«ΕΡΗΜΟΣ ΕΣΤΙΝ Ο ΤΟΠΟΣ» Ἡ ἐρηµιὰ µὲ ζώνει ἀπὸ παντοῦ. Ὅλοι στὴν πιὸ κρίσιµη στιγµὴ µὲ ἐγκατέλειψαν µόνο νὰ παλεύω.

«ΕΡΗΜΟΣ ΕΣΤΙΝ Ο ΤΟΠΟΣ»

Τοῦ περιοδ. «ΖΩΗ»,
ἀρ. τ.4282, Σεπτ. 2014

Ἠλ. στοιχειοθ. «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ»

.             Ἡ ἀνησυχία τῶν µαθητῶν µπροστὰ στὸν ἔρηµο τόπο καὶ στὸ πλῆθος τῶν πεντακισχιλίων δὲν µένει ἁπλὴ ἀνησυχία καὶ προβληµατισµός. Γίνεται ἀνυποµονησία καὶ ἀγωνία: πῶς νὰ θρέψουµε τόσο κόσµο; Ἔτσι ἡ ἀνησυχία, καρπὸς τῆς ὀλιγοπιστίας, γίνεται ταραχή. Κρίνουν ὅπως βλέπουν, µὲ καθαρῶς ἀνθρώπινα κριτήρια. Ὑπολογίζουν µόνο µὲ ἀριθµούς. Μόνο µὲ τὴν ψυχρὴ λογική. Καὶ λησµονοῦν τὸ πιὸ σπουδαῖο, τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου, τοῦ παντοδύναµου Θεοῦ. Ἀλλὰ τὸ ἴδιο δὲν παθαίνουµε συχνὰ κι ἐµεῖς;

* * *

.             Ὁ ὀρθολογισµός µας, ἡ «τετράγωνη» λογική µας, τὰ «ἀδιάσειστα» δεδοµένα µας, γίνονται συχνὰ ἡ ταλαιπωρία µας. Δὲν ἔχουµε καµιὰ ἀµφιβολία, πὼς τὰ πράγµατα εἶναι ἔτσι, ὅπως τὰ σκεπτόµαστε καὶ ὅπως ἐµεῖς τὰ βλέπουµε. Μετρηµένα κουκιά, λέµε. Τὰ µετρᾶµε ἕνα, δύο τρία, τέσσερα, πέντε ψωµιὰ καὶ δύο ψάρια. Ἀκριβῶς. Τίποτα περισσότερο. Καὶ τότε µἐ ἀπογοήτευση τὰ χείλη ψιθυρίζουν: «οὐκ ἔχοµεν ὧδε εἰ µὴ πέντε ἄρτους καὶ δύο ἰχθύας» (Ματθ. ιδ´ 17).
.             Πέντε ψωµια καὶ δύο ψάρια! Καὶ µόνο αὐτο; Εἶναι καὶ ὁ τόπος ἔρηµος. Τὰ µάτια µας δὲν βλέπουν κανένα φῶς. Ἀπὸ πουθενὰ δὲν φαίνεται καµιὰ ἐλπίδα. Ἐρηµιὰ παντοῦ.
.             Καὶ ἀπέναντι σ᾽ αὐτὰ τὰ ἀπογοητευτικὰ δεδοµένα οἱ ἀπαιτήσεις τεράστιες. Μὲ πέντε ψωµιὰ καὶ δύο ψάρια ἔχουµε νὰ θρέψουµε «ἄνδρες ὡσεὶ πεντακισχιλίους χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων». Περιορισµένες στὸ ἐλάχιστο οἱ δυνατότητές µας. Ἀπεριόριστες καὶ µεγάλες ἀπὸ τὴν ἄλλη µεριὰ οἱ ἀνάγκες.
.             Ἐδῶ βρίσκεται τὸ δράµα τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου. Ἡ ὀλιγοπιστία του δὲν ἀφήνει νὰ δεῖ τὴν πραγµατικότητα, γιατί πραγµατικότητα, τὸ ἴδιο ψηλαφητή, εἶναι καὶ τὸ θαῦµα τῆς προνοίας καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Μία µατιὰ στὸ παρελθόν, τὸ παλαιὸ καὶ τὸ πρόσφατο, ἕνα βλέµµα σὲ ὁλόκληρη τὴ ζωή µας, τὴν ἀτοµική, τὴν οἰκογενειακή, τὴν ἐθνική, θὰ µας προσέφερε ἀδιάσειστες ἀποδείξεις τῆς θαυµαστῆς παρουσίας καὶ ἐπεµβάσεως τοῦ Θεοῦ.
.             Καὶ ὅµως ὅλα αὐτὰ τὰ λησµονοῦµε. Καὶ τὰ λησµονοῦµε τὴν ὥρα ἀκριβῶς, ποὺ ἔπρεπε νὰ τὰ θυµόµαστε. Καὶ τότε µὲ πόνο, µὲ θλίψη ἐπαναλαµβάνουµε: Τί νὰ κάνω; Ἔρηµoς ἐστὶν ὁ τόπος»! Ἡ ἐρηµιὰ µὲ ζώνει ἀπὸ παντοῦ. Ἔρηµος ἀπὸ πιστοὺς φίλους, ἀπὸ συγγενεῖς ἀνιδιοτελεῖς, ἀπὸ συµπαραστάτες εἰλικρινεῖς. Ἔρηµος ἀπὸ ἀγάπη, ἀπὸ συµπαράσταση στὶς δύσκολες στιγµές, ἀπὸ συµπάθεια καὶ κατανόηση: Ὅλοι στὴν πιὸ κρίσιµη στιγµὴ µὲ ἐγκατέλειψαν, µὲ ἄφησαν ἔρηµο καὶ µόνο νὰ παλεύω µὲ τὰ ἀγριεµένα κύµατα τῆς δοκιµασίας µου.

