Ἰσλὰμ καὶ Δύση: οἱ δύο σκοτεινὲς καὶ ζοφώδεις συννεφίες
Γράφει ὁ Δημ. Νατσιός
Δάσκαλος – Κιλκίς
. «Λόγιασαι πὼς εὑρισκόμεθα ἡμεῖς οἱ τῆς ἀνατολικῆς ἐκκλησίας ὀρθόδοξοι, ὡσὰν νὰ ἤμεθα εἰς δύο μεγάλας συννεφίας καὶ ἀπὸ τὸ μέρος τῆς μεσημβρίας καὶ τῆς ἀνατολῆς νὰ εἶναι ἕνα μεγάλον σύννεφον, μαῦρον καὶ σκοτεινόν, ὡσὰν τὸ ψηλαφητὸν σκότος τῆς Αἰγύπτου, ἡ παντελὴς ἀσέβεια τοῦ Μωάμεθ, ὅπου περιέλαβε καὶ ἐσκέπασε σχεδὸν τὰ τρία μέρη τῆς γῆς καὶ τὰ ἐζόφωσε τελείως μὲ τὴν ἐσχάτην ἀσέβειαν». (Κων. Κούρκουλα, «Λεύκωμα τῶν Δασκάλων τοῦ Γένους», Ἀθήνα 1971, σελ. 33).
. Εἶναι λόγια τοῦ ἁγίου Δασκάλου τοῦ Γένους Ἀναστασίου Γορδίου (1654-1729). Ἂς παραθέσουμε ὅμως καὶ τὴν συνέχεια τοῦ κειμένου τὴν ἀναφορὰ τοῦ ἁγίου στὴν «ἄλλην ζοφερὰν συννεφίαν», τῆς Δύσεως αὐτὴ τὴ φορά.
. «Ἀπὸ δὲ τὸ μέρος τῆς Δύσεως νὰ εἶναι ἄλλο σύννεφον μεγάλον, νὰ φθάνη ἕως εἰς αὐτὸν τὸν αἰθέρα εἰς τὸ ὕψος καὶ εἰς τὸ πλάτος, νὰ σκεπάζη ὅλην τὴν Δύσιν καὶ τὸ ἥμισυ, τοῦ βορείου κλίματος, σκοτεινὸν καὶ αὐτὸ καὶ ζοφῶδες, ἔχον μέντοι ὀλίγην διαύγειαν, πάνυ ὁμιχλώδη, πολὺ τὸ πλάνον ἐμφερομένην. Αὔτη ἐστὶν ἡ τῶν λατίνων δοκοῦσα καὶ ὀνομαζομένη χριστιανοσύνη ἐμπεπλησμένη (=γεμάτη) δὲ οὖσα πάσης αἱρέσεως καὶ καινοτομίας καὶ σμίγμα πασῶν τῶν πάλαι αἱρέσεων… Πήγαινε εἰς τὴν Ἀνατολὴν καὶ νὰ ἰδῆς ὅτι δὲν θέλεις εὕρει νὰ ὀνομάζεται Χριστός, ὁπού εἶναι ὁ νοητὸς τῆς δικαιοσύνης ἥλιος, ἀλλ’ ὁ Μωάμεθ ὁπού εἶναι υἱὸς τοῦ ἀντιθέου σκότους, ὁ ὁποῖος ἐδίωξεν ἀπὸ ἐκεῖ τὸν Χριστόν, ὁμοὺ μὲ τὴν ἐκκλησίαν του, καὶ ἔμεινε ἡ ἀνατολὴ ὅλως διόλου σκότος ζοφερὸν καὶ ἐνάδιον (=ἐν+ἅδης). Ὕπαγε εἰς τὰ μέρη τῆς Δύσεως καὶ δὲν θέλεις εὕρει καὶ ἐκεῖ τὸν Χριστόν, διότι τὸν ἐδίωξεν ὁ Πάπας. Καὶ λόγῳ μὲν λέγουν οἱ λατίνοι πὼς πιστεύουν τὸν Χριστόν, ἔργῳ δὲ πιστεύουν καὶ τιμοῦν τὸν πάπα τους ὑπὲρ τὸν Χριστὸν καὶ δὲν κάμνουν κανένα ἀπὸ ἐκεῖνα, ὁπού λέγει ὁ Χριστός, ἀλλ’ ὅλως διόλου», (σ.σ. «ὅλως διαόλου» ἔλεγε ὁ Μακρυγιάννης μὲ τὴν ἀγράμματη εὐθυβολία του) -«ἐκεῖνα ὁπού ἐνομοθέτησεν ὁ πάπας. Καὶ ὁ Χριστὸς εἰς τοιούτους προσκυνητὰς δὲν ἀναπαύεται…».
. Ἔτσι ὁμιλοῦν οἱ ἅγιοι καὶ οἱ ὁμολογητὲς τῆς πίστεως. Χωρὶς ἁβροφροσύνες καὶ ψευδοαγάπες στοὺς «ἀδελφούς» τους, τοὺς «πεφιλημένους» αἱρεσιάρχες. Τὴν ἴδια ἀφτιασίδωτη καὶ χωρὶς «γλυκατζοῦρες» καὶ ἐμετώδη καρυκεύματα, γλῶσσα, χρησιμοποιοῦσαν καὶ γιὰ τὸ «ζοφερὸν καὶ ἐνάδιον» Ἰσλάμ. Οὔτε μετριοπαθές, ὑπομετριοπαθὲς καὶ λοιπὲς πονηρολογίες χρησιμοποιοῦν, γιὰ νὰ καλύψουν τὸν φόβο καὶ τὴν δουλοπρέπειά τους.
. «Ὅστις δὲ ἑτέρους δέδοικεν δοῦλος ὧν λέληθεν», ὅποιος φοβᾶται τοὺς ἄλλους, καταντᾶ «ἀνεπαισθήτως» -τοῦ γίνεται συνήθεια- δοῦλος τους, ἐπιμαρτυρεῖ καὶ ὁ προγονικὸς λόγος, διὰ στόματος Ἀντισθένους.
. Ζοῦμε τὴν ἀπόλυτη παράνοια. Ἡ δυτικὴ «ζοφώδης συννεφία», τὰ ὑπερφίαλα παπικὰ καὶ προτεσταντικὰ κατακάθια, χρησιμοποιώντας, τὸ κρατίδιο γελωτοποιῶν, τὰ Σκόπια, στήνουν τεῖχος, γιὰ νὰ ἐγκλωβίσουν τοὺς μουσουλμάνους στὴν πατρίδα μας.
. Στὴν ἀνατολή, ἡ ἄλλη ζοφερὰ συννεφία, τὸ κράτος-συμμορία, ἐκβιάζει, ἀπειλεῖ, δολοφονεῖ, γιὰ νὰ κερδίσει… τί ἄλλο; Ἄσπρα, πουγκιὰ εὐρωπαϊκά.
. Ἂς τὸ καταλάβουμε: εἴμαστε σὲ κατάσταση πολιορκίας.
«Ἀραπιᾶς ἄτι, Γάλλου νοῦς, Βόλι Τουρκιᾶς, τόπ’ Ἄγγλου! / Πέλαγο μέγα πολεμᾶ, βαρεῖ τὸ καλυβάκι». Καὶ πάλι τὸ Μεσολόγγι χτυπιέται. Ὁ χρεωκοπημένος πνευματικὰ νοῦς τῶν Φράγκων καὶ τὰ βόλια τῆς λυσσασμένης Τουρκιᾶς, βαροῦν τὸ ἔνδοξο – πάλαι ποτὲ – καλυβάκι.
. Ποιά εἶναι ἡ λύση. Ἡ ἔξοδος ἀπὸ τὴν Εὐρώπη.
. «Φεύγετε ὅσον δύνασθε τὴν Εὐρώπην. Καὶ ἀκόμη καὶ ἐκείνους ὁπού ἔρχονται ἀπὸ τὴν Εὐρώπην. Ὅτι οἱ λόγοι τους ρέουσι ἀπὸ τὰ χείλη τους γλυκύτεροι ἀπὸ τὸ μέλι. Μὰ ἀλοίμονον, αὐτοὶ ἀπαραλλάκτως εἶναι ἐκεῖνοι διὰ τοὺς ὁποίους ὁ προφήτης λέγει τάδε: ὅτι οὐκ ἔστιν ἐν τῷ στόματι αὐτῶν ἀλήθεια, ἡ καρδία αὐτῶν ματαία. Ἐγὼ κατὰ ἀλήθειαν φρίττω καὶ ἀμηχανῶ, ὅταν ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος στοχάζομαι τὴν σημερινὴν κατάστασιν τῆς Εὐρώπης, καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος βλέπω τούτους τοὺς ἡμετέρους, ὁπού ἔτσι ἀκρατῶς φέρονται εἰς τὴν ἀπόλαυσιν τῶν δῆθεν καλῶν αὐτῆς. Οἱ μὲν γὰρ ἐμπορίας χάριν, οἱ δὲ φιλοσοφίας, ἐκεῖ τρέχουσι. Φρίττω λέγω καὶ ἀπορῶ». (ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος). [π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, «Τουρκοκρατία», σελ. 246, ἐκδ. «Ἀκρίτας»].
