Ἄρθρα σημειωμένα ὡς Ἁγιότης

Η ΥΠΕΡΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ «ΠΡΟΦΗΤΩΝ καὶ ΠΡΟΟΡΑΤΙΚΩΝ» ΑΧΡΕΙΩΝΕΙ ΤΟ ΠΕΔΙΟ ΤΗΣ ΕΝ ΧΡΙΣΤῼ ΑΓΙΟΤΗΤΟΣ

Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ ἄρθρο

«Πῶς προσεγγίζομε τούς ἁγίους;»
τοῦ Ἀρχιμ. Ἐλισαίου Σιμωνοπετρίτου
Καθηγουμένου Ἱ. Μ. Σίμωνος Πέτρας Ἁγ. Ὄρους
Περιοδ. «Σύναξη», ἀρ. τ.102,
Ἀπρ.-Ἰούν. 2007, σελ. 46-47.

Ἠλ. στοιχειοθ. «Χριστ. Βιβλιογρ.»

.                         Ζώντας στὸ  Ἅγιον  Ὄρος πάνω ἀπὸ τρεῖς δεκαετίες, καὶ καταργώντας τὸν τόπο μὲ τὸν τρόπο μου, ἔχω διαπιστώσει ἀρκετὲς φορὲς τὴν διάθεσι τῶν ἐπισκεπτῶν ἢ προσκυνητῶν νὰ συναντήσουν μία φωτισμένη μορφὴ ἀποβλέποντας ὡστόσο νὰ συναντήσουν ἕνα μάγο ἢ ἔστω ἕνα θαυματουργὸ ἢ διορατικὸ καὶ προορατικό, περιορίζοντας ἢ μᾶλλον ὑποτιμώντας καὶ ἀχρειώνοντας ἔτσι πολὺ τὸ πεδίο τῆς ἐν Χριστῷ ἁγιότητος. Δὲν φαίνεται μὲ τὴν ἔρευνα καὶ σχέσι αὐτὴ νὰ ἐπιδιώκωμε τόσο τὴν κάθαρσι τῶν παθῶν μας καὶ τὸν ἁγιασμὸ «οὗ χωρὶς οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον», ὅσο τὸ νὰ χορτάσωμε τὴν ἐγωϊστικὴ περιέργειά μας, ποὺ ἂν δὲν τὸ πετύχωμε, ἀρχίζομε νὰ ἀμφιβάλλωμε γιὰ τὴν δυνατότητα ὑπάρξεως σήμερα Ἁγίων καὶ μπορεῖ νὰ καταλήξωμε στὴν βλασφημία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἰσχυριζόμενοι ὅτι χάθηκαν σήμερα οἱ Ἅγιοι, λὲς καὶ ἡ ἁγιότητα «βγαίνει στὸ παζάρι», κατὰ ἔκφρασι ἁγιορείτικη ἢ «κτυπᾷ κουδούνια». Ὁ μακαρίτης παπα-Ἐφραὶμ Κατουνακιώτης ἔλεγε: «Ἀλλοίμονο στὸν ἅγιο ποὺ βγῆκε ἡ φήμη του μέχρι τὴν Ἀθήνα» ἢ «μὲ τὴν κατάρα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν εὐχὴ τοῦ διαβόλου διαδόθηκε ὅτι εἶμαι ἅγιος»…
.                    Τελευταία φορὰ ποὺ ἐπισκεφθήκαμε τὸν μακαριστὸ γέροντα Παΐσιο, πρὶν βγῇ ἀπὸ τὸ Ὄρος γιὰ τὸ νοσοκομεῖο, τὸν βρήκαμε πολὺ ἁρπαγμένο.
«Γιατί, γέροντα, εἶσθε ἔτσι;», τὸν ρώτησα.
«Τί νὰ μὴν εἶμαι, εὐλογημένη ψυχή, ἐκεῖ πέρα, ἂς ὑποθέσωμε νὰ ποῦμε; Τρελλάθηκε ὁ κόσμος! Ἅγιο μὲ ἀνεβάζουν, ἅγιο μὲ κατεβάζουν. Ἐμένα καὶ τὸν παπα-Ἐφραὶμ στὰ Κατουνάκια. Ὁ παπα-Ἐφραὶμ εἶναι ἅγιος μεγάλος μάλιστα. Ἐγὼ τί παλαιοσκουριασμένος τενεκές, νὰ ποῦμε, εἶμαι, νὰ μὲ ἐλεήσῃ ὁΘεός… Ξέρετε, αὐτὴ τὴν στιγμὴ στὸ Ἅγιον Ὄρος ζοῦνε πενήντα ἅγιοι καὶ μεγάλοι ἅγιοι. Ἀλλὰ εἶναι ἔξυπνοι, ὄχι σὰν καὶ μένα τὸν βλάκα ποὺ βγῆκε τὸ ὄνομά μου καὶ βλέπετε τί τραβάω καθημερινὰ» (περίμεναν στὶς καστανιὲς νὰ τὸν συναντήσουν ἀρκετὲς δεκάδες ἐπισκέπτες). «Παρακαλοῦν, λοιπόν, τὸν Χριστό μας καὶ τοῦ λένε: Μὴ μᾶς δοξάσῃς ἐδῶ κάτω, κράτα τὸ στεφάνι γιὰ τὴν ἄλλη ζωή. Καὶ ὁφιλότεκνος Πατέρας, νὰ ποῦμε, ἀκούει τὰ φιλότιμα παιδιά Του καὶ τοὺς κάνει τὴν χάρι. Ξέρετε, ὅμως; Ἐμεῖς ἐδῶ ἀπὸ τὴν ἀνατολικὴ πλευρὰ τοῦ Ὄρους ἔχομε ὑγρασία καὶ δὲν εὐδοκιμεῖ ἡ ἁγιότητα τόσο καλά. Γι’ αὐτὸ ἔχομε μόνο δεκατέσσαρες. Ἐσεῖς ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, ποὺ σᾶς βλέπει περισσότερο ὁ ἥλιος, ἔχετε τριανταέξι»…
.                 Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ πολυπονεμένου καὶ πολυχαρισματούχου ὁσίου τῶν ἡμερῶν μας κατ’ ἐπανάληψιν τὰ βεβαιώθηκα ἐμπειρικά, συναντώντας χωρὶς προγραμματισμὸ καὶ εἰδικὴ ἔρευνα ἁγίους καὶ μάλιστα μεγάλων πνευματικῶν μέτρων. Βρίσκονται καὶ στὰ Κοινόβια, βρίσκονται καὶ στὴν Ἔρημο. Ποικιλία μορφῶν καὶ χαρισμάτων! Τὸ μεγάλο τους καὶ κοινὸ μυστικὸ εἶναι αὐτὴ ἡ ἐπίμονα ἐπιδιωκομένη κρυφιότης ἀπὸ ἐκείνη τὴν ἐμπορικὴ αἴσθησι τῆς ἁγιότητος ποὺ ἔχομε οἱ πολλοί, ἀλλὰ καὶ ἡ βαθύτατη ταπείνωσις καὶ ἡ χειρότερη εἰκόνα ποὺ ἔχουν γιὰ τὸν ἑαυτό τους – τὸ ἑλκτικὸ ἄλλωστε σημεῖο τῆς ἁγιαστικῆς Χάριτος τοῦ Κυρίου.
.                    Τὸν Λὼτ δὲν τὸν πείραξε ὁ ἀσφυκτικὸς σοδομιτικὸς περίγυρος νὰ διακριθῇ στὴν τήρησι τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Οὔτε τὸν Μωϋσῆ ἐπηρέασε ἡ φαραωνιτικὴ καὶ εἰδωλομανοῦσα Αἴγυπτος. Τί, ὅμως, ὠφέλησε τὸν Γιεζῆ, ποὺ ζοῦσε κοντὰ στὸν προφήτη Ἐλισαῖο, ἢ τοὺς υἱοὺς Ἠλεὶ, ποὺ «ἤσθιον ἐκ τῶν θυσιῶν τοῦ ἱεροῦ»; Ἀκόμη, σὲ ποιό σημεῖο βλέπομε νὰ ὠφελήθηκε ἀπὸ τὴν τριετῆ συμβίωσί του μὲ τὴν περὶ τὸν Κύριο δωδεκάριθμη ἀποστολικὴ χορεία ὁ ἄθλιος Ἰούδας; Ἄλλωστε τοῦ τὰ ψάλλομε κάθε Μεγάλη Παρασκευή, χωρὶς ὡστόσο νὰ αἰσθανώμαστε ὅτι πολλὲς φορὲς βρισκόμαστε σὲ παράλληλη μὲ αὐτὸν πορεία ἐμεῖς οἱ ἴδιοι… Καλὸ εἶναι νὰ συναντοῦμε Ἁγίους, δύσκολο ὅμως νὰ τοὺς προσεγγίζωμε, ὅπως ἁρμόζει.

,

Σχολιάστε

ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΗ (Μιὰ ξεχωριστὴ φωνὴ «σιώπησε»)

.                Ἀπεβίωσε χθὲς 22.10.2018, σὲ ἡλικία 76 ἐτῶν, ἀπὸ παθολογικὰ αἴτια, ὁ ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Δοχειαρίου Ἁγίου Ὅρους, Γέροντας Γρηγόριος. Ὁ κατὰ κόσμον Ἐμμανουὴλ Ζουμῆς κατάγονταν ἀπὸ τὴν Πάρο καὶ ἦταν ἀπόφοιτος τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Πρὶν ἀπὸ τὴν ἐγκαταβίωσή του στὸ Ἅγιον Ὄρος, μόνασε στὴν Πάρο καὶ τὴν Πάτμο, «παρὰ τοὺς πόδας» τῶν ἅγιων Πατέρων Φιλόθεου Ζερβάκου καὶ Ἀμφιλόχιου Μακρή. Χρημάτισε Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Μυρτιᾶς καὶ τῆς Μονῆς Προυσσοῦ στὸ Καρπενήσι. Μετά, ἐνθρονίστηκε Ἡγούμενος τῆς ἁγιορείτικης Ἱερᾶς Μονῆς Δοχειαρίου, τὴν ὁποία ἀναστήλωσε καὶ ἐπάνδρωσε μὲ ἐπιτυχία.
Καλὸ Παράδεισο Γέροντα Γρηγόριε.

ΠΗΓΗ: agioritikesmnimes.blogspot.com

Τὸ τελευταῖο δημοσίευμα
τοῦ Καθηγουμένου τῆς Ἱ. Μ. Δοχειαρίου
Γέροντος Γρηγορίου [7 Ὀκτωβρίου 2018]

ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΗ

.             Στοὺς ἔσχατους αὐτοὺς καιροὺς ποὺ ζοῦμε, ὅπου κοιτάξης, σκιὲς θὰ δῆς καὶ ἀποστροφὴ τοῦ φυσικοῦ καὶ τοῦ καλοῦ. Ἄλλαξε τὸ ὕφος καὶ τὸ ἦθος τῶν ἀνθρώπων καὶ μὲ περισσότερο θάρρος μπορεῖς νὰ περπατᾶς σὲ ἔρημους τόπους, παρὰ ἐκεῖ ποὺ κατοικοῦν ἄνθρωποι. «Εἶδα τὸν ἄνθρωπό μου· εἶδα τὸν Θεό μου.» Αὐτὸ δὲν ἔχει σήμερα καμμιὰ ἰσχύ
.             Παράκλητο Πνεῦμα ὅμως δὲν μᾶς ἀφήνει ἀπαρηγόρητους καὶ αὐτὸ τὸ ζοῦμε μὲ τὴν ἐμφάνιση ἁγίων ἀνθρώπων στὴν ἐποχή μας. Σπεύδουμε τά πλήθη τῶν πιστῶν νὰ ἀσπαστοῦμε τοὺς τάφους τους καὶ νὰ ἀναζητήσουμε τὴν ἀνάβλυση τῶν ἰαμάτων καὶ τὴν κάθαρση τῶν ψυχῶν μας. Πόσα σύγχρονα προσκυνήματα ἔχουμε. Ὀάσεις μέσα στὴν ξηρασία ποὺ περνᾶμε.
.             Τὴν ἁγιότητα τῶν Ὁσίων αὐτῶν καταγγέλλει πρῶτα ὁ λαός. Αὐτὸς εἶναι τὸ στόμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν φωνή του ἐπισημοποιεῖ ἡ Ἐκκλησία μέσα ἀπὸ τὶς Συνόδους. Πολλοὶ μὲ ρωτοῦνε:
– Τὸ εἶπε ἡ Ἐκκλησία;
– Τὸ διατυμπανίζει ὁ λαός.
.             Καὶ πολλὲς φορὲς φαίνεται ὅτι βιάζεται καὶ κτίζει ναοὺς καὶ κάνει πανηγύρια. Ὁ λαὸς πάντα πάει μπροστά. Ἔπειτα βέβαια, ὅταν ἔρχεται ἡ Ἐκκλησία καὶ σφραγίζει τὸ θαῦμα τῆς ἁγιότητας, ἐπισημοποιεῖ τὰ τραγούδια ποὺ συνέταξε ὁ λαός, γιὰ νὰ ὑμνήση τὸν πατέρα καὶ τὸν ἅγιο.
.             Ποιός θὰ πάη σήμερα στὴν Πάρο καὶ δὲν θὰ ἀκούση γιὰ τὰ παλαίσματα, τοὺς ἀγῶνες καὶ τὰ ἀθλήματα τοῦ γέροντος Φιλοθέου; Λυπούμαστε βέβαια ποὺ ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία κωφεύει καὶ δὲν μᾶς δίνει τὴν σφραγῖδα.
.             Τετάρτη, 29η τοῦ μηνὸς Αὐγούστου, ἡ Σύνοδος τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ἐσφράγισε τὴν πίστη τοῦ λαοῦ καὶ ἀναγνώρισε ἐπίσημα τὴν ἁγιότητα τοῦ ὁσίου Ἀμφιλοχίου τοῦ Πατμίου. Ὅσα μέρη τὸν γνώριζαν χτύπησαν πανηγυρικὰ τὶς καμπάνες καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεό, ποὺ εἶδαν τὴν εἰκόνα τοῦ Ἀμφιλοχίου ἀνηρτημένη στὸ προσκυνητάρι. Ὅλα αὐτὰ μᾶς χαροποίησαν πολλά, μᾶς γέμισαν εὐφροσύνη καὶ ὅλοι ἀγαλλομένῳ ποδὶ ψάλλουμε τὸ τροπάριό του, ποὺ τὸ εἴχαμε στὸ σεντούκι μέσα καὶ περιμέναμε νὰ κυματίση ἡ σημαία τῆς ὁσιότητάς του.
.             «Τῇ ἀγάπῃ τοῦ Λόγου ὅλος πυρούμενος, ἐξ ἁπαλῶν σου ὀνύχων ἀφωσιώθης Θεῷ, εὐλαβείας, Ἀμφιλόχιε, θησαύρισμα· ἐπὶ τῷ στήθει Ἰησοῦ ἠξιώθης προσπεσεῖν μετὰ τοῦ Ἠγαπημένου, κἀκεῖθεν ἤντλησας, μάκαρ, θεολογίας ἔνθεα νάματα.»
.             Δυστυχῶς ὅμως, ἡ διακήρυξη τῆς κατατάξεως τοῦ ὁσίου Ἀμφιλοχίου στὶς δέλτους τῆς Ἐκκλησίας ἔγινε ἀπὸ ἐπίσκοπο, ποὺ οὔτε τὸν συναναστράφηκε οὔτε στὸν δρόμο του περπάτησε. Ἀπὸ μακρόθεν κοίταζε, ἀλλὰ δὲν προσήγγιζε. Γέροντα τὸν ὠνόμασε στὶς ὁμιλίες του, ἀλλὰ ποτὲ δὲν ἀσπάσθηκε τὰ κράσπεδα τῶν ἱματίων του. Οἱ ὁμιλίες του δὲν μᾶς ἐκαρδίωσαν καὶ δυστυχῶς οὐδεὶς εὑρέθη νὰ τὸν σταματήση. Λόγος πομπώδης καὶ δικανικός, ποὺ δὲν εἶχε τίποτε νὰ ἀκουμπήση στὴν καρδιά μας.
.             Εἶναι κρῖμα ἐμεῖς οἱ κληρικοὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ διδάξουμε τοὺς ἀνθρώπους μὲ κούφια λόγια. Ὁσάκις μαζεύω καρύδια καὶ τὰ βρίσκω κούφια, στενοχωροῦμαι. Βλέπω τὸν θεόρατο κορμὸ τῆς καρυδιᾶς καὶ τὴν οἰκτίρω. Ἔτσι, ἀκούγαμε καὶ τὸν ὁμιλητὴ καὶ ἔσφιγξε ἡ καρδιά μας, ὄχι βέβαια γιὰ τὸν Ὅσιο, ἀλλὰ γιατὶ μᾶς μιλάει γιὰ τὸ μέλι, πόσο νόστιμο εἶναι, χωρὶς νὰ τὸ ἔχει δοκιμάσει ποτέ.
Ποιό ἤτανε τὸ μυστικὸ τῆς ἁγιότητας τοῦ γέροντος Ἀμφιλοχίου; Εἶχε ζήσει τὴν περιφρόνηση τῶν ἀνθρώπων, τῶν συνασκητῶν του, καὶ αὐτὸ τὸν ἔκανε εὐτυχισμένο. Μέσα στὴν καταφρόνια τὸν ἔβλεπες εὐτυχῆ, χαρούμενο, ἀνεπιτήδευτο. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ ὑπέμεινε μὲ ὑπομονή, μὲ καρτερία τῶν μελλόντων ἀγαθῶν, ἀγόγγυστα, ἀκατάκριτα. Οὐδέποτε, ἂν τοῦ λαλούσαμε τὰ ἄσχημα τῶν ἀδελφῶν, συμφωνοῦσε μαζί μας, ἀλλὰ ἔκλινε τὴν κουβέντα: «Ἒ τὸν εὐλογημένο. Ἐγκατάλειψη Θεοῦ ἔπαθε. Κάνετε προσευχή. Ἔχει ἀνάγκη νὰ τὸν καλύψουμε μὲ τὸ πιὸ πολύτιμο βλατίο ποὺ κρατᾶ κάθε ἄνθρωπος στὰ χέρια του.»
.             Ἀφοῦ ποτὲ δὲν τὸν εἶδες νὰ μετανίζη μέχρι τὰ βαθιά του γεράματα, δὲν τὸν παρατήρησες ὅτι τὰ μάτια του ἦταν πάντοτε βουρκωμένα ὅταν λειτουργοῦσε, δὲν τὸν ἀπήλαυσες νὰ προσφέρη τὴν φιλοξενία καὶ τὴν ἐλεημοσύνη τόσο ἁπλόχερα, ποὺ οἱ πλησίον του διερωτῶντο «Τί τοῦ ἔμεινε μετὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ δοσίματα;», ἀφοῦ δὲν ξέρεις τὰ πατήματά του, γιατί πλησιάζεις τὸ ὄρος νὰ τὸ ἀνεβῆς καὶ νὰ ἀνεβάσης κι ἐμᾶς;
.             Ζοῦσε τὴν ἀκτημοσύνη καὶ τὴν φτώχεια ὅπως τὰ ὑποσχέθηκε στὴν μοναχική του κουρά. Δύο πράγματα ἄκουγες νὰ ψιθυρίζη: τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ» καὶ «ἀδελφοί μου, ὑπάρχει χρεία ὑπομονῆς». Ὁ λόγος του ἦταν μετρημένος· οὔτε ὑπερβολὲς ἔλεγε οὔτε ὁράματα καὶ προφητεῖες. Δίδασκε μὲ τὴν παρουσία του ὅσα σπάνια ἀκοῦμε ἀπὸ ἀνθρώπους. Ἐκεῖνο ποὺ τὸν διέκρινε περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους Γέροντες ἦταν ἡ εὐλάβεια. Σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ σέβιζε καὶ μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους. Ἔφυγε πλήρης ἔργων ἀγαθῶν.
.             Ἂν μᾶς ἔδινε ὁ ὁμιλητὴς ἔστω καὶ κάτι μικρὸ ἀπὸ τὴν ζωή του, θὰ φεύγαμε ὅλοι μὲ πολλὲς ἀναμνήσεις. Τώρα, ἀκούσαμε τὸ μαγγανοπήγαδο νὰ γυρίζη, ἀλλὰ δὲν ἀνέβαζε στὶς σέσουλες νερό. Μακάρι νὰ βρεθῆ αὐτὸς ποὺ θὰ μᾶς δώση τὴν δροσιὰ τῶν λόγων καὶ τῆς ζωῆς τοῦ ὁσίου Ἀμφιλοχίου. Μακάρι νὰ μὴ τσιγγουνευθῆ ὁ Θεὸς νὰ στέλνη σὲ μᾶς, ἐδῶ σ᾽ αὐτὸν τὸν κόσμο ποὺ ζοῦμε, ἄνθη μυρίπνοα.
.             Αὐτὰ ποὺ γράφω, δὲν τὰ ἔγραψα ἀπὸ τὴν Πάτμο, ἀλλὰ ἀπὸ ἕνα ἐρημητήριο ποὺ βρίσκεται στοὺς πρόποδες τοῦ ὄρους Βερτίσκου. Στάθηκα μακριά, γιατὶ φοβήθηκα τὸν ἑαυτό μου ὅτι θὰ χαλάσω τὴν γιορτή… Ἀπὸ ᾽δῶ, φωνάζω καὶ μόνον ὁ Ὅσιος μὲ βλέπει καὶ μὲ ἀκούει. Στοὺς πόνους μου, αὐτὸν ἐπικαλοῦμαι. Αὐτὸς εἶναι ἡ συντροφιά μου καὶ ἡ παρηγορία μου.
.             Ταῖς τοῦ ὁσίου Ἀμφιλοχίου πρεσβείαις, Κύριε, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.

