Ἄρθρα σημειωμένα ὡς Μετάνοια
ΧΡΟΝΟΣ ΖΩΗΣ, ΧΡΟΝΟΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ (Χαρ. Μπούσιας)
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ στὶς 10 Ἰανουάριος 2023
Χρόνος ζωῆς, χρόνος μετανοίας
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
. Ὁ χρόνος τῆς παρεπίδημης στὴν γῆ ζωῆς μας εἶναι ἄπιαστος. Τρέχει γρήγορα καὶ ἐμεῖς ἀσθμαίνοντες τὸν κυνηγοῦμε, γιὰ νὰ τὸν πιάσουμε, νὰ χαροῦμε τὶς ὄμορφες, πολὺ λίγες- ἀλήθεια- στιγμές του, καὶ νὰ ξεχάσουμε μὲ τὴν παροδό του τὶς θλίψεις, τὰ βάσανα, τοὺς πόνους μας. Κάθε πρωῒ ἔρχεται τὸ ξημέρωμα ἐλπιδοφόρο καὶ χωρὶς νὰ τὸ ἀντιληφθοῦμε βραδυάζει καὶ οἱ προσδοκίες μας μένουν, δυστυχῶς, ἀνεκπλήρωτες. Προβληματιζόμαστε γιὰ τὸ πόσο γρήγορα φεύγει ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας, χωρὶς νὰ μποροῦμε νὰ τὸν συγκρατήσουμε, νὰ τὸν σταματήσουμε. Τρέχουμε πίσω του χωρὶς ἀνάπαυλα. Τρέχουμε, ἄραγε νὰ κατακτήσουμε τὶς ὀμορφιὲς τῆς ζωῆς ἢ νὰ φύγουμε γερασμένοι καὶ ἀπογοητευμένοι ἀπὸ αὐτήν; Καὶ ποιές χαρὲς τῆς ζωῆς ζητοῦμε νὰ ἀπολαύσουμε; Τὶς πρόσκαιρες, αὐτὲς ποὺ μᾶς παρασύρουν σὰν ψόφια ψάρια στὸ ρεῦμα τοῦ ποταμοῦ καὶ μᾶς ἐκβράζουν στὴν θάλασσα τῆς ἀπωλείας, ἢ τὶς οὐράνιες, τὶς αἰώνιες, αὐτὲς γιὰ τὶς ὁποῖες μᾶς ἔπλασε ὁ Δημιουργός μας; Κυλάει σὰν ποτάμι ὁρμητικὸ καὶ στὸ πέρασμά του παρασύρει τὶς χαρὲς καὶ τὶς λύπες μας. Μέχρι νὰ ξημερώσει, βλέπουμε τὸν ἥλιο νὰ μεσουρανεῖ καὶ πάλι νὰ δύει, χωρὶς νὰ μποροῦμε νὰ τὸν συγκρατήσουμε, νὰ τὸν σταματήσουμε, γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε τὶς εὐχάριστες στιγμές του, τὶς μοναδικὲς καὶ ἀνεπανάληπτες στιγμὲς τοῦ σήμερα, ποὺ ἤδη ἔγινε παρελθόν, ἔγινε χθές.
. Ὡς ἀνθρώπινο κατασκεύασμα ὁ χρόνος δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὸν ἄχρονο Θεό μας, ἀφοῦ ὅπως λέει καὶ ὁ ποιητὴς Παναγιώτης Σοῦτσος στο ποίημά του «Εἰς τὸν Θεόν»,
Τὸ φῶς ὑπάρχει σῶμά σου
ὁ ἥλιος δὲ ὄμμα σου,
ὁ κεραυνὸς φωνή σου.
Τὸ ἄπειρον διάστημα
τὸ μέγα σου ἀνάστημα,
καὶ ὁ αἰὼν στιγμή σου
ὁ αἰώνας εἶναι στιγμὴ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅμως ὁ ἄχρονος Λόγος τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου καταδέχθηκε σὲ κάποια χρονικὴ στιγμὴ νὰ γίνει ἄνθρωπος, νὰ φορέσει τὴν ἀνθρώπινη σάρκα, χωρὶς βέβαια νὰ χάσει κάτι ἀπὸ τὴν θεϊκή Του φύση, γιὰ νὰ θεώσει ὅλους ἐμᾶς, ποὺ μᾶς φθείρει ὁ πανδαμάτορας χρόνος· αὐτὸς ποὺ περνᾶ ἀπὸ πάνω μας καὶ ἀφήνει ἔντονα τὰ σημάδια τοῦ περάσματός του. Ὅλοι μας ἀποροῦμε βλέποντας τὸν χρόνο νὰ μᾶς στιγματίζει καὶ προβληματιζόμαστε γιὰ τὴν ταχύτητά του. Τὸ παρελθὸν συνεχῶς μεγαλώνει, τὸ παρὸν μένει ἄπιαστο, τὸ μέλλον γίνεται παρὸν καὶ παρελθὸν σὲ κλάσματα δευτερολέπτου. Τρέχουμε ἄραγε νὰ κατακτήσουμε τὴν ζωὴ ἢ νὰ φύγουμε ἀπὸ τὴν ζωή; Μία εἶναι ἡ ζωή· ἡ ζωὴ κοντὰ στὸν Χριστό, αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ ὄντως «Ζωή» (Ἰω. ια´ 25) καὶ ὁ σκοπὸς τῆς πρόσκαιρης ζωῆς μας εἶναι ἡ θέωση, δηλαδή, ἡ αἰώνια ζωὴ κοντά Του, ἐὰν τοῦ ὁμοιάσουμε στὴν ἀγάπη, καὶ ὁ ἀγώνας μας στὴν γῆ ἔχει ὄνομα: «Ὅλα γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ». Καὶ ἄν τὸ χρόνο τῆς πρόσκαιρης ζωῆς μας τὸν ἐκμεταλλευθοῦμε γιὰ ἀπόκτηση τῆς κατὰ Θεὸν ἀρετῆς καὶ σοφίας, μὲ ἀγάπη, εἰρήνη καὶ μετάνοια, τότε ἡ χαρά μας θὰ εἶναι ἀνυπέρβλητη, γιατὶ θὰ ἔχουμε ἐπιτύχει τὸ ἐφετό, τὴν ἕνωσή μας μὲ τὸν ἄχρονο Θεάνθρωπο Ἰησοῦ. Ὅμως, τὸ κύλισμα τοῦ χρόνου προκαλεῖ θλίψη βαθύτατη. Θλίψη γιὰ δύο λόγους: Πρῶτα γιατὶ δὲν ἐκμεταλλευόμαστε σωστὰ τὸ χρόνο ποὺ μᾶς ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ ζήσουμε καὶ δεύτερο γιατὶ οἱ καλὲς στιγμές του δὲν ἐπαναλαμβάνονται. Ἕνα μᾶς μένει νὰ πράξουμε. Νὰ ἐκμεταλλευτοῦμε τὸν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς μας ἐπαναλαμβάνοντες τὸ αἴτημα: ” Τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καὶ μετανοίᾳ ἐκτελέσαι παρὰ τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα”.
. Μὲ αὐτὴ τὴν αἴτηση πρῶτα ἀπ’ ὅλα ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μᾶς ἐξασφαλίσει τὴν εἰρήνη, ἰδίως τὴν ἐσωτερική, ἀπαλλαγμένη ἀπὸ τὰ χαμαίζηλα πάθη καὶ τὶς καθημερινὲς ἁμαρτίες. Μὴν λησμονοῦμε ὅτι ἡ εἰρήνη εἶναι καρπὸς τοῦ Παναγίου Πνεύματος, εἶναι πολύτιμο δῶρο τοῦ Θεοῦ στὸν ἀγωνιζόμενο καὶ ἀπὸ παντοῦ πολεμούμενο ἄνθρωπο. Μᾶς τὸ τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν ἐπιστολή του πρὸς τοὺς Γαλάτες: «Ὁ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πραότης, ἐγκράτεια» (Γαλατ. ε´ 22). Ἡ μετάνοια ἐξ ἄλλου ἀποτελεῖ τὸ μόνο μέσο γιὰ τὴν προσέγγιση τοῦ Θεοῦ, γιὰ μιὰ δημιουργικὴ πορεία πρὸς τὸ μέλλον μὲ σαφῆ ἀξιοποίηση τῶν ἀρνητικῶν ἐμπειριῶν τοῦ παρελθόντος.
. Ἂς μὴν λησμονοῦμε, ὅτι ἡ ἀξιοποίηση τοῦ χρόνου παραμονῆς μας ἐπάνω στὴν γῆ εἶναι ἡ ἀφετηρία τοῦ τελικοῦ στόχου τῆς ζωῆς μας, ποὺ εἶναι τὰ χριστιανικὰ τέλη καὶ ἡ καλὴ ἀπολογία ἐνώπιον τοῦ δικαιοκρίτου Κυρίου. Ὁ χρόνος μας αὐτὸς εἶναι περιορισμένος καὶ τελειώνει σύντομα. Ἀποτελεῖ, λοιπόν, θανάσιμο ἁμάρτημα ἡ μὴ σωστὴ ἀξιοποίησή του· ἁμάρτημα, ποὺ ὄχι μόνο δεικνύει ἀχαριστία μπροστὰ στὸ μεγάλο αὐτὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν καθένα μας, ἀλλὰ καὶ πονηρία καὶ ὀκνηρία μαζί. Ἄν δὲν τὸν ἀξιοποιοῦμε σωστά, γιὰ νὰ παρουσιάσουμε θετικὸ πνευματικὸ ἔργο, ἁμαρτάνουμε, ἰδίως ὅταν τὸν σπαταλοῦμε ράθυμα, σὲ φληναφήματα, μωρολογίες, ἀργολογίες, κακοήθεις διασκεδάσεις, ποὺ φουντώνουν τὴν σάρκα καὶ ἀτονοῦν τὸ πνεῦμα, τρυφηλὴ ζωή, παχυλὰ γεύματα, ἀποχαυνωτικὸ ὕπνο, ἄσεμνα ἀναγνώσματα, πονηρὰ θεάματα καὶ πολλὲς ἄλλες χρονοβόρες καί, φυσικά, ψυχοκτόνες ἀναλώσεις.
. Πρέπει νὰ συνειδητοποιήσουμε, ὅτι ἔχουμε χρέος μας νὰ ἐξαγοράζουμε τὸν καιρὸ σύμφωνα μὲ τὴν προτροπὴ πάλι τοῦ ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν: “Βλέπετε πῶς ἀκριβῶς περιπατεῖτε, μὴ ὡς ἄσοφοι, ἀλλ’ ὡς σοφοί, ἐξαγοραζόμενοι τὸν καιρόν, ὅτι αἱ ἡμέραι πονηραί εἰσιν” (Ἐφεσ. ε´ 15 ). Νὰ ἀξιοποιοῦμε τὸν χρόνο μας μὲ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, μὲ δικαιοσύνη, μὲ σωφροσύνη, μὲ ἀδιάλειπτη προσευχὴ πρὸς τὸν ἄχρονο Δημιουργὸ καὶ Κυρίαρχο τῶν καρδιῶν μας καὶ μὲ μετάνοια. Ὁ χρόνος μετανοίας εἶναι δῶρο Θεοῦ πρὸς ἐμᾶς, τὰ ἄσωτα παιδιά Του, γιὰ νὰ τὸν πλησιάσουμε καὶ νὰ σωθοῦμε ἐπιτυγχάνοντας τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς μας, τὴν κληρονομία τῶν οὐρανῶν. Δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦμε, ὅτι τὸ τέλος ἐγγύς, καὶ οὐδεὶς αὐτὸ τὸ γνωρίζει. Μᾶς τὸ λέει καθαρὰ καὶ ὁ Προφήτης Ἀβδιού: «Ἐγγὺς ἡ ἡμέρα Κυρίου». Ἔρχεται ὅπως ὁ κλέπτης τὴν νύχτα καὶ κλέβει τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. «Ἡ ἡμέρα Κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτὶ οὕτως ἔρχεται» μᾶς προειδοποιεῖ ὁ οὐρανοβάμων Ἀπόστολος στοὺς Θεσσαλονικεῖς (Κεφ. ε´ 1-8). Ἀφοῦ, λοιπόν, τὸ γνωρίζουμε, ὅτι πλησιάζει τὸ τέλος μας,γιατί νὰ μὴν ζοῦμε ὡς υἱοὶ τοῦ φωτὸς καὶ υἱοὶ ἡμέρας καὶ νὰ πολιτευόμαστε ὡς υἱοὶ τῆς νύχτας καὶ τοῦ σκότους; Ἄς τὸν ἀκούσουμε τὶ μᾶς παρωτρύνει νὰ πράττουμε: «Μὴ καθεύδομεν ὡς οἱ λοιποί, ἀλλὰ γρηγορῶμεν καὶ νήφωμεν· οἱ γὰρ καθεύδοντες νυκτὸς καθεύδουσι καὶ μεθυσκόμενοι νυκτὸς μεθύουσιν. Ἡμεῖς δὲ ἡμέρας ὄντες νήφωμεν, ἐνδυσάμενοι θώρακα πίστεως καὶ ἀγάπης καὶ περικεφαλαίαν ἐλπίδα σωτηρίας».