. Φτάνει πιὰ μὲ τὶς τσιρίδες τῶν δειλῶν Γραικύλων. Ἂς ἀκούσουμε τί μᾶς λένε οἱ ἅγιοι καὶ οἱ δάσκαλοι τοῦ Γένους. Τὸ ἡμέτερο πνευματικὸ κηφηναριό, προδίδει καθημερινῶς τὴν πατρίδα. Οἱ κομματικὲς μετριότητες δὲν μποροῦν νὰ βαστάξουν τὸ βάρος τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Εἶναι νάνοι μὲ πήλινα πόδια. Καὶ οἱ δύο ζοφερὲς συννεφίες, Δύσης καὶ Ἀνατολῆς, γνωρίζουν ὅτι ἀπευθύνονται σὲ τετρομαγμένες ἀσημαντότητες. Γι’ αὐτὸ μᾶς ποδοπατοῦν. «Ἡ πολυτέλεια καὶ ἡ διαφθορά τους… παύουν τὸ αἴσθημα τοῦ πατριωτισμοῦ καὶ τὸν ὑπὲρ τοῦ κοινοῦ συμφέροντος ζῆλον καὶ φέρουν ἀναποφεύκτως …τὴν ἰδιοτέλειαν καὶ (καθιστοῦν τοὺς πολιτικοὺς) ἐπιρρεπεῖς εἰς τὰς κοινὰς προδοσίας». (Κ. Φλαμιάτος, «Ἡ προδομένη παράδοση», σελ. 15, ἐκδ. «Τῆνος»).
. Ἀλλὰ καὶ ἐμεῖς, ὁ λαός, σαπίσαμε πάνω στὸ κλαδὶ ποὺ καθόμαστε καὶ τὸ ροκανίζουμε. Ὅταν πέσει θὰ γκρεμιστοῦμε ὅλοι μας.
. Θὰ τελειώσω μὲ ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ μία ἐπιστολὴ τοῦ Μακρυγιάννη, ποὺ δημοσιεύτηκε στὴν ἐφημερίδα «Φίλος τοῦ Νόμου» στὶς 20 Ἀπριλίου 1844, πρὶν ἀπὸ 172 χρόνια ἀκριβῶς. (Δὲν εἶναι στὴν γλῶσσα του, ἀλλὰ τὴν ὑπαγόρευσε σὲ καλαμαρά, γραμματικό). Τὸ παραθέτω: «Ὅταν τὰ ἔθνη δοξάζωσι τὸν Θεόν, σέβωνται τὴν θρησκείαν των καὶ ἀγαπῶσι τὴν πατρίδα των, τότε καὶ ὁ Θεὸς λαμπρύνει αὐτὰ καὶ τὰ ἀποκαθιστᾶ εὐτυχῆ. Ὅταν ἐξεναντίας λησμονῶσι τὸν Θεόν, λησμονεῖ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὰ καὶ τὰ καταβασανίζει. Παρόμοιον συνέβη καὶ εἰς ἡμᾶς, οἵτινες ἐστενάζαμεν τόσους αἰῶνας ὑπὸ τὴν τυραννίαν τῶν Τούρκων. Μολοντοῦτο, ὅταν ἡμεῖς ἐπεκαλέσθημεν ἀπὸ καρδίας τὴν θείαν ἀντίληψιν, ἀνυψώσαμεν τὴν σημαίαν τοῦ σταυροῦ, καὶ συνωμολογήσαμεν τὸ κοινὸν σύνθημα, ἢ ἐλευθερία ἢ θάνατος, καὶ ἐζητήσαμεν τὴν συνδρομὴν τῶν δυνατῶν καὶ φιλανθρώπων εὐεργετῶν μας, ἀπεκατέστημεν ἐλεύθεροι, ἔχοντες πατρίδα καὶ βασιλέα ἀνεξάρτητον. Ἀλλ’ ἐν τοσούτῳ δὲν ἀπέρασεν ὀλίγος καιρός, πάλιν ἐλησμονήσαμεν τὸν σωτήρα καὶ λυτρωτήν μας Θεόν, τοὺς ἀγῶνας καὶ θυσίας μας, τὰ αἵματα τῶν συναδέλφων μας, οἱ ὁποῖοι ἀπέθανον ἐνδόξως διὰ τὴν ἐλευθερίαν μας, καὶ πρῶτον ἀπ’ ὅλα καταφρονοῦμεν τὴν θρησκείαν μας, διαλύομεν τοὺς ἱεροὺς ναούς μας καὶ μὲ μεγάλην προθυμίαν ἐγκολπώθημεν τὸν λεγόμενον ἐξευγενισμὸν τῆς πλουσίας καὶ φωτισμένης Εὐρώπης, ἐκ τούτου ἡ σπατάλη τόσων ἑκατομμυρίων δραχμῶν, τὰ ὁποῖα ἦσαν προωρισμένα διὰ τὴν καλλιέργειαν τῆς γῆς μας, ἡ ὁποία ἐχερσώθη, διὰ τὸ νενεκρωμένον ἐμπόριόν μας, διὰ τὴν βιομηχανίαν μας καὶ διὰ τὸν φωτισμὸν τῆς ἑλληνικῆς νεολαίας. Καὶ τέλος πάντων εἰσεχώρησαν εἰς ἡμᾶς τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀπόρους αὕτη ἡ ὀλεθρία πολυτέλεια, ἤτις κατέφαγε καὶ τὰ μικρὰ ἐκεῖνα λείψανα, τὰ ὁποῖα ἡ ἐπανάστασις μᾶς ἄφησε, κατηντήσαμεν νὰ γίνωμεν χαμερπεῖς, κόλακες καὶ ἐν γένει ποταποὶ πολίται, νὰ διαβάλλωμεν τὸν συνάδελφόν μας, νὰ τὸν συκοφαντῶμεν, συσταίνοντες μὲ τὸν ἄτιμον τοῦτον τρόπον τὸν ἑαυτόν μας καὶ τοὺς συντρόφους μας. Λαμβάνομεν καὶ καμμίαν δημοσίαν θέσιν, προσπαθοῦμεν ὄχι πῶς νὰ ἐνεργήσωμεν εἰς τὴν εὐτυχίαν τῆς μὲ τὰ αἵματά μας ζυμωμένης πατρίδος μας, ἀλλὰ πῶς νὰ ὠφεληθῶμεν ἀπὸ τὴν περίστασιν αὐτήν, πῶς νὰ ὠφελήσωμεν ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι μᾶς κολακεύουν…». (Κ. Σαρδελῆ, «Ἡ προδομένη παράδοση», σελ. 219, ἐκδ. «Τῆνος»).
Ἰσλάμ, Δύση, Δημ. Νατσιός, Μακρυγιάννης
ΕΡΧΕΤΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ;
Πρωτοπρ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός,
Ὁμότιμος Καθηγητής Παν/μίου Ἀθηνῶν
ἐφημ. «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ», 26.05.2015
. Τό 1983 μιά ἐπιφυλλίδα τοῦ διακεκριμένου Διανοουμένου, Καθηγητῆ Χρήστου Γιανναρᾶ, στήν ἐφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» προκάλεσε τόν κύκλο τῶν Εὐρωπαϊστῶν μας, αἰφνιδιάζοντας συνάμα καί τήν ὑπνώττουσα ἀστοχριστιανική συνείδηση τῶν συντηρητικῶν «ἐθνικιστῶν» Χριστιανῶν. Ὁ τίτλος ἦταν: «Finis Graeciae;» (Τό τέλος τῆς Ἑλλάδος;). Προκλήθηκε θόρυβος καί ἔντονες ἀντιδράσεις. Γιατί; Στίς 28 Μαρτίου 1979 εἶχε ὑπογραφεῖ ἡ ἔνταξή μας στήν Ἑνωμένη Εὐρώπη, καί δέν εἶχαν ἀκόμη κοπάσει οἱ πανηγυρισμοί τῶν πάντα ἀνυποψίαστων εὐρωπαϊστῶν μας.
. Ὁ Χρῆστος Γιανναρᾶς ἀνῆκε στήν ὁμάδα ἐκείνων, πού μόνιμα ἀντιμετωπίζουμε κριτικά τήν ἀπόφαση αὐτή καί χαρακτηριστήκαμε ἀπό τόν μαρξιστή κ. Γιάννη Μηλιό τοῦ «Ὁδηγητῆ» καί τόν ἀκροδεξιό Θεολόγο Καθηγητή Παναγιώτη Χρήστου, «Νεοορθόδοξοι». Ἀνάμεσά τους ὁ μακαρίτης Κωστῆς Μοσκώφ, ὁ Κώστας Ζουράρης καί πολλοί ἂλλοι, μέχρι τούς σεβαστούς ἁγιορεῖτες π . Γεώργιο Καψάνη καί π. Βασίλειο Γοντικάκη. Ὃλοι ἐκεῖνοι, δηλαδή, πού λάβαμε μέρος στόν χριστιανομαρξιστικό Διάλογο καί ἀντιμετωπισθήκαμε μέ καχυποψία ἀπό τά ἀσύμπτωτα μεταξύ τους ἂκρα τοῦ ἰδεολογικοῦ μας φάσματος. Ἡ ἔνταξη τῆς Χώρας μας στήν Εὐρωπαϊκή Ἓνωση εἶναι ἡ ὁλοκλήρωση μιᾶς μακρόσυρτης διαδικασίας, πού ἀρχίζει μετά τό σχίσμα (9ος-11ος αἰ.) Ἡ Πανευρώπη ὑπό τήν φραγκική ἡγεσία, ἦταν τό μόνιμο ὂνειρο τῶν Ἑνωτικῶν (δυτικιζόντων τότε καί εὐρωπαϊστῶν σήμερα). Πρόκειται γιά τούς Διανοουμένους καί Πολιτικούς, πού συγκροτοῦν τήν «δυτική παράταξη» (μή λησμονοῦμε, ὃτι καί ὁ μαρξιστικός κομμουνισμός τῆς Σοβιετικῆς Ἓνωσης «Εὐρώπη» εἶναι). Ἀπέναντί της εἶναι ἡ «ἀνατολική παράταξη», τῶν πατερικά Ὀρθοδόξων ἀπό τόν Κλῆρο καί τόν Λαό μας.