* * *

.             Ἔρηµος συχνὰ αἰσθάνεται ὁ οἰκογενειάρχης, ὁ φτωχὸς βιοπαλαιστής, µπροστὰ στὶς ποικίλες δυσκολίες ὄχι µόνο γιὰ τὴ διατροφή, ἀλλὰ πιὸ πολὺ γιὰ τὴν ἀνατροφὴ καὶ τὴν ἀποκατάσταση τῶν παιδιῶν.
.             Ἔρηµη αἰσθάνεται ἡ µητέρα, ποὺ ἔχασε τὸν σύζυγό της καὶ δὲν βλέπει ἀπὸ πουθενὰ τὴν εἰλικρινῆ συµπαράσταση. Καὶ τὴν ἐρηµιὰ αὐτὴ τὴν αἰσθάνεται καυτερή, ἀπειλητική, στὴν ἀναζήτησή της γιὰ ἀξιοπρεπῆ ἐργασία καὶ προστασία.
.             Πόσες φορὲς τὴν ἐρηµιὰ αὐτὴ τὴν ζεῖ καὶ ἡ νέα γενιὰ στὴν προσπάθειά της νὰ διοχετεύσει τὸν ἐνθουσιασµό της σὲ ἔργα δηµιουργικὰ καὶ µεγάλα. Ἀναζητάει ἰδανικά, µεγάλες µορφὲς καὶ βλέπει τὴν ἐρηµιὰ ἀπὸ πρότυπα, ἀπὸ προσωπικότητες ἄξιες µιµήσεως καὶ θαυµασµοῦ. Λαχταράει τὶς κορυφὲς τῆς ἀρετῆς καὶ συναντάει τὴν καµπίσια ζωή, τοὺς µολυσµένους βάλτους.
.             Σ᾽ ὅλες αὐτὲς τὶς περιπτώσεις ὁ κίνδυνος τῆς ἀπογοητεύσεως εἶναι µεγάλος. Ἡ ἐρηµιὰ ἀπειλεῖ νὰ γίνει µόνιµη περιοχὴ τῆς καρδιᾶς. Ἡ ὀλιγοπιστία ψιθυρίζει τὸ κλαψοτράγουδό της: «Οὐκ ἔχοµεν ὧδε εἰ µἡ πέντε ἄρτους καὶ δύο ἰχθύας». Τίποτα σχεδὸν δὲν ἔχουµε. Πῶς θὰ τὰ βγάλουµε πέρα; Πῶς θὰ ἀνταποκριθοῦµε στὶς τόσες ἀπαιτήσεις;

* * *

.             Πῶς; Ἡ ἀπάντηση εἶναι µία καὶ µοναδικὴ καὶ ἀποτελεσµατική. Ὁ Χριστός. Τότε κοντὰ στὸν Χριστὸ «ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν». Καὶ σήµερα καὶ σὲ κάθε ἐποχὴ ἡ ἐρηµιὰ γίνεται ὄαση. Κοντά Του χορταίνουµε ἀληθινά. Βρίσκουν τὴν ἐκπλήρωσή τους οἱ ἀναζητήσεις µας, οἱ ὄµορφοι πόθοι µας, οἱ εὐγενικὲς φιλοδοξίες µας.
.             Κοντὰ στὸν Χριστὸ καὶ στὸ παραδειγµα τοῦ Χριστοῦ: «νέβλεψεν ες τν ορανόν». Πρῶτα ἀνέβλεψε καὶ ὕστερα εὐλόγησε καὶ πολλαπλασίασε. Ἂς ὑψώσουµε κι ἐµεῖς τὸ βλέµµα καὶ τὴν καρδιὰ στὸν οὐρανὸ καὶ νὰ εἴµαστε βέβαιοι, πὼς ἡ ἔρηµος θὰ γεµίζει ἄνθη καὶ ἡ ψυχή µας δὲν θὰ λιµοκτονεῖ στὴν Σαχάρα τῆς ἀπογνώσεως.

, , , , , , ,

  1. Σχολιάστε

Σχολιάστε