. Τὸ τρίπτυχον τοῦ χρόνου μας ἄς εἶναι πάντοτε ἔμβλημά μας στὴν ἐπίγεια πορεία μας: «Πάντοτε, χαίρετε, ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν παντὶ εὐχαριστεῖτε» (Α΄ Θεσ. ε΄ 16-18). Δηλαδή, πάντοτε νὰ παρουσιαζόμαστε χαρούμενοι μὲ ἐσωτερικὴ χαρά, ἀνείπωτη ἀπὸ τὴν ζωντανὴ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στὴν ζωή μας. Συνεχῶς νὰ προσευχόμαστε, γιὰ νὰ μᾶς ἐπισκιάζει ἡ χάρη τοῦ Κυρίου μας καὶ νὰ καθοδηγεῖ τὰ βήματά μας πρὸς ἔργα σωτηριώδη, καὶ γιὰ κάθε δωρεὰ τοῦ δωρεοδότη Χριστοῦ μας, ποὺ μᾶς ξημερώνει ζωντανούς, μᾶς δίνει τὸν ἄρτο τὸν ἐπιούσιο, μᾶς χαρίζει ὑγεία καὶ δύναμη καὶ μᾶς ἐπιτρέπει νὰ ἀπολαμβάνουμε τὰ ἀγαθὰ τῆς δημιουργίας Του, νὰ τὸν εὐχαριστοῦμε ἀκατάπαυστα.
. Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ τονίσουμε καὶ τὴν ἄλλη προτροπὴ τοῦ θεηγόρου Παύλου: «Ὁ ἥλιος μὴ ἐπιδυέτω ἐπὶ τῷ παροργισμῷ ὑμῶν». (Ἐφεσ. δ´ 26). Δηλαδὴ νὰ μὴ νυχτώνει καὶ μᾶς βρίσκει ἡ ἑσπέρα μαλωμένους μὲ κάποιους ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους μας. Δὲν πρέπει νὰ βαστᾶμε τὴν ὀργὴ καὶ τὸν θυμό μας γιὰ χρόνο πολύ. Ἡ ἁγία Συγκλητικὴ μᾶς διδάσκει γι’ αὐτό: «Τί μισεῖς τὸν λυπήσαντά σε ἄνθρωπον; Οὐκ αὐτός ἐστιν ὁ ἀδικήσας, ἀλλ’ ὁ διάβολος. Μίσησον τὴν νόσον, καὶ μὴ τὸν νοσοῦντα». Δηλαδή, Νὰ μὴ μισοῦμε τοὺς συνανθρώπους μας, ὅσο καὶ ἄν μᾶς ἀδικοῦν, γιατὶ πίσω ἀπὸ αὐτοὺς κρύβεται ὁ μισόκαλος διάβολος. Νὰ μισοῦμε τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ νὰ ἀγαποῦμε τοὺς ἁμαρτωλούς.
. Ὀφείλουμε νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι θὰ πρέπει νὰ ἐργαζόμαστε στὴν ζωὴ αὐτή, ὅπως λένε οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, σὰν νὰ μὴν πεθάνουμε ποτέ, ἀλλὰ καὶ νὰ προετοιμαζόμαστε γιὰ τὸ θάνατο σὰν νὰ πεθάνουμε αὐτὴ τὴν στιγμή. Ἔτσι, θὰ εὐαρεστήσουμε τὸν ἄχρονο Θεό μας καὶ θὰ κληρονομήσουμε τὴν οὐράνια Βασιλεία, «τὴν ἡτοιμασμένην ἀπὸ καταβολῆς κόσμου» (Ματθ. κε´ 34).
. Ὁ Ὅσιος Γέροντας Ἰωάννης ὁ Δομβοΐτης, ὁ φιλόσοφος καὶ θεολόγος τῆς οἰκονομίας τοῦ χρόνου τῆς ζωῆς ἐφάρμοζε τὴν σιωπὴ καὶ λόγος ἀργὸς καὶ σαπρὸς δὲν ἔβγαινε ἀπὸ τὰ χείλη του, γιὰ νὰ εἶναι σύμφωνος μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο: «Λόγος σαπρὸς ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν μὴ ἐκπορευέσθω» (Ἐφεσ. δ´ 29). Αὐτὸ δίδασκε ὄχι μόνο μὲ λόγια, ἀλλὰ πρακτικά, χωρὶς νὰ ἀφήνει οὔτε δευτερόλεπτο τῆς ζωῆς νὰ κυλᾶ χωρὶς νὰ βρίσκεται μέσα στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, χωρὶς νὰ ὠφελεῖ ἢ νὰ ὠφελεῖται ἀπὸ τὶς συναναστροφές του ἢ ἀπὸ τὴν ἄσκηση τῆς σιωπῆς, ἡ ὁποία τὸν διατηροῦσε σὲ διαρκῆ ἑνότητα μὲ τὸν πανοκτίρμονα καὶ ψυχοσώστη Κύριό μας. Σύνθημά του ἦταν τὸ γνωστό μας «Ὠφελοῦ ἢ ὠφέλει, ἢ φεῦγε» καὶ τὴν βεβαιότητα, ὅτι μιὰ φορὰ μονάχα ζοῦμε καὶ ὅτι τὰ ἔργα μας γράφονται στὶς δέλτους τοῦ οὐρανοῦ περιγράφει πολὺ παραστατικὰ ὁ Ὅσιος Γέρων Ἰωάννης ὁ Δομβοΐτης στὸ ποίημά του «Ἅπαξ μόνον» ὡς ἑξῆς:
Θὰ διέλθω ἅπαξ μόνον
φεῦ! τοῦ βίου τὴν ὁδὸν
κ’ ἂς προσέχω πάντα χρόνον
πᾶν μου βῆμα τῶν ποδῶν.
Κι’ ἀπὸ τὴν ζωὴν τὴν ἄλλην
εἰς τὴν γῆν δὲν θἄλθω πάλιν.
. Ἀδελφοί μου, δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦμε ὅτι κάθε στιγμὴ τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας εἶναι ἀνεπανάληπτη καὶ ὀφείλουμε νὰ ἐξαγοράζουμε τὸν καιρὸ μὲ τὴν προσευχή. Πολλὲς φορές, ὅμως, ἐνῶ προσευχόμεθα δὲν λαμβάνουμε, δὲν βρίσκουμε ἀνταπόκριση. Τὸ ταμεῖο τῆς χάριτος δὲν μποροῦμε νὰ τὸ ἐκβιάσουμε. Ὁ Κύριος ἔχει στὰ χέρια Του τὸ κλειδὶ καὶ θὰ ἀνοίξει νὰ μᾶς δώσει, ὅταν πρέπει. Ἡ θεία χάρις εἶναι ἕνας πολὺ διακριτικὸς ἐπισκέπτης καὶ τὸ παραμικρὸ νὰ συμβεῖ συστέλλει τὶς ἀκτῖνες της. Αὐτὴ μᾶς σηκώνει ψηλά, μᾶς θεώνει. Μόνοι μποροῦμε νὰ σηκωθοῦμε ψηλά; Ὄχι! Πρέπει κάποιος ἄλλος ὑψηλότερος ἀπὸ ἐμᾶς νὰ μᾶς σηκώσει. Αὐτὴ εἶναι ἡ θεία χάρις. Ἐὰν ποτὲ μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεὸς νὰ μποῦμε στὸν Παράδεισο, θὰ ἀπορήσουμε γιὰ τρία πράγματα:
1. Δὲν θὰ δοῦμε μέσα αὐτοὺς ποὺ περιμέναμε νὰ δοῦμε.
2. Θὰ δοῦμε αὐτοὺς ποὺ δὲν περιμέναμε νὰ δοῦμε, καί
3. Θὰ ἀπορήσουμε πῶς μπήκαμε καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι μέσα.
. Ὀφείλουμε, λοιπόν, νὰ συστήνουμε σὲ ὅλους νὰ μὴν χάνουν τὸν καιρό τους. Κάθε στιγμὴ τοῦ χρόνου πρέπει νὰ μᾶς εὑρίσκει εἴτε στὴν προσευχή, εἴτε στὴν κατὰ Θεὸ ἐργασία, σὲ διαρκῆ ἐπιδίωξη τοῦ ἁγιασμοῦ μας.
. Ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας τρέχει. Ὅλα παρέρχονται καὶ σβήνουν. Ἕνας μόνο μένει στοὺς αἰῶνες. Ὁ Χριστός μας καὶ μαζί του «ὁ ποιῶν τὸ θέλημα Αὐτοῦ» (Α´ Ἰωάν. β´ 17). Ὁ χρόνος κυλάει, ἀλλὰ ἀφήνει πίσω τὰ σημάδια του. Ὁ χρόνος καὶ μᾶς μεγαλώνει καὶ μᾶς μικραίνει. Ὅσο αὐξάνονται τὰ χρόνια τῆς γήϊνης ζωῆς μας τόσο φθίνει ὁ χρόνος ποὺ μᾶς χωρίζει ἀπὸ τὴν αἰωνιότητα. Ὁ χρόνος καὶ μᾶς φθείρει καὶ μᾶς ἀνακαινίζει. Φθορὰ εἶναι τὸ γῆρας, οἱ ἀσθένειες, οἱ πόνοι. Ἀνακαίνιση ἡ μετάνοια, ἡ πνευματικὴ ὡριμότητα, γιὰ τὴν ὁποία ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Εἰ καὶ ὁ ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπος διαφθείρεται, ὁ ἔσωθεν ἀνακαινοῦται ἡμέρᾳ τῇ ἡμέρᾳ» (Β´ Κορ. δ´ 16). Γι’ αὐτὸ ἐπιγραμματικὰ ἂς τονίσουμε ὅτι τὸ χθές, ὅσο ἐπαχθὲς κι ἂν εἶναι, ὁ Χριστὸς τὸ ἀλλάζει. Τὸ σήμερα, ὅσο ἀγχῶδες καὶ ἂν εἶναι καὶ δύσκολο καὶ ἔμπονο ὁ Χριστὸς τὸ μεταποιεῖ σὲ ἀγώνα ὡραῖο, σὲ ζυγὸ χρηστὸ καὶ ἐλαφρύ. Τὸ αὔριο, ὅσο θολὸ κι ἂν εἶναι τὸ μετατρέπει Αὐτὸς σὲ ἐλπιδοφόρο. Ἂς εἴμαστε λοιπόν, ἀδελφοί μου, πάντοτε κοντὰ στὸ Χριστό μας, τὴν ὄντως ἀγάπη, καὶ ἐκμεταλλευόμενοι τὸ χρόνο τῆς ζωῆς μας νὰ μὴ λησμονοῦμε τὰ λόγια τοῦ Γέροντός μας, τοῦ πατρὸς Γαβριήλ, ὅτι πρέπει τὴ ζωή μας νὰ τὴν θεμελιώνουμε στὸ τρίπτυχο ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία καὶ ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ Ζῶσα πίστη, βεβαία ἐλπίδα καὶ ἐνεργὸ ἀγάπη.
. Ὁ ὑπόλοιπος χρόνος τῆς ζωῆς μας εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ μας, γιὰ νὰ μετανοιώσουμε. Αὐτὸς μᾶς δίνει εὐκαιρίες ἀξιοποιήσεώς του. Ἡ κάθε εὐκαιρία, ὅμως, εἶναι γυμνή, καὶ ἂν μᾶς προσπεράσει δὲν μποροῦμε νὰ τὴν ἁρπάξουμε ἀπὸ τὰ ροῦχα της. Τρέχει πάνω στοὺς ἀδυσώπητους τροχοὺς τοῦ χρόνου, αὐτοῦ ποὺ δὲν γυρίζει πίσω. Πρὶν μᾶς προσπεράσει, ὅμως, μποροῦμε νὰ τὴν πιάσουμε ἀπὸ τὰ μαλλιά. Γιὰ νὰ τὴν πιάσουμε, ὅμως, χρειάζεται ἐπαγρύπνηση, ἐγρήγορση, ἀγωνιστικὸ φρόνημα. Καὶ ἡ εὐκαιρία δὲν εἶναι νὰ ἀπολαύσουμε ἐδῶ τὰ πάντα, ἀλλὰ νὰ ἑτοιμαζόμαστε νὰ ἀπολαύσουμε τὰ ἀγαθὰ τοῦ οὐρανοῦ «ἃ ἡτοίμασε Κύριος τοῖς ἀγαπῶσιν Αὐτόν» (Α´ Κορ. β´ 9). Αὐτός, ἄλλωστε, εἶναι καὶ ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας. Δὲν εἶναι εὐκαιρία ἡ καλοπέραση, οἱ ἀνέσεις, ἡ ἐπιδίωξη τοῦ πλούτου, οἱ ἡδονές, τὸ καλὸ ντύσιμο. Εὐκαιρία εἶναι ἡ ἐπιδίωξη τῆς ἀρετῆς, τῆς δικαιοσύνης, τῆς εἰρηνεύσεως τοῦ κόσμου, τῆς ἔμπρακτης ἐφαρμογῆς τοῦ, Κύριε, «ἐλθέτω ἡ Βασιλεία Σου, γενηθήτω τὸ θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς» (Ματθ. ϛ´ 10).
. Στῶμεν, λοιπόν, καλῶς, καὶ ἂς μὴν ἀφήνουμε νὰ μᾶς προσπερνάει ὁ χρόνος, οἱ εὐκαιρίες τῆς σωτηρίας μας, λέγοντας «οὔπω καιρός», γιὰ νὰ μὴν μετανοιώσουμε καὶ ποῦμε «οὐκέτι καιρός», ἢ «μακάρι νὰ γυρνοῦσε ὁ χρόνος πίσω». Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορ. ϛ´ 2).
