«O ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΣ, ΘΗΡΙΩΔΗΣ ΚΑΙ ΒΑΣΑΝΙΣΤΙΚΑ ΠΑΡΩΝ»

Σημ. «Χριστ. Βιβλιογρ.»: Τὰ ἐπιλεγμένα ἀποσπάσματα, ποὺ ἀκολουθοῦν, ἐπιφυλάσσουν στὸν προσεκτικὸ καὶ ἰσορροπημένο ἀναγνώστη ἐκπλήξεις ἀπροσδοκήτων «συμπτώσεων» μὲ τὸν καιρό μας. Ἡ ἀνάγνωσή τους ἀνοίγει στὸν ἀναγνώστη εὐκαιρίες ἐσωτερικῆς ἀναδιαρθρώσεως. Τὰ τετριμμένα καὶ στερεότυπα καταρρίπτονται, τὰ οὐτιδανὰ «ἀδιανόητα» γίνονται εὐνόητα καὶ πραγματικά, τὰ ἀπίστευτα γίνονται πιστευτά, τὰ ξένα γίνονται πιὸ οἰκεῖα, καὶ τὰ παρόντα φωτίζονται ἀπὸ τὰ παρελθόντα, τὰ μακρινὰ ἔρχονται κοντὰ καὶ γίνονται ἀνάγλυφα, ἀποκωδικοποιοῦνται στὰ μάτια τοῦ ζωντανοῦ καὶ προσεκτικοῦ ἀναγνώστη.
Πρόκειται γιὰ αὐθεντικὲς χριστιανικὲς μαρτυρίες ποὺ συγκλονίζουν συθέμελα τὴν ὕπαρξη.

ΤΙΡΓΟΥ-ΟΚΝΑ – 1951

Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο: Ἰωάννου Ἰανολίδε «ΣΥΝΤΑΡΑΚΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΩΝ ΡΟΥΜΑΝΩΝ ΟΜΟΛΟΓΗΤΩΝ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΤΟΥ 20οῦ ΑΙΩΝΑ
»
ἐκδ. «ΟΡΘΟΔ. ΚΥΨΕΛΗ», Θεσ/νίκη 2009, σελ. 260-263

Ὅλος ὁ σοσιαλιστικὸς κόσμος εἶναι μιὰ μεγάλη φυλακή, μὲ κέντρο τὶς ὑψηλῆς ἔντασης φυλακές του. Ἡ διαδικασία ποὺ διεξάγεται ἔντονα στὶς φυλακές, κατόπιν σκορπίζεται σχεδὸν διαλυμένη στὸ λαὸ, ἀλλὰ μὲ συμπεράσματα ἐξ ἴσου ὀλέθρια. Στὶς φυλακὲς βασανίζονται οἱ ἰσχυρὲς προσωπικότητες, ποὺ ἀντέχουν στὴν προσπάθεια ἀλέσματός τους, ἐνῶ οἱ ὄχλοι ἐντυπωσιάζονται εὔκολα ἀπὸ τὴν πανίσχυρη προπαγάνδα καὶ ἀπὸ τὶς καθημερινὲς ἀπειλὲς ἀναφορικὰ μὲ τὴν οἰκογένεια, τὴν ὑπηρεσία, τὴν κατοικία, τὸ μισθὸ καὶ τὴν ἐλευθερία, οἱ ὁποῖες ὅλες μονοπωλοῦνται ἀπὸ τὸ κόμμα. Δὲν ὑπάρχει παρὰ μόνο ἡ δυνατότητα νὰ πειθαρχεῖς στὸ κόμμα, νὰ ἐργάζεσαι γι’ αὐτό, νὰ ἐκμαυλίζεσαι ὅπως τὸ ζητάει αὐτό, διότι ἐξαρτιέσαι γενικὰ ἀπ’ αὐτό.
Δὲν ἔχουμε πιὰ ἰδιοκτησία, ὄχι γιὰ νὰ μὴ μᾶς ἐκμεταλλεύονται οἱ ἄλλοι, ἀλλὰ γιὰ νὰ μᾶς ἀπομυζοῦν τὰ πάντα. Ἔχει καταργηθεῖ πιὰ σ’ ἐμᾶς κάθε ἐξουσία, ὄχι γιὰ νὰ μὴν τυραννοῦμε τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ γιὰ νὰ μᾶς τυραννοῦν οἱ ἄλλοι. Ἑπομένως, ὁ λαὸς εἶναι ἡ διακριτικὴ ἰδιοκτησία τῆς κομμουνιστικῆς ἐξουσίας. Ἄρα οἱ λαοὶ μποροῦν μόνο νὰ ὑπακούουν, νὰ ἐργάζονται, νὰ ψεύδονται, νὰ πολεμοῦν καὶ νὰ διαφθείρονται βαθμιαία, σύμφωνα μὲ τὸ σοσιαλιστικὸ μαρξιστικὸ-λενινιστικὸ κατεστημένο.
Οἱ φυλακὲς εἶναι τὸ κραταιὸ ἐπιχείρημα-φόβητρο τῶν κομμουνιστῶν. Ἔχω μάθει ὅτι ὁ θάνατος δὲν εἶναι τελικὰ ὁ πιὸ μεγάλος φόβος. Ἡ σκλαβιὰ ποὺ φέρνει τὸν ἐκμαυλισμὸ τῆς ψυχῆς, εἶναι τὸ βασικὸ κλειδὶ τῆς ἀπελπισίας, ὅταν τὸ κακὸ γίνεται ἀνεπίστροφο καὶ δυναμικότατο. Μὲ μιὰ τέτοια ζωντανή, πραγματικὴ καὶ πιεστικὴ ἐμπειρία συνεχίζαμε νὰ ὑπάρχουμε στὶς φυλακὲς μετὰ τὸ 1950.

