Ὅσιος Νικηφόρος ὁ Λεπρὸς
. Ἡ Ἁγία καὶ Ἱερὰ Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου κατέταξε μεταξὺ τῶν Ἁγίων τὸν Ὅσιο Νικηφόρο τὸν Λεπρό (ἐκοιμήθη τὸ 1964).
«Συνῆλθεν, ὑπό τήν προεδρείαν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος εἰς τάς τακτικάς αὐτῆς συνεδρίας ἀπό τοῦ Σαββάτου, 1ης, μέχρι καί τῆς Δευτέρας, 3ης τ. μ. Δεκεμβρίου 2012 […] εἰσηγήσει δέ τῆς Κανονικῆς Ἐπιτροπῆς κατέταξεν εἰς τό Ἁγιολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίαν τόν μοναχόν Νικηφόρον Τζανακάκην, τόν Λεπρόν, ἐκ τοῦ χωρίου Σηρικαρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κισάμου καί Σελίνου, τῆς μνήμης αὐτοῦ ἀγομένης τῇ 4ῃ Ἰανουαρίου.»
[fanarion.blogspot.gr]
. Ὁ πατὴρ Νικηφόρος (κατὰ κόσμον Νικόλαος Τζανακάκης) γεννήθηκε σ’ ἕνα ὀρεινὸ χωριὸ τῶν Χανίων, στὸ Σηρικάρι, καστανοχώρι στὰ δυτικὰ τοῦ Νομοῦ μὲ ὑγιεινὸ κλίμα, μὲ ὄμορφα δάση, πλούσια νερά, φαράγγια καὶ σπήλαια. Τὸ χωριὸ αὐτὸ ἔχει μία ἰδιομορφία, ποὺ δὲν τὴν συναντοῦμε συχνά: εἶναι χωρισμένο σὲ ἕνδεκα γειτονιές, οἱ ὁποῖες πῆραν καὶ τὸ ὄνομά τους ἀπὸ τὶς οἰκογένειες ποὺ πρωτοκατοίκησαν ἐκεῖ. Ἔτσι ὁ Ἅγιός μας γεννήθηκε στὴν γειτονιὰ τῶν Κωστογιάννηδων. Οἱ γονεῖς του ἦταν ἁπλοὶ καὶ εὐλαβεῖς χωρικοί, οἱ ὁποῖοι, ἐνῶ ἀκόμη ἦταν μικρὸ παιδί, πέθαναν καὶ τὸν ἄφησαν ὀρφανό. Ἔτσι, σὲ ἡλικία 13 ἐτῶν, ἔφυγε ἀπὸ τὸ σπίτι του. Ὁ παππούς του, ποὺ εἶχε ἀναλάβει νὰ τὸν μεγαλώσει, τὸν πῆγε στὰ Χανιὰ νὰ ἐργαστεῖ ἐκεῖ σ’ ἕνα κουρεῖο, γιὰ νὰ μάθει τὴν δουλειά. Τότε ἐμφάνισε καὶ τὰ πρῶτα σημεῖα τῆς νόσου τοῦ Χάνσεν, δηλ. τὴν λέπρα. Ἐκείνη τὴν ἐποχή, τοὺς λεπροὺς τοὺς ἀπομόνωναν στὸ νησὶ Σπιναλόγκα, διότι ἡ λέπρα ὡς μεταδοτικὴ ἀρρώστια ἀντιμετωπιζόταν μὲ φόβο καὶ ἀποτροπιασμό.
. Ὁ Νικόλαος, ὅταν ἔγινε 16 ἐτῶν καὶ ὅταν τὰ σημάδια τῆς νόσου ἄρχισαν νὰ γίνονται πιὸ ἐμφανῆ, γιὰ νὰ ἀποφύγει τὸν ἐγκλεισμό του στὴν Σπιναλόγκα, ἔφυγε μὲ κάποιο καράβι γιὰ τὴν Αἴγυπτο. Ἐκεῖ ἔμενε ἐργαζόμενος στὴν Ἀλεξάνδρεια, πάλι σ’ ἕνα κουρεῖο, ὅμως τὰ σημάδια τῆς νόσου γίνονταν ὅλο καὶ πιὸ ἐμφανῆ, ἰδίως στὰ χέρια καὶ στὸ πρόσωπο. Γι’ αὐτὸ μὲ τὴν μεσολάβηση ἑνὸς κληρικοῦ κατέφυγε στὴν Χίο, ὅπου ὑπῆρχε τότε ἕνα λεπροκομεῖο, στὸ ὁποῖο ἦταν ἱερεὺς ὁ πατὴρ Ἄνθιμος Βαγιάνος, ὁ μετέπειτα Ἅγιος Ἄνθιμος.
. Ὁ Νικόλαος ἔφτασε στὴν Χίο τὸ 1914 σὲ ἡλικία 24 ἐτῶν. Στὸ λεπροκομεῖο τῆς Χίου, ποὺ ἦταν ἕνα συγκρότημα μὲ πολλὰ ὁμοιόμορφα σπιτάκια, ὑπῆρχε τὸ ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Λαζάρου, ὅπου φυλασσόταν ἡ θαυματουργὸς εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Ὑπακοῆς. Σ’ αὐτὸν τὸν χῶρο ἄνοιξε τὸ στάδιο τῶν ἀρετῶν γιὰ τὸν Νικόλαο. Μέσα σὲ 2 χρόνια ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος τὸν ἔκρινε ἕτοιμο γιὰ τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα καὶ τὸν ἔκειρε μοναχὸ μὲ τὸ ὄνομα Νικηφόρο. Ἡ νόσος προχωροῦσε καὶ ἐξελισσόταν καὶ ἐλλείψει καταλλήλων φαρμάκων, ἐπέφερε πολλὲς καὶ μεγάλες ἀλλοιώσεις (τὸ φάρμακο βρέθηκε ἀργότερα τὸ 1947).
. Ὁ π. Νικηφόρος ζοῦσε μὲ ἀδιάκριτη, γνήσια ὑπακοή, μὲ νηστεία αὐστηρή, ἐργαζόμενος στοὺς κήπους. Μάλιστα κατέγραψε σὲ ἕνα κατάλογο καὶ τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου Ἀνθίμου, τὰ ὁποῖα εἶχε δεῖ «ἰδίοις ὄμμασιν» (πολλὰ ἀφοροῦσαν θεραπεῖες δαιμονιζόμενων).
. Ὑπῆρχε μία ἰδιαίτερη πνευματικὴ σχέση τοῦ Ἅγιου Ἄνθιμου μὲ τὸν μοναχὸ Νικηφόρο, ὁ ὁποῖος «οὐδὲ ἓν βῆμα ἐμάκρυνεν ἀπ’ αὐτοῦ», ὅπως ἀναφέρει ὁ πατὴρ Θεόκλητος Διονυσιάτης στὸ βιβλίο του «Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος τῆς Χίου». Ὁ π. Νικηφόρος προσευχόταν τὴ νύχτα ὧρες ἀτελείωτες, κάνοντας μετάνοιες ἀμέτρητες, δὲν εἶχε λογοφέρει μὲ κανένα, οὔτε χάλασε τὴν καρδιὰ κάποιου κι ἦταν ὁ κύριος ψάλτης τοῦ ναοῦ. Ἐξ αἰτίας τῆς ἀσθενείας του ὅμως, σιγὰ-σιγὰ ἔχασε τὸ φῶς του κι ἔτσι ἔψαλλε τὰ περισσότερα τροπάρια καὶ ἀπήγγειλε τοὺς Ἀποστόλους ἀπὸ στήθους.
. Τὸ 1957 ἔκλεισε τὸ Λωβοκομεῖο τῆς Χίου καὶ τοὺς ἐναπομείναντες ἀσθενεῖς μαζὶ μὲ τὸν πατέρα Νικηφόρο τοὺς ἔστειλαν στὸν Ἀντιλεπρικὸ Σταθμὸ Ἁγίας Βαρβάρας Ἀθηνῶν, στὸ Αἰγάλεω. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ὁ πατὴρ Νικηφόρος ἦταν περίπου 67 ἐτῶν. Τὰ μέλη του καὶ τὰ μάτια του εἶχαν τελείως ἀλλοιωθεῖ καὶ παραμορφωθεῖ ἀπὸ τὴν νόσο.