1. Πατέρας τῆς σημερινῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης, πού ἀποτελεῖ ὀργανική συνιστῶσα τῆς Νέας Τάξης, τῆς Παγκοσμιοποίησης καί τῆς Νέας Ἐποχῆς, εἶναι ὁ Καρλομάγνος (768-814), ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός τοῦ ‘Ορθοδόξου Ἑλληνισμοῦ,τῆς Ρωμηοσύνης. Γι’ αὐτό ἡ Ἑνωμένη Εὐρώπη ἀμείβει μέ τό βραβεῖο «Καρλομάγνου» τούς πρωτεργάτες καί τά διακεκριμένα ὂργανά της, μέ πρόσφατο ἐκπρόσωπο τῆς ὁμάδας αὐτῆς τόν «φίλτατο» στούς Ἓλληνες Schäuble. Μέ τόν Καρλομάγνο καί τούς Φράγκους του καθιερώνεται ἀπό τόν 8ο-9ο αἰώνα τό ἂσβεστο μίσος τῆς Εὐρώπης ἀπέναντι στόν Ἑλληνισμό καί τήν Ὀρθοδοξία, λόγω τῆς σχέσης της μέ τήν ἑλληνικότητα, πού φανερώνεται σέ κάθε ἱστορική στιγμή, πού ἡ Δύση , στό σύνολό της, παίρνει θέση ἀπέναντι στήν «Καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή». Ὁ στόχος τῆς ἑτερόδοξης Δύσεως δέν εἶναι ἂλλος ἀπό τήν καθολική ἅλωση τῆς Ὀρθοδοξίας, κυρίως τήν πνευματική, καί τήν οὐνιτικοποίηση –δηλαδή τήν ἀλλοτρίωση- τῆς ὀρθόδοξης Ἑλληνικότητας, τῆς Ρωμηοσύνης.
. Κορυφαία στιγμή στήν προσπάθεια τῆς Εὐρώπης νά ἁλώσει καί ὑποτάξει τήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή, ἦταν ἡ ἅλωση τῆς Πόλης ἀπό τούς Φράγκους Σταυροφόρους, τό 1204 (12/13 Ἀπριλίου) καί ἡ διάλυση τῆς αὐτοκρατορίας μας. Ὁ φραγκικός κόσμος μετά τό σχίσμα (1054) καί ἡ κορυφή του ὁ Πάπας, ζοῦσαν μέ ἓναν ἀνομολόγητο πόθο, τήν ὑποταγή τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς. Οἱ σταυροφορίες, ὃπως ἀποδείχθηκε, εἶχαν αὐτό ὡς κύριο στόχο. Ἱστορικοί, ὃπως ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν (Οἱ σταυροφορίες …) καί ὁ Ernle Bradford (Ἡ προδοσία τοῦ 1204, στά γερμανικά), μεταξύ ἂλλων, ἐφώτισαν ἐπαρκῶς τό θέμα.
. Ἡ πρώτη ἅλωση τῆς Πόλης (1204) ἀνοίγει τόν δρόμο γιά τήν ἅλωση τοῦ 1453. Ὑπάρχει μάλιστα, γενετική σχέση μεταξύ τῶν δύο ἁλώσεων. Ἀπό τό 1204 ἡ Πόλη καί σύνολη ἡ αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης, ἡ Ρωμανία, ὃπως εἶναι τό ἀληθινό ἀπό τόν 4ο αἰώνα ὂνομά της, δέν μπόρεσε νά ξαναβρεῖ τήν πρώτη της δύναμη. Τό φραγκικό κτύπημα ἦταν τόσο δυνατό, ὣστε ἔκτοτε ἡ Νέα Ρώμη-Κωνσταντινούπολη ἦταν «μία πόλη καταδικασμένη νά χαθεῖ» (Ἑλένη Γλύκατζη-Ἀρβελέρ). Ἀπό τό 1204 μέχρι τό 1453 ἡ αὐτοκρατορία μας διανύει περίοδο πολιτικῆς παρακμῆς καί πτωτική πορεία.
2. Οἱ ἐξελίξεις στό ἐσωτερικό τῆς συρρικνωμένης πιά αὐτοκρατορίας ὁδήγησαν στήν ἀποδυνάμωση καί βαθμιαία ἀποσύνθεσή της: ἐμφύλιοι πόλεμοι τοῦ 14ου αἰῶνος, διείσδυση τῶν Ὀθωμανῶν ὡς μισθοφόρων στήν ζωή της καί ἐπεκτατική πορεία τους στήν Χερσόνησο τοῦ Αἳμου (ἀπ τό 1354)΄ πολιτική καί οἰκονομική διάλυση΄ δημογραφική συρρίκνωση΄ ἂστοργη καί ἀφιλάνθρωπη πολιτική τῶν αὐτοκρατόρων΄ δυσβάστακτη φορολόγηση (δημιουργία οἰκονομικῆς ὀλιγαρχίας εἰς βάρος τῶν μικροκαλλιεργητῶν) καί κυρίως θεολογικές-πνευματικές καί ἂλλες ἰδεολογικές ἀντιθέσεις ( Ἑνωτικοί-Ἀνθενωτικοί ) τό τραγικότερο ρῆγμα στό σῶμα τοῦ Ἔθνους.
. Ἑνωτικοί καί Ἀνθενωτικοί ὀδηγήθηκαν σέ σύγκρουση ὁριακή. Οἱ πρῶτοι ἀναζητοῦσαν στηρίγματα γιά τό κλονιζόμενο Γένος πρός δύο κατευθύνσεις: στήν κλασική ἀρχαιότητα, μέ ἂρνηση τῆς προτεραιότητας τῆς Ὀρθοδοξίας, καί στή Δύση, μέ τήν ὁποία συγγένευαν λόγῳ τῆς κοινῆς ἰδεολογίας καί νοοτροπίας. Οἱ δεύτεροι (Κλῆρος, Μοναχοί, εὐρύ λαϊκό στρῶμα) -ὂχι λιγότερο Ἓλληνες ἀπό τούς πρώτους –διατηροῦσαν τήν ἱστορικά ἑδραιωμένη (καί μάλιστα μετά τό 1204) δυσπιστία πρός τήν Δύση, διότι γνώριζαν καλά τήν θεολογική, ἐκκλησιολογική καί κοινωνική ἀλλοτρίωσή της (ρατσιστική φεουδαρχία), προτάσσοντας σέ κάθε ἑνωτική προσπάθεια τήν Ὀρθοδοξία ὡς ἀληθινή πίστη καί τήν σωτηριολογική της σημασία. Ἦταν μιά κατάσταση μέ πολλές ἀναλογίες μέ τήν σημερινή.
. Λίγο πρίν τήν Ἅλωση ὁ πρῶτος Γενάρχης μας, μετά τό 1453, καί Οἰκουμενικός Πατριάρχης Γεννάδιος (Σχολάριος, +1472) ἔλεγε τό περίφημο ἐκεῖνο: «Ὦ ἀνόητοι Ρωμαῖοι…» (Ρωμηοί δηλαδή), ἐλέγχοντας τήν ἀφελῆ προσδοκία βοήθειας ἀπό μιά Δύση, πού εἶχε μάθει πιά ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Καρλομάγνου (8ος-9ος αἰ.) νά μισεῖ θανάσιμα τήν Ὀρθόδοξη Ἑλληνική Ἀνατολή (Γραικία). Ἡ στάση τῶν Ἀνθενωτικῶν ἦταν ρεαλιστική, διότι καί ἂν ἀκόμη ἀποκρούονταν οἱ Ὀθωμανοί, τό ἐξασθενημένο «Βυζάντιο» θά ἐπιβίωνε μέν, ἀλλά κατά πᾶσαν πιθανότητα θά εἶχε ἢδη μεταβληθεῖ σέ ἐξίσου ἀξιοθρήνητο δυτικό προτεκτοράτο.
3. Ὡστόσο οἱ δύο φοβερές αὐτές Ἁλώσεις δέν σήμαναν γιά τό Γένος μας ὁλοσχερή πτώση καί ἀφανισμό ἀπό τήν ἱστορική σκηνή, οὒτε ἐνόθευσαν τήν ταυτότητά μας, τήν Ἑλληνορθοδοξία. Ἡ ἐμμονή στήν ὀρθόδοξη παράδοση καί μέσω αὐτῆς καί στήν ἑλληνικότητα, διατήρησε τό Γένος ἑνωμένο μέ τίς ζωτικές πηγές του.Ὃπως δέ ἔχει ἐπισημανθεῖ πολύ ὀρθά, ἐνῶ πολιτικά μετά τό 1204 ἡ αὐτοκρατορία φθίνει καί καταντᾶ σκιά τοῦ ἑαυτοῦ της, πνευματικά σημειώνει μεγάλη ἀκμή καί κορύφωση τῆς ἁγιοπατερικῆς παραδόσεως (ἡσυχαστική κίνηση), πού ζωογονοῦσε τό Γένος καί ἐνίσχυε τίς πνευματικές του ἀντιστάσεις. Ὁμεγάλος Βέλγος ἁγιολόγος François Halkin, ὁμιλεῖ γιά τήν «Διεθνῆ τοῦ Ἡσυχασμοῦ» (Internationale des Hesychasmus), πού ἓνωνε ὃλες τίς ὀρθόδοξες Λαότητες. Μετά μάλιστα τήν β’ ἅλωση ἀπό τήν καλπάζουσα δύναμη τῶν Ὀθωμανῶν Τούρκων ἡ ἀλήθεια αὐτῆς τῆς διαπίστωσης φαίνεται ἀκόμη καθαρότερα.
