Ἄρθρα σημειωμένα ὡς πρεσβύτερος υἱὸς
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ-8 (Ἀρχιμ. Βασιλείου)
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ, ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ στὶς 3 Μάρτιος 2013
Ἀρχιμ. Βασιλείου
Καθηγουμένου Ἱ. Μονῆς Σταυρονικήτα
(νῦν Προηγουμένου Ἱ. Μ. Ἰβήρων)
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ
ἐκδ. «ΔΟΜΟΣ», Ἀθῆναι 1990
[η´]
Α´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ1/
Β´Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ2/
Γ´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ3/
Δ´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ4/
Ε´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ5/
ϛ´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/03/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ6/
Ζ´Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/03/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ7/
Ἡ παραβολὴ καὶ ἐμεῖς (σελ. 33-39)
. Ἔχει ἄμεση σχέση ἡ παραβολὴ αὐτὴ μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα καὶ τὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας, ποὺ χαρακτηριστικὰ χωρίζεται σὲ δύο μέρη, σὲ δύο γιούς.
. Ἐμεῖς ποῦ βρισκόμαστε; Ποιόν ἀντιπροσωπεύαμε;
. Δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ποῦμε. Εἶναι ἐπικίνδυνο βιαστικὰ νὰ ἀπαντήσωμε· αὐτὸ μᾶς διδάσκει ἡ παραβολή.
. Ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπὸ τὴν ἀρχή, ποὺ ζήτησε στανικὰ τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας (καὶ ποιος τοῦ εἶπε ὅτι εἶχε δικαίωμα νὰ κάμη κάτι τέτοιο;), μέχρις ὅτου δαπανήση τὰ πάντα, καὶ γίνη ἰσχυρὸς λιμὸς σ᾽ ὅλη τὴ μακρινὴ χώρα, καὶ πεθάνη τῆς πείνας αὐτὸς καὶ οἱ πολίτες τῆς χώρας ἐκείνης… Μέχρις ὅτου γίνουν ὅλα αὐτά, ἦταν ζαλισμένος, δὲν ἦταν στὰ καλά του, ἦταν ἐκτὸς ἑαυτοῦ. Δὲν μποροῦσε νὰ διακρίνη, νὰ καταλάβη τί ἔκανε. Μόνο μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ «ἦλθεν εἰς ἑαυτόν».
. Ἄρα, ἂν βρισκώμαστε στὴν κατάσταση αὐτὴ τοῦ νεώτερου γιοῦ, πρὶν ἔλθη εἰς ἑαυτόν, σημαίνει ὅτι εἴμαστε στὴν πραγματικότητα ἐκτὸς ἑαυτῶν καὶ δὲν ξέρομε ποῦ βρισκόμαστε, τί μᾶς γίνεται, τί ἀντιπροσωπεύομε. Ἢ καὶ ἂν νομίζωμε ὅτι ξέρομε –ποὺ συνήθως νομίζομε– πέφτομε ἔξω. Καὶ μόνο ἂν ἔλθωμε εἰς ἑαυτοὺς κάποτε, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θὰ ἀνακαλύψωμε τὴ φτώχεια καὶ τὴ γυμνότητά μας.
. Ἀλλὰ καὶ ὁ πρεσβύτερος υἱὸς δὲν εἶναι λιγότερο ἐκτὸς ἑαυτοῦ. Ἢ καλύτερα, αὐτὸς δὲν παρουσιάζεται ποτὲ στὴν παραβολὴ νὰ ἔρχεται εἰς ἑαυτόν, δηλαδὴ νὰ ἔρχεται πρὸς τὸν Πατέρα, νὰ αἰσθάνεται καὶ νὰ ὁμολογῆ μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὴ συμπεριφορά του τὴν ἀνθρώπινη ἀδυναμία. Ἀλλὰ ψεύδεται καὶ ἀλλοφρονεῖ: Κάνει πεισματικὰ τὸ θέλημά του –«ὠργίσθη καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν»– καὶ νομίζει ὅτι ἔχει ὅλο τὸ δίκιο μὲ τὸ μέρος του. Ἐνῶ κρίσις δικαία εἶναι ἐκείνου ποὺ δὲν κάνει τὸ δικό του θέλημα ἀλλὰ μόνο τὸ θέλημα τοῦ οὐρανίου Πατρός.
. Αὐτοδικαιώνεται μὲ τὰ λόγια του καὶ ταυτόχρονα ἀναιρεῖται μὲ τὴ διαγωγή του, ἀποδεικνυόμενος κενὸς οἰηματίας, ξένος πρὸς τὸ ἦθος τοῦ οὐρανίου Πατρός.
. «Τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι»: Ὑπολογίζει τὸν χρόνο, τὴν κτίση ὄχι τὴν αἰωνιότητα, τὴν ἄκτιστη χάρη, ποὺ μιᾷ ροπῇ κάνει θεολόγο τὸν ληστὴ ποὺ μετανοεῖ.
. Κατηγορεῖ τὸν ἀδελφό του γιὰ ἀσωτεία καὶ ἀνταρσία καὶ ὁ ἴδιος δὲν ὑπακούει στὸν πατέρα του. Ἐνῶ διαλαλεῖ τὴ διαρκῶς ἄψογη στάση του –«οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον»– τὴν ἴδια στιγμὴ ὄχι ἐντολὴ αὐστηρὴ γιὰ δουλειὰ ἀρνεῖται, ἀλλὰ παράκληση πατρικὴ γιὰ συμμετοχὴ σὲ οἰκογενειακὴ χαρὰ καταπατεῖ.
. Ἄρα, δὲν εἶναι εὔκολο μόνοι μας νὰ ποῦμε ποῦ βρισκόμαστε, γιατὶ μπορεῖ νὰ πέφτωμε ἔξω, μπορεῖ νὰ εἴμαστε ἐκτὸς ἑαυτῶν καὶ νὰ μὴν τὸ ξέρωμε, νὰ μὴν τὸ ἀντιλαμβανώμαστε.
. Τί φοβερὸ νὰ εἶσαι τόσο μακριά, ἐνῶ βρίσκεσαι μέσα στὸ σπίτι! Καὶ τὸ ἀκόμη φοβερότερο, νὰ ἐφαρμόζης τὶς ἐντολὲς καὶ νὰ μὴν καταλήγης στὴ γεύση τοῦ μόσχου τοῦ σιτευτοῦ, νὰ μὴ γίνεσαι δαιτυμὼν λαμπρὸς τοῦ μεγάλου Συμποσίου ποὺ προσφέρεται «ὑπὲρ τῆς Οἰκουμένης».