Ἦταν χειμώνας τοῦ 1951. Πάλι τὰ Χριστούγεννα. Ἤμασταν στὸ θεραπευτήριο-δεσμωτήριο στὸ Τίργου Ὄκνα, ἕνα νέο θεραπευτήριο, προοριζόμενο νὰ ὑποκρύπτει τὸ ἀληθινὸ πρόσωπο τῶν φυλακῶν. Οἱ ἐδῶ φυματικοὶ βαστοῦσαν μέσα τους τὶς ἀναμνήσεις ἀπὸ τὸ Πιτέστι, τὴν Γκέρλα, τὸ Κανάλι, ἀπὸ τὰ ὀρυχεῖα καὶ τὰ φονικὰ στρατόπεδα.
Εἴχαμε ἀρκετὸ φαγητό, ἀλλὰ δὲν τὸν ἀνέχονταν πιὰ οἱ φωλιασμένες στὰ «σπήλαια» πληγές μας. Μᾶς ἄφηναν στὴν αὐλὴ τοῦ θεραπευτηρίου, ἀλλὰ περιβαλλόμασταν ἀπὸ δύο σειρὲς πολὺ ὑψηλῶν τοίχων. Δὲν ξυλοκοπιόμασταν πιά, ἀλλὰ ἀπειλούμασταν συνεχῶς μὲ τὴν ἐπιστροφὴ στὸ Πιτέστι ἤ στὸ Κανάλι. Ὑπῆρχε μιὰ ἰσχυρὴ σχέση μεταξύ μας, ἀλλὰ εἴχαμε ἀνάμεσά μας καὶ πολλοὺς προδότες, προερχόμενους εἴτε ἀπὸ τὸ Πιτέστι, εἴτε ἀπὸ ἄλλα φοβερὰ μέρη τῆς τρομοκρατίας.
Ἤμασταν σ’ ἕνα θεραπευτήριο, ἀλλὰ εἴχαμε φάρμακα μόνο στὸν κατάλογο. Ὑπῆρχε καὶ μιὰ γιατρίνα ποὺ μᾶς νοσήλευε, ἀλλὰ ἤμασταν ἑκατοντάδες ἀσθενεῖς καὶ καθημερινὰ πέθαιναν ἀνὰ δύο-τρεῖς. Μ’ ἕνα φέρετρο, μὲ τὸ ἴδιο πάντα βρόμικο φέρετρο, μεταφέρονταν ὅλοι οἱ νεκροὶ στὸ κοινὸ νεκροταφεῖο, χωρὶς σταυρὸ ἤ ἱερέα. Δὲν ἐπιτρεπόταν νὰ προσευχηθεῖς οὔτε στὸ θάνατο κάποιου ἀνθρώπου. Δὲν ὑπῆρχε δικαίωμα οὔτε γιὰ ἕνα κερί, δικαίωμα τόσο πολύτιμο στὴ χριστιανική μας παράδοση. Δὲν εἴχαμε ἀπὸ τὸν κόσμο. Μαθαίναμε ἀνὰ ἕξι μῆνες ἤ ἀκόμη ἀνὰ ἔτος ἕνα σπουδαῖο πολιτικὸ γεγονός.
Κι ὅμως ἀκόμη ἐλπίζαμε. Μερικοὶ εἶχαν μιὰ παιδαριώδη πολιτικὴ εὐπιστία, ὥστε περίμεναν ὅτι μιὰ μέρα θὰ ἔρθουν οἱ Ἀμερικάνοι. Δὲν μποροῦσαν νὰ πιστέψουν ὅτι ἡ Δύση μᾶς ἔχει ἐγκαταλείψει στὸν κομμουνισμό. Ἀκόμη δὲν μποροῦσαν νὰ καταλάβουν ὅτι τὰ συμφωνητικὰ μὲ τοὺς σοβιετικοὺς θὰ ἰσχύουν καὶ μετὰ τὸ θάνατό μας. Οἱ ἱερεῖς μας στραγγαλίζονταν μαζί μὲ τοὺς λόγιους, τοὺς ἐργάτες καὶ τοὺς ἀγρότες. Ἦταν δεκαπλάσιοι ἐργάτες στὶς φυλακὲς ἀπὸ ἐκείνους ποὺ βρίσκονταν στὸ Κομμουνιστικό Κόμμα. Καὶ αὐτὸ γινόταν σ’ ἕνα καθεστὼς δῆθεν ἐργατικό.