. Ἡ ἐπιβίωση τοῦ Γένους μας ἦταν τό θαῦμα τοῦ ἑλληνορθόδοξου ψυχισμοῦ. Μέ τή δεύτερη ἅλωση ἀρχίζει γιά τό Γένος περίοδος μακρᾶς δοκιμασίας. Ἂν οἱ ψυχικές καί πνευματικές δυνάμεις του δέν ἦταν ἀκμαῖες, εἶναι ἀμφίβολο ἂν θά μποροῦσε τό Γένος νά ξεπεράσει τίς συνέπειες τῆς Πτώσης, ὃπως συνέβη μέ ἂλλους Λαούς στήν Ἱστορία. Ὃ,τι εἶχε συμβεῖ ἢδη μέ τίς ἑλληνικές πόλεις-κράτη, ὃταν ὐποτάχθηκαν στήν Ρώμη, ἐπανελήφθη καί μετά τό 1453. Ἡ Πόλη ἔπεσε, ἀλλ’ ἡ Ρωμανία/Βυζάντιο δέν χάθηκε. Ὁ ρωμαίικος βίος καί πολιτισμός συνέχισαν νά ζοῦν μέ ἓνα τρόπο ὑπάρξεως λιγότερο μέν φαντασμαγορικό, ἀλλ’ ἐξ ἲσου ρωμαλέο καί δημιουργικό. Ὁ ἔγκριτος ἱστορικός μας, ἀείμνηστος Καθηγητής, Ἀπόστολος Βακαλόπουλος, παρατηρεῖ ὃτι στήν διάρκεια τῆς δουλείας ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη «ἦταν κάτι παραπάνω ἀπό θρησκευτικό δόγμα. Ἦταν τό πνευματικό πλαίσιο, μέσα στό ὁποῖο ἐκφραζόταν ἡ ἐθνική (τους) συνείδηση, ὁλόκληρος ὁ κόσμος τους, πού ἔκλεινε μέσα του τό ἔνδοξον παρελθόν καί τίς ἐλπίδες ἀπολυτρώσεως». Ἀλλά καί ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας ἐθεμελίωσε τήν ἳδρυση τῦ Κράτους μας στήν ἰδέα, ὃτι «ἡ χριστιανική θρησκεία ἐσυντήρησεν εἰς τούς Ἓλληνας καί γλῶσσαν καί πατρίδα καί ἀρχαίας ἐνδόξους ἀναμνήσεις, καί ἐξαναχάρισεν εἰς αὐτούς τήν πολιτικήν ὓπαρξιν, τῆς ὁποίας εἶναι στῦλος καί ἑδραίωμα» (πρβλ. Α΄ Τιμ. 3,15). Γι’αὐτό ἀκριβῶς ἔπρεπε νά «φύγει», διότι συνέδεε τό Ἔθνος μας μέ τίς ζωτικές Πηγές του!
4. Τό Γένος μας, μέσα στό πλαίσιο τοῦ ἐθναρχικοῦ-ἐκκλησιαστικοῦ χώρου –παρά τίς ὁποιεσδήποτε ἐλεγχόμενες συμπεριφορές, πού ποτέ δέν λείπουν σέ κάθε θεσμικό χῶρο- πέτυχε τήν ἱστορική συνέχειά του, τήν διάσωση δηλαδή τῶν συστατικῶν τῆς ταυτότητας καί ἰδιοπροσωπίας του.
. Ὁ θεσμός τῆς Ἐθναρχίας ἀποδείχθηκε γιά τό Γένος εὐεργετική συμβάλλοντας στήν ἐπιβίωση καί ἱστορική συνέχειά του. Ἀπό ἂποψη ἐδαφική, ἡ Ὀθωμανική αὐτοκρατορία συνέχιζε τήν Χριστιανική. Πνευματικά ὃμως καί πολιτιστικά, ἀλλά καί πολιτικά, τήν συνέχισε ἡ Ἐθναρχία. Μέ τήν πολιτική ὀργάνωση τῆς Ἐκκλησίας διαμορφώθηκε βαθμιαῖα τό νέο καθεστώς τῆς «Χριστιανικῆς ’Ανατολῆς», τό «Ὀρθόδοξο Ἐκκλησιαστικό Κράτος τοῦ Χριστιανικοῦ Ἔθνους» (Διονύσιος Ζακυθηνός), στήν κυριολεξία τό «Βυζάντιο μετά τό Βυζάντιο» (Ν. Γιόργκα). Ἡ συσπείρωση τοῦ Γένους στό φυσικό του ἀπό αἰώνων σῶμα, τό ἐκκλησιαστικό, πέτυχε τήν διάσωση τῶν δυνάμεών του. Ὁ δέ Ἑλληνισμός, τό βασικό στοιχεῖο τοῦ ρωμαίικου μιλλετιοῦ, ἔμεινε συμπαγές καί ἰδιαίτερο σῶμα, σέ μιά ὑπερεθνική ἑνότητα μέ τίς ἂλλες ἐθνότητες-λαότητες τῆς Βαλκανικῆς, οἱ ὁποῖες μέσα στήν ἐθναρχία ξεπέρασαν τήν μετά τό 1204 κατάτμησή τους.
. Ἡ Ἐθναρχία ἔδωσε στή Ρωμηοσύνη μεγαλύτερη ἑνότητα καί συνοχή. Καί αὐτοί οἱ ἀμείλικτοι ἐχθροί της, οἱ Φράγκοι, θά τήν βλέπουν συνεχῶς ζωντανή καί γι’ αὐτό ἐπικίνδυνη, ἐμποδίζοντας μέ κάθε τρόπο τήν ἀντίστασή της. Ἔτσι τό Γένος, ὣς τήν ἳδρυση τοῦ πρώτου ἡμιαυτόνομου ἑλληνικοῦ κράτους (Ἑπτανησιακή Πολιτεία, 1800) θά μείνει μέν χωρίς πρωτογενῆ πολιτική ἐξουσία, μέσω ὃμως τῆς Ἐθναρχίας θά συνεχίσει νά ὑπάρχει ὡς συντεταγμένη κοινωνία, μέ συνείδηση τῆς ταυτότητἀς της, τῆς ἑνότητας καί ἰδιαιτερότητά της. Τό ἐκκλησιαστικό σῶμα θά εἶναι ὁ χῶρος ἀνάπτυξης σύνολης τῆς ζωῆς τοῦ Γένους, διασώζοντας τήν θρησκευτική καί ἐθνική παράδοση, τήν γλώσσα καί τήν κοινωνικοπολιτική ὀργάνωσή του, τήν συλλογική ἐμπειρία του στόν χῶρο τῆς καθημερινῆς πράξης.
α΄) Ἡ λατρεία, μόνιμος βιοτικός χῶρος γιά τόν Ἓλληνα-Ρωμηό, διέσωσε τό ὀρθόδοξο ἦθος ὡς καθολική στάση ζωῆς. Ὃταν μιλοῦμε γιά «κιβωτό τοῦ Γένους/Ἔθνους», ἐννοοῦμε κυρίως τήν λατρεία, τήν συνεχῆ παροντοποίηση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος στό «ἐδῶ καί τώρα» τῆς ἱστορίας. Ἡ πίστη καί ἡ γλώσσα διαφοροποιοῦσαν τόν Ἓλληνα καί τούς ἂλλους Ρωμηούς ἀπό τόν κατακτητή. Ἡ Ὀρθοδοξία λειτουργοῦσε ὡς «κάτι παραπάνω ἀπό θρησκευτικό δόγμα». Ἦταν τό πνευματικό πλαίσιο, μέσα στό ὁποῖο ἐκφραζόταν ἡ ἐθνική συνείδηση, ἐπιτυγχάνοντας τήν ἀδιάκοπη πραγμάτωσή της.
. Ἡ ἐνοριακή σύναξη, ἡ μόνη λαοσύναξη πού δέν διακόπηκε ποτέ, μαζί μέ τό μοναστήρι, ἔμειναν τό ἀμετακίνητο κέντρο τῆς πνευματικῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς. Τά μοναστήρια, ἰδιαίτερα, θά λειτουργοῦν ὡς χῶροι πνευματικοῦ καί συνειδησιακοῦ ἀναβαπτισμοῦ, τόποι καταφυγῆς καί προστασίας τῶν διωκομένων καί κέντρα παιδείας καί ἀνανεώσεως.
β) Ἡ Ἐθναρχία ἔγινε χῶρος διασώσεως καί ἀναπτύξεως καί τῆς πολιτικῆς ὓπαρξης τοῦ Γένους, ὂχι μόνο μέ τούς ἀξιωματούχους της (Φαναριῶτες), τούς ἀνωτάτους κρατικούς ὑπαλλήλους {διερμηνεῖς, δραγομάνους τοῦ στόλου, ἡγεμόνες τῶν παραδουνάβιων περιοχῶν}, ἀλλά πρό πάντων στό χῶρο τῆς μικροκοινωνίας, τῆς Κοινότητας. Στόν θεσμό τῶν Κοινοτήτων βρῆκε τό ρωμαίικο μιλλέτι τήν πολιτική πραγμάτωσή του καί τήν ἱστορική συνέχειά του στόν κοινωνικό χῶρο. Ὁ κοινοτισμός, μέ θεμέλια ὂχι «ὀρθολογικά» καί οἰκονομικά, ἀλλά πνευματικά (τό φιλάδελφον καί φιλάνθρωπον), ἔγινε τρόπος κοινωνικοπολιτικῆς ὑπάρξεως τοῦ Γένους, μέ κέντρο τόν Ναό γιά ὃλες τίς σωματειακές συσπειρώσεις καί συσσωματώσεις (συντεχνίες), πού ἀκόμη καί τήν ἐπαχθῆ ὀθωμανική φορολογία μπόρεσε νά μεταμορφώσει σέ «ἲση κατανομή τῆς φτώχειας» (Νικ. Σβορῶνος). Ἡ Ἐθναρχία ὃμως μέσω τῆς Κοινότητας, ἔσωσε καί τήν ἑλληνορθόδοξη παιδεία.