Ἐμεῖς ὡς πατέρες πνευματικοὶ
. Ὑπάρχει μία ἰσορροπία στὴν ὅλη ἱστορία, γιατί ὁ πατέρας ὅλα τὰ ρυθμίζει θείως, ὅλα τὰ ὑποφέρει. Σηκώνει γαλήνια τὸν σταυρὸ τῆς ὅλης περιπέτειας τοῦ σπιτιοῦ. Καὶ τὰ δύο παιδιά του εἶχαν προβλήματα· βασανίστηκαν καὶ τὸν βασάνισαν. Αὐτὸς ὅμως ἔπραξε ἄψογα, θεϊκά. Οὔτε τὸν νεώτερο υἱὸ χαρακτήρισε ἄσωτο οὔτε τὸν πρεσβύτερο ἐπέπληξε, ἐπειδὴ τοῦ μίλησε ἄπρεπα. Ἡ συμπεριφορά του φανερώνει ἀπέραντη ἀγάπη καὶ φέρνει παρηγοριά.
. Ἐφ᾽ ὅσον ἔχομε ἕναν τέτοιο Πατέρα, μποροῦμε νὰ ἐλπίζωμε. Μποροῦμε νὰ βροῦμε τὸν δρόμο γιὰ τὸ σπίτι, μποροῦμε νὰ βροῦμε τὸν ἑαυτό μας.
. Στὴ ζωή μας ὡς ἄνθρωποι εἴμαστε πάντοτε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ· καὶ ὑπόδειγμα γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ πρὸς τὸν οὐράνιο Πατέρα εἶναι ὁ νεώτερος υἱός. Βρισκόμαστε ὅμως καὶ στὴ θέση τοῦ πατρὸς ἢ τοῦ πνευματικοῦ πατρός. Τότε πάλι τὸ πῶς πρέπει νὰ συμπεριφερθοῦμε πρὸς τὰ τέκνα ἢ πνευματικά μας τέκνα μᾶς φανερώνει ἡ συμπεριφορὰ τοῦ «ἀνθρώπου» τῆς παραβολῆς.
. Ἂν βρισκώμαστε στὴν κατάσταση τοῦ νεωτέρου ποὺ ἐπέστρεψε ἢ ἐπιστρέφει, τότε μποροῦμε νὰ ἀνεχώμαστε τὸν ἄλλο, τὸ παιδί μας. Τότε μποροῦμε νὰ νοιώθουμε –καὶ νὰ τὸ ὁμολογοῦμε– ὅτι εἴμαστε ἀδύνατοι, πολὺ ἀδύνατοι –«χωρὶς αὐτοῦ οὐ δυνάμεθα ποιεῖν οὐδὲν»–, ἀλλὰ δὲν πρέπει νὰ ἀπογοητευώμαστε, γιατί ἔχομε Πατέρα «δυνάμενον συμπαθῆσαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν».
. Ἂν βρισκώμαστε εἴτε στὴν κατάσταση τοῦ νεώτερου υἱοῦ σὲ χώρα μακρινὴ ζῶντες ἀσώτως, εἴτε στὴν κατάσταση τοῦ πρεσβύτερου υἱοῦ, ποὺ δικαιώνει τὸν ἑαυτό του καὶ καταδικάζει τοὺς ἄλλους, τότε ὁπωσδήποτε θὰ παραποιοῦμε τὴ διαγωγὴ τοῦ ἀληθινοῦ Πατρός. Παρ᾽ ὅλη τὴν πιθανῶς καλή μας διάθεσι, θὰ βασανιζώμαστε καὶ πρὸ παντὸς θὰ βασανίζωμε.
. Σύμφωνα μ᾽ αὐτὰ μποροῦμε νὰ διακρίνωμε δύο ἐκτροπὲς συμπεριφορᾶς πατρὸς ἢ πνευματικοῦ πατρός:
Α´. Οἱ πρῶτοι –κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ νεωτέρου πρὸ τῆς ἐπιστροφῆς– παρουσιάζονται ὡς πολὺ φιλελεύθεροι, συγκαταβατικοὶ καὶ ἀνεκτικοί. Δὲν κάνουν παρατηρήσεις. Δικαιολογοῦν τοὺς νέους. Δὲν τοὺς θεραπεύουν ἀρρώστιες (δὲν ἔχουν τέτοια ἱκανότητα). Ὁτιδήποτε κάνουν τὰ παιδιά τους, τὰ θεωροῦν φυσικά, δικαιολογημένα ἢ καὶ τέλεια. Αὐτὸ δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα ἀγάπης ἀλλὰ συνέπεια ἀδιαφορίας καὶ ἐπιπολαιότητας· προσπάθεια νὰ ἀποκτήσουν τὴν πρόσκαιρη φιλία τῶν παιδιῶν. Αὐτοὶ οἱ δάσκαλοι–πατέρες καλύπτουν τὴν ἀνικανότητα καὶ ἄγνοιά τους μὲ ὑποτιθέμενη φιλανθρωπία καὶ κατανόηση, ἐνῶ πρόκειται γιὰ πραγματικὴ καταφρόνηση καὶ ἐγκατάλειψη τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τὰ μέγιστα καὶ τίμια.
. Αὐτοὺς τοὺς ὁδηγοὺς ἀκολουθοῦν οἱ νέοι γιὰ λίγο, ξεγελασμένοι ἀπὸ τὴν ἐπίφαση τῆς τόλμης τους καὶ τὸν παραπλανητικὸ φιλελευθερισμό τους. Ἀλλὰ γρήγορα τοὺς ἐγκαταλείπουν, ἂν ἔχουν γνήσιες ἀπαιτήσεις καὶ δυνατὴ πνευματικὴ κράση, γιατί ἀντιλαμβάνονται τὴν ἐπικίνδυνη κουφότητά τους. Αὐτοὶ εἶναι ἀλλότριοι, ξένοι πρὸς τὴ ζωή, τὴ φύση καὶ βαθιὰ δίψα τοῦ ἀνθρώπου. «Καὶ οἱ ἄνθρωποι ἀλλοτρίῳ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ᾽ αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνὴν».
Β´. Οἱ δεύτεροι μένουν φαινομενικὰ στὸ σπίτι τοῦ πατέρα –παράδειγμα ὁ πρεσβύτερος υἱὸς– ἐνῶ βρίσκονται μακριὰ ἀπὸ τὸ πνεῦμα καὶ τὸ μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης του.