Γρηγόριος ὁ Ἀρχιπελαγίτης

 

ΠΗΓΗ: agonasax.blogspot.com

 

, ,

Σχολιάστε

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ -5 «Πεντηκοστή: ἕνα κεφαλαιῶδες γεγονὸς ποὺ ἀποκαλύπτει τὸ περιεχόµενο τῆς ἁγιότητας τῶν πιστῶν ὡς ἁγιότητα δωρεῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος».

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Ε´

Τοῦ Δηµήτρη Μαυρόπουλου

Περιοδ. «Ἐφημέριος»,
ἀρ. τ. 1/65, Ἰαν.-Φεβρ. 2016

Ἠλ. στοιχειοθεσία «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ»

Μέρος Α´: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ-1 «Πῶς καὶ ποῦ γινόµαστε ἐνεργὰ µέλη τῆς θείας Βασιλείας».
Μέρος Β´:
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ-2 «Τί σηµαίνει ἆραγε ἡ ἔκφραση “ἡ Ἐκκλησία εἶναι σῶµα Χριστοῦ”;»
Μέρος Γ´: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ-3 «Εἶναι παγίδα νὰ νοµίζει κάποιος ὅτι µπορεῖ νὰ φτάσει στὸν Χριστό, προτοῦ ἐνταχθεῖ στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ».
Μέρος Δ´:
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ- 4 «Ἡ Ἐκκλησία ἐµφαίνεται στὸ ἕνα καὶ µοναδικὸ “µυστήριο” τῆς θείας Εὐχαριστίας»

.               Ἕνα κορυφαῖο θέµα ποὺ θὰ µπορούσαµε νὰ προσεγγίσουµε, στὸ πλαίσιο τῶν ὅσων καταθέσαµε μέχρι τώρα, ὅσον ἀφορᾶ στὸ σῶµα Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου μέλη εἶναι οἱ πιστοί, εἶναι τὸ θέµα τῆς ἁγιότητας. Τί σηµαίνει «ἅγιος» στὸν ἐκκλησιαστικό μας βίο καὶ πῶς οἰκειοποιεῖται ἕνας πιστὸς τὴν ἁγιότητα; Ὅλοι γνωρίζουµε ὅτι ἡ ἁγιότητα εἶναι ὁµόλογη ἔννοια μὲ τὴ σωτηρία, δηλαδὴ ἀποτελεῖ τὸ τέλος µιᾶς ὁδοιπορίας ἑκάστου πιστοῦ, ἑνὸς τέλους ποὺ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὀνοµάζει «στέφανο τῆς δικαιοσύνης» («τὸν καλὸν ἀγῶνα ἠγώνισµαι, τὸν δρόµον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα· λοιπὸν ἀπόκειταί µοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὃν ἀποδώσει µοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡµέρᾳ»«, Β´ Τιμ. δ´ 7-8).
.               Ἀλλά, τί σηµαίνει ἀκριβῶς ἁγιότητα; Ἡ ἔννοια «ἅγιος» εἰσάγεται καὶ ἀναδύεται στὴ θεολογία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, συνδεδεµένη κατ᾽ ἀρχὴν ἀποκλειστικὰ μὲ τὴν θεότητα. Ὁ μόνος καὶ ἀποκλειστικὰ ἅγιος εἶναι ὁ Θεός, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς εἶναι μία ἑτερότητα ὡς πρὸς τὰ ὄντα καὶ τὴν κατάσταση τοῦ πεπτωκότος κόσµου. Εἶναι κάτι τὸ ξεχωριστό, ἢ µᾶλλον κάποιος ξεχωριστὸς ἀπὸ τὰ δηµιουργήµατα. Ἡ ἴδια ἡ ἑβραϊκὴ λέξη (κοντὲς / qodes) παράγεται ἀπὸ μία ρίζα ποὺ σηµαίνει «κόβω», «χωρίζω», σηµαίνει ἐποµένως τὸν ξεχωριστό. Μὲ τὴ λέξη αὐτὴ προσδιορίζεται στὴν ἰουδαϊκὴ γραµµατεία ἡ μία καὶ μόνη ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ. Σὲ αὐτὴ τὴν ἁγιότητα μετέχουν ὅσοι καὶ ὅσα συνδέονται μὲ τὸν Θεό, ἕνας ἄνθρωπος, ἕνας λαός, ἕνας τόπος, ἕνα ἀντικείµενο, ἢ μία ἐνέργεια. Εἶναι γνωστὸ τὸ περιστατικὸ ποὺ συνδέεται μὲ τὴ φλεγοµένη καὶ µὴ καιοµένη βάτο· ὅταν ὁ Μωυσῆς πλησιάζει νὰ δεῖ αὐτὸ τὸ παράδοξο φαινόµενο, ἀκούει τὸν Θεὸ νὰ τοῦ ἐπισηµαίνει ὅτι πρέπει νὰ βγάλει τὰ ὑποδήµατά του, γιατί ὁ τόπος εἶναι ἅγιος («ὡς δὲ εἶδε Κύριος ὅτι προσάγει ἰδεῖν, ἐκάλεσεν αὐτὸν ὁ Κύριος ἐκ τοῦ βάτου λέγων· Μωυσῆ, Μωυσῆ. ὁ δὲ εἶπε· τί ἐστι; ὁ δὲ εἶπε· μή ἐγγίσῃς ὧδε. λῦσαι τὸ ὑπόδημα ἐκ τῶν ποδῶν σου· ὁ γὰρ τόπος, ἐν ᾧ σὺ ἕστηκας, γῆ ἁγία ἐστί.», Ἔξοδ. γ´4-5). Ἑποµένως ἡ ἁγιότητα λαµβάνει περιεχόµενο ἀπὸ τὴν πηγή της, τὸν Θεό, καὶ τελειοῦται στὴ σχέση μὲ τὸν Θεό, ὅπως διατυπώνεται ἀπὸ τὴ θεία ἀποκάλυψη «Καὶ ἔσεσθε ἅγιοι, ὅτι ἅγιος ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑµῶν [ … ] Ἐγὼ Κύριος ὁ ἁγιάζων ὑµᾶς» (Λευ. κ´ 7 -8), ἀποκάλυψη τὴν ὁποία θὰ ἐπαναλάβει ὁ ἀπόστολος Πέτρος: «Ἀλλὰ κατὰ τὸν καλέσαντα ὑµᾶς ἅγιον καὶ αὐτοὶ ἅγιοι ἐν πάσῃ ἀναστροφῇ γενήθητε, διότι γέγραπται ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰµι» (Α´ Πέτρ. α´ 15-16). Ὅ,τι ἀκυρώνει αὐτὴ τὴ μετοχὴ στὴν ἁγιότητα, εἶναι ἁµαρτία.
.               Αὐτὴ ἡ ἁγιότητα ἀποδίδεται ἀπὸ τὸν Θεὸ στὰ μέλη τοῦ λαοῦ του, εἴτε στὰ μέλη τοῦ ἰουδαϊκοῦ λαοῦ ὡς λαοῦ τοῦ Θεοῦ (Παλαιὰ Διαθήκη), μὲ ἱδρυτικὴ πράξη τὴν περιτοµή, εἴτε στὰ μέλη τοῦ σώµατος τοῦ Χριστοῦ (Καινὴ Διαθήκη), μὲ ἱδρυτικὴ πράξη τὸ βάπτισµα. Αὐτὴ ἡ ἱδρυτικὴ ἁγιότητα δὲν δίδεται μὲ ἀξιολογικὰ κριτήρια, ἀλλὰ ἀποτελεῖ συνέπεια ἐπιλογῆς ἑκάστου πιστοῦ νὰ ἀποτελεῖ μέλος τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτὸ καὶ στὴν ἀποστολικὴ περίοδο ὅλοι οἱ βαπτισµένοι εἶναι ἅγιοι, ὅπως μαθαίνουµε ἀπὸ τὶς Πράξεις καὶ τὶς ἐπιστολὲς τῶν Ἀποστόλων (βλ. µεταξὺ ἄλλων· «Ἐγένετο δὲ Πέτρον διερχόµενον διὰ πάντων κατελθεῖν καὶ πρὸς τοὺς ἁγίους τοὺς κατοικοῦντας Λύδδαν», Πράξ. θ´ 32 « … πᾶσι τοῖς ἁγίοις ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τοῖς οὖσιν ἐν Φιλίπποις», Φιλ. α´ 1 «τοῖς ἐν Κολοσσαῖς ἁγίοις καὶ πιστοῖς ἀδελφοῖς ἐν Χριστῷ», Κολ. α´ 2).
.               Ὑπάρχει ὅμως, ἐντὸς τῆς ἱστορίας, ἕνα κεφαλαιῶδες γεγονὸς ποὺ ἀποκαλύπτει τὸ περιεχόµενο τῆς ἁγιότητας τῶν πιστῶν ὡς ἁγιότητα δωρεῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος καὶ ἀναφέροµαι στὸ γεγονὸς τῆς Πεντηκοστῆς. Ἔκτοτε, ἡ ἁγιότητα ἐγκαθίσταται ἐντὸς τοῦ σώµατος τῆς Ἐκκλησίας, γίνεται κατάσταση ὑπαρξιακῆς τάξεως. Ἡ κεφαλὴ τοῦ σώµατος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Χριστός, ὡς ὁ κατ᾽ ἐξοχὴν ἅγιος, καὶ μάλιστα κατὰ τὴ θεανθρώπινη ὑπόστασή του. Ὁ ἴδιος, στὴ λεγόµενη ἀρχιερατικὴ προσευχή Του, διατυπώνει αὐτὴ τὴ νέα κατάσταση ποὺ ἐγκαινιάζει: «Ἐγὼ ἁγιάζω ἐµαυτόν, ἵνα καὶ αὐτοὶ ὦσιν ἡγιασµένοι» (Ἰωάν. ιζ´ 19-24). Αὐτὴ ἡ ἁγιότητα ἐκχέεται πρὸς τὰ μέλη τοῦ σώµατός του διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος. Κατ᾽ ἀρχὴν μὲ αὐτὴ τὴν ἁγιότητα σφραγίζεται ἕκαστος πιστὸς μὲ τὸ Βάπτισµα καὶ τὸ Χρίσµα, συνθήκη ποὺ διατυπώνει ὁ ἱερεύς: «Σφραγὶς δωρεᾶς Πνεύµατος Ἅγιου», καὶ ἀνανεώνεται συνεχῶς γιὰ καθέναν, ποὺ παραµένει μέλος τοῦ σώµατος τοῦ Χριστοῦ. Θέλω νὰ πῶ, καὶ νὰ ὑπογραµµίσω μάλιστα, ὅτι αὐτὴ ἡ ἁγιότητα δὲν ἔχει ἠθικὸ περιεχόµενο, ἀλλὰ ὑπαρξιακό, δηλαδὴ ἀναφέρεται στὴν ἀνθρώπινη φύση. Ἐγκαινιάζει μία ὁδό, τὴν «ὁδὸ Κυρίου». Τὸ μέγα θέµα, θέµα ζωῆς, εἶναι νὰ διατηροῦµε αὐτὴ τὴν ἁγιότητα ἐνεργό, παρὰ τὶς συνεχεῖς πτώσεις μας καὶ τὴν ἐγγενῆ ροπὴ τῆς φύσης μας πρὸς τὴν ἁµαρτία. Μὴν ξεχνᾶµε ὅτι ἡ ζωὴ ἑκάστου πιστοῦ διακρίνεται ἀπὸ τὴ δυναµικὴ παρουσία τῆς μετάνοιας.
.             Ἰδιαίτερα αὐτὸ τὸ µυστήριο τῆς ἁγιότητας ἐνεργεῖται μέσα στὸ µυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ποὺ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μέχρι τὴν ἀπόλυση (καὶ πέραν αὐτῆς) ἀποτελεῖ φανέρωση τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ (βλ. τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο «Λέγω γὰρ ὑµῖν ὅτι οὐ µὴ πίω ἀπὸ τοῦ γενήµατος τῆς ἀµπέλου ἕως ὅτου ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἔλθῃ» (Λουκ. κβ´ 18). Ἄλλωστε, ἡ θεία Λειτουργία ἀποτελεῖ κατάσταση ἐντὸς τῆς θείας Βασιλείας, ὅπως ἐξαγγέλλει ἡ ἐναρκτήρια φράση «Εὐλογηµένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος». Ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος συγκροτεῖ τὸ ὅλον τῆς ἱερᾶς συνάξεως καὶ διανέµει τὰ δῶρα πρὸς τὰ ἅγια μέλη τοῦ σώµατος τοῦ Χριστοῦ. Γι᾽ αὐτὸ κατὰ τὴν εὐχὴ τῆς ἁγίας Ἀναφορᾶς ζητᾶµε ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα νὰ μᾶς ἑνώσει ἐν Ἁγίῳ Πνεύµατι: «κατάπεµψον τὸ Πνεῦμα σου τὸ Ἅγιον ἐφ᾽ ἡµᾶς καὶ ἐπὶ τὰ προκείµενα δῶρα … ». Ἐὰν ἐµεῖς, ὡς λαὸς ἅγιος Θεοῦ, δὲν παραδοθοῦµε στὴν παρουσία τοῦ Πνεύµατος, κάθε περαιτέρω βηµατισµὸς μένει μετέωρος. Καὶ ἀκόµη πιὸ δυναµικά, ὁ ἱερέας μᾶς καλεῖ, μετὰ τὸν καθαγιασµὸ καὶ τὴ μεταβολὴ τῶν Δώρων μας σὲ σῶµα καὶ αἷµα Χριστοῦ, νὰ προσέλθουµε σὲ κοινωνία μὲ τὸν Χριστὸ ὡς ἅγιοι: «Τὰ Ἅγια τοῖς ἁγίοις». Ἀσφαλῶς γνωρίζουµε ὅτι εἴµαστε ἁµαρτωλοί, ὅτι δὲν εἴµαστε ἅγιοι, ὅτι ἕνας μόνον ἅγιος ὑπάρχει, καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός, «εἷς Ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστὸς … ». Τὴν ἀποδεχόµαστε ὅμως αὐτὴ τὴν ἁγιότητα ποὺ μᾶς προσφέρεται ὡς δωρεὰ τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς σφράγισε κατὰ τὸ βάπτισµά μας, ποὺ ἀνανεώνεται διαρκῶς μὲ τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος, καὶ προσερχόµαστε στὴ θεία Κοινωνία. Ἀποδεχόµαστε δηλαδὴ τὸ µυστήριον τῆς θείας υἱοθεσίας, δυνάµει τῆς συµµετοχῆς μας στὸ σῶµα τοῦ Χριστοῦ. Μὴν ξεχνᾶµε, ὅτι μὲ τὴν προσέλευσή μας στὴν εὐχαριστιακὴ σύναξη ἔχουµε καταθέσει τὴν προαίρεσή μας νὰ εἴµαστε πολίτες τῆς θείας Βασιλείας.
.             Μιλᾶµε λοιπὸν γιὰ µιὰ ἁγιότητα ποὺ μᾶς ἔχει σφραγίσει, ὅταν βαφτιστήκαµε, ὅταν δηλαδὴ προσχωρήσαµε στὴν κοινότητα ποὺ ἐγκαθιδρύθηκε τὴν ἡµέρα τῆς Πεντηκοστῆς διὰ τῆς παρουσίας τοῦ Πνεύµατος, ἀλλὰ ἐπίσης μιλᾶµε γιὰ μιὰ ἁγιότητα ἀπὸ τὴν ὁποία συνεχῶς ἀποµακρυνόµαστε λόγῳ τῆς ἀµαρτωλότητάς μας. Γι᾽ αὐτὸ ἀντιλαµβανόµαστε τὴ ζωή μας ὡς ἕνα διαρκῆ ἀγώνα, ἤ, γιὰ νὰ χρησιµοποιήσω τὴν καταστατικὴ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας βίου λέξη, ὡς διαρκῆ μετάνοια. Ἡ μετάνοια, ποὺ τόσο χαρακτηριστικὰ περιγράφεται στὴν παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου, ἢ στὴν περίπτωση τοῦ Πέτρου (ποὺ μετὰ τὴν τριπλῆ ἄρνηση «ἐξελθὼν ἔξω ἔκλαυσεν πικρῶς»), εἶναι ἡ πιὸ «τρυφερή», ἡ πιὸ φιλάνθρωπη συνθήκη ποὺ ὡς δωρεὰ τοῦ Θεοῦ χαρακτηρίζει τὸν βίο μας. Μέσῳ αὐτῆς ἡ ἁγιότητα εἶναι διαρκῶς παροῦσα, ἀκόµη κι ὅταν τραγικὰ βιώνουµε τὴν ἀπουσία της.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ:

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ -7 « Ἡ ὁδὸς αὐτὴ ἀφορᾶ στὴ θεραπεία τῆς φύσεως»

 

, , , , ,

Σχολιάστε

ΜE ΠIΣΤΗ, ΠΡΟΣΕΥΧH καὶ ΑΓΙΟΤΗΤΑ «Ἐπικρατεῖ στὶς καρδιὲς ὁ φόβος, ἡ ἀ­γωνία, τὸ ἄγχος, ἡ ἀπαισιοδοξία, ἡ μελαγχολία, ἡ κατάθλιψη».

Μὲ πίστη, προσευχὴ καὶ ἁγιότητα

τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»

.            Τὸ μεταναστευτικό, τὸ προσφυγικό, τὸ ἀσφαλιστικό, τὸ φορολογικό, οἱ διαρκῶς μειούμενες οἰκονομικὲς ἀντοχές μας, ἡ ἐπαπειλούμενη γενικὴ πτώ­χευση, ἡ ἀπογοήτευση τῶν νέων καὶ ἡ φυγή τους στὸ ἐξωτερικό, ἡ ἐξαθλίωση στὰ Νοσοκομεῖα μας, οἱ ἐπιπόλαιοι πειραματισμοὶ στὸν εὐαίσθητο χῶρο τῆς Παιδείας, τὰ ἐπικίνδυνα παιγνίδια πολέμου στὸ Αἰγαῖο, ἡ πολιτικὴ ἀστάθεια, ἡ πνευματικὴ καθίζηση, ἡ ἠθικὴ παραλυσία, ἡ αὐξανόμενη ἐγκληματικότητα καὶ τόσα, τόσα ἄλλα…
.            Αὐτὴ εἶναι, δυστυχῶς, ἡ ἀποκαρδιωτικὴ καθημερινὴ πραγματικότητα ποὺ ζοῦ­­με, ἡ ἀποπνικτικὴ ἀτμόσφαιρα ποὺ ἀναπνέουμε.
.            Ποιός τὰ ἔφερε ὅλα αὐτά; Ποιὸς ἔχει τὸ κύριο βάρος τῆς εὐθύνης; Ἀσφαλῶς ὄχι αὐτοὶ ποὺ φαίνονται, αὐτοὶ ποὺ θεωροῦμε ὅτι κυβερνοῦν τὰ ἔθνη καὶ τοὺς λαούς. Ὑπάρχουν ἄλλοι ποὺ κινοῦν τὰ νήματα, ἄλλα κέντρα ποὺ ἀποφασίζουν, ἄλλες δυνάμεις ποὺ ἐνεργοῦν. Καὶ ἐμεῖς παρακολουθοῦμε ἀνήμποροι νὰ ἀντιδράσουμε.
.            Καὶ οἱ προοπτικές; Ἡ κατάσταση εἶναι τόσο συγκεχυμένη, ἀδιευκρίνιστη καὶ ρευ­­στή, ποὺ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίζει τί θὰ μᾶς φέρει τὸ αὔριο. Ὅλα φαίνον­ται ἀβέβαια, δυσάρεστα καὶ σκοτεινά. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐπικρατεῖ στὶς καρδιὲς ὁ φόβος, ἡ ἀ­γωνία, τὸ ἄγχος, ἡ ἀπαισιοδοξία, ἡ μελαγχολία, ἡ κατάθλιψη.
.            Ὑπάρχει κάτι ἐντυπωσιακὸ σ’ ὅλη αὐτὴ τὴ δύσκολη κατάσταση: Τὴν ἀντιμετωπίζουμε χωρὶς καμιὰ ἀναφορὰ στὸν Θεό. Καὶ ἄλλοτε περάσαμε δοκιμασίες, φθάσαμε σὲ ἀδιέξοδα βασανιστικά. Καταφεύγαμε ὅμως ὡς ἔθνος στὸν Θεό. Ζητούσαμε τὴ βοήθειά Του, τὴ δραστική Του παρέμβαση. Καὶ βλέπαμε θαύματα τότε. Τώρα ὅλα τὰ ἀντιμετωπίζουμε μὲ μόνες τὶς δικές μας δυνάμεις, μὲ δεδηλωμένη καὶ ὑπερήφανη τὴν προκλητικὴ ἀθεΐα μας! Μὲ αὐ­τοπεποίθηση, μὲ μεγαλόστομες διακηρύξεις. Χωρὶς ὅμως τόλμη, χωρὶς τὴν παρηγοριὰ καὶ τὴ δύναμη τῆς πίστεως, χωρὶς ἐλπίδα. Καὶ προχωροῦμε ἀπὸ τὸ κακὸ στὸ χειρότερο. «Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν», ἔχει πεῖ ὁ Κύριος (Ἰω. ιε´ [15] 5). Σήμερα φθάσαμε στὸ «οὐδέν», ἀλλὰ κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἰθύνοντες δὲν σκέπτεται ὅτι αὐτὸ ὀφείλεται στὸ ὅτι βαδίζουμε χωρὶς τὸν Θεό.
.            Ὅσοι θέλουμε νὰ ἔχουμε τὴν ἀναφορὰ τῆς ζωῆς μας στὸν Θεό, ὅσοι κρατοῦμε ἀ­κόμη τὴν πίστη στὴν καρδιά μας, ἂς μὴ λησμονοῦμε ὅτι πίσω ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ φαίνονται ὅτι κυβερνοῦν τὸν κόσμο, πίσω καὶ ἀπὸ τοὺς ἄλλους πού, ἄγνωστοι στοὺς πολλούς, κινοῦν τὰ νήματα, ὑπάρχει κάποιος Ἄλλος. Αὐτός, ὁ ἀόρατος Κυβερνήτης τοῦ παντός, εἶναι ὁ παντοδύναμος Θεός, ὁ παντοκράτωρ Κύριος, ὁ Δημιουργὸς τοῦ σύμπαντος κόσμου. Εἶ­ναι Αὐτὸς ποὺ ὄχι μόνο ἔφερε στὴν ὕ­παρ­ξη μὲ τὸν παντοδύναμο λόγο Του τὰ πάντα, ἀλλὰ ἐξακολουθεῖ νὰ συντηρεῖ τὰ πάντα καὶ νὰ τὰ κυβερνᾶ, γιὰ νὰ τὰ ὁδηγεῖ, μὲ ἄπειρη δύναμη καὶ σοφία, στὸν ἔσχατο σκοπὸ ποὺ ὁ Ἴδιος ἔχει ὁρίσει. Αὐτὸς εἶναι «ὁ ἡνιοχεῖν τὰ πάντα δυνάμενος», ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος (PG 53, 36). Κρατεῖ στὰ παντοδύναμα χέ­ρια Του τὰ ἡνία στὸ ἅρμα τοῦ κόσμου καὶ τὸ κατευθύνει μὲ θαυμαστὴ ἀκρίβεια στὴν πορεία ποὺ ὁ Ἴδιος ἔχει χαράξει, γιὰ νὰ ἐξυπηρετηθεῖ τὸ δικό Του σχέδιο καὶ νὰ γίνει τελικὰ τὸ δικό Του ἅγιο καὶ σωτήριο θέλημα.
.             Ὅλα εἶναι κάτω ἀπὸ τὸ βλέμμα Του, ὅλα εἶναι ὑπὸ τὸν ἔλεγχό Του, ὅλα, καὶ αὐτὰ ἀκόμη ποὺ οἱ ἐχθροί Του ἐνεργοῦν εἰς βάρος Του, καὶ αὐτὰ ἀκόμη τὰ χρησιμοποιεῖ γιὰ νὰ ὑπηρετοῦν τὸν σκοπό Του. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀσύλληπτη δύναμη καὶ σοφία Του!
.            Ἂς μὴν ἀνησυχοῦμε λοιπόν. Ἂς μὴ μᾶς πιάνει πανικός. Ἂς μὴ φοβούμεθα. Ἡ πίστη μᾶς εἰρηνεύει καὶ γεννᾶ τὴν προσευχή. Ἡ καταφυγὴ στὸν Θεὸ δυναμώνει τὴν ψυχή, τῆς χαρίζει στὰ δυσάρεστα ἀντοχὴ καὶ ἐλπίδα. Γι’ αὐτὸ νὰ προσευχόμαστε πάντοτε, ἰδιαίτερα στὶς δύσκολες περιόδους τῆς ζωῆς μας νὰ ἀναθέτουμε «ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ». Τὸν ἑαυτό μας, τοὺς δικούς μας, ὅλα τὰ ζητήματα τῆς ζωῆς μας νὰ τὰ ἐμπιστευόμαστε στὴν πανάγαθη καὶ παντοδύναμη Πρόνοια τοῦ Θεοῦ.
.            Ἡ προσευχὴ δὲν ὠφελεῖ μόνο ἐμᾶς ποὺ προσευχόμαστε. Ὠφελεῖ καὶ αὐτοὺς γιὰ τοὺς ὁποίους προσευχόμαστε. Ὠφελεῖ τοὺς συνανθρώπους μας, τὸ ἔθνος μας καὶ ὅλο τὸν κόσμο. Ἡ προσευχὴ εἶναι ἡ πιὸ οὐσιαστικὴ προσφορὰ στὸν κόσμο.
.            Ὑπάρχει ὅμως καὶ κάτι ἀκόμη· ἡ ἀνάγκη νὰ ζήσουμε βαθύτερα καὶ οὐσιαστικότερα τὴν πνευματικὴ ζωή, νὰ βαδίσουμε μὲ συν­έπεια τὴν ὁδὸ τοῦ ἁγιασμοῦ μας.
.            Ὁ Θεὸς γιὰ χάρη τῶν λίγων θὰ σώσει τοὺς πολλούς. Ἂν βρίσκονταν δέκα δίκαιοι στὰ Σόδομα, δὲν θὰ γινόταν ἡ καταστροφή. Καὶ γιὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλὴμ εἶπε ὁ Κύριος ὅτι «διὰ τοὺς ἐκλεκτοὺς κολοβωθήσονται αἱ ἡμέραι ἐ­κεῖναι», γιὰ χάρη τῶν ἐκλεκτῶν θὰ λιγοστέψουν οἱ μέρες ἐκείνης τῆς μεγάλης θλίψεως (Ματθ. κδ´ [24] 22).
Λείπουν σήμερα οἱ μεγάλοι ἄνδρες, ποὺ θὰ πᾶνε μπροστὰ καὶ θὰ σηκώσουν τὰ μεγάλα βάρη. Ποὺ θὰ ἀναλάβουν μὲ συνέπεια τὶς μεγάλες εὐθύνες. Ποὺ θὰ θυσιασθοῦν οἱ ἴδιοι γιὰ νὰ ζήσουν οἱ ὑ­πόλοιποι. Ἀλλὰ δὲν λείπουν τόσο αὐτοί, οἱ τολμηροὶ καὶ ἱκανοὶ πολιτικοὶ καὶ οἱ εὐ­φυεῖς οἰκονομολόγοι. Λείπουν οἱ Ἅγιοι.
.            Ὅποιος ἐργάζεται γιὰ τὸν προσωπικό του ἁγιασμό, αὐτὸς εἶναι ψύχραιμος καὶ εἰρηνικὸς στὶς δυσκολίες καὶ ὅλα τὰ ἀντιμετωπίζει μὲ ἤρεμη βεβαιότητα. Αὐτὸς βο­η­θεῖ οὐσιαστικὰ καὶ στὴν ἐπίλυση τῶν γενικότερων προβλημάτων. Οἱ Ἅγιοι σώζουν τὸν κόσμο.

 

, ,

Σχολιάστε

«Η ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΕΧΕΙ ΕΥΓΕΝΕΙΑ, ΛΕΠΤΟΤΗΤΑ, ΧΑΡΗ».

Λόγος ἐν χάριτι, ἅλατι ἠρτυμένος

ἀπὸ τὸ βιβλίο
τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Νικολάου (Χατζηνικολάου)
«Φωνή αὔρας λεπτῆς»
ἐκδόσεις «Ἐν Πλῷ», Ἀθῆναι 2006

ΕΙΣ. ΣΧ. «ΧΡ. ΒΙΒΛ..»: «Ἡ ἁγιότητα ἔχει μία εὐγένεια, μία λεπτότητα, μία χάρη πάνω της. Δέν εἶπε σοφίες οὔτε θεολογίες οὔτε ἔκανε ἐντυπωσιακές ἀποκαλύψεις. Γέμισε ὅμως ὅλων τήν καρδιά».
Ἡ ἀγένεια, ἡ γυφτιά, ἡ χοντροκοπιά, ὅσα “ὀρθόδοξα’’ -βαρύγδουπα ἐνίοτε- ροῦχα κι ἂν φοροῦν, δὲν ἔχουν Χάρη καὶ εὐωδία Χριστοῦ. Τὶς ἀκοῦς, τὶς βλέπεις, τὶς νιώθεις πὼς σοῦ «ἀδειάζουν» τὴν καρδιά!