γ) Ὁ ὑπόδουλος Ἐλληνισμός δέν βυθίστηκε ποτέ σέ πνευματική νάρκωση ἢ ἀδράνεια. Ὁ λόγος γιά τό «πνευματικό σκοτάδι» τῆς δουλείας ἀληθεύει μόνο γιά τό πλατύ στρῶμα τοῦ Λαοῦ, πού δέν εἶχε τήν δυνατότητα ἀρχικά τοὐλάχιστον, σχολικῆς παιδείας . Μιλώντας ὃμως γιά ἀκμή καί παρακμή τῆς παιδείας, πρέπει νά ἐφαρμόσουμε τά κριτήρια τῆς περιόδου, γιά τήν ὁποία μιλοῦμε. Στήν παράδοση τῆς Ρωμηοσύνης τό βάρος πέφτει πρῶτα στήν πνευματικότητα καί μετά στά γράμματα, τήν σχολική σοφία. Ἀκμή γιά τήν Ρωμηοσύνη δέν εἶναι ἡ παραγωγή σοφῶν, ἀλλ’ ἡ ἀνάδειξη Ἁγίων-Θεουμένων. Διότι αὐτοί δημιουργοῦν αὐθεντική κοινωνία. Μέ βάση αὐτό τό κριτήριο ἡ δουλεία δέν ἦταν κατάπτωση γά τήν Ρωμηοσύνη, ἀλλ’ ἀντίθετα συνεχίσθηκε κατ’ αὐτήν ἡ πνευματική ἀκμή τῶν τελευταίων βυζαντινῶν χρόνων (14ου-15ου αἰ.). Ἡ ἡσυχαστική παράδοση, πού ἐκφράζει τήν πνευματική ἀκμή τῆς Ρωμηοσύνης, δέν ἔσβησε στήν δουλεία. Ἡ περίπτωση τῶν Νεομαρτύρων, μέ τούς Πνευματικούς-Γέροντες, πού τούς προετοίμαζαν γιά τήν ὁμολογία τῆς Πίστεως καί τῆς Ἑλληνικότητας, πιστοποιεῖ αὐτή τήν συνέχεια.
. Μέ τήν Ἐκκλησία καί τόν κοινοτικό θεσμό σώθηκε, παρ’ ὃλες τίς ἐλλείψεις, καί ἡ ἑλληνική παιδεία. Σημαντικός σταθμός ὑπῆρξε ἡ ἐνέργεια τῆς Ἐκκλησίας, ὡς Ἐθναρχίας, νά ἱδρύσει τό 1454 τήν Πατριαρχική Σχολή (Ἀκαδημία) στήν Πόλη. Ἡ πρωτοβουλία ἀνῆκε στόν πρῶτο Ἐθνάρχη/Γενάρχη μας Γεννάδιο (Σχολάριο), πρώην καθηγητή. Εἶναι τό ἀρχαιότερο ἐκπαιδευτικό Ἳδρυμα κατά τήν δουλεία, πού καθιστᾶ ἰδιαίτερα ἔκδηλη τήν παρουσία τῆς Ἐκκλησίας στόν χῶρο τῆς παιδείας, μιά παρουσία, πού καί στούς ἑπόμενους αἰῶνες θά θεωρεῖται αὐτονόητη καί ἀστασίαστη.
. Σπουδαῖο ἀκόμη ὁρόσημο ἦταν ἡ ἀπόφαση τῆς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἐπί Ἱερεμία Β΄ τοῦ Τρανοῦ (1593), νά φροντίσουν οἱ Μητροπολίτες γιά τήν ἳδρυση σχολείων καί τήν ὑποστήριξη γενικά τῆς παιδείας στίς ἐπαρχίες τους. Εἶναι ἡ πρώτη ἐπίσημη πράξη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας γιά τήν ἀνάπτυξη σχολικῆς παιδείας. Ὁ Ζ΄ κανόνας τῆς Συνόδου ὁρίζει ρητά: «Ὣρισεν ἡ ἁγία Σύνοδος ἓκαστον ἐπίσκοπον ἐν τῇ ἑαυτοῦ παροικίᾳ φροντίδα καί δαπάνην τήν δυναμένην ποιεῖν, ὣστε τά θεῖα καί ἱερά γράμματα δύνασθαι διδάσκεσθαι΄ βοηθεῖν δέ κατά δύναμιν τοῖς ἐθέλουσι διδάσκειν καί τοῖς μαθεῖν προαιρουμένοις, ἐάν τῶν ἐπιτηδείων χρείαν ἔχουσι». Ἡ ἀπόφαση αὐτή εἶναι καί μιά ἀπάντηση στούς ὑποστηρίζοντες τήν ὓπαρξη τοῦ «κρυφοῦ σχολειοῦ» λόγῳ διώξεως τῆς παιδείας, κάτι πού δέν ἀποδεικνύεται μέ ἐπίσημα κείμενα, ἔστω καί ἂν σέ κάποιες περιπτώσεις ἔλαβε χώρα, ἀλλ’ ὡς ἀποτέλεσμα ἀτομικῆς πρωτοβουλίας καί ὑπερβάλλοντος ζήλου τῶν Ὀθωμανικῶν Ἀρχῶν. Ἡ ἐπίδραση αὐτῆς τῆς ἀποφάσεως ὑπῆρξε γόνιμη. Τά σχολεῖα ἂρχισαν νά πολλαπλασιάζονται καί ἐμφανίσθηκαν οἱ πρῶτοι μεγάλοι εὐεργέτες τοῦ Γένους, πού χρηματοδοτοῦσαν τήν ἳδρυσή τους.
. Στήν συνάφεια ὃμως αὐτή ἐγείρεται τό ἐρώτημα: Τί ἦταν στήν οὐσία του τό «κρυφό σχολειό»; Δέν ἦταν κάτι ἂλλο ἀπό τήν ἰδιωτική καί ἀνεπίσημη φροντίδα τοῦ ἐθναρχικοῦ-ἐκκλησιαστικοῦ χώρου γιά τήν παιδεία, τήν κατάρτιση τῶν παιδιῶν στά γράμματα, μέ βάση τά ἐκκλησιαστικά βιβλία («κολλυβογράμματα») καί τήν καλλιέργεια ἐθνικῆς συνειδήσεως (ἱστορία). Καί αὐτό ἔπρεπε νά γίνεται μέ ἀπόλυτη μυστικότητα. Ἔτσι, ὁ γνωστός πίνακας τοῦ Γύζη (Τό κρυφό σχολειό) καί τό γνωστό ποίημα τοῦ ‘Ι. Πολέμη δικαιώνονται, ἂν σκεφθοῦμε ὃτι τά παιδιά, μετά τήν ἐργασία στά χωράφια, τό βραδάκι –μετά τόν Ἑσπερινό- μαζεύονταν γύρω ἀπό τόν παπά τῆς ‘Ενορίας τοῦ χωριοῦ ἢ σέ κάποιο μοναστήρι, γιά νά μάθουν «γράμματα, σπουδάσματα, τοῦ Θεοῦ τά πράγματα» (θεϊκά!) καί γι’ αὐτό πολεμεῖται τό ἀληθινό καί ὑπαρκτό «κρυφό σχολειό», διότι δέν δίδασκε τά «ἂθεα» γράμματα τῆς Εὐρώπης. (Εἶναι ἐνδιαφέρον ὃτι ὁ πολέμιος τοῦ «κρυφοῦ σχολειοῦ» ἀείμηστος Καθηγητής Ἂλκης Ἀγγέλου, δέχθηκε σπουδαία ἐπιστημονική ἀπάντηση ἀπό τόν ἐπίσης φιλόλογο Φάνη Κακριδῆ).
5. Μέ τήν ἳδρυση ὃμως τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους (συμβατικά τό 1830) ἡ Δύση παίρνει τή Revanche. Ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση ἐπετράπη, ὃταν φάνηκε νά ἐξυπηρετεῖ τά εὐρωπαϊκά συμφέροντα, μέ τήν μεταβολή της ἀπό οἰκουμενική (μέχρι τόν Ἀλέξανδρο Ὑψηλάντη) σέ ἐθνικιστική. Καί αὐτό διότι ἔτσι μόνο, μέ τήν ἀποδοχή τῆς εὐρωπαϊκῆς ἐθνικῆς -ἢ ὀρθότερα ἐθνικιστικῆς-ἰδέας, διευκολύνθηκε ἡ ἀνάδειξή της σέ δυτικό προτεκτοράτο. Τότε συλλαμβάνεται καί ἀρχίζει νά κυοφορεῖται τό σημερινό μας πρόβλημα μέ τήν Εὐρώπη. Σήμερα, ἁπλῶς προχωρεῖ ἡ συνειδητοποίησή του, λόγω τῆς οἰκονομικῆς δυσπραγίας. Ἐπί τόσες ὃμως δεκαετίες τό πρόβλημα ὑπῆρχε καί μεγεθυνόταν ὑπόγεια καί καταλυτικά.
. Ὁ λόγος γιά τή μετατροπή μας σέ εὐρωπαϊκό προτεκτοράτο δέν εἶναι προϊόν εἰκασίας. Ἀπό τό 1830 τελοῦμε ὑπό μόνιμη κατοχή, μέ τήν ψευδαίσθηση τῆς συμμαχίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ἡ μικρασιατική ἐκστρατεία, πού δέν ἦταν παρά ἐκτέλεση ἐντολῶν τῶν προστατῶν μας σέ δύο φάσεις, ὣς τήν καταστροφή. Ἡ συνέχεια αὐτῆς τῆς στάσης ἔχει κορυφαῖες στιγμές, ὃπως ἡ δήλωση: «Στρατηγέ, ἰδού ὁ στρατός σας», πρός τόν Βάν Φλήτ, ἢ τό: «’Ανήκομεν εἰς τήν Δύσιν», πού γιά τούς εὐρωπαϊστές μας δέν κλείνεται μόνο στόν πολιτικοστρατιωτικό χῶρο, ἀλλ’ ἐπεκτείνεται καί στόν πολιτιστικό. Ἡ ἀπόλυτη κορύφωση ὃμως τό: «Εὐχαριστοῦμε τήν Κυβέρνηση τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν». Ἡ πολιτική μας Ἡγεσία λειτουργεῖ, κατά κανόνα, ὡς τοποτηρητεία τῶν Ξένων Δυνάμεων στήν Ἑλλάδα, ὃπως ἰδιαίτερα σήμερα.