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
ΑΠΟ ΤΟ “ΚΑΤ᾽ ΕΙΚΟΝΑ” ΣΤΟ “ΚΑΘ᾽ ΟΜΟΙΩΣΙΝ”
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ στὶς 23 Φεβρουάριος 2021
Μετάνοια: πορεία ἀπό τό κατ’ εἰκόνα στό καθ’ ὁμοίωση
Ἀρχιμ. Ἀθανασίου Ἀναστασίου
Προηγουμένου Ἱ.Μ. Μεγάλου Μετεώρου
. Ἀναφερθήκαμε στό προηγούμενο κείμενό μας στήν ἐπιτακτική ἀνάγκη τῆς βαθειᾶς, ὑπαρξιακῶς βιουμένης μετανοίας σέ αὐτή τήν τόσο κρίσιμη περίοδο πού διανύουμε. Μετάνοια εἶναι τό «κλειδί», τό «φάρμακο» ἐκεῖνο διά τοῦ ὁποίου ἐπέρχεται ἡ ἐξυγίανση, ἡ κάθαρση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά πάθη καί ἡ ἐπαναφορά τοῦ νοῦ του πρός τόν Θεό. Μετα-νοῶ, σημαίνει, ἀναστροφή τοῦ νοῦ μας ἀπό τήν ἀποστασία πρός τήν πηγή τῆς ζωῆς, τόν Θεό. Σημαίνει τήνπορεία τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό κατ’ εἰκόνα στό καθ’ ὁμοίωση. Στό σημεῖο αὐτό -καί πρίν προχωρήσουμε στήν ἀνάπτυξη τῆς ἔννοιας τῆς μετανοίας- εἶναι, θεωροῦμε, ἀπαραίτητο νά ἀναφερθοῦμε καί νά περιγράψουμε συνοπτικά τό πῶς δημιούργησε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, μέ ποιά χαρακτηριστικά καί μέ ποιό σκοπό. Ποιά εἶναι τά ἰδιαίτερα χαρίσματα πού τοῦ προσέδωσε; Τί εἶναι ἡ ψυχή, τί εἶναι ὁ νοῦς, τί εἶναι ἡ λογική, τί εἶναι τό αὐτεξούσιο, πῶς ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τήν κτιστή δημιουργία καί πῶς γνωρίζει τόν Θεό.Ὅπως πολύ εὔστοχα παρατηρεῖ ὁ μακαριστός Γέροντας Γεώργιος Καψάνης, «ἐδόθησαν ἀπὸ τὸν Θεὸ τὰ χαρίσματα τοῦ “κατ᾿ εἰκόνα” στὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ φθάσει πολὺ ὑψηλά, νὰ πετύχει μὲ αὐτὰ τὴν ὁμοίωσή του μὲ τὸ Θεὸ καὶ Πλάστη του, νὰ ἔχει μία ὄχι ἐξωτερική, ἠθικὴ σχέση μαζί Του,ἀλλὰ μία προσωπικὴ ἕνωση μὲ τὸν Δημιουργό του»
. Εἶναι ἴσως πολὺ τολμηρὸ -συνεχίζει ὁ φωτισμένος Γέροντας- ἀκόμη καὶ νὰ λέμε καὶ νὰ σκεπτόμαστε, ὅτι σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι νὰ γίνουμε θεοὶ κατὰ Χάριν. Ὅμως ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δὲν μᾶς τὸ ἀπέκρυψαν. Ὑπάρχει δυστυχῶς ἄγνοια στοὺς ἀνθρώπους ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ σὲ πολλοὺς μέσα στὴν Ἐκκλησία. Διότι νομίζουν ὅτι σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι, στὴν καλύτερη περίπτωση, ἁπλῶς ἡ ἠθικὴ βελτίωσή μας, τὸ νὰ γίνουμε καλύτεροι ἄνθρωποι. Ἐνῶ ἀπό τὸ Εὐαγγέλιο,ἀπὸ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες, μᾶς παραδίδεται ὅτι σκοπὸς τῆς ζωῆς μας δὲν εἶναι αὐτό. Τὸ νὰ γίνει δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος μόνο καλύτερος ἀπ᾿ ὅ,τι εἶναι, ἠθικώτερος, δικαιότερος,ἐγκρατέστερος, προσεκτικότερος. Ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ γίνουν, ἀλλὰ δὲν εἶναι ὁ μεγάλος σκοπός, ὁ τελικὸς σκοπός, γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ Πλάστης καὶ Δημιουργός μας ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο. Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ σκοπός; Ἡ θέωσις.Τὸ νὰ ἑνωθεῖ ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν Θεό, ὄχι μὲ ἕνα ἐξωτερικὸ ἢ συναισθηματικὸτρόπο, ἀλλὰ ὀντολογικά, πραγματικά» [1]
. Εἶναι εὐτύχημα καί εὐλογία ἐξαίρετη τοῦ Θεοῦ ὅτι στά χρόνια μας ἔχουμε πλειάδα θεωμένων ὁσίων (ὅσιοι Πορφύριος, Παΐσιος, Δανιήλ,Ἐφραίμ, Ἱερώνυμος οἱ ἁγιορεῖτες, Ἰάκωβος ὁ ἐν Εὐβοίᾳ, Ἰωσήφ καί Σωφρόνιος οἱ ἡσυχαστές, Καλλίνικος Ἐπίσκοπος Ἐδέσσης, Ἀμφιλόχιος ὁ ἐν Πάτμῳ κ.ἄ.)Τό Βιβλίο τῆς Γενέσεως, στό πρῶτο κεφάλαιο, μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε τόν ἄνθρωπο «κατ’ εἰκόνα» καί «καθ’ ὁμοίωσιν» δική Του, δίδοντάς του ἰδιαίτερα χαρίσματα καί ἱκανότητες καί καθιστώντας τον κορωνίδα καί βασιλέα τῆς κτίσεως. «Καί εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ’ὁμοίωσιν… καί ἐποίησεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον, κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καί θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς…». [2]
. «Καί ἔπλασεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον, χοῦν ἀπό τῆς γῆς. Καί ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς, καί ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν». [3]
. Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς δημιουργίας του ἀπό τόν Θεό, ὁ ἄνθρωπος λαμβάνει τά βασικά του γνωρίσματα, λαμβάνει τήν ἰδιαίτερη ταυτότητά του, πού εἶναι τό «κατ’ εἰκόνα», καθώς καί τόν τελικό προορισμό του, πού εἶναι τό «καθ’ ὁμοίωσιν», ἡ θέωσή του, δηλαδή. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ἀναλύοντας αὐτά τά κύρια γνωρίσματατοῦ ἀνθρώπου ἀναφέρουν ὅτι «τὸ μὲν γὰρ “κατ᾿ εἰκόνα” τὸ νοερὸν δηλοῖ καὶ αὐτεξούσιον». [4]
. Τό νοερόν τῆς ψυχῆς περιλαμβάνει δύο δυνάμεις τῆς ψυχῆς, τόν νοῦ καί τήν λογική. Ὁ νοῦς εἶναι ἡ θεωρητική ἐνέργεια τῆς ψυχῆς. Μέ τόν νοῦ ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τόν Θεό, ἀποκτᾶ τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ. Ὁ λόγος (ἡλογική) εἶναι ἡ πρακτική ἐνέργεια τῆς ψυχῆς. Μέ τήν λογική ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τήν φύση καί τήν κτιστή δημιουργία.
. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ Καθηγητής κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης «ὁ νοῦς καί ἡ λογική, ἐπειδή συνδέονται πολύ στενά μέ τήν ἐλευθερία (αὐτεξούσιο) τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ δίνουν τήν δυνατότητα νά τρέπεται μέ τήν θέλησή του τόσο στό καλό ὅσο καί στό κακό. Μόνον, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν γνώμη τουἀπαλλαγμένη ἀπό κάθε εἴδους ἀνάγκη, παρατηρεῖ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, μπορεῖ νά διατηρεῖται στήν κατά φύση ζωή καί νά προσεγγίζει τόν Θεό ἤ νά ἐκτρέπεται ἀπό τήν κοινωνία μαζί Του καί νά κατευθύνεται πρός τόν θάνατο.
. Δημιουργώντας ὁ Θεός ἐλεύθερο (αὐτεξούσιο) τόν ἄνθρωπο στέρησετήν δυνατότητα καί στόν διάβολο νά ἀσκεῖ βία πάνω στόν ἄνθρωπο. Ἔτσι μόνο μέ τήν πειθώ ἤ τόν δόλο [ὄχι ἀναγκαστικά] μπορεῖ ὁ πονηρός διάβολος νά ἐπηρεάσει τήν θέληση τοῦ ἀνθρώπου καί νά τόν κάνει κοινωνότῆς ἀποστασίας του» [5].
. Θά πρέπει στό σημεῖο αὐτό νά σημειώσουμε ὅτι τό κατ’ εἰκόνα Θεοῦ σημαίνει κατ’ εἰκόνα τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου καί μάλιστα τοῦ σαρκωμένουΛόγου τοῦ Θεοῦ. Στήν πραγματικότητα, δηλαδή, ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος κατ’ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ὁ Ἰησοῦς Χριστός «ἐστιν εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου» [6], ὅπως μᾶς βεβαιώνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος.
. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας δίνουν ἰδιαίτερη ἔμφαση στό γεγονός ὅτι τό περιεχόμενο καί ἡ ὁδός τῆς θεώσεως εἶναι ἡ ἕνωση μέ τόν Χριστό, ἐπειδήἀκριβῶς ἡ ἕνωση μέ τό Ἀρχέτυπο εἶναι ἐκείνη πού ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωποστήν ὁλοκλήρωσή του. Τό Ἀρχέτυπο, λοιπόν, τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ Χριστόςκαί κατά συνέπεια ὁ προορισμός του εἶναι νά ὑψωθεῖ ὡς τό Ἀρχέτυπο, νάμιμηθεῖ, δηλαδή, τίς ἀρετές καί τήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ· νά φθάσει,δηλαδή, ὁ ἄνθρωπος, μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, στήνχριστοποίησή του. Χριστοποίηση εἶναι ἡ χαρισματική μεταβολή(ἐμπλουτισμός) τοῦ κατ’εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου στό καθ’ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ,δηλαδή τοῦ Χριστοῦ, πού σημαίνει πρακτικά μετοχή στήν ἁγιο-τριαδικήζωή.
. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀναφερόμενος στό «καθ’ ὁμοίωση»ἀναφέρει ὅτι αὐτό λέγεται «γιά τόν λόγο τῆς ἀρετῆς [πού ἔχει τήν δυνατότητα νά ἀποκτήσει] καί γι’ αὐτές τίς θεομίμητες καί θεώνυμες, [πού ἔχουν τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ] πράξεις. Δηλαδή σχετικά μέ τήν φιλάνθρωπη διάθεση πρός τούς συνανθρώπους του· καί μέ τό ὅτι οἰκτείρει καί ἐλεεῖ καί ἀγαπᾶ τούς συνδούλους [του] καί [τούς] δείχνει κάθε εὐσπλαγχνία καί συμπάθεια» [7].
. Τό «κατ’ εἰκόνα», μᾶς λέει καί πάλι ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, «τό ἔχει κάθε ἄνθρωπος, διότι τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀμετάκλητα. Τό δέ“καθ’ ὁμοίωσιν” [τό ἔχουν] σπάνιοι καί μόνον οἱ ἐνάρετοι καί ἅγιοι[ἄνθρωποι], οἱ ὁποῖοι μιμοῦνται, κατά τό δυνατόν στούς ἀνθρώπους, τήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ» [8]. Αὐτή θά πρέπει νά εἶναι ἡ πνευματική πορεία τοῦ κάθε ἀνθρώπου, νά μιμηθεῖ τήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ καί νά φθάσει στό«καθ’ ὁμοίωση», ἐνεργοποιώντας τά χαρίσματα τοῦ «κατ’ εἰκόνα»
. Ὁ φορέας τοῦ κατ’ εἰκόνα στόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ ψυχή. Ἡ ψυχή εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ καί ὡς δημιούργημα εἶναι κτιστή. Εἶναι «οὐσία γεννητὴ», ὅπως μᾶς λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης [9]. Ἡ ψυχή, λοιπόν, εἶναι κτιστή, δημιουργημένη καί ὄχι ἄκτιστη, ἀφοῦ Ἄκτιστος εἶναι μόνον ὁ Θεός,ὁ Ὁποῖος εἶναι ἄναρχος, ἀΐδιος, ἀπερινόητος, ἀπερίγραπτος, ἀνεξιχνίαστος,ἀθέατος, ἀνείδεος, ἄρρητος, ἀπρόσιτος, ἀνόμοιος, ἀφιλοσόφητος,ἀνέκφραστος, ἀχώρητος, καί πάντων ἐπέκεινα.
. Κάθε κτιστό, κάθε δημιούργημα ἔχει ἀρχή καί τέλος. Εἰδικά, ὅμως, ἡψυχή, ἐνῶ ἔχει ἀρχή καί θά ἔπρεπε, ὡς κτίσμα, νά ἔχει καί τέλος, κατά θείαβούληση, ὄχι ἐκ τῆς φύσεώς της, ἀλλά ἐπειδή ἔτσι θέλησε ὁ Θεός, δέν ἔχει τέλος, εἶναι ἀθάνατη. Εἶναι, δηλαδή, ἡ ψυχή κτιστή κατά τήν φύση, ἀλλάἀθάνατη κατά χάριν.
