Ἄρθρα σημειωμένα ὡς Χρόνος
ΧΡΟΝΟΣ ΖΩΗΣ, ΧΡΟΝΟΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ (Χαρ. Μπούσιας)
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ στὶς 10 Ἰανουάριος 2023
Χρόνος ζωῆς, χρόνος μετανοίας
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
. Ὁ χρόνος τῆς παρεπίδημης στὴν γῆ ζωῆς μας εἶναι ἄπιαστος. Τρέχει γρήγορα καὶ ἐμεῖς ἀσθμαίνοντες τὸν κυνηγοῦμε, γιὰ νὰ τὸν πιάσουμε, νὰ χαροῦμε τὶς ὄμορφες, πολὺ λίγες- ἀλήθεια- στιγμές του, καὶ νὰ ξεχάσουμε μὲ τὴν παροδό του τὶς θλίψεις, τὰ βάσανα, τοὺς πόνους μας. Κάθε πρωῒ ἔρχεται τὸ ξημέρωμα ἐλπιδοφόρο καὶ χωρὶς νὰ τὸ ἀντιληφθοῦμε βραδυάζει καὶ οἱ προσδοκίες μας μένουν, δυστυχῶς, ἀνεκπλήρωτες. Προβληματιζόμαστε γιὰ τὸ πόσο γρήγορα φεύγει ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας, χωρὶς νὰ μποροῦμε νὰ τὸν συγκρατήσουμε, νὰ τὸν σταματήσουμε. Τρέχουμε πίσω του χωρὶς ἀνάπαυλα. Τρέχουμε, ἄραγε νὰ κατακτήσουμε τὶς ὀμορφιὲς τῆς ζωῆς ἢ νὰ φύγουμε γερασμένοι καὶ ἀπογοητευμένοι ἀπὸ αὐτήν; Καὶ ποιές χαρὲς τῆς ζωῆς ζητοῦμε νὰ ἀπολαύσουμε; Τὶς πρόσκαιρες, αὐτὲς ποὺ μᾶς παρασύρουν σὰν ψόφια ψάρια στὸ ρεῦμα τοῦ ποταμοῦ καὶ μᾶς ἐκβράζουν στὴν θάλασσα τῆς ἀπωλείας, ἢ τὶς οὐράνιες, τὶς αἰώνιες, αὐτὲς γιὰ τὶς ὁποῖες μᾶς ἔπλασε ὁ Δημιουργός μας; Κυλάει σὰν ποτάμι ὁρμητικὸ καὶ στὸ πέρασμά του παρασύρει τὶς χαρὲς καὶ τὶς λύπες μας. Μέχρι νὰ ξημερώσει, βλέπουμε τὸν ἥλιο νὰ μεσουρανεῖ καὶ πάλι νὰ δύει, χωρὶς νὰ μποροῦμε νὰ τὸν συγκρατήσουμε, νὰ τὸν σταματήσουμε, γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε τὶς εὐχάριστες στιγμές του, τὶς μοναδικὲς καὶ ἀνεπανάληπτες στιγμὲς τοῦ σήμερα, ποὺ ἤδη ἔγινε παρελθόν, ἔγινε χθές.
. Ὡς ἀνθρώπινο κατασκεύασμα ὁ χρόνος δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὸν ἄχρονο Θεό μας, ἀφοῦ ὅπως λέει καὶ ὁ ποιητὴς Παναγιώτης Σοῦτσος στο ποίημά του «Εἰς τὸν Θεόν»,
Τὸ φῶς ὑπάρχει σῶμά σου
ὁ ἥλιος δὲ ὄμμα σου,
ὁ κεραυνὸς φωνή σου.
Τὸ ἄπειρον διάστημα
τὸ μέγα σου ἀνάστημα,
καὶ ὁ αἰὼν στιγμή σου
ὁ αἰώνας εἶναι στιγμὴ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅμως ὁ ἄχρονος Λόγος τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου καταδέχθηκε σὲ κάποια χρονικὴ στιγμὴ νὰ γίνει ἄνθρωπος, νὰ φορέσει τὴν ἀνθρώπινη σάρκα, χωρὶς βέβαια νὰ χάσει κάτι ἀπὸ τὴν θεϊκή Του φύση, γιὰ νὰ θεώσει ὅλους ἐμᾶς, ποὺ μᾶς φθείρει ὁ πανδαμάτορας χρόνος· αὐτὸς ποὺ περνᾶ ἀπὸ πάνω μας καὶ ἀφήνει ἔντονα τὰ σημάδια τοῦ περάσματός του. Ὅλοι μας ἀποροῦμε βλέποντας τὸν χρόνο νὰ μᾶς στιγματίζει καὶ προβληματιζόμαστε γιὰ τὴν ταχύτητά του. Τὸ παρελθὸν συνεχῶς μεγαλώνει, τὸ παρὸν μένει ἄπιαστο, τὸ μέλλον γίνεται παρὸν καὶ παρελθὸν σὲ κλάσματα δευτερολέπτου. Τρέχουμε ἄραγε νὰ κατακτήσουμε τὴν ζωὴ ἢ νὰ φύγουμε ἀπὸ τὴν ζωή; Μία εἶναι ἡ ζωή· ἡ ζωὴ κοντὰ στὸν Χριστό, αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ ὄντως «Ζωή» (Ἰω. ια´ 25) καὶ ὁ σκοπὸς τῆς πρόσκαιρης ζωῆς μας εἶναι ἡ θέωση, δηλαδή, ἡ αἰώνια ζωὴ κοντά Του, ἐὰν τοῦ ὁμοιάσουμε στὴν ἀγάπη, καὶ ὁ ἀγώνας μας στὴν γῆ ἔχει ὄνομα: «Ὅλα γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ». Καὶ ἄν τὸ χρόνο τῆς πρόσκαιρης ζωῆς μας τὸν ἐκμεταλλευθοῦμε γιὰ ἀπόκτηση τῆς κατὰ Θεὸν ἀρετῆς καὶ σοφίας, μὲ ἀγάπη, εἰρήνη καὶ μετάνοια, τότε ἡ χαρά μας θὰ εἶναι ἀνυπέρβλητη, γιατὶ θὰ ἔχουμε ἐπιτύχει τὸ ἐφετό, τὴν ἕνωσή μας μὲ τὸν ἄχρονο Θεάνθρωπο Ἰησοῦ. Ὅμως, τὸ κύλισμα τοῦ χρόνου προκαλεῖ θλίψη βαθύτατη. Θλίψη γιὰ δύο λόγους: Πρῶτα γιατὶ δὲν ἐκμεταλλευόμαστε σωστὰ τὸ χρόνο ποὺ μᾶς ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ ζήσουμε καὶ δεύτερο γιατὶ οἱ καλὲς στιγμές του δὲν ἐπαναλαμβάνονται. Ἕνα μᾶς μένει νὰ πράξουμε. Νὰ ἐκμεταλλευτοῦμε τὸν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς μας ἐπαναλαμβάνοντες τὸ αἴτημα: ” Τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καὶ μετανοίᾳ ἐκτελέσαι παρὰ τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα”.
. Μὲ αὐτὴ τὴν αἴτηση πρῶτα ἀπ’ ὅλα ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μᾶς ἐξασφαλίσει τὴν εἰρήνη, ἰδίως τὴν ἐσωτερική, ἀπαλλαγμένη ἀπὸ τὰ χαμαίζηλα πάθη καὶ τὶς καθημερινὲς ἁμαρτίες. Μὴν λησμονοῦμε ὅτι ἡ εἰρήνη εἶναι καρπὸς τοῦ Παναγίου Πνεύματος, εἶναι πολύτιμο δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν ἀγωνιζόμενο καὶ ἀπὸ παντοῦ πολεμούμενο ἄνθρωπο. Μᾶς τὸ τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν ἐπιστολή του πρὸς τοὺς Γαλάτες: «Ὁ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πραότης, ἐγκράτεια» (Γαλατ. ε´ 22). Ἡ μετάνοια ἐξ ἄλλου ἀποτελεῖ τὸ μόνο μέσο γιὰ τὴν προσέγγιση τοῦ Θεοῦ, γιὰ μιὰ δημιουργικὴ πορεία πρὸς τὸ μέλλον μὲ σαφῆ ἀξιοποίηση τῶν ἀρνητικῶν ἐμπειριῶν τοῦ παρελθόντος.
. Ἂς μὴν λησμονοῦμε, ὅτι ἡ ἀξιοποίηση τοῦ χρόνου παραμονῆς μας ἐπάνω στὴν γῆ εἶναι ἡ ἀφετηρία τοῦ τελικοῦ στόχου τῆς ζωῆς μας, ποὺ εἶναι τὰ χριστιανικὰ τέλη καὶ ἡ καλὴ ἀπολογία ἐνώπιον τοῦ δικαιοκρίτου Κυρίου. Ὁ χρόνος μας αὐτὸς εἶναι περιορισμένος καὶ τελειώνει σύντομα. Ἀποτελεῖ, λοιπόν, θανάσιμο ἁμάρτημα ἡ μὴ σωστὴ ἀξιοποίησή του· ἁμάρτημα, ποὺ ὄχι μόνο δεικνύει ἀχαριστία μπροστὰ στὸ μεγάλο αὐτὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν καθένα μας, ἀλλὰ καὶ πονηρία καὶ ὀκνηρία μαζί. Ἄν δὲν τὸν ἀξιοποιοῦμε σωστά, γιὰ νὰ παρουσιάσουμε θετικὸ πνευματικὸ ἔργο, ἁμαρτάνουμε, ἰδίως ὅταν τὸν σπαταλοῦμε ράθυμα, σὲ φληναφήματα, μωρολογίες, ἀργολογίες, κακοήθεις διασκεδάσεις, ποὺ φουντώνουν τὴν σάρκα καὶ ἀτονοῦν τὸ πνεῦμα, τρυφηλὴ ζωή, παχυλὰ γεύματα, ἀποχαυνωτικὸ ὕπνο, ἄσεμνα ἀναγνώσματα, πονηρὰ θεάματα καὶ πολλὲς ἄλλες χρονοβόρες καί, φυσικά, ψυχοκτόνες ἀναλώσεις.
. Πρέπει νὰ συνειδητοποιήσουμε, ὅτι ἔχουμε χρέος μας νὰ ἐξαγοράζουμε τὸν καιρὸ σύμφωνα μὲ τὴν προτροπὴ πάλι τοῦ ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν: “Βλέπετε πῶς ἀκριβῶς περιπατεῖτε, μὴ ὡς ἄσοφοι, ἀλλ’ ὡς σοφοί, ἐξαγοραζόμενοι τὸν καιρόν, ὅτι αἱ ἡμέραι πονηραί εἰσιν” (Ἐφεσ. ε´ 15 ). Νὰ ἀξιοποιοῦμε τὸν χρόνο μας μὲ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, μὲ δικαιοσύνη, μὲ σωφροσύνη, μὲ ἀδιάλειπτη προσευχὴ πρὸς τὸν ἄχρονο Δημιουργὸ καὶ Κυρίαρχο τῶν καρδιῶν μας καὶ μὲ μετάνοια. Ὁ χρόνος μετανοίας εἶναι δῶρο Θεοῦ πρὸς ἐμᾶς, τὰ ἄσωτα παιδιά Του, γιὰ νὰ τὸν πλησιάσουμε καὶ νὰ σωθοῦμε ἐπιτυγχάνοντας τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς μας, τὴν κληρονομία τῶν οὐρανῶν. Δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦμε, ὅτι τὸ τέλος ἐγγύς, καὶ οὐδεὶς αὐτὸ τὸ γνωρίζει. Μᾶς τὸ λέει καθαρὰ καὶ ὁ Προφήτης Ἀβδιού: «Ἐγγὺς ἡ ἡμέρα Κυρίου». Ἔρχεται ὅπως ὁ κλέπτης τὴν νύχτα καὶ κλέβει τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. «Ἡ ἡμέρα Κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτὶ οὕτως ἔρχεται» μᾶς προειδοποιεῖ ὁ οὐρανοβάμων Ἀπόστολος στοὺς Θεσσαλονικεῖς (Κεφ. ε´ 1-8). Ἀφοῦ, λοιπόν, τὸ γνωρίζουμε, ὅτι πλησιάζει τὸ τέλος μας,γιατί νὰ μὴν ζοῦμε ὡς υἱοὶ τοῦ φωτὸς καὶ υἱοὶ ἡμέρας καὶ νὰ πολιτευόμαστε ὡς υἱοὶ τῆς νύχτας καὶ τοῦ σκότους; Ἄς τὸν ἀκούσουμε τὶ μᾶς παρωτρύνει νὰ πράττουμε: «Μὴ καθεύδομεν ὡς οἱ λοιποί, ἀλλὰ γρηγορῶμεν καὶ νήφωμεν· οἱ γὰρ καθεύδοντες νυκτὸς καθεύδουσι καὶ μεθυσκόμενοι νυκτὸς μεθύουσιν. Ἡμεῖς δὲ ἡμέρας ὄντες νήφωμεν, ἐνδυσάμενοι θώρακα πίστεως καὶ ἀγάπης καὶ περικεφαλαίαν ἐλπίδα σωτηρίας».
. Τὸ τρίπτυχον τοῦ χρόνου μας ἄς εἶναι πάντοτε ἔμβλημά μας στὴν ἐπίγεια πορεία μας: «Πάντοτε, χαίρετε, ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν παντὶ εὐχαριστεῖτε» (Α΄ Θεσ. ε΄ 16-18). Δηλαδή, πάντοτε νὰ παρουσιαζόμαστε χαρούμενοι μὲ ἐσωτερικὴ χαρά, ἀνείπωτη ἀπὸ τὴν ζωντανὴ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στὴν ζωή μας. Συνεχῶς νὰ προσευχόμαστε, γιὰ νὰ μᾶς ἐπισκιάζει ἡ χάρη τοῦ Κυρίου μας καὶ νὰ καθοδηγεῖ τὰ βήματά μας πρὸς ἔργα σωτηριώδη, καὶ γιὰ κάθε δωρεὰ τοῦ δωρεοδότη Χριστοῦ μας, ποὺ μᾶς ξημερώνει ζωντανούς, μᾶς δίνει τὸν ἄρτο τὸν ἐπιούσιο, μᾶς χαρίζει ὑγεία καὶ δύναμη καὶ μᾶς ἐπιτρέπει νὰ ἀπολαμβάνουμε τὰ ἀγαθὰ τῆς δημιουργίας Του, νὰ τὸν εὐχαριστοῦμε ἀκατάπαυστα.
. Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ τονίσουμε καὶ τὴν ἄλλη προτροπὴ τοῦ θεηγόρου Παύλου: «Ὁ ἥλιος μὴ ἐπιδυέτω ἐπὶ τῷ παροργισμῷ ὑμῶν». (Ἐφεσ. δ´ 26). Δηλαδὴ νὰ μὴ νυχτώνει καὶ μᾶς βρίσκει ἡ ἑσπέρα μαλωμένους μὲ κάποιους ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους μας. Δὲν πρέπει νὰ βαστᾶμε τὴν ὀργὴ καὶ τὸν θυμό μας γιὰ χρόνο πολύ. Ἡ ἁγία Συγκλητικὴ μᾶς διδάσκει γι’ αὐτό: «Τί μισεῖς τὸν λυπήσαντά σε ἄνθρωπον; Οὐκ αὐτός ἐστιν ὁ ἀδικήσας, ἀλλ’ ὁ διάβολος. Μίσησον τὴν νόσον, καὶ μὴ τὸν νοσοῦντα». Δηλαδή, Νὰ μὴ μισοῦμε τοὺς συνανθρώπους μας, ὅσο καὶ ἄν μᾶς ἀδικοῦν, γιατὶ πίσω ἀπὸ αὐτοὺς κρύβεται ὁ μισόκαλος διάβολος. Νὰ μισοῦμε τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ νὰ ἀγαποῦμε τοὺς ἁμαρτωλούς.