. Αὐτοχειροτονοῦνται πνευματικοὶ πατέρες, ἐπειδὴ «τοσαῦτα ἔτη» δουλεύουν. Καὶ ἐνεργοῦν ὡς βάναυσοι ἐπιτιμητὲς τῶν ἄλλων. Ὁ προσωπικός τους ἀγώνας γιὰ μετάνοια καὶ ταπείνωση, κατὰ τὰ λεγόμενά τους, ἔχει τελειώσει. Τώρα ἀσχολοῦνται μὲ τὰ προβλήματα τῶν ἄλλων (καὶ συνήθως αὐτόκλητοι). Ὅ,τι κάνουν, δὲν ὑπαγορεύεται ἀπὸ ἄδολη πατρικὴ ἀγάπη –τοὺς εἶναι ξένη– ἀλλὰ ἀπὸ μία μοχθηρὴ καρδιὰ καὶ ἀδικαιολόγητη γιὰ τὰ χρόνια τους ζηλοφθονία. Ἔτσι σύντομα γίνεται σ᾽ ὅλους ἔκδηλη ἡ ἐσωτερική τους ἀκαταστασία καὶ ἐκδικητικὴ μανία. Ἡ φωνὴ καὶ ἡ συμπεριφορά τους εἶναι ξένη πρὸς τὴ φωνὴ τοῦ γνήσιου ποιμένα, ποὺ θυσιάζει τὴν ψυχή του ὑπὲρ τῶν προβάτων καὶ «τὰ ἴδια πρόβατα καλεῖ κατ᾽ ὄνομα καὶ ἐξάγει αὐτὰ».
. Γι᾽ αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι τοὺς ἐγκαταλείπουν. Καὶ ὅσο ἀπομακρύνονται –καὶ δικαιολογημένα– τόσο αὐτοὶ δαιμονίζονται, ἐκσφενδονίζοντας ἀπειλὲς καὶ κατάρες γι᾽ αὐτοὺς ποὺ δὲν ζητοῦν τὶς συμβουλές τους.
. Δὲν μποροῦμε, δὲν μᾶς εἶναι ἐπιτρεπτό, νὰ δείξωμε οὔτε περισσότερη οὔτε λιγότερη ἐπιείκεια ἢ αὐστηρότητα ἀπ᾽ ὅση ἔδειξε ὁ οὐράνιος Πατέρας. Ἢ διαφορετικὰ νὰ ποῦμε: καὶ ἡ ἐπιείκεια καὶ ἡ αὐστηρότητά μας εἶναι ἀνεπαρκεῖς καὶ περιττὲς γιὰ τὸν ἄλλο. Αὐτὸ ποὺ χρειάζεται, εἶναι νὰ παύσωμε, ἂν μποροῦμε, νὰ ζοῦμε τὸν κατὰ φαντασίαν βίο, καὶ νὰ ζοῦμε γιὰ τὸν ὑπὲρ ἡμῶν ἀποθανόντα καὶ Ἀναστάντα. Ἔτσι θὰ ζοῦμε καὶ γιὰ ὅλους. Καὶ δι᾽ ἡμῶν θὰ φανερώνεται Ἐκεῖνος, ὁ Ἀρχηγὸς τῆς ζωῆς, καὶ ὄχι οἱ σχετικὲς καὶ ἄνευ ἀξίας δικές μας ἀπόψεις καὶ ἐνέργειες.
. Αὐτὸς ποὺ ἐπέστρεψε ἢ ἐπιστρέφει βλέπει μόνο τὴν ἀναξιότητά του («οὐκ εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου»). Γι᾽ αὐτὸ διακρίνει καὶ ἐκπλήσσεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Βλέπει τὸν ἑαυτό του πρῶτο τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ τοὺς ἄλλους καθαρούς. Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἀγαπᾶ «καθ᾽ ὁμοιότητα τοῦ Θεοῦ», ἀγαπᾶ μὲ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ποὺ σώζει καὶ κρίνει. Δι᾽ αὐτοῦ ἀγαπᾶ καὶ φανερώνεται μόνον ὁ Θεός. Αὐτὸς γίνεται Θεὸς κατὰ χάριν καὶ ὄχι θεολόγος κατὰ φαντασίαν. Τὸ πρῶτο εἶναι δύσκολο καὶ δυσεύρετο, τὸ δεύτερο εὐτελὲς καὶ καθημερινό.
. Οἱ ἁγιαζόμενοι, οἱ ἄγιοι, μᾶς παρηγοροῦν, μᾶς σώζουν. Αὐτοὶ μποροῦν νὰ ἀναλάβουν τὸ ἔργο τοῦ πατρός, γιατί λένε τὴν ἀλήθεια μὲ τὸν λόγο καὶ τὴ ζωή τους. Παρουσιάζουν ὅτι ὁ ἀγώνας τους ὑπάρχει μέχρι τέλους. Μπορεῖ ν᾽ ἀλλάζη, ἀλλὰ δὲν τελειώνει, μέχρι νὰ μπῆ ὁ ἄνθρωπος στὸν τάφο. Τὸ ἔργο τῆς μετανοίας ἀκολουθεῖ ὅσο ζοῦμε. Ἡ ἡμέρα τῆς ταφῆς μας εἶναι ἡ ὥρα τοῦ σαββατισμοῦ.
. Καὶ μεῖς, ποὺ εἴμαστε ἀδύνατοι, ποὺ ἔχομε προβλήματα, τοὺς ἀκοῦμε, τοὺς ἐμπιστευόμαστε τὸ εἶναι μας, τοὺς πλησιάζομε, θέλομε, ὅσο γίνεται περισσότερο, νὰ μένωμε κοντά τους. Γιατί νοιώθουμε ὅτι μᾶς νοιώθουν, μᾶς εὐεργετοῦν, μᾶς θεραπεύουν, ὅσο σκληροὶ κι ἂν εἶναι –ὅταν εἶναι. Ἡ φιλανθρωπία τους εἶναι δραστική, σωτήρια, καὶ ἡ αὐστηρότητά τους φιλάνθρωπη.