. Ἡ ψυχή εἶναι ἐθελότρεπτη, αὐτεξούσια, ἔχει, δηλαδή, ἐλεύθερηβούληση, ἐλεύθερη προαίρεση καί ἐλεύθερη ἐπιλογή. Τό αὐτεξούσιο εἶναι ἡδυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου νά ἐξουσιάζει τόν ἑαυτό του, νά ἐπιλέγει ἐλεύθερα καί ἀβίαστα τόν τρόπο τῆς ζωῆς του καί τῆς δραστηριότητάς του. Τόσο πολύ, μάλιστα, σέβεται ὁ Θεός τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, πού, ὅπωςμᾶς ἀναφέρει τό πατερικό λόγιο, «ὁ ἄνευ σοῦ πλάσας σε (Θεός) οὐ δύναται ἄνευ σοῦ σῶσαί σε»· δηλαδή ὁ Θεός, πού χωρίς τήν δική σου συμμετοχή σέ ἔπλασε, δέν μπορεῖ, χωρίς τήν δική σου συμμετοχή, νά σέ σώσει. Τὸ αὐτεξούσιο εἶναι πραγματικά μοναδική καί μεγαλειώδης δωρεά τοῦ Θεοῦπρός τόν ἄνθρωπο, ἀφοῦ τοῦ παρέχει τήν δυνατότητα καί τό δικαίωμαἀκόμη καί νά Τόν ἀρνεῖται. Γι’ αὐτό καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας χαρακτηρίζουν τό αὐτεξούσιο καί ὡς ἰσόθεο, φυσικά κατά χάριν. «Ἰσόθεον γὰρ ἔστι τὸ αὐτεξούσιον» [10], μᾶς λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης.
. Ἡ ψυχή δημιουργεῖται ταυτόχρονα μέ τό ἀνθρώπινο σῶμα, οὔτε πρίν οὔτε μετά τήν δημιουργία τοῦ σώματος. Δημιουργεῖται, ὅπως μᾶς διδάσκουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, «ἐξ ἄκρας συλλήψεως» [11]· μέ τήν σύλληψη,δηλαδή, τοῦ ἀνθρωπίνου ἐμβρύου ἔχουμε ταυτόχρονα, θείᾳ βουλήσει, καί τήν δημιουργία τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία φανερώνεται καί ἐκφράζεται, καθώςἀναπτύσσεται τό ἔμβρυο καί ὁ ἄνθρωπος. Ἡ ψυχή εἶναι ἐξ ἀρχῆς ὁλοκληρωμένη, δέν μπορεῖ, ὅμως, νά ἐκδηλώσει τίς ἐνέργειές της ἐξ ἀρχῆς λόγῳ τοῦ μή ἀνεπτυγμένου ἀνθρωπίνου σώματος. Οἱ ἐνέργειές της, δηλαδή, ἐμφανίζονται σταδιακά μέ τήν πρόοδο τῆς σωματικῆς ἀναπτύξεως. Κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Σιναΐτη, τόν συγγραφέα τῆς Κλίμακος, «κατ’αὔξησιν γὰρ τὴν τοῦ σώματος καὶ αὕτη τὰς οἰκείας ἐνεργείας διαδείκνυσι» [12], ὅσο, δηλαδή, αὐξάνεται τὸ (ἀνθρώπινο) σῶμα, τόσο φανερώνει καὶ ἡ ψυχήτὶς ἐνέργειές της.
. Τό σῶμα σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία, δέν ἀποτελεῖ σέκαμμία περίπτωση τήν φυλακή τῆς ψυχῆς, ἀλλά κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο εἶναι ναός τοῦ ἐν ἡμῖν Ἁγίου Πνεύματος [13]. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός μᾶς λέγει ὅτι «ἡ ψυχή πάλι ἔχει συνδεθεῖ ὁλόκληρη μέ ὅλο τό σῶμα, καί ὄχι ἕνα μέρος της μ’ ἕνα μέρος του· δέν περιέχεται σ’ αὐτό ἀλλά τό περιέχει»[14]. Καί σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ἡ ψυχή βρίσκεται σέ κάθε σημεῖο τοῦ σώματος· συνέχει τό ἀνθρώπινο σῶμα, το περιέχει, τό συγκροτεῖ, τό συγκρατεῖ καί τό ζωοποιεῖ [15]. Εἶναι, δηλαδή, καί μέσα σέ ὁλόκληρο τό σῶμα, ἀλλά ταυτόχρονα περιβάλλει ἐξωτερικά καί ὁλόκληρο τό σῶμα. Ἡ ψυχή εἶναι αὐτή πού μεταδίδει στά ὄργανα καί τίςαἰσθήσεις τοῦ σώματος δύναμη ζωῆς καί ἀντίληψη τῶν αἰσθητῶν πραγμάτων [16].
. Ὁ ἄνθρωπος, στήν ὁλότητά του, ἀποτελεῖται καί ἀπό ψυχή καί ἀπόσῶμα. Οὔτε ἡ ψυχή ἀπό μόνη της, οὔτε τό σῶμα ἀπό μόνο του συνιστοῦν τόν ὅλο ἄνθρωπο, ἀλλά τό συναμφότερο. Ψυχή καί σῶμα συνιστοῦν στον ἄνθρωπο μία ἀδιάρρηκτη ψυχοσωματική ἑνότητα. Ἡ διάρρηξη αὐτῆς τῆς ψυχοσωματικῆς ἑνότητας σηματοδοτεῖ τόν βιολογικό θάνατο τοῦ ἀνθρώπου.
. Μετά τόν φυσικό θάνατο τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ψυχή ἀναχωρώντας πρός τόνοὐρανό ἀναμένει καί ποθεῖ τήν ἐπανασύνδεσή της μέ τό σῶμα κατά την ἀνάσταση τῶν νεκρῶν στήν Δευτέρα Παρουσία, μέ τό δικό της σῶμα μέ το ὁποῖο ἔζησε στήν γῆ. Τό σῶμα, πού θά ἔχει πεθάνει, μέ ὁποιοδήποτε τρόπο καί σέ ὁποιονδήποτε τόπο, στήν γῆ, θά ἀναστηθεῖ, θά ἀναπλασθεῖ καί θά ἀνακαινιστεῖ κατά τήν μέλλουσα κρίση μέ τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ. «Αὐτός ὁ Κύριος ἐν κελεύσματι, ἐν φωνῇ ἀρχαγγέλου καί ἐν σάλπιγγι Θεοῦ καταβήσεται ἀπ’ οὐρανοῦ, καί οἱ νεκροί ἐν Χριστῷ ἀναστήσονται πρῶτον» [17].
. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος θά κριθεῖ ὡς ψυχοσωματική ἑνότητα, ὡς ὅλοςἄνθρωπος καί πάλι, διότι αὐτό εἶναι τό δίκαιο, καθώς ὅ,τι ἔπραξε (καλό ἤ κακό) ἡ ψυχή στήν ἐπίγεια ζωή της τό ἔπραξε μέ τό σῶμα της [18].
. Τό ἀνακαινισμένο σῶμα θά εἶναι πνευματικό καί ἄφθαρτο, ὄχι ὅμως καί ἄϋλο, ἀφού ἄϋλος εἶναι μόνο ὁ Θεός. Ὡς κτιστό, θά ἔχει κάποια ὑλικότητα. Θά ἔχει τίς ἴδιες διαστάσεις. Θά εἶναι διακριτό, θά ἔχει, δηλαδή, σχῆμα ἀναγνωρίσιμο (θά ἀναγνωρίζεται, δηλαδή, ποιός εἶναι ὁ καθένας). Ἡ ψυχή, πού δέν πεθαίνει ποτέ ὀντολογικά, γιατί εἶναι κατά χάριν ἀθάνατη, θάσυνδεθεῖ ξανά μέ τό δικό της ἀνακαινισμένο πλέον σῶμα καί θα ἀνασυγκροτηθεῖ, ἔτσι, καί πάλι ὁ ὅλος ἄνθρωπος. Ὅπως σημειώνει ὁ θεῖος Χρυσόστομος, «τό σῶμα ἐκεῖνο θά εἶναι τό αὐτό καί οὐκ αὐτό. Δηλαδή, θά εἶναι αὐτό τοῦτο τό σῶμα, πού ὑπῆρξεν ἐπί τῆς γῆς, ἀλλά μέ ἰδιότητες διαφορετικές» [19].
. Τό ἀναστημένο καί ἀνακαινισμένο, λοιπόν, ἀνθρώπινο σῶμα θά εἶναι ἄφθαρτο καί πνευματικό καί ὄχι θνητό καί φθαρτό, ὅπως ἦταν στην βιολογική ζωή του. Ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος σημειώνει ὅτι οἱ νέεςἰδιότητες τοῦ ἀναστημένου μας σώματος θά εἶναι ἀθανασία, ἀφθαρσία καί ἀτρεψία. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι δὲν θὰ ἀρρωσταίνει, δὲν θὰ πονᾶ, δὲν θὰ γερνᾶ. Οὔτε θὰ ἔχουμε καὶ τὰ λεγόμενα «ἀδιάβλητα» πάθη, ὅπως ὅτι πεινᾶμε, διψᾶμε, κουραζόμαστε κ.λπ. [20].
. Στό ἑπόμενο θέμα μας θά δοῦμε τήν διαίρεση τῆς ψυχῆς, τά μέρη καί τίς δυνάμεις της καί ἰδιαίτερα τήν λογική καί τόν νοῦ, τόν ὁποῖο οἱ Πατέρες ἀποκαλοῦν τό «ἡγεμονικόν τῆς ψυχῆς» [21] καί μέ τόν ὁποῖο γνωρίζουμε τον Θεό.
——————————-
- Ἀρχιμ. Γεωργίου, Καθηγουμένου Ἱ. Μ. Ὁσ. Γρηγορίου, Ἡ θέωσις ὡς σκοπὸς τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, Ἱ.Μ. Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2000, σελ. 14-15.
- Γέν. 1, 26-27.
- Γέν. 2, 7.
- Ἁγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ΕΠΕ 1, σελ. 210.
- Ὁμιλία, πού ἔγινε στούς φοιτητές τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, Holy Cross, τῆς Βοστώνης, Η.Π.Α., τό ἐαρινό ἑξάμηνο τοῦ 2005.
- Κολ. α´ 15.
- Ἁγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Λόγος Ψυχοφελής καί θαυμάσιος, Φιλοκαλία, ἔκδ. Ἱ.Μ. Κοιμήσεως Θεοτόκου Μπούρα, 2013, τόμ. Δ, σελ. 100.
- Ἁγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, ὅ.π.
- Ἁγ. Γρηγορίου Νύσσης, Περί ψυχῆς καί ἀναστάσεως ὁ λόγος, PG 46, 29B, ΕΠΕ 1, σ. 228.
- Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς τοὺς κοιμηθέντας, G.N.O. IX.1, σ. 54.1-10, ΕΠΕ 10, Πατερικές ἐκδ.«Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», Θεσ/νίκη 1990, σελ. 182-183.
- Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις Ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, PG 94:1088
- Ἁγ. Ἰωάννου Σιναΐτου, Κλῖμαξ, σελ. 136, σημ. 2.
- Κορ. Α΄, 7,19 «Ἤ οὐκ οἴδατε ὅτι τό σῶμα ὑμῶν ναός τοῦ ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματός ἐστιν, οὗ ἔχετε ἀπό Θεοῦ καί οὐκ ἐστέ ἑαυτῶν»;
- Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, «Ἡ δὲ ψυχὴ συνδέδεται τῷσώματι ὅλη ὅλῳ καὶ οὐ μέρος μέρει καὶ οὐ περιέχεται ὑπ᾿ αὐτοῦ, ἀλλὰ περιέχει αὐτό». ΕΠΕ 1, σ. 128.
- Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ΕΠΕ 9, 562, PG151, 260Α.
- Ἁγ. Γρηγορίου Νύσσης, Λόγος περί ψυχῆς καί ἀναστάσεως, PG 46, 29B, ΕΠΕ 1, σ. 228.
- Α´ Θεσ. δ´, 16
- Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, ΕΠΕ 1, σ. 560
- Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τήν Α΄Κορινθίους Ὁμιλία ΜΑ΄, PG 61, 357, 4- 6
- Ἅγιος Συμεὼν Ὁ Νέος Θεολόγος, ὁ βίος τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ τὸν Νικήτα Στηθάτο, κριτικὴ ἔκδοση τοῦ Ἀρχιμ. Συμεὼν Κούτσα, Ἐκδόσεις ΑΚΡΙΤΑΣ, σελ. 189-193.
- Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ,Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, «Ἡγεμονικὸν μὲν γὰρ ψυχῆς τε καὶ σαρκὸς νοῦς». ΕΠΕ 1, σ. 308
ΠΗΓΗ: epomeni-tois-agiois-patrasi.blogspot.com
«ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΜΕΡΕΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΩΓΜΟΥ ΠΟΥ ΘΑ ΚΛΗΘΟΥΜΕ ΟΧΙ ΣΕ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΑΛΛΑ ΣΕ “ΜΑΡΤΥΡΙΑ”»
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ στὶς 15 Νοέμβριος 2020
ΘΕΜΑ: «Σκέψεις ἐπὶ τῇ ἐνάρξει
τοῦ Ἁγίου Σαρανταημέρου»
Πρὸς τὸν εὐσεβῆ λαὸ τῆς καθ’ ἡμᾶς ῾Ιερᾶς Μητροπόλεως
Τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικῆς Νικολάου
Σπάτα, 13 Νοεμβρίου 2020
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, «ὁ Χριστὸς ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν», παρὼν καὶ ἐνεργῶν.
. – – – . Ἤδη φθάσαμε στὸ Ἅγιο Σαρανταήμερο, δηλαδή στὴν περίοδο τῆς νηστείας τῶν Χριστουγέννων, τῆς προετοιμασίας μας γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τοῦ μεγάλου γεγονότος τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως. Κάθε χρόνο εἴχαμε τὴν εὐκαιρία τέτοιες μέρες μέσα ἀπὸ ἀκολουθίες, συνάξεις, ποικίλες κοινωνικὲς καὶ φιλανθρωπικὲς δράσεις νὰ βοηθήσουμε τὴν ψυχή μας νὰ προετοιμαστεῖ πνευματικὰ γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Κυρίου στὶς καρδιές μας.
. – – – .Φέτος οἱ ἐξωτερικὲς συνθῆκες εἶναι πολὺ διαφορετικές. Στὸν ὁρίζοντα διαφαίνονται τὰ μαῦρα σύννεφα τῆς πανδημίας. Γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ ἐμποδιζόμαστε ἀπὸ τὴν ἐλεύθερη συμμετοχή μας στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ καὶ λατρεία, διαρκῶς λαμβάνονται περισσότερα περιοριστικὰ μέτρα, βομβαρδιζόμαστε ἀνελέητα ἀπὸ ἀπειλητικὲς καὶ ἐκφοβιστικὲς εἰδήσεις, τὸ δὲ ἐνδεχόμενο νὰ ἐπαναληφθεῖ τὰ Χριστούγεννα ἡ ἐμπειρία τοῦ Πάσχα καὶ τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς εἶναι ὁρατὸ καὶ προκαλεῖ φόβο καὶ ἀνησυχία στὶς καρδιές μας.
. – – – .Χωρὶς ἀμφιβολία βρισκόμαστε ἐνώπιον μιᾶς πολὺ δύσκολης καταστάσεως, ποὺ βέβαια ἐπιβάλλει λήψη μέτρων προστασίας καὶ ἰδιαίτερη προσοχή, δικαιολογεῖ δὲ ἀνησυχίες, καχυποψίες, ἐκνευρισμούς, διαφωνίες, λάθη. Αὐτὸ ποὺ ἐπιπλέον δυσκολεύει τὴν κατάσταση εἶναι ἡ κυκλοφορία ψευδῶν ἢ ἀμοιβαίως ἀντικρουομένων πληροφοριῶν, ἡ διασπορὰ ἀνακριβειῶν, οἱ ἐντάσεις, οἱ ὑπερβολές, οἱ ἀλληλοκατηγορίες.
. – – – .Ποιός θὰ μποροῦσε νὰ ἀμφισβητήσει ὅτι ἀρκετοὶ συνάνθρωποί μας ζοῦν κάτω ἀπὸ συνθῆκες τεράστιας καὶ γενικευμένης πιέσεως; Ἄλλοι δίνουν ἕναν ἄνισο ἀγῶνα ἐπιβίωσης μέσα στὶς Μονάδες Ἐντατικῆς Θεραπείας καὶ τὰ νοσοκομεῖα, κάποιοι μὲ πολὺ ἐπώδυνο τρόπο χάνουν τὴ μάχη, γιατροὶ καὶ νοσηλευτὲς καταβάλλουν συχνὰ ὑπεράνθρωπες προσπάθειες, τὸ Ἐθνικὸ Σύστημα Ὑγείας ζορίζεται ὑπερβολικά, ὅλος ὁ κόσμος εἶναι ἀνάστατος, ἐπικρατεῖ ἕνας παγκόσμιος πανικὸς καὶ πρωτοφανὴς σύγχυση. Ἀκοῦμε νούμερα καὶ στατιστικές, πληροφορούμαστε γιὰ γνωστά μας ἢ ἐπιφανῆ πρόσωπα ὅτι ἔχουν ἀσθενήσει, οἱ εἰδήσεις ἀναφέρονται σὲ καμπύλες, προγνώσεις, ἀπειλητικὲς προεκτιμήσεις. Σκηνικὸ πρωτοφανὲς καὶ ἀσφυκτικό.
. – – – .Ὅλη αὐτὴ ἡ πίεση πέφτει ἐπάνω μας καὶ ἄμεσα ἐπηρεάζει καὶ τὴν καθημερινότητα ἀλλὰ καὶ τὴν ψυχικὴ καὶ πνευματικὴ κατάστασή μας. Ἄγχος καὶ ἀγωνία, ἀναστατώνουν τὴν ψυχή μας. Ὡς πιστοί, δείχνουμε ἀσφαλῶς κατανόηση, πειθαρχοῦμε στὰ μέτρα, κάποιοι ζοῦμε μέσα στὸ ἄμεσο περιβάλλον μας ἀντίστοιχα φαινόμενα, ἀλλὰ δὲν χάνουμε τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν εἰρήνη μας, παράλληλα ὅμως μᾶς λείπει ὁ ἐκκλησιασμὸς καὶ ἡ μεταξύ μας κοινωνία, μᾶς λυπεῖ πολὺ ἡ κοσμικὴ ἀντιμετώπιση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ ἐπιβολὴ ὑπερβολικῶν μέτρων, περισσότερο δὲ ἡ αἴσθηση ὅτι ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ πίστη δὲν εἶναι πλέον σεβαστὲς ἢ τουλάχιστον ὀρθὰ κατανοητές, ὅπως στὸ παρελθὸν ἢ ὅπως ἐμεῖς τὸ ζοῦμε.
. – – – .Τὸ νὰ μὴν ὑπάρχει ρητὴ πρόνοια γιὰ τὸ νὰ ἀνάψουμε ἕνα κεράκι ἢ νὰ προσκυνήσουμε ἀνεμπόδιστα στὸν ναὸ εἶναι ἂν μή τι ἄλλο ἀκατανόητο καὶ προσβλητικὸ γιὰ τὴ λογικὴ καὶ τὴν πίστη μας. Τὸ νὰ μᾶς προσάπτεται διαρκῶς ἡ κατηγορία, μάλιστα χωρὶς κανένα δεδομένο καὶ καμμία ἀφορμή, ὅτι ἡ συμμετοχή μας στὴ θεία Κοινωνία θέτει σὲ κίνδυνο τὴ δημόσια ὑγεία, εἶναι ἀσεβὲς καὶ ὑβριστικό. Τὸ νὰ ἀπαγορεύεται ἡ παρουσία 30 ἢ 40 ἀτόμων σὲ μεγάλους ναοὺς 800 καὶ 1000 τετραγωνικῶν εἶναι παράλογο καὶ προκλητικό, ἰδίως ἂν σκεφθεῖ κανεὶς ὅτι στὰ σαλόνια τῶν πλοίων ἢ μέσα στὰ ἀεροπλάνα συνταξειδεύει πολὺ μεγαλύτερος ἀριθμὸς ἐπιβατῶν καὶ γιὰ ὧρες. Γιατί ἡ πίστη, ἡ Ἐκκλησία, ὁ Θεὸς νὰ ἀντιμετωπιζονται ἔτσι;
. – – – .Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, τὸ νὰ διαμαρτυρόμαστε μὲ φωνές, μὲ ἐκνευρισμοὺς καὶ ἐντάσεις, συχνὰ δὲ μὲ ἀπαράδεκτα ἐπιθετικὸ καὶ ἐλεγκτικὸ τρόπο οὔτε ἀποτέλεσμα φέρνει οὔτε καὶ χριστοπρεπές εἶναι. Ὄχι γιατὶ δὲν μπορεῖ νὰ γίνονται λάθη, ἀλλὰ γιατὶ συχνὰ τραυματίζονται οἱ μεταξύ μας σχέσεις, χάνεται ἡ ἐσωτερικὴ εἰρήνη καὶ ἀγριεύει ἡ ψυχή μας.
Ἡ ἐκδήλωση τῆς πίστεως καὶ ἡ λατρεία δὲν εἶναι δικαίωμα ποὺ διεκδικεῖ ὁ λαός, ἀλλὰ ἀδήριτη ἀνάγκη ποὺ ὀφείλει νὰ σέβεται ἡ κοσμικὴ πολιτεία καὶ νὰ προστατεύει ἡ Ἐκκλησία. Ἡ πίστη εἶναι ἡ ἀναπνοὴ τῆς ψυχῆς μας καὶ γι’ αὐτὸ εἶναι πιὸ ἀναγκαία καὶ ἀπὸ τὴ λειτουργία τῶν πνευμόνων μας. Εἶμαι σίγουρος ὅτι ὑπῆρχαν πολλὰ περιθώρια νὰ δοθεῖ μιὰ ἀνάσα πρὸς τὸ σῶμα τῶν πιστῶν καὶ νὰ μὴν μᾶς ὑποχρεώσουν νὰ ἀσφυκτιοῦμε κάτω ἀπὸ τὴν αἴσθηση ἑνὸς ἀδικαιολόγητου διωγμοῦ.
. – – – .Παρὰ ταῦτα αὐτὴ εἶναι ἡ κατάσταση καὶ δὲν μποροῦμε νὰ τὴν ἀλλάξουμε, τουλάχιστον σὲ αὐτὴ τὴ φάση. Πρέπει ὅμως κάπως νὰ τὴν διαχειριστοῦμε, προκειμένου μέσα ἀπὸ αὐτὰ τὰ δεδομένα νὰ «καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ. δ΄ 13) καὶ ἔτσι νὰ ἐργασθοῦμε τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴ σωτηρία μας.
. – – – .Ἂς προσέξουμε, ἀδελφοί μου, τὴν κυριαρχία τοῦ φόβου στὶς καρδιές μας, τὸν κλονισμο τῆς πίστης μας, ἀλλὰ καὶ τὶς ἐκρήξεις τοῦ θυμοῦ καὶ τὶς ἀντιπαλότητες, τὴν ἐπίρριψη εὐθυνῶν σὲ ἄλλους καὶ τὴν ἐξαίρεση τοῦ ἑαυτοῦ μας ἀπὸ αὐτές. Ὁ κίνδυνος νὰ ἀγριέψει ἡ ψυχή μας μὲ αὐτονομημένες διεκδικήσεις ἢ νὰ κτίσουμε ἐγωιστικὴ αὐτοπεποίθηση γιὰ τὶς ἀντιλήψεις μας ἢ νὰ ἐκφυλισθοῦμε ἀπὸ πιστοὶ στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ σὲ ὀπαδοὺς καὶ ὑποστηρικτὲς ἀπόψεων ἢ νὰ διχασθοῦμε καὶ νὰ χάσουμε τὴν ἀδελφοσύνη ἢ νὰ γκρεμισθεῖ μέσα μας ἡ ἐμπιστοσύνη μας στὴν ὑπεύθυνη Ἐκκλησία δὲν εἶναι εὐκαταφρόνητος.
. – – – .Τώρα δὲν εἶναι καιρὸς γιὰ τέτοιες ἀντιδράσεις. Ἂς κρατήσουμε τὸν ἐνθουσιασμό μας γιὰ ἀργότερα. Φαίνεται πὼς ἔρχονται πολὺ δυσκολότερες μέρες, μέρες πραγματικοῦ διωγμοῦ, διωγμοῦ ποὺ μόνοι μας δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ τὸν ἀντιμετωπίσουμε, ἀλλὰ ὡς ἑνωμένη Ἐκκλησία θὰ κληθοῦμε νὰ ὁμολογήσουμε. Αὐτὴ θὰ μᾶς καλέσει ὄχι σε διαμαρτυρία ἀλλὰ σὲ ἡρωικὴ ὁμολογία καὶ μαρτυρία.
. – – – .Αὐτὸ ποὺ τώρα μᾶς χρειάζεται εἶναι κάτι πολὺ δυσκολότερο καὶ πολὺ βαθύτερο καὶ ἀληθινότερο: εἶναι ἡ μετάνοιά μας, ἡ σπουδὴ τῆς συντριβῆς, ἡ στροφὴ στὸν ἑαυτό μας, ἡ ἐσωτερικὴ ζωή, ἡ προσευχή, ἡ καλλιέργεια τῶν ἀρετῶν, ἡ ὑπομονή. Καὶ γι’ αὐτὰ βοηθοῦν πολὺ οἱ παροῦσες συνθῆκες. Εὐκαιρία νὰ μάθουμε νὰ ζοῦμε μέσα στὸ καταφύγιο τοῦ ἐσωτερικοῦ μας ἀνθρώπου, στὶς κατακόμβες τῆς μυστικῆς ζωῆς, στὸ «ταμιεῖον» τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ.
«Ἀγωνίζεσθε εἰσελθεῖν διὰ τῆς στενῆς πύλης» (Λουκ. ιγ΄ 24). Μήπως αὐτὴ ἡ στενὴ πύλη δὲν εἶναι οἱ διαμαρτυρίες γιὰ τὰ δικαιώματά μας, ἀλλὰ τὸ πέρασμα στὴν συνήθως ἄγνωστη σὲ μᾶς ἀλήθεια μας, στὴν «βαθεῖαν καρδίαν» (Ψαλμ. ξγ΄ 7) μας, στὸν «ἔσωθεν ἄνθρωπον» (Β΄ Κορ. δ΄ 16); Αὐτὸ δὲν ἐξαρτᾶται οὔτε ἀπὸ τὴν Κυβέρνηση οὔτε ἀπὸ τὴ Σύνοδο· ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πνευματικὸ φιλότιμό μας.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, ἂς προσέξουμε καὶ τὸν ἐφησυχασμὸ καὶ τὴν ἀδιαφορία, τὴ δειλία καὶ τὴν πλαδαρότητα, ἢ τὴ συνήθεια στὸν συμβιβασμένο τρόπο ζωῆς καὶ τὴ νωχέλεια ποὺ μπορεῖ νὰ δημιουργήσουν τὰ περιοριστικὰ μέτρα. Ἂν κρυώσει ἡ ψυχή μας, ἂν χάσουμε τὸ ἀγωνιστικό μας φρόνημα καὶ ἂν ὁ φόβος καὶ ἡ ραθυμία πνίξουν τὸν ζῆλο καὶ τὴν ὁμολογία, τότε πάλι θὰ χάσουμε τὴν ἐπαφή μας μὲ τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ. «Γρηγορεῖτε λοιπὸν καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν» (Ματθ. κϛ΄ 41).