. Ἐκεῖ, στὸν ἀντιλεπρικὸ σταθμὸ ζοῦσε καὶ ὁ πατὴρ Εὐμένιος, ὁ ὁποῖος εἶχε κι αὐτὸς προσβληθεῖ ἀπὸ τὴν νόσο τοῦ Χάνσεν, ἀλλὰ μὲ τὴν ἐπιτυχῆ φαρμακευτικὴ ἀγωγὴ θεραπεύτηκε τελείως. Ἀπεφάσισε ὅμως νὰ μείνει ὅλο τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του μέσα στὸν ἀντιλεπρικὸ σταθμὸ κοντὰ στοὺς συνασθενεῖς του, τοὺς ὁποίους φρόντιζε μὲ πολλὴ ἀγάπη. Ἔτσι ἔγινε καὶ ὑποτακτικὸς στὸν πατέρα Νικηφόρο, στὸν ὁποῖο ὡς ἀνταμοιβὴ τῆς ὑπομονῆς του ὁ Κύριος του εἶχε δώσει πολλὰ χαρίσματα. Πλῆθος κόσμου συνέρρεε στὸ ταπεινὸ κελλάκι τοῦ λεπροῦ μοναχοῦ Νικηφόρου, στὴν Ἁγία Βαρβάρα τοῦ Αἰγάλεω, γιὰ νὰ πάρει τὴν εὐχή του. Παραθέτομε μερικὲς μαρτυρίες ὅσων τὸν γνώρισαν:
. «Ἐνῶ ὁ ἴδιος του ἦταν κατάκοιτος, μὲ πληγὲς καὶ πόνους, δὲν γόγγυζε ἀλλὰ ἔδειχνε μεγάλη καρτερία». «Εἶχε τὸ χάρισμα τῆς παρηγοριᾶς τῶν θλιβομένων. Τὰ μάτια του ἦταν μονίμως ἐρεθισμένα, ἡ ὅρασή του ἐλαχίστη, εἶχε ἀγκυλώσεις στὰ χέρια καὶ παράλυση στὰ κάτω ἄκρα. Παρ’ ὅλα αὐτὰ ἦταν γλυκύτατος, μειλίχιος, χαμογελαστός, διηγεῖτο χαριτωμένα περιστατικά, ἦταν εὐχάριστος, ἀξιαγάπητος.» « Τὸ πρόσωπό του, ποὺ ἦταν φαγωμένο ἀπὸ τὰ στίγματα τῆς ἀσθένειας, καὶ τὶς πληγές, ἔλαμπε κι ἔπαιρναν χαρὰ ὅσοι τὸν ἔβλεπαν αὐτὸν τὸν πάμπτωχο καὶ φαινομενικὰ ἀσθενῆ ἄνθρωπο ποὺ ἔλεγε: Ἂς εἶναι δοξασμένο τὸ ἅγιο Ὄνομά Του».
. Σὲ ἡλικία 74 ἐτῶν, στὶς 4 Ἰανουαρίου τοῦ 1964, κοιμήθηκε ὁ πατὴρ Νικηφόρος. Μετὰ τὴν ἐκταφή, τὰ ἅγιά του λείψανα εὐωδίαζαν. Ὁ πατὴρ Εὐμένιος, καὶ ἄλλοι πιστοὶ ἀνέφεραν πολλὲς περιπτώσεις, ὅπου ἔγιναν θαύματα μὲ τὴν ἐπίκληση τῶν πρεσβειῶν πρὸς τὸν Θεό, τοῦ πατρὸς Νικηφόρου. Λαμπρὸ παράδειγμα καὶ πρότυπο γιὰ ὅλους μας ὁ βίος τοῦ Ὁσίου Νικηφόρου, ἦταν εὐάρεστος στὸν Θεό, διότι ὑπέμεινε πολλά. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ καὶ ἔχουμε πολλὲς μαρτυρίες: ὅτι ὁ Ἅγιός μας εἶχε δεχθεῖ ἀπὸ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα τὸ χάρισμα τῆς διορατικότητας καθὼς καὶ πλῆθος ἄλλων χαρισμάτων. Χρειάζεται ἐπίσης νὰ σημειώσομε ὅτι πλεῖστα εἶναι τὰ θαύματα ποὺ εἶναι καταγεγραμμένα καθὼς μέχρι καὶ σήμερα ὁ ἅγιος δίδει ἁπλόχερα βοήθεια σὲ ὅποιον ἔχει ἀνάγκη. Σίγουρα θὰ ὑπάρχουν καὶ ἄλλα πολλὰ θαυμαστὰ ποὺ δὲν θὰ ἔχουν ἔρθει στὴν ἐπιφάνεια.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΤΟΥ ΛΕΠΡΟΥ
Ἦχος α´
Νικηφόρου Ὁσίου, τοῦ λεπροῦ τὰ παλαίσματα,
καὶ τὴν ἐν ἀσκήσει ἀνδρείαν, κατεπλάγησαν Ἄγγελοι
ὡς ἄλλος γὰρ Ἰὼβ τὰ ἀλγεινά,
ὑπέμεινε δοξάζων τὸν Θεόν,
νῦν δὲ δόξῃ ἐστεφάνωται παρ᾽ Αὐτοῦ,
θαυμάτων διακρίσεσιν.
Χαίροις τῶν Μοναστῶν χειραγωγέ,
χαίροις φωτὸς ὁ μέτοχος·
χαίροις ὁ εὐωδίας χαρμονήν, προχέων ἐκ λειψάνων σου.
ΠΗΓΗ: imks.gr (Ἱ. Μητρ. Κισάμου καὶ Σελίνου)