Τὸ πηγάδι τοῦ Ἰακὼβ εἶναι ἡ Γραφή. Τὸ νερὸ εἶναι ἡ θεία γνώση ποὺ περιέχει ἡ Γραφή. Τὸ βάθος εἶναι τὸ δυσκολοπλησίαστο νόημα τῶν γραφικῶν αἰνιγμάτων. Τὸ δοχεῖο γιὰ τὴν ἄντληση εἶναι ἡ μάθηση τοῦ θείου λόγου μέσῳ ἀναγνώσεως, τὴν ὁποία δὲν εἶχε ὁ Κύριος, γιατί ὁ Λόγος εἶναι ὁ ἴδιος καὶ δὲν παρέχει σ’ ὅσους πιστεύουν τὴ γνώση ποὺ προέρχεται ἀπὸ μάθηση καὶ μελέτη, ἀλλὰ δωρίζει στοὺς ἄξιους τὴ σοφία ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴν πνευματικὴ χάρη καὶ ποὺ ρέει ἀσταμάτητα καὶ ἀστείρευτα. Γιατί τὸ δοχεῖο τῆς ἀντλήσεως, δηλαδὴ ἡ μάθηση, παίρνει ἕνα ἐλάχιστο μέρος τῆς γνώσεως καὶ ἀφήνει τὸ ὅλον ποὺ μὲ κανένα λόγο δὲν πιάνεται. Ἐνῶ ἡ κατὰ χάρη γνώση ἔχει τὸ σύνολο – καὶ μάλιστα χωρὶς μελέτη – τῆς δυνατῆς γιὰ ἀνθρώπους σοφίας, ἡ ὁποία ἀναβλύζει ἀνάλογα μὲ τὶς ἀνάγκες. (ΑΓ. ΜΑΞΙΜΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ, Φιλοκαλία, τόμ. Β’, Δ´Ἑκατοντάς, Ἐκδ. «Τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας», μετ. Ἀντ. Γαλίτη.)