. Ὀφείλουμε νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι θὰ πρέπει νὰ ἐργαζόμαστε στὴν ζωὴ αὐτή, ὅπως λένε οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, σὰν νὰ μὴν πεθάνουμε ποτέ, ἀλλὰ καὶ νὰ προετοιμαζόμαστε γιὰ τὸ θάνατο σὰν νὰ πεθάνουμε αὐτὴ τὴν στιγμή. Ἔτσι, θὰ εὐαρεστήσουμε τὸν ἄχρονο Θεό μας καὶ θὰ κληρονομήσουμε τὴν οὐράνια Βασιλεία, «τὴν ἡτοιμασμένην ἀπὸ καταβολῆς κόσμου» (Ματθ. κε´ 34).
. Ὁ Ὅσιος Γέροντας Ἰωάννης ὁ Δομβοΐτης, ὁ φιλόσοφος καὶ θεολόγος τῆς οἰκονομίας τοῦ χρόνου τῆς ζωῆς ἐφάρμοζε τὴν σιωπὴ καὶ λόγος ἀργὸς καὶ σαπρὸς δὲν ἔβγαινε ἀπὸ τὰ χείλη του, γιὰ νὰ εἶναι σύμφωνος μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο: «Λόγος σαπρὸς ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν μὴ ἐκπορευέσθω» (Ἐφεσ. δ´ 29). Αὐτὸ δίδασκε ὄχι μόνο μὲ λόγια, ἀλλὰ πρακτικά, χωρὶς νὰ ἀφήνει οὔτε δευτερόλεπτο τῆς ζωῆς νὰ κυλᾶ χωρὶς νὰ βρίσκεται μέσα στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, χωρὶς νὰ ὠφελεῖ ἢ νὰ ὠφελεῖται ἀπὸ τὶς συναναστροφές του ἢ ἀπὸ τὴν ἄσκηση τῆς σιωπῆς, ἡ ὁποία τὸν διατηροῦσε σὲ διαρκῆ ἑνότητα μὲ τὸν πανοκτίρμονα καὶ ψυχοσώστη Κύριό μας. Σύνθημά του ἦταν τὸ γνωστό μας «Ὠφελοῦ ἢ ὠφέλει, ἢ φεῦγε» καὶ τὴν βεβαιότητα, ὅτι μιὰ φορὰ μονάχα ζοῦμε καὶ ὅτι τὰ ἔργα μας γράφονται στὶς δέλτους τοῦ οὐρανοῦ περιγράφει πολὺ παραστατικὰ ὁ Ὅσιος Γέρων Ἰωάννης ὁ Δομβοΐτης στὸ ποίημά του «Ἅπαξ μόνον» ὡς ἑξῆς:
Θὰ διέλθω ἅπαξ μόνον
φεῦ! τοῦ βίου τὴν ὁδὸν
κ’ ἂς προσέχω πάντα χρόνον
πᾶν μου βῆμα τῶν ποδῶν.
Κι’ ἀπὸ τὴν ζωὴν τὴν ἄλλην
εἰς τὴν γῆν δὲν θἄλθω πάλιν.
. Ἀδελφοί μου, δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦμε ὅτι κάθε στιγμὴ τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας εἶναι ἀνεπανάληπτη καὶ ὀφείλουμε νὰ ἐξαγοράζουμε τὸν καιρὸ μὲ τὴν προσευχή. Πολλὲς φορές, ὅμως, ἐνῶ προσευχόμεθα δὲν λαμβάνουμε, δὲν βρίσκουμε ἀνταπόκριση. Τὸ ταμεῖο τῆς χάριτος δὲν μποροῦμε νὰ τὸ ἐκβιάσουμε. Ὁ Κύριος ἔχει στὰ χέρια Του τὸ κλειδὶ καὶ θὰ ἀνοίξει νὰ μᾶς δώσει, ὅταν πρέπει. Ἡ θεία χάρις εἶναι ἕνας πολὺ διακριτικὸς ἐπισκέπτης καὶ τὸ παραμικρὸ νὰ συμβεῖ συστέλλει τὶς ἀκτῖνες της. Αὐτὴ μᾶς σηκώνει ψηλά, μᾶς θεώνει. Μόνοι μποροῦμε νὰ σηκωθοῦμε ψηλά; Ὄχι! Πρέπει κάποιος ἄλλος ὑψηλότερος ἀπὸ ἐμᾶς νὰ μᾶς σηκώσει. Αὐτὴ εἶναι ἡ θεία χάρις. Ἐὰν ποτὲ μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεὸς νὰ μποῦμε στὸν Παράδεισο, θὰ ἀπορήσουμε γιὰ τρία πράγματα:
1. Δὲν θὰ δοῦμε μέσα αὐτοὺς ποὺ περιμέναμε νὰ δοῦμε.
2. Θὰ δοῦμε αὐτοὺς ποὺ δὲν περιμέναμε νὰ δοῦμε, καί
3. Θὰ ἀπορήσουμε πῶς μπήκαμε καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι μέσα.
. Ὀφείλουμε, λοιπόν, νὰ συστήνουμε σὲ ὅλους νὰ μὴν χάνουν τὸν καιρό τους. Κάθε στιγμὴ τοῦ χρόνου πρέπει νὰ μᾶς εὑρίσκει εἴτε στὴν προσευχή, εἴτε στὴν κατὰ Θεὸ ἐργασία, σὲ διαρκῆ ἐπιδίωξη τοῦ ἁγιασμοῦ μας.
. Ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας τρέχει. Ὅλα παρέρχονται καὶ σβήνουν. Ἕνας μόνο μένει στοὺς αἰῶνες. Ὁ Χριστός μας καὶ μαζί του «ὁ ποιῶν τὸ θέλημα Αὐτοῦ» (Α´ Ἰωάν. β´ 17). Ὁ χρόνος κυλάει, ἀλλὰ ἀφήνει πίσω τὰ σημάδια του. Ὁ χρόνος καὶ μᾶς μεγαλώνει καὶ μᾶς μικραίνει. Ὅσο αὐξάνονται τὰ χρόνια τῆς γήϊνης ζωῆς μας τόσο φθίνει ὁ χρόνος ποὺ μᾶς χωρίζει ἀπὸ τὴν αἰωνιότητα. Ὁ χρόνος καὶ μᾶς φθείρει καὶ μᾶς ἀνακαινίζει. Φθορὰ εἶναι τὸ γῆρας, οἱ ἀσθένειες, οἱ πόνοι. Ἀνακαίνιση ἡ μετάνοια, ἡ πνευματικὴ ὡριμότητα, γιὰ τὴν ὁποία ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Εἰ καὶ ὁ ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπος διαφθείρεται, ὁ ἔσωθεν ἀνακαινοῦται ἡμέρᾳ τῇ ἡμέρᾳ» (Β´ Κορ. δ´ 16). Γι’ αὐτὸ ἐπιγραμματικὰ ἂς τονίσουμε ὅτι τὸ χθές, ὅσο ἐπαχθὲς κι ἂν εἶναι, ὁ Χριστὸς τὸ ἀλλάζει. Τὸ σήμερα, ὅσο ἀγχῶδες καὶ ἂν εἶναι καὶ δύσκολο καὶ ἔμπονο ὁ Χριστὸς τὸ μεταποιεῖ σὲ ἀγώνα ὡραῖο, σὲ ζυγὸ χρηστὸ καὶ ἐλαφρύ. Τὸ αὔριο, ὅσο θολὸ κι ἂν εἶναι τὸ μετατρέπει Αὐτὸς σὲ ἐλπιδοφόρο. Ἂς εἴμαστε λοιπόν, ἀδελφοί μου, πάντοτε κοντὰ στὸ Χριστό μας, τὴν ὄντως ἀγάπη, καὶ ἐκμεταλλευόμενοι τὸ χρόνο τῆς ζωῆς μας νὰ μὴ λησμονοῦμε τὰ λόγια τοῦ Γέροντός μας, τοῦ πατρὸς Γαβριήλ, ὅτι πρέπει τὴ ζωή μας νὰ τὴν θεμελιώνουμε στὸ τρίπτυχο ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία καὶ ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ Ζῶσα πίστη, βεβαία ἐλπίδα καὶ ἐνεργὸ ἀγάπη.
. Ὁ ὑπόλοιπος χρόνος τῆς ζωῆς μας εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ μας, γιὰ νὰ μετανοιώσουμε. Αὐτὸς μᾶς δίνει εὐκαιρίες ἀξιοποιήσεώς του. Ἡ κάθε εὐκαιρία, ὅμως, εἶναι γυμνή, καὶ ἂν μᾶς προσπεράσει δὲν μποροῦμε νὰ τὴν ἁρπάξουμε ἀπὸ τὰ ροῦχα της. Τρέχει πάνω στοὺς ἀδυσώπητους τροχοὺς τοῦ χρόνου, αὐτοῦ ποὺ δὲν γυρίζει πίσω. Πρὶν μᾶς προσπεράσει, ὅμως, μποροῦμε νὰ τὴν πιάσουμε ἀπὸ τὰ μαλλιά. Γιὰ νὰ τὴν πιάσουμε, ὅμως, χρειάζεται ἐπαγρύπνηση, ἐγρήγορση, ἀγωνιστικὸ φρόνημα. Καὶ ἡ εὐκαιρία δὲν εἶναι νὰ ἀπολαύσουμε ἐδῶ τὰ πάντα, ἀλλὰ νὰ ἑτοιμαζόμαστε νὰ ἀπολαύσουμε τὰ ἀγαθὰ τοῦ οὐρανοῦ «ἃ ἡτοίμασε Κύριος τοῖς ἀγαπῶσιν Αὐτόν» (Α´ Κορ. β´ 9). Αὐτός, ἄλλωστε, εἶναι καὶ ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας. Δὲν εἶναι εὐκαιρία ἡ καλοπέραση, οἱ ἀνέσεις, ἡ ἐπιδίωξη τοῦ πλούτου, οἱ ἡδονές, τὸ καλὸ ντύσιμο. Εὐκαιρία εἶναι ἡ ἐπιδίωξη τῆς ἀρετῆς, τῆς δικαιοσύνης, τῆς εἰρηνεύσεως τοῦ κόσμου, τῆς ἔμπρακτης ἐφαρμογῆς τοῦ, Κύριε, «ἐλθέτω ἡ Βασιλεία Σου, γενηθήτω τὸ θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς» (Ματθ. ϛ´ 10).
. Στῶμεν, λοιπόν, καλῶς, καὶ ἂς μὴν ἀφήνουμε νὰ μᾶς προσπερνάει ὁ χρόνος, οἱ εὐκαιρίες τῆς σωτηρίας μας, λέγοντας «οὔπω καιρός», γιὰ νὰ μὴν μετανοιώσουμε καὶ ποῦμε «οὐκέτι καιρός», ἢ «μακάρι νὰ γυρνοῦσε ὁ χρόνος πίσω». Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορ. ϛ´ 2).
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
ΖΗΤΙΑΝΟΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ (Χαρ. Μπούσιας)
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ στὶς 31 Δεκεμβρίου 2021
Ζητιάνος τοῦ χρόνου τῆς ζωῆς μας
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
. Ὁ Χριστός μας, ὁ Λυτρωτής μας, ἡ αἰώνια ἀγάπη, εἶναι ὁ εὔσπλαγχνος Θεός, ἀλλὰ καὶ ὁ ἱκετευτικὸς ζητιάνος. Μᾶς κτυπᾶ τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς καὶ μᾶς ἱκετεύει νὰ τοῦ προσφέρουμε κάτι. Τί μᾶς ζητᾶ; Μᾶς παρακαλεῖ λέγοντας: «Υἱέ μου, δός μοι σὴν καρδίαν» (Σοφ. Σολ. 18΄ 26)! Τί κρίμα, ἐμεῖς δὲν τὸν ἀκοῦμε καί, φυσικά, δὲν τοῦ προσφέρουμε τίποτα, οὔτε τὴν καρδιά μας, ποὺ μᾶς ζητᾶ, ἀλλὰ οὔτε ἕνα λεπτὸ τοῦ χρόνου τῆς ζωῆς μας, ἕνα λεπτὸ μετανοίας· ἕνα λεπτὸ ποὺ εἶναι ὑπεραρκετὸ νὰ φωνάξουμε τὸ τοῦ εὐγνώμονος Λῃστοῦ: «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ Βασιλείᾳ Σου» (Λουκ. κγ΄ 42).
. Ζητιάνος ὁ Θεός μας, Αὐτὸς ποὺ μᾶς παρέχει πλούσια τὰ ἀγαθά Του καὶ τὸ μεγαλύτερο ἀγαθό, τὸν χρόνο τῆς ζωῆς μας, τὸν χρόνο γιὰ ἐκζήτηση μετανοίας, ὥστε νὰ μᾶς ἀγκαλιάσει στὴν ὁλόθερμη ἀγκαλιά Του καὶ μᾶς μᾶς χαρίσει τὸ δῶρο τῆς αἰωνιότητος, τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
. Ἔγινε ζητιάνος ὁ Θεός μας, γιὰ νὰ μᾶς κάνει ἄρχοντες, πλούσιους, εὐγενεῖς, ἁγίους, νὰ μᾶς δείξει τὸν μόνο προορισμό μας, τὴν μετάβασή μας ἀπὸ τὸ «κατ’ εἰκόνα» στὸ καθ’ ὁμοίωσιν», στὴν θέωση. Ζητιάνος ὄχι γιὰ δικό Του ὄφελος, ἀλλὰ γιὰ δικό μας. Αὐτὴ εἶναι ἡ ὕψιστη ἀγάπη.
. Ἔγινε ζητιάνος, Αὐτὸς ποὺ δημιούργησε τὰ σύμπαντα, τὸν ἥλιο, τὴν σελήνη, τὴν γῆ μας, τὰ ἄστρα, ὅλο τὸ στερέωμα, ποὺ δουλεύει σὰν καλοκουρδισμένη μηχανὴ ἔχοντας κάθε δημιούργημα ἕνα προορισμό, ἀπὸ τὸν ὁποῖο δὲν ξεφεύγει οὔτε κατ’ ἐλάχιστον.
. Καὶ ἐνῶ ὅλα στὸ στερέωμα ἔχουν τὸν προορισμό τους, τὸ ἀκριβότερο, ἡ κορωνίδα τῆς δημιουργίας, ἐμεῖς, οἱ ἄνθρωποι ξεφεύγουμε ἀπὸ τὸν προορισμό μας, ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία τοῦ ζητιάνου Δημιουργοῦ ποὺ μᾶς προτρέπει: «Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι» (Α΄Πέτρ.α΄ 16).
. Πλούσιος δωρεοδότης ὁ Χριστός μας σὲ κάθε ἕνα δίνει τὸ δῶρο τῆς ζωῆς. Τὸ κάθε ἔτος ποὺ μᾶς χαρίζει, θέλει νὰ τὸ ἀξιοποιήσουμε, νὰ τὸ κάνουμε χρόνο μετανοίας. Σὲ κάθε ἔτος μᾶς ἔχει δώσει 365 ἡμέρες ποὺ περιέχουν 8760 ὧρες καὶ 525.300 λεπτά. Ἀπ’ αὐτὲς τὶς χιλιάδες τὰ λεπτὰ ποὺ ὁ ἴδιος μᾶς χαρίζει μὲ ἀγάπη ἔρχεται ζητιανεύοντας νὰ μᾶς ζητήσει νὰ τοῦ δώσουμε ἕνα λεπτό. Καὶ αὐτὸ ἐμεῖς ἢ δὲν τὸ δίνουμε, ἢ τὸ δίνουμε μὲ τσιγγουνιὰ καὶ γογγυσμό. Εἴμαστε ἀχάριστοι, ἀγνώμονες, ἀπέναντι στὴν εὐεργεσία τοῦ χρόνου ποὺ μᾶς χαρίζει. Καὶ αὐτὸ γιατὶ ἔχουμε ξεχάσει τὸν προορισμό μας, τὴν ἐπιδίωξη τῆς θεώσεως. Στὸν ἐτήσιο χρόνο μας δὲν ἐργαζόμαστε πνευματικά, δὲν ἀναλωνόμαστε σὲ ἔργα ἀγάπης, στὴν ψυχοτρόφο προσευχὴ ποὺ μᾶς ἀνεβάσει στὸν οὐρανό, σὲ ἔργα εἰρήνης, συμπαραστάσεως ἀσθενῶν, ἐνισχύσεως πτωχῶν, ψυχικῆς κενώσεως στὶς ἀνάγκες τῶν ἐμπεριστάτων. Εἴμαστε σπάταλοι τοῦ χρόνου μας. Τὸν καταναλώνουμε σὲ ἔργα πρόσκαιρων ἠδονῶν, καλοπεράσεως, ἀκολουθώντας τὸ «φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν» (Ἡσ. κβ΄ 13).
. Γιὰ πολλὰ ζητήματα δίνουμε μεγάλη σημασία στὸν χρόνο τῆς ζωῆς μας, ζητήματα, ὅμως, μικρότερης σημασίας ἀπὸ τὴν ἀξιοποίησή του γιὰ τὴν ἐπιδίωξη τοῦ προορισμοῦ τῆς ὑπάρξεώς μας. Προσέχουμε γιατὶ γιὰ λίγα λεπτὰ μπορεῖ νὰ χάσουμε τὸ μεταφορικὸ μέσο, λεωφορεῖο, τραῖνο, καράβι, ἀεροπλάνο, ποὺ θὰ μᾶς μεταφέρει σὲ κάποιον ἀπὸ τοὺς πρόσκαιρους προορισμούς μας. Προσέχουμε, γιατὶ λίγα λεπτὰ καθυστέρηση μπορεῖ ἕναν ἀσθενῆ μας νὰ τὸν ὁδηγήσουμε στὸν θάνατο, μιὰ μικρὴ φωτιὰ νὰ τὴν μετατρέψουμε σὲ πυρκαϊά, ὁκανὴ νὰ κάψει μιὰ τεράσια ἔκταση. Προσέχουμε, γιατὶ λίγα λεπτὰ ἀναμονῆς βοηθείας σὲ μιὰ μάχη μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει σὲ συντριπτικὴ ἧττα.
. Ἐὰν τὰ λεπτὰ τῆς ζωῆς μας ἔχουν τόσο μεγάλη σημασία στὴν καθημερινότητα πόσο μεγάλη σημασία ἔχουν γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τοῦ προορισμοῦ μας, γιὰ τὴν ὁποία, δυστυχῶς, δείχνουμε ἀμέλεια! Αὐτὴν βλέποντας ὁ Χριστός μας ἔρχεται ζητιάνος καὶ μᾶς παρακαλεῖ νὰ τοῦ δώσουμε ἕνα λεπτὸ μετανοίας, ἕνα λεπτὸ ποὺ δὲν εἶναι δικό μας, δικό Του εἶναι αὐτό, ἀλλὰ δὲν Τοῦ τὸ χαρίζουμε. Δὲν τοῦ λέμε: «Τὰ Σὰ ἐκ τῶν Σῶν»!
. Ὁ σοφὸς Χίλων ὁ Λακεδαιμόνιος ἔλεγε: «Χρόνου φείδου» καὶ ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Δομβοΐτης, ὁ οἰκονόμος τοῦ χρόνου τῆς ζωῆς ἔγραφε:
Θὰ διέλθω ἅπαξ μόνον
φεῦ! τοῦ βίου τὴν ὁδὸν
κι’ ἂς προσέχω πάντα χρόνον
πᾶν μου βῆμα τῶν ποδῶν.
Κι’ ἀπὸ τὴν ζωὴν τὴν ἄλλην
εἰς τὴν γῆν δὲν θἄλθω πάλιν.
. Ὁ χρόνος μας εἶναι ἀνεκτίμητος. Γιὰ τὴν σπατάλη του θὰ δώσουμε λόγο στὸν ζητιάνο Χριστό μας, ποὺ στέκει μπροστὰ στὴν πόρτα καὶ τῆς καρδιᾶς μας καὶ μᾶς παρακαλεῖ νὰ τοῦ δώσουσε, ἔστω ἕνα λεπτό. Ἕνα λεπτὸ μετανοίας, ἕνα λεπτὸ σωτηρίας, γιὰ νὰ γιατρευτοῦμε ψυχικὰ καὶ σωματικά, γιὰ νὰ μὴν καοῦμε στὸ πῦρ τὸ ἐξώτερο, γιὰ νὰ μὴν χάσουμε τὸ τραῖνο τοῦ ποθεινοῦ προορισμοῦ μας, τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Δρ Χαραλάμπης Μ.Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ στὶς 10 Ἰανουάριος 2020
Ἀπὸ τὸν χρόνο στὴν αἰωνιότητα
Τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»
. Πρωτοχρονιὰ 2020. Καινούργιος χρόνος καὶ μεγαλύτερος κατὰ μία ἡμέρα ἀπὸ τοὺς προηγούμενους. Ἀποχαιρετήσαμε τὸ 2019, τὸ ὁποῖο ἔγινε πλέον παρελθόν. Ὑποδεχθήκαμε τὸ νέο ἔτος 2020 μὲ ἐλπίδα καὶ μὲ τὴν προσδοκία νὰ εἶναι καλύτερο ἀπὸ τὸ προηγούμενο. Δώσαμε καὶ πήραμε εὐχὲς πολλές.
. Τώρα, στὴν ἀρχὴ τοῦ χρόνου, ἐπιβάλλεται λίγο νὰ στοχασθοῦμε, ἐφόσον παρατείνεται ἡ ζωή μας ἐδῶ στὸν κόσμο. Γιατὶ ὁ χρόνος εἶναι πολὺ πιὸ πολύτιμος ἀπὸ ὅ,τι νομίζουμε, καὶ περνᾶ γρήγορα. «Οἱ μῆνες φεύγουν σὰν νερό, κι ὁ χρόνος σὰν διαβάτης», λέει ὁ λαός μας. Τὸ χθὲς δὲν ξανάρχεται, τὸ αὔριο δὲν εἶναι βέβαιο. Μόνο τὸ σήμερα, τὸ στιγμιαῖο παρόν, εἶναι δικό μας. «Δὲν εἶναι τέτοιος ὁ χρόνος, ὥστε αὐτὸ μὲν ποὺ εἶναι παρελθὸν πέρασε πλέον καὶ χάθηκε, τὸ δὲ μέλλον οὔτε κὰν φάνηκε ἀκόμη, ἀλλὰ καὶ τὸ παρὸν πρὶν καλά-καλὰ προλάβει νὰ γίνει γνωστό, ξεφεύγει καὶ δὲν γίνεται αἰσθητό;» (Μέγας Βασίλειος, ΕΠΕ 4, 38).
. Στὸν κόσμο αὐτὸν ὁ χρόνος εἶναι ὁ ἀπαραίτητος καιρὸς ἐργασίας γιὰ νὰ φτιάξουμε τὸν πνευματικὸ ἄνθρωπο μέσα μας. Τὸν ἄνθρωπο ποὺ πλάσθηκε ἀπὸ τὸν Δημιουργό Του «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν». Νὰ ξεντυθοῦμε «τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ» καὶ νὰ ἐνδυθοῦμε τὸν «νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν», μᾶς συνιστᾶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Κολασ. γ´ 9-10).
. Νὰ ξεντυθοῦμε τὸν παλαιὸ διεφθαρμένο ἐσωτερικό μας κόσμο μαζὶ μὲ τὶς πράξεις του καὶ νὰ ἐνδυθοῦμε τὸν νέο ἑαυτό μας, τὸν ἄνθρωπο ποὺ συνεχῶς ἀνανεώνεται καὶ γίνεται καινούργιος, ὥστε νὰ προοδεύει στὴν τέλεια γνώση τοῦ Θεοῦ. Καὶ γίνεται διαρκῶς καινούργιος μὲ τὸ νὰ παίρνει τὴν ἴδια μορφὴ μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος τὸν δημιούργησε.
. Ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος παριστᾶ τὴ διεφθαρμένη ἀνθρώπινη φύση μας. Μὲ τὸ Βάπτισμά μας ὅμως ἔχουμε ξεντυθεῖ αὐτὸν τὸν διεφθαρμένο ἑαυτό μας, τὸν παλαιό μας ἄνθρωπο, καὶ ἔχουμε ἐνδυθεῖ τὸν νέο ἑαυτό μας, αὐτὸν ποὺ ὁμοιάζει μὲ τὸν Χριστό. Συνεπῶς, ἀφοῦ ἐνδυθήκαμε τὸν νέο ἄνθρωπο, ἂς φροντίζουμε συνεχῶς νὰ ἀνανεωνόμαστε καὶ νὰ γίνεται ὁ καθένας μας καινούργιος, ὥστε νὰ προοδεύει στὴν τέλεια γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ καθίσταται συνειδητὸ καὶ ἐνεργὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ…
. Νὰ συνειδητοποιήσουμε, ὅσο ζοῦμε, ὅτι ἡ ποιότητα τῆς ἐπὶ γῆς ζωῆς μας καθορίζει τὴ θέση μας στὴν αἰωνιότητα. Ὁ λόγος τοῦ Ἀβραὰμ στὴν παραβολὴ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ πτωχοῦ Λαζάρου πρὸς τὸν πλούσιο, εἶναι ἀποκαλυπτικός: «Παιδί μου, εἶπε στὸν πλούσιο, θυμήσου ὅτι ἐσὺ ἀπόλαυσες μὲ τὸ παραπάνω τὰ ἀγαθά σου ὅταν ζοῦσες στὴ γῆ. Ἐνῶ ὁ Λάζαρος ἀντίστοιχα ἀπόλαυσε τὰ κακὰ τῆς δυστυχίας καὶ τῆς ἀσθένειας. Τώρα ὅμως ἐδῶ ὁ Λάζαρος παρηγορεῖται γι᾿ αὐτὰ ποὺ ὑπέφερε τότε συνεχῶς, ἐνῶ ἐσὺ ὑποφέρεις καὶ βασανίζεσαι χωρὶς διακοπή, ὅπως ἀδιάκοπη καὶ συνεχὴς ἦταν ἡ εὐτυχία σου πάνω στὴ γῆ» (Λουκ. ις´ [16] 25).
. Μέσα λοιπὸν σ᾿ αὐτὸ τὸ χρονικὸ διάστημα τῆς νέας χρονιᾶς θὰ κινηθεῖ ἡ ψυχή μας καὶ θὰ ἐκφρασθεῖ ἡ θέλησή μας. Θὰ θησαυρίσουμε γνώσεις, θὰ πρέπει ὅμως καὶ νὰ ὀμορφύνουμε τὴ ζωή μας, νὰ ξεριζώσουμε ἐλαττώματα καὶ ἀδυναμίες, νὰ λουστοῦμε στὴν Χάρι τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας, νὰ λατρεύσουμε τὸν Τριαδικὸ Θεὸ στὴ θεία Λειτουργία, τὴν «εὐλογημένη βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».
. Ἰδιαίτερα αὐτὴ τὴ χρονιὰ ἂς βυθίσουμε τὸ βλέμμα μας στὴν κορυφὴ τῆς πνευματικῆς ζωῆς: τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν τελειότητα. Συνεχῶς νὰ σκοπεύουμε μακριὰ καὶ ψηλὰ καὶ μὲ τέλεια ἀφοσίωση στὸν ἅγιο αὐτὸν στόχο μας. Ἐὰν στρέφουμε τὸ βλέμμα στὰ πόδια μας, θὰ χανόμαστε στὶς μικρότητες καὶ οὔτε ἐμεῖς θὰ βαδίζουμε μπροστὰ καὶ σταθερὰ οὔτε καὶ τοὺς ἄλλους θὰ βοηθοῦμε. Κατὰ τὸ πρότυπο τοῦ ἁγίου Θεοῦ ποὺ μᾶς κάλεσε, ἂς προσπαθοῦμε νὰ γινόμαστε ἅγιοι σὲ κάθε περίπτωση καὶ σὲ κάθε συμπεριφορά μας (βλ. Α´ Πέτρ. α´ 15): «Ἐπὶ τὴν τελειότητα φερώμεθα…» (Ἑβρ. ς´ 1).
. Ἂς μὴ χάνουμε οὔτε μιὰ μέρα, οὔτε μιὰ ὥρα, οὔτε ἕνα λεπτὸ χωρὶς νὰ τὸ ἀξιοποιοῦμε ὅπως θέλει ὁ φιλάνθρωπος Σωτήρας καὶ Λυτρωτής μας Κύριος Ἰησοῦς Χριστός.
. Νὰ εὐχηθοῦμε, ὁ Κύριος, «ὁ καιροὺς καὶ χρόνους ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ θέμενος», Αὐτὸς ποὺ εἶναι ὁ Χορηγὸς τῆς εἰρήνης, νὰ μᾶς τελειοποιήσει σὲ κάθε ἀγαθὸ ἔργο, ὥστε νὰ ἐφαρμόζουμε τὸ θέλημά Του. Αὐτὸς νὰ ἐνεργήσει στὸ ἐσωτερικό μας ἐκεῖνο ποὺ εἶναι ἀρεστὸ ἐνώπιόν Του γιὰ νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του. Διότι σ᾿ Αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
ΝΗΦΑΛΙΟΣ ΣΤΗΝ ἐκκλησιαστικὴ ΤΡΙΚΥΜΙΑ ὁ Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ στὶς 31 Δεκεμβρίου 2019
Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος γιά τό νέον Ἔτος 2020
τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
. Κατ’ ἀρχήν εὔχομαι σέ ὅλους σας νά εἶναι εὐλογημένο καί σωτήριο τό νέον ἔτος 2020, τό ὁποῖο ἀρχίζει ἀπό σήμερα.
. Τήν σημερινή ἡμέρα, ἐκτός ἀπό τήν Δεσποτική ἑορτή τῆς Περιτομῆς τοῦ Χριστοῦ, σηματοδοτεῖ καί ἡ ἑορτή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἀναδείχθηκε μεγάλος Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας σέ μιά ἐποχή πού ἐπικρατοῦσε θεολογική σύγχυση μεταξύ πολλῶν Ἐπισκόπων καί Χριστιανῶν, ὡς πρός τήν θεότητα τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐπειδή συγκρουόταν τό ρεῦμα τῆς φιλοσοφικῆς θεολογίας μέ τήν ἀποκαλυπτική θεολογία τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων. Ἔτσι ὁ Μέγας Βασίλειος ἦταν ἕνας νηφάλιος νοῦς, ὁ ὁποῖος διακρίθηκε σέ μιά διαταραγμένη ἐποχή καί αὐτό ἔχει σημασία νά τονίζεται, ἰδιαίτερα στήν ἐποχή μας.
. Ἐκτός τοῦ ὅτι ἐργάσθηκε ποιμαντικά στήν Μητρόπολή του σέ ὅλους τούς τομεῖς, ἀνέλαβε τήν εὐθύνη νά εἰρηνεύση ὅλη τήν Ἐκκλησία. Εἶχε προηγηθῆ ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος τό 325 μ.Χ. στήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας, ἡ ὁποία ὁμολόγησε τήν θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ὅμως ὁ θόρυβος ὄχι μόνον δέν σταμάτησε, ἀλλά ἐπεξετάθηκε ἀκόμη περισσότερο. Δηλαδή, μετά τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο πολλοί Ἐπίσκοποι δέν ἀποδέχθηκαν τίς ἀποφάσεις της, μέ ἀποτέλεσμα νά διασαλεύεται ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.
. Ὅσοι καταδικάσθηκαν ἀπό τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο ἔκαναν ἀγώνα γιά νά ἐπικρατήσουν οἱ αἱρετικές ἀπόψεις τους. Ἔπειτα, ἐμφανίσθηκαν καί ἄλλοι αἱρετικοί, ὅπως οἱ Πνευματομάχοι πού δέν δέχονταν τήν θεότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί ἄλλοι αἱρετικοί, ἤτοι ὁ Εὐνόμιος ὁ Ἀπολλινάριος Λαοδικείας, ὁ Σαβέλλιος, ὁ Μάρκελλος Ἀγκύρας κλπ., πού δίδασκαν διάφορες αἱρετικές διδασκαλίες. Μεγάλη ἀναταραχή δημιουργήθηκε στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀπό τίς ποικίλες αἱρέσεις.