. – – – .Τὰ Χριστούγεννα ἔρχονται. Ἡ κένωση τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ μας εἶναι μπροστά καὶ κοντά μας. Αὐτὸ ποὺ χρειάζεται γιὰ νὰ τὴν ἀναγνωρίσουμε εἶναι κάτι νὰ κάνουμε καὶ γιὰ τὴ δική μας κένωση.
Εὔχομαι σὲ ὅλους καλὸ καὶ καρποφόρο Σαρανταήμερο.
Μετὰ πατρικῶν εὐχῶν,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΠΗΓΗ:www.imml.gr
«ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ» -5 (μον. Μωυσῆς Ἁγιορείτης) «Ἕνα “Κύριε ἐλέησον” ἐκ βαθέων ἔχει μεγαλύτερη βαρύτητα ἀπ᾽ ὅ,τι ἕνας κουβὰς δάκρυα συναισθηματικὰ καὶ κουραστικὲς εὐσεβεῖς φλυαρίες».
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ στὶς 15 Φεβρουάριος 2020
Ὁ πολυεύσπλαχνος πατέρας
[Ε´]
Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Μοναχοῦ Μωυσέως Ἁγιορείτου (†)
«Ἡ ἁγιότητα εἶναι κατορθωτή σήμερα;»,
Ἐκδ. «THNOΣ», Ἀθήνα 2010
Σελ. 111 ἑπ.
Ἠλ. στοιχειοθ. «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ»
Μέρος Α´ : «ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ» -1 (μον. Μωυσῆς Ἁγιορ.)
Μέρος Β´: «ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ» -2 (μον. Μωυσῆς Ἁγιορ.) Γι᾽ αὐτό ἐπικρατεῖ σήμερα ἕνα φουρτουνιασμένο πέλαγος, πού λέγεται διαταραγμένες διαπροσωπικές σχέσεις.
Mέρος Γ´: «ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ» -3 (μον. Μωυσῆς Ἁγιορ.) Ἐπιστρέφει, ἐλπίζοντας στή γνωστή ἀγάπη τοῦ πατέρα του. Δέν ἀμφιβάλλει γι᾽ αὐτή τήν ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη αὐτή τόν ἐλέγχει, ἀλλά καί τόν κάνει νά ἐπιστρέφει.
Μέρος Δ´: «ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ» -4 (μον. Μωυσῆς Ἁγιορ.) «Παιδάκι μου, Ἐγώ γιά σένα ὑπάρχω»!
. Σὰν νὰ τελειώνει κάπως ἀπότομα ἡ παραβολή. Δὲν μᾶς λέει τί ἀπέγινε ὁ πρεσβύτερος υἱός. Πείσθηκε ἀπὸ τὸν πατέρα του καὶ εἰσῆλθε στὸν οἶκο τους, γιὰ νὰ συνευφρανθεῖ; Μᾶλλον ὄχι. Οἱ θεῖοι ἑρμηνευτὲς λέγουν πὼς μᾶλλον ὄχι, δὲν φαίνεται νὰ εἰσῆλθε. Ἂν εἰσήρχετο, θὰ τὸ ἀνέφερε σίγουρα. Τὸ θέμα εἶναι ἀρκετὰ σοβαρό. Γιὰ νὰ τὸ προσέξουμε λίγο, στὸν χρόνο ποὺ μᾶς ἀπομένει. Ὁ πρεσβύτερος υἱὸς κατ᾽ ἀρχὰς φαίνεται νὰ ἔχει δίκιο. Κατηγορεῖ τὸν πατέρα του ὅτι τὸν ἀδικεῖ. Θεωρεῖ ὅτι δὲν λαμβάνει τὴν πρέπουσα ἀμοιβὴ γιὰ τὴν κοπιαστικὴ ἐργασία ποὺ τοῦ προσφέρει ὁλημερίς. Σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν ἄσωτο ἀδελφό του, ποὺ ἀπολαμβάνει ἐξαιρετικῆς ὑποδοχῆς, ἔκτακτης τιμῆς καὶ πλούσιου συμποσίου καὶ δείπνου. Τιμώντας ὁ πατέρας τὸν μετανοήσαντα κι ἐπιστρέψαντα υἱό του δὲν ἀδικεῖ διόλου τὸν πρεσβύτερο. Τὸ προσφερόμενο δεῖπνο εἶναι ἔκφραση χαρᾶς γιὰ τὴ σωτηρία μίας ψυχῆς. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει πῶς ὁ Θεὸς θυσίασε τὸν Υἱό Του στὸν σταυρὸ γιὰ τὴ σωτηρία ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
. Εἶναι γεγονὸς πὼς κάπου σκανδαλίζει ὁρισμένους ἡ τόσο μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς ἁμαρτωλούς. Εἶναι γιὰ μερικοὺς σκανδαλώδης αὐτὴ ἡ ὑπερβολικὴ εὐσπλαχνικὴ συμπεριφορὰ τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς μετανοοῦντες. Ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ εἶναι διαφορετικὴ ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων. Ἀξίζει νὰ προσεχθεῖ ἰδιαίτερα πὼς κληρικοὶ καὶ πνευματικοὶ ἄνθρωποι ποὺ ἐργάζονται ἐπὶ ἔτη μέσα στὴν Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ κρύβουν μέσα τους μία αἴσθηση κάποιας ὑπεροχῆς ἀπέναντι στοὺς ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Μπορεῖ νὰ κυοφορεῖται κι ἐπωάζεται ἕνας κρύφιος λανθάνων φαρισαϊσμός, ὅτι δὲν εἴμαστε ἐμεῖς ὅπως οἱ λοιποὶ ἄνθρωποι, ὅτι διαφέρουμε κι εἴμαστε κάπου πιὸ ψηλὰ καὶ θὰ πρέπει ἀργὰ ἢ γρήγορα καὶ νὰ μᾶς τιμήσουν. Λησμονοῦμε ὅτι οἱ ἁμαρτωλοὶ μποροῦν νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ σωθοῦν κι ἐμεῖς νὰ μένουμε μὲ νοσηροὺς ναρκισσισμοὺς νομιζόμενης πνευματικότητος κι ὅτι δὲν μᾶς κατανοοῦν οἱ ἄνθρωποι καὶ μποροῦμε νὰ κρίνουμε εὔκολα τοὺς πάντες. Συμβαίνει οἱ ἀκόλουθοί του πρεσβύτερου υἱοῦ τῆς παραβολῆς ὅτι ἔχουν πιὸ πολλὰ δικαιώματα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ· ὅτι τοὺς ἀξίζει μία καλύτερη θέση καὶ ἀνταμοιβή. Ἔχουν μία ἰδέα μεγάλη περὶ τοῦ ἑαυτοῦ τους καὶ μία ἀπαράδεκτη ἀπαιτητικότητα ἀπὸ τὸν Θεό. Μερικὲς φορὲς ἔχουν μάλιστα μία ἀποκρουστικὴ σκληρότητα, ἀνυπομονησία, ἀπολυτότητα, αὐτοπεποίθηση, κυριαρχία κι ἐξουσιαστικότητα.
Λησμονοῦν δυστυχῶς ὅτι ἡ μετάνοια καὶ ἡ ταπείνωση εἶναι ἀνώτερες ἀπὸ τὰ ὅποια καλὰ ἔργα ποὺ αὐτὰ καθ᾽ ἑαυτὰ δὲν μᾶς δικαιώνουν, κατὰ τὸν ἅγιο Μάρκο τὸν Ἀσκητή. Ὁ ἅγιος Κύριλλος πατριάρχης Ἀλεξανδρείας μάλιστα τονίζει πὼς ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι χάρισμα τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο καὶ δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα λίγων ἢ πολλῶν καλῶν πράξεων. Κατὰ τὴν εὔστοχη παρατήρηση τοῦ μητροπολίτη Ἐδέσσης Ἰωήλ, γιὰ ὁρισμένους ἠθικολόγους, ὁ ληστής, ἡ πόρνη, ὁ τελώνης, ὁ ἄσωτος καὶ πολλοὶ ἄλλοι ἄνθρωποι δὲν ἔπρεπε νὰ σωθοῦν. Ὁ Θεὸς εἶναι πέλαγος ἀγάπης καὶ θέλει ὅλους νὰ τοὺς σώσει. Δὲν σώζονται οἱ ἰσχυρογνώμονες ἀμετανόητοι. Ὁ ὅσιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος λέγει χαρακτηριστικὰ πὼς ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ ὀνομάζεται δίκαιος, ἀλλὰ περισσότερο εἶναι χρηστὸς καὶ ἀγαθός. Ἀπὸ μᾶς ζητᾶ νὰ τοῦ δώσουμε τὴν καρδιά μας καθαρή.
. Ὁ πρεσβύτερος υἱὸς τῆς παραβολῆς στάθηκε πιὸ ἀνώριμος ἀπὸ τὸν νεώτερο. Ὁ νεώτερος μὲ τὴ μετάνοιά του διόρθωσε ὅλα του τὰ λάθη. Ὁ πρεσβύτερος μὲ τὴν ἀμετανοησία του ἔχασε ὅ,τι εἶχε κερδίσει τόσα χρόνια ἐργαζόμενος κι ἐγκρατευόμενος καὶ τελικὰ δὲν εἰσῆλθε στὴ χαρὰ τοῦ δείπνου. Ἡ σκληρότητα τῆς νομιζόμενης ἀρετῆς του τὸν ἔκανε ἀφιλάδελφο καὶ τὸν αὐτοκαταδίκασε. Ὁ Θεός μας, Θεὸς τῆς ἀγάπης, τῆς ἀγαθότητος καὶ τῆς χρηστότητος μᾶς ἀγαπᾶ ὑπερβαλλόντως καὶ δίνει συνεχεῖς εὐκαιρίες γιὰ νὰ μετανοήσουμε. Ἀγαπᾶ ὅλως ἰδιαιτέρως τὴ ντομπροσύνη καὶ τὸ ἀνυπόκριτο. Ὅπως λέει ὁ μακαριστὸς Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, ἕνας βαθὺς ἀναστεναγμὸς κι ἕνα “Κύριε ἐλέησον” ἐκ βαθέων ἔχει μεγαλύτερη βαρύτητα ἀπ᾽ ὅ,τι ἕνας κουβὰς δάκρυα συναισθηματικὰ καὶ κουραστικὲς εὐσεβεῖς φλυαρίες.
. Ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ πολὺ αὐτοὺς ποὺ τὸν ἀγαποῦν κι ἀγαποῦν καὶ τοὺς ἄλλους ἀφειδώλευτα, ἀτσιγγούνευτα καὶ δίχως ἀνταλλάγματα. Ἀγαπᾶ ἰδιαιτέρως τὶς προσευχὲς ὑπὲρ τῶν ἄλλων. Τῶν φτωχῶν, τῶν ἀδικημένων, τῶν συκοφαντημένων, τῶν ἀρρώστων, τῶν μοναχικῶν, τῶν ἄσωτων, τῶν ὑποκριτῶν. Ὅπως λέει πολὺ ὡραία, ὁ πρόσφατα κοιμηθεὶς μακαριστὸς π. Εὐσέβιος Βίττης, προσευχητικά, ἂς ὁμολογήσουμε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, ποὺ τὰ πάντα βλέπει καὶ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας, ὅτι ἡ ψυχή μας εἶναι «δούλη τῶν αἰσθήσεων, σκλάβα τῶν παθῶν, δέσμια τῆς ὑπερηφάνειας, πληγωμένη ἀπὸ τὴν εὐθιξία, ἐγωϊστικὴ ὅσο δὲν τὸ φαντάζεται, χαλαρὴ χωρὶς προηγούμενο, φιλύποπτη χωρὶς λόγο, ἀδιάφορη καὶ ἀμελής, δυσκίνητη σὰν παράλυτη, δεμένη πολὺ μὲ τὸν κόσμο, ὀλιγόπιστη στὶς δοκιμασίες, πάμφτωχη σὲ ἀρετές, μὲ ἀσήμαντη πνευματικὴ πρόοδο».
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ:
βλ. σχετ.
ΕΜΒΑΘΥΝΣΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗΝ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ (Ἰω. Κορναράκη, καθηγ.)
ΕΜΒΑΘΥΝΣΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗΝ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ Β´(Ἰω. Κορναράκη, καθηγ.)
ΕΜΒΑΘΥΝΣΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗΝ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ Γ´(Ἰω. Κορναράκη, καθηγ.)
ΕΜΒΑΘΥΝΣΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗΝ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ Δ´(Ἰω. Κορναράκη, καθηγ.)