.             Φεβρουάριος τοῦ 1988. Στίς Καρυές κάνει ἀρκετό κρύο. Ἔχει σημαντικό ὑψόμετρο· ἔχει καί ὑγρασία πού δυσκολεύει τά πράγματα. Σήμερα ὅμως εἶναι ξερός ὁ καιρός. Ἔχει κι ἕνα ἀεράκι πού ἄν εἶσαι καλά ντυμένος τό ἀπολαμβάνεις. Εἶναι ἀπόγευμα. Μόλις ἔπεσε ὁ ἥλιος πίσω ἀπό τό βουνό. Προχωροῦμε στό μονοπάτι μαζί μέ τόν π. Παΐσιο. Στόν δρόμο συναντοῦμε τόν π. Καλλίνικο ἀπό τή Σκήτη τοῦ Κουτλουμουσίου.
.             Φθάνουμε στό ξύλινο γεφυράκι του. Γύρω μας φουντουκιές γυμνές χωρίς φύλλα. Μόνο κλαδιά.
«Μπά, ποιός ἔφερε μανταρίνια;», ρωτᾶ ἔκπληκτος ὁ π. Παΐσιος.
.             Στό βάθος, σέ ἀπόσταση μεγαλύτερη ἀπό ἑξήντα μέτρα, διακρίνεται ἡ πόρτα τῆς αὐλῆς του καί κάτι πού ροδίζει στή βάση της, ἴσως νά ᾽ναι χρώματος πορτοκαλί. Ἡ ἀπόσταση δέν ἀφήνει περιθώρια γιά περισσότερες λεπτομέρειες.
.             Σέ λίγη ὥρα πλησιάζουμε. Πράγματι, βλέπουμε μία μεγάλη σακούλα διαφανή, πορτοκαλί χρώματος, γεμάτη μανταρίνια. Ποῦ τά εἶδε ὁ ἄνθρωπος! Πῶς διέκρινε ὅτι εἶναι μανταρίνια καί ὄχι πορτοκάλια! Ἀφοῦ δέ καί ἡ σακούλα εἶναι πορτοκαλί, θά μποροῦσε νά περιεῖχε καί μῆλα.
.             «Πῶς μ’ ἀρέσουν τά μανταρίνια!», λέει μέ ἐμφανῶς προσποιητή λαιμαργία, ὁ γέροντας. «Θά κρατήσω γιά τόν ἑαυτό μου τρία… Καλύτερα, ἄς τά κάνω πέντε… Μιὰ πού βρῆκα τήν εὐκαιρία, θά πάρω ἑπτά», λέει μέ ἕνα πολύ χαριτωμένο χαμόγελο καί σταματᾶ.
.             «Πάρε τά ὑπόλοιπα, π. Καλλίνικε, καί πήγαινέ τα ἀπέναντι στόν γερό-Ἰωσήφ».
.             Ὁ γερo-Ἰωσήφ ἦταν ἕνα γεροντάκι στήν Κουτλουμουσιανή Σκήτη, 103 ἐτῶν, πού ὅμως καθημερινά καλλιεργοῦσε τόν κῆπο του.
.             Ὁ π. Καλλίνικος ἔβαλε σχῆμα, ζήτησε εὐλογία καί ἔφυγε. Ἐμεῖς μέ τόν π. Παΐσιο μπήκαμε στό καλυβάκι του. Καθίσαμε στό ἕνα κελλί καί μοῦ ζήτησε νά τοῦ διαβάσω κάτι χειρόγραφα κείμενά του.
.             Πέρασαν περίπου εἴκοσι λεπτά καί χτυπάει τό σίδερο τῆς αὐλόπορτας. Κάποιοι ἦλθαν γιά νά τόν συναντήσουν.
.             «Νά ἀνοίξω, γέροντα;», ρωτῶ.
.             «Ἄσε καλύτερα. Ἄν εἶναι περίεργοι θά φύγουν. Ἄν εἶναι πονεμένοι ἤ διψασμένοι θά ἐπιμείνουν».
.             Συνεχίζουμε τήν ἀνάγνωση. Σέ λίγα λεπτά ξαναχτυπάει τό σίδερο.
.             «Τί κάνουμε τώρα, γέροντα;». ξαναρωτῶ.
.             Στό παράθυρό του, ἀντί κουρτίνας κρεμόταν ἕνα κομμάτι ἀπό σεντόνι.
.             «Κοίτα λοξά, νά μήν σέ δοῦν καί δές πόσοι εἶναι», μοῦ λέγει.
.             «Δέν μπορῶ νά τούς μετρήσω, δέν φαίνονται», ἀπαντῶ.
.             «Καλά, δέν ξέρεις οὔτε ἀριθμητική; Τί ἔκανες τόσα χρόνια στήν Ἀμερική; Ἄς περιμένουμε, αὐτοί θά ξαναχτυπήσουν».
.             Πράγματι, σέ λίγα λεπτά, χτυποῦν γιά τρίτη φορά.
.             «Τώρα θά προσπαθήσω ἐγώ νά τούς μετρήσω. Μπορεῖ νά μήν τελείωσα τό Δημοτικό, ἀλλά θά τά καταφέρω», μοῦ λέγει.
Σηκώνεται καί ἀνοίγει τήν πόρτα τῆς καλύβας.
.             «Τί πάθατε, παλικάρια, τέτοια ὥρα; Τί ἤλθατε νά κάνετε;».
.             «Πάτερ, θέλουμε λίγο νά σᾶς δοῦμε. Γίνεται;».
.             «Νά μέ δεῖτε γίνεται. Ἀλλά τί θά βροῦμε νά σᾶς κεράσουμε. Πόσοι εἶστε; Γιά νά σᾶς μετρήσω ἕνας, δύο… ἑπτά. Γιά νά δῶ τί θά βροῦμε στό μαγαζί, τέτοια ὥρα».
.             Μπαίνει μέσα καί ἐπιστρέφει μέ τά ἑπτά μανταρίνια.
.             Τί φοβερός ἄνθρωπος, σκέπτομαι ἔκπληκτος ἀπό μέσα. Ποῦ τό ἤξερε καί κράτησε τά μανταρίνια ! Τό προγνώριζε; Τόν φώτισε ὁ Θεός χωρίς αὐτός νά τό συνειδητοποιεῖ;
.             «Ἀπό ποῦ ἔρχεσθε, παλικάρια;», ρωτάει μέ ἐνδιαφέρον.
.             «Εἴμαστε ἀπό τήν Ἀθήνα. Καί ὁ Βruce μέ τόν John ἀπό τήν Ἀμερική».
.             «Ἀπό τήν Ἀμερική; Μά ἄν τούς κεράσουμε ἕνα μανταρίνι, αὐτοί θά μᾶς ρεζιλέψουν σέ ὅλο τόν κόσμο. Γιά νά βροῦμε κάτι Ἀμερικάνικο στό… supermarket».
.             Ξαναμπαίνει μέσα καί ἐπιστρέφει μέ ἕνα πακέτο ἀμερικάνικα μπισκότα καί ἕνα κουτί ξηρούς καρπούς διαφόρων εἰδῶν Ρlanters, τῆς πιό φημισμένης δηλαδή μάρκας στήν Ἀμερική. Ἔκπληκτοι αὐτοί ἐκφράζουν τόν θαυμασμό καί τόν ἐντυπωσιασμό τους.
.             «Πάτερ, τί συμβολίζει τό τάλαντο ποὺ χτυποῦν στά μοναστήρια;», ρωτάει δειλά ὁ ἕνας.
.             «Δέν ξέρω τί συμβολίζει. Οὔτε καί ἔχει καμιά σημασία. Αὐτό πού ἔχει ἄξια δέν εἶναι νά χτυπάει κάνεις τό τάλαντο τοῦ μοναστηρίου, ἀλλά νά πολλαπλασιάζει τό τάλαντο τοῦ Θεοῦ. Ἀκοῦστε, παιδιά! Ἐπειδή ἡ ὥρα πέρασε, πρέπει νά πηγαίνετε. Ἕνα μόνο νά πῶ: τό πρόβλημα μέ τούς Ἀμερικάνους εἶναι ὅτι στά Ἀγγλικά τό “ἐγώ” γράφεται πάντοτε μέ κεφαλαῖο, ἐνῶ ἐμεῖς στήν Ἑλλάδα τό γράφουμε πότε-πότε καί μέ μικρό».
.             Γέλασαν μέ τή χαριτωμένη παρατήρηση καί ρωτοῦν οἱ Ἀμερικάνοι:
.             «Αὐτό τί σημαίνει; Ἐμεῖς τί πρέπει νά κάνουμε;».
.             «Νά διαγράψετε τό “ἐγώ” ἀπό τό λεξιλόγιό σας, παιδιά. Ὁ ἐγωισμός εἶναι ὁ μεγάλος μας ἐχθρός. Αὐτόν πρέπει νά πολεμήσουμε ὅλοι ἀνεξαιρέτως»
.             Ἡ ἁγιότητα ἔχει μία εὐγένεια, μία λεπτότητα, μία χάρη πάνω της. Δέν εἶπε σοφίες οὔτε θεολογίες οὔτε ἔκανε ἐντυπωσιακές ἀποκαλύψεις. Γέμισε ὅμως ὅλων τήν καρδιά. Προνόησε διακριτικά, κάλυψε τό χάρισμά του, εὐγενικά κέρασε τούς ἐπισκέπτες του, ὄμορφα πρωτοτύπησε μέ τόν τρόπο του, οἰκοδόμησε μέ τόν λόγο του, ἀνέπαυσε μέ τήν παρουσία του. Χωρίς νά προσπαθεῖ νά πείσει γιά κάτι κανέναν, πείθει γιά τά πιό μεγάλα ὅλους. Δίπλα του φωτίζεσαι, χαίρεσαι, ἀναπαύεσαι. Αἰσθάνεσαι σάν τή Μαρία «παρά τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ». Σάν τούς ἀποστόλους στό ὄρος τῆς θείας Μεταμορφώσεως -δέν θέλεις νά ξεκολλήσεις μέ τίποτα.

ΠΗΓΗ: agiazoni.gr

, ,

Σχολιάστε

ΕΚΘΡΟΝΙΣΤΗΚΕ στὴν γῆ, ΓΙΑ ΝΑ ΕΝΘΡΟΝΙΣΤΕΙ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ πρὶν 40 χρόνια

40 χρόνια στ θρόνο το ορανο Χαλκίδος Νικόλαος

τοῦ Μητροπ. Φθιώτιδος Νικολάου

ipsiiii-ii-ips.             Πέρασαν 40 χρόνια ἀπὸ τὴν 19η  Ἰανουαρίου τοῦ 1975 ποὺ σὲ Νοσοκομεῖο τοῦ Λονδίνου ἄφησε τὴν τελευταία του πνοὴ ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Χαλκίδος κυρὸς Νικόλαος Σελέντης, στὴν ἀκμὴ τῆς ἡλικίας του, μόλις 44 ἐτῶν. Στὸ μικρὸ διάστημα τῆς Ἀρχιερατείας του ἄφησε ἀνεξίτηλη τὴν σφραγίδα τῆς προσωπικότητός του, στὴν ἱστορικὴ Μητρόπολη τῆς Χαλκίδος, στὴν ὁποία μέχρι σήμερα κλῆρος καὶ λαὸς μιλοῦν μὲ τὰ καλύτερα λόγια γιὰ τὸν φιλάγιο, ταπεινό, φιλόπτωχο καὶ δραστήριο Μητροπολίτη Νικόλαο.

.             Ἀπὸ τὴ Μεγαλόχαρη τῆς Τήνου, ὅπου ὑπηρετοῦσε ὡς Ἱεροκῆρυξ ἐξελέγη ἀπὸ τὴν Ἀριστίνδην Σύνοδο ἐπὶ Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου τοῦ Α´ τὴν 19η Νοεμβρίου τοῦ 1968 στὸν Ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Χαλκίδος εἰς διαδοχὴν τοῦ ἐπίσης Τηνίου Γέροντος Μητροπολίτου Χαλκίδος Γρηγορίου Πλειαθοῦ καὶ σὲ 6 χρόνια μὲ ἀκάματο ζῆλο καὶ ἐντυπωσιακὴ δραστηριότητα ἀνεμόρφωσε τὴν γηρασμένη Μητρόπολη μεταδίδοντας τὸ φιλοπατερικό, φιλακόλουθο, φιλάνθρωπο καὶ φιλειρηνικό του πνεῦμα σὲ κλῆρο καὶ λαό.
.             Τὸν Ἰούλιο τοῦ 1974 ἐκδιώχθηκε ἄδικα ἀπὸ τὴν Μητρόπολή του ἄνευ δίκης καὶ ἀπολογίας καὶ σὲ 6 μῆνες κουρασμένος ψυχικὰ σηκώνοντας τὸν σταυρὸ τῆς ἀσθενείας του «ἔσπευσεν ἐκ μέσου πονηρίας» καὶ «ἠρπάγη, μὴ κακία ἀλλάξῃ σύνεσιν αὐτοῦ, ἢ δόλος ἀπατήσῃ ψυχὴν αὐτοῦ».

Ἡ ὑπογραφὴ τοῦ ἀοιδίμου Μητροπολ. Χαλκίδος Νικολάου [ἀρχεῖο «ΧΡΙΣΤ. ΒΙΒΛ.»]

Ἡ ὑπογραφὴ τοῦ ἀοιδίμου Μητροπολ. Χαλκίδος Νικολάου [ἀρχεῖο «ΧΡΙΣΤ. ΒΙΒΛ.»]

.             Ὁ ἀείμνηστος Νικόλαος ἦταν φιλάγιος ἀπὸ τὰ νεανικά του χρόνια. Ἀναζητοῦσε καὶ ἀνακάλυπτε τοὺς συγχρόνους ἁγίους, μὲ τοὺς ὁποίους διατηροῦσε πνευματικοὺς δεσμούς. Πρῶτος πνευματικός του ἦταν ὁ ἅγιος Καθηγούμενος τῆς Πάρου π. Φιλόθεος Ζερβάκος, ἀπὸ τὸν ὁποῖο χειραγωγήθηκε πνευματικὰ στὰ πρῶτα βήματά του. Ὅταν ἔγινε Κληρικὸς στὴν Καρδίτσα, συνδέθηκε μὲ τὸν παπα-Δημήτριο Γκαγκαστάθη. Ἀργότερα στὸ Ἅγιον Ὄρος ἐγνώρισε τὸν Ἅγιο Παΐσιο, μὲ τὸν ὁποῖο εἶχε μεγάλο πνευματικὸ σύνδεσμο καὶ ἀλληλογραφία. Ἀπὸ κοντὰ ἐπίσης γνώρισε καὶ τὸν Ρῶσο παπα-Τύχωνα, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγραψε ἕνα ὡραῖο φυλλάδιο: «Ὁ παπα-Τύχων, ἕνα λουλούδι στὸ περιβόλι τῆς Παναγίας». Ὁ ἅγιος Γέροντας Ἰάκωβος Τσαλίκης στὴ Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ὁσίου Δαβὶδ ἦταν ἡ ἀπαντοχή του. Πήγαινε τακτικὰ γιὰ νὰ ὠφεληθεῖ ἀπὸ τὴν ἀγάπη του καὶ πάντοτε μᾶς ἔλεγε χαμηλόφωνα καὶ πειστικά: «Ὁ π. Ἰάκωβος εἶναι ἅγιος». Ἦταν ἀναζητητὴς τῆς ἁγιότητος.
.             Τοὺς ἁγίους τοὺς ἀνεκάλυπτε καὶ μέσα στὸ λαό. Εὕρισκε ἀνθρώπους μὲ χαρίσματα μὲ τοὺς ὁποίους διατηροῦσε σχέσεις. Σκοπός του ἦταν νὰ συλλέξει τὴν γύρη τῆς ἁγιότητός τους γιὰ νὰ θρέψει τὴν ψυχή του. Αὐτὸ τὸν πόθο ἐξέφρασε στὸν τίτλο ἑνὸς Κυριακοδρομίου του: «Τὸ φῶς τοῦ προσώπου Σου ἐκζητήσω».
.             Ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Χαλκίδος Νικόλαος ἦταν ἕνας διαλεκτὸς Ἱεράρχης. Ἀγόγγυστα ἐσήκωσε τοὺς δύο βαρυτάτους σταυρούς, τῆς ἐκθρονίσεώς του καὶ μετὰ τῆς ἀσθενείας του. Μετὰ τὴν κοίμησή του ἀκολούθησαν πολλὰ θαυμαστά, τὰ ὁποῖα ὁ Θεὸς θὰ ἀποκαλύψει στὴν Ἐκκλησία, ὅταν κρίνει τὸν κατάλληλο καιρό. Ὅταν ὁ ἀείμνηστος ἐθλίβετο, ὁ Θεὸς σμίλευε τὴν εἰκόνα τῆς ἁγιότητός του. Καὶ μέσα ἀπὸ τὶς καταιγίδες τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καὶ μέσα ἀπὸ τὴν θλίψη καὶ τὸν πόνο ἡ θεία Πρόνοια γνωρίζει τὸν τρόπο νὰ στηρίζει τὸν πιστό, ποὺ δίδει τὴν μαρτυρία τῆς πίστεως.
.             Ἐπειδὴ ἡ μεγάλη ἐκκλησιαστικὴ ἀναταραχὴ τοῦ 1974 ἔγινε ἐπὶ Ἀρχιεπισκόπου Σεραφεὶμ θὰ καταθέσω εἰς μνημόσυνον αὐτοῦ καὶ τοῦ Νικολάου, ἕνα περιστατικὸ ποὺ πολλὰ προσφέρει διδάγματα.
.             Ἀρκετὰ χρόνια μετὰ τὰ γεγονότα αὐτὰ βρέθηκε καλεσμένος ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Σεραφεὶμ στὸ σπίτι ἑνὸς ἐφοπλιστοῦ στὴ Φιλοθέη μαζὶ μὲ ἄλλα ἐξέχοντα πρόσωπα. Μεταξὺ αὐτῶν ἦταν καὶ ἕνας Στρατηγός, ὁ ὁποῖος εἶχε ἐνδιαφέροντα ἐκκλησιαστικά, γι’ αὐτὸ περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους συζητοῦσε μὲ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο. Στὴ συζήτηση ἐπάνω τὸν ἐρώτησε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος: «Πῶς ἔχεις τόσα ἐνδιαφέροντα γιὰ τὴν Ἐκκλησία;» καὶ ὁ Στρατηγὸς ἀπάντησε ὡς ἑξῆς: «Ἐγνώρισα, Μακαριώτατε, ἕναν ἄξιο Ἱεράρχη, ὅταν ὑπηρετοῦσα στὴν Σχολὴ Πεζικοῦ Χαλκίδος, ὁ ὁποῖος μοῦ κέρδισε τὴν ψυχή». «Ποιός Ἱεράρχης ἦταν;» ἐρώτησε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος. «Ἐλέγετο Νικόλαος».  Τὴν ὥρα ἐκείνη, σύμφωνα μὲ τὴν μαρτυρία τοῦ παρισταμένου ἀειμνήστου π. Δημητρίου Τζέρπου, ἐφημερίου τῆς Ἁγίας Φιλοθέης, ὁ ὁποῖος καὶ αὐτὸς ἦταν καλεσμένος στὸ δεῖπνο, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Σεραφεὶμ ἔβγαλε ἕνα ἀναστεναγμό, ἐκτύπησε μὲ τὸ χέρι τὸ στῆθος του καὶ μὲ αὐθορμητισμὸ εἶπε: «Ἄχ, τὸ ἔχω βάρος στὴν ψυχή μου».
.             Ἡ κατάθεση αὐτὴ τοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιεπισκόπου Σεραφεὶμ εἶναι ἀναγνώριση τῆς ἀκεραιότητος τοῦ μακαριστοῦ Νικολάου καὶ συγχρόνως μία ἐξομολόγηση ἐκ βαθέων ψυχῆς τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, ποὺ ἀνέλαβε ἑκὼν ἄκων νὰ φορτωθεῖ τὸ βάρος τῶν τότε ἐκκλησιαστικῶν γεγονότων, στὰ ὁποῖα πρωτομάστορες ἦταν ἄλλοι.
.             Ὁ ἀείμνηστος Χαλκίδος Νικόλαος στὰ λίγα χρόνια τῆς διακονίας του ἄφησε στὴν Ἐκκλησία τὴν ἀκτινοβολία τοῦ παραδείγματός του καὶ τὰ ἴχνη τῆς ἁγιοπατερικῆς διαβάσεώς του. Καθιερώθηκε στὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν ὡς ὁ ἄκακος καὶ ταπεινός, ὡς ὁ ἐραστὴς τοῦ κάλλους καὶ τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, ὡς ὁ Ἐπίσκοπος τῶν καλῶν ἔργων καὶ τῆς ἀγάπης.

Ἂς εἶναι αἰωνία του ἡ μνήμη.

† ὁ Φθιώτιδος Νικόλαος

ΠΗΓΗ: imfth.gr

, ,

Σχολιάστε

ΠΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ «ΕΓΙΝΕ» ΑΓΙΟΣ Ο π. ΠΑΪΣΙΟΣ

Πς κα γιατί γινε γιος π. Παΐσιος
Ὁ Ἀρχιγραμματεὺς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου
τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως δίνει τὶς ἀπαντήσεις
στὸ WE τοῦ news247

τῆς Μαργαρίτας Πουρνάρα

.               Τὴν Κυριακὴ 18 Ἰανουρίου στὴν Μονὴ Ἁγίου Ἰωάννη Θεολόγου στὴ Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης, ὅπου βρίσκεται ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου – πλέον – Παϊσίου τοῦ Ἀθωνίτου, θὰ συρρεύσουν χιλιάδες πιστοὶ γιὰ νὰ προσκυνήσουν. Εἶναι μία πολὺ σημαντικὴ ἡμέρα γιὰ τὰ χρονικά τῆς σύγχρονης ὀρθοδοξίας, καθὼς ὁ γέροντας, ποὺ πέθανε πρὶν ἀπὸ 22 χρόνια, ὑπῆρξε ξεχωριστὴ προσωπικότητα τοῦ καιροῦ μας.
.               Γιὰ ὅσους τὸν συνάντησαν ἀπὸ κοντά, ἦταν φανερὸ τὸ χάρισμα τῆς προόρασης καὶ τῆς διόρασης: λένε ὅτι εἶχε τὴν ἀναμφισβήτητη δύναμη νὰ ἀντιλαμβάνεται τὸ πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἦταν ἀπέναντί του, πρὶν ἀκούσει ἔστω καὶ μία λέξη. Μὲ προσευχὴ καὶ πνευματικὴ καθοδήγηση, τοῦ ἔδινε λύση, φώτιση καὶ δύναμη.
.               Μὲ τὸν καιρὸ ἡ φήμη του ἁπλώθηκε σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἑλλάδα ἀλλὰ καὶ τὴν Ὀρθοδοξία, καθὼς τὸ ὄνομά του εἶναι εὐρέως γνωστό. […]
.             Τὸ NEWS 247 ἐπικοινώνησε μὲ τὸν Ἀρχιμανδρίτη Βαρθολομαῖο Σαμαρᾶ στὸ Φανάρι, ὁ ὁποῖος εἶναι Ἀρχιγραμματεὺς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καὶ μέλος τῆς Κανονικῆς Ἐπιτροπῆς, ποὺ ἐπιλήφθηκε τοῦ θέματος. Ἔχοντας γνώση τοῦ Τυπικοῦ, ὁ πατέρας Βαρθολομαῖος μᾶς ἐξήγησε τὴν διαδικασία σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία ἀποφασίζει νὰ ἀνακηρύξει κάποιον μοναχό, κληρικὸ ἢ μάρτυρα σὲ ἅγιο.
.               «Κατὰ τοὺς πρώτους χρόνους τῆς Χριστιανοσύνης, γιὰ νὰ ἀναγραφεῖ κάποιος ἅγιος, ἔπρεπε νὰ ἔχει μαρτυρήσει, δηλαδὴ νὰ ἔχει δώσει τὴν ζωή του γιὰ τὸν Χριστό. Ἀναφερόμαστε στὴν ἐποχὴ ὅπου γίνονταν οἱ διωγμοὶ τῶν Χριστιανῶν. Μετὰ τὴν παροχὴ ἐλευθερίας στὴν ἔκφραση χριστιανικῆς πίστης ἀπὸ τὸν Μεγάλο Κωνσταντῖνο στὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. ἀναδείχθηκαν καὶ ἄλλοι μάρτυρες μέσα ἀπὸ τὶς διάφορες ἱστορικὲς περιπέτειες, σὲ κάθε χριστιανικὸ ἔθνος. Ὑπῆρχαν μάλιστα καὶ περιπτώσεις μαρτύρων, σὲ χρόνους πολὺ πιὸ κοντινοὺς στοὺς δικούς μας, ὅπως λ.χ. στὴν κομμουνιστικὴ περίοδο τῆς Σοβιετικῆς Ἕνωσης ὅταν εἶχε ἐπιβληθεῖ ὁ ἀθεϊσμὸς καὶ ὑπῆρχαν ἄνθρωποι ποὺ ἔχασαν τὴν ζωή τους γιὰ τὴν πίστη τους».
.           «Μετὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ, γιὰ νὰ ἀναγραφεῖ κάποιος ἅγιος, ἔπρεπε ἡ ζωή του νὰ εἶναι τὸ ὑπόδειγμα τῆς ἀπόλυτης ἐφαρμογῆς τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας, ἀνεξαρτήτως τῆς θαυματουργίας. Δηλαδή, δὲν ἦταν ἀπαραίτητο νὰ ἔχει κάνει θαύματα. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ξεχώρισαν κληρικοί, μοναχοὶ καὶ λαῖκοι ποὺ ἀνεδείχθησαν σὲ ἁγίους . Ὅμως, βασικ κριτήριο γι τν νάδειξη κάποιου σ γιο, εναι ατς ν εναι γιος στν συνείδηση το λαο το Θεο. Τότε, ἔρχεται ἡ Ἱερὰ Σύνοδος νὰ ἀναγνωρίσει τὴν ἁγιότητα ἑνὸς προσώπου καὶ νὰ ἀναγράψει αὐτὸ τὸ πρόσωπο μεταξὺ τῶν Ἁγίων, ταν διαπιστώσει τν παρξη ατς τς κοινς συνείδησης. Πρόκειται λοιπὸν γιὰ συνδυασμὸ ὑποδειγματικῆς ἐφαρμογῆς τῶν ἀρχῶν τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς μας καὶ τὴν ὕπαρξη τοῦ λαϊκοῦ αἰσθήματος ποὺ νὰ τὸ ἐπιβεβαιώνει. Αὐτὸ εἶναι τὸ κυριότερο κριτήριο ἀναγραφῆς στὸ ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας, πέραν τοῦ μαρτυρίου.
.           Μὲ βάση αὐτὰ τὰ κριτήρια, τὶς τελευταῖες δεκαετίες εἴχαμε περιπτώσεις ὅπως ὁ Ἅγιος Νεκτάριος καὶ ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, γνωστὸς ὡς ἱερέας στὴν Πολυκλινικὴ Ἀθηνῶν, ὁ ὁποῖος συνέδεσε τὸ ὄνομα καὶ τὴν διακονία του μὲ τὴν Μονὴ Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος στὸ Δήλεσι. Πρέπει μάλιστα νὰ σᾶς πῶ ὅτι ὁ τελευταῖος, ὅπως ἄλλωστε καὶ ὁ Ἅγιος Παϊσιος- εἶχαν ζήσει στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ γνωρίζονταν μεταξύ τους. Ὑπάρχει καὶ ἀλληλογραφία τους».
.           Ὁ π. Βαρθολομαῖος συνεχίζει, μιλώντας γιὰ τὴν πρόσφατη ἀναγραφὴ τοῦ Πατρὸς Παϊσιου στὸ ἁγιολόγιο: «Ὑπῆρξε ὁπωσδήποτε μία μεγάλη μορφή, ποὺ ἐκπληρώνει ὅλα κριτήρια ἁγιότητας. Στὴν συνείδηση τῶν ἀνθρώπων ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια εἶχε διαμορφωθεῖ ἡ ἄποψη ὅτι ὁ γέροντας Παΐσιος ἔκανε θαυματουργίες ἀλλὰ καὶ ὅτι ἡ ζωή του ὑπῆρξε ὑπόδειγμα πίστεως. Τὰ πιστοποιημένα του θαύματα ἀφοροῦν σὲ θεραπεῖες ἀσθενειῶν, κατόπιν προσευχῆς τοῦ ἰδίου ἐν ζωῇ ἢ κατόπιν ἐπικλήσεως τοῦ ὀνόματός του μετὰ θάνατον. Ὑπάρχουν 150 καὶ πλέον βιβλία γραμμένα σὲ διαφορετικὲς γλῶσσες ποὺ μιλοῦν γιὰ τὸν βίο καὶ τὴν πολιτεία του. Ἡ μορφη του ἔχει εἰκονογραφηθεῖ ὡς ἁγίου ἐξ εὐλαβείας πολλῶν πιστῶν, ἐνῶ ὑπάρχουν ἰδιωτικοὶ εὐκτήριοι οἶκοι ἀφιερωμένοι σὲ αὐτόν. Ἀκόμα καὶ ἐπιστημονικὲς μελέτες ἔγιναν ἀπὸ Θεολογικὲς Σχολὲς ὅπως αὐτὴ τῆς Θεσσαλονίκης».
.                 «Βεβαίως ὑπάρχει μία βασικὴ ἀρχὴ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, νὰ ἔχει παρέλθει ἕνα ἱκανὸ χρονικὸ διάστημα ἀπὸ τὴν κοίμηση ἑνὸς προσώπου, πρὶν αὐτὴ ἀποφανθεῖ γιὰ τὴν ἁγιότητά του. Καὶ αὐτὸ γιὰ νὰ ἐκλείψουν βιολογικά, οἱ ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι συνδέθηκαν μαζὶ καὶ θὰ εἶχαν συναισθηματικοὺς ἢ προσωπικοὺς ἢ ἄλλους λόγους γιὰ νὰ καλλιεργήσουν τὸ κοινὸ συναίσθημα περὶ ἁγιότητας εἴτε νὰ ἐπηρεάσουν ἀρνητικῶς τὴν κοινὴ γνώμη περὶ αὐτοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ γενικὸς κανών. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ ἐξαιρέσεις καὶ εἰδικὰ γιὰ περιπτώσεις ποὺ τὰ κριτήρια ἁγιότητας εἶναι ἀδιάσειστα. Τέτοια περίπτωση ἦταν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (14ος αἰώνας μ.Χ.), ὁ ὁποῖος πολὺ λίγα χρόνια μετὰ τὴν κοίμησή του ἀνεγράφη στὸ Ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας». Ὁ π. Βαρθολομαῖος ἔκλεισε τὴν συνέντευξη λέγοντας: «Οἱ Ἅγιοι Νεκτάριος, Πορφύριος καὶ Παΐσιος εἶναι μεγάλοι σύγχρονοι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, γιὰ τοὺς ὁποίους ἡ συνείδηση τοῦ λαοῦ εἶναι ἀπολύτως βεβαία, καὶ ἀποδεικνύουν περίτρανα δύο πράγματα: Πρῶτον ὅτι ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἕνας μουσειακὸς ἱστορικὸς θεσμὸς ἀλλὰ ἕνα ζωντανὸ δένδρο ποὺ ἀναφύει καινούριους κλάδους συνεχῶς, τοὺς ἁγίους μας. Δεύτερον ὅτι ἡ ἁγιότητα εἶναι ὑπόθεση προσωπικὴ ὅλων μας, ἐφικτὴ ἀρκεῖ νὰ τὴν ἐπιδιώξουμε”.

ΠΗΓΗ: NEWS247

, ,

Σχολιάστε

ΥΠΟΜΟΝΗ, ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΑΓΙΟΤΗΤΟΣ

ΥΠΟΜΟΝΗ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΑΓΙΟΤΗΤΟΣ

Τῆς «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΕΣΤΙΑΣ ΛΑΜΙΑΣ»

Ὑπομονή. Πρόκειται γιὰ μία μεγάλη ἀρετή.
Εἶναι τὸ μυστικὸ τῆς ἁγιότητας.
Εἶναι γλυκιὰ καὶ γενναία ἀρετή.
Εἶναι τὸ κλειδὶ γιὰ ὅλες τὶς κλειδαριές.
Εἶναι τὸ φάρμακο γιὰ ὅλες τὶς ἀρρώστιες.
Εἶναι ἡ σταθερὴ ἀντιμετώπιση ὅλων τῶν ἀντιξοοτήτων τῆς ζωῆς.

.             Τί σημαίνει ὑπομονή; – Ὑπομονὴ σημαίνει τὴν ὁλόψυχη ὑποταγὴ στὸ θεῖο θέλημα, δηλ. μένω κάτω ἀπὸ τὸ ἅγιο θέλημα καὶ τὴν ὅποια ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ καὶ περιμένω τὴν ἔκβαση τοῦ πειρασμοῦ καὶ τῆς δοκιμασίας ἐπιμένοντας ἐν τῷ μεταξὺ στὴν προσευχή.
.             Ὑπομένω σημαίνει: μένω ὑπό, ἐπιμένω, ἀναμένω, παραμένω σιωπηλὰ καὶ προσδοκῶ τὸ θεῖο θέλημα, ξέροντας ὅτι πᾶν ὅ,τι πράττει ὁ Θεὸς τὸ κάνει ἀπὸ ἀγάπη καὶ γιὰ τὸ πνευματικό μου συμφέρον. Γιὰ τὴ σωτηρία μου.
.             Ὑπάρχουν πολλὲς ἀφορμές, ὅπου μᾶς χρειάζεται ἡ ὑπομονή: Ἀρρώστιες, δοκιμασίες, στενοχώριες, πειρασμοί, πτώσεις, περιστάσεις, θάνατοι, θεομηνίες, καταστροφές, πένθη, ἀτυχήματα, ἐγχειρήσεις. Καὶ κυρίως, διωγμοί.
.             Ὑπάρχουν πολλὰ πρόσωπα, ποὺ μᾶς ἀναγκάζουν νὰ ὑπομένουμε: μεγαλύτεροι ποὺ δὲν καταλαβαίνουν, μικρότεροι ποὺ δὲν συνεννοοῦνται, συγγενεῖς ἰδιότροποι, φίλοι ἀπαιτητικοί, γείτονες ἐριστικοί, προϊστάμενοι πιεστικοί, συνάδελφοι ἐχθρικοὶ καὶ ζηλόφθονοι, οἰκιακοὶ ἄρρωστοι. Καὶ κυρίως δαίμονες καὶ ἐχθροὶ τῆς πίστεως ποὺ ἀπεργάζονται, χωρὶς ἀποτέλεσμα ὅμως, τὸ κακὸ τῆς Ἐκκλησίας.
.             Ὑπάρχουν πολλοὶ λόγοι, γιὰ τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ κάνουμε ὑπομονή: Γιὰ τὸν Θεό, γιὰ τοὺς δικούς μας, γιὰ τὴν ψυχή μας, γιὰ τοὺς ἀγγέλους, ποὺ μᾶς βλέπουν ἀπὸ ψηλά, γιὰ τοὺς συνανθρώπους μας ποὺ μᾶς βλέπουν ἐδῶ κάτω, γιὰ νὰ μὴ σκανδαλίσουμε ψυχές, γιὰ νὰ μὴ χάσουμε τὸ μισθό μας καὶ ἀπὸ τὴν ἀνυπομονησία μας παραφερθοῦμε.
.             Πολλοὶ ἐγκαταλείπουν στὴ μέση τὸν ἀγώνα. Ὅπως λέγει ὁ Χριστὸς στὴν Παραβολὴ τοῦ Σπορέως: «Στὴν ἀρχὴ μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν θεῖο λόγο καὶ ἐν καιρῷ διωγμοῦ – πειρασμοῦ ἀφίστανται».
.             Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέγει ὅτι οἱ ἀνυπόμονοι, ποὺ χάνουν τὴν ὑπομονή τους εἶναι σὰν τὰ ἄκαρπα δέντρα, ποὺ δὲν καρποφοροῦν καὶ σὰν τοὺς ἀθλητὲς ποὺ δὲν ἔφτασαν νὰ πάρουν τὸ στεφάνι.
.             Ἡ ὑπομονὴ μέχρι τέλους φέρνει τέλειο καρπὸ πνευματικὸ καὶ ἔχει τέλειο καὶ ὁλοκληρωμένο ἔργο, διότι εἶναι συμπύκνωση ὅλων σχεδὸν τῶν ἀρετῶν. Μὲ τὴν ὑπομονὴ δὲν τὰ βγάζουμε πέρα στὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς μόνο, ἀλλὰ καὶ στὸν ἀγώνα τῶν παθῶν. Καὶ ἡ ἄσκηση καὶ ἡ ἱεραποστολὴ ἀπαιτοῦν γερὰ νεῦρα καὶ ἀντοχές. Τὰ πάθη καὶ οἱ συνήθειες τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ τοῦ κόσμου δὲν πέφτουν μὲ μία τσεκουριά. “Οἱ δίκαιοι καρποφοροῦσι ἐν ὑπομονῇ”.
.             Ὅλα χρειάζονται ὑπομονή: ἡ προσευχὴ (γιὰ νὰ μὴ ἀποκάμνουμε), ἡ νηστεία (γιὰ νὰ μὴ τὰ παρατήσουμε), ἡ ἐλεημοσύνη (γιὰ νὰ μὴ κουραστοῦμε), ἡ μελέτη (γιὰ ἂν μὴ ἀπαυδήσουμε), ἡ οἰκογένεια (γιὰ νὰ μὴ πετάξουμε ἀπὸ πάνω βάρη καὶ εὐθύνες καὶ μέριμνες), ἡ Ἐκκλησία (γιὰ νὰ μὴ συνηθίσουμε, ἀλλὰ νὰ ἀνακαλύπτουμε καθημερινὰ τὸ βάθος τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ), τὸ σῶμα μας καὶ ἡ ζωή μας ἡ ἴδια (ποὺ ἔχει πάγιες καὶ διαχρονικὲς ἀπαιτήσεις).
.             Ἂν χάσουμε τὴν ὑπομονή μας, χάνουμε τὰ πάντα: ψυχή, δουλειά, οἰκογένεια, γάμο, παιδιά, φίλους, πελάτες, συνεργάτες, κόπους, προσπάθειες μιᾶς ζωῆς. Πόσα σπίτια δὲν θὰ εἶχαν κλείσει ἀπὸ τὸ ὀδυνηρὸ πέρασμα τοῦ τυφώνα ποὺ λέγεται διαζύγιο, ἂν καὶ οἱ δύο σύζυγοι ἦταν σιωπηλότεροι καὶ ὑποχωρητικότεροι. Αὐτὸ ὅμως θέλει τὴν μακαρία  ὑπομονή.
.             Μέσα σὲ πολλὰ σημεῖα στὴν Ἁγία Γραφὴ καλοτυχίζονται, μακαρίζονται, οἱ ὑπομένοντες: Εἶναι ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ  συνεχίζουν τὸ δρόμο, ποὺ χάραξε ὁ Ἰὼβ μὲ τὴν Ἰώβειο ὑπομονή του (Ἰακ. ε´ 11) καὶ ὁ πτωχὸς Λάζαρος. Ἐπίσης οἱ Προφῆτες, οἱ ἅγιοι (Ἑβρ. ι´32), οἱ μάρτυρες, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ χριστιανοὶ τῶν ἐσχάτων (Δαν. ιβ´4-12), μέχρι τὸν ἴδιο τὸν Κύριο , ὁ Ὁποῖος ὑπέμεινε Σταυρὸν (Ἑβρ. ιβ´ 2), ὅλοι μὰ ὅλοι μὲ ὅπλο καὶ ἐφόδιο ἠρωϊκῆς πορείας καὶ ἐκστρατείας ἱεραποστολικῆς εἶχαν τὴν ὑπομονή.
.             Μὲ τὴν ὑπομονὴ ὁ ἄνθρωπος γίνεται δόκιμος, δηλ. δοκιμασμένος, καὶ ὁ δόκιμος γίνεται τέλειος, ἔμπειρος, καὶ ὁ ἔμπειρος εὐάρεστος στὸν Θεό. Ὁ εὐάρεστος δὲ λαμβάνει τὸ στεφάνι τῆς ὑπομονῆς, τῆς αἰώνιας δόξας.
.             Οἱ μοναχοὶ εὔχονται: Καλὴ Ὑπομονή, στὴν κουρά τους. Ἡ ἁγ. Εὐφημία χάριν τῆς οὐράνιας δόξας καὶ ἀνταποδόσεως ὑπέμεινε φρικτὰ μαρτύρια. Ὁ ἅγιος Νεκτάριος, τὸ εἶπε καθαρά: “Ἐγὼ θαύματα δὲν ἔκανα. Ὑπομονὴ ἔκανα στὶς δοκιμασίες καὶ συκοφαντίες”.