. Ὁ Μέγας Βασίλειος παρομοιάζει τήν κατάσταση τῆς Ἐκκλησίας τῆς ἐποχῆς του μέ μιά ναυμαχία μέ τήν σύρραξη τῶν πλοίων, τήν τρικυμία τῆς θάλασσας, τό σκοτάδι τῆς νύκτας, τήν δύναμη τῶν ἀνέμων, τήν ἀλληλεξόντωση τῶν πολεμιστῶν, τό βύθισμα τῶν πλοίων, τήν διαμάχη μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Καί ἐνῶ ὁ ἴδιος θά προτιμοῦσε νά σιωπήση, γιατί δέν θά τόν ἄκουγε κανένας, ὅμως ἀπό ἀγάπη γιά τήν Ἐκκλησία ἀνέλαβε μιά ἔντονη δραστηριότητα γιά νά ἐπικρατήση ἡ εἰρήνη καί ἡ ἀγάπη μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν.
. Κυρίως, χρησιμοποίησε τέσσερεις τρόπους. Ὁ πρῶτος ἦταν ἡ ἀποστολή ἐπιστολῶν σέ διαφόρους Ἐπισκόπους, Κληρικούς, πολιτικούς ἄρχοντες, ρήτορες καί φιλοσόφους φίλους του γιά δογματικά θέματα, καί γιά ἄλλα θέματα πού ἀπασχολοῦσαν τούς Χριστιανούς. Ὁ δεύτερος τρόπος ἦταν ἡ προσωπική ἐπικοινωνία μέ διάφορες Ἐκκλησίες ἤ μέ ἀντιπροσώπους του, προκειμένου νά εὑρεθοῦν λύσεις γιά τά δογματικά καί τά ἐκκλησιαστικά ζητήματα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ὁ τρίτος τρόπος ἦταν ἡ πρόταση γιά σύγκληση Συνόδων προκειμένου νά ληφθοῦν οἱ ἀπαραίτητες ἀποφάσεις. Καί ὁ τέταρτος τρόπος ἦταν ἡ προσευχή. Γι᾽ αὐτό στήν εὐχή τῆς ἀναφορᾶς στήν θεία Λειτουργία πού συνέταξε, προσεύχεται: «Παῦσον τά σχίσματα τῶν Ἐκκλησιῶν… τάς τῶν αἱρέσεων ἐπαναστάσεις ταχέως κατάλυσον τῇ δυνάμει τοῦ ἁγίου σου Πνεύματος». Οἱ αἱρέσεις τελικά ἀντιμετωπίζονται κυρίως μέ τήν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
. Στόν ἀγώνα του αὐτόν εἶχε δύο σταθερά δεδομένα, πού ἦταν καί οἱ βασικοί στόχοι του, δηλαδή, δέν ἔκανε συζητήσεις διπλωματικές, ὥστε νά δεχθῆ συμβιβασμούς στήν πίστη. Ὁ πρῶτος ὅρος ἦταν ὅλοι νά ἀποδεχθοῦν τό Σύμβολο τῆς Συνόδου τῆς Νικαίας, τό ὁποῖο θέσπισαν οἱ Πατέρες τό 325 μ.Χ., καί ὁ δεύτερος ὅρος ἦταν νά ἀποδεχθοῦν ὅτι τό Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι ἄκτιστον, δηλαδή Θεός. Μέ αὐτά τά δεδομένα ἐπικοινωνοῦσε συνεχῶς μέ τούς τότε κορυφαίους θρόνους, ἤτοι τῆς Ρώμης, τῆς Ἀλεξανδρείας, τῆς Ἀντιοχείας, τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί προσπαθοῦσε νά βρῆ σημεῖα ἑνότητος μεταξύ τους.
. Ὅταν διαβάση κανείς τούς λόγους του, διαπιστώνει ὅτι διακρίνονται ἀπό σοβαρότητα, ὑπευθυνότητα, θεολογική ἐπάρκεια, εὐγένεια, ἐπιχειρηματολογία, στιβαρότητα, σεβασμό στήν Ἐκκλησία καί στούς ἀνθρώπους, μετριοπάθεια καί πολλά ἄλλα. Ἦταν πράγματι ἕνας πνευματικός ἡγέτης μεγάλων διαστάσεων, ἕνας οἰκουμενικός Πατέρας καί διδάσκαλος.
. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο, ἐνῶ ὁ ἴδιος ἐκοιμήθη τό 379 μ.Χ. σέ ἡλικία 49 ἐτῶν, ὅμως ἡ Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδος πού συγκλήθηκε δύο χρόνια μετά τήν κοίμησή του, δηλαδή τό 381 μ.Χ. στήν Κωνσταντινούπολη, στηρίχθηκε σέ μεγάλο βαθμό στίς δικές του προσπάθειες, τούς δικούς του κόπους, στήν δική του θεολογία, πού ἦταν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας. Βεβαίως, στήν ἐπιτυχία τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἔπαιξαν σημαντικό ρόλο καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, δηλαδή ὁ φίλος του καί ὁ ἀδελφός του, ἀλλά κάτω ἀπό αὐτούς κρύβεται ὁ στιβαρός, ἰσορροπημένος θεολογικός λόγος τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὅπως φαίνεται στίς ἐπιστολές του πού ἀπέστειλε.
. Ὁ λόγος του καί ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἐνεργοῦσε εἶναι ὑπόδειγμα καί γιά ἐμᾶς σήμερα, τούς Ἐπισκόπους, τούς Κληρικούς, τούς μοναχούς καί τούς λαϊκούς Χριστιανούς, στόν χειρισμό τῶν ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων πού μᾶς ἀπασχολοῦν. Ὅταν ἐπικρατοῦν ἀπόψεις πού διαποτίζονται ἀπό τόν ἐμπαθῆ φανατισμό καί τήν ἐξωτερική διπλωματία, ὅταν ἐπικρατῆ μιά ἄνευρη θεολογία, πού θυμίζει αὐτό πού ἔγραφε ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅτι δυστυχῶς οἱ Ἐπίσκοποι καί θεολόγοι «τεχνολογοῦσι καί οὐ θεολογοῦσι», ὅταν ἐπικρατοῦν σχισματικές τάσεις, τότε ἀπαιτοῦνται νηφάλιες, σοβαρές καί ὑπεύθυνες θεολογικές φωνές.
. Μέσα στήν πνευματική καί ἐκκλησιαστική τρικυμία χρειάζεται ψυχραιμία, ὑπευθυνότητα, ὀρθόδοξη θεολογία, πού εἶναι ἡ θεολογία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων, κυρίως ἀπαιτεῖται εἰλικρινής ἀγάπη στόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία. Χρειαζόμαστε σήμερα Κληρικούς καί θεολόγους, πού νά προσεγγίζουν, ἔστω καί λίγο, τήν μεγάλη μορφή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Πρέπει νά προσευχόμαστε στόν Θεό γι᾽ αὐτό. Δέν μᾶς λείπουν σήμερα τά ἐπιχειρήματα, ἀλλά ἅγιοι Ἐπίσκοποι, πού νά ἔχουν ζωντανή θεολογία καί νηφάλιο λόγο, γιατί ἐκεῖ πού ἀκούγονται ἐμπρηστικοί φανατικοί λόγοι, δέν ἐνεργεῖ τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἀλλά ὑπάρχει ἡ ἐνέργεια τοῦ πονηροῦ πνεύματος, πού διαιρεῖ ἀντί νά ἑνώνη.
. Καί πάλι εὔχομαι σέ ὅλους σας νά εἶναι εὐλογημένος ὁ νέος χρόνος μέ τίς πρεσβεῖες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, Ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας. Καί νά εὐχηθοῦμε νά εἰρηνεύη ἡ σύγχρονη Ἐκκλησία ἀπό τούς κλυδωνισμούς πού ὑφίσταται.
ΠΗΓΗ: parembasis.gr
ΤΟ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ (Ἀρχιμ. Δαν. Ἀεράκη)
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ στὶς 22 Ἰανουάριος 2019
Τὸ λεωφορεῖο τοῦ χρόνου
τοῦ Ἀρχιμ. Δανιὴλ Ἀεράκη
Τρία ἤ δύο μέρη;
-
Συνήθως διακρίνουμε τὸ χρόνο σὲ τρία μέρη: Στὸ παρελθόν, στὸ παρὸν καὶ στὸ μέλλον. Ἡ τριμερὴς αὐτὴ διάκρισις δὲν φαίνεται νὰ ἔχη ἀντικειμενικὴ ὑπόστασι. Ἂν θελήσουμε νὰ προσδιορίσουμε τὸ παρόν, θὰ διαπιστώσουμε, ὅτι δὲν ἀποτελεῖ τίποτε περισσότερο ἀπό μιὰ διαχωριστικὴ τομὴ ἀνάμεσα στὸ παρελθὸν καὶ στὸ μέλλον. Πρῶτος τό τόνισε αὐτὸ ὁ Ἀριστοτέλης: «Τό μεν παρελθὸν γέγονε, τὰ δὲ τοῦ μέλλοντος μέλλει γενέσθαι· τό δὲ νῦν οὐ μέρος».
Ροὴ χρόνου
-
Παρόν! Δὲν εἶναι μέρος τοῦ χρόνου. Ὑπάρχει τὸ πρὸ καὶ τὸ μετά. Στὴ μέση τό παρόν, ἢ μᾶλλον ὁ Παρών.
-
Ὁ Παρὼν εἶναι Ἄχρονος. Εἶναι ὁ Ἄχρονος Θεός. Ὁ χρόνος εἶναι συνυφασμένος μὲ τὸ χῶρο καὶ μὲ τὴ δημιουργία. Ἡ ἀρχὴ τοῦ δρόμου δὲν εἶναι δρόμος. Ἡ ἀρχὴ τοῦ χρόνου δὲν εἶναι χρόνος. Ἡ ἀρχὴ τῆς δημιουργίας δὲν εἶναι δημιουργία. Ἡ Ἀρχὴ τῆς Θεότητας; Εἶναι Θεότητα. Δὲν ὑπάρχει χρόνος, πού δὲν ὑπάρχει Θεός.
-
Ὁ Θεὸς δὲν ἔχει ἀρχή. Εἶναι ἡ Ἀρχή: «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανόν καὶ τὴν γῆν». «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος» (Ἰωάν. α’ 1). Ὅταν ὁ Θεὸς ἀπεφάσισε νὰ κατασκευάση τὸ δρόμο, διὰ τοῦ ὁποίου φανερώνεται ὅτι ὑπάρχει, μπῆκε στὴ ζωή μας καὶ ὁ χρόνος. Ὀ δρόμος εἶναι ἡ πορεία τοῦ κτιστοῦ δημιουργήματος ἀπὸ τὸν Ἄκτιστο Θεό. Τὸ λεωφορεῖο τοῦ χρόνου ξεκίνησε. Τρέχει μὲ τὴν ταχύτητα τῶν ἀστέρων. Τρέχει μὲ τὴ ροὴ τῶν ποταμῶν. Τρέχει μὲ τοὺς κτύπους τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς. Τρέχει… «Τὰ πάντα ρεῖ» στὸ ποτάμι τοῦ χρόνου. Ὁ Θεὸς παραμένει Ἄχρονος, τὰ δημιουργήματά Του ὅμως μπῆκαν στὴν τροχιὰ τοῦ χρόνου. Παραστατικό το ποίημα τοῦ Δροσίνη:
Πές μου ποτάμι πού τρελὰ μέσα στοὺς κάμπους τρέχεις
καὶ τόσες ὀμορφιές τῆς γῆς μὲ τὰ νερά σου βρέχεις,
γιατί μᾶς ψάλλεις θλιβερὸ σκοπὸ μὲ τὴ φωνή σου;
Ποιὸς ἄλλος ζεῖ τέτοια ζωὴ γλυκειά σὰν τὴ δική σου;
Κι ἐκεῖνο ἀποκρίθηκε: Τί εὐτυχία ἔχω,
ἀφοῦ ἡ μοῖρα μοῦ ‘γραψε αἰώνια νὰ τρέχω;
Ἂν ροδοδάφνες γέρνουνε μὲ χάρη στὰ νερά μου,
ἂν λυγαριὲς κι ἀγράμπελες ἀνθίζουν στὰ πλευρά μου,
μήπως μπορῶ νὰ τὶς χαρῶ καὶ νὰ τὶς ἀγαπήσω;
Περνῶ, τὶς βλέπω μιὰ στιγμὴ καὶ τὶς ἀφήνω πίσω…
Καὶ τὸ ποτάμι σώπασε κι ἀφήνει τὸ διαβάτη
μὲ πικραμένη τὴν καρδιά, μὲ δακρυσμένο μάτι,
γιατί μιὰ μαύρη, μιὰ σκληρὴ ἰδέα τὸν τρομάζει,
πώς κι ἡ δικιά του ἡ ζωὴ μὲ τὸ ποτάμι μοιάζει.
-
Ἠ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου μοιάζει μὲ τὸ ποτάμι. Τρέχει καὶ κυλᾶ. Βρίσκει δυσκολίες. Βρίσκει καὶ ἀνθισμὲνα λουλούδια. Μὰ οὔτε τὰ βράχια προλαβαίνει νὰ τὰ φωτογραφίση, οὔτε τὰ λουλούδια νὰ τὰ ζωγραφίση.
«Καὶ ἡ δικιά του ἡ ζωὴ μὲ τὸ ποτάμι μοιάζει…». Τρέχει, μὰ δὲν χάνεται. Ξεχύνεται στὴν ἀπεραντωσύνη τῆς θάλασσας. Καὶ ἡ ζωὴ μᾶς τρέχει. Δὲν σταματᾶ. Δὲν πηγαίνει στὸ μηδέν. Καταλήγει στὴν πανέμορφη θάλασσα τῆς αἰωνιότητας.
Παρόν. ΠΑΡΩΝ
-
Τὸ παρὸν εἶναι παρὸν πραγματικὰ μόνο ὡς πρόσωπο. Ὁ Θεὸς διὰ μέσου τῶν δημιουργημάτων Του, φωνάζει: Παρών!
—Μὲ κρύβουν τὰ δημιουργήματά μου, ἢ μᾶλλον μὲ φανερώνουν τὰ δημιουργήματά μου. Εἶμαι ὁ «πανταχοῦ Παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν». Τὸ παρὸν εἶναι πραγματικὰ παρόν, μόνο ὡς Πρόσωπο. Ὄχι μονὸ μὲ τὴν ἔννοια πού εἴπαμε, ἀόρατος Θεός, αἰωνίως Παρών, πού φωνάζει διὰ μέσου τῶν ὁρατῶν κτισμάτων «Παρών». Λέει ὁ Παῦλος: «Τὰ γὰρ ἀόρατα αὐτοῦ ἀπό κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι νοούμενα καθορᾶται, ἡ τὲ ἀῒδιος αὐτοῦ δύναμις καὶ θειότης» (Ρωμ. α’ 20). Παρὼν ὁ Θεός! Ὡς αἰώνιος καὶ προαιώνιος ὕπαρξις. Παροῦσα και ἡ νέα πόλις, ἡ αἰώνια ζωή. Ὁ Ἀβραάμ, λέει ἡ πρὸς Ἑβραίους, «ἐξεδέχετο τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεὸς» (Ἑβρ. ια’ 1).
-
Καὶ μὲ ἄλλη ἔννοια τὸ παρὸν ὑπάρχει ὡς Πρόσωπο. Φωνάζει ἐδῶ καὶ δύο χιλιάδες χρόνια: «Παρών»! Εἶναι τὸ σαρκωμένο Πρόσωπο τοῦ Αἰωνίου Θεοῦ Λόγου. Μὲ τὴ σάρκωσι τοῦ Χριστοῦ ὁ Ἄχρονος μπαίνει στὸ χρόνο. Ἔγινε ἄνθρωπος ἀληθινός. Καὶ μποροῦμε γιὰ τὴν ἀνθρώπινή Του πορεία στὴ γῆ νὰ λέμε καὶ γι’ Αὐτόν, ὅτι ἦταν κάποτε ὀκταήμερος, σαράντα ἡμερῶν, δώδεκα ἐτῶν, τριάντα ἐτῶν. Ἀλλ’ αὐτὸ δὲν σημαίνει, ὅτι περιορίζεται στὸ χρόνο.