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ-1 (Ἀρχιμ. Βασιλείου)
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ-2 (Ἀρχιμ. Βασιλείου)
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ-3 (Ἀρχιμ. Βασιλείου)
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ-4 (Ἀρχιμ. Βασιλείου)
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ-5 (Ἀρχιμ. Βασιλείου)
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ-6 (Ἀρχιμ. Βασιλείου)
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ-7 (Ἀρχιμ. Βασιλείου)
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ-8 (Ἀρχιμ. Βασιλείου)
ΑΦΗΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΑΣ ΝΑ ΚΟΙΤΑΕΙ ΑΛΛΟΥΣ ΝΥΜΦΙΟΥΣ
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ, ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ στὶς 23 Νοέμβριος 2019
ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ
τοῦ Μητροπ. Γόρτυνος Ἰερεμίου
Ἑβδομαδιαῖο περιοδικό «ΘYMIAMA»
Ἀριθμ. φύλ. 91, 24 Νοεμβρίου 2019
Ἀδελφοί μου χριστιανοί τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως
1. Σᾶς εὔχομαι νά ἔχετε ὑγεία καί στήν ψυχή καί στό σῶμα καί νά ζεῖτε μιά ὄμορφη καί χαρωπή ζωή. Αὐτήν τήν ζωή ὅμως τήν γεύεται κανείς στήν πραγματικότητα μόνο μέ τόν Θεό. Καί βέβαια, χριστιανοί μου, πρέπει νά ζοῦμε μέ τόν Θεό, μέ τό ἅγιο θέλημά του, γιατί εἴμαστε δικοί του. Εἴμαστε βαπτισμένοι καί ἀνήκουμε, λοιπόν, στήν οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ, πού λέγεται «Ἐκκλησία».
2. Ὅμως, ἀγαπητοί μου, ἀποστατοῦμε ἀπό τόν Θεό, φεύγουμε ἀπό τόν δρόμο του. Συμβαίνει καί μέ μᾶς ὅ,τι συνέβαινε παλαιά μέ τόν Ἰσραήλ, γιά τόν ὁποῖο λέγει ὁ προφήτης Ἰερεμίας ὅτι ἐγκατέλειψε τόν Θεό, πού εἶναι πηγή ζωντανοῦ νεροῦ καί ἄνοιξε γιά τόν ἑαυτό του ξερούς λάκκους, πού δέν ἔχουν νερό (Ἰερ. 2,13). Αὐτό εἶναι ἀνοησία, γιατί ἐγκαταλείπει κανείς τό χειρότερο γιά τό καλύτερο. Ἀλλά ὁ Ἰσραήλ, λέγει ὁ Ἰερεμίας, ἐγκατέλειψε τό καλύτερο, τό ἄριστο, ἐγκατέλειψε τόν Θεό, καί πῆγε στό χειρότερο, στά εἴδωλα. Ἔπραξε ἀνόητα. Κατά τόν προφήτη Ἰερεμία εἶναι λοιπόν ἀνοησία τό νά ἀποστατοῦμε ἀπό τόν Θεό μας, τόν δημιουργό μας καί εὐεργέτη μας. Κατά τόν ἴδιο ὅμως προφήτη ἡ ἀποστασία ἀπό τόν Θεό εἶναι καί ἀπιστία. «Ἄπιστος» γυναίκα λέγεται ἐκείνη πού φεύγει ἀπό τόν νόμιμο σύζυγό της καί προσεταιρίζεται μέ ἄλλον. Λέγεται καί «μοιχαλίδα» ἡ γυναίκα αὐτή. Ἀλλά τό ἴδιο κάνουμε καί μεῖς, χριστιανοί μου, ὅταν ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τόν Θεό καί προσκολλώμαστε σέ ἄλλα, σέ ἁμαρτωλά πρόσωπα καί πράγματα γιά νά βροῦμε τάχα χαρά ἀπό αὐτά. Γιατί μέ τόν Θεό ἔχουμε δεθεῖ στενά, ὅπως στενός εἶναι ὁ δεσμός τοῦ ἄνδρα μέ τήν γυναίκα του στόν γάμο. Μέ τό βάπτισμά μας ἡ ψυχή μας ἔγινε νύφη Χριστοῦ. «Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται», λέμε γιά τόν Χριστό. Καί ὅμως ἀφήνουμε τήν ψυχή μας νά ρίπτει βλέμματα σέ ἄλλους νυμφίους. Ἕνα καί μόνο, ἕνα λατρευτό ἐραστή πρέπει νά ἔχει ἡ ψυχή μας: Τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό! Αὐτός εἶναι ὁ Θεός μας. Καί ὅμως, ξαναλέγω, παίρνουμε τήν καρδιά μας ἀπ᾽ αὐτόν καί τήν ρίχνουμε σέ κοσμικά καί ἁμαρτωλά πράγματα καί πρόσωπα, πού δέν γεμίζουν τήν ψυχή μας, ἀλλά τήν μπερδεύουν καί τήν ἀγχώνουν. Γιατί δέν ἔγινε ἡ ψυχή μας γιά τήν ἁμαρτία, ἀλλά ἔγινε γιά τόν Θεό. Ἔγινε γιά τόν Χριστό. Φεύγουμε λοιπόν ἀπό τόν Νυμφίο μας τόν Χριστό καί ἐρωτοτροποῦμε μέ ἄλλους νυμφίους. Καί λέγει καί σέ μᾶς, ὅπως γιά τόν Ἰσραήλ, ὁ Θεός διά τοῦ προφήτου Ἰερεμίου: «Ὅπως ἡ γυναίκα γίνεται ἄπιστος στόν σύζυγό της, ἔτσι καί ὁ λαός μου φάνηκε ἄπιστος σέ Μένα» (Ἰερ. 3,20). «Ἡ νέα κοπέλα δέν λησμονεῖ νά στολίζεται καί ἡ ἀρραβωνιασμένη δέν λησμονεῖ καί αὐτή νά φορέσει τήν ζώνη της», ὅπως ἔκαναν τότε παλαιά. «Ὁ λαός μου ὅμως – λέγει μέ παράπονο ὁ Θεός – μέ λησμόνησε πρίν ἀπό πολύ καιρό» (Ἰερ. 2,32)!…
3. Γιά τό ἁμάρτημα αὐτό τῆς ἀποστασίας ὁ προφήτης Ἰερεμίας ἀπειλεῖ μέ καταστροφή τόν Ἰσραηλιτικό λαό. Προφητεύει τήν τιμωρία του. Ὄχι ὅτι τιμωρεῖ καί καταστρέφει ὁ Θεός τόν ἁμαρτωλό, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη καί δέν παύει ποτέ νά εἶναι ἀγάπη. Δέν ἀλλάζει ὁ Θεός. Λέγεται «ἀναλλοίωτος». Δέν καταστρέφει, λοιπόν, ὁ Θεός τόν ἁμαρτωλό, ἀλλά τόν καταστρέφει ἡ ἴδια ἡ ἁμαρτία. Γιά τό ὅτι, λοιπόν, ὁ Ἰσραήλ ἀποστάτησε ἀπό τόν Θεό, θά τιμωρηθεῖ ἀπό τήν ἴδια του τήν πράξη αὐτή. Καί τά κακά πού συμβαίνουν σήμερα στόν κόσμο, ἀγαπητοί μου, καί σ᾽ αὐτήν τήν πατρίδα μας τά κακά, τό ἕνα ἐπάνω στό ἄλλο, αἰτία ἔχουν τίς ἁμαρτίες μας, τήν ἀποστασία μας ἀπό τόν Θεό. Πληρώνουμε πολύ ἀκριβά τήν ἀποστασία μας αὐτή. Ἀλλά ὁ Θεός, πού εἶναι ἀγάπη, δέν θέλει τήν τιμωρία μας, δέν θέλει τήν καταστροφή τῶν πλασμάτων του. Γι᾽ αὐτό καί παραγγέλλει στόν προφήτη του Ἰερεμία νά κηρύξει τήν μετάνοια στόν λαό του, γιά νά μήν τοῦ συμβεῖ κακό καί καταστροφή (βλ. Ἰερ. 3,12. 4,3-4). Καί μετά τήν μετάνοια τοῦ λαοῦ, προφητεύει ὁ Ἰερεμίας στό Ἰσραήλ, θά ἔρθουν ὡραῖες μέρες. Θά ἔρθουν σωτήριες μέρες, τά χρόνια τῆς Μεσσιακῆς ἐποχῆς (βλ. Ἰερ. 3,14-18), μέ νέους καλούς ποιμένες κατά τήν καρδιά τοῦ Θεοῦ (βλ. Ἠσ. 2,2 ἑξ.).
. Ἀδελφοί μου, χριστιανοί! Ἡ ὁδός πού μᾶς πάει γιά τήν σωτηρία, πού μᾶς πάει γιά τόν Θεό, λέγεται «ὁδός μετανοίας». Ἡγούμενος σ᾽ αὐτήν τήν ὁδό πρέπει νά εἶμαι ἐγώ ὁ Ἐπίσκοπός σας. Γι᾽ αὐτό καί μέ ἀκοῦτε νά ψέλνω: «Εὕρω κἀγώ τήν ὁδόν διά τῆς μετανοίας»! Μετάνοια σημαίνει νά πονέσουμε γιά τίς ἁμαρτίες μας καί νά τίς ἐξομολογηθοῦμε. Πᾶμε λοιπόν ὅλοι νά ἐξομολογηθοῦμε. Νά καθαρίσουμε τήν ψυχή μας ἀπό τίς βρωμιές μας, γιά νά ἔχουμε θέση κοντά στόν Θεό, στήν Βασιλεία Του, γιατί ἐκεῖ ὅλα ἀστράφτουν ἀπό ὀμορφιά καί ὅλα εἶναι πεντακάθαρα. Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
ΠΗΓΗ: imgortmeg.gr
ΑΠΟΓΝΩΣΗ καὶ ΜΕΤΑΝΟΙΑ -2 «Ἐντεῦθεν οὖν μάθωμεν, ἀδελφοί, τὴν ἄμετρον τοῦ Θεοῦ εὐσπλαγχνίαν καὶ φιλανθρωπίαν»
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ στὶς 11 Μάρτιος 2019
Τοῦ Ἁγίου Ἀμφιλοχίου περὶ τοῦ μὴ ἀπογινώσκειν
[Β´]
(Ἀπὸ τὸν Εὐεργετινό)
ἠλ. στοιχ. «Χριστ. Βιβλιογρ.»
ΑΠΟΓΝΩΣΗ καὶ ΜΕΤΑΝΟΙΑ-1
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ στὶς 10 Μάρτιος 2019
Τοῦ Ἁγίου Ἀμφιλοχίου περὶ τοῦ μὴ ἀπογινώσκειν
[Α´]
(Ἀπὸ τὸν Εὐεργετινό)
ἠλ. στοιχ. «Χριστ. Βιβλιογρ.»
. Ἀδελφός τις ἡττηθεὶς ὑπὸ τῆς πορνείας, καθ’ ἡμέραν ηὑρίσκετο τὴν ἁμαρτίαν ἐπιτελῶν· καθ’ ἑκάστην δὲ δάκρυσι καὶ προσευχαῖς ἐξιλεοῦτο τὸν δεσπότην τὸν ἴδιον· οὕτω δὲ ποιῶν (καὶ) δελεαζόμενος τῇ κακίστῃ συνηθείᾳ, τὴν ἁμαρτίαν ἐπετέλει.
. Ἔπειτα πάλιν μετὰ τὸ τελέσαι τὴν ἁμαρτίαν, ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἀπήρχετο· καὶ βλέπων τὸν τίμιον καὶ σεβάσμιον χαρακτῆρα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἔρριπτεν ἑαυτὸν ἔμπροσθεν αὐτοῦ μετὰ πικρῶν δακρύων λέγων· ἐλέησόν με, Κύριε, καὶ ἆρον ἀπ’ ἐμοῦ τὸν δόλιον πειρασμὸν τοῦτον, ὅτι ὑπωπιάζει με δεινῶς, καὶ τιτρώσκει με τῇ πικρίᾳ τῶν ἡδονῶν· οὐ γὰρ ἔχω πρόσωπον, δέσποτα, ἀτενίσαι καὶ ἰδεῖν τὸν χαρακτῆρα τὸν ἅγιόν σου, καὶ τὴν ὑπερήλιον τοῦ προσώπου σου θέαν, ὅπως ἡ καρδία μου ἠδυνθεῖσα εὐφρανθήσεται.
. Ταῦτα λέγων καὶ ἐξερχόμενος τῆς ἐκκλησίας, εἰς τὸν βόρβορον ἔπιπτεν· ἀλλ’ ὅμως οὔτε πάλιν ἐπεγίνωσκε τῆς ἑαυτοῦ σωτηρίας, ἀλλ’ ἐκ τῆς ἁμαρτίας ἀνθυποστρέφων ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ, τὰ παρόμοια ἐπεφώνει πρὸς τὸν φιλάνθρωπον λέγων Κύριον καὶ Θεόν· σέ, Κύριε, ἐγγυητὴν τίθημι ἀπὸ τοῦ νῦν , ὅτι οὐκέτι ποιῶ τὴν ἁμαρίαν ταύτην· μόνον ἀγαθὲ συγχώρησόν μοι ἅπερ ἀπ’ ἀρχῆς καὶ μέχρι τῆς δεῦρο σοι ἥμαρτον.
. Ἡνίκα δὲ τὰς φοβερὰς ταύτας εἶχε ποιῆσαι συνθήκας, πάλιν εἰς τὴν πονηρὰν αὑτοῦ ἁμαρτίαν εὑρίσκετο· καὶ ἦν ἰδεῖν τις τὴν γλυκυτάτην τοῦ Θεοῦ φιλανθρωπίαν καὶ ἄπειρον ἀγαθότητα ἀνεχομένην καθ’ ἑκάστην, καὶ ὑπομένουσαν τὴν ἀδιόρθωτον καὶ πονηρὰν παράβασιν καὶ ἀγνωμοσύνην τοῦ ἀδελφοῦ καὶ ἀπὸ πλήθους ἐλέους ζητοῦσαν αὐτοῦ τὴν μετάνοιαν καὶ τὴν ἀμεταστρεπτὶ ἐπιστροφήν· οὐ γὰρ χρόνον τοῦτο ἐποίησεν, ἢ δύο ἢ τρεῖς, ἀλλ’ ἐπὶ δέκα ἔτεσι, καὶ ἐπέκεινα.