,

Σχολιάστε

ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΑΓΙΟΙ

Καὶ σήμερα Ἅγιοι!

Τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»,
ἀρ. τ. 2091, 15.06.2014

.                 Μὲ χαρὰ οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ δεχθήκαμε τὴν πρόσφατη ἀπόφαση τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριαρχείου γιὰ τὴν κατάταξη δύο νέων Ἁγίων στὸ ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδοξίας μας: τοῦ ἁγίου Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου καὶ τοῦ ὁσίου Μελετίου τοῦ ἐν Ὑψενῇ τῆς Ρόδου.
.                 Δυὸ ἄνθρωποι ποὺ ἔζησαν στὴ γῆ μας, ἀνάμεσά μας, ἐργάσθηκαν, δοκιμάσθηκαν, πόνεσαν, ἀλλὰ ἀγάπησαν τὸν Θεὸ πάνω ἀπὸ ὅλους καὶ ἀπὸ ὅλα, ἀγωνίσθηκαν καὶ πέτυχαν αὐτὸ ποὺ τόσο ποθοῦσαν, τὴν ἁγιότητα. Δυὸ «ἐπίγειοι ἄγγελοι καὶ οὐράνιοι ἄνθρωποι»· ἔτσι τοὺς αἰσθάνονταν ὅσοι τοὺς γνώρισαν καὶ συναναστράφηκαν μαζί τους. Δοξάζουμε τὸν ἅγιο Θεὸ καὶ γι’ αὐτὸ τὸ δῶρο Του στοὺς δύσκολους καιρούς μας. Ζητοῦμε τὶς πρεσβεῖες τῶν νέων Ἁγίων μας, ἀλλὰ δεχόμαστε καὶ τὰ μηνύματα ποὺ μᾶς δίνει ἡ ἀνακήρυξη τῆς ἁγιότητάς τους.
.                 Πρῶτα ἀπ’ ὅλα ἀκούγεται παράδοξο. Σήμερα Ἅγιοι; Σὲ μιὰ τέτοια ἐποχὴ ἀποστασίας ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ; Σὲ ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία «ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία» (Ρωμ. ε´ 20) καὶ ὁ κόσμος ὅλος «ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α´ Ἰω. ε´ 19); Ναί, σ’ αὐτὴ τὴν ἐποχὴ ὑπάρχουν Ἅγιοι καὶ ἀποδεικνύουν πὼς Ἅγιοι δὲν ὑπῆρχαν μόνο σὲ κάποιες παλιὲς ἐποχές. Ὑπάρχουν καὶ τώρα καὶ πάντοτε, γιὰ νὰ δηλώνουν τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ ἀνάμεσά μας. Ἡ παρουσία τους στὴν ἐποχή μας εἶναι μιὰ ἀπόδειξη πὼς ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας, δὲν μᾶς ξέχασε, δὲν μᾶς ἐγκατέλειψε. «Ζῇ Κύριος», μᾶς φωνάζουν οἱ Ἅγιοι. Κι εἶναι παντοδύναμος καὶ πανάγαθος· φιλάνθρωπος Θεὸς καὶ Πατέρας. Μὲ τὸ παντοκρατορικὸ βλέμμα Του παρακολουθεῖ τὴ ζωή μας μὲ ἀγάπη καὶ στοργή, στέκεται δίπλα μας καὶ παρεμβαίνει στὴ ζωή μας, ὅταν τὸ ζητοῦμε μὲ πίστη.
.                 Τὸ σπουδαιότερο μήνυμα ποὺ μᾶς δίνει ἡ παρουσία τῶν Ἁγίων εἶναι τοῦτο: Μᾶς ὑπενθυμίζει τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς μας, τὸν προορισμό μας, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὴν ἁγιότητα. Ὀφείλουμε νὰ τὸ συνειδητοποιήσουμε πὼς δὲν ἤλθαμε στὸν κόσμο αὐτὸ γιὰ νὰ γίνουμε καλοὶ ἄνθρωποι οὔτε ἁπλῶς καλοὶ χριστιανοί, ἀλλὰ ἅγιοι. Αὐτὸ μᾶς ζητάει ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς λέγοντας: «Ἅγιοι γίνεσθε» (Α´ Πέτρ. α´ 16). «Τὸ νὰ ἁγιασθῶμεν ὁλοτελεῖς καὶ κατὰ τὴν ψυχὴν καὶ κατὰ τὸ σῶμα, αὐτὴ εἶναι ἡ κλῆσις μας», τονίζει ὁ ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς (Ἄνθρωπος καὶ Θεάνθρωπος, 1993, σελ. 83).
.                 Οἱ Ἅγιοι εἶναι οἱ ἔμπειροι ὁδοιπόροι ποὺ ἀκολούθησαν τὰ ἴχνη τοῦ Χριστοῦ καὶ μᾶς καλοῦν νὰ τοὺς ἀκολουθήσουμε. Μᾶς φωνάζουν πὼς ἡ ἁγιότητα εἶναι δυνατή, εἶναι κατορθωτὴ καὶ στὶς μέρες μας. Τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι ἀνεφάρμοστο. Ἀπόδειξη γι’ αὐτὸ εἶναι ἡ ζωὴ τῶν Ἁγίων μας, ὅπως χαρακτηριστικὰ γράφει καὶ πάλι ὁ ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς: «Οἱ βίοι τῶν ἁγίων δὲν εἶναι ἄλλο παρὰ αἱ εὐαγγελικαὶ ἀλήθειαι μεταφερθεῖσαι εἰς τὴν ἀνθρωπίνην ζωήν μας διὰ τῆς χάριτος καὶ τῶν ἀσκήσεων. Δὲν ὑπάρχει εὐαγγελικὴ ἀλήθεια, ἡ ὁποία νὰ μὴ ἠμπορεῖ νὰ μεταβληθεῖ εἰς ζωήν» (βλ. Ἰ. Πόποβιτς, ὅ.π.).
.                 Μᾶς δίνουν λοιπὸν οἱ νέοι Ἅγιοι τὴν εὐκαιρία νὰ θερμάνουμε τὸν ζῆλο μας, νὰ ἀναμοχλεύσουμε τὴν ἀγάπη μας καὶ νὰ προχωρήσουμε στὴν πορεία μας μὲ στόχο τὴν ἁγιότητα. Εἶναι ἡ σειρά μας τώρα. Ὁ καθένας μας ἀπὸ τὸν χῶρο του, τὴ θέση του ὀφείλει νὰ βαδίζει πρὸς τὴν ἁγιότητα. Νὰ βαδίζει μὲ τὸ βλέμμα καὶ τὴν ἀγάπη του στραμμένα στὸ Θεό μας, μὲ τὴ βοήθεια τῶν Ἁγίων μας μέσα στὴν Ἐκκλησία μας. Διότι τὸ ἐργαστήριο τῆς ἁγιότητας εἶναι μόνο ἡ Ἐκκλησία μας· ἡ ἁγία ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Μόνο μέσα σ’ αὐτὴ βρίσκονται, μόνο μέσα σ’ αὐτὴ γίνονται οἱ ἄνθρωποι ἅγιοι. Ἄλλωστε αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ ἀποστολή της μέσα στὸν κόσμο, τὸ κύριο ἔργο της: Νὰ προσφέρει τὴ σωτηρία στοὺς ἀνθρώπους, νὰ τοὺς ἁγιάζει μὲ τὰ ἱερὰ Μυστήριά της.
.                 Στὴν πολυποίκιλη κρίση τῆς ἐποχῆς μας βάλσαμο παρηγοριᾶς μᾶς δίνουν οἱ Ἅγιοι. Ναί, καὶ σήμερα ὑπάρχουν Ἅγιοι ἀνάμεσά μας. Ἂς ἀφήνουμε τὸ παράδειγμά τους νὰ ἐπιδρᾶ στὴ ζωή μας, καὶ μὲ τὶς πρεσβεῖες τους νὰ συνεχίζουμε τὸν ἀγώνα μας μὲ ἕνα καὶ μόνο στόχο: νὰ γίνουμε συμπολίτες τους καὶ «οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ» (Ἐφ. β´ 19).

,

Σχολιάστε

Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ ΚΑΙ Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Ἡ Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων
καὶ ἡ ἔννοια τῆς ἁγιότητας στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία

 Ἡ διαφορὰ ἁγίου καὶ καλοῦ ἀνθρώπου

τοῦ Μιχαήλ Γ. Χούλη

.         Ἡ Ἐκκλησία δὲν ὀνομάζει ἁγίους τοὺς καλοὺς ἀνθρώπους ποὺ βοηθᾶνε τοὺς συνανθρώπους τους καὶ συμμετέχουν στὴν θεραπεία τοῦ πανανθρώπινου πόνου. Μία τέτοια ζωὴ προσφορᾶς δὲν εἶναι χριστιανικὸ μόνο προνόμιο. Γιὰ τὴν Ἐκκλησία ἅγιος εἶναι ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἐπειδὴ ἔζησε μὲ σοβαρότητα τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ ὡς Θεό, ὄχι μόνο μετανοοῦσε, ἐξομολογεῖτο, κοινωνοῦσε συχνὰ καὶ συμμετεῖχε στὴ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ὑπέστη βαθμηδὸν μία ὀντολογικὴ ἀλλοίωση ἀπὸ τὴν ἄκτιστο χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν παρέμεινε στὸ στάδιο τῆς ἠθικῆς ζωῆς, ἀλλὰ ὁδηγήθηκε στὴ μέθεξη τοῦ Θεοῦ καὶ στὴ θέωση. Ἀπὸ τὸ ξεχείλισμα τῆς ἀγάπης του γιὰ τὸν Χριστὸ βέβαια προσέφερε καὶ στοὺς ἀδελφούς του, ποὺ ἀγαποῦσε ὡς ἑαυτόν. Ἑπομένως τοὺς ἁγίους ξεχωρίζει ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ ἡ συνεχὴς ἐσωτερικὴ προσευχὴ πρὸς τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ ὄχι μόνο οἱ ἠθικὲς καὶ καλὲς σχέσεις πρὸς τοὺς ἄλλους, ποὺ δὲν προέρχονται πάντα, καὶ σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις, ἀπὸ ἀγαθὴ συνείδηση.
.         Κανεὶς δὲν γίνεται ἅγιος ἀπὸ μόνος του, παρὰ μόνο συμμετέχοντας στὴν ἁγιότητα τοῦ Χριστοῦ. Οὐσιαστικὰ ἅγιος εἶναι μόνο ὁ Θεός. «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός», ψάλλουμε σὲ κάθε Κυριακάτικη λειτουργία. Οἱ πιστοὶ ἁγιάζουν, ὅταν ἑνώνονται μὲ τὴν χάρη τοῦ Χριστοῦ καὶ λάμπουν ὡς εἰκόνες Του. Μὴν ξεχνᾶμε τί παραγγέλνει ὁ Θεὸς ἤδη ἀπὸ τὴν Π.Δ.: «Νὰ γίνεσθε ἅγιοι, διότι ἐγὼ εἶμαι ἅγιος». Ὁ Χριστὸς δηλώνει καθαρὰ ὅτι εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου καὶ μετέχοντας στὸ ἄκτιστο αὐτὸ φῶς Του ἁγιαζόμαστε καὶ ἐμεῖς κατὰ χάρη, ὅπως λέμε, καὶ ὄχι κατ’ οὐσίαν. Δὲν μετέχουμε τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, καὶ ξεκινώντας ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωὴ συνεχῶς θὰ ἁγιαζόμαστε μεταβαίνοντες ἀπὸ δόξα σὲ δόξα.
.         Αὐτὸ ζητάει ὁ Θεὸς ἀπὸ μᾶς, νὰ γίνουμε δηλαδὴ κατοικητήριο τῆς Θεότητας, διὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου, ποὺ κατοικεῖ μέσα μας, καὶ διὰ τοῦ ἁγίου βαπτίσματος. Ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι νὰ αὐξηθοῦμε «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. δ´13). Ὅσοι λοιπὸν μιμήθηκαν τὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅσοι τηροῦν τὶς ἐντολές του, ἐκεῖνοι λαμβάνουν τὴν κλήση καὶ τὴν πολλαπλασιάζουν σὰν τὰ τάλαντα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἔτσι οἱ ἅγιοι ὅλων τῶν ἐποχῶν εἶναι ὄχι οἱ κλητοὶ μόνο, ἀλλὰ καὶ οἱ ἐκλεκτοί. Διότι πολλοὶ εἶναι ὅσοι ἐκλήθησαν, ἀλλὰ λίγοι ἀνταποκρίνονται σ’ αὐτὸ τὸ κάλεσμα, ποιοῦντες ἔργα ἄξια μετανοίας.
.         Μέσῳ λοιπὸν τῶν ἁγίων βλέπουμε τί θέλει ὁ Θεὸς ἀπὸ ἐμᾶς, ἀφοῦ ἁγίασαν γιατί ἀκριβῶς τήρησαν τὸ θέλημά Του. Ἀνάλογα βέβαια μὲ τὴ δύναμη καὶ τὴν ἐνίσχυση τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ στὸν καθένα, διότι ὅλοι δὲν ἔχουν τὴν δύναμη ἐκ Θεοῦ νὰ τρῶνε π.χ. ἐλάχιστα ὅπως οἱ ἀσκητὲς ἢ νὰ μὴν βγαίνουν ποτὲ ἔξω ἀπὸ τὸ κελί τους, ὅπως βλέπαμε σὲ παλιοὺς ἀσκητές. Ὅλοι ὅμως οἱ πιστοὶ ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ προσεύχονται καὶ νὰ ταπεινώνονται καὶ αὐτὸ εἶναι βασικὸ ὡς ἀρχὴ τῆς ἁγιότητας. Οἱ ἅγιοι λοιπὸν δὲν ἔχουν δική τους ἁγιότητα, ἀλλὰ συμμετέχουν στὴν ἁγιότητα τοῦ Χριστοῦ καὶ πρὸς τὸν Χριστὸ συνεχῶς προσανατολίζουν, ἀφοῦ ὁ Παράκλητος ἐνοικεῖ στὴν ψυχοσωματική τους ὑπόσταση. Εἶναι ζωντανὲς καὶ ἔμψυχες πινακίδες προσανατολισμοῦ πρὸς τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς, τὸν Τριαδικὸ Θεό. Αὐτὸ ἀναφέρεται καὶ στὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, διότι λέγει ὅτι «ὅσοι ἔλαβον αὐτὸν ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι» (α´12), ποὺ σημαίνει ὅτι ἅγιος εἶναι κανεὶς ὡς υἱοθετημένος υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι ἀπὸ κάποια ὑποτιθέμενη παραψυχολογικὴ δύναμη δική του.
.         Οἱ χριστιανοί, ἀκόμη, ἁγιάζουν καὶ καθίστανται δοχεῖα τῆς θείας χάριτος, ἀνάλογα μὲ τὴν κατὰ δύναμη ἄξια προσέλευσή τους στὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν συμμετοχή τους στοὺς ἑορταστικοὺς ἐκκλησιαστικοὺς κύκλους, ποὺ εἶναι κυρίως δεσποτικοὶ [γιὰ τὸν Χριστὸ] καὶ θεομητορικοὶ [γιὰ τὴν Παναγία]. Ἡ πνευματικότητά μας εἶναι καὶ παραμένει λειτουργικὴ καὶ Χριστοκεντρική. Καὶ κορυφαία θέση στὴν ὀρθόδοξη πνευματικότητα καὶ ζωή, τὴ δεύτερη ἀμέσως μετὰ τὴν Ἁγία Τριάδα, ἔχει φυσικὰ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ μητέρα τῆς Ζωῆς, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Ἡ Παναγία καὶ οἱ ἅγιοι εἶναι μέρος τῆς ἀνθρωπότητας. Τοὺς αἰσθανόμαστε καὶ προσευχόμαστε σ’ αὐτοὺς ὡς φίλους καὶ συνοδοιπόρους πρὸς τὸ ποθητὸ Τέρμα τοῦ παραδείσου. Καὶ ἡ Ἐκκλησία προβάλλει τὴν ζωή τους, τὴν διδασκαλία τους, τὰ μαρτύριά τους ὡς κάλεσμα μιμήσεως τῆς θεάρεστης ζωῆς τους, μέσα ἀπὸ τὶς καθημερινὲς λαϊκὲς ἑορταστικὲς συνάξεις, τὰ πανηγύρια, τὶς Κυριακάτικες λειτουργίες, τὶς προσευχὲς καὶ τὰ συναξάρια τῶν ἁγίων.
.         Οἱ ἅγιοι ὁδηγοῦν μὲ τὸ παράδειγμά τους καὶ ἄλλους ἀνθρώπους στὴν σωτηρία. Αὐτὴ εἶναι ἡ δουλειὰ τῶν ἁγίων, θὰ λέγαμε. Πρῶτα-πρῶτα ὁ Θεὸς λέει γι’ αὐτοὺς ὅτι «τοὺς δοξάζοντάς με δοξάσω» (Α´Βασιλ. Β´ 30). Δηλαδὴ αὐτοὺς ποὺ μὲ δόξασαν στὴν γῆ, θὰ τοὺς δοξάσω ὄχι μόνο στὴν γῆ, ἀλλὰ καὶ στὸν παράδεισο. Πῶς δοξάζουμε τὸν Θεό; Μὲ τὴν πίστη μας, τὴν ἐλπίδα μας, τὴν ὑπακοή μας στὶς ἐντολές του, τηρώντας τὸν Δεκάλογο ἐσωτερικὰ καὶ ὄχι βαρυγκωμώντας, δείχνοντας ἔμπρακτη ἀγάπη πρὸς τοὺς ἄλλους, θυσιάζοντας πολλὲς ἀνέσεις μας χάριν τῶν ἀναγκεμένων καὶ προσπαθώντας νὰ μὴν ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὸ θέλημά Του. Αὐτὰ θέλει ὁ Θεὸς ἀπὸ ἐμᾶς καὶ μᾶς τὰ δείχνει ἡ ζωὴ τῶν ἁγίων. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἁγίους μάλιστα βασανίστηκαν καὶ σφαγιάστηκαν, γιὰ νὰ μὴν ἀρνηθοῦν τὸν Χριστὸ καὶ μᾶς προτρέπουν, ἂν χρειαστεῖ, νὰ προτιμήσουμε τὸ μαρτύριο παρὰ νὰ ἀρνηθοῦμε τὸ ὄνομά Του.
.         Οἱ φίλοι τοῦ Χριστοῦ ὁμολογοῦσαν συνεχῶς ὅτι ἤσαν καὶ εἶναι χριστιανοὶ –ἀφοῦ καὶ σήμερα ὑπάρχουν ἅγιοι- καὶ αὐτὸ καλούμαστε νὰ κάνουμε καὶ ἐμεῖς χωρὶς νὰ ντρεπόμαστε, σὲ μία κοινωνία ποὺ ὑποχωρεῖ στὰ τῆς πίστεως. Ἂν λοιπὸν ζήσουμε ἔτσι, ὅπως ἐκεῖνοι, «ὁ μισθός μας θὰ εἶναι πολὺς στὸν οὐρανό», ἐπισημαίνει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος μὲ τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Χριστοῦ (ε´12). Μάλιστα ὅσοι ἀφήσουν ὅλα τὰ ἐγκόσμια καὶ ἀφιερωθοῦν στὸν Χριστό, ὅπως οἱ ἀσκητές, οἱ ἱεραπόστολοι, οἱ μοναχοὶ κ.λπ., ἀπὸ ἔρωτα πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ὄχι φυσικὰ γιὰ λόγους δόξας, συμφέροντος, χρημάτων κ.λπ., αὐτοὶ θὰ ἔχουν ἑκατονταπλάσιο μισθὸ καὶ δόξα στοὺς Οὐρανοὺς σὲ σχέση μὲ μᾶς τοὺς ὑπόλοιπους, ποὺ ζοῦμε «ἡσύχιον βίον» καὶ πολὺ πιὸ εὔκολο (Ματθ. ιθ´ 27 κ.ε.). Αὐτοὶ εἶναι οἱ «εὐνουχίζοντες (πνευματικὰ) ἑαυτοὺς» χάριν τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐξηγεῖ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος.

 Οἱ ἅγιοι ὄχι μόνο ὁδηγοῦν πρὸς τὸν Χριστό, ἀλλὰ πρεσβεύουν καὶ μεσιτεύουν γιὰ μᾶς στὸν Χριστό.

 .       Κάποιοι ἑτερόδοξοι ἀρνοῦνται βέβαια τὴν μεσιτεία τῶν ἁγίων, ἀλλὰ ἔχουν παρερμηνεύσει τὶς Γραφές. Εἶναι δυνατὸν νὰ παρακαλοῦσαν τὸν Θεὸ οἱ ἅγιοι, ὅσο ζοῦσαν στὴν γῆ, ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τῶν συνανθρώπων τους, καὶ ὅταν ἡ ψυχή τους, μετὰ τὸν θάνατό τους, βρέθηκε καὶ βρίσκεται κοντὰ στὸν Θεό, νὰ μὴ ἐνδιαφέρονται καὶ νὰ μὴν παρακαλᾶνε γιὰ μᾶς; Αὐτὸ δὲν εἶναι φυσικὰ λογικό. Ἔπειτα, μεσίτες, ὅταν λέμε, ἐννοοῦμε ὅτι συμμετέχουν στὴν μεσιτεία τοῦ μόνου μεσίτου, ποὺ εἶναι φυσικὰ ὁ Χριστός. Ὅτι δὲν εἶναι αὐτόνομα καὶ ἀνεξάρτητα ἀπὸ Ἐκεῖνον μεσίτες. Διότι πόλεις σώζονται μέσῳ δεήσεων τῶν ἁγίων (Ἱερ. Ε´1 Ἰεζ. ΚΒ´ 30) -ὅπως ἔπραξε καὶ ὁ Ἀβραὰμ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν Σοδόμων καὶ Γομόρρων (Γέν. ΙΗ´ 23-33) καὶ ὁ Μωϋσῆς γιὰ τὸν ἰσραηλιτικὸ λαὸ (Ἔξοδ. ΛΒ´ 9-14)- οἱ προσευχὲς τοὺς ἀνεβαίνουν ὡς θυμίαμα στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ (Ἀποκ. ε´ 8/ϛ´ 9-11) καὶ χαίρονται γιὰ κάθε ἐπιστροφὴ πλανεμένου προβάτου (Λουκ. ε´7-10). Ὁ προφήτης Ἠλίας, ἂν καὶ βρισκόταν στὸν οὐρανό, ἀπάντησε θὰ λέγαμε στὴν αἴτηση τοῦ μαθητῆ του, Ἐλισαίου, καὶ διὰ τοῦ Θεοῦ ἀνοίχθηκαν στὰ δύο τὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη (Δ´ Βασιλ. Β´14). Ὁ ἴδιος προφήτης προσευχήθηκε στὸν Θεὸ καὶ δὲν ἔβρεξε γιὰ τρία χρόνια καὶ πάλι προσευχήθηκε καὶ ἔπεσε ἡ βροχὴ καὶ ἡ γῆ ξαναβλάστησε (Ἰακ. ε´ 17-18). Ἀλλὰ καὶ ὁ ἀρχιερέας Ὀνίας καὶ ὁ Ἱερεμίας, ὅπως διασώζει τὸ ὅραμα τοῦ Ἰούδα τοῦ Μακκαβαίου, ἂν καὶ κοιμηθέντες ἐν Κυρίῳ, προσευχόντουσαν γιὰ ὅλους τοὺς Ἰουδαίους καὶ γιὰ τὴν ἁγία πόλη Ἱερουσαλὴμ (Β´ Μακκ. ιε´ 12-14). Ἄλλωστε «ἡ παράκληση τοῦ δικαίου ἔχει μεγάλη δύναμη καὶ ἀποτελεσματικότητα» (Ἰακ. ε´16). Καὶ οἱ ἅγιοι θεωροῦνται οἱ καλύτεροι φίλοι μας στὸν οὐρανό, ὅπως ἀκριβῶς ἦσαν καὶ στὴ γῆ. Καὶ μὲ αὐτὴν τὴν ἔννοια ὀνομάζονται πρεσβευτὲς καὶ μεσίτες. Διότι εἰσακούουν τὶς προσευχές μας καὶ εὔχονται γιὰ μᾶς καὶ παρακαλοῦν νὰ ἐκδηλώσει τὸ ἔλεός Του ὁ Θεὸς στὸν κόσμο του, ἀφοῦ μετὰ τὴν ἐκδημία τους ἄλλωστε ἀπὸ τὴν ἐδῶ ζωὴ βρίσκονται σὲ καλύτερη θέση καὶ ἔχουν πληρέστερη παρουσία καὶ παρρησία κοντὰ στὸν Χριστό.

Βλέπουμε σὲ εἰκόνες ἁγίων κάποιο φωτοστέφανο νὰ περικυκλώνει τὴν κεφαλή τους. Τί συμβολίζει αὐτὸ τὸ φῶς τῶν ἁγίων;

 .         Οἱ ἅγιοι ὅπως εἴπαμε ἀπολαμβάνουν τὴν δόξα καὶ τὸ φῶς τοῦ Θεοῦ. Τὸ φῶς αὐτὸ εἶναι ἄκτιστο, δὲν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου αὐτοῦ, εἶναι ἀδημιούργητο καὶ αἰώνιο, ὅπως καὶ ὁ Θεός. Οἱ ἅγιοι λοιπόν, ὡς συμμετέχοντες στὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, εἶναι κατὰ διαστήματα λουσμένοι μὲ τὸ ἄκτιστο αὐτὸ φῶς, ποὺ εἶναι ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι ἡ οὐσία Του, ἂν καὶ προέρχεται ἀπὸ τὴν οὐσία Του καὶ αὐτὴν ἐνεργοειδῶς φανερώνει. Τὴν δόξα αὐτὴ τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ συμβολίζει καὶ ὁ φωτοστέφανος τῶν ἁγίων στὶς εἰκονικὲς ἀναπαραστάσεις τους. Τὴν δόξα αὐτὴ ἀποκαλύπτει ὁ προφήτης Δανιὴλ νὰ διοχετεύεται ἀπὸ τὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ (Ζ´ 9), τὸ φῶς αὐτὸ βλέπουμε νὰ περιβάλλει τὸν Μωϋσῆ στὴν φλεγόμενη καὶ μὴ καιόμενη βάτο (Ἔξοδ. Γ´ 2), ἀλλὰ καὶ νὰ καταυγάζει τὸ πρόσωπό του κατεβαίνοντας ἀπὸ τὸ ὅρος Σινὰ (Ἔξοδ. 34, 29-30). Μέσω τοῦ ἰδίου αὐτοῦ φωτὸς ὁ προφήτης Ἠλίας ἀνυψώνεται στὸν οὐρανὸ διὰ πυρίνων ἀλόγων (Σοφ. Σειρὰχ ΜΗ´ 9), ἀλλὰ καὶ τὴν οὐράνια αὐτὴ δόξα Τοῦ ἀφήνει ὁ Χριστὸς νὰ φανεῖ στοὺς μαθητὲς Τοῦ κατὰ τὴν Μεταμόρφωσή Του (Λουκ. θ´ 29/ Ματθ. ιζ´ 2), γιὰ νὰ γνωρίσουν ὅλοι ὅτι σταυρώθηκε στὴ συνέχεια, ἂν καὶ παντοδύναμος Θεός, ἐπειδὴ καὶ μόνο τὸ θέλησε ἐκεῖνος.
.           Μὲ παρόμοια περιστατικὰ τῆς φανερώσεως τῆς φωτοειδοῦς δόξας τοῦ Θεοῦ εἶναι φυσικὰ γεμάτη ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως δεικνύει τὸ παράδειγμα τοῦ ἁγίου Σεραφεὶμ τοῦ Σαρὼφ καὶ τοῦ μαθητῆ του Μοτοβίλωφ, ποὺ ἀπὸ παραχώρηση Θεοῦ ταυτόχρονα βίωσαν τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὶς καρδιές τους καὶ ἔλαμψαν ὡς μικροὶ ἥλιοι, βιώνοντες ἄρρητες ἐμπειρίες ἐκστάσεων οὐρανίων.

Πολλοὶ κύκλοι ἑτεροδόξων κατηγοροῦν τοὺς Ὀρθοδόξους πὼς θεοποιοῦν τοὺς ἁγίους. Ὅτι τοὺς λατρεύουν σὰν Θεούς. Τί ἀπαντᾶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

.         Ὁρισμένοι ποὺ διαδίδουν παρόμοιες ἀπόψεις εἶναι ἐντελῶς ἀνίδεοι τοῦ τί σημαίνει Ὀρθόδοξη πίστη. Κανεὶς Ὀρθόδοξος δὲν προσεύχεται σὲ ἁγίους καὶ δὲν ἐπιζητεῖ τὶς μεσιτεῖες τους θεοποιώντας τους. Οὔτε φιλώντας τὶς εἰκόνες ἔχουμε τὴν αἴσθηση πὼς ἀσπαζόμαστε φυσικὰ τὸν ἴδιο τὸν ἅγιο ἢ τὸν Θεό. Ἐμεῖς λέμε ὅτι τιμητικὰ προσκυνοῦμε καὶ σεβόμαστε τοὺς ἁγίους καὶ λατρευτικὰ μόνο τὸν Θεό. Ἄλλωστε βαπτιζόμαστε εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ (ὄχι στὸ ὄνομα κάποιου ἁγίου) καὶ ὁλόκληρη ἡ λατρεία μας (προσευχές, ὕμνοι, θεία κοινωνία, ἀκολουθίες, εὐχές, ἀπολυτίκια ἁγίων κ.λπ.) εἶναι ἀφιερωμένη στὸν Θεό, ἄσχετα ἂν ὁ κάθε ναὸς εἶναι ἀφιερωμένος σὲ κάποιον ἅγιο ἢ ἁγία. Ἀκόμη, οἱ ἴδιοι οἱ ἅγιοι, μάρτυρες, ἀσκητές, ὁμολογητὲς κ.λπ. τὸν Θεὸ ἐλάτρευσαν, σ’ αὐτὸν προσευχόντουσαν καὶ γι’ αὐτὸν θυσίασαν τὶς ζωές τους. Μὲ ποιά λογικὴ λοιπὸν ἰσχυρίζονται κάποιοι ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι λατρεύουν μόνο τοὺς ἁγίους, ἀντὶ τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ;
.         Τὸ ἴδιο ἰσχύει, ὅπως εἴπαμε, καὶ γιὰ τὶς εἰκόνες. Ἡ τιμὴ ποὺ ἐκφράζουν οἱ πιστοὶ κατευθύνεται στὰ πρωτότυπα πρόσωπα ποὺ εἰκονίζουν, στὸν οὐράνιο κόσμο τῶν ἁγίων καὶ τῶν πνευμάτων, καὶ ὄχι, ἐννοεῖται, στὰ ὑλικὰ κατασκευῆς τῆς εἰκόνας (βλ. «Ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ τιμητικὴ προσκύνηση τῶν ἁγίων», Γεωργίου Π. Σωτηρίου, ἔκδ. Ι. Μ. Ἁγίας Παρασκευῆς Δομήρου Σερρῶν, σελ. 67-73). Τιμώντας δηλαδὴ τοὺς ἁγίους, ἢ τὶς ἁγίες γυναῖκες ἢ τὰ λείψανά τους, ἐξαίρουμε τὴν αὐταπάρνηση, τὸν ἡρωισμό, τὴν ἀφοσίωσή τους στὸν Θεό, τὸν ἐνάρετο βίο τους, τὴν ἀγάπη τους πρὸς τοὺς συνανθρώπους τους. Γίνονται ἔτσι οἱ ἅγιοι ἕνα παράδειγμα γιὰ ὅλους μας, ἀφοῦ καὶ ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν μᾶς προτρέπει: «Νὰ ἐπιδιώκετε τὴν εἰρήνη μὲ ὅλους. ἐπιδιώκετε καὶ τὴν ἁγιότητα, χωρὶς τὴν ὁποία κανεὶς δὲν θὰ ἀντικρίσει τὸν Κύριο» (Ἑβρ. ιβ´ 14). Καὶ πῶς εἶναι δυνατὸν στὴν Παλαιὰ Διαθήκη νὰ τιμᾶται καὶ νὰ δοξάζεται λ.χ. ὁ εὐσεβὴς βασιλιὰς Ἐζεκίας μετὰ τὸν θάνατόν του ἀπὸ ὅλους τοὺς Ἰουδαίους καὶ Ἱεροσολυμίτες (Β´ Παρ. ΛΒ´ 33) καὶ νὰ μὴ δοξάζονται καὶ τιμῶνται μετὰ θάνατον οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας;
.       Ἄλλωστε ὁ Θεὸς ἀρνεῖται στὴν Παλαιὰ Διαθήκη τὴν τιμὴ καὶ λατρεία τῶν εἰδώλων, δηλαδὴ θεοποιημένων ἀντικειμένων, ζώων ἢ ἀνθρώπων καὶ ὄχι τὴν καθημερινή, θρησκευτικὴ καὶ λατρευτικὴ χρήση διαφόρων πραγμάτων καὶ εἰκόνων πρὸς δόξαν τοῦ ὀνόματός Του. Διότι καὶ ὁ Μωυσῆς διετάχθη ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ κατασκευάσει δύο Χερουβεὶμ στὰ δύο ἄκρα τοῦ ἱλαστηρίου τῆς Διαθήκης (Ἔξοδ. ΚΕ´18-20), καὶ ὁ βασιλιὰς Σολομώντας σκάλισε ἀγγέλους Χερουβίμ, φοίνικες, βόδια, λέοντες καὶ ἄνθη στὸ Ναὸ ποὺ οἰκοδόμησε, μὲ τὰ ὁποῖα ἀνάγλυφα σχήματα ὅμως καὶ σχέδια ὁ Θεὸς εὐαρεστήθηκε (Α´ Βασιλ. Θ´ 3), διότι δὲν τοποθετήθηκαν στοὺς τοίχους γιὰ νὰ λατρεύονται ἀλλὰ γιὰ τὸν καλλωπισμὸ τοῦ ναοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἔνδειξη σεβασμοῦ καὶ ἀγάπης πρὸς Αὐτόν.

Ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὸ πῶς ἁγιάζουν οἱ χριστιανοὶ καὶ γιὰ τὰ ἅγια λείψανα

 .       Τὰ ἅγια λείψανα εἶναι ἡ ἀπόδειξη ὅτι ὑπάρχει Θεὸς καὶ ἀφθαρτοποιεῖ τὴν κτίση πρὸς δόξαν Του καὶ γιὰ τὴν σωτηρία ὅλων. Τὰ λείψανα πολλῶν ἁγίων (καὶ ὄχι ὅλων) μένουν ἄφθαρτα γιατί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τοὺς εἶχε ἰδιαίτερα ἐπισκεφθεῖ ὅσο ζοῦσαν ἐν τῷ κόσμῳ, ἔχουν καταστεῖ σκεύη ἐκλογῆς του καὶ ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἔχει κατασκηνώσει στὴν καρδιά τους. Εἶναι μία ἀπόδειξη ἀκόμη ὅτι θὰ ἀναστηθεῖ καὶ τὸ σῶμα μας στὴν Δευτέρα Παρουσία, διότι ὅπως λέμε καὶ στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως: «Προσδοκῶ ἀνάσταση νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος». Ἄνθρωπος γιὰ τὴν ὀρθόδοξη χριστιανική μας πίστη δὲν εἶναι μόνο ἡ ψυχή, ἀλλὰ ψυχὴ καὶ σῶμα ἑνωμένα σὲ ἕνα ἀδιάσπαστο σύνολο, ἀφοῦ καὶ αὐτὸς ὁ θάνατος εἶναι προσωρινὸς καὶ δὲν θὰ κρατήσει διαζευγμένα τὰ σώματα ἀπὸ τὶς ψυχές τους ἐσαεί.
.        Ὁ ἅγιος, τοῦ ὁποίου τὸ σκήνωμα διατηρεῖται ἀκέραιο, ἔχει φτάσει στὴν φιλόθεη κατάσταση ἐκείνη ποὺ ὀνομάζουμε θέωση. Τὰ στάδια τῆς κατὰ Χριστὸν ζωῆς εἶναι τρία, χωρὶς φυσικὰ νὰ ὑπάρχουν μεταξύ τους στεγανά. Εἶναι τὸ στάδιο τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ τοῦ νοὸς καὶ τῆς θέωσης. Στὸ στάδιο τῆς καθάρσεως ὁ χριστιανὸς παλεύει μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὴν δική του ἄσκηση φτάνει στὸ σημεῖο νὰ μὴ ἐνδίδει στὶς ὀρέξεις τῆς σαρκός, στὴ σειρήνα τῆς ἡδονῆς καὶ στὸ κοσμικὸ φρόνημα, ἐνῶ μένει ταπεινὸς καὶ ἐπιδίδεται στὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἔμπρακτη ἀγάπη. Στὸ στάδιο τοῦ φωτισμοῦ τοῦ νοός, ὁ νοῦς τοῦ πιστοῦ, δηλαδὴ ὁ ὀφθαλμὸς τῆς ψυχῆς του, ἀνοίγει στὴν παντοδύναμη χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ χριστιανὸς ἀποκτᾶ θεῖες ἐμπειρίες τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τὴν διόραση, τὴν προόραση, τὴν μακρινὴ ἀκοὴ κ.ἄ. Δυνάμεις, ποὺ ὅμως δὲν εἶναι δικές του, ἀλλὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ ἔχει κατασκηνώσει μέσα του. Στὴν κατάσταση αὐτὴ ὁ ἅγιος δὲν βιώνει πλέον λύπη, ὀδύνη καὶ στεναγμούς, ἀλλὰ τὴν ἀναφαίρετη καὶ μοναδικὴ χαρὰ τοῦ οὐρανίου πολιτεύματος ποὺ ζεῖ ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή. Λιώνει μάλιστα ἀπὸ ἀγάπη ὁ μεταμορφωμένος πιὰ ἄνθρωπος γιὰ ὅλη τὴν κτίση καὶ γιὰ τὰ ἄλογα ζῶα, ἀλλὰ περισσότερο γιὰ τὸν συνάνθρωπό του καὶ μὲ τὶς θερμὲς προσευχές του ἀπευθύνεται στὸν μόνο δυνάμενο νὰ βοηθήσει οὐσιαστικὰ παντεπόπτη Κύριο.
.         Στὸ ἀνώτατο στάδιο τῆς θεώσεως ὁ χριστιανὸς λούζεται ἀπὸ τὶς ἀκτίνες τοῦ θείου καὶ ἀκτίστου φωτὸς καὶ γιὰ ὅσο διάστημα διαρκοῦν αὐτὲς οἱ ἐμπειρίες κοινωνίας μὲ τὸν Θεό, ὁ πιστὸς δὲν νοιώθει πόνο, πείνα, δίψα ἢ ἄλλη βιολογικὴ ἀνάγκη, ἀφοῦ δὲν τρέφεται πλέον ἀπὸ τὴν βιολογία του, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ τὸ τελευταῖο καὶ μεγαλύτερο στάδιο πίστεως καὶ ἔμπρακτης χριστιανικῆς ζωῆς, ἀπὸ αὐτὴν ἤδη τὴν ζωή, «δημιουργεῖ» τὰ ἄφθαρτα λείψανα τῶν ἁγίων -ἂν καὶ ἡ ἀφθαρσία τῶν λειψάνων δὲν παύει νὰ εἶναι ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ σὲ ὁρισμένους ἁγίους (καὶ ἡ σωτηρία ἄλλωστε) καὶ δὲν εἶναι κατάσταση ποὺ φτάνει κανεὶς μὲ τὶς δικές τους δυνάμεις. Δίδεται βέβαια σὲ ἐκείνους ποὺ ἔζησαν μὲ πάθος τὴν ἐλπίδα καὶ πίστη τους στὸν Θεὸ καὶ δὲν συνθηκολόγησαν μὲ τὸ κοσμικὸ πνεῦμα ἢ δὲν ἐνέδωσαν ἕως τέλους στὶς παγίδες τοῦ ἐχθροῦ.
.         Ὁ σκοπὸς ἑπομένως τῆς ζωῆς ὅλων μας εἶναι νὰ γίνουμε ἅγια λείψανα, δεδομένου ὅτι ὁ θάνατος θὰ μᾶς εὕρει ὅλους καὶ κανεὶς δὲν θὰ ξεφύγει ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη αὐτή, παρεκκλίνουσα ἀπὸ τὸ ἀρχικὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, μοίρα. Τὰ ἅγια λείψανα λοιπὸν σηματοδοτοῦν τὴν «αἰώνιο ζωὴ καὶ τὸ μέγα ἔλεος» καὶ προσανατολίζουν πρὸς τὴν ἀκοίμητο δόξα ποὺ περιμένει ὅλους μας, ἀφοῦ καθαρίσουμε τὶς αἰσθήσεις μας καὶ βαδίσουμε πραγματικὰ στὰ χνάρια τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι πνευματικοὶ φάροι, ποὺ κρατοῦν σὲ ἐγρήγορση διαχρονικὴ τὶς πρὸς τάσιν ἐκκοσμικεύσεως γενεὲς τῶν χριστιανῶν, ὥστε νὰ μὴ ξεφύγουν ἀπὸ τὸν μόνο ἄξιο δρόμο τῆς ζωῆς καὶ παρασυρθοῦν ἀπὸ τὰ κύματα ποὺ σηκώνει τὸ παμφάγο στόμα τοῦ ἅδη. Εἶναι ὁδοδεῖκτες ποὺ διαλαλοῦν ὅτι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς εἶναι ἡ προσωπική μας Πεντηκοστὴ καὶ ἡ ἐμπειρία τῆς Φλεγόμενης Βάτου τοῦ Μωυσῆ, ποὺ ἀποκτᾶται δωρεὰν διὰ τοῦ φαρμάκου τῆς ἀθανασίας, τῆς Θείας δηλαδὴ Κοινωνίας καὶ τῆς διαρκοῦς μετανοίας.

Οἱ μαρτυρίες ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν Ἱερὰ Παράδοση ὅτι ὁ σκοπὸς τῶν ἀνθρωπίνων σωμάτων εἶναι νὰ ἁγιάσουν καὶ ἀφθαρτοποιηθοῦν, καθὼς καὶ οἱ ψυχές τους

 .         Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς λέγει ὅτι τὰ σώματά μας εἶναι ναὸς τοῦ ἁγίου Πνεύματος ποὺ κατοικεῖ μέσα μας καὶ ὅτι πρέπει νὰ δοξάζουμε τὸν Θεὸ καὶ μὲ τὰ σώματά μας καὶ μὲ τὶς ψυχές μας, ποὺ καὶ τὰ δύο ἀνήκουν στὸν Θεὸ (Α´ Κορ. ϛ´15-20). Συνεχίζει μάλιστα σὲ ἄλλο σημεῖο γιὰ νὰ πεῖ ὅτι τὸ εὐτελὲς σῶμα μας θὰ μετασχηματίσει ὁ Θεὸς καὶ θὰ τὸ μεταποιήσει σὲ σῶμα σύμμορφο μὲ τὸ σῶμα τῆς δόξας Του (Φιλ. γ´21). Εὐωδία τῶν λειψάνων, θαυματουργία αὐτῶν, καθὼς καὶ ἀντικειμένων τῶν ἁγίων καὶ τιμὴ πρὸς αὐτὰ ἀναφέρονται σὲ πολλὰ σημεῖα τῆς Καινῆς Διαθήκης (Β´ Κορ. β´ 15/ Ματθ. θ´ 20/ Μάρκ. ϛ´ 13/Πράξ. κθ´12), ἀλλὰ καὶ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Στὸ Β´ Βασιλειῶν ΙΓ´ 20-21 περιγράφεται ἡ περίπτωση πεθαμένου ποὺ τὸν ἔριξαν στὸν τάφο τοῦ προφήτη Ἐλισαίου καὶ μόλις ἦρθε σὲ ἐπαφὴ μὲ τὰ ὀστᾶ τοῦ προφήτη, θαυματουργικὰ ὁ νεκρὸς ζωντάνεψε καὶ ἔζησε. Παρόμοια πίστη ἀναφέρεται καὶ στὸ Γ´ Βασιλ., ὅπου γέροντας προφήτης παρεκάλεσε τὰ παιδιά του νὰ τὸν θάψουν ὅταν πεθάνει στὸν ἴδιο τάφο ποὺ εἶχε θαφτεῖ κάποιος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὥστε τὰ ὀστᾶ τοῦ ἁγίου ἀνθρώπου νὰ ὁδηγήσουν μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν προφήτη στὴν σωτηρία (ΙΓ´ 25-31) (βλ. π. Ἀντωνίου Ἀλεβιζόπουλου, «Ἡ Ὀρθοδοξία μας», Ἀθήνα 1994, σελ. 463-465).
.         Ἡ τιμὴ πρὸς τὰ ἅγια λείψανα ἐπικρατοῦσε σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, ἀπὸ τὰ πρῶτα χριστιανικὰ χρόνια. Ἀπὸ τὸ Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου μαθαίνουμε ὅτι οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ συναθροίζονταν στοὺς τάφους τῶν μαρτύρων, τελοῦσαν πάνω στὰ λείψανά τους τὴ θεία λειτουργία καὶ τιμοῦσαν ἰδιαίτερα τὴ μνήμη τους. Μὲ τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου Κυπριανοῦ γινόντουσαν πολλὰ θαύματα, ὅπως διασώζει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ἐνῶ τὸ τίμιο καὶ χαριτόβρυτο λείψανο τῆς ἁγίας Ἰουλίττας, λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος, ἁγιάζει τὴν πόλη, τοὺς ἐπισκέπτες καὶ τοὺς ἀρρώστους. Τέλος, καὶ ὁ μελίρρυτος ποταμὸς τῆς σοφίας, ἱερὸς Χρυσόστομος, κηρύττει ὅτι οἱ ναοί, οἱ λειψανοθῆκες τῶν ἁγίων καὶ πολὺ περισσότερο τὰ ἴδια τὰ ὀστᾶ τους, ὁδηγοῦν στὴν ψυχοσωματικὴ ὑγεία, στὴν ἀπομάκρυνση τῶν δαιμονίων καὶ τὴν ἐλευθερία ἀπὸ τὴν καταδυνάστευσή τους (βλ. Ἀντωνίου Ἀλεβιζόπουλου, «Ἐγχειρίδιο αἱρέσεων…», ἔκδ. Ι.Μ. Νικοπόλεως καὶ Πρεβέζης, σελ. 63-66).
.         Τὰ λείψανα ἑπομένως τῶν ἁγίων ποὺ διατηροῦνται ἀνέπαφα εἶναι ἕνα συνεχὲς θαῦμα. Διότι εἶναι ἀπολύτως λογικὸ νὰ πιστεύει κανεὶς ὅτι ὅπως ἡ μηλωτὴ τοῦ προφήτη Ἠλία ποὺ διαχώρισε τὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη, τὰ μαντήλια τῆς κεφαλῆς ἢ τοῦ λαιμοῦ τοῦ ἀποστόλου Παύλου (Πράξ. ιθ´ 12) καὶ ἡ σκιὰ τοῦ ἀποστόλου Πέτρου (Πράξ. ε´15) ἔκαναν «σημεῖα καὶ τέρατα» ὅσο ἐκεῖνοι ζοῦσαν, ἔτσι καὶ τὰ ἴδια τὰ ἄφθαρτα σώματα τῶν ἁγίων, ποὺ παραμένουν στὴν ὑπηρεσία τῶν ἀνθρώπων, ἐπιτελοῦν οὐκ ὀλίγα θαύματα. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἀφοῦ ἐπισημαίνει ὅτι στὴν ἐποχὴ τοῦ τὰ θαύματα ἰάσεων ἔχουν λιγοστέψει ἀνάμεσα στοὺς πιστούς, διότι ἔχει ἁπλωθεῖ πλέον ὁ Χριστιανισμὸς στὸν κόσμο καὶ τὸ ἀνώτερο θαῦμα εἶναι ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, μᾶς λέγει ἀκόμη ὅτι στὰ λείψανα τῶν ἁγίων παρευρίσκεται ὄχι κάποια ψυχικὴ δύναμη, ἀλλὰ ἐκείνη ἡ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ προσανατολίζει συνεχῶς πρὸς τὴν ἀνάσταση τῶν σωμάτων μὲ τὰ θαύματα ποὺ ἐπιτελοῦν (εἰς τὸν ἱερομάρτυρα Βαβύλα, ΕΠΕ 37). Ἑπομένως τὰ σώματα τῶν ἁγίων θαυματουργοῦν λόγῳ τῆς σύνδεσης τῶν χριστιανῶν -ὅσο ζοῦσαν πάνω στὴν γῆ- μὲ τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου ἡ χάρη εἶναι ἀποταμιευμένη στὴν Ἐκκλησία καὶ στὴν ὁποία αὐτὴ χάρη ἐμποτίζεται καὶ τὸ σῶμα τοῦ πιστοῦ, ἐφ᾽ ὅσον ζεῖ ἔμπρακτα τὴν ὀρθόδοξη χριστιανικὴ πίστη του, ἀσκεῖται, κοινωνεῖ, ταπεινώνεται καὶ ἀγαθοεργεῖ.

 Τέλος,

.           Ὁ Θεὸς εἶναι πάντα νέος, εἶναι ὅ,τι πιὸ ὄμορφο ὑπάρχει καὶ ἡ ἀγάπη του δὲν ἔχει ὅρια. Καὶ μᾶς καλεῖ στὸν δρόμο τῆς ἁγιότητας, γιατί Ἐκεῖνος εἶναι ὄντως ἅγιος καὶ μόνο αὐτὸς ὁ τρόπος ζωῆς θὰ ἐπικρατήσει στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι φόβητρο ἢ ἀστυνόμος τοῦ οὐρανοῦ, ποὺ ἀναζητάει παντοῦ τὸν ἔνοχο γιὰ νὰ τὸν καταδικάσει, ὅπως σκεφτόντουσαν κάποτε στὴ Δύση. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀντίθετα ἐκεῖνος ποὺ ἀπὸ μόνος του, καὶ μὲ σκέψεις, λόγια ἢ ἔργα, ἀπομονώνεται καὶ χάνει τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Δηλαδὴ μὲ τὸν τρόπο τῆς ζωῆς τοῦ ἀποτυχαίνει, ἀστοχεῖ νὰ βαδίσει τὴν ὁδὸ τῆς ἀλήθειας καὶ ἀποξενώνεται ἀπ’ τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου καὶ ἀπὸ τὴν κοινωνία μὲ τοὺς συνανθρώπους του. Ὁ Κὰρλ Ράινερ, ἕνας σπουδαῖος Γερμανὸς θεολόγος, περίπου ἔλεγε: ‘Δόξα τῷ Θεῷ, ποὺ ἕνα 60% τῶν ἀπόψεων περὶ Θεοῦ, στὶς ὁποῖες ὁρισμένοι πιστεύουν σήμερα, δὲν ἰσχύουν πραγματικὰ γιὰ τὸν Θεό’. Πῶς θὰ βροῦμε ἑπομένως πραγματικὰ τὸν Θεὸ καὶ τὴν γνήσια εἰκόνα του; Εἶναι ἀλήθεια πὼς ὁ ἴδιος Θεὸς ἀποκαλύπτεται προσωπικὰ μέσα στὴν Ἐκκλησία Του, διὰ τῆς πίστεως, τῆς μυστηριακῆς ζωῆς καὶ τῆς ἄδολης ἀγάπης. Ἀποκαλύπτεται στὶς καθαρὲς καρδιές, ποὺ μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἄσκηση ἔχουν γίνει χῶρος διαμονῆς Του.

ΠΗΓΗ: faneromenihol.gr

, , , , ,

Σχολιάστε