ὁ «Πατήρ»: Μία ὕπαρξη ποὺὑπάρχει μόνο ὡς ἐλευθερία καὶ ἡ πληρέστερη ἐλευθερία εἶναι ὁἔρωτας. Ὑπάρχει «γεννώντας» τὸν «Υἱὸ» καὶ «ἐκπορεύοντας» τὸ «Πνεῦμα»: ἡ ὕπαρξή του συνιστᾶ ἕνα ἐρωτικὸ γεγονός, τὴν πληρότητα τῆς ἀγαπητικῆς ἐλευθερίας, δίχως ἀναγκαίους (ὑποχρεωτικοὺς) προκαθορισμοὺς – περιορισμοὺς «θεότητας».
.           Ἐλεύθερος ἀπὸὑπαρκτικοὺς περιορισμοὺς «ὁ πάντων Αἴτιος», «διὰ τὴν παραφορὰν τῆς ἐρωτικῆς αὐτοῦἀγαθότητος» γίνεται ἄνθρωπος. Ὄχι γιὰ νὰἐπιδείξει παντοδυναμία, ἀλλὰ γιὰ νὰ πραγματώσει τὸν «τρόπο» ποὺ μπορεῖ νὰ καταστήσει καὶ τὸν ἄνθρωπο ἐλεύθερον νὰὑπάρχει ὡς «σχέση» καὶὄχι ὡς «φύση» – νὰὑπάρχει ἐπειδὴ ἀγαπάει. Καὶ  «τρόπος» εναι «κένωση»: τὸ δειασμα π κάθε ξίωση παρκτικς ατονομίας, ἡ κούσια ποδοχ το θανάτου. Νὰ γίνει ὁ θάνατος «σχέση», ὅπως γίνεται «σχέση» ἡ «γέννηση» καὶἡ «ἐκπόρευση». Ὁ σταυρὸς πραγματώνει τὴν ὕπαρξη ὡς ἐρωτικὴἐλευθερία, εἶναι γεγονὸς Ἀνάστασης.
.           Μοιάζει νὰ λιγοστεύουν ραγδαία οἱ ἄνθρωποι ποὺ μποροῦν νὰ ὑποψιαστοῦν (μέσα ἀπὸ λέξεις ὅπως: Πάσχα, Σταυρός, Ἀνάσταση) τὸν «τρόπο» ἐλευθερίας τοῦ ἔρωτα, τὴ Γιορτ τς χαρς γι τ νίκη καταπάνω στ μοναξιά, στ παράλογο, στπέραντο σήμερα φρενοκομεο τς πολιτικς κα τς οκονομίας. λο κα λιγοστεύουν οἱ ποψιασμένοι. Σημάδι τι πιστρέφουμε στν ριστικ (ρισμο) γνησιότητα. ρισμς τς κκλησίας εναι τ «μικρ ποίμνιο», ὁ σήμαντος «κόκκος σινάπεως», «λάχιστη ζύμη» στ νεκρ φύραμα το κόσμου.

, , ,

  1. Σχολιάστε

Σχολιάστε