Λόγῳ τῶν κρατουμένων, ποὺ ἀνῆκαν στὴν ὑψηλὴ κοινωνία, ἡ ἀτμόσφαιρα στὸ δεσμωτήριο τοῦ Τίργου Ὄκνα ἦταν πολὺ ὑψηλῆς ποιότητας. Πρῶτα καλλιεργεῖτο μιὰ εἰλικρινὴς θρησκευτικότητα, μὲ μία ἐντυπωσιακὴ καὶ πηγαία ἐπικοινωνία μεταξύ τους, ποὺ γινόταν κοντὰ καὶ γύρω ἀπὸ τὸν Βαλέριο Γκαφένκου, ἕναν ἔξυπνο καὶ καλοκάγαθο ἄνθρωπο, στὸν ὁποῖο κατοικοῦσε ὁ Χριστός. Ἐκεῖ ζοῦσε κανεὶς τὸν Χριστιανισμὸ στὴν πρωτογενῆ του μορφή. Βιωνόταν ἡ νοερὰ προσευχή, ὅπως στὶς ἐποχὲς τῆς παραδοσιακῆς παλαιᾶς πνευματικότητας. Οἱ ψυχὲς καθαρίζονταν μέσῳ τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως καὶ μέσῳ εἰλικρινῶν καὶ φιλικῶν ἐξομολογήσεων μεταξύ μας. Ἡ ἀγάπη μεταξύ μας ἦταν τόσο δυνατή, ὥστε δὲν μποροῦσε νὰ τὴν χαλάσει ἡ πιὸ ὀδυνηρὴ τρομάρα, στὴν ὁποία ζούσαμε. Ὅσο μᾶς ἔσφιγγε ὁ κλοιὸς τοῦ μίσους, τόσο μᾶς ἕνωσε ἡ ἀγάπη μεταξύ μας. Δὲν χρειάζονταν οὔτε λόγια, διότι καταλαβαίναμε ἀμέσως τὸ πνεῦμα τοῦ καθενός, καλὸ ἤ κακό.
Ὑπῆρχε μεταξύ μας ἕνας μεγάλος συναγωνισμὸς αὐτοθυσίας. Κανένας δὲν ἀνῆκε μόσο στὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ στὴν κοινωνία. Τὰ πάντα ἦταν κοινὰ καὶ ὁ καθένας ἔδινε μὲ χαρὰ καὶ τὸ πουκάμισο, καὶ τὸ ψωμί, καὶ τὸ φάρμακο, ἀκόμη καὶ τὴ ζωή του. Ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο, ὁ ἕνας γιὰ ὅλους καὶ ὅλοι γιὰ ἕναν. Ἤμασταν μιὰ ψυχή, μιὰ θέληση, ἕνας νοῦς, μιὰ ἐλπίδα. Ὁ καθένας ἦταν ἕνας θησαυρὸς γιὰ ὅλους. Ἔτσι, καλλιεργούμασταν πνευματικὰ καὶ ἑνωνόμασταν ὅλο καὶ περισσότερο μὲ τὸν Χριστὸ, τὸν ὁποῖο νιώθαμε ζωντανό, παρόντα καὶ ἐνεργό. Ἀλλὰ καὶ ὁ ἀντίχριστος ἦταν αἰφνίδιος, θηριώδης καὶ βασανιστικὰ παρών.
Ὅταν ἕνας ἀπὸ μᾶς ἦταν σὲ ψυχικὸ κίνδυνο, καὶ φοβισμένος μήπως πέσει, ὅλοι τὸν βοηθοῦσαν. Ἐκεῖ ἔμαθα πόσο ἀναγκαία ἦταν ὄχι μόνο ἡ προσευχὴ τοῦ ἑνὸς γιὰ τὸν ἄλλο, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀγάπη, ἡ ὁμολογία, ὁ λόγος, ἡ ὤθηση, τὸ παράδειγμα, τὸ θάρρος καὶ ὁ κίνδυνος νὰ σηκώνεις τὸ βάρος τοῦ ἄλλου. Ὅλοι περνούσαμε δύσκολες σωματικὲς καὶ ψυχικὲς δοκιμασίες καὶ ἄν δὲν ὑπῆρχε ἡ στενὴ πνευματική μας σχέση, ἡ ἀκαταπόνητη προστασία καὶ ἡ ἀπόλυτη αὐτοθυσία, ὅλοι θὰ πέφταμε, σ’ ἐκεῖνες τὶς ἀβάστακτες συνθῆκες.

(συνεχίζεται)

, , , , ,