Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ –14 «Ἡ ἐσχατολογικὴ προοπτικὴ τῆς Ἐκκλησίας»

 

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
IΔ´

Τοῦ Δηµήτρη Μαυρόπουλου
Περιοδ. «Ἐφημέριος»,
ἀρ. τ. 5/66, Σεπτ- Ὀκτ. 2017
Ἠλ. στοιχειοθεσία «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ»

Μέρος Α´: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ-1 «Πῶς καὶ ποῦ γινόµαστε ἐνεργὰ µέλη τῆς θείας Βασιλείας».
Μέρος Β´: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ-2 «Τί σηµαίνει ἆραγε ἡ ἔκφραση “ἡ Ἐκκλησία εἶναι σῶµα Χριστοῦ”;»
Μέρος Γ´: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ-3 «Εἶναι παγίδα νὰ νοµίζει κάποιος ὅτι µπορεῖ νὰ φτάσει στὸν Χριστό, προτοῦ ἐνταχθεῖ στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ».
Μέρος Δ´: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ- 4 «Ἡ Ἐκκλησία ἐµφαίνεται στὸ ἕνα καὶ µοναδικὸ “µυστήριο” τῆς θείας Εὐχαριστίας»
Μέρος E´: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ -5 «Πεντηκοστή: ἕνα κεφαλαιῶδες γεγονὸς ποὺ ἀποκαλύπτει τὸ περιεχόµενο τῆς ἁγιότητας τῶν πιστῶν ὡς ἁγιότητα δωρεῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος».

Μέρος Z´: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ -7 « Ἡ ὁδὸς αὐτὴ ἀφορᾶ στὴ θεραπεία τῆς φύσεως»
Mέρος Η´: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ –8 «Γνωρίζοντας τὸν Χριστὸ ξαναϋπάρχουµε ὡς εἰκόνα Θεοῦ».
Mέρος Θ´: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ –9 «Ἡ εὕρεση τῆς ὁδοῦ ποὺ θὰ ὁδηγήσει στὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, στὴ θέωση».
Μέρος Ι´: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ –10 «Τὸ Ἅγιον Πνεῦµα ἐγγυητὴς τῆς ταυτότητας τῆς Ἐκκλησίας»
Μέρος ΙΑ´: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ –11 «Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα συμπαραστάτης στὴ ζωὴ τῶν πιστῶν»
Μέρος ΙΒ´: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ –12 «Ὁ Θεὸς ἱδρύει καὶ συντηρεῖ τὴν Ἐκκλησία»
Μέρος ΙΓ´: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ –13 «Τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας »

Ἡ ἐσχατολογικὴ προοπτικὴ τῆς Ἐκκλησίας

.               Τελειώνοντας τὸ προηγούμενο ἄρθρο ποὺ ἀναφερόταν στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας ὑπογραμμίσαμε ὅτι ὅλα τὰ μυστήρια ἔχουν ἐσχατολογικὴ προοπτική. Ἡ προοπτική τους εἶναι τὸ ἔσχατο τέλος. Τίποτα δὲν γίνεται γιὰ τὸ παρόν, ὅλα γίνονται γιὰ τὸ τέλος ἢ μᾶλλον στὰ περισσότερα μυστήρια αὐτὸ τὸ τέλος γίνεται παρόν. Στὸ βάπτισμα, στὸ χρίσμα, στὴ μετάνοια καὶ κατ᾽ ἐξοχὴν στὴ θεία Κοινωνία ζοῦμε τὴν παρουσία τῶν ἐσχάτων. Ἄρα τὰ μυστήρια εἶναι κυρίως μιὰ μύηση εἰς τὸ ἔσχατον. Κάθε μυστήριο δηλαδὴ εἶναι μιὰ προτύπωση, μιὰ πρόγευση, ἕνας εἰκονισμὸς τῆς ἔσχατης πραγματικότητας. Ἡ διατύπωση αὐτὴ χρειάζεται μερικὲς διευκρινίσεις.
.               Τί ἀκριβῶς ὀνομάζουμε ἔσχατο τέλος; Ἀσφαλῶς γνωρίζουμε ὅτι ἀναφερόμαστε στὴν κατάσταση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποία ὀνομάζουμε «ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος», ὅπως ἐξαγγέλλουμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, καὶ μάλιστα ὡς ἐπακόλουθο τῆς προσδοκίας τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν. Προηγουμένως ἔχουμε ἐπισημάνει στὸ ἴδιο Σύμβολο ὅτι ἀναμένουμε τὴ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ («καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς»). Ἑπομένως ἔσχατο τέλος κατ᾽ ἀρχὴν ὀνομάζουμε ὅ,τι θὰ προκύψει μετὰ ἀπὸ τὴ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ἐγκαθίδρυση μιᾶς ἀτελεύτητης Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, πολίτες τῆς ὁποίας θὰ εἶναι οἱ δίκαιοι καὶ ἀγαθοὶ πιστοί. Παράλληλα, ἀντιλαμβανόμαστε αὐτὴ τὴ Βασιλεία χωρὶς φθορά, θάνατο καὶ ἁμαρτία. Πράγματι, μιὰ τέτοια ἀντίληψη ὑπῆρχε στὴν πρώτη Ἐκκλησία, ἴσως νὰ ὑπάρχει καὶ στὴν ἀντίληψη πολλῶν πιστῶν ὣς σήμερα. Ἂς θυμηθοῦμε ὅτι κατὰ τοὺς πρώτους ἀποστολικοὺς χρόνους κυριαρχοῦσε ἡ ἀντίληψη ὅτι οἱ περισσότεροι πιστοὶ δὲν θὰ γνωρίσουν βιολογικὸ θάνατο, γιατί θὰ τοὺς προλάβει ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. Κυριαρχοῦσε μάλιστα ἡ αἴσθηση τῆς ὁσονούπω ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου ἐν δόξῃ, αἴσθηση ποὺ διατυπωνόταν ἀπὸ τὴ διακήρυξη «μαράν ἀθά» (= ὁ Κύριος ἐγγύς). Εἶναι γνωστὴ ἄλλωστε ἡ παρέμβαση τοῦ ἀποστόλου Παύλου στοὺς χριστιανοὺς τῆς Θεσσαλονίκης, γιὰ νὰ διευκρινίσει ὅτι μιὰ τέτοια ἀντίληψη δὲν εἶναι ὀρθή, ἀποσαφηνίζοντας μὲ τὴ θεολογία του ὅτι ἡ δεύτερη ἔνδοξη παρουσία τοῦ Κυρίου ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴ βούληση τοῦ Θεοῦ. Πρόκειται γιὰ διευκρίνιση συνεπῆ μὲ τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος, ἀπαντώντας σὲ ἐρώτημα τῶν μαθητῶν του («Κύριε, εἰ ἐν τῷ χρόνω τούτῳ ἀποκαθιστάνεις τὸν βασιλείαν τῷ Ἰσραήλ;», Πράξ. α´ 6), ἀποσαφηνίζει ὅτι ἐναπόκειται στὴ βούληση τοῦ Πατρὸς ὁ χρόνος (καὶ ὁ τρόπος) τῆς τελικῆς ἀποκαταστάσεως.
.             Στὶς ἀρχὲς τοῦ 2οῦ αἰώνα ἐμφανίζεται οὐσιώδης διαφοροποίηση, ποὺ ὀφείλεται στὴ θεολογία τοῦ Δ´ Εὐαγγελίου. Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ἀναπτύσσει τὶς συνέπειες τῆς δυναμικῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ ὁποῖο μὲ τὶς ἐνέργειές του συνδέει τὴν ἱστορία μὲ τὴ θεία Βασιλεία, φωτίζοντας τὴν πρώτη ἀπὸ τὴ δεύτερη καὶ συνδέοντας ἕκαστο πιστὸ μὲ τὸν Χριστό, ὥστε μὲ τὴν ἐγχρίστωση νὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ θεία υἱοθεσία: νὰ γίνουμε υἱοὶ τοῦ ἴδιου Πατέρα ποὺ εἶναι Πατέρας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Οἱ «ἔσχατοι καιροὶ» ἢ ὁ «ἔσχατος καιρός», ποὺ σήμαινε στὴ θεολογία τῶν Προφητῶν τὴ σωτηρία, ποὺ ἐνήργησε ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ (μὲ τὴν ἐνανθρώπηση, τὸν Σταυρό, τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Ἀνάληψη), τώρα, μὲ τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σημαίνει τὴν εἴσοδο τῆς μέλλουσας Βασιλείας στὸ παρὸν τῆς Ἐκκλησίας, ὑπὸ τὴν ἰωάννεια ἔκφραση «ἡ ἐσχάτη ἡμέρα» (βλ. Ἰωάν. ϛ´ 3 9 κ.