6. Ἀπό τήν πορεία καί στάση μας μετά τίς δύο μεγάλες Ἁλώσεις διδασκόμαστε πῶς μπορεῖ νά μήν ἔλθει τό τέλος τῆς ἱστορικῆς μας παρουσίας, πού σήμερα, δυστυχῶς, φαίνεται ἀναπόφευκτο. Οἱ δύο ἁλώσεις, ἡ φραγκική καί ἡ ὀθωμανική, δέν ἅλωσαν τήν ψυχή καί τήν συνείδηση τοῦ Γένους/Ἔθνους μας. Σήμερα ὃμως πραγματοποιεῖται -ἂρχισε ἢδη- ἡ Τρίτη Ἅλωση, ἢ μᾶλλον βρισκόμαστε στό τελικό στάδιό της. Ἡ ἅλωση τοῦ 1204 ὁλοκληρώνεται σήμερα, πού τά σύνορά μας βρίσκονται μέσα στήν ψυχή μας. Δέν εἶναι κυρίως γεωγραφικά, ἀλλά πνευματικά καί συνειδησιακά. Ἡ ψυχή μας ἀπειλεῖται μέ νέα μεγάλη ἅλωση, τήν Τρίτη καί ἀποφασιστικότερη, πού ἲσως ἀποδειχθεῖ τελεσίδικη.Ἡ Ὑπερδύναμη τῆς Νέας Ἐποχῆς, μέ ὃλες τίς συνιστῶσές της , ἔχει ἀποβεῖ «καθολική μας μητρόπολη», κατά τόν ἀείμνηστο ἱστορικό Κωστή Μοσκώφ καί μόνιμο σημεῖο ἀναφορᾶς, πού καθορίζει σύνολο τόν ἐθνικό μας βίο, καί αὐτό τό φρόνημά μας, μέ τήν ἐξωπροσδιοριζόμενη παιδεία. Σ’ αὐτό τό σημεῖο θά ἐπαναλάβω ἓνα λυγμικό λόγο τοῦ ἀειμνήστου Δασκάλου μου Νικολάου Τωμαδάκη: «Ἐλᾶτε –γράφει- νά μνημονεύσωμεν τήν Ἅλωσιν! Ποίαν; Τήν ἐκ τῶν ἔνδον ἐπελθοῦσαν; Τήν αὐτοάλωσιν ἢ τήν βίᾳ διά τῆς τουρκικῆς σπάθης πραγματοποιηθεῖσαν τό 1453; Ποία εἶναι ἡ δραματικωτέρα, ἢ χειροτέρα; Διά ποίαν εὐθυνόμεθα περισσότερον; Ἀπό ἐκείνην, ἡ ὁποία μᾶς ἔδωκε τά παραδείγματα καί τήν ἐλπίδα; Ἢ ἀπὀ τήν τωρινήν, ἡ ὁποία καταλύει τήν πίστιν;». Αἰωνία η μνήμη τοῦ σοφοῦ Διδασκάλου!
. Ἀπό τήν ἳδρυση τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους οἱ ἐκδυτικισμένοι εὐρωπαϊστές καί σύμφωνα μέ τά σημερινά δεδομένα, ἐκσυγχρονιστές (δηλαδή νεωτεριστές καί μετανεωτεριστές), φαίνεται ὃτι ἔχουν στίς ἀντορθόδοξες προοπτικές τους, τήν «ἀλλαγή» τοῦ Ἔθνους, ὡς διαστροφή καί καταστροφή τῆς ταυτότητάς του. Ἢδη οἱ ὀπαδοί τῆς Βαυαροκρατίας ἔβαλαν στό στόχαστρό τους τά Μοναστήρια καί τόν ἐκκλησιαστικό χῶρο (1833 κ.ἑξ.). Διότι οἱ Εὐρωπαῖοι καί εὐρωπαϊστές γνωρίζουν καλά, ὃτι ὁ χῶρος αὐτός ἐξασφαλίζει τήν συνέχεια τῆς ἑλληνορθόδοξης παράδοσης καί τῆς συνοχῆς τοῦ Ἔθνους μας. Τό πνεῦμα τοῦ ἐξευρωπαϊσμοῦ παραμένει ἔκτοτε συνδεδεμένο μέ τόν ἐπαρχιωτισμό καί τήν ἡττοπάθεια μπροστά στή Δύση, πολιτικά καί θρησκευτικά, δημιουργώντας στό Ἔθνος συνείδηση προτεκτοράτου. Ἡ ἀδυναμία βιώσεως τῆς ἑλληνορθόδοξης παράδοσηςς ἀπό τούς ἐκδυτικισμένους Ἡγέτες μας ὃλων τῶν ἰδεολογικῶν ἀποχρώσεων ἐξασθενίζει τίς ἀντιστάσεις τους καί τίς ἐκμηδενίζει, ὁδηγώντας καί στήν ἀδυναμία ὀρθῆς ἀποτίμησης τοῦ πολιτισμοῦ μας καί τῆς ἱστορίας μας, μέ ἀποτέλεσμα νά αἰσχύνονται γιά τήν ταυτότητά τους. Πῶς, λοιπόν, ν’ ἀγωνισθοῦν ὑπέρ τοῦ Ἔθνους καί τῆς ἑλληνορθόδοξης παράδοσής του;
. Καί στίς ἡμέρες μας στά ὃρια τοῦ λεγομένου «χωρισμοῦ» Ἐκκλησίας – Πολιτείας, ἐπιδιώκονται καί πραγματοποιοῦνται, βαθμιαῖα, πολιτειακά μέτρα, πού ἀποδομοῦν ὂχι μόνο τόν ἐκκλησιαστικό, ἀλλά καί τόν ἐθνικό μας βίο. Στό πλαίσιο αὐτό ἢδη ἔχουν μεταξύ ἂλλων ἐπιβληθεῖ: ἀποποινικοποίηση τῶν ἀμβλώσεων καί τῆς μοιχείας, αὐτόματο διαζύγιο΄ άπάλειψη τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες, γιά τήν ἱκανοποίηση τῶν Κέντρων ἐξαρτήσεώς μας΄ ἀπομάκρυνση τῶν Κληρικῶν ἀπό τά σχολεῖα καί παρακώλυση τοῦ κοινωνικοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν ἐπαχθή φορολόγηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, ὡς νά ἀνῆκε στούς Κληρικούς καί ὂχι στό Λαό τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί παρεμπόδιση τοῦ πνευματικοῦ της ἔργου, μέ τόν περιορισμό τῶν χειροτονιῶν΄ θέσπιση τῆς καύσεως τῶν νεκρῶν καί τῶν χριστιανῶν, ἐπαχθεῖς φορολογήσεις καί περικοπές τῆς μισθοδοσίας τῶν πολιτῶν καί τῆς ἰατροφαρμακευτικῆς περίθαλψής τους΄ σκανδαλώδης ἀποφυγή ἐφαρμογῆς τῶν νόμων καί ἀτιμωρησία, μέ ἀποτέλεσμα τήν αὒξηση τῆς τρομοκρατίας καί παρανομίας΄ διαιώνιση τῆς ἀνυπαρξίας ἀποφασιστικῆς καί ὀρθολογικῆς μεταναστευτικῆς πολιτικῆς, πού ἀποβαίνει εἰς βάρος τῶν Πολιτῶν τῆς Χώρας μας, ἀλλά καί αὐτῶν τῶν μεταναστῶν, μέ τήν διευκόλυνση τῆς λαθρομετανάστευσης΄ μειοδοσία στά ἐθνικά μας θέματα καί ἀπεμπόληση τῶν ἐθνικῶν κυριαρχικῶν δικαιωμάτων μας΄ ἀλλοίωση καί παραχάραξη τῆς ἱστορίας τοῦἜθνους μας καί προώθησή της στήν ἐκπαίδευση μέ τά σχολικά βιβλία. Ὂχι δηλαδή μόνο ἡ πίστη καί ὁ ἐκκλησιαστικός μας βίος, ἀλλά ὁλόκληρος ὁ ἑλληνορθόδοξος πολιτισμός μας πλήττεται θανάσιμα. Καί ὃλα αὐτά «διά νά γίνωμεν τέλειοι Εὐρωπαῖοι ἐξωτερικῶς, μέ ὃλα τά γνωρίσματα, ἑνός καταρρέοντος κοινωνικοῦ συστήματος, ἀπίστου, ἀθρήσκου, ραθύμου …». (Ν. Τωμαδάκης).
. Οἱ κινήσεις ὃμως αὐτές τῶν αὐτοκτονούντων ἐθνοκτόνων μας ἐνισχύονται ἀπό τήν πέμπτη φάλαγγα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ χώρου, τούς μεταπατερικούς Κληρικούς καί κατ’ ἐπάγγελμα Θεολόγους, τούς «συνευδοκοῦντας τοῖς πράσσουσι» (Ρωμ. 1,32) τήν ἀνομίαν. Ἡ διάσπαση δέ τῆς Ἱεραρχίας εὐνοεῖ ἀποφασιστικά τήν προώθηση καί ἐπιβολή τῶν ἀνατρεπτικῶν καινοτομιῶν. Ὃπως τόν 19ο αἰώνα, ἔτσι καί σήμερα, δυστυχῶς, δεσπόζουν «ὑδαρεῖς» -κατά τόν ἀείμνηστο καθηγητή Χρῆστο Ἀνδροῦτσο- Κληρικοί, συσχηματιζόμενοι μέ τά μέτρα τῆς Πολιτικῆς Ἡγεσίας, γιά λόγους προοδευτισμοῦ ἢ διεκδίκησης προσωπικῶν ὠφελημάτων. Ἐπειδή δέ τά πνευματικά συμπορεύονται πάντοτε μέ τά πολιτειακά, πρέπει νά ὑπενθυμίσουμε, ὃτι ἡ πνευματική καί πολιτιστική ἀποδόμηση τοῦ Ἔθνους ἔχει σημαντικό ἀντίκτυπο καί στά ἐθνικά θέματα σέ κάθε περίοδο τῆς ἱστορίας μας. Καί αὐτό τό ζοῦμε σήμερα μέ τή νέα κατοχή μας καί πάλι ἀπό τήν Φραγκία, ὃπως τό 1204! Ἡ διαφορά τῆς προϊούσας σήμερα Τρίτης Ἁλώσεως ἀπό ἐκεῖνες τοῦ 1204 καί τοῦ 1453 εἶναι, ὃτι τότε ἡττηθήκαμε, ἐνῶ σήμερα προχωρήσαμε στήν ἅλωση μέ τήν συγκατάθεσή μας, θεωρώντας την μάλιστα ὡς σωτηρία!
* * * * *
. Ἡ Δύση πῆρε ἐπιτέλους τήν «ρεβάνς» (revanche) ! Τώρα πραγματοποιεῖ τόν μακραίωνα πόθο της, τήν ὁλοκληρωτική διάλυση τοῦ Ἔθνους τῶν Ἑλλήνων. Ἐντασσόμενοι στήν Ἑνωμένη Εὐρώπη, ἐκάμαμε τόσους πανηγυρισμούς, διότι θεωρήσαμε τό γεγονός ὡς σωτηρία μας. Ὁ Θεός ἐπέτρεψε, γι’ αὐτό, νά μᾶς ἀπογοητεύσει ἡ Εὐρώπη ἐκεῖ πού στηρίξαμε «τήν πᾶσαν ἐλπίδα» μας, στά οἰκονομικά, γιά νά εἶναι εὐκολότερη ἡ ἀφύπνισή μας . Ἔτσι, ἡ ἱστορία παίρνει τήν ἐκδίκησή της! Ξεχάσαμε τόν Θεόν τῶν Πατέρων ἡμῶν καί πιστεύουμε στήν ἀπολυτοποιημένη «ἀξία» τοῦ οἰκονομισμοῦ. Δέν ἀνοίξαμε καμμιά κερκόπορτα, ἀλλά τίς πύλες τῆς ψυχῆς καί καρδιᾶς μας, γιά νά μᾶς ἀλλοτριώσει καί νά μᾶς συντρίψει ἡ σημερινή Δύση.
. Εὐτυχῶς ὅμως ὑπάρχει -εἶναι βέβαιο- καί ἡ «μαγιά» τοῦ Μακρυγιάννη. Σ’ αὐτήν ἀνήκουν ὅσοι σημερινοί Ἑλληνες μένουμε πιστοί στήν Ὀρθοδοξία τῶν Ἁγίων μας καί τόν Σωτήρα μας Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν. Οἱ ἀληθινοί πατερικοί καί Ὀρθόδοξοι. Αὐτοί μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ μας, θά ἀναστήσουν τό Ἔθνος, σέ κάποιο νέο ’21, ὅταν ὁ Θεός τό ἐπιτρέψει!
Ἅλωση, Ἑλληνισμός, π. Γεώργ. Μεταλληνός, Δύση
Μιᾶς οἰκονομικῆς κατάρρευσης προηγεῖται μία πνευματικὴ ἧττα
Γράφει ὁ Δημ. Νατσιός
Δάσκαλος-Κιλκίς
. Πλησίασε κάποτε ἕνας Εὐρωπαῖος, ἕνας Φράγκος, τὸν τροπαιοῦχο νομπελίστα μας ποιητή, Γιῶργο Σεφέρη, πειράζων αὐτὸν καὶ λέγων: «Μά, πιστεύετε σοβαρὰ ὅτι εἶστε ἀπόγονοι τοῦ Λεωνίδα, τοῦ Θεμιστοκλῆ; Ἀπάντησε ὁ ποιητής: Ὄχι, εἴμαστε ἀπόγονοι μονάχα τῆς μάνας μας, ποὺ μᾶς μίλησε ἑλληνικά, ποὺ προσευχήθηκε ἑλληνικά, ποὺ μᾶς νανούρισε μὲ παραμύθια γιὰ τὸν Ὀδυσσέα, τὸν Ἡρακλῆ, τὸν μαρμαρωμένο βασιλιὰ καὶ τὸν Παπαφλέσσα, ποὺ ζύμωνε κάθε Πρωτοχρονιὰ τὴν βασιλόπιτα καὶ ἔνιωθε τὴν ψυχή της νὰ βουρκώνει τὴν Μεγάλη Παρασκευή, μπροστὰ στὸ ξόδι τοῦ νεκροῦ Θεανθρώπου». Βαθιὰ θεολογικὴ ἡ ἀπάντηση τοῦ ποιητῆ. Τὸ ἐρώτημα εἶναι πόσοι ἀπὸ μᾶς μποροῦν νὰ δώσουν σήμερα τὴν ἴδια ἀπόκριση.
. Χριστούγεννα σὲ λίγες μέρες. «Ἡ πασῶν τῶν ἑορτῶν ἐπεδήμησεν ἑορτὴ καὶ τὴν οἰκουμένην εὐφροσύνης ἐπλήρωσεν. Ἑορτὴ ἡ τῶν ἁπάντων ἀκρόπολις, ἡ πηγὴ καὶ ἡ ρίζα τῶν παρ’ ἡμῖν ἀγαθῶν δι’ ἧς ὁ οὐρανὸς ἠνεώχθη, πνεῦμα κατεπέμφθη, τὰ διεστῶτα ἡνώθη, τὸ σκότος ἐσβέσθη, τὸ φῶς ἔλαμψεν, οἱ δοῦλοι γενόνασιν ἐλεύθεροι, οἱ ἐχθροὶ υἱοί, οἱ ἀλλότριοι κληρονόμοι…».
. Εἶναι λόγια τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου. Ἀπὸ ἐχθροί, λέει ὁ ἅγιος, χάρις στὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, γίναμε υἱοί. Ὅμως τὰ τελευταῖα χρόνια ἐγκαταλείψαμε τὸν πατρικὸ οἶκο καὶ περιπλανιόμαστε στὶς Λόντρες καὶ τὰ Βερολίνα.
. Ἄλλους ἡ στείρα προγονολατρία, ἄλλους ἡ ξενομανία καὶ ὁ ἄκρατος πιθηκισμός, ἄλλους ὁ παρασιτικὸς καταναλωτισμὸς καὶ τὸ διογκωμένο σύμπλεγμα κατωτερότητας μᾶς ὁδήγησαν στὴν περιφρόνηση τοῦ μοναδικοῦ αὐτοῦ θησαυροῦ, τῆς παράδοσης τῆς Ρωμηοσύνης. Γιορτάζουμε τὰ Χριστούγεννα χωρὶς Χριστό. Μιᾶς οἰκονομικῆς κατάρρευσης καὶ κρίσης προηγεῖται μία πνευματικὴ ἧττα. Ἡττηθήκαμε, γιατί ξεχάσαμε τὸ ρωμαίικο ἦθος. Τὸ ἦθος αὐτὸ εἶναι ἡ «ἔντιμος πενία» τοῦ Παπαδιαμάντη, τὸ καθαρὸ μέτωπο τῶν γονέων μας, τὸ δόξα τῷ Θεῷ τῶν παππούδων μας, τὸ χιλιοτραγουδισμένο φιλότιμο τοῦ λαοῦ μας. Ἡττηθήκαμε, μὰ ὁ πόλεμος δὲν χάθηκε. «Ἡμεῖς νικῶμεν, νικώντων τῶν ἄλλων». (ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας). Ρώτησαν ἕναν ἁγιορείτη μοναχό. Γέροντα ἡ κρίση θὰ περάσει; Καὶ αὐτὸς ἀπάντησε: «Δυστυχῶς, παιδί μου, θὰ περάσει». Τὰ ὁλονύχτια ρεβεγιόν, τὰ πανάκριβα δῶρα, τὰ διακοποδάνεια, τὸ “φάγωμεν-πίωμεν” δὲν εἶναι Χριστούγεννα. Ὁ πρὸ αἰώνων Θεὸς τῆς ταπεινῆς φάτνης, ἄλλα μᾶς διδάσκει.
. «Τιμήσατε τὸν Θεὸν πλέον τῆς συνηθείας», λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἡ κρίση εἶναι καὶ εὐκαιρία νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μας, στὴν ἡλιόλουστη Ὀρθοδοξία μας, νὰ βροῦμε τὸν ἑαυτό μας, νὰ ξαναγίνουμε Ρωμιοί. «Ὅλα τὰ ἔθνη γιὰ νὰ προοδεύσουν πρέπει νὰ βαδίσουν ἐμπρὸς πλὴν τοῦ ἑλληνικοῦ ποὺ πρέπει νὰ στραφεῖ πίσω», ἔλεγε ὁ σοφὸς ἀθηναιογράφος Δημ. Καμπούρογλου. Πίσω, ὄχι ὡς στεῖρος συντηρητισμός, ἀλλὰ ὡς ἀναζήτηση τῆς πηγῆς ἐξ ἧς ρέει τὸ ὕδωρ τὸ ἀλλόμενον εἰς ζωὴν αἰώνιον, ὁ Χριστός. Καί, ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἡ φράση, πολλὰ ρουσφέτια ζητήσαμε ἀπὸ διάφορους τὰ προηγούμενα χρόνια. Γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθόδοξους μόνο ἕνα ρουσφέτι μᾶς ἐπιτρέπεται. «Ταῖς πρεσβείας τῆς Θεοτόκου, Σῶτερ σῶσον ἡμᾶς». Τὴν μεσιτεία, τὸ «πνευματικὸ ρουσφέτι» τῆς Θεομάνας μας, ἂς ζητήσουμε γονυπετῶς.