-
Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Αἰώνιος καὶ ὡς Θεάνθρωπος. Εἶναι τὸ Αἰώνιο Παρόν. Γιὰ τὴ ζωή Του καὶ γιὰ τὴν προσφορά Του ἡ Γραφὴ δὲν χρησιμοποιεῖ χρονόμετρο. Δὲν λέει π.χ.: «Μαζί μου θὰ ἔχετε ἕνα λαμπρὸ μέλλον!». Ἡ Γραφὴ χρησιμοποιεῖ τὸ αἰωνιόμετρο: Τὸ ἄμετρο! Ὄχι, τὸ μέτρο. Τὸ ἄμετρο τῆς αἰωνιότητας. Πόσες φορὲς ἡ Καινὴ Διαθήκη μιλάει γιὰ χρόνο καὶ πόσες φορὲς γιὰ αἰωνιότητα; Γιὰ τὸ δεύτερο πολὺ περισσότερες φορές: «Οὔτως ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱόν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχη ζωὴ αἰώνιον» (Ἰωαν. γ’).
Παρὸν μὲ δύο μάτια
-
Τὸ παρὸν εἶναι φευγαλέα στιγμή. Καὶ ὅμως εἶναι τὸ μόνο, πού εἶναι δικό μας. Τὸ παρελθὸν δὲν εἶναι δικό μας, ἀφοῦ τό χάσαμε. Τὸ μέλλον δὲν εἶναι δικό μας ἀφοῦ δὲν βρίσκεται στὴ διάθεσί μας. Ὁ Μέγας Βασίλειος λέει: «Τοιοῦτος ὁ χρόνος, οὗ τὸ μὲν παρελθὸν ἠφανίσθη, τὸ δὲ μέλλον οὔπω πάρεστι, τὸ δὲ παρὸν πρὶν ἢ γνωσθῆναι διαδιδράσκει τὴν αἴσθησιν». Φευγαλέα στιγμὴ τὸ παρόν. Σταθερὸς ὅμως γιὰ πάντα ὁ Παρών, ὁ Χριστός. Εἶναι ὁ Παρών, πού βρίσκεται ἀνάμεσα στὸ πρὸ καὶ στὸ μετά. Χωρίζει στὰ δύο τὴν ἱστορία χρονικά. Ἔτσι μιλᾶμε γιὰ πρὸ Χριστοῦ ἱστορία καὶ μετὰ Χριστὸν ἱστορία. Χωρίζει στὰ δύο καὶ τὴ ζωή μας: Στὴν πρὸ Χριστοῦ, τὴ βουτηγμένη στὴν ἁμαρτία, καὶ στὴ μετὰ Χριστό, τὴν δοσμένη στὴ μετάνοια.
-
Τὸ παρὸν ἔχει δύο μάτια: Τὸ ἕνα λέγεται μνήμη, τὸ ἄλλο λέγεται προσδοκία. Βλέπουμε τὸ παρελθὸν μὲ τὴ μνήμη. Θυμόμαστε τά ὅσα διαπράξαμε. Ἡ ἱστορία μας, ἱστορία λαθῶν καὶ παθῶν. Βλέπουμε τὸ μέλλον μὲ προσδοκία. Προσδοκία ὄχι γιατί περιμένουμε καὶ λαχταρᾶμε περισσότερα κοσμικὰ ἀγαθὰ καὶ δόξες καὶ τιμές. Προσδοκᾶμε, ὅτι ἐπιτέλους θὰ μετανοήσουμε εἰλικρινά, θὰ σταματήσουμε νὰ προσβάλλουμε τὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ, θὰ ζήσουμε κατὰ τὸ Εὐαγγέλιο, θὰ ἀλλάξουμε ζωή.
Παρόν: εὐκαιρία
Κατὰ τοῦτο, λοιπόν, τὸ παρὸν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ εἶναι «χρόνος» μὲ τὴν ἁγιογραφικὴ ἔννοια τοῦ «καιρός». Καιρὸς σημαίνει εὐκαιρία. Οἱ ἀρχαῖοι στὴ μυθολογία εἰκόνιζαν τὴν Εὐκαιρία μὲ μία κόρη, πού ἔτρεχε καὶ τὰ μακρυὰ μαλλιὰ της ἀνέμιζαν. Ὅποιος προλάβαινε καὶ ἔπιανε τὰ μαλλιά της, δὲν ἔχανε τὴν εὐκαιρία… Πιάσου καὶ σὺ ἀπὸ τὴν εὐκαιρία.
Εὐκαιρία εἶναι τὸ «Νῦν», τὸ παρόν, ὁ παρὸν χρόνος. Εὐκαιρία ἐκπτώσεων, νὰ σβήσουν τὰ ἁμαρτήματά μας. Εὐκαιρία γιὰ τὴ σωστὴ ἐκμετάλλευσι καὶ χρῆσι τοῦ ὑπολοίπου χρόνου τῆς ζωῆς μας. Εὐκαιρία γιὰ τὴν ἐξαγορὰ τῆς αἰωνιότητας. Οὐσιαστικὰ ἀπὸ τὸ παρὸν ἐξαρτᾶται τὸ αἰώνιο μέλλον. «Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδού νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορ. στ΄ 2).
-
Τὸ «Νῦν» καθαρίζει καὶ καθορίζει τὶς δύο διαστάσεις τῆς ζωῆς μας. Μποροῦμε μὲ τὸ Νῦν, μέ το τώρα, δηλαδή, νὰ καθαρίσουμε τὸ παρελθόν. Πῶς; Μὲ τὴ δύναμι καὶ τὴν εὐκαιρία, πού λέγεται μετάνοια. Τὸ κήρυγμα τοῦ Κυρίου συνοψίζεται σέ λίγες λέξεις: «Μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. δ΄ 10). Ἂν τὸ νῦν, τὸ τώρα, γίνη αὔριο, τότε τὸ αὔριο γίνεται μεθαύριο, τὸ μεθαύριο γίνεται ποτὲ καὶ μὲ τὸ αὔριο τῆς ἀναβολῆς χάνουμε τὸ αἰώνιο αὔριο τῆς προσμονῆς.
-
Τὸ νῦν ἐπίσης ἔχει σχέσι καὶ μὲ τὸ μέλλον. Καθορίζει τὴν πορεία τῆς νέας ἐν Χριστῷ ζωῆς. Τὰ ὄνειρά μᾶς εἶναι τὰ δικά Του θελήματα. Οἱ στόχοι μας εἶναι οἱ δικοί Του πόθοι. «Θέλω ὅπου εἶμαι Ἐγώ, καὶ οἱ δικοί μου ἄνθρωποι νὰ εἶναι μαζί μου» (Ἰωαν. ιζ’ 4).
-
Τὸ πῶς μιὰ στιγμὴ δυνατῆς μετανοίας καθαρίζει τὸ παρελθὸν καὶ καθορίζει τὸ μέλλον, τὸ βλέπουμε στὴν παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου. Μέσα σὲ μιὰ στιγμή! Εἶναι ἡ στιγμὴ πού ζυγίζει αἰωνιότητα. Μέσα σὲ μιὰ στιγμὴ τοῦ ‘ρθε ὁ πόθος νὰ καθαρίση τὸ ἐλεεινὸ παρελθόν. Εἶναι ἡ μνήμη τῆς μετανοίας. «Πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλυμμι» (Λουκ. ιε΄ 17). — Χάνομαι! Θὰ χαθῶ; — Ὄχι, μοῦ μένει τὸ τώρα. Τώρα «ἀναστάς πορεύσομαι πρὸς τὸν Πατέρα μου». Ὁ Πατέρας δὲν πέθανε. Ὁ Πατέρας ζῆ. Κι ὁ Πατέρας ἔδωσε τὸν μονάκριβο Γυιό του γιὰ μένα. Τώρα ἐμένα περιμένει!
Ὁ Ἄσωτος ἐξακολουθεῖ νὰ ἔχη τὴ μνήμη τοῦ παρελθόντος, ντυμένη ὅμως μὲ τὸ οὐράνιο ροῦχο τῆς μετάνοιας καὶ πλυμένη μὲ τὰ δάκρυα τῆς ἐπιστροφῆς. Ὀ Πατέρας, ὅταν βλέπη μετάνοια καὶ ἐξομολόγησι εἰλικρινή, χάνει τὴ μνήμη τοῦ δικοῦ μας παρελθόντος.
-
Μιὰ στιγμὴ καθορίζει καὶ τὸ μέλλον, τὴν αἰωνιότητα.
Στὴν Ἐκκλησία ἡ μνήμη τοῦ παρελθόντος γίνεται μνήμη ἐν Χριστῷ. Καὶ ἡ ἐλπίδα τοῦ μέλλοντος γίνεται ἐλπίδα ἐν Χριστῷ. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Χριστιανοῦ ὡς μέλους τῆς Ἐκκλησίας τρέφεται μὲ τὴ μνήμη καὶ τὴν ἐλπίδα τοῦ Χριστοῦ.
Πολλὰ χρόνια ἢ ἕνα λεπτό;
-
Τὸ παρόν! Ἕνα λεπτό! Τί ἀξία ἔχει ἕνα λεπτό; Ἕνα λεπτὸ τοῦ ἀπέμενε γιὰ τὴν τελευταία του πνοή. Εἶναι ὁ ληστής. Καὶ πρόλαβε. Καὶ μὲ ἕνα λεπτὸ τοῦ χρόνου, λεπτὸ μετανοίας, ἀγόρασε τὸν παράδεισο. Μὲ ἕνα λεπτὸ μεταπήδησε ἀπὸ τὴν κόλασι στὸν παράδεισο.
-
Μὲ ἕνα λεπτὸ ἐξασφαλίζεις τὴν αἰωνιότητα. Χειρίσου καλά τό λεπτὸ τοῦ παρόντος. Ἕνα λεπτὸ πρὸ τοῦ θανάτου σὲ ὁδηγεῖ στὴν αἰώνια ζωή. Ἕνα λεπτὸ μετὰ τὸ θάνατο σὲ καθηλώνει στὴν αἰώνια κόλασι, γιά πάντα, ἀμετάθετα.
-
Δὲν ξέρω ἂν ἔχης πολλὰ λεπτὰ χρηματικά. Ξέρω ὅμως, ὅτι ἔχεις ἀκόμα πολλὰ λεπτὰ χρόνου. Ἀρκετὰ πῆγε χαμένος «ὁ παρεληλυθώς χρόνος» (Α’ Πέτρ. δ΄ 3). Ἔλεγε κάποτε σπουδαῖος ἱεροκήρυκας τὴ μέρα τῆς Πρωτοχρονιᾶς:
—Βλέπουμε μπροστὰ μας τόσους φίλους, καὶ τοὺς λέμε «Χρόνια πολλά». Ἂν βλέπαμε μπροστὰ μας τοὺς φίλους καὶ τοὺς συγγενεῖς, πού δὲν μποροῦν νὰ βγοῦν ἀπὸ τὴν αἰώνια κόλασι, ἂν μπορούσαμε νὰ τοὺς δοῦμε, ἢ μᾶλλον, ἂν μποροῦσαν νὰ μᾶς ἀπαντήσουν στὸ ἐρώτημα: « Τί δῶρο θέλετε νὰ σᾶς κάνουμε σήμερα Πρωτοχρονιά», νὰ εἶσθε βέβαιοι, ὅτι ἀπὸ τὸ στόμα ὅλων, θὰ ἀκούγαμε ἕνα κραυγαλέο, σπαρακτικὸ αἴτημα: «Ἕνα λεπτό! Μόνο ἕνα λεπτὸ νὰ ξανάρθουμε στὴ ζωή! Ἕνα λεπτό! Μᾶς φτάνει: Νὰ φωνάξουμε: Ἁμαρτήσαμε!… Ἔλεος, Κύριε, ἔλεος. Σπλαχνίσου μας…». Αὐτό τό λεπτό, πού ὅλοι οἱ κολασμένοι ζητοῦν, μὰ δὲν τὸ ἔχουν, αὐτὸ τὸ λεπτό τό ἔχουμε ἐμεῖς.
-
Τρέξε! Νὰ τὸ ἐξαργυρώσης στὴν τράπεζα τοῦ θείου ἐλέους!
Τελικά τό «Νῦν», ἡ ἀκαθόριστη στιγμὴ τοῦ παρόντος, πού δὲν εἶναι ὡρολογιακὸς χρόνος, θὰ παραταθῆ στὸ ἄπειρο. Θά γίνη τό αἰώνιο σήμερα. Ἀπό μιὰ στιγμὴ ἐξαρτᾶται τὸ αἰώνιο μέλλον μας.
Πλοῖο, λεωφορεῖο, γέφυρα
Ὁ χρόνος συνυφαίνεται μέ τή ζωὴ καὶ τὴν κατευθύνει στὸν θάνατο. Ὅπως οἱ ἐπιβάτες τοῦ πλοίου ὁδηγοῦνται στὸ λιμάνι, ἔστω καὶ ἂν κοιμοῦνται καὶ δὲν ἀντλαμβάνονται τίποτε, ἔτσι καὶ οἱ ἄνθρωποι μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου ὁδηγοῦνται φυσιολογικὰ στὸ τέλος τῆς ζωῆς τους. Λέει ὁ Μέγας Βασίλειος: «Κοιμᾶσαι καὶ ὁ χρόνος σὲ παρατρέχει. Εἶσαι ξυπνητὸς καὶ ἔχεις φροντίδες, ἀλλὰ ἡ ζωὴ δαπανᾶται, ἔστω κι ἂν αὐτὸ δὲν γίνεται ἀντιληπτό. Ὅλοι τρέχουμε κάποιον δρόμο, σπεύδοντας ὁ καθένας πρὸς τὸ τέλος… Ὅλα περνοῦν καὶ μένουν πίσω σου… Τέτοια εἶναι ἡ ζωή. Οὔτε οἱ χαρὲς τῆς εἶναι μόνιμες, οὔτε οἱ λύπες διαρκεῖς. Καὶ ὁ δρόμος δὲν εἶναι δικός σου, οὔτε τὰ παρόντα δικά σου».
-
Μπῆκε στὸ χρόνο ὁ Ἄχρονος, γιὰ νὰ μᾶς ἀπαλλὰξη ἀπό τὴν τρομοκρατία τοῦ χρόνου. Μᾶς τρομάζει τὸ κύλισμα, τὸ τρέξιμο τοῦ χρόνου, γιατί νομίζουμε ὅτι τὸ ὄχημα του μᾶς πηγαίνει στὸ θάνατο. Ἦλθε ὅμως ὁ Χριστὸς καὶ ἄλλαξε τὸ ὄχημα τοῦ χρόνου. Δὲν εἶναι ὁ χρόνος ἡ νεκροφόρα, πού μᾶς πηγαίνει σιγὰ-σιγὰ, πένθιμα στόν τάφο. Ὄχι. Ὁ χρόνος ἔχει καινούργιο ὄχημα. Ἡ μάρκα του εἶναι τελευταίου τύπου. Λέγεται ἀνάστασις. Ὁ χρόνος μετὰ Χριστὸ καὶ μὲ τὸ Χριστὸ τρέχει μὲ τὸ ὄχημα, πού λέγεται ζωηφόρος. Τρέχει καὶ κανεὶς δὲν τὸν σταματᾶ. Ἁπλῶς σὲ κάποια στιγμή, μὰ θὰ εἶναι μόνο ἁπλῶς μιὰ στιγμή, θὰ περάση τὰ σύνορα. Ὁ Ἄγγελος αὐτομάτως θὰ ἐλέγξη ἂν τὸ διαβατήριό μας ἔχη τὶς δυὸ σφραγίδες, τὴν ἀκλόνητη πίστι καὶ τὴν ἀρετὴ μὲ τὰ καλά της ἔργα. Καὶ θὰ παραδώση ὁ χρόνος τὴ δική του πρόσκαιρη ζωὴ στὸ διαστημόπλοιο τῆς ἀτέλειωτης ζωῆς τῆς αἰωνιότητας. Λέει ὁ Μ. Βασίλειος: «Ὁ χρόνος εἶναι ἡ περίοδος προετοιμασίας τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴν αἰώνια μακαριότητα» (στό Ψαλμ. 114,5).
-
Κάθε φορά χάνουμε ἀπό τὴ ζωὴ μας τόσο, ὅσο ἀκριβῶς ζήσαμε. Καὶ δὲν ἔχουμε τὴν αἴσθησι, ὅτι δαπανᾶται ἡ ζωή μας, μολονότι μετροῦμε πάντοτε μὲ βάσι τή ζωή πού πέρασε καὶ χάθηκε. Δηλαδὴ κάνουμε ἕνα λάθος στὸ μέτρημα τῶν χρόνων τῆς ζωῆς μας. Ἄς ὑποθέσουμε, ὅτι κάποιος εἶναι 80 χρονῶν καὶ ὅτι ὁ Θεὸς ἔχει προορίσει νὰ ζήση 85 χρόνια. Πόσα εἶναι τὰ χρόνια της ζωῆς του; —Πέντε! Ὄχι ὀγδόντα! Πέντε τοῦ ἀπομένουν. Τὰ ὀγδόντα ἔφυγαν.
-
Ὁ ἄνθρωπος δρᾶ καὶ κινεῖται μέσα στὸν κόσμο, σὰν νὰ ἐπρόκειτο νὰ ζῆ αἰώνια. Τὸ παρὸν τὸ χρησιμοποιοῦμε συνήθως ὡς γέφυρα μελλοντικῶν σχεδίων. Ἀλλ’ ἀποδεικνύεται σάπια ἡ γέφυρα αὐτή. Στὴν πραγματικότητα τὸ παρὸν εἶναι ἡ γέφυρα πού μᾶς συνδέει μὲ τὴν αἰωνιότητα. Καὶ ἡ γέφυρα αὐτὴ λέγεται «Γρηγορεῖτε». Ὁ χρόνος, ποῦ ζοῦμε, ἐνῶ παρουσιάζεται ὡς μετρητής τῆς ζωῆς μας, εἶναι ταυτοχρόνως καὶ μετρητής τοῦ ἀφανισμοῦ μας.
-
Ὁ χειρότερος ἐχθρὸς τοῦ χρόνου εἶναι τὸ «ἔχω καιρό». Κάτω ἀπό τά μάρμαρα τῶν τάφων εἶναι θαμμένα ὅλα τὰ σχέδια καὶ τὰ ὄνειρα! Ὅλα τά ἔθαψε ὁ παραλογισμὸς τοῦ «ἔχω καιρό». Μέσα στὴν καρδιὰ ὅμως τῶν ἁγίων εἶναι κρυμμένοι ὅλοι οἱ πόθοι γιὰ αἰώνια ζωή.
-
Οἱ ἅγιοι, οἱ πιστοὶ χριστιανοί, βρῆκαν τὸ λεωφορεῖο τῆς ζωῆς, πού ἀφετηρία ἔχει τὸ χρόνο καὶ τὲρμα ἔχει τὴν αἰωνιότητα. Σ’ αὐτὸ τὸ λεωφορεῖο μπῆκε καὶ ὁ Χριστός. Μπῆκε στὸ χρόνο, στὸ λεωφορεῖο τοῦ χρόνου, ἀλλά ἄρπαξε καὶ τὸ τιμόνι Του. Καὶ τὸ ὁδηγεῖ στὴν ἀτέρμονα αἰωνιότητα.
Μὴ χάσης τὸ λεωφορεῖο τοῦ χρόνου, πού πάει στὴν αἰώνια ζωή. Γιατί περνάει καὶ τὸ λεωφορεῖο τὸ ἄλλο. Φέρνει μέσα του τὸ θάνατο. Οἱ ἐπιβάτες του ζοῦν γιὰ τὸ θάνατο καὶ χάνονται στὸ κατρακύλισμα τῆς κολάσεως.
-
Ἤρθαμε ἀπό τό μηδέν. Μᾶς ἐπιβίβασαν στὸ λεωφορεῖο τοῦ ἐν Χριστῷ χρόνου· Κανεὶς ἄς μὴ κατέβη. Ὅλοι μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ στὴν αἰωνιότητα, χωρὶς πλέον τὸ χρόνο. Στὴ ζωὴ χωρὶς καμμιὰ λύπη καὶ ἀπελπισία. Στὴ ζωὴ μαζὶ μὲ τὸν αἰώνιο Χριστό. Ἀμήν.
«ΕΚΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΟΛΑ, ἀκόμη καί οἱ πανηγυρισμοί τῆς ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ, ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΦΥΛΑΚΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ καὶ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ»
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ στὶς 2 Ἰανουάριος 2019
Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου
Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος Πρωτοχρονιᾶς 2019
Ἀγαπητοί ἀδελφοί,
. Ἀρχή τοῦ νέου πολιτικοῦ ἔτους εἶναι ἡ σημερινή ἡμέρα καί πανηγυρίζουμε μέ θεία Λειτουργία, Δοξολογία καί χαρά. Σέ ὅλο τόν κόσμο διοργανώνονται ἐκδηλώσεις μέ φαντασμαγορικές πράξεις, γιά νά ὑποδεχθοῦν τό νέον ἔτος. Ὅμως, ὅ,τι καί νά κάνουμε, κανείς δέν εἶδε ποτέ κάποιον χρόνο νά ἔρχεται ἀπό τήν ἀνατολή καί κάποιον παλαιό χρόνο νά φεύγη στήν δύση. Ὅταν δέ οἱ ἄνθρωποι συμμετέχουν σέ τέτοιες χαρούμενες ἐκδηλώσεις, ἔπειτα ἐπιστρέφουν στό σπίτι τους μέ μιά πίκρα καί συναντοῦν τόν πόνο, τήν θλίψη, τήν ἀπόγνωση, τήν τραγικότητα.
. Τί εἶναι, λοιπόν, αὐτός ὁ νέος χρόνος; Τί σημαίνει ὅτι σήμερα ἔχουμε τήν ἀρχή τοῦ νέου ἔτους; Ποιό εἶναι τό νόημα τῆς Πρωτοχρονιᾶς;
. Ὅταν πρίν χρόνια, καί συγκεκριμένα τό ἔτος 2000, εἰσερχόμασταν, σάν σήμερα, στήν τρίτη χιλιετία, αἰσθανόμασταν ὄχι ἁπλῶς ὅτι πέρασε ἕνας χρόνος, ἀλλά ὅτι πέρασαν δύο χιλιετίες ἀπό τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, καί πανηγυρίζαμε ὄχι ἐπειδή ἄρχιζε ἕνας νέος χρόνος, ἀλλά ἐπειδή ἄρχιζε ἡ τρίτη χιλιετία. Θυμᾶμαι τότε, δηλαδή τήν Πρωτοχρονιά τοῦ 2000, μετά τήν θεία Λειτουργία καί τήν Δοξολογία τοῦ Νέου ἔτους, στόν Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, πήγαμε στό Δημαρχεῖο, γιά νά παραστοῦμε στήν πρώτη ἑορταστική Συνεδρίαση τοῦ Δημοτικοῦ Συμβουλίου γιά τήν ἀρχή τῆς νέας χιλιετίας, ὥστε νά εἶναι χαρούμενη καί δημιουργική ὅλη αὐτή ἡ περίοδος, χωρίς, ὅμως, νά γνωρίζουμε ἐάν θά ἤμασταν ζωντανοί τήν ἑπομένη ἡμέρα.
. Ἀπό τότε, δηλαδή τήν Πρωτοχρονιά τοῦ 2000, πέρασαν 19 χρόνια χωρίς νά τό καταλάβουμε, ἀφοῦ ὁ χρόνος τρέχει σάν ὁρμητικό ποτάμι καί φεύγει τόσο χρήγορα, ὅπως κτυποῦν τά δευτερόλεπτα τοῦ ρολογιοῦ μας. Καί στό διάστημα αὐτό ἔφυγαν ἀπό τόν κόσμο αὐτόν ἀγαπητοί μας ἄνθρωποι, ἄλλαξαν πολλές καταστάσεις στήν ζωή μας, ἀλλά καί γεννήθηκαν νέοι ἄνθρωποι. Ὅλα τά παιδιά πού εἶναι σήμερα μαθητές μέχρι τήν τελευταία τάξη τοῦ Λυκείου καί εἰσῆλθαν στό πρῶτο ἔτος τοῦ Πανεπιστημίου γεννήθηκαν σέ αὐτό τό διάστημα τῶν δεκαεννέα ἐτῶν, ἀπό τό 2000 μέχρι σήμερα. Ἔτσι, ὁ θάνατος συμπλέκεται μέ τήν ζωή.
. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ὅτι ὁ χρόνος εἶναι ταχύτατος, ἔρχεται καί φεύγει γρήγορα, δέν μποροῦμε νά τόν πιάσουμε, δέν ἔχουμε τήν δυνατότητα νά τόν σταματήσουμε, τρέχει συνεχῶς καί παρασύρει καί μᾶς σέ αὐτήν τήν γρήγορη πορεία του. Ἔχουν χαρακτηρίσει τόν χρόνο ὡς «πανδαμάτορα», ἐπειδή δαμάζει τά πάντα, καί κανείς δέν μπορεῖ νά τόν δαμάση, παρά μόνον ὁ Θεός, πού εἶναι ὁ δημιουργός τοῦ χρόνου καί βρίσκεται ἔξω ἀπό τόν χρόνο. Ἐμεῖς εἴμαστε μέσα στόν χρόνο καί ἐκεῖνος μᾶς δαμάζει, μᾶς ἐξουσιάζει, μέ ὅλες τίς συνταρακτικές συνέπειες.
. Ἤδη, ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς συλλήψεώς μας τά κύτταρα τοῦ σώματος ἔχουν τήν δική τους κίνηση, ὅπως κίνηση ἔχουν καί τά ὄργανα τοῦ σώματός μας. Αὐτό μποροῦμε νά τό καταλάβουμε κυρίως ἀπό τήν κίνηση τῆς καρδιᾶς μας. Εἴμαστε κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τοῦ χρόνου, καί ὅταν ὁ χρόνος τῆς καρδιᾶς σταματήση, μέ τήν βούληση τοῦ Θεοῦ, τότε σταματᾶ καί ἡ βιολογική ζωή, χωρίς, βέβαια, νά ἀφανίζεται ἡ ψυχή καί ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ὡς ὕπαρξη.
. Ἔτσι, βιώνουμε τόν χρόνο στήν ζωή μας ὡς ἕνα χαρούμενο γεγονός, ἀφοῦ ζοῦμε βιολογικά, ἀλλά καί ὡς ἕνα τραγικό γεγονός, ἀφοῦ κάποτε θά σταματήση ὁ κτύπος τῆς καρδιᾶς μας. Καί στό σημεῖο αὐτό ὑπάρχει τό φαινόμενο τῆς χαρμολύπης.
. Αὐτό τό καταλαβαίνουμε πολύ καλά ἀπό διάφορες ἐκφράσεις πού χρησιμοποιοῦμε. Ὅταν εὐχόμαστε «χρόνια πολλά» στό βάθος αἰσθανόμαστε ὅτι κάποτε θά σταματήση νά μετράη ὁ χρόνος. Ὅταν λέμε τήν εὐχή «καί τοῦ χρόνου» αἰσθανόμαστε ὅτι μπορεῖ νά μή φθάσουμε στήν ἑπόμενη Πρωτοχρονιά. Ὅταν συμμετέχουμε στά ἑορταστικά τραπέζια καί χαιρόμαστε, ὑποβόσκει ἡ λύπη ὅτι παραμονεύει ὁ θάνατος ἤ ὅτι λείπει ἕνας ἀγαπητός μας ἄνθρωπος πού δέν ζῆ.
. Ὅμως, ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί πιστεύουμε στόν Θεό πού εἶναι ὁ ἄρχοντας τοῦ χρόνου, ἀλλά καί μᾶς βοηθᾶ νά ὑπερβαίνουμε τόν χρόνο καί νά περνᾶμε στό αἰώνιο. Γιά ὅσους ζοῦν ἐν Χριστῷ ὁ χρόνος δέν εἶναι βασανιστικός, δέν εἶναι τροχοπέδη, δέν εἶναι τύραννος, ἀλλά εἶναι χρόνος προετοιμασίας γιά τό πέρασμα στήν αἰώνια ζωή μέ τόν Χριστό. Οἱ μάρτυρες καί οἱ ἅγιοι μᾶς ἔδειξαν ὅτι ὁ ἄνθρωπος πού ζῆ μέ τόν Χριστό, δέν φοβᾶται τόν θάνατο καί τήν δυναστεία τοῦ χρόνου, ἀλλά θεωρεῖ τόν χρόνο ὡς τό ἀκρωτήριο τῆς καλῆς ἐλπίδος, ὡς ἕνα πέρασμα στήν ἐν Χριστῷ αἰωνιότητα. Μέ τόν Χριστό τίποτε δέν εἶναι βασανιστικό ἤ προβληματικό. Ἀντίθετα, ἐκτός Χριστοῦ ὅλα, ἀκόμη καί οἱ πανηγυρισμοί τῆς Πρωτοχρονιᾶς, βρίσκονται στήν σκοτεινή φυλακή τοῦ χρόνου καί τοῦ θανάτου.
. Μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἀρχῆς τοῦ νέου ἔτους, εὔχομαι σέ ὅλους σας χρόνια πολλά μέ τόν Χριστό, πού εἶναι ὁ ἐξουσιαστής τοῦ χρόνου καί ὁ νικητής τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου.
Μέ ἑόρτιες εὐχές
Ὁ Μητροπολιτης
† Ὁ Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ
ΠΗΓΗ: parembasis.gr
ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΣ ΧΡΟΝΟΣ, ΠΑΛΙΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ [Τὸ νόημα τοῦ χρόνου στὴ ζωή μας] (Ἡρ. Ρεράκης)
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ στὶς 2 Ἰανουάριος 2018
Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ στὶς 2 Ἰανουάριος 2017
Ἀναμένουμε καὶ προσμένουμε
Τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»
. Καινούργιος χρόνος μπροστά μας. Ἀνέτειλε τὸ ἔτος 2017. Ἀποχαιρετίσαμε τὸ 2016 καὶ τὸ στοιβάξαμε στὰ προηγούμενα χρόνια, στὸ παρελθόν. Ὑποδεχθήκαμε τὸ 2017 χαρούμενοι, μὲ ἐλπίδα καὶ προσδοκία ὅτι θὰ εἶναι καλύτερο ἀπὸ τὰ προηγούμενα. Ὅτι θὰ εἶναι εἰρηνικό, δημιουργικό, γεμάτο ἀπὸ τὶς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους σὲ ὅλα τὰ πλάτη καὶ τὰ μήκη τῆς γῆς.
. Αὐτὸς ὁ χρόνος, ὅπως τὸν ζοῦμε οἱ πιστοὶ Χριστιανοὶ μέσα στὸ φῶς τῆς ἀλήθειας τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ἔχει μεγάλη, ἀνεκτίμητη ἀξία. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς μας ἐδῶ στὸν κόσμο πραγματώνεται ἡ σωτηρία, ὁ ἁγιασμός μας. Ὡς συνειδητὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ γνωρίζουμε ὅτι ἡ ζωή μας ἐδῶ εἶναι προετοιμασία γιὰ τὴν αἰωνιότητα.
. Γνωρίζουμε δηλαδὴ πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα ὅτι στὴν καρδιὰ τοῦ καθενός μας ἐδῶ στὴ γῆ πρέπει νὰ καρποφορήσει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ μορφωθεῖ ὁ Χριστὸς μέσα μας.
. Ὅπως ἀκριβῶς τὸ περιγράφει ἡ γνωστὴ παραβολὴ τοῦ Σπορέως, ποὺ λέει ὅτι οἱ σπόροι ποὺ ἔπεσαν στὴν εὔφορη γῆ συμβολίζουν «τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι μὲ καρδιὰ καλοπροαίρετη, εὐθεία καὶ ἀγαθὴ ἄκουσαν τὸν λόγο, τὸν κρατοῦν σφιχτὰ μέσα τους καὶ καρποφοροῦν τὶς ἀρετές, δείχνοντας ὑπομονὴ καὶ καρτερία στὶς θλίψεις, στοὺς πειρασμοὺς καὶ σ᾿ ὅλα τὰ ἐμπόδια ποὺ συναντοῦν στὴν ἄσκηση τῆς πνευματικῆς ζωῆς» (Λουκ. η´ 15). Νὰ γίνει δηλαδὴ αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στοὺς Χριστιανοὺς τῆς Γαλατίας, ὅταν τοὺς ὑπενθυμίζει τοὺς κόπους στοὺς ὁποίους ὑποβάλλεται, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ συντελέσει στὸ νὰ μορφωθεῖ ὁ Χριστὸς μέσα τους: «τεκνία μου, οὓς πάλιν ὠδίνω, ἄχρις οὗ μορφωθῇ Χριστὸς ἐν ὑμῖν!»· παιδάκια μου, ποὺ σᾶς ἀναγέννησα πνευματικὰ καὶ ποὺ ξαναδοκιμάζω τώρα πόνους καὶ ὠδίνες γιὰ τὴν ἀναγέννησή σας, μέχρι νὰ σχηματισθεῖ μέσα σας ὁ χαρακτήρας καὶ ἡ μορφὴ τοῦ Χριστοῦ! (Γαλ. δ´ 19). Αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο ποὺ ἀντιλαμβανόμαστε οἱ πιστοὶ ὡς χρέος μας στὸν καινούργιο χρόνο.
. Τὸ δεύτερο εἶναι τὸ νὰ γεμίσει ἡ καρδιά μας ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ πραγματικὸς πιστὸς κατανοεῖ τὸν καιρὸ τοῦ παρόντος κόσμου ὡς ἕνα ἄλλο «ὑπερῷον» τῆς Ἱερουσαλήμ, στὸ ὁποῖο οἱ Ἀπόστολοι δέχθηκαν «τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Πατρός», τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
. Ἐκεῖνοι κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς εἶδαν μὲ τὰ μάτια τους νὰ διαμοιράζονται σ᾿ αὐτοὺς γλῶσσες σὰν τὶς φλόγες τῆς φωτιᾶς, καὶ στὸν καθένα τους κάθισε ἀπὸ μία γλώσσα. Πλημμύρισε τὸ ἐσωτερικό τους μὲ Πνεῦμα Ἅγιο (βλ. Πράξ. α´ 4, β´ 1-3). Καὶ ὁ πιστὸς Χριστιανὸς ἀναμένει στὸ «ὑπερῷον» τοῦ παρόντος κόσμου, τὴν Ἐκκλησία, συμμετέχοντας στὰ ἅγια Μυστήρια, τὴ θεία Λατρεία καὶ ὅλα τὰ ἄλλα μέσα τῆς Χάριτος, νὰ πληρωθεῖ ὁ ἐσωτερικός του κόσμος ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο.
. Τὸ τρίτο ποὺ συνειδητοποιοῦμε οἱ πιστοὶ ὡς χρέος μας στὸν καινούργιο χρόνο εἶναι τὸ ὅτι ἡ παράταση τῆς ζωῆς μας σ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο εἶναι καὶ χρόνος προσμονῆς. Προσμένουμε «τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»· περιμένουμε μὲ χαρὰ τὴ μακαριότητα ποὺ ἐλπίζουμε καὶ τὴ φανέρωση τῆς δόξας τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτῆρος μας, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (Τίτ. β´ 13). Γι᾿ αὐτὸ μὲ τὴ βοήθεια τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ νὰ προσπαθοῦμε, μὲ ἐπιμελῆ πνευματικὸ ἀγώνα, νὰ ἀρνηθοῦμε τὴν ἀσέβεια καὶ τὶς ἐπιθυμίες τοῦ μάταιου καὶ ἁμαρτωλοῦ αὐτοῦ κόσμου· νὰ ζήσουμε σ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο μὲ ἐγκράτεια στὴ ζωή μας, μὲ δικαιοσύνη πρὸς τοὺς γύρω μας ἀνθρώπους καὶ μὲ εὐσέβεια πρὸς τὸν Θεό (Τίτ. β´ 11-12).
. Ἰδιαίτερα στὴν ἀρχὴ κάθε καινούργιου χρόνου στοχαζόμαστε καὶ προβληματιζόμαστε γιὰ τὴ ζωή μας, ποὺ ξεδιπλώνεται μέσα στὸ χρόνο. Ὁ χρόνος εἶναι μυστήριο. Ἐνῶ τὸν θεωροῦμε γνωστὸ καὶ αὐτονόητο, ὅταν θελήσουμε νὰ τὸν περιγράψουμε, νὰ καθορίσουμε τὴ φύση του ἢ νὰ τὸν ἑρμηνεύσουμε, δυσκολευόμαστε ἢ καὶ ἀδυνατοῦμε.
. Ὅμως, ἂν καὶ δὲν τὸν κατανοοῦμε στὴ φύση του, μποροῦμε νὰ τὸν ἐκμεταλλευθοῦμε:
. Νὰ ἐπιδιώκουμε νὰ καρποφορήσει μέσα μας ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
. Νὰ ἀναμένουμε νὰ ἔλθει μέσα στὸ «ὑπερῷον» τῆς ψυχῆς μας ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
. Καὶ νὰ ἀγωνιζόμαστε, προσμένοντας «τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ», ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ ἀποβιβαστοῦμε στὴν ἀπεραντοσύνη τῆς αἰωνιότητας, ἀφοῦ «ἡμῶν τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει» (Φιλιπ. γ´ 20).
«Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν… ὁ ἐν τῇ ἀφάτῳ σου μακροθυμίᾳ καταξιώσας ἡμᾶς εἰς νέον ἐνιαυτὸν εἰσελθεῖν· αὐτός, πανάγαθε Δέσποτα… δὸς ἡμῖν ἐν εἰρήνῃ καὶ ὁμονοίᾳ βεβαίᾳ τὸν κύκλον αὐτοῦ διελθεῖν, τῷ στεφάνῳ τῆς δόξης τῶν ἀρετῶν κοσμουμένους, τῷ φωτὶ τῶν ἐντολῶν σου εὐσχημόνως ὡς ἐν ἡμέρᾳ καλῶς ὁδεύοντας» (Εὐχὴ τῆς Δοξολογίας στὴν ἀρχὴ τοῦ νέου ἔτους).
. Κύριε, ἐνίσχυσέ μας καὶ βοήθησέ μας κατὰ τὴ νέα αὐτὴ χρονιά.
HΜΕΡΕΣ AΠΟΣΤΑΣΙΑΣ, ΧΡΟΝΟΣ AΠΩΛΕΙΑΣ (Χαρ. Μπούσιας)
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ στὶς 1 Ἰανουάριος 2017
ΚΑΛΗ ΚΙ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΑΝΤΟΣ ΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Η ΝΕΑ ΧΡΟΝΙΑ 2017
Ἡμέρες ἀποστασίας, χρόνος ἀπωλείας
γράφει γιὰ τὴν ΧΡΙΣΤ. ΒΙΒΛΙΟΓΡ.»
ὁ Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
. Εὑρισκόμενοι στὸ τέλος καὶ αὐτοῦ τοῦ χρόνου καὶ τὴν ἀρχὴ τοῦ νέου βλέποντας τὴν ἀποστασία νὰ βασιλεύει γύρω μας τολμοῦμε νὰ ἀναρωτηθοῦμε, ἂν ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας εἶναι χρόνος σωτηρίας ἢ χρόνος ἀπωλείας!
. Ἀπὸ χρόνια ἀπομακρυνόμαστε διαρκῶς ἀπὸ τὸ θέλημα καὶ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ πράττοντες τὸ δικό μας θέλημα καὶ ἡ ἀποστασία μας βαθαίνει ὅσο πέρναει ὁ καιρός, ἀφοῦ ὁ δρόμος ποὺ ἔχουμε πάρει εἶναι κατηφορικός, εἶναι ὁ εὔκολος δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια. Ἡ ἀποστασία μας ἀπὸ τὸν Θεὸ προχωρεῖ πρὸς τὸ ἀποκορύφωμά της καὶ δὲν στηρίζεται μόνο στὴ θεωρητική, ἀλλὰ καὶ στὴν πρακτικὴ ἄρνηση τῆς ὑπάρξεως τῆς ψυχῆς, τοῦ πνευματικοῦ κόσμου καὶ τῆς αἰωνιότητος. Ἡ ἀγάπη πάγωσε στὶς καρδιές μας. Δὲν βλέπουμε τὸ διπλανό μας μὲ συμπόνοια, μὲ σπλαχνικὸ μάτι. Τὸ μόνο ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει εἶναι ἡ δική μας καλοζωΐα, τὰ δικά μας συμφέροντα. Γιὰ ἐμᾶς γράφηκε τὸ παλιὸ τραγούδι ποὺ λέει «Ὅποιος τρώει καὶ πίνει καὶ καλοπερνᾶ, δὲν τὸν νοιάζει, μάνα μου, ὁ ἄλλος ἂν πεινᾶ». Χωρὶς ἀγάπη καὶ χωρὶς μεταθανάτιες ἀνησυχίες ἡ ζωή μας δὲν διαφέρει σὲ τίποτα ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν ζώων, αὐτῶν ποὺ ζοῦν γιὰ νὰ τρῶνε, ἐνῶ ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, καὶ μάλιστα οἱ πιστοὶ στὸν Χριστό μας, πρέπει νὰ τρῶμε μόνο γιὰ νὰ ζοῦμε. Ἔχουμε ἀποστατήσει, δυστυχῶς, καί, ἔτσι, μὲ μεγάλη ἄνεση προχωροῦμε στὴν ἀσέβεια καὶ στὴ διαφθορά, στὴν ἀρχαιοελληνικὴ ρήση «φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀπονθήσκομεν».
. Τὸ κακὸ στὶς ἡμέρες μας πλήθυνε καὶ διαπράττεται εὐκολότερα καὶ ἀνετώτερα μὲ τὴν ἐπιστημονικὴ ἐξέλιξη. Ζοῦμε σὲ ἐποχή, σὰν αὐτὴ ποὺ ὁμολογεῖ πρῶτα ὁ Ψαλμωδὸς Δαβὶδ (Ψαλμ. ΝΒ´ 4) καὶ ἔπειτα ἐπαναλαμβάνει ὁ θεῖος Παῦλος: “Πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν· οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός» (Ῥωμ. γ΄ 12). Ὅλοι γύρω μας παρεκτράπησαν ἀπὸ τὸ σωστὸ δρόμο, τὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς καὶ ἐξαχρειώθηκαν. Δὲν ὑπάρχει κανεὶς ποὺ νὰ ἐνεργεῖ τὸ ἀγαθό, νὰ ἐνεργεῖ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ μας, σύμφωνα μὲ τὶς ἀρχὲς τοῦ Εὐαγγελίου Του. Δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας καί, ἀλλοίμονο, ὅταν θὰ ξεχειλίσει τὸ ποτήρι τῆς ὑπομονῆς τοῦ Θεοῦ!
. Δὲν ἔφθασε, ὅμως, στὶς ἡμέρες μας μόνο ἡ ἀποστασία μας. Εἶναι καὶ ἡ διαστροφή! Τὸ ἄσπρο τὸ λέμε μαῦρο, τὸ κακὸ καλό, τὸ ἄσχημο ὄμορφο. Ἡ κακία προβάλλεται ὡς ἀρετὴ καὶ ἡ ἀρετὴ ὡς ἁμαρτία. Καὶ ὅταν ἀμνηστεύουμε τὴν ἁμαρτία δὲν ὁδηγούμαστε σὲ μετάνοια καὶ φυσικὰ σὲ ἐξομολόγηση, σὲ συντριβὴ καρδιᾶς. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐσχάτη πλάνη, ἡ χειρότερη ἁμαρτία, ἡ ἀμετανοησία καὶ ἡ ἀμνήστευση τῶν θανασίμων ἁμαρτιῶν μας. Βλασφημοῦμε δηλαδὴ μὲ τὴ ζωή μας τὸ Πανάγιο Πνεῦμα καὶ ἀρνούμαστε κάθε θεϊκὴ βοήθεια αὐτονομούμενοι καὶ νομίζοντας ὅτι ἐξουσιάζουμε τὰ πάντα καὶ ἰδίως τὸν ἑαυτό μας. Ὁ Θεὸς μᾶς εἶναι περιττός. Καὶ χωρὶς Αὐτὸν φθάσαμε σὲ ἰσοπέδωση θρησκειῶν, φυλῶν, κρατῶν, γλωσσῶν, ἐθίμων καὶ παραδόσεων. Φθάσαμε στὴν παγκοσμιοποίηση καὶ ἀπολαμβάνουμε τοὺς καρπούς της, τὴν κρίση, τὸ ἔγκλημα, τὴν ἀνεργία, τὴ φτώχεια. Τὸ χειρότερο, ὅμως, εἶναι ὅτι βαδίζουμε ὅλοι σὰν ὑπνωτισμένοι καὶ ἐνῶ γνωρίζαμε τὸ στραβὸ δρόμο ποὺ πήραμε δὲν ἀντιδρούσαμε, ὅπως καὶ ἀκόμη καὶ τώρα δὲν ἀντιδροῦμε καθόλου ἢ ἀντιδροῦμε ἐλάχιστα. Νομίζουμε πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς ὅτι ζοῦμε χριστιανικὴ ζωή, ἀλλὰ γελιόμαστε καὶ κοροϊδεύουμε καὶ τὸν Θεό μας. Πηγαίνουμε στὴν Ἐκκλησία, συνήθως πρὸς τὸ τέλος τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, ὄχι γιὰ νὰ δοξάσουμε τὸν Θεό μας, γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του πρὸς ἐμᾶς καὶ νὰ προσευχηθοῦμε θερμὰ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανοῦμε στὰ μάτια τῶν συνανθρώπων μας ὅτι θρησκεύουμε, ὅτι εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Πόσο ἐπιφανειακοὶ ἄνθρωποι εἴμαστε! Ὁ Θεός μας, ὅμως, ὁ ὁποῖος «οὐ μυκτηρίζεται» (Γαλ. ϛ´ 7), μᾶς λέει μὲ τὸ στόμα τοῦ Προφήτη Ἡσαΐα «ὁ λαός μου ταῖς χείλεσι μὲ τιμᾷ· ἡ καρδία αὐτοῦ πόῤῥῳ ἀπέχει ἀπ’ ἐμοῦ» (Ἡσ. κθ´ 13).
. Ὅλοι μας μας, ἐκτὸς ἀπὸ ἐλάχιστες ἐξαιρέσεις, κυλιόμαστε καθημερινὰ στὸ βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ἐπειδὴ ἡ ἁμαρτία μᾶς ἔχει γίνει συνήθεια, δὲν νοιώθουμε ὅτι κάνουμε κάτι κακό, ἀλλὰ τὴν ἀπολαμβάνουμε σὰν κάτι τὸ φυσιολογικό. Αὐτὸ εἶναι τὸ χειρότερο, ἀφοῦ φθάνουμε στὴ διαστροφή. Ζοῦμε σὲ μιὰ κοσμογονικὴ ἐποχή, ὅπου κυριαρχεῖ τὸ παγκόσμιο πνεῦμα τῆς ἀποστασίας, τοῦ πλεονασμοῦ τῆς ἁμαρτίας, τοῦ ψεύδους, τῆς καταπτώσεως τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν, τῆς τροφοδοσίας μας μὲ τὰ ξυλοκέρατα ποὺ μᾶς προσφέρουν γιὰ φαγητὸ τὰ μέσα ἐνημερώσεως, οἱ τηλεοράσεις, τὰ περιοδικά, τὸ διαδίκτυο. Ζοῦμε τὴν ἀποχαλίνωση τῶν πάντων στὴν ἐποχὴ τῆς «πληθύνσεως τῆς γνώσεως» (Δαν. ιβ´ 1,2,4).
. Ἡ γνώση τῶν ἀνθρώπων αὐξάνεται συνεχῶς, ἡ ἐπιστήμη προοδεύει. Ἀλλὰ τί μὲ αὐτό; Ἔγραφε κάποιες δεκαετίες πρίν ποὺ ἡ ἀποστασία δὲν εἶχε ὁλοκληρωθεῖ, ὅπως σήμερα, ὁ ἀγωνιστὴς Μητροπολίτης Φλωρίνης, π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης, ὅτι «ὁ κόσμος σήμερα καυχᾶται γιὰ τὰ ἐπιτεύγματά του. Ἐπληθύνθη ἡ γνῶσις καὶ ἡ ἐπιστήμη. Ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ θὰ ἔλεγε κανεὶς ὅτι ζοῦμε στὶς πιὸ εὐτυχεῖς ἡμέρες. Καὶ ὅμως ὁ κόσμος σήμερα εἶναι δυστυχέστερος. Γιατί; Ἔχει τηλέφωνα, ἀεροπλάνα, πυραύλους, τὰ πάντα· τί τοῦ λείπει; Δὲν ὑπάρχει ἀγάπη. Ἔλειψε ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θυσιάζεται γιὰ τὸν ἄλλο. Μέσα στὶς καρδιὲς ὁ διάβολος ἔχυσε τὸ φαρμάκι του. Φαρμάκωσε φτωχούς, πλουσίους, ἄντρες, γυναῖκες, παιδιά, κλῆρο, λαό· φαρμάκωσε τὰ ἔθνη, φαρμάκωσε τὰ πάντα. Πικρὸ φαρμάκι πίνει ὁ κόσμος. Τί νὰ τὰ κάνῃς τὰ ἄλλα; Πάνω ἀπ᾿ τὰ κεφάλια, ἀπὸ μιὰ τρίχα ἀλόγου, ὁ διάβολος κρέμασε τώρα τὸ σπαθί του. Ἔπεσε; Ἀλλοίμονο. Αὐτὸ συμβαίνει σήμερα. Κι ὅπως τὰ παλιὰ τὰ χρόνια ἔβαλε τὸν Κάϊν νὰ μισήσῃ καὶ νὰ σκοτώσῃ τὸν ἀδερφό του, ἔτσι καὶ τώρα ἔρριξε τὸ φαρμάκι του καὶ ὁ κόσμος μισεῖται θανασίμως. Ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα, ὢ συμφορά! Μιὰ προφητεία λέει, ὅτι θ᾿ ἀραιώσῃ ὁ κόσμος τόσο, ποὺ θὰ περπατᾷς 100 χιλιόμετρα καὶ ἄνθρωπο δὲν θὰ βλέπῃς».
. Ἡ ἀποστασία μας σήμερα βρίσκεται στὸ ἀποκορύφωμά της. Μαζὶ μὲ αὐτὴν βλέπουμε καὶ σημεῖα στὸν οὐρανό. Σημεῖα ἐσχατολογικά, ἀκαταστασίες, σεισμούς, πολέμους, καταστροφές, ἐγκλήματα, ποὺ δείχνουν ὅτι «ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας» (Κολ. γ´ 6). Τὰ βλέπουμε, ὅμως, καὶ μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας ἢ τὰ παραβλέπουμε; Συνειδητοποιοῦμε τοὺς τρόπους καταργήσεως τῆς θρησκείας μας μὲ τὰ μέτρα ἀποχριστιανοποιήσεως, ἀπαρθοδοξοποιήσεως, ἀφελληνισμοῦ; Βλέπουμε τὸν πολιτικὸ γάμο, τὴν πολιτικὴ κηδεία, τὰ ἀβάπτιστα παιδιὰ μὲ ὀνοματοδοσία στὰ ληξιαρχεῖα, τὴν καύση τῶν νεκρῶν μας; Βλέπουμε τὴν κατάργηση τοῦ Σταυροῦ ἀπὸ τὴ σημαία μας, τὴν ἀποκαθήλωση τῶν εἰκόνων μας ἀπὸ τὰ σχολεῖα καὶ τὰ δημόσια καταστήματα; Βλέπουμε τὴ μεώση τῶν γεννήσεων, τὴν αὔξηση τῶν διαζυγίων, τὴν ἐλευθερία στὶς ἐκτρώσεις, τὸν κιναιδισμὸ ποὺ ὀνομάζουν «προσωπικὴ ἰδιαιτερότητα» καί, ἀλλοίμονο, ἂν τολμήσει κάποιος νὰ θίξει τοὺς δυστυχεῖς αὐτοὺς διαστροφεῖς; Βλέπουν τὴ λατρεία τοῦ διαβόλου ἢ τὴν προβολὴ τῆς πανθρησκείας καὶ τῆς οἰκουμενικότητος;
. Ἀδελφοί μου, πολὺ θλίβομαι ποὺ ἐλάχιστοι ἀσχολοῦνται μὲ τὴν τρομακτικὴ αὐτὴ ἀποστασία καὶ τὸν παγκόσμιο κατήφορο τῆς ἀνθρωπότητος ποὺ ὁδηγεῖ στὸ χάος. Οἱ ἡμέρες μας μοιάζουν μὲ τὶς ἡμέρες τοῦ Νῶε, γιὰ τὶς ὁποῖες ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε τὸν κατακλυσμὸ τῆ γῆς. Τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες ὅλοι ἀδιαφοροῦσαν γιὰ ὅτι γινόταν γύρω τους. Μήπως καὶ σήμερα δὲν ἀδιαφοροῦμε; Ἀσχολούμαστε μόνο μὲ τὰ ὑλικὰ πράγματα καὶ τὰ γλέντια καὶ ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας εἶναι χρόνος ἀπωλείας. Στὸ βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας, ὅπου βυθιζόμαστε, δὲν μποροῦσε νὰ κινήσουμε τὰ χέρια μας, γιὰ νὰ κολυμβήσουμε καὶ νὰ βγοῦμε ἀπὸ αὐτόν. Ἔχουμε κολλήσει. Βλέπουμε, ὅμως, ἕνα Χέρι ἀπὸ ψηλὰ νὰ θέλει νὰ μᾶς τραβήξει. Μᾶς τὸ τείνει, ἀλλὰ δὲν τὸ παίρνουμε. Προτιμοῦμε νὰ πνιγοῦμε. Εἶναι τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ τῆς σωτηρίας μας, Αὐτοῦ ποὺ θελει νὰ μᾶς σώσει, ἂν καὶ ἐμεῖς τὸ θελήσουμε καὶ τοῦ δώσουμε τὸ βρωμερὸ χέρι μας, ποὺ δὲν τὸ σιχαίνεται. Ὁ χρόνος κυλάει. Ἄλλος ἕνας χρόνος τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας τελειώνει. Ἂν τώρα δὲν τείνουμε τὸ χέρι μας στὸ χέρι τοῦ Θεοῦ μας, γιὰ νὰ μᾶς σώσει, θὰ βυθισθοῦμε μέσα στὸ τέλμα καὶ θὰ πγιγοῦμε σίγουρα στὰ βρώμικα νερὰ τῆς αἰώνιας ἀπωλείας. Παρακαλῶ, μὴν ἀρνηθοῦμε νὰ δώσουμε τὸ χέρι μας στὸν Χριστό μας, τὸν Σωτήρα μας. «Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Ῥωμ. ιγ´ 12).
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
ΨΑΧΝΩ ΓΙΑ ΛΙΓΟ ΟΥΡΑΝΟ
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ στὶς 31 Δεκεμβρίου 2016
Ψάχνω γιὰ λίγο οὐρανὸ
τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»
. 2017! Στὴν ἀρχὴ τοῦ νέου ἔτους ἀναζητῶ τὸ νόημα τοῦ ἔτους, τὸν σκοπὸ τῆς ἐπίγειας πορείας μου.
. Εἶμαι πλασμένος ἀπὸ χῶμα· μέσα μου ὅμως κάτι ἀνώτερο ζητῶ. Εἶμαι φτιαγμένος ἀπὸ ὕλη· μέσα μου ὅμως τὸ πνεῦμα κυριαρχεῖ. Δὲν ἔχω μόνο σῶμα· ἔχω καὶ ἀθάνατη ψυχή. Ζῶ πάνω στὴ γῆ καὶ ἐπίμονα ψάχνω γιὰ λίγο οὐρανό.
. Ἐκεῖ εἶναι στραμμένο τὸ βλέμμα μου, ἐκεῖ εἶναι ἡ καρδιά μου, οἱ πόθοι μου καὶ ὁ προορισμός μου, ἐκεῖ νιώθω νὰ ἀναπνέει ἐλεύθερα ἡ ψυχή μου.
. Δυστυχῶς, ὅμως! Ἔχει γίνει τόσο χωματένια ἡ ζωή μας, τόσο φτηνή, ἀνούσια καὶ ρηχή. Ζοῦμε πνιγμένοι στὴ ματαιότητα καὶ στὴν ἀπάτη. Ζοῦμε ὑπόδουλοι στὸ κράτος τῆς φθορᾶς. Καὶ δὲν τὸ ἀντέχουμε.
. Δὲν ἀντέχουμε νὰ μᾶς λένε ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα ἐξελιγμένο ἀνώτερο ζῶο, ἕνας λίγο πιὸ ἔξυπνος πίθηκος. Δὲν μποροῦμε νὰ συμβιβασθοῦμε μὲ τὴν ἰδέα ποὺ μᾶς περνοῦν, ὅτι ὅλα ἀρχίζουν καὶ τελειώνουν ἐδῶ, ὅτι ὁ θάνατος εἶναι τὸ ὁριστικὸ τέλος τῆς ζωῆς μας, ὅτι δὲν ὑπάρχει κάτι ἀθάνατο μέσα μας, μιὰ ψυχὴ ποὺ πάντοτε ζεῖ καὶ ποτὲ δὲν πεθαίνει. Καὶ ἑπομένως δὲν δεχόμαστε ὅτι ὅταν τελειώσει ἡ ζωή, δὲν ἀξίζει νὰ φροντίσουμε τὸ σῶμα, ἀλλὰ τὸ πιὸ πρακτικὸ εἶναι νὰ τὸ κάψουμε καὶ νὰ σκορπίσουμε τὴ σκόνη του, νὰ μὴ μείνει τίποτε, νὰ μὴ μᾶς θυμᾶται κανείς, νὰ σβήσουν καὶ νὰ τελειώσουν ὅλα ἐδῶ, μέσα στὰ χειροκροτήματα ἐκείνων ποὺ σὲ λίγο θὰ ἀκολουθήσουν τὴν ἴδια πορεία, στὸ μηδὲν καὶ στὸ τίποτε.
. Καὶ ἀφοῦ, ὅπως λένε, δὲν ἀκολουθεῖ τίποτε, ἀφοῦ ὅλα τελειώνουν ἐδῶ, αὐτὸ ποὺ ἀξίζει εἶναι νὰ προσπαθοῦμε γιὰ ἕνα πιὸ καλὸ καὶ ἀπολαυστικὸ «ἐδῶ», καὶ νὰ ἀσχολούμαστε καὶ νὰ παλεύουμε γιὰ τοὺς μισθοὺς καὶ τὶς συντάξεις, γιὰ τὴν ἐφήμερη δόξα καὶ τὶς ἡδονές, γιὰ τὴν ἄνεση καὶ τὶς ἀπολαβές. Αὐτό, κατὰ τὴν ἀντίληψή τους, εἶναι ὁ ἄνθρωπος: «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν» (Α´ Κορ. ιε´ [15] 32).
. Ἀλλὰ ὄχι! Δὲν εἶναι αὐτό! Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ πλάσμα τῆς ἰδιαίτερης φροντίδας τοῦ Δημιουργοῦ, τὸ στολίδι τῆς δημιουργίας, ὁ βασιλιὰς τῆς ὁρατῆς κτίσεως, αὐτὸς ποὺ φέρει μέσα του, ἀνεκτίμητο δῶρο καὶ περιουσία ἀναφαίρετη, τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, καὶ εἶναι προορισμένος νὰ φθάσει στὴν ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ, νὰ γίνει καὶ αὐτὸς θεός, θεὸς κατὰ χάριν. Καλεῖται νὰ μιμηθεῖ τὶς ἀρετὲς τοῦ Θεοῦ, ὅσο αὐτὸ εἶναι δυνατὸν στὴν πεπερασμένη ἀνθρώπινη φύση, γιὰ νὰ ζήσει στὴν αἰωνιότητα ἄφθαρτος, ἀθάνατος, ἔνδοξος, αἰώνιος, λαμπρός. Νὰ μετέχει στὴ μακαριότητα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἀντανακλᾶ τὴ δόξα Του.
. Πρὶν ὅμως ὅλα αὐτὰ τὰ πραγματοποιήσει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τώρα ποὺ ζῶ στὴ γῆ, τώρα ποὺ εἶμαι στὴν ἀτέλεια καὶ στὴ φθορὰ καὶ προσδοκῶ μὲ πόθο βαθὺ ὅσα ὁ Θεὸς μᾶς ὑποσχέθηκε καὶ μᾶς ἐξασφάλισε μὲ τὸν θάνατο καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Υἱοῦ Του στὴν οὐράνια βασιλεία Του, τώρα ποὺ ἀσφυκτιῶ μέσα στὴ ματαιότητα τῶν ἀμέτρητων τοῦ κόσμου τούτου πειρασμῶν, ψάχνω γιὰ λίγο οὐρανό.
. Γι’ αὐτὸ καὶ ζῶ μέσα στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ ψάλλω μὲ τὸν ἱερὸ ὑμνογράφο: «Οὐρανὸς πολύφωτος ἡ Ἐκκλησία, ἀνεδείχθη ἅπαντας, φωταγωγοῦσα τοὺς πιστούς…». Μέσα στὴν ἁγία μας Ἐκκλησία, μέσα στὸν ἅγιο ναὸ τοῦ Θεοῦ, βρίσκω τὸν οὐρανό, βρίσκω τὸ φῶς, τὴν ἀλήθεια, τὴ ζωή. Ἐδῶ μέσα φωτίζονται οἱ δρόμοι μου καὶ ἔχει ὕψιστο νόημα ἡ ζωή μου, ἐδῶ λαμπρύνεται καὶ χαίρεται ἡ ψυχή μου. Ἐδῶ προγεύομαι καὶ προαπολαμβάνω τὴν ἄρρητη χαρὰ καὶ τὴν ἄφατη δόξα τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ἡ ταπεινή μου ὕπαρξη φωτίζεται ἀπὸ τὶς ἀνταύγειες τοῦ ἀνεσπέρου φωτὸς τῆς αἰωνιότητος. Μέσα στὴν Ἐκκλησία ζῶ τὴν πραγματικότητα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
. Ἀλλὰ «ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ἡμῶν ἐστιν» (Λουκ. ιζ´ [17] 21). Μέσα μας σκηνώνει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, καὶ ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μας κράζουμε πρὸς τὸν Θεὸ καὶ Τὸν ὀνομάζουμε Πατέρα. Καὶ ὁ Χριστὸς κατοικεῖ «διὰ τῆς πίστεως ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν» (Ἐφ. γ´ 17). Ὁ Ὕψιστος Τριαδικὸς Θεὸς «μονὴν παρ’ ἡμῖν ποιεῖ» (Ἰω. ιδ´ [14] 23), κάνει κατοικία Του τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἀναδεικνύει ἔμψυχο καὶ ζωντανὸ ναό Του.
. Ψάχνω γιὰ λίγο οὐρανό. Τώρα καταλαβαίνω ὅτι μέσα στὴν Ἐκκλησία μπορῶ νὰ βρῶ ὅλο τὸν οὐρανὸ μέσα μου, γιατὶ μέσα μου μπορεῖ νὰ κατοικεῖ ὁ Κύριος τοῦ οὐρανοῦ. «Ἰδοὺ ὁ οὐρανὸς ἔσωθέν σου, εἰ καθαρὸς ἔσῃ», μᾶς διαβεβαιώνουν οἱ ἅγιοι Πατέρες (Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ Σύρος). Τὶς καθαρὲς καρδιὲς τὶς ἐπισκέπτεται ὁ Θεὸς καὶ κατοικεῖ μέσα τους. Τὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου γίνεται τότε οὐρανός, ἕνας μικρὸς παράδεισος!
. Γι’ αὐτὴ τὴ μόνη ἀληθινὴ χαρὰ καὶ ὕψιστη δόξα εἶναι πλασμένος ὁ ἄνθρωπος!
. Ἀναζητῶ τὸν οὐρανό.
. Προσμένω τὴν τρισένδοξη οὐράνια Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στὸ μέλλον, στὴν αἰωνιότητα.
. Ζῶ μέσα στὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ ὡς συνειδητὸ μέλος της καὶ βρίσκω τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στὸ παρόν: ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι οὐρανός.
. Καθαρίζω τὸ ἐσωτερικό μου ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ ἀνακαλύπτω τὸν οὐρανὸ μέσα μου!
. Ἡ ὕλη, ἡ σάρκα, τὸ χῶμα, ἡ γῆ δὲν ἀξίζουν πιά. Ὅλα στὴ ζωή μου μποροῦν νὰ γίνουν οὐρανός! Καὶ σ’ αὐτὸ τὸ νέο ἔτος καὶ σ’ ὅλη τὴν ἐπίγεια πορεία μου!