ἑ.). Μὲ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ ἔργου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ εἰσάγει ὁ Ἰωάννης, τὸ ἐσχατολογικὸ γεγονὸς τῆς Ἐκκλησίας γίνεται ἐπίκαιρη πραγματικότητα. Μποροῦμε πλέον νὰ γευθοῦμε τὴν παρουσία τῆς θείας Βασιλείας ὡς παρούσης, κατάσταση ποὺ τὴν ὀνομάζουμε ἁγιότητα. Κατ᾽ ἐξοχὴν «τόπος» ὅπου ψηλαφεῖται αὐτὴ ἡ πραγματικότητα εἶναι ἡ θ. Λειτουργία, καὶ μάλιστα τὸ κέντρο τῆς θ. Λειτουργίας ποὺ ὀνομάζουμε θεία Εὐχαριστία, ὅπου χάρη στὴν παρουσία καὶ τὴ δράση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πραγματοποιεῖται ἡ δεύτερη παρουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ συντελεῖται ἡ κοινωνία μαζί Του. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ χρόνος τῆς θείας Λειτουργίας ὀνομάζεται «ἱερὴ ὀγδοάς».
.               Ἔχει ἐνδιαφέρον νὰ παρατηρήσουμε πώς, χάρη ἢ ἐξ αἰτίας τῆς θεολογίας τοῦ Κατὰ Ἰωάννην εὐαγγελίου, ἄρχισε νὰ ἀλλάζει σιγὰ σιγὰ ἡ διάταξη τῶν πιστῶν μέσα στὸν λειτουργικὸ χῶρο. Ἐνῶ στὴν ἀρχὴ ὁ λαὸς τῶν πιστῶν ἦταν συναγμένος σὲ κυκλικὸ σχῆμα μὲ ἐπικεφαλῆς τοῦ κύκλου τὸν ἐπίσκοπο, συνθήκη ποὺ διασώζεται στὸ τυπικὸ τῆς λειτουργίας τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου, ἀπὸ κάποια στιγμὴ καὶ μετὰ ἀρχίζει νὰ ἐμφανίζεται τὸ σχῆμα ἑνὸς ἄξονα ἀπὸ τὴ Δύση πρὸς τὴν Ἀνατολή, μὲ ἐπικεφαλῆς πάλι τὸν ἐπίσκοπο ὡς μπροστάρη πορείας πρὸς τὴ θεία Βασιλεία. Τώρα ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ πορεύεται πρὸς τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας, ἐνεργώντας συγχρόνως γιὰ νὰ φέρει τὸν Χριστὸ σὲ κοινωνία μὲ τὸν λαό του καὶ μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ νὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ θεία υἱοθεσία. Συμπαραστάτης τοῦ λαοῦ σ᾽ αὐτὴ τὴν πορεία εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Στὰ τέλη τοῦ 2ου αἰ. μάλιστα ἔχει διαμορφωθεῖ ἡ «ἐπίκληση» γιὰ τὸν ἁγιασμὸ τῶν δώρων μας (τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου) σὲ σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ διὰ τῆς ἐπενεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μιὰ ἐπίκληση ποὺ ἀποτείνεται στὸν οὐράνιο Πατέρα. Ἐνδιαφέρον εἶναι ὅτι κατὰ τὴν ἐπίκληση αὐτὴ ζητᾶμε πρῶτα νὰ ἔρθει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα στοὺς πιστοὺς («κατάπεμψον τὸ Πνεῦμα σου τὸ Ἅγιον ἐφ᾽ ἡμᾶς») καὶ ἀκολούθως νὰ ἐνεργήσει γιὰ τὴ μεταβολὴ τῶν Δώρων. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι κάθε εὐχαριστιακὴ σύναξη ἀποτελεῖ καὶ ἐνεργεῖ ἐντὸς τῆς ἱστορίας τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, κάνει τὴν ἱστορία Βασιλεία.