. Χωρὶς τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατρὸς καὶ τὴν παρουσία τῶν Ἁγίων, ποὺ κάνουν αἰσθητὴ τὴ στοργὴ καὶ τὸ φῶς Του, ἡ ζωὴ στὴ γῆ σκοτεινιάζει καὶ κρυώνει σὰν κόλαση: Οἱ πολίτες τῆς «μακρινῆς χώρας» σὲ καταστρέφουν στέλνοντάς σε νὰ βόσκης χοίρους, πάθη σαρκός. Καὶ οἱ «δίκαιοι» –τύπου πρεσβύτερου υἱοῦ– σὲ καταδικάζουν δὲν δέχονται τὴ μετάνοιά σου.
. Ὑπάρχει ὅμως πάντοτε ὁ Πατέρας ποὺ σὲ γέννησε, σὲ πονᾶ καὶ σὲ σώζει.
. Τὸ σύμπαν εἶναι κατοικήσιμο, ἐφ᾽ ὅσον ἔχομε τὸν Θεὸ πατέρα καὶ τὸν συνάνθρωπο ἀδελφό μας.
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ-7 (Ἀρχιμ. Βασιλείου)
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ, ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ στὶς 3 Μάρτιος 2013
Ἀρχιμ. Βασιλείου
Καθηγουμένου Ἱ. Μονῆς Σταυρονικήτα
(νῦν Προηγουμένου Ἱ. Μ. Ἰβήρων)
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ
ἐκδ. «ΔΟΜΟΣ», Ἀθῆναι 1990
[ζ´]
Α´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ1/
Β´Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ2/
Γ´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ3/
Δ´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ4/
Ε´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ5/
ϛ´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/03/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ6/
Χαρακτηριστικὰ τοῦ πατέρα (σελ. 30-32)
. Ὁ πατέρας τῆς παραβολῆς ξέρει πότε μιλᾶ καὶ πότε ὄχι. Πότε μοιράζει τὴν περιουσία ὁλόκληρη, χωρὶς νὰ πῆ λέξη. Καὶ πότε δὲν δίδει οὔτε ἕνα ἐρίφιο καὶ ἐπεξηγεῖ τὸ γιατί. Πότε καὶ ποιὸν γιό του ἀσπάζεται, χωρὶς ἄλλα σχόλια. Πότε καὶ ποιὸν γιό του δὲν ἀσπάζεται, ἀλλὰ τὸν παρακαλεῖ καὶ τὸν συμβουλεύει, πατρικὰ καὶ βραχύλογα.
. Δὲν χρειάζονται πολλὰ λόγια καὶ ἐπεξηγήσεις. Ἀπαιτεῖται χρόνος, προσωπικὴ αὐτοπαρακολούθηση καὶ δοκιμασία, γιὰ νὰ καταλάβωμε –ἂν καταλάβωμε– περὶ τίνος πρόκειται.
. Ἔχει σημασία λοιπὸν νὰ ξέρη κανεὶς πότε θὰ πῆ σὲ κάποιον κάτι. Καὶ μέχρι ποῦ θὰ προχωρήση. Στὴ συνέχεια σταματᾶ τὴν ἐπεξήγηση, χωρὶς νὰ προχωρῆ, ἐνῶ τὸ θέμα δὲν λύθηκε, δὲν τακτοποιήθηκε.
. Δὲν ρωτᾶ τὸν νεώτερο γιό του τί σκέφτεται νὰ κάμη καὶ πότε. Γι᾽ αὐτὸ τὸν ἀφήνει ἐλεύθερο νὰ μείνη στὸ σπίτι ὅσες μέρες θέλει μετὰ τὴ μοιρασιὰ τῆς περιουσίας (αὐτὸς φεύγει «μετ᾽ οὐ πολλὰς ἡμέρας»). Οὔτε τὸν ἐρωτᾶ ποῦ θὰ πάη· ἂν σκέφτεται νὰ πάη κοντὰ ἢ μακριὰ («εἰς χωρὰν μακράν»), ἢ ἂν θὰ πάρη ὅλα τὰ πράγματά του ἢ τὰ μισὰ («συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν»).
. Οὔτε τὸν πρεσβύτερο υἱὸ ρώτησε τί ἀποφασίζει, ἀφοῦ ἄκουσε ὅσα τοῦ εἶπε ἡ πατρική του ἀγάπη. Τὸν ἀφήνει ἐλεύθερο νὰ ἀποφασίση ὅταν καὶ ὅπως θέλει. Ἀφήνει τὸ θέμα ἀνοιχτό. Ἁπλῶς περιορίζεται στὸ νὰ τοῦ πῆ τί ἔπρεπε νὰ κάμη: «Εὐφρανθῆναι καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη».
. Καὶ ἡ παράκληση, ἡ προτροπὴ τοῦ πατέρα, μένει ἀναπάντητη, τὸ τέλος ἄγνωστο. Κόβεται ἡ συζήτηση ἀπότομα, σταματᾶ, μένει ἀκέφαλη. Γιατί δὲν τελειώνει; Γιατί δὲν φτάνει σὲ τελεία καὶ παύλα;
. Ἔτσι γίνεται. Δὲν βρίσκεται τέλος μὲ συζητήσεις στὰ θέματα αὐτὰ καὶ μὲ ἀνθρώπους ποὺ βρίσκονται σ᾽ αὐτὴ τὴν κατάσταση. Δὲν ὑπάρχει τέλος σὲ συζητήσεις γιὰ θέματα ποὺ ἡ φύση τους ξεπερνᾶ πάντα λόγον καὶ αἴσθησιν. Ἄλλωστε οὔτε καὶ τὸ πρόβλημα, ἡ ἀρρώστια τοῦ νεωτέρου, τακτοποιήθηκε μὲ συζητήσεις, ἀλλὰ μὲ μία φαινομενικὴ ἐγκατάλειψη, ἄφεση στὸ νὰ μάθη διὰ τοῦ πάθους του. Ἔτσι εἶναι. Μόνον ὁ Θεὸς νὰ κάμη τὸ θαῦμα Του.
. Κουβέντες καὶ προτροπὲς δὲν φέρνουν κανένα ἀποτέλεσμα σὲ ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν καταπιῆ τὸ μίσος, τὴ λογικὴ τῆς αὐτοδικαιώσεως, τῆς καταδίκης ὅλων τῶν ἄλλων. Μποροῦν νὰ σοῦ ἀραδιάσουν ἀτέλειωτα σὲ στιγμὴ χρόνου· νὰ συσσωρεύουν ἀναρίθμητες δικές τους ἀρετὲς καὶ ἐγκλήματα τῶν ἄλλων. Ὅσα δὲν ἐλέχθησαν –καὶ δὲν λέγονται– μποροῦν νὰ τὰ ἐκστομίσουν, γιὰ νὰ ἐξοντώσουν τὸν ἀδελφό τους καὶ νὰ δικαιώσουν τὸν ἑαυτό τους. Ἀλλὰ δὲν ἀλλάζουν γνώμη. Δὲν μποροῦν νὰ μετανοήσουν. Δὲν ἀγαποῦν. Εἶναι ξένο πρὸς τὴ φύση τους. Αὐτὴ εἶναι ἡ κόλασή τους.
. Πῶς μπορεῖς ν᾽ ἀγαπᾶς αὐτοὺς ποὺ δὲν ἀγαποῦν; Αὐτὸ εἶναι ἕνας μεγάλος σταυρός. Σοῦ ἀρνοῦνται τὴν ἀγάπη· εἶναι κόλαση γι᾽ αὐτούς. Ὑποφέρουν, βασανίζονται. Ἀλλὰ πῶς μπορεῖς νὰ τοὺς συμπαρασταθῆς, νὰ τοὺς συνδράμης, χωρὶς ἀγάπη; Αὐτοὶ ζητοῦν ὄχι τὴ σωτηρία, ἀλλὰ τὴν καταδίκη, τὴν ἐξόντωση πάντων. Ἔτσι καταδικάζουν καὶ τὸν ἑαυτό τους. (Θεολογία καὶ πολιτεία κολάσεως.)
. Ὁ Πατέρας παρατρέχει τὰ ἐπιχειρήματα τοῦ πρεσβύτερου γιοῦ. Δὲν τοῦ κάνει καμιὰ κριτική: οὔτε τὸν ψέγει γιὰ κάποιο λάθος του, οὔτε τοῦ ἀναφέρει κάτι καλὸ ποὺ ἔκαμε. Δὲν χρειάζεται νὰ καθυστερήση καθόλου μέσα στὴ λογικὴ αὐτή, ποὺ δὲν ὁδηγεῖ πουθενὰ ἀλλοῦ, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ἀδιέξοδο τῆς κολάσεως. Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ τοῦ ἀρνηθῆ τὴν κάποια καλή του προσπάθεια, ἀλλὰ τὸ κακὸ ἦταν ὅτι δὲν εἶχε καταλάβει ὅτι καὶ ὁ ἴδιος ἦταν ἄσωτος, δὲν ἦταν μόνον ὁ ἀδελφός του.
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ-6 (Ἀρχιμ. Βασιλείου)
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ, ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ στὶς 3 Μάρτιος 2013
Ἀρχιμ. Βασιλείου
Καθηγουμένου Ἱ. Μονῆς Σταυρονικήτα
(νῦν Προηγουμένου Ἱ. Μ. Ἰβήρων)
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ
ἐκδ. «ΔΟΜΟΣ», Ἀθῆναι 1990
[ϛ´]
Α´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ1/
Β´Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ2/
Γ´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ3/
Δ´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ4/
Ε´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ5/
Ἀντιπαραβολὴ τῶν δύο υἱῶν (σελ. 28-30)
. Ὁ νεώτερος υἱὸς ὑπόδειγμα ἐπιστροφῆς καὶ φανέρωση τοῦ τί εἶναι ἐξομολόγηση: καρπὸς μετανοίας, ὁμολογία τῶν οὐσιαστικῶν μου σφαλμάτων, ἐγκλημάτων. Συντριβὴ καὶ ἐκζήτηση ἐλέους.
. Ὁ πρεσβύτερος υἱὸς ὑπόδειγμα μὴ ἐπιστροφῆς καὶ φανέρωση τοῦ τί δὲν εἶναι ἐξομολόγηση: Ἀναφορὰ τῶν δικῶν μου κατορθωμάτων καὶ τῶν ἐγκλημάτων τῶν ἄλλων. Σκληροκαρδία καὶ κατάκριση.
. Μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου καὶ τὴν ὀδυνηρὴ πείρα ἔφυγε ἀπὸ τὸν νεώτερο ἡ ἰδέα ὅτι κάτι μπορεῖ νὰ βρῆ ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι, χωρὶς τὸν πατέρα. Γνώρισε τὴν κουφότητα τῆς ζωῆς μακριὰ ἀπὸ τὴν πηγή της.
. Ἀντίθετα, ὅσο περνᾶ ὁ καιρός, ὁ πρεσβύτερος δὲν ὡριμάζει πνευματικά, ἀλλὰ σκληραίνει τὴ στάση του. Συνεχῶς καὶ περισσότερο κατακρίνει τοὺς ἄλλους καὶ τὸν πατέρα του, μέσα σὲ μία ψευδαίσθηση ὅτι εἶναι «κάποιον τί».
. Ὁ νεώτερος υἱὸς μὲ τὴ συμπεριφορά του λέει τὸν λόγο τῆς μετανοίας: «Σοὶ μόνῳ ἥμαρτον».
. Ὁ πρεσβύτερος ἀντιθέτως λέει: Ἐσὺ εἶσαι ὁ μόνος φταίχτης.
. Τὸ ὅτι ὁ νεώτερος ἐπαναστάτησε στὴν ἀρχή, πρὶν περάσουν τὰ χρόνια, μπορεῖ κάπως νὰ δικαιολογηθῆ.
. Τὸ νὰ ἀντιδρᾶ ὅμως ὁ πρεσβύτερος μετὰ «τοσαῦτα ἔτη» καὶ νὰ μὴ θέλη νὰ μπῆ στὸ σπίτι, τὴν ὥρα τῆς μεγάλης χαρᾶς, ἀλλὰ νὰ ζητᾶ ἐρίφι –ὄχι ἀμνὸ– γιὰ νὰ εὐφρανθῆ μὲ τοὺς φίλους του (οἱ φίλοι του ἤσαν μεταξὺ τῶν ἐρίφων, τῶν ἐξ εὐωνύμων, ὄχι μεταξὺ τῶν εὐλογημένων, τῶν ἐκ δεξιῶν), αὐτὸ εἶναι βαρὺ καὶ δύσκολα θεραπεύεται.
. Ὅταν ἔχης νὰ κάμης μὲ πατέρα οὐράνιο, ἔχεις ἄλλες σχέσεις, μιλᾶς ἄλλη γλώσσα, ἀναφέρεις ἄλλες ἀπώλειες καὶ κέρδη. Δὲν ἀμύνεσαι, ἀλλὰ αὐτοεξουθενώνεσαι, γιατί βρίσκεις τὸν ἑαυτό σου ἔνοχο –τὸν μόνο ἔνοχο– μπροστὰ σ᾽ ἕναν τέτοιο πατέρα, ποὺ ὄχι μόνο ἀγαπᾶ, ἀλλὰ εἶναι ἡ Ἀγάπη.
. Ὅταν δὲν θεωρῆς τὸν Θεὸ πατέρα ποὺ ἀγαπᾶ, τότε ἡ ἐξομολόγηση καταργεῖται, χάνει τὸ νόημά της, δὲν γίνεται. Ἢ ὅταν πάη νὰ γίνη, ξεπέφτει σὲ μία νομικὴ ἀντιδικία, ὁπού κατηγορεῖται ὁ ἀναίτιος, ὁ εὐεργέτης. Ὅταν βλέπης μπροστά σου ἐργοδότη, ποὺ ὑπολογίζει τὰ δοῦναι καὶ λαβεῖν, ἑτοιμάζεσαι γιὰ διαμάχη καὶ ἀναμέτρηση οἰκονομική, δικανικὴ τακτοποίηση· νὰ δοῦμε ποιὸς θὰ ἐπιβληθῆ σὲ ποιόν.
. Ἂν μποροῦμε νὰ ἀγαπᾶμε, θὰ γνωρίσωμε τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ. Χωρὶς ἀγάπη, ὑψώνοντας τὴ φωνή μας, ἀποκαλύπτομε τὸ ψέμα τῆς ζωῆς μας.
Ζ´Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/03/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ7/
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ-5 (Ἀρχιμ. Βασιλείου)
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ στὶς 2 Μάρτιος 2013
Ἀρχιμ. Βασιλείου
Καθηγουμένου Ἱ. Μονῆς Σταυρονικήτα
(νῦν Προηγουμένου Ἱ. Μ. Ἰβήρων)
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ
ἐκδ. «ΔΟΜΟΣ», Ἀθῆναι 1990
[Ε´]
Α´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ1/
Β´Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ2/
Γ´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ3/
Δ´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/02/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ4/
Τὸ ἀνανεούμενο βάσανο τοῦ πατέρα.
Συνάντηση μὲ τὸν πρεσβύτερο υἱὸ (σελ. 22-28)
. Ἀπὸ τὸν μακρινὸ ἀγρό, ὅπου ἔβοσκε χοίρους, γύρισε συντετριμμένος ὁ νεώτερος υἱὸς καὶ μπῆκε στὸν Παράδεισο. Ἀπὸ τὸν ἀγρὸ τοῦ πατέρα ἐπέστρεψε ὀργισμένος ὁ πρεσβύτερος καὶ φανέρωσε τὴν κόλαση ποὺ κουβαλοῦσε μέσα του. «Ὠργίσθη καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν», ἀφοῦ πληροφορήθηκε ἀπὸ τοὺς δούλους τί γινόταν στὸ σπίτι.
. Εἶναι ἀνανεούμενο βάσανο ἡ ζωὴ τοῦ πατέρα. Μόλις τελειώνει ἡ μία δοκιμασία, ἀρχίζει ἡ ἄλλη. Ὅταν ὁ νεώτερος ἐπιστρέφη ἀπὸ τὴν ἀσωτεία, ὁ πρεσβύτερος, ποὺ μένει στὸ σπίτι, ἀρνεῖται νὰ μπῆ μέσα.
. Κάθε μεγάλη μέρα ὁ πειρασμὸς δημιουργεῖ προβλήματα, προκαλεῖ ἀφορμὲς θλίψεως. Θέλει νὰ μολύνη τὴ χαρά, νὰ θολώση τὴν καθαρότητα τῆς γιορτῆς. Νὰ μὴν ἀφήση καρδιὰ ἀπλήγωτη. Ἀλλὰ ὁ πατέρας τῆς παραβολῆς εἶναι ὠκεανὸς ἀγάπης καὶ ἀνοχῆς: «Ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν».
. Ὁ πατέρας γνωρίζει τὴν ἀρρώστια τοῦ μεγαλύτερου παιδιοῦ του, ὅτι ζηλεύει καὶ φθονεῖ. Γι᾽ αὐτό, ἀπὸ ἀγάπη κινούμενος, μετριάζει τὶς ἐκδηλώσεις τῆς πατρικῆς του στοργῆς. Δὲν τρέχει –«δραμών»– ὅπως στὴν περίπτωση τοῦ νεωτέρου, ἀλλὰ ἐξέρχεται βαρὺς ἀπὸ τὸν πόνο. Καὶ δὲν τὸν «καταφιλεῖ» –ἂν ἔκανε κάτι τέτοιο, θὰ τὸν κατέκαιγε, θὰ τὸν τάραζε ὁλόκληρο– οὔτε κὰν τὸν φιλεῖ. Μόνο τοῦ μιλᾶ παρακλητικά. Καὶ δέχεται καρτερικὰ ὅλα τὰ κύματα τῆς ὀργῆς τοῦ πρεσβύτερου υἱοῦ.
. Σὰν νὰ εἶχε ἕτοιμη τὴν ἐπίθεση (ὅπως ὁ νεώτερος τὴν ἐξομολόγηση). Λὲς καὶ περίμενε τὴν ἀφορμὴ γιὰ νὰ ξεσπάση, νὰ βγάλη ἔξω ὅσα μαζεύονταν καὶ ἔβραζαν μέσα του ὁλόκληρη σειρὰ ἐτῶν.
. «Τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι…»
. Δὲν τὸν ὀνομάζει καμιὰ φορὰ οὔτε τὸν βλέπει ὡς πατέρα, ἀλλὰ σὰν ἀφεντικό, καὶ μάλιστα ἄδικο. Τὸν ἑαυτό του τὸν ὑποτιμᾶ, τὸν βλέπει σὰν μισθωτὸ δοῦλο.
. Μέσα σ᾽ ὅλην αὐτὴ τὴ νομικιστικὴ σχέση δικαιώνει ἐξ ὁλοκλήρου τὸν ἑαυτό του καὶ καταδικάζει ἀπόλυτα τὸν πατέρα του.
. «Οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον». Εἶμαι ἐν τάξει πάντοτε. Εἶμαι ἄμεμπτος. Ποτὲ δὲν ἔσφαλα σὲ κάτι.
. Ἐσὺ ἀντίθετα εἶσαι ὁλοκληρωτικὴ ἀποτυχία. «Οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ».