Ἑρμηνεία
. Κάποιος ἀδελφός νικηθεὶς ἀπὸ τὸ πάθος τῆς πορνείας, ἐπετέλει καθημερινὰ τὴν ἁμαρτίαν. Ἀλλὰ καὶ καθ’ ἑκάστην ὅμως μὲ δάκρυα καὶ προσευχάς, προσέπιπτεν εἰς τὸν Δεσπότην καὶ Κύριον καὶ ἐλάμβανε παρ’ Αὐτοῦ συγγνώμην. Ἐνῷ δὲ εἶχε μετανοήσει, τὴν ἑπομένην ἡμέραν, ἐξαπατώμενος καὶ πάλιν ἀπὸ τὴν αἰσχρὰν συνήθειαν, ἐπετέλει τὴν ἁμαρτίαν.
. Ἔπειτα, μετὰ τὴν ἐκτέλεσιν τῆς ἁμαρτίας, μετέβαινεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, ὅπου ἔπιπτε πρὸ τῆς τιμίας καὶ σεβασμίας εἰκόνος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ μὲ πικρὰ δάκρυα ἐξωμολογεῖτο πρὸς τὸν Ἰησοῦν· «Κύριε ἐλέησόν με, καὶ σήκωσε ἀπ’ ἐπάνω μου τὸν φοβερὸν αὐτὸν πειρασμόν, διότι μὲ βασανίζει φοβερὰ καὶ μὲ τραυματίζει μὲ τὴν πικρίαν τῶν ἡδονῶν· δὲν ἔχω, Δέσποτά μου, καθαρὸν τὸ πρόσωπον πλέον, διὰ νὰ ἐνατενίσω εἰς τὴν εἰκόνα Σου καὶ νὰ ἰδῶ τὴν ἁγίαν Σου μορφήν, καὶ τὴν λαμπροτέραν ἀπὸ τὸν ἥλιον θέαν τοῦ προσώπου Σου, ὥστε νὰ γλυκανθῇ ἡ καρδία μου καὶ νὰ εὐχαριστηθῇ».
. Ἐνῶ δὲ ἀκόμη τὰ χείλη του ἐψιθύριζον τοὺς λόγους αὐτούς, μόλις ἐξήρχετο ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν, ἔπιπτεν ἐκ νέου εἰς τὸν βόρβορον.
. Παρ’ ὅλα αὐτὰ ὅμως δὲν ἀπηλπίζετο διὰ τὴν σωτηρίαν του, ἀλλ’ ἐπιστρέφων ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν, ἐφώναζεν, ἐντὸς τῆς ἐκκλησίας, τὰ ἴδια πρὸς τὸν φιλάνθρωπον Θεὸν καὶ Κύριον ἤ ἔλεγε τὰ ἑξῆς· «Κύριέ μου, σὲ ὁρίζω ἐγγυητὴν εἰς τὴν ὑπόσχεσίν μου, ὅτι ἀπὸ τώρα καὶ εἰς τὸ ἑξῆς δὲν θὰ διαπράξω ποτὲ πλέον αὐτὴν τὴν ἁμαρτίαν. Μόνον, ἀγαθὲ καὶ πολυεύσπλαγχνε Κύριε, συγχώρησον ὅσας ἁμαρτίας ἀπὸ τὴν ἀρχὴν μέχρις αὐτῆς τῆς στιγμῆς ἔχω διαπράξει».
. Μόλις δὲ ἔδιδεν αὐτὰς τὰς φοβερὰς ὑποσχέσεις, πάλιν εὑρίσκετο αἰχμάλωτος τῆς πονηρᾶς αὐτοῦ ἁμαρτίας. Καὶ ἤξιζε κανεὶς νὰ θαυμάσῃ τὴν γλυκυτάτην φιλανθρωπίαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἄπειρον ἀγαθότητα, μὲ τὴν ὁποίαν ἠνείχετο καθημερινῶς τὴν ἀδιόρθωτον καὶ πονηρὰν παράβασιν καὶ ἀγνωμοσύνην τοῦ ἀδελφοῦ! Πραγματικῶς ὁ Θεός, λόγῳ τοῦ πλήθους τοῦ ἐλέους Του, ἐπεζήτει ἐπιμόνως τὴν μετάνοιαν τοῦ ἁμαρτάνοντος ἐκείνου ἀδελφοῦ καὶ τὴν ἀμεταστρεπτον ἐπιστροφήν του. Διότι αὐτὸ συνέβαινεν ὄχι ἐπὶ ἕν ἢ δύο ἢ τρία ἔτη, ἀλλὰ πλέον τῶν δέκα ἐτῶν.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
«ΒΡΕΘΗΚΕ ΤΟ ΦΑΡΜΑΚΟ»
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ Uncategorized στὶς 9 Μάρτιος 2019
ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΝΟΙΑ
τοῦ Μητροπολ. Γόρτυνος καὶ Μεγαλοπόλεως Ἰερεμία
(Ἑβδομαδιαῖο φυλλάδιο, Ἀριθμ. 9)
Χριστιανοί μου,
. τί θά γίνει μέ τά ἁμαρτήματά μας, τά πολλά καί τά μεγάλα ἁμαρτήματά μας; Μέ αὐτά πού πράξαμε, ὅταν ἤμασταν μικροί καί μέ αὐτά πού πράξαμε, ὅταν μεγαλώσαμε; Ἀλλά καί γερνῶντας δέν λέμε νά ἀφήσουμε τήν βρώμικη ἁμαρτία!… Καί νά σκεφθεῖ κανείς ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι τό χειρότερο, γιατί μᾶς λερώνει τήν ὄμορφη ψυχή μας, γιατί μᾶς παίρνει τήν χαρά καί μᾶς μελαγχολεῖ καί τό χειρότερο, τό ὅτι μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Θεό. Ἔχω ὅμως νά σᾶς πῶ, ἀδελφοί, γιά νά χαρεῖτε, ὅτι βρέθηκε φάρμακο πού θεραπεύει τήν ψυχή πού ἁμάρτησε, πού τήν πλένει καί τήν καθαρίζει ἀπό τήν ἀσχήμια τῆς ἁμαρτίας. Καί αὐτό τό φάρμακο εἶναι τό ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ! Ναί! Ὁ σταυρικός θάνατος τοῦ Χριστοῦ ἦταν Θυσία γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας. «Τό Αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ καθαρίζει ἡμᾶς ἀπό πάσης ἁμαρτίας» (Α ́ Ἰωάν. α´7). Ὅ,τι καί νά κάναμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἄν δέν χυνόταν τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, δέν θά μπορούσαμε νά σβήσουμε κανένα ἁμάρτημά μας, οὔτε ἕνα μικρό ψεματάκι. Ξαναλέγω: «Τό Αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ καθαρίζει ἡμᾶς ἀπό πάσης ἁμαρτίας» !
. Ἀπό τήν πλευρά τήν δική μας, γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας, εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ΜΕΤΑΝΟΙΑ. «Μετάνοια» σημαίνει νά παραδεχθοῦμε ταπεινά ὅτι φταίξαμε γι ̓ αὐτό πού κάναμε, ὅτι εἴμαστε ἔνοχοι γι ̓ αὐτό, ὅτι δέν ἔπρεπε νά τό κάνουμε καί ὅτι, ἄν μᾶς τύχει πάλι παρόμοιος πειρασμός, δέν θά τό ξανακάνουμε. Ὅπως τό καταλαβαίνουμε θέλει ταπείνωση ἡ μετάνοια, γιατί ὁ ἐγωϊστής ἄνθρωπος δέν λέγει τό «ἥμαρτον». Ἀλλά μετάνοια, ἀδελφοί, δέν εἶναι ἕνα ἁπλό «ἐν τάξει, ἁμάρτησα», ἀλλά εἶναι ἕνα βαθύ πονετικό αἴσθημα γιά τό ὅτι παραβήκαμε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, γιά τό ὅτι ὁ Θεός εἶπε νά μήν τό κάνουμε αὐτό καί ἐμεῖς τό κάναμε καί ἔτσι ἐναντιωθήκαμε στό πανάγιο θέλημά Του!… Εἶναι φοβερό αὐτό!… Καί αὐτό τό αἴσθημα νά μᾶς κάνει νά χύνουμε δάκρυα, τά εὐλογημένα δάκρυα τῆς μετανοίας.
. Ἀλλά τέτοιου εἴδους μετάνοια, ὅπως τήν βλέπουμε στούς βίους τῶν ἁγίους, μετάνοια μέ στεναγμούς καί βογγητά, δέν ὑπάρχει ἤ σπάνια ὑπάρχει σέ μᾶς σήμερα. Καί λοιπόν, ἀδελφοί, τί θά γίνει; Χωρίς μετάνοια δέν θά σωθοῦμε. Ναί! Γιατί γιά τήν σωτηρία μας δέν φτάνει μόνο τό ὅτι σταυρώθηκε ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Εἶναι ἀπαραίτητη καί ἡ μετάνοιά μας. Ὅπως εἶπε κάποιος, σωστά καί πολύ ὡραῖα, τό σκληρό αὐτό πράγμα πού λέγεται «ἁμαρτία» σπάει μέ τό μῖγμα δύο σταγόνων. Ἡ μιά σταγόνα εἶναι τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἄλλη σταγόνα εἶναι τό δάκρυ τοῦ ἁμαρτωλοῦ!
. Ἀφοῦ, λοιπόν, εἶναι τόσο ἀπαραίτητη ἡ μετάνοια γιά τήν σωτηρία μας –καί ἡ σωτηρία μας εἶναι τό πᾶν –ἄς φροντίσουμε νά ἔχουμε μετάνοια, ἀλλά σωστή καί ἀληθινή μετάνοια. Μήν πλανευόμαστε καί φροντίζουμε γιά ἄλλα πράγματα καί ἀφήνουμε τό κύριο πράγμα, πού εἶναι ἡ μετάνοια γιά τά ἁμαρτήματά μας. Γιατί πολλοί χριστιανοί σήμερα παθαίνουν ὑπερκόπωση μέ τήν ἱεραποστολική τους δράση, μέ τίς προσκυνηματικές τους ἐκδρομές, μέ τήν ἐξάσκηση τῶν φιλανθρωπικῶν τους ἔργων, ἀλλά, ὅπως φαίνεται ἀπό τήν ἀπογοητευτική συμπεριφορά τους, δέν ξέρουν καθόλου τό μάθημα τῆς μετάνοιας. Καί φαίνονται ἀπό τήν ὅλη τους συμπεριφορά καί ἀπό τά λόγια τους ἀκόμη ὅτι δέν τό ξέρουν τό μάθημα αὐτό, ὅτι δέν ζοῦν δηλαδή τήν μετάνοια. Πρῶτα πρῶτα, αὐτός πού ζεῖ πραγματικά καί ὄχι ἐπιφανειακά τήν μετάνοια δέν κατηγορεῖ κανένα. Δέν τόν ἀφήνει ὁ πόνος γιά τά ἁμαρτήματά του νά κατηγορήσει ἄλλον. Αὐτός ἔπειτα πού ζεῖ σωστά τήν μετάνοια δέν μιλάει γιά τήν δράση του (!) διαφημίζοντάς την μάλιστα καί μέ ὀγκώδη βιβλία, στά ὁποῖα παρουσιάζει ἄπταιστο καί ἀκέραιο τόν ἑαυτό του. Καί γιά νά πῶ ἕνα τρίτο χαρακτηριστικό, αὐτός πού ζεῖ ἀληθινή μετάνοια καί κατηγορεῖ συνέχεια τόν ἑαυτό του γιά τίς πράξεις του, δέν ταράσσεται ὅταν τόν κατηγοροῦν οἱ ἄλλοι, ἔστω καί ἄν εἶναι ψέματα αὐτά γιά τά ὁποῖα τόν κατηγοροῦν. Γιατί λέει ὅτι, καί ἄν δέν εἶναι ἀλήθεια αὐτά πού λέγουν ἐναντίον μου, ὅμως ἔχω τόσα ἄλλα κρυφά μεγαλύτερα ἁμαρτήματα πού δέν τά γνωρίζουν. Καλά κάνουν καί μέ κατηγοροῦν. «Ἐν ἄλλοις πταίομεν καί ἐν ἄλλοις τιμωρούμεθα» !
. Ἀδελφοί Χριστιανοί!
. Ἄς παρακαλοῦμε τήν Κυρία Θεοτόκο νά μᾶς δώσει μετάνοια. Ὁπωσδήποτε πρέπει νά πᾶμε ὅλοι μας σέ ἕνα πνευματικό –καί σέ ἄγνωστο πνευματικό –γιά νά ἐξομολογηθοῦμε τά ἁμαρτήματά μας. Ὄχι γιά νά μᾶς διαβάσει μιά εὐχή, ἀλλά νά ἐξομολογηθοῦμε τά ἁμαρτήματά σας. Θά τιμωρηθοῦμε ὄχι γιατί ἁμαρτήσαμε, ἀλλά γιατί δέν μετανοήσαμε!…
Μέ πολλές εὐχές
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
ΠΗΓΗ: imgortmeg
ΗΘΙΚΗ ἢ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΖΩΗ;
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ στὶς 7 Μάρτιος 2019
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ-2 (Ἅγ. Νικόλ. Βελιμίροβιτς)
Ἀναρτήθηκε ἀπὸ τὸν/τὴν christian-vivliografia στὸ ΘΕΟΛΟΓΙΑ στὶς 24 Φεβρουάριος 2019