. Ἡ Παναγία μας εἶναι ἑλληνοσώτειρα. Διαβάζω τὴν ἀφήγηση τοῦ Γάλλου Ἰησουίτη, περιηγητῆ Richard στὰ μέσα τοῦ 17αἰ., γιὰ τὴν ζωὴ τῶν ὑπόδουλων Ρωμηῶν.
. «Πολλὲς φορὲς ἀπορῶ πῶς κατόρθωσε νὰ ἐπιβιώση ἡ χριστιανικὴ πίστη στὴν Τουρκία καὶ πῶς ὑπάρχουν στὴν Ἑλλάδα ἑκατομμύρια Ὀρθόδοξοι. Καὶ νὰ σκεφθεῖ κανεὶς ὅτι οὐδέποτε ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Νέρωνος, τοῦ Δομητιανοῦ καὶ τοῦ Διοκλητιανοῦ ἔχει ὑποστεῖ ὁ Χριστιανισμὸς διωγμοὺς σκληρότερους ἀπὸ αὐτούς, ποὺ ἀντιμετωπίζει σήμερα ἡ ἀνατολικὴ Ἐκκλησία… Καὶ ὅμως οἱ Ἕλληνες εἶναι εὐτυχισμένοι ποὺ παραμένουν χριστιανοί. Νομίζω πὼς αὐτὸ ὀφείλεται στὴ λατρεία ποὺ τρέφουν στὴν Παναγία… Σὲ ὅλα τὰ σπίτια βλέπεις εἰκόνες τῆς Παναγίας. Εἶναι ὁ φρουρὸς ἢ καλύτερα ἡ νοικοκυρὰ τοῦ σπιτιοῦ. Σ’ αὐτὴν τὴν εἰκόνα στρέφουν τὸ βλέμμα, ὅταν τοὺς συμβεῖ κάτι κακό, ἱκετεύοντας τὴ βοήθειά της. Σ’ αὐτὴν ἀπευθύνονται γιὰ νὰ εὐχαριστήσουν τὸν Θεό, ἂν μὲ τὴ δική της μεσολάβηση ἔλθει κάτι καλὸ στὸ σπιτικό τους… Ὁ ἴδιος διαπίστωσα μὲ πόση φυσικότητα, μὲ πόση εὐγλωττία καὶ συγκίνηση μιλοῦν στὶς οἰκογενειακές τους κουβέντες γι’ αὐτὴ τὴ βασίλισσα τῶν Οὐρανῶν». (ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, τόμ. 10, Ἀθήνα 1974, σ. 150).
. Στὰ σχολεῖα, ἂς ἀφήσουν οἱ δάσκαλοι τὶς «Φρικαντέλες τὶς μάγισσες, ποὺ μισοῦν τὰ κάλαντα καὶ διώχνουν τὰ σκουπιδόπαιδα ποὺ τὰ ψέλνουν» (βιβλίο γλώσσας Ε´ Δημοτικοῦ, α´ τεῦχος, σελίδα 26-27), τὶς «συνταγὲς μαγειρικῆς» κι ἂς συλλαβίσουν στοὺς μαθητές τους τὰ μυρίπνοα ἄνθη τῆς παράδοσής μας. Νὰ τοὺς μάθουν καὶ κάποιο «τραγούδι τοῦ Θεοῦ», ὅπως μᾶς κανοναρχεῖ καὶ ὁ μπάρμπα-Ἀλέξανδρος ὁ Παπαδιαμάντης, τὸ ἀπολυτίκιο τῶν Χριστουγέννων, τὸ ἐξαίσιο κοντάκιον «Ἡ Παρθένος σήμερον». Νὰ μπεῖ ὁ Χριστὸς στὶς τάξεις, νὰ «ξεμουχλιάσουν» οἱ αἴθουσες, νὰ διασκορπιστοῦν οἱ ἀναθυμιάσεις τῆς φραγκοεκπαίδευσης, στὴν ὁποία καταδικάσαμε τὰ παιδιά μας. (Ἐκπαίδευση ποὺ βγάζει «Ρωμανούς», ἐγωτικὰ μειράκια, μοσχοαναθρεμμένα ἀπὸ ἀξιολύπητους γονεῖς, «κατάλληλα» γιὰ τὸ παρανοϊκὸ κράτος).
. Αὐτὲς τὶς ἡμέρες οἱ μασκαράδες τῆς τηλεοπτικῆς κερδεμπορίας, βάλθηκαν νὰ μαγαρίσουν τὰ παιδιὰ μὲ τὶς βρωμοδιαφημίσεις τρισάθλιων παιχνιδιῶν. Ἀντὶ γιὰ τὸ ταπεινὸ σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ, ἄνοιξαν τὰ σπήλαια τοῦ θεοῦ μαμωνᾶ τῆς κατανάλωσης. «Τέτοια μασκαριλίκια βλέπουν κι ἀκοῦνε τὰ παιδιά μας, κι ἡ ψυχή τους πλάθεται “ἑλληνοπρεπῶς”…. Κακόμοιρη Ἑλλάδα! Ἄλλες φορὲς παίδευες τὸν κόσμο κι ἔκανες παιδιά σου τοὺς ξένους. Μὰ τώρα ἀπόμεινες ἄκληρη, γιατί καὶ τὰ δικά σου παιδιὰ δὲν θέλουνε νὰ σὲ ξέρουνε», βροντοφωνάζει ὁ Κόντογλου.
. Ἂς προσθέσω καὶ τὰ προφητικά, ἀπὸ τὸ 1849, λόγια τοῦ περίφημου Μοναχοῦ Κοσμᾶ Φλαμιάτου, ποὺ ἔχουν διαχρονικὴ καὶ ετεροχρονικὴ ἰσχύ. Ὁ Κοσμᾶς Φλαμιάτος στιγματίζει τοὺς Εὐρωπαίους, τοὺς υἱοὺς τῆς ἀνομίας τῆς Δύσεως, ὅπως τοὺς ὀνομάζει, δηλαδὴ τοὺς παράνομους καὶ πονηροὺς Εὐρωπαίους, ὡς τοὺς κύριους αἴτιους κάθε «κρίσης» καὶ γράφει: (Περιέχεται σὲ ὁμιλία ποὺ ἐκφώνησε, τὸ 2013, ἡ ἐξαιρετικὴ καθηγήτρια Μαρία Μαντουβάλου, στὴν Ἱ. Μ. Ὁσίου Νικοδήμου -κάστρο πραγματικὸ τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ δεσπόζει στὸ ὄρος Πάικο τοῦ ν. Κιλκὶς- κατὰ τὴν ἐπέτειο τῆς Ἅλωσης τῆς Πόλης). «Ὁ υἱὸς τῆς ἀνομίας τῆς Δύσεως εἶναι ὁ ὑπερόπτης, ὁ ἐπηρμένος, ἀλαζονικὸς καὶ ὑπερφίαλος ἀπατεώνας καὶ χλευαστὴς τῆς χριστιανικῆς θρησκείας καὶ δραστηριοποιεῖται, μὲ ὕπουλες κινήσεις, ὥστε νὰ ἀνεβάζει σὲ ὑψηλὰ ἀξιώματα καὶ νὰ ἐπιβραβεύει μὲ ἀνταμοιβὲς ἄτομα τῆς ἀπάτης καὶ τῆς διαφθορᾶς. Δὲν ἀναπτύσσει δραστηριότητα μόνο γιὰ νὰ ψηφίζονται νόμοι ὀλεθριότατοι, ποὺ προκαλοῦν καταστροφή, φθορὰ καὶ ἀφανισμό, ἀλλὰ φροντίζει κρυφὰ μὲ ὕπουλες σκέψεις, μηχανορραφίες καὶ δολοπλοκίες νὰ καθιερώνονται πολιτικὰ συστήματα γιὰ τὴν ἀπονέκρωση καὶ τὸν πλήρη μαρασμὸ τῆς γεωργίας, τῆς κτηνοτροφίας, τῆς βιομηχανίας, τῆς ναυτιλίας καὶ τοῦ ἐμπορίου, ὥστε μὲ τὴν γενικὴ ἔνδεια, τὴν ἔλλειψη τῶν πρὸς τὸ ζῆν ἀναγκαίων, τὴ φτώχεια καὶ τὴν πλήρη καταστροφή, οἰκονομικὴ καὶ ἠθική, αὐτῶν ποὺ ἐπιβουλεύεται καὶ σκευωρεῖ σὲ βάρος τους, νὰ μπορεῖ ὁ δόλιος νὰ ἐνεργεῖ, ὥστε νὰ καταδυναστεύεται ὁ λαός, ἐνῶ αὐτὸς ὑποκρίνεται τὸν φίλο καὶ σύμμαχο προκειμένου νὰ διορθώσει τὰ ἐπικείμενα δεινά, τὶς ἐπαπειλούμενες συμφορὲς καὶ δραστηριοποιεῖται ἔτσι, ὥστε νὰ φέρνει χρεωκοπία στὰ ταμεῖα, ἀλλὰ καὶ νὰ ἐνεργεῖ ὕπουλα καὶ δόλια, ὥστε νὰ ἐπιβραβεύονται καὶ νὰ μισθοδοτοῦνται ἀπὸ τὸ Ταμεῖο τοῦ κράτους καὶ ἀπὸ τοὺς ἱδρῶτες τοῦ ἐπιβουλευόμενου λαοῦ πολλὰ ὄργανα τῆς προδοσίας».
ἐκπαίδευση, Ἱ. Κοινόβιον Ὁσ. Νικοδήμου, Γέννηση Χριστοῦ, Δύση, Δημ. Νατσιός, Σχολεῖο, Χριστούγεννα