. Ἐγὼ οὐδέποτε ἔκαμα κάτι κακό. Ἐσὺ οὐδέποτε ἔκαμες κάτι καλό.
. Τὸν ἀδελφό του δὲν τὸν ὀνομάζει ἀδελφό, ἀλλὰ γιὸ τοῦ πατέρα του. Καὶ τὸ σφάλμα τοῦ νεωτέρου, ποὺ δὲν τὸ ἔχει διορθώσει, δὲν εἶναι ὅτι πρόσβαλε τὸν πατέρα του, ἀλλὰ ὅτι ξόδεψε χρήματα, κατέφαγε περιουσία. Καὶ αὐτὸς πρῶτος καὶ μόνος κατηγορεῖ τὸν ἀδελφό του ὅτι κατέφαγε τὴν περιουσία «μετὰ πορνῶν».
. Ἡ πρώτη διόρθωση τοῦ πατέρα γίνεται μὲ τὴν προσφώνηση: «Τέκνον». Ἐσὺ δὲν μὲ καλεῖς πατέρα, ἐγὼ σὲ θεωρῶ καὶ σὲ ὀνομάζω παιδί μου. Αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο. Δὲν εἶσαι δοῦλος μου, οὔτε καταδυναστευόμενός μου.
. Στὸ ἀρνητικὸ ἐπίρρημα οὐδέποτε τοῦ πρεσβυτέρου υἱοῦ ὁ πατέρας ἀντιπαραθέτει τὸ θετικὸ πάντοτε: «Σὺ πάντοτε μετ᾽ ἐμοῦ εἶ». Εἶσαι πάντοτε μαζί μου. Αὐτὸς εἶναι ὁ παράδεισος, ἡ ἐλευθερία, ὁ πλοῦτος τοῦ υἱοῦ, τὸ ὅτι μένει ἐν τῇ οἰκίᾳ» (Ἰω. η´ 35), μένει μὲ τὸν πατέρα μαζί. «Ἐγὼ ἐν τῷ Πατρὶ καὶ ὁ Πατὴρ ἐν ἐμοὶ ἐστὶ».
. Καὶ στὴν αἴτηση τοῦ ἐλαχίστου καὶ μικροῦ –ἐριφίου– ἀπαντᾶ μὲ τὸ πάντα. «Πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστι».
. Στὴν ὀργὴ καὶ στὸ μίσος ποὺ τὸν κατατρώει («ὠργίσθη καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν») ἀντιπαραθέτει τὸ «εὐφρανθῆναι καὶ χαρῆναι ἔδει», γιατί ὁ ἀδελφός σου ἀναστήθηκε καὶ σώθηκε.
Χαρακτηριστικὰ τοῦ νεωτέρου υἱοῦ
. Στὸν νεώτερο υἱὸ ἐφαρμόζεται ὁ λόγος τῆς Ἀποκαλύψεως: «Ὄφελον ψυχρὸς ἦς ἢ ζεστὸς» (Ἀποκ. γ´ 15).
. Ὅταν ἔφυγε, ἦταν ἀπόλυτος ἀντάρτης: «συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν». Ἔπεσε μὲ τὰ μοῦτρα στὴν ἁμαρτία. Τὰ ἔδωσε, τὰ ἔχασε ὅλα.
. Ὅταν ἔφτασε στὴν ἐσχάτη ἀνάγκη, «ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης». Τὸ ἐκολλήθη δείχνει τὴν ὁλόψυχή του προσπάθεια νὰ πιαστῆ ἀπὸ κάποια σανίδα σωτηρίας.
. Ὅταν ἐπέστρεφε, ἦταν τὸ ἴδιο θερμὸς καὶ ἀπόλυτος: ἦρθε νὰ ὁμολογήση ἀπερίφραστα τὴν ὁλική του ἀποτυχία καὶ ἁμαρτία.
. Τὰ χάνει ὅλα τὴν πρώτη φορά. Προσφέρει τώρα ὅλο του τὸν ἑαυτό, ἔστω χαμένο καὶ νεκρὸ –πάντως ὅλο– στὸν πατέρα του· χωρὶς κανένα ἐνδοιασμό, χωρὶς καμιὰ ἐπιφύλαξη ἢ ὄρο.
. Ἡ φιλαυτία –ἡ ἀρρωστημένη προσκόλληση στὸ ἐγώ μας– εἶναι ξένη πρὸς τὴν Ἀγάπη ποὺ μᾶς ἔπλασε, πρὸς τὴν πνοὴ ποὺ Αὐτὴ μᾶς φύσηξε στὰ σπλάγχνα. Γι᾽ αὐτὸ κάνοντας τὸ θέλημά του ἀντάρτικα ὁ νεώτερος γιός, χάνει τὸν ἄξονα τῆς ζωῆς του, ἀθετεῖ τὴ φύση του, καταστρέφει τὸν ἑαυτό του· βρίσκεται ἐκτὸς ἑαυτοῦ. Μόλις «ἔρχεται εἰς ἑαυτόν», ἐπιστρέφει στὸ σπίτι του. Βρίσκει τὸν πατέρα του, ποὺ εἶναι ἀγάπη, ποὺ δὲν κλείνεται στὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ «δι᾽ ὑπερβολὴν τῆς ἐρωτικῆς ἀγαθότητας ἔξω ἑαυτοῦ γίνεται … καὶ ἐν πᾶσι κατάγεται». Τὸν πατέρα ποὺ τρέχει ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι, γιὰ νὰ ἀγκαλιάση τὸν νεώτερό του γιὸ ποὺ ἐπιστρέφει, καὶ βγαίνει ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι του, ἀπὸ τὴν ἴδια ἀγάπη κινούμενος, γιὰ νὰ παρακαλέση τὸν πρεσβύτερο.
. Ἡ ἐκστατικὴ ἀγάπη –προσφορὰ στὸν Ἄλλον– μᾶς ὁδηγεῖ στὸν ἑαυτό μας. Βρίσκομε τὸ εἶναι μας καὶ ὅλους τοὺς ἄλλους. Ἂν αὐτὴν ἔχωμε –ὅσο μακριὰ κι ἂν βρισκώμαστε– θὰ μᾶς φέρη στὸν Παράδεισο. Ἂν δὲν τὴν ἔχωμε –καὶ στὴν πόρτα τοῦ Παραδείσου νὰ εἴμαστε– ἡ ἔλλειψη τῆς ἀγάπης, τὸ μίσος, δὲν θὰ μᾶς ἀφήση νὰ μποῦμε, ἀλλὰ θὰ μᾶς πετάξη μακριά.
Χαρακτηριστικὰ τοῦ πρεσβυτέρου υἱοῦ
. Ὁ πρεσβύτερος νοσεῖ, ἔχει μέσα του κόλαση. Μόνο βάσανο καὶ ταραχὴ τοῦ προκαλεῖ ἡ ἀγάπη τοῦ πατέρα πρὸς αὐτόν, ἡ ἀγάπη τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους. Δὲν μπορεῖ νὰ ἐφαρμοσθῆ ἐδῶ ἡ ἐντολὴ τοῦ μεγάλου Δειπνοκλήτορος: «ἀνάγκασον εἰσελθεῖν» . Μία τέτοια ἐπιμονὴ γιὰ εἴσοδο στὸν Παράδεισο σὲ ἄνθρωπο ποὺ ζηλοφθονεῖ, πολλαπλασιάζει τὸν δαιμονισμό. Τὸν βασανίζει περισσότερο. Τοῦ κάνει τὴ ζωὴ ἀβάσταχτη κόλαση.
. Αὐτὸς μὲ σίγουρους συλλογισμοὺς καὶ ἀτράνταχτα ἐπιχειρήματα ἀνατρέπει ὅλα. Τὰ ἀποδεικνύει ἀπαράδεκτα. Βρίσκει ἐνόχους καὶ καταδικαστέους ὅσους συνέπραξαν γιὰ μία τέτοια γιορτή· γιὰ ἕναν παράδεισο, ὅπου ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ ἐπιστρέψη, νὰ σωθῆ, νὰ ζήση· γιὰ ἕνα πασχάλιο δεῖπνο, ὅπου «ὁ μόσχος πολὺς» καὶ ἀκούγεται ἡ κλήση: «Πάντες ἀπολαύσατε τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως … τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος». Δὲν ἀνέχεται τέτοιες καινοτομίες. Δὲν μπορεῖ νὰ μπῆ σὲ τέτοιο κλίμα. Δὲν ὑποφέρει «συμφωνίες καὶ χορούς». Τοῦ εἶναι ξένο καὶ ἀπαράδεκτο τὸ γεγονός, ὁ Θεὸς νὰ ἀγκαλιάζη τὸν ἄσωτο ποὺ μετανοεῖ καὶ νὰ τοῦ χαρίζη «τὴν στολὴν τὴν πρώτην». Δὲν μπορεῖ νὰ ἀνεχθῆ αὐτὴ τὴν ἀδικία, αὐτὴ τὴν προσβολὴ πρὸς τὴν «ἀλήθεια», τὴ «δικαιοσύνη».
. Ὁ πατέρας μειλίχια τὸν προσκαλεῖ στὴ χαρά, στὸ εὐχαριστιακὸ τραπέζι. Καὶ εἶναι σὰν νὰ τοῦ ζητᾶ νὰ μπῆ στὴν κόλαση. Φουντώνει μέσα του τὸ μίσος· καὶ ἀκούει τὴ στοργικὴ πρόσκληση τοῦ πατέρα σὰν ὀργισμένη ἀποπομπή.
. Μήπως ὅλα αὐτὰ λένε κάτι γιὰ τὸ πῶς θὰ γίνη ἡ τελικὴ κρίση στὴ δευτέρα Παρουσία;
. Μήπως ἡ ὀργὴ («ὠργίσθη καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν») κάνει τὴ μοχθηρὴ καρδιὰ νὰ βλέπη ὀργισμένο καὶ βλοσυρὸ τὸ ἱλαρὸ πρόσωπο τοῦ ἐλεήμονος Θεοῦ; Καὶ τὸ μίσος, ποὺ δὲν ἀφήνει τὸν ἄνθρωπο ποὺ τὸ ἔχει νὰ μπῆ στὸ κοινὸ πανηγύρι τῆς χαρᾶς, παραποιεῖ γι᾽ αὐτὸν τὸν ἴδιο τὴν πρόσκληση γιὰ τὸν Παράδεισο σὲ ἀποπομπὴ πρὸς τὸ πῦρ τὸ ἐξώτερο; Μήπως τὸ μίσος εἶναι κόλαση ποὺ κατατρώει τὰ σωθικά μας; Καὶ ἡ θεία ἀγάπη παράδεισος ποὺ μᾶς ἀναζωογονεῖ; Μήπως ἡ ἴδια ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι παράδεισος γιὰ τοὺς σωσμένους, ὑγιεῖς, ποὺ ἀγαποῦν, ποὺ μετανοοῦν καὶ ἔχουν νοῦν Χριστοῦ; Καὶ ἡ ἴδια ἡ ἀγάπη εἶναι κόλαση γιὰ τοὺς ἀρρώστους, δηλαδὴ γιὰ κείνους ποῦ δὲν ἀγαποῦν, δὲν μετανοοῦν, δὲν ἔχουν νοῦν Χριστοῦ;
. Μήπως ἡ μία κλήση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος «θέλει πάντας σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν», θὰ ἀκουσθῆ ἀπὸ ὅσους δὲν ἀγαποῦν, λόγῳ τῆς διαστροφῆς καὶ τῆς ἀμετανοησίας τους: «Πορεύεσθε ἀπ᾽ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον»· καὶ ἀπ᾽ αὐτοὺς ποὺ ἀγαποῦν: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου…»;
. Μήπως ἀπὸ σήμερα δὲν κρινόμαστε; Μήπως ἀπὸ σήμερα δὲν ἑτοιμαζόμαστε γιὰ τὸ ποιά θέση θὰ πάρωμε τότε μόνοι μας; Δὲν ἑτοιμαζόμαστε γιὰ τὴν κρίση τῆς ἀγάπης; Δηλαδὴ γιὰ τὸ ἂν δεχώμαστε, ἂν ζοῦμε τὴν ἀγάπη ὡς παράδεισο ἢ ὡς κόλαση;
ϛ´ Μέρος: https://christianvivliografia.wordpress.com/2013/03/03/ἡ-παραβολὴ-τοῦ-ἀσώτου-υἱοῦ6/
ΕΜΒΑΘΥΝΣΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗΝ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ Δ´(Ἰω. Κορναράκη, καθηγ.)
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ, ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ στὶς 13 Φεβρουάριος 2012