.               Ἔχει μεγάλη σημασία νὰ ἀντιληφθοῦμε αὐτὴ τὴ συνθήκη τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας σύναξης γύρω ἀπὸ τὸ τραπέζι τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὥστε νὰ ἐνεργοῦμε ὡς πολίτες μιᾶς παρούσας ἀλλὰ καὶ ἀναμενόμενης πολιτείας. Ἡ ἐπισήμανση τοῦ Χριστοῦ, ὅτι «ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον, κἀγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ» (Ἰωάν. ϛ´ 54), σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴ δήλωση, ὅτι «ὁ τὸν λόγον μου ἀκούων καὶ πιστεύων τῷ πέμψαντί μς ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωὴν» (Ἰωάν. ε´ 24), σχετικοποιεῖ τὸν πρόσκαιρο (βιολογικὸ) θάνατο ἑκάστου πιστοῦ, τοποθετώντας τον ὡς ἐπεισόδιο ἢ σταθμὸ μιᾶς συνεχιζόμενης, μετὰ ἀπὸ τὴ μεταμόρφωση ποὺ ἔχει ἐπέλθει κατὰ τὴ βάπτιση, ἀπερίσταλτης ζωῆς ἐν Χριστῷ.
.               Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἑνότητα ἐνθάδε καὶ ἐπέκεινα καλούμαστε νὰ βιώσουμε σὲ κάθε θεία Λειτουργία, εἴτε ὡς πρόθεση, εἴτε ὡς πρόγευση, εἴτε ὡς ἀρραβώνα, εἴτε –γιατί ὄχι;– ὡς πραγματικότητα. Παρελθόν, παρὸν καὶ μέλλον συντέμνονται, καὶ ἀναδύεται ὁ καινὸς ἄνθρωπος, τὸ τέκνον τῆς ἁγιότητας. Μὲ τὸ τέλος κάθε θείας Λειτουργίας συντελεῖται τὸ τέλος τῆς ἁγιότητας, εἴτε τὸ ξέρουμε εἴτε δὲν τὸ ξέρουμε. Δὲν πρόκειται γιὰ γνωστικὴ διαδικασία, ἀλλὰ γιὰ μυστικὴ δυναμική, γιὰ ἁγιασμὸ κατὰ χάριν. Μπορεῖ μὲ τὴ βιωτή μας νὰ σκοτεινιάσουμε τὸ φῶς ποὺ μᾶς περιλούει («εἴδομεν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν»), ὡστόσο ἡ φωτοχυσία ὡς χάρη μᾶς σφραγίζει. Γι’ αὐτὸ καὶ ξαναεπιχειροῦμε σὲ κάθε ἑπόμενη θεία Λειτουργία νὰ ζήσουμε αὐτὴ τὴ δεύτερη παρουσία τοῦ ἔνδοξου Χριστοῦ καὶ νὰ κοινωνήσουμε (νὰ γίνουμε κοινωνοὶ) μὲ αὐτόν. Ἔτσι κι ἀλλιῶς, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ γίνεται ἁπτὴ πραγματικότητα, εἴτε τὸ ἀντιλαμβανόμαστε εἴτε ὄχι.
.               Πρὸς ἐπιβεβαίωση αὐτῶν, παραπέμπω στὴν ἐντελῶς «παράλογη» γιὰ τὰ λογικά μας δεδομένα διατύπωση τῆς εὐχῆς τῆς ἁγίας Ἀναφορᾶς: «Μεμνημένοι τοίνυν […] πάντων τῶν ὑπὲρ ἡμῶν γεγενημένων, τοῦ σταυροῦ, τοῦ τάφου, τῆς τριημέρου ἀναστάσεως, τῆς εἰς οὐρανοὺς ἀναβάσεως, τῆς ἐκ δεξιῶν καθέδρας, τῆς δευτέρας καὶ ἐνδόξου πάλιν παρουσίας, τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν σοὶ προσφέρομεν κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα». Ἀπὸ ποῦ ἔρχεται αὐτὴ ἡ «μνήμη» τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ἂν ὄχι ἀπὸ τὴ σύνδεση τῆς ἱστορίας τῆς θείας Οἰκονομίας μὲ τὴν ἴδια τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ;
.             Τελικὰ πρέπει νὰ δεχτοῦμε ὅτι ἡ ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας ἀνάγεται στὸ μέλλον, ἢ μᾶλλον ἔρχεται ἀπὸ τὸ μέλλον. Ἀλλὰ καὶ ἡ ταυτότητα ἑκάστου πιστοῦ πρέπει νὰ λαμβάνεται ἀπὸ τὸ μέλλον, ὥστε νὰ μποροῦμε νὰ προσδιορίζουμε τὸν ἄλλον ὄχι ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἦταν ἢ ἀπὸ αὐτὸ ποὺ εἶναι, ἀλλὰ ἀπὸ αὐτὸ ποὺ θὰ εἶναι στὴ θεία Βασιλεία, ὅπως σφραγίστηκε κατὰ τὴ βάπτισή του: ἕνα ἅγιο τέκνο τοῦ Θεοῦ.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ –15 «Ὁ Χριστὸς ὡς κριτὴς τοῦ κόσμου»

Διαφήμιση

, , ,

  1. Σχολιάστε

Ἀπαντῆστε

Συμπληρῶστε κατωτέρω τὰ στοιχεῖα σας ἢ πατῆστε σὲ ἕνα εἰκονίδιο γιὰ νὰ συνδεθῆτε.

Λογότυπος τοῦ WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιῶντας τὸν λογαριασμό σας στὸ WordPress.com. Ἀποσυνδεθῆτε /  Ἀλλαγή )

Εἰκόνα Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιῶντας τὸν λογαριασμό σας στὸ Twitter. Ἀποσυνδεθῆτε /  Ἀλλαγή )

Φωτογραφία στὸ Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιῶντας τὸν λογαριασμό σας στὸ Facebook. Ἀποσυνδεθῆτε /  Ἀλλαγή )

Σύνδεση μὲ τὸ %s σὲ ἐξέλιξη...

%d ἱστολόγοι ἔχουν δηλώσει ὅτι αὐτὸ τοὺς ἀρέσει: